You are on page 1of 475

HADJIBABA-2006

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΣΕΛΙΣ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1
1.ΑΧΑΡΝΗΣ (μόνο μετάφραση) 9
2.ΒΑΤΡΑΧΟΙ (μόνο μετάφραση) 42
3.ΕΙΡΗΝΗ (μόνο μετάφραση) 93
4.ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ (μόνο μετάφραση) 138
5.ΘΕΣΜΟΦΟΡΙΑΖΟΥΣΑΙ (μόνο μετάφραση) 181
6.ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ (αρχαίο κείμενο και μετάφραση) 223
7.ΝΕΦΕΛΕΣ (μόνο μετάφραση) 315
8.ΟΡΝΙΘΕΣ (μόνο μετάφραση) 370
9.ΠΛΟΥΤΟΣ (μόνο μετάφραση) 429

Η επιμέλεια του κειμένου στην ηλεκτρονική της μορφή και η σύνθεση έγινε από τον Γιάννη
Χατζηχαραλαμπίδη (HADJI-BABA) και ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο 2006.Τα πνευματικά
δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς.E-mail : hadjibaba7@yahoo.gr

I
HADJIBABA-2006

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
(452 – 385 π.χ.)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο μεγαλύτερος κωμικός ποιητής της αρχαιότητας.


Γεννήθηκε στην Αθήνα το 452 και πέθανε το 385 π. Χ. Ο πατέρας του λεγόταν
Φίλιππος και η μητέρα του Τηνοδώρα.
Τον έλεγαν και «Αιγινήτη» επειδή, όταν οι Αθηναίοι πήραν την Αίγινα το 430 π. Χ. και
τη μοίρασαν σε κληρούχους πολίτες της, πήρε ένα κομμάτι γης και ο πατέρας του
Αριστοφάνη που ήταν ένας από αυτούς και εγκαταστάθηκε εκεί.
Ο Αριστοφάνης έζησε όλη του τη ζωή σχεδόν στην Αίγινα, αφιέρωσε όμως όλη τη
δραστηριότητά και τις δυνάμεις του για την Αθήνα.
Ο Αριστοφάνης έζησε την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου, που κράτησε 27
ολόκληρα χρόνια, από το 431 μέχρι το 404 π. Χ.
Ήταν η πιο τραγική εποχή, όταν η Αθήνα, που ήταν ως τότε το πνευματικό κέντρο
της Ελλάδας και βρισκόταν στην κορυφή της ακμής της, έπεσε νικημένη από τη
Σπάρτη.
Το όνομά του συμβολίζει την ίδια την Αρχαία Αττική Κωμωδία. Αδιαφιλονίκητος
κυρίαρχος σ· αυτό το είδος, γελοιοποίησε χωρίς οίκτο πολιτικούς και άλλα δημόσια
πρόσωπα της εποχής του, ακόμα και τον ίδιο τον Πλάτωνα, και συχνά κατέφυγε στη
φαντασία, την παρωδία και το μύθο. Ο πλούτος των πληροφοριών μέσα στα έργα
του μάς βοηθά να κατανοήσουμε την καθημερινή ζωή της Αθήνας στα τέλη του 5ου
π.Χ αιώνα.
Ο Αριστοφάνης ήταν κτηματίας και όπως όλοι οι άνθρωποι που ανήκαν σ’ αυτή την
τάξη, ήταν και αυτός ειρηνόφιλος και συντηρητικός. Νοσταλγούσε το παρελθόν και τα
παλιά ήθη.
Ο Αριστοφάνης έβλεπε με πολύ μεγάλη στενοχώρια τους νεωτερισμούς που είχαν
επικρατήσει, όπως ήταν η πολυτέλεια, η επίδειξη, οι νέοι που πήγαιναν στους
σοφιστές για να μάθουν πράγματα που θα τους κατέστρεφαν, οι δημαγωγοί, δηλαδή
ανάξιοι πολιτικοί που με τα λόγια τους παρέσυραν το λαό μόνο και μόνο για να
πάρουν στα χέρια τους την εξουσία.
Για να πολεμήσει αυτή την κατάσταση χρησιμοποίησε τη σάτιρα στις κωμωδίες του.
Ο Αριστοφάνης παντρεύτηκε νωρίς και απέκτησε τρεις γιους, το Φίλιππο, το
Νικόστρατο και τον Αραρότα.
Ο τελευταίος ήταν κι αυτός κωμικός ποιητής και με το όνομα του Αριστοτέλη δίδαξε
στα τελευταία χρόνια της ζωής του τις κωμωδίες του «Κώκαλον» και «Αιολοσίκωνα».
Ο Αραρώς δίδαξε και δικά του πρωτότυπα έργα.
Ο Αριστοφάνης εμφανίστηκε στο θέατρο 25 χρονών με το πρώτο του έργο
«Δαιταλείς» που θα πει «Γλεντοκόποι». Το έργο παρουσίασαν στη σκηνή οι φίλοι του

2
HADJIBABA-2006

γιατί σύμφωνα με ένα έθιμο της Αθήνας κανείς δεν μπορούσε να δώσει το έργο του
στο θέατρο αν δεν είχε κλείσει τα 30 χρόνια.
Δεν γνωρίζουμε πόσα ακριβώς έργα είχε συγγράψει ο Αριστοφάνης.
Πάντως, οι Αλεξανδρινοί λόγιοι γνώριζαν 44 έργα, από τα οποία τα 4 τα θεωρούσαν
νόθα.

Από τα έργα εκείνα έχουν διασωθεί 11 κωμωδίες, οι εξής (με χρονολογική σειρά):

1.- Αχαρνείς (425 π. Χ),


2.- Ιππής (424 π. Χ.),
3.- Νεφέλες (423 π. Χ.),
4.- Σφήκες (422 π. Χ.),
5.- Ειρήνη (421 π. Χ.),
6.- Όρνιθες (414 π. Χ.),
7.- Θεσμοφοριάζουσες (411 π. Χ.),
8.- Λυσιστράτη (411 π. Χ.),
9.- Βάτραχοι (405 π. Χ.),
10.- Εκκλησιάζουσες (392 π. Χ.) και
11.- Πλούτος (408 π. Χ.).

Ο Αριστοφάνης ήταν βαθύς γνώστης της εποχής του και ψυχολόγος. Γι’ αυτό
κατόρθωσε να απεικονίσει άριστα την ψυχοσύνθεση των συμπολιτών του, ώστε τα
έργα του να θεωρούνται πιστός πίνακας της αττικής ζωής και βαθιά μελέτη και
σπουδή της κοινωνίας του καιρού του. Αριστοκρατικών αντιλήψεων, βασικά
συντηρητικός και νοσταλγός του παρελθόντος, ήταν ωστόσο ανεξάρτητος στις
κρίσεις του, αν και είχε κι εκείνος τις προκαταλήψεις του.
Δεν έβλεπε π. χ. με καλό μάτι τις νέες τάσεις της εποχής του και ασκούσε εναντίον
τους δριμεία κριτική και πολεμική με καταπληκτική όμως ποιητική δεξιοτεχνία.
Καυτηρίαζε ιδιαίτερα τους δημαγωγούς (Κλέωνα κ.λπ.) και τους σοφιστές, χωρίς να
εξαιρεί ούτε τον Σωκράτη, ο οποίος ωστόσο υπήρξε σφοδρός πολέμιος των
σοφιστών.
Ήταν εναντίον της συνέχισης του Πελοποννησιακού πολέμου. Τον απεχθανόταν ο
ποιητής, πρώτα πρώτα γιατί στερούσε από τους συμπολίτες του τα πολύτιμα υλικά
αγαθά της ζωής.
Η ποιητική εξάλλου δύναμη του Αριστοφάνη λάμπει κυρίως στα χορικά (τραγούδια
του χορού) των κωμωδιών του.
Γενικά, ο Αριστοφάνης θεωρείται ο μεγαλύτερος κωμικός ποιητής του αρχαίου
κόσμου και οι κωμωδίες του παίζονται ακόμη και σήμερα με πολλή επιτυχία, όχι
μονάχα στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.

Λίγα λόγια για τα σπουδαιότερα έργα του:

1.-Αχαρνής (425 π. Χ.):


Είναι μία από τις καλύτερες κωμωδίες του. Σ’ αυτήν ο ποιητής με κάθε τρόπο ζητά
την ειρήνη. Με τον πρωταγωνιστή της κωμωδίας, τον αγρότη και ειρηνόφιλο
Δικαιόπολη, έρχεται σε αντίθεση ο τολμηρότατος πολεμιστής Λάμαχος, που
τραυματισμένος στη μάχη επιστρέφει σε άθλια κατάσταση και προκαλεί το γέλιο των
θεατών. Η κωμωδία πήρε το όνομα της από το χορό, που τον αποτελούν χωρικοί
Αχαρνείς.

2.-Ιππής» (424):
Βασική ιδέα του έργου είναι η προσωποποίηση του Αθηναϊκού Δήμου που παρουσιάζεται ως
γεροξεκούτης, εύπλαστο ζυμάρι στα χέρια του δούλου Παφλαγόνα.. Παφλαγών ονομάζεται ο
δημαγωγός Κλέων, επειδή η λέξη θυμίζει το ρήμα παφλάζω, δηλαδή κάνω θόρυβο. Ο τίτλος
της οφείλεται στην τάξη των Ιππέων οι οποίοι μισούσαν τον Κλέωνα

3
HADJIBABA-2006

3.- Νεφέλες (417):


Η κωμωδία σατιρίζει τους σοφιστές και, ιδιαίτερα το Σωκράτη, που διαφθείρει, δήθεν, τους
νέους με τη διδασκαλία του. Το όνομα οφείλεται στις Νεφέλες, τις οποίες, κατά τον ποιητή, ο
Σωκράτης θεωρεί θεές και μ’ αυτές αντικαθιστά τους θεούς της πόλης

4.-Σφήκες (422):
Εδώ σατιρίζεται το δικαστικό σύστημα της αθηναϊκής δημοκρατίας και ειδικότερα της Ηλιαίας,
είδος λαϊκού δικαστηρίου. ΟΙ δικαστές που δικάζουν σύμφωνα με τα συμφέροντα και τα πάθη
τους απεικονίζονται σαν σφήκες, που με το κεντρί τους χτυπούν τον άνθρωπο

5.-Ειρήνη (421 π. Χ.):


Το θέμα της είναι ίδιο με το θέμα της κωμωδίας «Αχαρνείς». Σ’ αυτήν,
διακωμωδώντας την πολυπραγμοσύνη και τη φιλοπόλεμη τάση των Ελλήνων,
υποστηρίζει την Ειρήνη, την οποία διαπραγματεύονταν οι Αθηναίοι και οι
Λακεδαιμόνιοι μετά το θάνατο του Κλέωνα και του Βρασίδα και η οποία
πραγματοποιήθηκε ύστερα από λίγο με το Νικία.

6.-Όρνιθες (414 π. Χ.):


Σ’ αυτή δύο πολίτες Αθηναίοι, για να αποφύγουν τους συκοφάντες και τους
δημαγωγούς της πατρίδας τους, προσφεύγουν στους όρνιθες (πουλιά) και
προσπαθούν να κατασκευάσουν ανάμεσα στη Γη και στον Ουρανό μία φανταστική
πόλη, τη «Νεφελοκοκκυγίαν». Αλλά, κατά τον κωμικό, στην Αθήνα τόσο αφθονούσαν
οι φαύλοι και διεφθαρμένοι, ώστε και την εναέρια αυτή πόλη θα γέμιζαν, αν δεν
διώχνονταν από αυτήν. Έτσι ο ποιητής διακωμωδεί τους συκοφάντες και τους
κόλακες του δήμου, καθώς και τις θεωρίες για νέα πολιτεύματα. Η φαντασία και η
λυρική μελωδία βρίσκουν την αποθέωσή τους εδώ.

7.-Θεσμοφοριάζουσες (411):
Οι γυναίκες αυτές πήραν το όνομά τους από τη γιορτή της Δήμητρας, Θεσμοφόρια. Κατά τη
διάρκεια της γιορτής, οι γυναίκες αυτές σκέφτονται την καταστροφή του Ευριπίδη, επειδή ήταν
μισογύνης και συκοφαντούσε το γυναικείο φύλο Οι γυναίκες πρόκειται να αποφασίσουν τι
τιμωρία θα επιβάλλουν στον τραγικό ποιητή, Ευριπίδη, γιατί τις κατηγορεί στα έργα του, ότι
κλέβουν και εξαπατούν τους άντρες τους.
Έτσι, ο Ευριπίδης, μαζί με τον Μνησίλοχο ψάχνουν να βρουν μια λύση για να αποτρέψουν
αυτή την απόφαση των γυναικών.

8.-Λυσιστράτη (411 π. Χ.):


Η ηρωίδα αυτή, θέλοντας να συμφιλιώσει τους Έλληνες που αλληλοσκοτώνονται,
συγκάλεσε συνέλευση γυναικών από την Πελοπόννησο και τη Βοιωτία. Γιατί, κατά τη
γνώμη της, η σωτηρία της Ελλάδας εξαρτάται από την ικανότητα των γυναικών, αφού
οι άνδρες αποδείχτηκαν ανίκανοι να σταματήσουν τον αιματηρό πόλεμο.
Βάτραχοι (405 π. Χ.): Στην κωμωδία αυτή ο Αριστοφάνης μετά το θάνατο των τριών
μεγάλων τραγικών, διοργανώνει στον Άδη ποιητικό διαγωνισμό, στον οποίο, με
πρόεδρο το Διόνυσο, διεκδικούν τα πρωτεία της τραγικής τέχνης ο Αισχύλος και ο
Ευριπίδης. Ο Αριστοφάνης με πολλή λεπτότητα κρίνει τους δύο τραγικούς. Τελικά ο
Διόνυσος ανακηρύσσει νικητή τον Αισχύλο, τον οποίο φέρνει στο φως της ζωής, αντί
του Ευριπίδη.

9.-Βάτραχοι (405):
Μετά από το θάνατο των τριών μεγάλων τραγικών, διοργανώνεται στον Άδη ποιητικός
διαγωνισμός, με πρόεδρο το Διόνυσο. Τα πρωτεία της τραγικής τέχνης διεκδικούν ο Αισχύλος
και ο Ευριπίδης.

4
HADJIBABA-2006

10.- Εκκλησιάζουσες (392)


Η Πραξαγόρα, Αθηναία και γυναίκα του Βλέπυρου, πείθει τις γυναίκες της πόλης και τις
οργανώνει να παρουσιαστούν στη Συνέλευση ντυμένες άντρες και με τη διαδικασία της
πλειοψηφίας να ψηφίσουν νόμο για να δοθεί η εξουσία σε αυτές κι έτσι η Αθήνα να δει πάλι
ευτυχισμένες ημέρες.

11.-Πλούτος (408 π. Χ.):


Εδώ διακωμωδείται η κακή διανομή του Πλούτου, που, επειδή είναι τυφλός, πηγαίνει
στους κακούς. Αλλά ένας χρηστός πολίτης, ο Χρεμύλος, συναντά τον τυφλό θεό,
θεραπεύει τα τυφλά του μάτια και εκείνος δίνει τα πλούτη του στους αγαθούς και τους
κακούς τους κάνει φτωχούς. Στην κωμωδία αυτή ο ποιητής δε διακωμωδεί ορισμένα
πρόσωπα, αλλά καταστάσεις και άτομα, όπως στις Εκκλησιάζουσες.

Χρονολόγιο

• 431: Ανάμεσα στην Αθήνα και τη Σπάρτη ξεσπά ο Πελοποννησιακός πόλεμος.


• 430: Ο μεγάλος λοιμός στην Αθήνα.
• 429: Θάνατος του Περικλή.
• 428/7: Γέννηση του Πλάτωνα.
• 427: "Δαιταλείς" (χαμένο)
• 426: "Βαβυλώνιοι" (χαμένο). Ο Κλέων δίωξε δικαστικά τον Aριστοφάνη, με την
κατηγορία ότι με το έργο του αυτό γελοιοποίησε τους αιρετούς άρχοντες της πόλης,
μπροστά σε κοινό (στα Μεγάλα Διονύσια) που περιλάμβανε πολλούς ξένους
επισκέπτες. Η δίωξη δεν φαίνεται να είχε καμιά συνέπεια.
• 425: "Αχαρνείς". Πρώτο βραβείο στα Λήναια
• 424: "Ιππείς". Πρώτο βραβείο στα Λήναια
• 423: "Νεφέλες". Πρώτη μορφή (χαμένη). Τρίτο και τελευταίο βραβείο στα Μεγάλα
Διονύσια. Συμφωνία ειρήνης διακόπτει προσωρινά τις εχθροπραξίες ανάμεσα στην
Αθήνα και στη Σπάρτη.
• 422: "Σφήκες", δεύτερο βραβείο στα Λήναια.
• 421: "Ειρήνη", δεύτερο βραβείο στα Μεγάλα Διονύσια.
• 417: "Νεφέλες", μερικά αναθεωρημένη μορφή (σώζεται) που δεν παραστάθηκε ποτέ
στα αρχαία χρόνια.
• 415: Η Αθήνα στέλνει στη Σικελία μεγάλο εκστρατευτικό σώμα.
• 414: "Αμφιάραος" (χαμένο) στα Λήναια. "Όρνιθες", β΄ βραβείο στα Μεγάλα
Διονύσια.
• 413: Η Σπάρτη ξαναρχίζει τις εχθροπραξίες. Το Αθηναϊκό εκστρατευτικό σώμα στη
Σικελία καταστρέφεται.
• 411: "Λυσιστράτη" στα Λήναια, "Θεσμοφοριάζουσες" στα Μεγάλα Διονύσια.
Ολιγαρχική επανάσταση επικρατεί προσωρινά στην Αθήνα, αλλά το δημοκρατικό
πολίτευμα αποκαθίσταται λίγους μήνες αργότερα.
• 408: "Πλούτος" (χαμένο, δεν πρόκειται για το έργο που θα παιχτεί αργότερα.)
• 406: Θάνατος του Ευριπίδη & του Σοφοκλή.

5
HADJIBABA-2006

• 405: "Βάτραχοι", Α΄ βραβείο στα Λήναια. Αποφασιστική ήττα και ναυτικός


αποκλεισμός της Αθήνας.
• 404: Η Σπάρτη επιβάλει ειρήνη. Μια ολιγαρχική ομάδα οι τριάκοντα τύραννοι,
αναλαμβάνει τη διοίκηση.
• 403: Εμφύλιος πόλεμος και αποκατάσταση της δημοκρατίας.
• 399: Καταδίκη και εκτέλεση του Σωκράτη.

395: Ο πόλεμος με τη Σπάρτη ξαναρχίζει, με διαφορετικό όμως συσχετισμό


συμμάχων. Πρώταβήματα για αποκατάσταση της αθηναϊκής ναυτικής δύναμης.

• 392: "Εκκλησιάζουσες" (η χρονολόγηση βασίζεται σε εσωτερικά κυρίως κριτήρια και


ίσως πέφτει έξω ένα χρόνο.)
• 388: "Πλούτος"
• Μετά το 388: "Αιολοσίκων" (χαμένο) και "Κώκαλος" (χαμένο). Παραγωγός και
σκηνοθέτης ένας από τους γιους του Αριστοφάνη.

Από τους "Αχαρνής" συνάγεται το συμπέρασμα ότι τον καιρό που παίχτηκε το έργο ο
Αριστοφάνης ζούσε στην Αίγινα, το νησί που είχαν αποικίσει οι Αθηναίοι στα 431 π.Χ. όταν
έδιωξαν τους παλιούς κατοίκους (ως φιλολάκωνες). Ξέρουμε ότι οι γιοι του Αριστοφάνη ήταν
κωμωδιογράφοι, δεν ξέρουμε όμως τίποτα για τον πατέρα του ποιητή (Φίλιππος ήταν το
όνομα του) ούτε για την κοινωνική και την οικονομική του κατάσταση.

Αισχύλος και Ευριπίδης στους Βατράχους του Αριστοφάνη

Ένα από τα έργα του Αριστοφάνη, οι Βάτραχοι, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς
κλείνει περιπαικτικά το μάτι στήν, την τραγωδία. Θα επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας
στους Βατράχους, αφενός ως προς τον δομικό ρόλο του αγώνα στην κωμωδία γενικότερα και
αφετέρου ως προς το περιεχόμενο του συγκεκριμένου αγώνα.
Ο αγώνας αποτελεί συστατικό στοιχείο της δομής κάθε κωμωδίας.
Η τυπική δομή ενός αριστοφανικού αγώνα έχει συνήθως ως εξής:
α) οι δύο αντίπαλοι ξεκινούν να καυγαδίζουν·
β) ο χορός τραγουδά μια ωδή για να παρουσιάσει επισήμως τους διάδικους·
γ) με δύο στίχους, ο χορός παροτρύνει τον πρώτο ομιλητή να αρχίσει την αγόρευσή του
(κατακελευσμός)·
δ) ο πρώτος ομιλητής παίρνει τον λόγο, αλλά κάθε τόσο τον διακόπτει ο αντίπαλός του (ή
κάποιο τρίτο πρόσωπο) με διάφορα, κωμικά συνήθως, σχόλια (επίρρημα)·
ε) ο πρώτος ομιλητής κλείνει την αγόρευσή του με μια στροφή στον ίδιο ρυθμό με την κύρια
αγόρευσή του, αλλά σε διαφορετικό μέτρο και έκταση στίχων (πνίγος)·
στ) ο χορός τραγουδά μια λυρική αντωδή, σχολιάζοντας την επιτυχία του πρώτου ομιλητή·
ζ) έπειτα απευθύνει προτροπή στον δεύτερο διάδικο (αντικατακελευσμός)·
η) ο δεύτερος διάδικος προχωρά στην αγόρευσή του (αντεπίρρημα)· θ) κατόπιν κλείνει την
αγόρευσή του (αντιπνίγος)·
ι) τέλος, δίνεται η ετυμηγορία του αγώνα (σφραγίς) από τον διαιτητή, που συνήθως είναι ο
χορός.

Στους Βατράχους ο αγώνας λαμβάνει χώρα στον Άδη.


Ο θεός Διόνυσος έχει κατέβει στον Κάτω Κόσμο με σκοπό να αναστήσει τον Ευριπίδη, μιας
και δεν αντέχει χωρίς αυτόν μετά τον θάνατό του.
Φτάνοντας, ωστόσο, στον Άδη βρίσκει τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη να φιλονικούν, ζητώντας
ο καθένας για τον εαυτό του την τιμητική θέση του ποιητή.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Διόνυσος ξεχνά την αρχική του πρόθεση και κηρύσσει αγώνα
ανάμεσα στους δύο τραγικούς με έπαθλο την άνοδο στη γη.
Μορφολογικά ο αγώνας χωρίζεται σε δύο μέρη:
-Το πρώτο μέρος (στ. 895-1098) ακολουθεί την παραπάνω τυπική δομή, με εξαίρεση την
ετυμηγορία, η οποία αναβάλλεται για αργότερα, και με επιπρόσθετο στοιχείο τον θεό Διόνυσο
«στο διπλό ρόλο του διαιτητή και του γελωτοποιού».

6
HADJIBABA-2006

-Στη συνέχεια, μετά από μία λυρική παρότρυνση του χορού, αρχίζει το δεύτερο μέρος (στ.
1119-1481), το οποίο απαγγέλλεται με τρίμετρους που εναλλάσσονται με την παρωδία
λυρικών μερών, ενώ δύο φορές ο χορός ψάλλει ένα σύντομο τραγούδι.

Στο πρώτο μέρος η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από γενικές αρχές της τραγικής ποίησης,
με τους δύο ποιητές να εγκωμιάζουν την τέχνη τους και να κατηγορούν αυτή του αντιπάλου,
σηματοδοτώντας έτσι την πρώτη απόπειρα λογοτεχνικής κριτικής στην ιστορία της
λογοτεχνίας.
Ο Ευριπίδης, που έχει πάρει πρώτος τον λόγο, ξεκινά χαρακτηρίζοντας τον Αισχύλο
«αγύρτη» και «λαοπλάνο» (στ. 909), που ξεγελούσε τους θεατές «που ανάθρεψεν ο
Φρύνιχος στην κουταμάρα» (στ. 910).
Ο υπαινιγμός αυτός αφορά στην έλλειψη δράσης που χαρακτήριζε τα δράματα του Φρύνιχου,
καθώς είχαν μόνο έναν υποκριτή.
Μετά από αυτή την έμμεση αναλογία, ο Ευριπίδης προχωρεί στην απ’ ευθείας κατηγορία των
περίφημων δραματικών σιωπών των ηρώων του Αισχύλου (στ. 911-3).
Στη συνέχεια, στο στόχαστρο του Ευριπίδη μπαίνουν οι νεολογισμοί του Αισχύλου, οι
«χοντρές, βωδινές λέξες, αρματωμένες με άγρια φρύδια και με φούντες, λέξες που έμοιαζαν
σκιάχτρα και τρομάζαν, άγνωρες στους θεατές» (στ. 924-6).
Αντίθετα, η τέχνη του ίδιου επαινείται για το ανάλαφρο ύφος της, στολισμένο με τη σωστή
δόση φλυαρίας, «στραγγισμένη απ’ τα βιβλία», και δυναμωμένη με τους μονόλογους (στ. 939-
47).
Όπως εύστοχα τονίζει ο Lesky, «ο μεγαλόπρεπος αισχύλειος ‘όγκος’ με την βαριά του
λαμπρότητα των λέξεων αντιτίθεται στην δικηγορική ρητορική και την ρεαλιστική περιγραφή
του ανθρώπου απ’ τον Ευριπίδη».
Παινεύεται, ακόμα, ο Ευριπίδης ότι ανέβασε στη σκηνή πράγματα οικεία και καθημερινά,
γνωστά στους θεατές (στ. 959), ότι έμαθε στους πολίτες να μιλούν (στ. 953) και να σκέφτονται
(στ. 956-8) και ότι έδωσε φωνή σε όλους – νέους και γέρους, πλούσιους και φτωχούς,
γυναίκες και σκλάβους (στ. 947-9) – επικαλούμενος τη δημοκρατία (στ. 951).
Το σχόλιο του Διονύσου σ’ αυτή την επίκληση: «Άσ’ τα, φιλαράκο, τέτοια συζήτηση δε θάβγη
σε καλό σου» (στ. 952), ανοίγει ένα μικρό παράθυρο στο μέλλον, προϊδεάζοντας το τέλος.
Παίρνοντας τον λόγο ο Αισχύλος, εκμεταλλεύεται την τροπή της συζήτησης προς την
παιδευτική αξία της ποιητικής τέχνης και ρωτά ευθέως: «Σε τι τον ποιητή θαυμάζουμε;
Αποκρίσου.» (στ. 1008)
Και ο Ευριπίδης απαντά:
«Για το μυαλό του και γι’ αυτές τις συμβουλές του,που κάνουν τον άνθρωπο καλύτερο στην
πολιτεία.» (στ. 1009)
Σ’ αυτή την απάντηση θα στηριχτεί ολόκληρη η επιχειρηματολογία του Αισχύλου. Ισχυρίζεται
ότι ο ίδιος πέτυχε αυτόν τον σκοπό παρουσιάζοντας «δράμα πόλεμο γεμάτο» (στ. 1021) και
διδάσκοντας γενναίους «για να σηκώνουν την καρδιά κάθε πολίτη, να θέλη να τους φτάση
στο ύψος» (στ. 1040-2).
Αυτός ο ισχυρισμός θα στηρίξει και την απάντηση στην κατηγορία περί μεγαλοστομίας, που
είχε δεχτεί πρωτύτερα: «ανάγκη είναι σε ιδέες και γνώμες μεγάλες, να γεννάς και λόγια στο
ύψος τους» (στ. 1059).
Ο Ευριπίδης, αντίθετα, κατηγορείται ότι, αντί να ανυψώσει, διέφθειρε τα ήθη των πολιτών,
παρουσιάζοντας στη σκηνή «Φαίδρες πόρνες» (στ. 1043), «μαυλίστρες, γυναίκες που
γεννούν μες στους ναούς, ή που ερωτεύονται τους αδελφούς των, ή λεν πως η ζωή ζωή δεν
είναι» (στ. 1079-82).
Ακόμα χειρότερα, όμως, κατηγορείται ως ηθικός αυτουργός της κατάπτωσης του πνεύματος
συμμετοχής (στ. 1063-5) και της απροθυμίας εκτέλεσης καθήκοντος (στ. 1069-73) εκ μέρους
των πολιτών.
Το νόημα είναι σαφές: ο Ευριπίδης εκπροσωπεί μια ολόκληρη εποχή και γι’ αυτό επωμίζεται
και το βάρος των σημείων των καιρών:
«Κ’ έτσι, για τούτο, η χώρα μας γιόμισε από λόγιους και γραφιάδες,κι’ από ξεδιάντροπους,
που ξεγελούντο λαουτζίκο με τις μαϊμουδιές των.Γι’ αυτό κανείς τους τώρα, απ’ την
αγυμνασιά,να λαμπαδοδρομήση δεν είναι άξιος πια.» (στ. 1083-8)
Στο δεύτερο μέρος του αγώνα η εξέταση της τέχνης των δύο τραγικών γίνεται πιο διεξοδική.
Πρώτα συγκρίνουν τους προλόγους των έργων τους.
Ο Ευριπίδης κατηγορεί τον Αισχύλο για ασάφεια (στ. 1141-3) και παλιλλογία (στ. 1153, 1173),
ενώ ο Αισχύλος προσάπτει στον Ευριπίδη την κατηγορία της ακυρολεξίας (στ. 1183-5, 1188-

7
HADJIBABA-2006

94) και κοροϊδεύει την μονοτονία των ιαμβικών του μέτρων, κολλώντας σε κάθε πρόλογο που
απαγγέλλει ο Ευριπίδης τη φράση «ληκύθιον απώλεσεν».
Περνώντας στα λυρικά μέρη, ο Ευριπίδης παρουσιάζει τα χορικά του Αισχύλου «σαν κενό και
ηχηρό συνονθύλευμα λέξεων», ενώ ο Αισχύλος «απαγγέλλει μια μεγάλη και περίτεχνη
παρωδία του ύφους των χορικών του Ευριπίδη».
Τέλος, καταλήγουν να ζυγίσουν τους στίχους του καθενός σε μια ‘πραγματική’ ζυγαριά.
Το ‘βάρος’, όμως, του κάθε στίχου δεν υπολογίζεται από την μεταφορική έννοια των λέξεών
του, αλλά από το ‘κυριολεκτικό’ βάρος των σημαινόμενων (λ.χ. «δυο άρματα και δυο
κουφάρια» κρίνονται πιο βαριά από ένα κομμάτι ξύλο «βαρύ σα σίδερο» - στ. 1402-6).
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η παρωδία, που χαρακτηρίζεται από τον Σολομό «η πιο τελειωμένη
μορφή της σάτυρας [sic] και το πιο τέλειο δραματικό εργαλείο του Αριστοφάνη», στο δεύτερο
μέρος του αγώνα μετατρέπεται σε αυτοσκοπό. Επιτυγχάνεται, έτσι, πλήρως ο διπλός στόχος
που αποδίδει ο Dover στην παρωδία: αφενός εκτίθεται η ίδια η σοβαρή ποίηση στην επίκριση
και τη σάτιρα και, αφετέρου, εξαντλούνται οι κωμικές δυνατότητες που προσφέρει η
ασυμφωνία μορφής και περιεχομένου.
Παράλληλα, εμφανίζοντας ο Αριστοφάνης τον Διόνυσο να συγκρίνει τους δύο ποιητές με
όρους προερχόμενους από τη λογοτεχνική κριτική και τη θεωρία της εποχής, οδηγεί και στην
επίτευξη ενός στόχου των σύγχρονων μελετητών της αρχαίας δραματικής τέχνης.
Όπως εύστοχα εξηγεί ο Τσακμάκης: «Αν και με τον τρόπο αυτό παρωδείται εξίσου και η ίδια
η λογοτεχνική κριτική, η κωμωδία προσφέρει τη δυνατότητα να διαπιστώσουμε τον
προβληματισμό που ήταν την εποχή εκείνη επίκαιρος, καθώς και τα κριτήρια σύμφωνα με τα
οποία κρίνονταν οι τραγικοί ποιητές από τους σύγχρονούς τους».
Έχει έρθει η τελική ώρα της κρίσης και, παρόλο που η ζυγαριά γέρνει τρεις φορές υπέρ του
Αισχύλου, ο Διόνυσος διστάζει να αποφασίσει:
«Κ’ οι δυο είναι φίλοι και δε θέλω να τους κρίνω.Δε θέλω εχτρός να γίνω με κανένα.Έχω τον
ένα για σοφό κι’ ο άλλος μου αρέσει.» (στ. 1411-3)
Γι’ αυτό θέτει ένα τελευταίο ερώτημα:
«Όποιος λοιπόν στην πόλη από τους δυο σας δώσημια συμβουλή καλή, εκείνον λέω να
πάρω.» (στ. 1419-20)
Ο στόχος του ερωτήματος είναι διττός: αφενός δίνει αφορμή για σύγχρονη κοινωνική σάτιρα·
αφετέρου, ουσιαστικά ξαναγυρνά στο πρώτο μέρος του αγώνα, ρίχνοντας το βάρος της
απόφασης όχι σε λογοτεχνικά κριτήρια αισθητικής αξίας, αλλά σ’ εκείνα που απορρέουν από
την ηθική και την παιδευτική αξία της ποίησης.
Σ’ αυτόν τον τομέα, όμως, η ζυγαριά έχει ήδη κλίνει προς το μέρος του Αισχύλου. Στην
ερωταπόκριση των στίχων 1052-6 είχαμε κρυφακούσει την ετυμηγορία που επεφύλασσε ο
Αριστοφάνης πίσω απ’ τα λόγια του Αισχύλου: «ο ποιητής να κρύβη το κακό πρέπει, όχι να το
βγάζη στο φως και να το παρασταίνη.
Κι’ αν οδηγοί των παιδιών είναι οι δάσκαλοι, των νέων είναι οι ποιητές και πρέπει τίμια να
λέμε πράματα».
Έτσι, ο Αισχύλος θα επιστρέψει μαζί με τον Διόνυσο στη γη θριαμβευτής, ενώ ο Ευριπίδης θα
παραμείνει στο περιθώριο.
Ο στόχος του ερωτήματος είναι διττός: αφενός δίνει αφορμή για σύγχρονη κοινωνική σάτιρα·
αφετέρου, ουσιαστικά ξαναγυρνά στο πρώτο μέρος του αγώνα, ρίχνοντας το βάρος της
απόφασης όχι σε λογοτεχνικά κριτήρια αισθητικής αξίας, αλλά σ’ εκείνα που απορρέουν από
την ηθική και την παιδευτική αξία της ποίησης.
Σ’ αυτόν τον τομέα, όμως, η ζυγαριά έχει ήδη κλίνει προς το μέρος του Αισχύλου. Στην
ερωταπόκριση των στίχων 1052-6 είχαμε κρυφακούσει την ετυμηγορία που επεφύλασσε ο
Αριστοφάνης πίσω απ’ τα λόγια του Αισχύλου: «ο ποιητής να κρύβη το κακό πρέπει, όχι να το
βγάζη στο φως και να το παρασταίνη.
Κι’ αν οδηγοί των παιδιών είναι οι δάσκαλοι, των νέων είναι οι ποιητές και πρέπει τίμια να
λέμε πράματα». Έτσι, ο Αισχύλος θα επιστρέψει μαζί με τον Διόνυσο στη γη θριαμβευτής,
ενώ ο Ευριπίδης θα παραμείνει στο περιθώριο.

8
HADJIBABA-2006

ΑΧΑΡΝΗΣ

(ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ 425 π.Χ. α΄ Βραβείο)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

Αθηναίος αγρότης. Εξασφαλίζει Αγρότης από τα Μέγαρα. Έρχεται να


ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ: «ιδιωτική ειρήνη», ενώ η πατρίδα ΜΕΓΑΡΕΥΣ: πουλήσει προϊόντα στην αγορά του
του βρίσκεται σε πόλεμο. Δικαιόπολη.
ΚΗΡΥΚΑΣ: Υπάλληλος στη συνέλευση του ΚΟΡΕΣ:Οι μικρές κόρες του Μεγαρέα, που τις
δήμου. παρουσιάζει σαν γουρουνίτσες.
ΑΜΦΙΘΕΟΣ: Πρόσωπο «αλαφροϊσκιωτο». ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ:Το αποτροπιαστικό πρόσωπο της
αθηναϊκής πολιτικής ζωής.
ΠΡΕΣΒΕΙΣ: Αθηναίοι που είχαν σταλεί, ως ΒΟΙΩΤΟΣ: Όπως και ο Μεγαρέας.
επιτροπή, στο Μέγα Βασιλιά της
Περσίας και επιστρέφουν τώρα μετά
από χρόνια.
ΨΕΥΔΑΡΤΑΒΑΣ: Ψευδοαπεσταλμένος του Πέρση ΝΙΚΑΡΧΟΣ:Συγκεκριμένος (ή και επώνυμος)
Βασιλιά συκοφάντης.
ΘΕΩΡΟΣ: Αθηναίος αντιπρόσωπος, σταλμένος ΥΠΗΡΕΤΗΣ:Υπηρέτης του Λάμαχου.
από καιρό στο βασιλιά της Θράκης,
για βοήθεια.
ΧΟΡΟΣ: Γέροντες Αχαρνιώτες. ΚΗΡΥΚΑΣ:Φέρνει διαταγή στο Λάμαχο.
ΚΟΡΗ: Θυγατέρα του Δικαιόπολη. ΓΕΩΡΓΟΣ:Έρχεται και ζητάει «στάλες ειρήνης».
ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ: Υπηρέτης του Ευριπίδη. ΠΑΡΑΝΥΜΦΟΣ:Όπως ο γεωργός.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: Ο γνωστός τραγικός ποιητής. ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ:Α΄ και Β΄. Ο ένας λέει για τον τραυματισμό
του Λάμαχου και ο άλλος για το γλέντι του
Δικαιόπολη.
ΛΑΜΑΧΟΣ: Αθηναίος στρατηγός, φιλοπόλεμος ΒΟΥΒΑ ΠΡΟΣΩΠΑ:Aλλα αναφέρονται επώνυμα και άλλα
μένουν ανώνυμα.

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ

Είναι μία από τις καλύτερες κωμωδίες του. Σ’ αυτήν ο ποιητής με κάθε τρόπο ζητά την ειρήνη.
Η κωμωδία πήρε το όνομα της από το χορό, που τον αποτελούν χωρικοί Αχαρνείς.
Η Αθήνα και η Σπάρτη βρίσκονται ήδη στον 6ο χρόνο του μεταξύ τους πολέμου. Ο αγροτικός
πληθυσμός της Αθήνας έχει μαζευτεί μέσα στα τείχη της πόλης όπου οι συνθήκες ζωής είναι
δραματικές.
Ο Αθηναίος αγρότης και ειρηνόφιλος Δικαιόπολης (πρωταγωνιστής) είναι απογοητευμένος
γιατί οι πολίτες δεν πηγαίνουν στις συνελεύσεις, οι πολιτικοί δεν νοιάζονται για την ειρήνη, και
η διαχείριση των κοινών είναι αδιαφανής.
Βλέποντας ότι αυτά επαναλαμβάνονται και στην συνέλευση αυτής της ημέρας, αποφασίζει να
κλείσει μόνος του ειρήνη με την Σπάρτη και έτσι αρχίζει να απολαμβάνει όλα τα δικαιώματα
που αυτό συνεπάγεται...
Με αυτόν έρχεται σε αντίθεση ο τολμηρότατος πολεμιστής Λάμαχος, που τραυματισμένος στη
μάχη επιστρέφει σε άθλια κατάσταση και προκαλεί το γέλιο των θεατών.

9
HADJIBABA-2006

(Ο χώρος της Πνύκας άδειος ακόμα. Στο κέντρο της ο Δικαιόπολης μόνος του. Σε λίγο, στο
γύρω χώρο, εμφανίζονται πολίτες)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Οι δαγκωνιές στην καρδιά μου είναι πολλές, οι χαρές λιγοστές, πολύ λίγες, τέσσερις. Οι
πόνοι χίλιοι τέσσερις. Άντε να θυμηθώ τι χαρά άξια έζησα. Εκείνο που είδα και η καρδιά μου
ευφράνθηκε είναι τα πέντε τάλαντα που ξέρασε οΚλέωνας - αχ πολύ το χάρηκα αυτό και
αγαπάω τους Ιππείς γι’ αυτό τους το έργο.
Αυτό το τιμάει η Ελλάδα!
Πόνος όμως ήταν το άλλο στο θέατρο, που περίμενα όλος λαχτάρα Αισχύλο και ο κήρυκας
είπε «Θέογνη το Χορό σου»! Τι ταμπλάς ήταν !
Το άλλο που χάρηκα ήταν που μπήκε στη σκηνή ο Δεξίθεος - μετά απ’ τον Μόσχο, να
τραγουδήσει Βοιώτικα, μα άνοιξε γη κι αλληθώρισα φέτος που μπήκε να πει λεβέντικο ύμνο
μπαταρισμένος ο Χαίρης (ο φάλτσος).
Και από τότε που άρχισα και πλένω το πρόσωπο ποτέ δεν μου έτσουξε η βρώμα τα μάτια
όσο τώρα που έχουμε Συνέλευση επίσημη κι είναι πρωί κι η Πνύκα μας άδεια!
Κι όμως στην αγορά φλυαρίες και τσάρκες και φευγάλες μην πέσει το φούμο του μπόγια κι οι
πρυτάνεις δεν έρχονται κι όλο αργούν και ύστερα σπρώχνονται, όσοι αργήσουν, να βρουν ν’
αγκαζάρουν θέση μπροστά.. Και για ειρήνη - για το αν και το πώς… ούτε λόγο δεν κάνουν.
Αχ πατρίδα μου Αθήνα!
Κι εγώ πάντα πρώτος παρών στη Συνέλευση προσμένω και κάθομαι και μόνος βαριέμαι και
ρίχνω στεναγμούς και χαζεύω και χασμουριέμαι, σέρνω γραμμές στο χώμα και ξύνομαι και
μαδάω τα μαλλιά μου και φέρνω στο νου τα χωράφια και σκέφτομαι.
Αγαπώ την ειρήνη, τη βαριέμαι την πόλη, τους χωριανούς μου ποθώ που ποτέ τους δεν
είπαν «δώσε για κάρβουνο, δώσε για ξίδι, για λάδι» και τέτοια.
Τα παράγουνε μόνοι τους, το «αγοράζω» δεν το ξέρουν. Και τώρα που ήρθα πανέτοιμος είμαι
για φωνές και προγκίγματα και να βαρέσω τον όποιον πάει να πει για οτιδήποτε άλλο εκτός
για ειρήνη.
(Μπαίνουν στην Πνύκα οι πρυτάνεις. Πίσω τους ακολουθούν και σπρώχνονται πολίτες)
Α! οι πρυτάνεις! Μεσημέριασε κι ήρθαν! Δεν έβγαζαν λόγο; Εμ το έλεγα εγώ. Για πρωτεία
στριμώχνονται όλοι.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Προχωρείτε. Προχωρείτε ο κόσμος! Στις θέσεις που ορίστηκαν όλοι!

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Μίλησε κανείς ως τώρα;

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ποιος θέλει να μιλήσει;

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Εγώ.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ποιος είσαι εσύ;

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Αμφίθεος.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Όχι θνητός;

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Αθάνατος είμαι. Ο Αμφίθεος ήταν της Δήμητρας και του Τριπτόλεμου που έκανε τον Κελεό και
ο Κελεός παντρεύτηκε την Φαιναρέτη, τη γιαγιά μου, και έκανε το Λυκίνο. Από τον Λυκίνο

10
HADJIBABA-2006

εγώ. Αθάνατος είμαι. Σε μένα ανάθεσαν οι θεοί να κάνω ειρήνη με τους Σπαρτιάτες, μονάχος
μου. Αλλά μ’ όλο που είμαι αθάνατος, κρίμα, δεν έχω παράβολο - οι πρυτάνεις δεν δίνουν.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Τοξότες! Στο έργο σας!
(Έρχονται φρουροί να βγάλουν έξω τον Αμφίθεο. Αυτός ξεγλιστρά - αργότερα πλησιάζει στο
Δικαιόπολη)

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Τριπτόλεμε και Κελεέ! Το ανέχεστε αυτό;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Άντρες Πρυτάνεις! Το στόμα του κλείνετε! Το δήμο ντροπιάζετε! Ειρήνη θέλει ο άνθρωπος!
Λέει «όχι στις ασπίδες»!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Κάτσε κάτω και πάψε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αν δεν πάρετε απόφαση για την ειρήνη θα φωνάζω, μα τον Απόλλωνα!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Να έρθουν οι πρέσβεις από το Βασιλέα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιο Βασιλέα; Μου τη δίνουν πρέσβεις ψηλομύτηδες παγόνια.

ΚΗΡΥΚΑΣ
Πάψε είπα.
(Μπαίνουν πρέσβεις με στολές και λούσα)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μπα. Μπα. Μπα! Μπαξ! Εκβάτανα ολόκληρα!

ΠΡΕΣΒΗΣ
Μας στείλατε στο Μέγα Βασιλιά με δέκα καφετιά αποζημίωση τη μέρα όταν ήταν άρχοντας ο
Ευθυμένης...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ωχ! Κρίμα στα δεκαχίλιαρα!

ΠΡΕΣΒΗΣ
Κακοπάθαμε στους κάμπους του Καϋστρου. Περιπλανιόμασταν μέναμε σε σκηνές. Πάνω σε
αρμάμαξες τη βγάζαμε σκέτο σακάτεμα...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Εγώ πέρναγα πολύ καλά πολεμώντας στο κάστρο και κοιμόμουν σε αχυρόστρωμα!

ΠΡΕΣΒΗΣ
Κι όταν μας τραπέζωναν έπρεπε να πίνουμε μέχρι σκασμού, με το ζόρι, άκρατο γλυκό κρασί
σε χρυσογυάλινα ποτήρια...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αθήνα κοροϊδάρα μου! Ακούς τους πρέσβεις τι ρεζίλεμα έπαθαν;

ΠΡΕΣΒΗΣ
Μόνο όσοι τρώνε και πίνουν πάρα πολύ, αυτοί έχουν πέραση στους βάρβαρους άντρες.

11
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Και σε μας οι τέτοιοι κι οι αποτέτοιοι.

ΠΡΕΣΒΗΣ
Στον τέταρτο χρόνο μόνο φτάσαμε στο βασιλιά, αλλά αυτός με το στρατό του είχε πάει προς
νερού του για οχτώ μήνες πάνω σε χρυσά βουνά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πόσος χρόνος πήρε να ξανασφίξει ο πισινός του;

ΠΡΕΣΒΗΣ
Όσο να γεμίσει το φεγγάρι. Κι έπειτα που γύρισε μας έκανε τραπέζι βόδια στο φούρνο,
ολόκληρα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πω πω τι περηφάνιες! Είδε ποτέ κανένας βόδια φουρνιστά;

ΠΡΕΣΒΗΣ
Ναι. Και μα το Δία, μας πρόσφεραν για γεύμα ένα πουλί τεράστιο, τριπλάσιο από τον
Κλεώνυμο που το έλεγαν Φενάκη. Ξεγελαστή.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γι’ αυτό κι εσύ μας ξεγελούσες παίρνοντας δυο δραχμές τη μέρα.

ΠΡΕΣΒΗΣ
Και τώρα γυρίσαμε φέρνοντας μαζί τον Ψευδαρτάβα, το Μάτι του Βασιλιά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α, που να σου το φάει κόρακας το μάτι. Κι αυτουνού και το δικό σου!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Το Μάτι του Βασιλιά του Μέγα! Ιδού!
(Ντυμένος βαριά και με ένα μεγάλο φτιαχτό μάτι στο μέτωπο έρχεται ο Ψευδαρτάβας. Τον
συνοδεύουν δυο ευνούχοι)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Άρχοντα Ηρακλή μου, αμάν! Για το θεό σου άνθρωπέ μου! Καραβίσιο μάτι έχεις ή στρίβοντας
κάβο ψάχνεις όρμο να αράξεις; Και τα μάτια σου κάτω ξεφούσκωτες φούσκες!

ΨΕΥΔΑΡΤΑΒΑΣ
Ιαρταμάν εξάρξαν απισσόνα σάτρα

ΠΡΕΣΒΗΣ
Καταλάβατε τι λέει;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι, μα τον Απόλλωνα!

ΠΡΕΣΒΗΣ
Λέει θα μας στείλει ο βασιλιάς τους χρυσό!
Πες Ψευδαρτάβα για το χρυσό καθαρά. Τι ακριβώς;

ΨΕΥΔΑΡΤΑΒΑΣ
Ντεν παρει χρυσό χασκοκώλο Ατήνο.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ωι μου ώι μου! Ξεκάθαρα λόγια!

12
HADJIBABA-2006

ΠΡΕΣΒΗΣ
Τι είπε τώρα;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι; Χασκοκώληδες μας λέει τους Αθηναίους αν περιμένουμε χρυσάφι απ’ τους Πέρσες.

ΠΡΕΣΒΗΣ
Δεν λέει έτσι. Λέει για χρυσά σακιά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποια σακιά ρε; Μεγαλόμπουφος είσαι. Άντε στην άκρη να τον ρωτήσω εγώ.
(Ο Δικαιόπολης, που συχνά μονολογούσε ως τώρα, απευθύνεται στους συνοδούς του
Ψευδάρταβα)
Έλα εσύ πες καθαρά, μίλα μπροστά του να μη σε κάνει κόκκινο τούτος ο ράβδος.
Θα μας στείλει ο βασιλιάς χρυσάφι;
(Ο συνοδός κάνει νόημα όχι)
Aρα μας κοροϊδεύουν οι πρέσβεις!
(Ο συνοδός νεύει ναι)
Α! Σαν Έλληνας έκανε νεύμα αυτός! Δεν μπορεί να είναι Πέρσες! Έλληνες Είναι. Είναι από
δω! Από τους δυο αυτούς ευνούχους τον έναν τον ξέρω, είναι ο Κλεισθένης, ο γιος του
Σιβύρτα!
Βρε συ βρε κώλε αναμμένε βρε μαϊμού με γένια, γιατί μας ήρθες παριστάνοντας τον ευνούχο;

ΚΗΡΥΚΑΣ
Κάθισε κάτω. Σώπα. Τον Οφθαλμό του Βασιλιά τον καλεί η Βουλή στο Πρυτανείο.
(Ο Ψευδαρτάβας αποχωρεί τον συνοδεύουν)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Βρε κρέμασμα θέλουν! Εγώ στραγγίζω και γι’ αυτούς η πόρτα πάντα ανοιχτή να μπαίνουν
για τραπέζωμα! Θα τους κάνω εγώ χουνέρι μεγάλο. Θα τρομάξουν. Ο Αμφίθεός μου που
είναι;

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Δίπλα σου είμαι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τσάκω αυτό το δεκαχίλιαρο Αμφίθεε. Και τράβα γραμμή και κάνε ειρήνη με τη Σπάρτη. Μόνο
για μένα και για τα παιδιά μου και για τη φιλενάδα μου. Έλα.
Και στέλνετε εσείς πρεσβείες και να χάσκετε.
(Ο Αμφίθεος ξεγλιστρά και φεύγει... για τη Σπάρτη)

ΚΗΡΥΚΑΣ
Να έρθει ο Θέωρος που πήγε στο Σιτάλκη.

ΘΕΩΡΟΣ
Εδώ είμαι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Aλλον πάλι φαφλατά κάλεσε ο κήρυκας!

ΘΕΩΡΟΣ
Δεν θα έμενα πολύ καιρό στη Θράκη...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αν δεν σε καλοπλήρωναν μα το Δία!

ΘΕΩΡΟΣ
Αν δεν χιόνιζε και σκέπαζε τη Θράκη και πάγωσε το κρύο και τους ποταμούς...

13
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα ’ταν τότε που ο Θέογνης εδώ ανέβασε το έργο του.

ΘΕΩΡΟΣ
Όλο τον καιρό με το Σιτάλκη τα ’πινα! Μα πολύ φιλαθηναίος είναι, καταπληκτικά, και σας
αγαπάει στ’ αλήθεια και το ’γραψε και στα ντουβάρια του «ωραίοι κώλοι οι Αθηναίοι».
Κι ο γιος του, που τον κάναμε επίτιμο δημότη, του σηκώθηκε να φάει σαλάμι απατουρνιώτικο
και κόλλαγε στον πατέρα του να βοηθήσει την καινούργια του πατρίδα...
Κι ορκίστηκε ο πατέρας του να βοηθήσει με τόσο στρατό, που οι Αθηναίοι θα πουν «πω πω
ακρίδες σύννεφο πλάκωσαν»!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να πέθαινα κακήν κακώς και ένα μόνο αν πίστευα. Εκτός απ’ τις ακρίδες.

ΘΕΩΡΟΣ
Και σας έστειλε το πιο πολεμικό δείγμα της Θράκης! Να το!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Φως φανάρι όπως βλέπω!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Να ’ρθουν οι Θράκες που έφερε ο Θέωρος.
(Προχωρούν μεγαλόσωμοι και άγριοι, κακοντυμένοι άντρες)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αμάν! Τι είναι ρε αυτό το κακό!

ΘΕΩΡΟΣ
Στρατός Οδομάντων!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι Οδομάντων ρε! Πες μας τι είναι. Ποιος τους ξετρίχωσε έτσι;

ΘΕΩΡΟΣ
Αυτοί με δυο καφετιά τη μέρα σου την πλιατσικολογούν ολόκληρη τη Βοιωτία!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δυο καφετιά σ’ αυτούς τους αποτριχωμένους; Πως θα το ανέχονταν οι κωπηλάτες το υπό; Οι
σωτήρες της πατρίδας;
(Μερικοί Οδόμαντοι πλησίασαν το Δικαιόπολη και του πήραν απ’ το σακίδιό του σκόρδα)
Αχ ο δύστυχος! Αχ καταστρέφομαι! Μου τα φάγαν τα σκόρδα οι Οδόμαντοι! Τα σκόρδα μου
ρε σεις!

ΘΕΩΡΟΣ
Ε! καβγατζή! Μην τους πας κόντρα... Είναι σκορδωμένοι!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα τ’ ανεχθείτε εσείς, οι πρυτάνεις, να πάσχω εγώ στην πατρίδα μου τέτοια από βαρβάτους
τέτοιους;
Αρνούμαι στη Συνέλευση ν’ αποφασίσει πληρωμή με μαζώματα τέτοια!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Η Συνεδρίαση λύεται. Να φύγουν οι Θράκες να έρθουν μεθαύριο.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ ο καημένος, τη σκορδαλιά μου την ξάφρισαν!
(Ο κόσμος φεύγει, ο Δικαιόπολης βγαίνει. Φτάνει ο Αμφίθεος τρέχοντας, κρατάει τρία δοχεία)
Α! Ο Αμφίθεος όμως! Που πήγε στη Σπάρτη για σπονδές! Και επέστρεψε! Χαίρε Αμφίθεε!

14
HADJIBABA-2006

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Πρώτα να σταματήσω να τρέχω και το χαίρε μετά.
Πρέπει να γλιτώσω απ’ τους Αχαρνιώτες! Με τρέχουν.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι συμβαίνει;

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Έτρεχα εγώ, ερχόμουν, ειρήνη σου έφερνα μα με μυρίστηκαν κάτι γέροι Αχαρνιώτες
κούτσουρα και στριμμένοι, κακόβραστα στειλιάρια, Μαραθωνομάχοι
Και με πήραν ξοπίσω και φώναζαν «βρε κάθαρμα φέρνεις σπονδές ειρήνης Ενώ μας τα
κατάκοψαν τ’ αμπέλια μας αυτοί;
Και μάζευαν πέτρες στις ποδιές τους και έριχναν και έφευγα εγώ και πίσω αυτοί. Με
ξεφώνιζαν όλοι.
ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Άσε τους να ξεφωνίζουν. Τις σπονδές τις έφερες;
ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Και βέβαια τις έφερα. Τριών ειδών γεύμα. Αυτές πενταετείς! Πάρε δοκίμασε.
(Δίνει στη συνέχεια ένα - ένα τα δοχεία στο Δικαιόπολη κι αυτός τα δοκιμάζει)
ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α! πα πα!

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Τι είναι;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν μ’ αρέσουν, μου μυρίζουν.
Καραβίλα βρωμούν και καραβοστοκάρισμα.

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Δοκίμασε τούτες τις δεκαετείς.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κι αυτές συζητήσεις και χασομέρια μυρίζουν. Ξινοπρεσβύλα συμμάχων!

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Είναι κι αυτές οι τριανταχρονίτικες, άντε! Και κατά γην και κατά θάλασσαν.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ω! Γλεντοκόπια αυτές! Αυτές μοσχοβολούν αμβροσία και νέκταρ! Δεν έχουν φροντίδα «τροφή
για τρεις μέρες» αλλά «τράβα όπου θέλεις, έτσι σου λένε. Τις δέχομαι αυτές και τις γιορτάζω
και κρασοκοπανώ και χαιρετάτε μου τον πλάτανο οι Αχαρνιώτες. Από πόλεμο τώρα και
μπερδέματα ξένοιαστος τραβώ να γιορτάσω τα αγροτικά Διονύσια.

ΑΜΦΙΘΕΟΣ
Κι εγώ μη με εύρουν οι Αχαρνιώτες θα φύγω.
(Ο Αμφίθεος φεύγει, ο Δικαιόπολης προχωρεί στην άκρη της σκηνής, μπαίνει σε παρακείμενο
σπίτι – είναι τάχα το σπίτι του στο ύπαιθρο. Από την άλλη μεριά μπαίνει ο Χορός. Γέροντες
Αχαρνιώτες)

ΧΟΡΟΣ
Ξοπίσω. Κυνηγάτε τον – ρωτάτε όποιον βλέπετε. Πρέπει να τον πιάσουμε για το καλό της
πόλης. Όποιος ξέρει να το πει. Που πήγε καταχώθηκε αυτός που ήρθε με σπονδές – χάθηκε
πάει άφαντος, και τα χρονάκια μας το φταιν. Στα νιάτα μου και κάρβουνα φορτωμένος έτρεχα
– πίσω απ’ τον Φαϋλο, δεν θα μου ξέφευγε αν ήμουν νιος το κάθαρμα – που φτιάχνει τις
σπονδές. Θα τον πρόφταινα βαρβάτα.
Τώρα όμως έφυγε – δεν βαστούν τα κότσια μου. Τα πόδια μου βαραίνουν σαν του γέρου
Λαοκρατείδη. Όμως στο ξοπίσω του. Δεν πρέπει να χαρεί που ξέφυγε τους γέρους
Αχαρνιώτες! Αχ θεοί και Δία μας, αχ μεγαλοδύναμε, αυτός με τους εχθρούς μας έκανε ειρήνη

15
HADJIBABA-2006

κι ας τα σπαρτά μας ρήμαξαν! Αμ δεν θα σταματήσω πριν μπω στο κορμί τους αγκάθι
σουβλερό να πονέσουν βαθιά να μην ξανάρθουν να πατήσουν τ’ αμπέλια μας.
Μα πρέπει να ψάχνω να τον τρέχω παντού από τόπο σε τόπο – ως να τον βρω. Δεν θα
χορτάσω να τον χώνω στις πέτρες.
(Ο Δικαιόπολης βγαίνει ιεροτελεστικά απ’ το σπίτι. Τον συνοδεύουν μια δούλα, η κόρη του κι
ένας δούλος. Ο Χορός στην άλλη άκρη)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ιερή Σιγή! Σωπάστε!

ΧΟΡΟΣ
Τ’ ακούσατε; Σιωπή ! Ιερή σιγή κηρύττει. Να τος ο που ζητούμε!
Στην άκρη όμως όλοι μας! Βγαίνει για θυσία.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ιερή Σιγή κρατήστε. Να προχωρήσει πιο μπροστά η κόρη με το κάνιστρο. Ο Ξανθίας το
φαλλό να τον κρατάει ορθό. Απίθωσε κι εσύ κόρη μου το ταψί. Να αρχίσουμε τώρα.

ΚΟΡΗ
Μάνα δώσε μου την κουτάλα ν’ αλείψω το χυλό στη φέτα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Καλά είναι έτσι, άντε. Δέσποτα Διόνυσε σε σένα τη χαρίζω τούτη τη γιορτή εγώ και οι δούλοι
μου, να γιορτάσουμε με τέχνη τα αγροτικά Διονύσια μια που ο πόλεμος νισάφι και την
τριαντάχρονη καλά να τη χουφτώσουμε.
Έλα θυγατέρα μου. Φέρε το πανέρι όμορφα προσεκτικά, με όψη σοβαρή σαν σε πικρόχορτο
στο στόμα. Καλότυχος όποιος σ’ το κάνει και κάνει μαζί σου γατάκια ν’ αμολούν σαν και σένα
πορδές τα χαράματα.
Προχώρα, προχώρα και κοίτα μη βάλουν στα χρυσάφια σου χέρι.
Κι εσύ Ξανθία πρόσεχε, κράτα το φαλλό ορθό, πίσω απ’ την κόρη κράτα τον κι εγώ θ’
ακολουθώ να λέω το τραγούδι. Κι εσύ γυναίκα ανέβα στη στέγη και κοίτα μας. Αρχίζουμε.
Φαλή, του Βάκχου φίλε, συντραγουδιστή,
μοιχέ και νυχτοπερπατιάρη
και αγριοκυνηγιάρη,
έξι χρόνια πρόσμενα
να σε γιορτάσω στο χωριό μου
με σπονδές χαρούμενος!
Τέρμα πια τα δύσκολα
και Λάμαχοι και μάχες!
Αχ Φαλή, θεέ, τη γλύκα θα μου ήταν
να ’βρισκα στο δρόμο μου ξυλοκλέφτρα ροδαλή
τη Θράκα του Στρυμόδωρου, την παχουλή,
να την πιάσω απ’ τη μέση,
να την πάρω να την κάτσω
να την καταξεκουκιάσω
αχ Φαλή Φαλή μου!
Μαζί μου αν έρθεις να συμπιείς ένα κιούπι ειρήνης ως το πρωί θα καταπιείς
και η ασπίδα στο καρφί θα μένει κρεμασμένη...
(Καθώς η πομπή προχωρεί, τη διακόπτει ο Χορός)

ΧΟΡΟΣ
Αυτός είναι! Αυτός ! Αυτός !
Χτύπα Χτύπα Χτύπα Χτύπα. Βάρα τον τον μιαρό. Μην του χαρίζεις. Χτύπα τον.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ηρακλή μου τι είναι αυτό; Τη χύτρα θα μου σπάσετε!

ΧΟΡΟΣ

16
HADJIBABA-2006

Την κεφάλα σου θα σπάσουμε τη μιαρή.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Για ποια αιτία γερονταχαρνιώτες;

ΧΟΡΟΣ
Ρωτάς γιατί ξεδιάντροπε και σκατοβρμωμερέ προδότη της πατρίδας που έκανες με τους
εχθρούς μονάχος σου ειρήνη; Τολμάς να μας κοιτάς;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν ξέρετε όμως το γιατί. Ακούστε να σας πω.

ΧΟΡΟΣ
Εσένα βρε ν’ ακούσουμε; Βρε θα σε σκοτώσουμε. Στις πέτρες θα σε χώσουμε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μη προτού μ’ ακούσετε. Κρατηθείτε λίγο.

ΧΟΡΟΣ
Δεν θα κρατηθώ και μη μου λες κουβέντα. Σε μίσησα πιο κι απ’ τον Κλέωνα ακόμα – που θα
τον κόψω κομμάτια στους Ιππείς να τα δώσω στα παπούτσια τους σόλες.
Δεν θα κάτσω να μου λες πως έκανες σπονδές με τους εχθρούς τους Λάκωνες. Λιώμα θα σε
κάνω.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Βρε άντε με τους Λάκωνες! Για τις σπονδές μου να σας πω, αν τις έκανα καλά.

ΧΟΡΟΣ
Πως καλά, που έκανες ειρήνη με αυτούς που μήδε πίστη και βωμός μήδ’ όρκος τους
απόμεινε;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ξέρω για τους Λάκωνες που είμαστε στα μαχαίρια, πως δεν φταίνε σ’ όλα μόνο αυτοί.

ΧΟΡΟΣ
Όχι σε όλα κάθαρμα; Τολμάς, το λες ξεκάθαρα και θες και υποστήριξη;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι σε όλα. Όχι. Κι αν κάνω και σας πω, θα δείξω πως ακόμα και αδικούνται σε πολλά.

ΧΟΡΟΣ
Μα είναι τρομερό! Μας αναστατώνεις αν τολμήσεις να μας πεις υπέρ των πολέμων!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αν είναι άδικα όσα πω και αντειπεί ο κόσμος εγώ τον βάζω το λαιμό μου σε τάκο πάνω και
μιλώ.

ΧΟΡΟΣ
Τις πετράρες πατριώτες! Τι τις καμαρώνουμε; Δεν του ανοίγουμε πληγές με τούτες
κατακόκκινες;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιο μαύρο βρε δαυλί σας καταμαύρισε; Την αλήθεια Αχαρνιώτες δεν θα την ακούσετε;

ΧΟΡΟΣ
Δεν θα την ακούσουμε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ

17
HADJIBABA-2006

Θα κακοπάθω άρα.

ΧΟΡΟΣ
Να χαθώ αν σ’ ακούσω.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να μη χαθείτε Αχαρνιώτες.

ΧΟΡΟΣ
Τώρα θα πεθάνεις. Ξέρε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κι εγώ γερά θα σας δαγκώσω. Γι’ αντίποινα κι εγώ, των φίλων σας τους φίλτατους θα τους
αντισκοτώσω – όμηρους τους έχω. Μαχαίρι στο λαιμό.
(Ο Δικαιόπολης μπαίνει στο σπίτι γρήγορα και βγαίνει με ένα σκεπασμένο κοφίνι)

ΧΟΡΟΣ
Τι μας απειλεί τους Αχαρνιώτες, πατριώτες; Μήπως κάποιο μας παιδί το έκρυψε στο κοφίνι;
Γι’ αυτό τσαμπουκαλίζεται;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Χτυπάτε με αν θέλετε! Εγώ θα το σκοτώσω! Γρήγορα θα μάθω ποιος νοιάζεται τα κάρβουνα.

ΧΟΡΟΣ
Ωι ! Χαθήκαμε! Πατριώτη μας έχει στο κοφίνι σκεπασμένο! Μην κάνεις ό,τι σκέφτεσαι! Μην
τον πειράξεις ! Μη!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα τον σκοτώσω και φωνάζετε εσείς! Δεν θα σας ακούσω.

ΧΟΡΟΣ
Θα σκοτώσεις άνθρωπο δικό μας καρβουνιάρη;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Το είπα, δεν τ’ ακούσατε.
ΧΟΡΟΣ
Πες μας τώρα ό,τι θέλεις για τους Σπαρτιάτες. Πες πως είναι φίλοι. Το κοφινάκι μας αυτό δεν
θα το προδώσουμε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τις πέτρες κάτω. Πρώτα αυτό.

ΧΟΡΟΣ
Τις αφήνουμε, δες. Κι εσύ το ξίφος πέτα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μήπως κρατάτε κι άλλες στα ρούχα σας κρυμμένες;

ΧΟΡΟΣ
Έπεσαν όλες. Δεν βλέπεις πως κουνιόμαστε; Άσε την πρόφαση, πέτα το ξίφος. Δες εμάς τα
ρούχα μας ανάλαφρα που είναι.
(Ο Χορός κάνει κινήσεις να δείξει τα ρούχα του ανάλαφρα)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα σκούζετε όλοι σας και λίγο ακόμα της Πάρνηθας άνθρακες τέζα θα ήταν. Κι η αμυαλιά σας
θα έφταιγε. Το κοφίνι απ’ το φόβο του τινάχτηκε απόλυσε μαυρόσκονη, σουπιά!
Τρομερό η καρβουνόσκονη να μοιάζει με άνθρωπο που χτυπιέται και φωνάζει και δεν θέλει
λέξη ν’ ακούσει για δίκαιο, ενώ δέχομαι εγώ να μιλήσω για Λάκωνες με το λαιμό για σφαγή
επάνω στον τάκο.

18
HADJIBABA-2006

Κι όμως την αγαπάω τη ζωούλα μου εγώ.

ΧΟΡΟΣ
Βγάλε τον τάκο και πες ό,τι έχεις. Τι το κρατάς τόσο σπουδαίο; Θέλω να μάθω πολύ ό,τι
σκέφτεσαι. Κι αφού τον όρο τον έβαλες μόνος σου φέρε τον τάκο έξω και μίλα.
(Ο Δικαιόπολης μπαίνει και βγάζει έξω τον τάκο)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να κοιτάξτε. Ο τάκος αυτός κι εγώ που θα πω, μικρός τοσοδούλης. Δεν με μέλει, μα το Δία,
δεν θα πάρω προφυλάξεις. Θα τα πω όσα πιστεύω για τους Σπαρτιάτες. Όμως σας
φοβούμαι, γιατί τους ξέρω τους χωριάτες. Ξέρω πόσο χαίρονται όταν τους παινεύει τους
ίδιους και την πόλη τους, δίκαια ή άδικα, ο όποιος φαφλατάς. Τις κοροϊδίες δεν θα τις
πιάνουν. Και ξέρω για τους γέρους πως τίποτα δεν θέλουν παρά μονάχα ψήφο να ρίξουν να
δαγκώσουν και δεν ξεχνώ τι έπαθε ο ίδιος απ’ τον Κλέωνα με τον Χορό μου πέρσι. Με έσυρε
στη Βουλή, με κατηγόρησε. Είπε τα χίλια ψέματα. Με έλουσε στις βρισιές με ξέπλυνε, που
λίγο ακόμα θα την πάθαινα καταβρωμισμένος. Γι’ αυτό, τώρα, πριν σας τα πω αφήστε με να
ντυθώ φτωχός και τρισάθλιος όσο πιο πολύ.

ΧΟΡΟΣ
Τι τα κυκλοφέρνει έτσι και πονηρεύεσαι; Πάρε και φόρα μαλλούρα αν θέλεις, σαν του
Ιερώνυμου σκυλομαυρότριχη σκεπάστρα – κι άρχισε μετά τις πονηριές του Σίσυφου. Η δίκη
αυτή προφάσεις δεν παίρνει.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ώρα είναι άρα γερή καρδιά να κάνω. Πρέπει να πάω να βρω τον Ευριπίδη.
(Ο Δικαιόπολης πηγαίνει στο διπλανό σπίτι, που υποτίθεται είναι του Ευριπίδη)
Παιδί! Ε, παιδί!

ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ
Ποιος είναι;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μέσα είναι ο Ευριπίδης ;

ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ
Και είναι και δεν είναι, αν καταλαβαίνεις.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πως είναι και δεν είναι; Μπορεί;

ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ
Έτσι ακριβώς γέροντα.
Ο νους του έξω τριγυρνά, μαζεύει στιχουργάκια – δεν είναι άρα μέσα, ο ίδιος όμως μέσα και
ξαπλωτός ανάσκελα. Γράφει τραγωδίες.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ Ευριπίδη, τρισμακάριστε άνθρωπε! Τι σοφά ξέρει να απαντάει ο δούλος σου. Φώναξέ τον
να βγει.

ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ
Αδύνατον.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κι εγώ δεν θα φύγω. Θα χτυπήσω την πόρτα. Ευριπίδηηη! Ευριπιδάκιιι! Άνοιξε αν άνοιξες
κάποτε σε κάποιον! Είμαι ο Δικαιόπολης, ο Χαλανδριώτης.
(Ακούγεται η φωνή του Ευριπίδη από μέσα)

19
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δεν ευκαιρώ.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γλίστρα κατά δω με το μηχάνημα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δεν μπορώ.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πρέπει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Καλά. Θα γλιστρήσω. Δεν θα κατέβω όμως, δεν έχω καιρό.
(«Γλιστράει» το μηχάνημα. Πάνω του είναι ο Ευριπίδης)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α! Ευριπίδη! Τι βλέπω ρε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι φωνάζεις;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γράφεις ανάσκελα ενώ μπορείς μπρούμυτα; ΓΙ’ αυτό τους στραβώνεις τους στίχους σου ρε;
Και τι φοράς τέτοια απομεινάρια τραγωδίας κουρέλια επάνω σου; Γι’ αυτό παρασταίνεις όλο
φτωχούς; Σε παρακαλώ Ευριπίδη, σε ικετεύω. Δώσε μου κουρέλι από παλιά τραγωδία σου!
Πρέπει να λογοδοτήσω στο Χορό για καλά και να πω ρητορείες. Αν αποτύχω με περιμένει ο
θάνατος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι κουρέλια λες; Εκείνο που φορούσε ο γεροδύστυχος Οινέας;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι του Οινέα. Άλλου αθλιότερου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Του Φοίνικα του αόμματου;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ούτε. Ούτε του Φοίνικα. Κάποιος άλλος ήταν κι απ’ το Φοίνικα πιο κάτω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ποιανού κουρέλια μου ζητάς τώρα; Μήπως λες του Φιλοκτήτη του ρακένδυτου;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι. Του αλλουνού. Του πολύ πιο ρακένδυτου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θέλεις τα βρωμοκούρελα του κουτσού Βελλερεφόντη;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι. Ένας άλλος. Κουτσός κι εκείνος ήταν και ζητιάνος και φλύαρος ακράτητος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Α ! Ξέρω ποιον λες! Τον Τήλεφο απ’ τη Μυσία!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ

20
HADJIBABA-2006

Ναι! Ναι. Τον Τήλεφο ! Αυτόν! Αυτουνού τα κουρέλια δώσε μου σε


παρακαλώ.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα Κηφισοφώντα. Δως του τα κουρέλια του Τήλεφου. Τα έχω πάνω απ’ τα κουρέλια του
Θυέστη και κάτω απ’ της Ινώς.
(Ο Κηφισοφώντας τα φέρνει, τα δίνει)

ΚΗΦΙΣΟΦΩΝΤΑΣ
Να τα. Αυτά είναι. Πάρτα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δία που βλέπεις από πάνω και μέσα στα πάντα! Κάνε με να μοιάσω με τον πιο τρισάθλιο! Κι
αφού μου δώρισες Ευριπίδη μου αυτά δώσε μου και τα άλλα που ταιριάζουν μ’ αυτά. Δώσε
μου το σκουφάκι που φορούν στη Μυσία. Πρέπει να δείξω πάμφτωχος σήμερα. Να είμαι
αυτός αλλά άλλος να δείχνω. Οι θεατές να με ξέρουν ποιος είμαι αλλά οι άντρες του Χορού να
χάσκουν ολόγυρα. Να τους κουφάνω στα έξυπνα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα σ’ τα δώσω. Μηχανεύεται ο νους σου γερά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να ευτυχίσεις Ευριπίδη! Και στον Τήλεφο να δώσουν οι θεοί όσα σκέφτομαι.
(Ο Δικαιόπολης φόρεσε τα κουρέλια και το σκούφο του Τήλεφου, που του έφερε ο
Κηφισοφώντας)
Εντάξει είμαι, να. Γέμισα κιόλας ατράνταχτα λόγια.
Χρειάζομαι όμως και ραβδάκι ζητιάνου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πάρε και φύγε. Φύγε Φύγε απ’ τις σκάλες.
(Του δίνει ραβδί, αλλά ο Δικαιόπολης δεν φεύγει)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ ψυχή μου, βλέπεις πως διώχνομαι κι ας έχω ανάγκη σύνεργα κι άλλα. Ταπεινώσου ψυχή
μου, σκύψε, ζητιάνεψε. Ευριπιδάκι μου, σε παρακαλώ, δώς μου ένα καταμαυρισμένο πλεκτό
σκέπασμα λύχνου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι ανάγκη το έχεις τέτοιο ψαθί;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι ανάγκη. Όμως το θέλω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κολλιτσίδα μου έγινες. Φύγε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ να ευτυχίσεις, μακάρι, όπως η μάνα σου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Φύγε τώρα. Πήρες.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μια κούπα τουλάχιστο με σπασμένα τα χείλη.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Παρ’ την και χάσου. Δεν αντέχεσαι.

21
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ, μα το Δία ! Ξέρεις πόσο με λυπείς! Ευριπιδάκι μου καλό, τούτο μόνο. Ένα. Δώσε μου μια
χυτρίτσα στουπωμένη με σφουγγάρι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βρε άνθρωπέ μου! Θα μου πάρεις όλες τις τραγωδίες σιγά σιγά. Πάρε τη χυτρίτσα και φύγε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Φεύγω Ευριπιδάκι μου, αχ όμως, πως! Αν δεν έχω ένα ακόμα που χρειάζομαι χάθηκα αχ
Ευριπιδάκι γλυκό μου δώς μου να πάρω ακόμα και τούτο και φεύγω Ευριπίδη μου δεν
ξανάρχομαι άλλο. Βάλε στο ζεμπίλι μου λίγα λαχανόφυλλα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Με κατάστρεψες! Αμάν! Όλες μου τις τραγωδίες τις κατάκλεψες.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όχι ακόμα. Φεύγω όμως, φεύγω, βάρος έγινα. Δεν καταλαβαίνω πως με μισούν οι άρχοντες.
Αχ ο δύστυχος αχ χάθηκα. Το κυριότερο ξέχασα. Ευριπιδάκι μου, γλύκα μου και καμάρι μου
κακήν κακώς να πάθω αν σου ζητήσω και άλλο. Μόνο αυτό. Μόνο το ένα. Αυτό μόνο. Αυτό…
Δώσε λίγες λαχανίδες, κληρονομιά της μάνας σου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Με βρίζει ο ξεδιάντροπος! Κλείσ’ του την πόρτα.
(Του κλείνουν την πόρτα, ο Δικαιόπολης φεύγει αργά, κοντοστέκεται δίβουλος)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ ψυχή μου ! Χωρίς λαχανίδες τώρα θα παζαρέψεις τη ζωή σου. Ξέρεις τι αγώνα έχεις να
κάνεις – αφού για Σπαρτιάτες θα πεις στους εχθρούς τους… Έλα ψυχή μου. Τράβα ντουγρού.
Πάλι διστάζεις. Δεν κατάπιες ψυχή μου Ευριπίδη ολόκληρο; Έτσι μπράβο! Πήγαινε. Πήγαινε
καρδιά μου. Τράβα και βάλε το κεφάλι στον τάκο. Και πες ό,τι έχεις. Τόλμα. Εμπρός,
ατρόμητη. Μπράβο!
(Ο Δικαιόπολης πλησιάζει προς το Χορό)

ΧΟΡΟΣ
Τι θα κάνεις; Τι θα πεις; Σίδερο είσαι, άφοβος, βάζεις το λαιμό σου στο μαχαίρι μονάχος !
Ένας και θα πείς τα ενάντια σε όλους; Άντρας είσαι. Δεν φοβάσαι. Έλα άντε αφού το θέλεις,
μίλησε και πες.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ Αθηναίοι μη με στραβοκοιτάτε που με βλέπετε φτωχό και να θέλω να πω σε
κρασοπαράσταση μπροστά σας για την πόλη. Όμως και η κωμωδία το ξέρει το δίκαιο.
Θαρρετά θα τα πω τα πικρά αλλά δίκαια. Δεν θα με ψέξει τώρα ο Κλέωνας ότι την εκθέτω την
πόλη σε ξένους μπροστά! Εμείς κι εμείς είμαστε – τα Λήναια γιορτάζουμε – δεν υπάρχουν
ξένοι,
ούτε σταλμένοι τους φόρους τους έφεραν ούτε σύμμαχοι είναι.
Εμείς οι ίδιοι είμαστε, σιτάρι καθαρό – κι οι μέτοικοι είναι του σταριού μας τα άγανα. Εγώ τους
Σπαρτιάτες τους μισώ για καλά και μακάρι ο Ποσειδώνας του Ταινάρου να κάνει σεισμό και να
ρίξει τα σπίτια τους. Κι εμένα τα αμπέλια μου αυτοί τα ξερίζωσαν.
Αφού όμως μεταξύ μας λέμε κι ακούμε τι τα φορτώνουμε όλα στους Λάκωνες; Αφού κι από
μας, δεν λέω η πόλη – να το θυμάστε αυτό – δεν λέω η πόλη – αλλά κάποια ανθρωπάκια
μοχθηρά και βλαμμένα, ξενοφερμένα και άτιμα, χλεύαζαν τους Μεγαριώτες «πουκαμίσα
μεγαριώτικη» κι όπου έβλεπαν αγγούρι ή σκόρδο και αλάτι λαγό ή γουρουνόπουλο
«Μεγαρίτικα» τα έλεγαν κι αμέσως τα σούφρωναν!
Κι αυτά, έστω, ήταν τα μεταξύ μας ασήμαντα. Αλλά κάποιοι τσόγλανοι, άλλοι, πιωμένοι,
πηγαίνοντας στα Μέγαρα άρπαξαν τη Σιμαίθα την πρώτη πουτάνα τους και τότε οι
Μεγαριώτες απ’ το κακό τους παπαρούνιασαν και αντίκλεψαν κι αυτοί δυο πορνίδια της

22
HADJIBABA-2006

Ασπασίας για αντίπραξη. Έτσι άρχισε ο πόλεμος ανάμεσα στους Έλληνες. Για τρεις
παλιοεταίρες.
Και τότε ο Περικλής ο μέγας κι ατάραχος άστραψε και βρόντησε κόκκινος οργή και την
Ελλάδα ταρακούναγε κι έβγαζε νόμους ρυθμικούς όπως τα συνθήματα «έξω Μεγαριώτες
απ’ τη γη και τα παζάρια μας» «έξω Μεγαριώτες απ’ τη γη μας και τη θάλασσα». Τότε και οι
Μεγαριώτες απ’ το «έξω» σφιγμένοι ζητούσαν απ’ τους Λάκωνες να αλλάξουν το ψήφισμα
για τις πόρνες που έκαναν και το ζητούσαν συχνά αλλά εμείς πεισματαρνιόμασταν. Και
βρόνταγαν ασπίδες… Κι αν κάποιος πει δεν έπρεπε… όμως να πει τι έπρεπε.
Αν π.χ. ένας Σπαρτιάτης έβγαινε στη θάλασσα στ’ ανοιχτά με καράβι κι έκλεβε απ’ τη Σέριφο
ένα σκυλάκι, ας πούμε, θα καθόσασταν εσείς στα σπίτια σας; Αμ δε! Τριακόσια πλοία θ’
αρματώνατε αμέσως πι και φι θα γέμιζε η πόλη στρατιωτών φωνές και βήματα και θα
φωνάζατε για τριήραρχους και για μισθοδοσίες, να χρυσωθούν της Παλλάδας τα αγάλματα
και θα βογγούσαν στις Στοές τα πηγαδάκια, το στάρι θα ζυγιάζονταν, ασκιά θα αγοράζατε και
στάμνες και σκαρμούς και σκόρδα και ελιές, σαρδέλες και κρεμμύδια και αυλητρίδες θα
μαζεύατε και στέφανα και θα φουσκάλιαζαν τα χέρια σας, στους ταρσανάδες θα πελέκαγαν
κουπιά θα μπήγονταν καβίδες στους σκαρμούς και φλογέρες θ’ αντηχούσαν και νταούλια και
σφυρίγματα.
Έτσι θα κάνατε. Το ξέρω. Ο Τήλεφος αλλιώς να κάνει;
Άρα μυαλό δεν έχουμε.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α΄
Έτσι ρε μούτρο βρωμισμένο; Άνθρωπος αδέκαρος και βγάζεις τέτοια γλώσσα; Και
συκοφάντης να’ταν ένας έπρεπε να τον έβριζες;

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β΄
Μα τον Ποσειδώνα, δίκαια λέει όσα λέει. Ούτε ένα ψέμα.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α΄
Και δίκαια να είναι, έπρεπε να τα έλεγε; Δεν θα προφτάσει να χαρεί αφού τα είπε. Δες...
(Κάνει να χτυπήσει τον Δικαιόπολη)

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β΄
Ε! Συ ! Τι κάνεις; Μην τον χτυπάς, την έβαψες.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α΄
Λάμαχε αστραπομάτη Λάμαχε, βοήθα λοφιοκέφαλε, έλα. Αχ Λάμαχε, φίλε κι ομόφυλε, ή
όποιος στρατηγός, ταξίαρχος ή άλλος ή άντρας τειχομάχος, ας έρθει να βοηθήσει! Εγώ είμαι
πιασμένος για γερά!
(Βγαίνει ο Λάμαχος από «διπλανό» σπίτι)

ΛΑΜΑΧΟΣ
Ποιος φωνάζει πόλεμο; Που να βοηθήσω; Που να ρίξω την αντάρα και την ταραχή; Τη
Γοργόνα στην ασπίδα μου ποιος την κέντρισε;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ Λάμαχε ήρωα λοφίων και λόχων!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α΄
Λάμαχε, αυτός! Αυτός την πόλη όλη από ώρα την κακολογεί.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Τολμάς εσύ ένας κουρελής να λες τέτοιες κακολογίες;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Λάμαχε ήρωα! Συμπάθα με που είμαι φτωχός κι όμως άνοιξα το στόμα μου!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Τι είπες για μας, πες.

23
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν ξέρω ακόμα. Ο φόβος των όπλων με ζάλισε. Σε ικετεύω. Πάρε τη Γοργόνα από μπρος
μου.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Να. Την πήρα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Άσε την κάτω ανάποδα.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Την άφησα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δώσε μου και το φτερό του κράνους.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Να και το φτερό.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κράτα μου τώρα το κεφάλι να ξεράσω. Τα λοφία μου φέρνουν εμετό.
(Ο Δικαιόπολης με το φτερό γαργαλάει το λαιμό του)

ΛΑΜΑΧΟΣ
Ε, τι; Γαργαλάς το λαιμό με το φτερό μου για ξέρασμα; Το φτερό είναι...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιου πουλιού είναι; Φαφλατοφτέρουγο είναι;

ΛΑΜΑΧΟΣ
Α! Θα πεθάνεις!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να μην πεθάνω, Λάμαχε, δεν έχεις τη δύναμη. Αν έχεις και μπορείς γιατί δεν με ξύρισες; Τα
σύνεργα τα έχεις.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Έτσι μιλά στο στρατηγό ένας φτωχός απένταρος;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Εγώ φτωχός κι απένταρος;

ΛΑΜΑΧΟΣ
Τι είσαι δα;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι; Πολίτης σπουδαίος όχι σπουδάχρηστος. Κι απ’ την αρχή του πολέμου έως και τώρα είμαι
οπλοκρατών κι όχι μισθοκρατών.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Εμένα με εξέλεξαν.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τρεις κι ο κούκος σε εξέλεξαν. Κάτι τέτοια με φουρκίζουν κι έκλεισα ειρήνη. Που βλέπω
ασπρομάλληδες στη γραμμή των πρόσω και νέοι σαν κι εσένα σαν χέλια ξεγλιστρούν, άλλοι
στη Θράκη απεσταλμένοι, σπουδαιογελοίοι, με παχυλή αντιμισθία, πανουργοσωματέμποροι,

24
HADJIBABA-2006

άλλοι στο Δοντροχάρητα, άλλοι στους Χάονες, και άλλοι στην Καμαρίλα και στη Γέλα και στην
Καταγέλα.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Διότι τους εξέλεξαν. Γι’ αυτό.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γιατί συνέχεια να πληρώνεστε εσείς κι από τούτους κανένας; Πες την αλήθεια
Καρβουνοσκονάδη μέχρι τώρα π’ άσπρισες πήγες ποτέ επιτροπή; Να τος! Όχι λέει. Κι όμως
είναι εργατικός και είναι μυαλωμένος. Και οι άλλοι; Ο Δράκυλος, ο Ευφορίδης, ο Πρινίδης;
Είδε κανείς σας τα Εκβάτανα ή τους Χάονες; Να! Όχι λένε. Όμως ο Λάμαχος κι ο
Κλεφτοκοίσυρας πηγαίνουν κι ας είναι όλο «τράκα και αγύριστα» και σαν σκατόνερα στο
δρόμο παραμερνούν όσοι τους βλέπουν.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ Δημοκρατία. Αντέχονται τέτοια λόγια;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν θ’ αντέχονταν αν δεν τα τσέπωνε ο Λάμαχος.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Εγώ πάντα θα τα βάζω με τους Πελοποννήσιους και πάντοτε θα τους χτυπώ όσο μπορώ
ενάντια και κατά γη και κατά θάλασσα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κι εγώ διακηρύσσω στους Πελοποννήσιους όλους και στους Μεγαριώτες και στους Βοιωτούς,
να έρχονται σε μένα να πωλούν και ν’ αγοράζουν. Στο Λάμαχο όμως μη.
(Λάμαχος και Δικαιόπολης μπαίνουν στα σπίτια τους)

ΧΟΡΟΣ
Νικά ο Δικαιόπολης στα λόγια – και του κόσμου τη γνώμη για σπονδές την αλλάζει. Ας
αλλάξουμε όμως κι εμείς τρόπο και ας πούμε τον ύμνο.
Από τότε που διδάσκει κωμωδία ο δάσκαλος ποτέ δεν μας έβαλε να βγούμε να πούμε τι
μάστορας άξιος είναι. Αλλά αφού οι εχθροί του σκορπούν κατηγόριες στους πολίτες μπροστά,
που ακούν και πιστεύουν, πρέπει κι αυτός να τα πει τα λογάκια του στους Αθηναίους που,
φαίνεται, αλλάζουνε γνώμη.
Λέει λοιπόν ο ποιητής ότι πολλά σας ωφέλησε. Ότι τα μάτια σας άνοιξε. Να μην τα πιστεύετε
τα λόγια των ξένων. Μήτε τις κολακείες που σας χύνουν να γλείφετε. Μήτε να στέκεστε ν’
ακούτε χαυνόμυαλα.
Πιο πριν οι πρέσβεις που στέλναν οι πόλεις σας λέγαν «ιοστέφανους» και σας τουμπάριζαν
και μόλις ακούγατε στεφάνια και τέτοια τη βρίσκατε κουρνιάζοντας σαν κότες
κι όποιος την έλεγε την Αθήνα «λαμπρόλουστη»
του τα δίνατε όλα
λες και σας έδινε τζάμπα σαρδέλες.
Με τέτοια που έκανε πολύ σας ωφέλησε και έδειξε σ’ όλους της δημοκρατίας τον τρόπο.
Και τώρα αυτοί που σας φέρνουν τους φόρους θα ’ρθουν καψωμένοι να δουν τον ποιητή μας
τον άριστο,
που για να πει τα σωστά το κεφάλι του το ’βαλε επάνω στον τάκο
και τόσο της τόλμης του η δόξα φτερούγισε που κι ο Μέγας Βασιλιάς της Περσίας τους
πρέσβεις της Σπάρτης ανακρίνοντας τους ρώτησε ποιοι είναι στα καράβια γερότεροι και
ποιους κακολογά ο ποιητής μας περισσότερο,
γιατί αυτοί – όπως είπε – με τέτοιο συμβουλάτορα θα γίνουν καλύτεροι και πιο πολλές στον
πόλεμο νίκες θα έχουν.
Γι’ αυτό και οι Σπαρτιάτες ειρήνη ζητούν και να πάρουν την Αίγινα
όχι πως τους κόφτει το νησί, τι το θέλουν, αλλά τον ποιητή μας να πάρουν ζητούν,
όμως μην τους τον δώσετε γιατί αυτός θα χτυπά τα όσα για χτύπημα είναι.
Και λέει θα σας μάθει πολλά και καλά για να είστε ευδαίμονες – αλλά μη καλοπιάνοντας, μη
υποσχόμενος παροχές και μισθούς, μη ξεγελώντας σας με πανουργίες κι απάτες αλλά τα
σωστά δασκαλεύοντας.

25
HADJIBABA-2006

Προς τούτο ο Κλέων και χέρι ας βάλει και τα πάντα ας κάνει


αφού το σωστό και το δίκαιο θα έχω
και ποτέ για την πόλη μην πιαστώ σαν κι αυτόν δειλός και κουμάσι.
Έλα Μούσα, Έλα, λαμπρή και ανάβοντας και γερή Αχαρνιώτικη
όπως πηδούν απ’ τα κάρβουνα σπίθες που αγέρας τις τρέφει
και έτοιμα δίπλα τα ψαράκια για ψήσιμο
και άλλοι θασιώτικη σάλτσα χτυπούν
και ετοιμάζουν φρατζόλες,
έτσι γερή και πηδηχτή και χωριάτα, έλα,
συμπατριώτισσα Μούσα.
Την κακίζουμε την πόλη εμείς οι παλιότεροι
δεν μας φέρνεστε αντάξια των όσων προσφέραμε
που γέροντες είμαστε, αλλά σε δίκες μας σέρνετε
και μας αφήνετε μόνους – παίγνια να ’μαστε σε μαθητευόμενους ρήτορες,
χωρίς να μπορούμε,
και όπως κωφοί και χαλασμένες φλογέρες και μόνο το ραβδί μας θεός μας προστάτης.
Και στο βήμα σερνόμαστε να πάρουμε λόγο μουρμουριστά και ανήμποροι
και μετά μας σηκώνουν και ρωτούν κοροϊδεύοντας
και μας ταράζουν και μας ταρακουνούν και μας κατακόβουν.
Και ο γέροντας κάτω απ’ τα χρόνια του κλαίει και πληρώνει το πρόστιμο και ύστερα φεύγει
και μουρμουρίζει δακρύζοντας
«το κομπόδεμα που είχα να πληρώσω τον τάφο μου, μου το πήραν για πρόστιμο τώρα και
φεύγω».
Πως να ανεχτώ να σακατέψεις σε δίκη άνθρωπο γέροντα
που έπαθε πολλά και ιδρώτα ποτάμι για την πόλη του έχυσε παλεύοντας γερά στο
Μαραθώνα;
Τότε εκεί τους εχθρούς κυνηγούσαμε και τώρα μας κυνηγούν οι κακοί και οι άδικοι και μας
βάζουν στο χέρι.
Ποιος Μαρψίας θ’ αντειπεί σ’ ό,τι λέω;
Δεν είναι δίκαιο άνθρωπο γέρο, σαν τον Θουκυδίδη,
να τον μπλέκει σε δίκες του Κηφισόδημου ο γιος ο φαφλατάς και αδίστακτος και να ρίχνεται
εξόριστος στης Σκυθίας τα άβατα!
Λυπήθηκα, γέμισαν τα μάτια μου δάκρυα, που είδα τοξότη να ταρακουνάει γέροντα, που
ποτέ, μα τη Δήμητρα, καμιά προσβολή δεν θ’ ανεχόταν νέος και μέχρι και δέκα τέτοιους θα
νίκαγε και χιλιάδες τοξότες θα προγκούσε φωνάζοντας και στις σαγίτες του θα έβαζε τη γενιά
τους ολόκληρη.
Αφού όμως τους γέροντες δεν τους αφήνετε ούτε καν για ξαπόσταμα,
πάρτε απόφαση και χωρίστε τις δίκες και να ενάγει το γέροντα γέρος φαφούτης και το νέο .. ο
φαρδόκωλος γιος του Κλεινία.
Και στο εξής πια, στις δίκες, γέρος να σέρνει γέροντα και νέος το νέο και να παθαίνει ο
αρνούμενος.
(Βγαίνει ο Δικαιόπολης με σχοινί και πασσάλους. Βάζει ένα γύρο ορόσημα)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Της αγοράς μου τα σύνορα είναι αυτά. Εδώ Πελοποννήσιοι και Βοιωτοί και Μεγαριώτες
μπορούν να πωλούν και ν’ αγοράζουν μαζί μου. Με το Λάμαχο μη. Και γι’ αγορανόμους βάζω
τούτους τους βούρδουλες τους τρεις που κρατάω. Τα σύνορά μου τούτα συκοφάντης μην
πατήσει μήτε καταδότης άλλος. Τώρα θα πάω να φέρω τη Στήλη που πάνω της έγραψα την
ειρήνη που έκανα, να τη στήσω να φαίνεται.
(Μπαίνει μέσα. Έρχεται ένας Μεγαριώτης φορτωμένος μαζί του δυο μικρά κοριτσάκια)

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Αγουρά τσ’ Αθήνας γειά σου. Σ’ τσ’ Μεγαριώτες είσ’ ουραία. Σαν τη μάνα σι πουθούσα μα του
Δία. Αχ κόρις μου κακόμοιρις δύστυχου πατέρα. Αχ να ’ταν να βρούμι μπουκιά ψουμί. Αχ!
Ακούστι να πω κι να πει η κοιλιά σας. Απ’ την πείνα γουργούρημα ή πούλημα θέλει;

ΚΟΡΕΣ
Πούλημα. Πούλημα!

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ

26
HADJIBABA-2006

Κι εγώ του ίδιου λέου – μα ποιος να τα χαράμιζε τζιάμπα τα λιφτά του;


Α! Σκαρφίστηκα μεγαριώτικη κουμπίνα! Θα σας έχω τάχα γρούνια κι θα σας πουλώ! Βάλτι τα
γρουνόποδα να φαίνιστι απού σόι γιατί αν ξαναγυρίστι απούλητις στο σπίτι άγρια λόρδα θα
σας κόψει. Βάλτι κι αυτές τις γουρνομύτες κι άντι μπάτι στου σακί κι να σκούζιτι κι να γρούζιτι
σαν να κόβουν το λιμό σας στη Μυστήρια γιουρτή. Εγώ θα γκαρίξου να βγει ο Δικαιόπουλης.
Δικαιόπουληηη! Θέλεις ν’ αγουράσεις γρούνιες;
(Βγαίνει ο Δικαιόπολης)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μπα! Μεγαριώτης είναι!

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γι’ αλισβιρίσι ήρθαμαν!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πως τα περνάτε;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γουργουρίζουμι δίπλα στου τζιάκι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ωραίο είναι το τζάκι, μα το Δία, αν έχει δίπλα αυλητρίδα. Τι άλλο κάνετε τώρα οι Μεγαριώτες;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Τέτοια κάνουμι. Όταν ξεκίναγα να’ρθου για εμπόριο οι αρχηγοί μας κάναν λαοσύναξη πώς να
χαθούμι γρήγουρα όλοι μας για πάντα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κι αμέσως να γλιτώσετε όλοι απ’ τους σωτήρες!

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Αμάν;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι άλλο στα Μέγαρα; Πόσο πάει το στάρι;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Στα ύψη πάει. Σαν τους θεούς.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Έφερες αλάτι;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Δεν μας τις κρατάτι σεις τις αλυκές;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ούτε σκόρδα;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Τι σκόρδα λες; Όταν έρχιστι ισείς δεν μας τα ξιριζώνιτι με τα παλούκια σαν πουντίκαροι;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι φέρνεις τότε;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γουρουνίτσις για Μυστήρια.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Καλά είναι. Για να δω.

27
HADJIBABA-2006

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Πρώτου πράμα είνι. Κοίτα τις αν θελς. Παχουλές κι ουραίις ουραίις.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α! Τι πράγμα είναι αυτό;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γουρουνίτσα, μα του Δία!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μπα! Γουρουνίτσα από πού;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Απ’ τα Μέγαρα. Δεν είνι;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν μου φαίνεται.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Για κοίτα, δεν πιστεύει! Μα είνι τρουμερό! Δεν είνι λέει γουρούνις!
Θελς να πάμι στοίχημα ότι αυτό ιδώ του πράμα είνι γουρουνάκι, όπως το λέτι σεις;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ανθρωπίσιο είναι όμως.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Ε, μα του Διοκλή! Δικό μου είνι, πώς να είνι; Θες ν’ ακούσεις τη φωνή τους;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ναι. Να την ακούσω.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Έλα γουρουνίτσα μ’ γρύλισι στα γρήγουρα. Δεν γρυλίζς; Ψόψους θα σ’ εύρει αν σουπαίνς.
Θα σας πάου πάλι πίσου, μα τουν Ερμή!

ΚΟΡΗ
Γκόι Γκόι!

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Δεν είνι γουρουνίτσα;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τώρα έτσι φαίνεται. Αν όμως ταϊστεί να μεγαλώσει θα γίνει κορίτσαρος.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Η μάνα της ουλόιδια. Σι πέντι χρόνια του πουλύ.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν είναι όμως ακόμα για θυσία.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Αμάν; Γιατί δεν είνι;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν έχει ουρά.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Μικρούλα είνι ακόμη. Αν όμως τρανέψ’ θα την έχει κι μεγάλη κι μαύρη κι παχειά. Μα αν τη
θέλεις για θριφτάρι αυτή η γουρουνίτσα, τούτη, είνι η καλή.

28
HADJIBABA-2006

(Του δείχνει την άλλη κόρη του)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α! Ολόιδια είναι με την άλλη!

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Ίδια μάνα είχαν και πατέρα. Κι αν παχύνει ένα κι ένα θα είνι για την Αφρουδίτη.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Στην Αφροδίτη όμως δεν προσφέρουν γουρουνίτσα.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Στην Αφρουδίτη δεν προυσφέρουν; Στη μόνη που προυσφέρουν ίσια ίσια! Κι αυτών των
γουρουνιών του κρέας του καλύτερου άμα περαστεί στη σούβλα.
ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τρων χωρίς τη μάνα τους ;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Κι χουρίς πατέρα τρων, μα τουν Ποσειδώνα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Και τι το τρων καλύτερα;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Ούλα. Κι ό,τι δώεις. Ρώτα τες κι μόνος σου.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γουρουνίτσα. Γουρουνίτσα...

ΚΟΡΗ
Κόι. Κόι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα ’τρωγες αγγουράκια;

ΚΟΡΗ
Κόι, Κόι, Κόι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Συκάκια Φιβαλιώτικα;

ΚΟΡΗ
Κόι Κόι...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Η άλλη θα τα ’τρωγε;

ΚΟΡΗ
Κόι Κόι Κόι...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Α! Πιο λαίμαργα φωνάζουν για τα συκαλάκια. Ας φέρει κάποιος από μέσα, θα τα φαν;
(Ένας δούλος φέρνει, τα δίνει)
Α! πα πα ! Ανοιγόκλειμα μασέλας Ηρακλή μου! Από πού είναι οι γουρουνίτσες; Τραγασαίες
είναι;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Δεν τα έφαγαν ούλα αυτές. Ένα σούφρωσα κι ιγώ.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ

29
HADJIBABA-2006

Καλές οι γουρουνίτσες, μα το Δία, μου αρέσουν. Πόσο τις πουλάς;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Τη μια για πλέτρα σκόρδα θα σ’ την έδινα. Την άλλη για γαβάθ’ αλάτι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Περίμενε. Θα σου τις πάρω.
(Ο Δικαιόπολης μπαίνει μέσα να πάρει σκόρδα και αλάτι)

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Έτσι μπράβου, Ερμή πραγματευτή μου! Έτσι να πουλήσω αχ κι τη γυναίκα μου… Κι τη μάνα
μου την ίδια.
(Έρχεται ένας συκοφάντης)

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ε! Συ! Από πού είσαι;

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γουρουνίτσις πουλώ, απ’ τα Μέγαρα είμι.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και σένα κι αυτές σας καρφώνω! Εχθροί μας!
ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Πάλι στα ίδια φτάσαμε... Στα πρώτα τα τιρτίπια.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Κλαίγοντας θα πας στα Μέγαρα. Άσε το σακί.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Δικαιόπουληηηηη! Ρουφιανεύουμι!
(Βγαίνει ο Δικαιόπολης με σκόρδα και αλάτι)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Από ποιον, ποιος είναι ο ρουφιάνος; Α! Εσείς οι αγορανόμοι μου, δεν τον πετάτε έξω το
ρουφιάνο; Βρε συ, χωρίς φανάρι τι φανερώνεις;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Να μην τους φανερώσω τους εχθρούς;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τρέξε τσακίσου αλλού να φανερώσεις πριν κλάψεις εδώ.
(Ο συκοφάντης φεύγει)

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Βρε τι κακό τούτου στην Αθήνα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Εντάξει Μεγαριώτη. Για τις γουρουνίτσες που μου έδωσες πάρε την πλέχτρα σκόρδα πάρε
και τ’ αλάτι. Και να’σαι καλά.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Το καλά δεν το ’χουμε στα μέρη μας.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Παραπανίσιο το είπα. Στο κεφάλι μου να πέσει.

ΜΕΓΑΡΙΩΤΗΣ
Γουρουνίτσις μου, άντε, χουρίς τουν πατέρα σας! Κι αν κάποιους σας δίνει τώρα αλάτι, να του
βάζτι στου ψουμί σας νούστιμου να γίνιτι..
(Φεύγει ο Μεγαριωτης. Ο Δικαιόπολης μπαίνει μέσα κρατώντας το σακί με τις γουρουνίτσες)

30
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Ευτυχισμένος άνθρωπος! Είδες τι κατάφερε που έκανε ειρήνη; Θα κάθεται χαίροντας στον
πάγκο του τωρα κι αν κάποιος Κτησίας συκοφάντης σιμώσει θα λιώσει στα κλάματα.
Κανένας τρακαδόρος δεν θα σε γελάσει. Ο Πρέπης, τη φαρδοκωλιά του δεν θα σ’ την κουνά
μήδ’ ο
Κλεώνυμος καβγά θα κάνει. Θα περπατάς κομψά και δεν θα σε τραβάει σε δίκες ο
Υπέρβολος.
Ούτε θα σου κολλά στο δρόμο ο Κρατίνος με τα μαλλιά τα λιγδωμένα, ούτε ο Αρτέμωνας που
γράφει στο γόνατο τραγούδια και οι μασχάλες του βρωμούν τραγίλα και απλυσιά.
Κι ούτε θα κοροϊδεύει ο Παύσων ο πεινάλας ούτε και ο Λυσίστρατος ο τριγυρατζής του
Χολαργού το αίσχος, ο βουτηγμένος στη χολή που κρυώνει και πεινά τριάντα μέρες κάθε
μήνα.
(Έρχεται ένας Βοιωτός με το δούλο του. Είναι φορτωμένος. Πίσω τους ακολουθούν άλλοι με
φλογέρες)

ΒΟΙΩΤΟΣ
Αχ Ηρακλή, τα πουδάρα μου κάλιασαν! Άσε τη ρίγανη κάτου Ισμενία. Κι εσείς φλουγιρτζήδις
που ήρθαταν πίσου μου φυσάτι τις φλουγέρις δυο μέτρα παρακεί.
(Βγαίνει ο Δικαιόπολης)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πάψετε βρε πανάθεμα! Πούθε ξεφυτρώσατε και ζουζουνίζετε στην πόρτα μου; Κακήν κακώς
θα πάθετε με τούτες τις μουτσούνες.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Να χαρείς, μα τουν Ιόλαου, φίλε. Μι πήραν το κατόπ’ απ’ τη Θήβα ως ιδώ και μ’ την
ξιλουλούδιασαν τη ρίγανη φυσώντας. Αν θέλεις ν’ αγουράεις απ’ όσα φέρνου, πάρι. Κι
πιτούμενα κι ζα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γεια σου Βοιωτέ μπομποτοφάγε. Τι καλούδια φέρνεις;

ΒΟΙΩΤΟΣ
Όσα έχ’ η Βοιωτία γινικώς. Ρίγανη, ψαθί, φλισκούνι, φιτιλάκι, πάπιες, πιρδικούλις, κίσσες και
τροχίλους...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Σαν πουλιών φουρτούνα όρμησες στην αγορά!

ΒΟΙΩΤΟΣ
Έχου κι αλιπούδις κι χίνις κι λαγούς κι βίδρις κι κουνάβια κι νυφίτσις κι σκαντζουχοιρούλια. Κι
χέλια Κουπαϊδας έχου...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ω! Που φέρνεις την πιο ωραία νοστιμιά! Δώσε μου να την προσφωνήσω τη χελάρα.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Η πιο τρανή απ’ τις πινήντα κόρις τα’ Κουπαϊδας βγες έξου να σι δει ου ξένους να χαρεί.
(Ο Βοιωτός από ένα σκεπασμένο κοφίνι βγάζει ένα χέλι)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ω καλή μου και από πάντα λαχτάρα της κωμωδίας ποθητή, του Μόρυχου χελάρα αγαπημένη!
Βγάλτε τη σχάρα, βγάλτε το φυσητήρι. Κοιτάξετε παιδιά την καλύτερη χελάρα. Έξι χρόνια
καψούρα για να’ρθει. Χαιρετήστε την παιδιά. Και για χάρη της εγώ στα κάρβουνα κουμάντο.
Αχ μήτε και νεκρός να σε στερηθώ χελάρα μου βρασμένη με παντζάρια.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Τι θα μου δώεις να σ’ τη δώσου;

31
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δικαίωμα αγοράς θα μου τη δώσεις. Τι άλλο πουλάς;

ΒΟΙΩΤΟΣ
Ούλα τα πουλώ.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πόσο τα πουλάς; Ή είδος με είδος;

ΒΟΙΩΤΟΣ
Ό,τι έχτι στην Αθήνα κι δεν έχουμι στη Θήβα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θέλεις ν’ ανταλλάξεις με σαρδέλες ή κανάτια;

ΒΟΙΩΤΟΣ
Σαρδέλις κι κανάτια έχουμι κι εμείς. Κάτι να μην το ’χουμι να σας πιρισσεύει.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ξέρω. Ξέρω. Πάρε έναν συκοφάντη. Δέσε τον όπως τα κανάτια.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Ναι, μα του θιό! Κέρδος θα’χα να’πιρνα μαϊμού να στάζ’ φαρμάκι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Να ένας. Έρχεται. Ο Νίκαρχος ο σπιούνος.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Μικρούτσικος στου μπόι...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Σπιουνοβρωμιά μεγάλη όμως.
(Φτάνει ο Νίκαρχος και κοιτάει ερευνητικά)

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Ποιανού είναι αυτά τα πράγματα;

ΒΟΙΩΤΟΣ
Απ’ τη Θήβα, δικάμ’. Κι του ουρκίζουμι.

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Ε, λοιπόν, εγώ τα καταγράφω εχθρικά.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Τι κακό σου ’καναν τα άκακα πιτούμενα κι τα πουλεμάς;

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Σας καταγγέλνω εχθρούς κι εσένα μαζί.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Τι αδικήθηκες;

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Θα το πω να τ’ ακούσουν οι παρόντες. Φέρνεις φιτίλια απ’ τους εχθρούς.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Εχθρός... για τα φιτίλια;

32
HADJIBABA-2006

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Μπορεί και ναύσταθμο να κάψει ένα φιτιλάκι!

ΒΟΙΩΤΟΣ
Του ναύσταθμου; Του φυτιλάκι;

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Ναι.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Πως;

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Μπορεί ένας Βοιωτός να πιάσει μια βρωμούσα και να της δέσει ένα φιτίλι και ύστερα να τ’
ανάψει και όταν θα φυσήξει αέρας δυνατός να το πάρει να το πάει και στο ναύσταθμο να
φτάσει… Κι ένα καράβι αν αρπάξει όλα θ’ ανάψουν σαν λαμπάδες!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Βρε κακόχρονο να ’χεις βρε! Με μια βρωμούσα με φιτίλι, θα λαμπαδιάσει ο ναύσταθμος;
(Ο Δικαιόπολης τον χτυπά, τον σπρώχνει)

ΝΙΚΑΡΧΟΣ
Μάρτυρες σας βάζω, με χτυπάει!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κλείστε του το στόμα, δώστε μου μια ψάθα να τον τυλίξω σαν κανάτι μη μου σπάσει και
ραγίσει στη μεταφορά.
(Φέρνουν ψάθα και σχοινί. Ο Δικαιόπολης τυλίγει στην ψάθα το Νίκαρχο και τον δένει)

ΧΟΡΟΣ
Δέσε τον σφίξε το αγαπητέ μου γύρω γύρω το ψαθί, δέσε το σφίξε το μη ραγίσει στη
μεταφορά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Για τα καλά θα το νοιαστώ γιατί είναι κούφιο και βροντά σαν να ’ναι ραγισμένο και το μισούν
κι οι θεοί.

ΧΟΡΟΣ
Τι θα το κάνει;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θα το έχει για όλα. Δοχείο κακών τρίφτη δικών για ρουφιανιές φανάρι και γουδί γι’ ανακάτεμα
εις πάσαν περίπτωσιν.

ΧΟΡΟΣ
Τι πίστη να έχεις, να έχεις στο σπίτι σου τέτοιο αγγείο που αγγίζοντας τρίζει;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γερό είναι φίλε μου ποτέ δε θα σπάσει αν απ’ τα πόδια κατακέφαλα κρέμεται.

ΧΟΡΟΣ
Άντε τώρα έτοιμο.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Τώρα να το μάσω.

ΧΟΡΟΣ
Μάζεψέ το, φόρτωσέ το όπου θέλεις πήγαινέ το. Δείχνε τον παντού σ’ όλους το σπιούνο.

33
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τον έδεσα γερά τώρα τον κακόχρονο. Άντε τώρα Βοιωτέ, φόρτωσε τον και πάρ’ τον.

ΒΟΙΩΤΟΣ
Σκύψι να στουν βάλου στουν ώμου Ισμενάκου.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Στον ώμο και τα μάτια σου! Σκάρτο το φορτίο, μα αν βγάλεις κέρδος θα ’σαι ο πρώτος που θα
’χεις καλό από τέτοιο σπιούνο.
(Φεύγει ο Βοιωτός με τον υπηρέτη του φορτωμένο. Έρχεται υπηρέτης του Λάμαχου)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Δικαιόποληηη!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι είναι και με φωνάζεις;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι; Ζητάει ο Λάμαχος μ’ αυτό το καφετί να του δώσεις κίχλες για τη γιορτή το κρασιού και χέλι
Κωπαϊδας.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιος Λάμαχος ζητάει χέλι;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ο τρομερός ο ανίκητος. Που κραδαίνει Γοργόνα. Και ανεμίζουν στο κράνος του τρία λοφία!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Και τη ασπίδα να δώσει δεν έχει κίχλες και χέλι να πεις. Ας πάει κουνώντας τα λοφία του, να
βολευτεί με παστόψαρα. Κι αν βάλει τσιριξιές καλώ τους αγορανόμους. Τσίχλες και κοτσύφια
και τα πάντα τα παίρνω ο ίδιος να τα φάω στο σπίτι μου.
(Ο Δικαιόπολης μπαίνει μέσα φορτωμένος. Ο υπηρέτης του Λάμαχου φεύγει)

ΧΟΡΟΣ
Είδατε, είδατε εσείς οι πολίτες, ο φρόνιμος άντρας ο έξυπνος πως κάνει σπονδές κι αγορές
και παζάρια να γεμίσει το σπίτι του και να ’χει να τρώει;
Τα αγαθά από μόνα τους γι’ αυτόν συμμαζεύονται. Ποτέ τον πόλεμο δεν θα βάλω στο σπίτι
μου ούτε το τραγούδι του Αρμόδιου θα πει δίπλα στο τραπέζι μου φίλος μεθυσμένος που
έρχεται όλο και τα κάνει ανάστα και τα σπρώχνει και τα σπάζει και όλο τσακώνεται κι ας οι
άλλοι του λεν «πιες το και φρόνιμα. Πιες το σαν φίλος». Αυτός πιο πολύ μας τα καίει τ’
αμπέλια μας και το κρασί μας το χύνει.
Έφυγε τρέχοντας, πέταξε – πήγε για δείπνο και όλος καμάρι και στην πόρτα του σκόρπισε
φτερά για σημάδι. Της γλυκιάς Αφροδίτης και των φίλων της Χάρης Ειρήνη συντρόφισσα, τι
όμορφη είσαι και όμως το ξέχναγα!
Πώς να μας έπαιρνε να μας έσμιγε ο έρωτας όπως αυτός ο ζωγραφιστός με το στεφάνι.
Ή με νομίζεις γέρο κι ανίκανο; Αν όμως σε πάρω, τρία μπορώ ακόμα νομίζω, αυλάκι αμπέλι
μεγάλο να σύρω και δίπλα να βάλω νέες συκούλες και μια κληματαριά και λιόδεντρα γύρω
να’χουμε λάδι να αλειβόμαστε κάθε πρωτομηνιά.
(Βγαίνει ο κήρυκας του Δικαιόπολη)

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ακούστε ο λαός! Στο πανηγύρι του κρασιού με το βάρεμα της σάλπιγγας – όπως τα πάτρια –
θ’ αρχίσει να πίνει ο καθένας τον καύκο του και όποιος τον πιεί πρώτος θα πάρει το ασκί του
Κτησιφώντα βραβείο του.
(Βγαίνει ο Δικαιόπολης)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ε! Παιδιά και γυναίκες, δεν ακούσατε; Τι κάνετε, εμπρός, δεν ακούτε τον κήρυκα; Βράζετε.
Ψήνετε. Στρίβετε τις σούβλες. Βγάλτε τους ψημένους λαγούς. Φέρτε μου σούβλες να περάσω
τις τσίχλες. Πλέξτε στεφάνια.

34
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Ζήτω σου για το μυαλό σου, ζήτω για το φαγητό σου άνθρωπε δαιμόνιε!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι θα πεις όταν δεις και τις τσίχλες ψημένες;

ΧΟΡΟΣ
Εύγε σου! Καλά το λες – αυτό είναι που να ’ναι!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Φρόντιζε, φύσα τη φωτιά...

ΧΟΡΟΣ
Άκουσες πως έμπειρα όμορφα και νόστιμα δείπνο ετοιμάζει;
(Έρχεται ένας γεωργός ανήσυχος)

ΓΕΩΡΓΟΣ
Αχ ο δύστυχος, αχ!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ηρακλή μου, ποιος είναι τούτος !

ΓΕΩΡΓΟΣ
Άνθρωπος δυστυχισμένος...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κρατήσου όπως είσαι.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Αχ αγαπητέ μου, μόνο εσύ έχεις ειρήνη... Αχ δώσ’ μου κι εμένα, πεντάχρονη έστω.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι έπαθες;

ΓΕΩΡΓΟΣ
Κομμάτια και σκόρπισα. Μου πήραν τα βόδια.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιοι; Από πού;

ΓΕΩΡΓΟΣ
Απ’ τη Φυλή. Βοιωτοί!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ βρε τρισδύστυχε, και δεν φορείς μαύρα;

ΓΕΩΡΓΟΣ
Μου τα πήραν, μα το Δία, αυτά που με έτρεψαν, που μου έδιναν τα πάντα, με τις σβουνιές
τους μαζί.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Και τι θέλεις τώρα;

ΓΕΩΡΓΟΣ
Έπαθαν τα μάτια μου να κλαίω, δεν βλέπω... Άλειψε λιγουλάκι ειρήνη στα μάτια μου.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ε, πονηρέ! Δεν είμαι γιατρός του Δημοσίου!

ΓΕΩΡΓΟΣ

35
HADJIBABA-2006

Μια στάλα μονάχα, στάξε μια στάλα σ’ αυτό το κουτάκι.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μήτε σταλιά μηδέ μυρουδιά. Το κλάμα αλλού.

ΓΕΩΡΓΟΣ
Αχ βόδια μου και χωραφάκια μου...
(Φεύγει ο γεωργός)
ΧΟΡΟΣ
Βρήκε γλύκα στις σπονδές του. Δεν θα δώσει φαίνεται, μηδέ σταλιά σε άλλον.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ρίχνε μέλι στα λουκάνικα, ψήνε τις σουπιές...

ΧΟΡΟΣ
Ακούς γλυκοπροστάγματα, ακούς;

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ξηροψήστε μου τα χέλια...

ΧΟΡΟΣ
Θα μας πεθάνεις από την πείνα εμένα και τους γειτόνους με αυτήν την κνίσα και τα λόγια
που μας λες.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ψήστε τα κι αλείψτε το μέλι να ξανθήνουν.
(Καθώς ο Δικαιόπολης μπαίνει μέσα, φτάνει ένας παράνυμφος και πίσω του μια γυναίκα)

ΠΑΡΑΝΥΜΦΟΣ
Δικαιόποληηη! Δικαιόποληηη! Στάσου!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιος είναι αυτός; Ποιος;

ΠΑΡΑΝΥΜΦΟΣ
Νιόγαμπρος κάποιος σου στέλνει για κέρασμα τούτο το κρέας!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Όποιος και να ’ναι, πολύ καλά έκανε.

ΠΑΡΑΝΥΜΦΟΣ
Για το κρέας που σου στέλνει ζητά να του χύσεις σ’ αυτό το ποτήρι μια στάλα ειρήνη… να μη
στρατευθεί και πάει στον πόλεμο.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πάρ’ το. Πάρ’ το το κρέας του. Μη. Δεν έχει ειρήνη. Και για δέκα χιλιάδες, δράμι δεν δίνω.
Πάρτε τώρα τις σπονδές, φέρτε τις κανάτες, θέλω κρασί για τη γιορτή.

ΧΟΡΟΣ
Τι είναι όμως! Α! Φτάνει ένας αγριομάτης, αυτός, σαν να ’ρχεται να πει κακό!
(Έρχεται ένας αγγελιαφόρος, χτυπά την πόρτα του Λάμαχου. Αυτός απαντά από μέσα, μετά
βγαίνει)

ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Α΄
Αχ αχ βάσανα και μάχη και Λαμάχοι!

ΛΑΜΑΧΟΣ
«Ποιος χτυπά στα χαλκοστόλιστα δώματα;»

36
HADJIBABA-2006

ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Α΄
Διαταγή των εννιά στρατηγών να πάρεις τα λοφία και τους λόχους και γρήγορα να πας και να
κάτσεις στο χιόνι, να φυλάς τα περάσματα. Στη γιορτή του κρασιού ρίχτηκαν πάνω Βοιωτοί
κλεφταράδες! Έτσι μας είπαν.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ στρατηγοί! Κεφάλια πολλά, γεμάτο κανένα. Ούτε γιορτή σ’ αφήνουν να κάνεις.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ω στρατέ, Λαμαχοπολεμικέ!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ ο κακότυχος! Με περιπαίζεις κι εσύ!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Θέλεις να πολεμήσεις με τετράφτερο Γηριόνη;

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ τι αγγελία μου ανάγγειλε ο κήρυκας!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ και μένα, τι τρέχει κάποιος να μου πει.
(Φτάνει και δεύτερος αγγελιοφόρος)

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ Β΄
Δικαιόπολη...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι είναι;

ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ Β΄
Γρήγορα για το δείπνο… Πάρε το καλάθι σου γεμάτο και τον καύκο, ο ιερέας του Διόνυσου σε
προσκαλεί… Γρήγορα όμως γρήγορα, καθυστερεί το δείπνο εξαιτίας σου, τα άλλα όλα είναι
έτοιμα. Τραπέζια κι ανάκλιντρα, στεφάνια, μαξιλάρια και στρώματα κι αρώματα και μεζελίκια
και αυλητρίδες, και ψωμιά και πίτες και σουσαμοκούλουρα και γλυκά και το «λεβέντη μου
Αρμόδιε» απ’ τα παλιά τραγούδια!
Γρήγορα, όμως, γρήγορα!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ ο κακοδύστυχος εγώ!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ που σε δυστύχεψε η τεράστια Γοργόνα! Τώρα εντολές. Ετοιμάστε το δείπνο.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Παιδί μου φέρε μου έξω το γυλιό.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Φέρε μου παιδί το καλάθι τα καλούδια.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Φέρε μου να’χω αλάτι και ρίγανη, φέρε κρεμμύδια.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Μου βρωμούν τα κρεμμύδια, σαρδέλες, εμένα.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Παστόψαρα λίγα, τυλιγμένα σε φύλλα.

37
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Εμένα φρεσκόψαρα, θα τα ψήσω εκεί.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Φέρε τα φτερά του κράνους.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τα πιτσούνια και τις κίχλες φέρε μου.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Τι ωραία κάτασπρα στρουθοκαμηλοφτέρουγα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τι καλά ξανθοψημένο αυτό το πιτσουνάκι!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Πάψε να περιπαίζεις τα όπλα μου.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πάψε να στραβοκοιτάς τις κίχλες μου.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Φέρε το κουτί με τα τρία μου λοφία.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δώσε μου την πιατέλα με τον ψητό λαγό.
ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ τριχοφάγος μου το ’φαγε το λοφίο.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Το στιφάδο θα το φάω πριν απ’ το δείπνο.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Βρε άνθρωπέ μου μη μου μιλάς.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν μιλώ μαζί σου, μιλώ με το παιδί. Θέλεις να πάμε στοίχημα, παιδί, κι ο Λάμαχος να κρίνει
τι είναι νοστιμότερο οι ακρίδες ή οι τσίχλες;

ΛΑΜΑΧΟΣ
Πω πω ξεδιαντροπιά!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ασύγκριτες οι ακρίδες, λέει.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Ξεκρέμασε το δόρυ μου και φέρ’ το.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Βγάλε και φέρε το κοκορέτσι παιδί μου.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Πιάσε να το σύρω απ’ τη θέση του.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πιάσε τη σούβλα να το βγάλω.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Φέρε της ασπίδας μου το τρίποδο.

38
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Φέρε της γυναίκας μου τα ξεροτήγανα.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Μα αυτό είναι κοροϊδία.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ γλυκά που είναι.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Στάξε μου λάδι στης ασπίδας το χάλκωμα. Βλέπω ένα γέροντα να τον δικάζουν για δειλό.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Στάξε μου εδώ το μέλι. Κάποιος γέρος ολοφάνερα λέει στο Λάμαχο το Γοργάσου «άντε»

ΛΑΜΑΧΟΣ
Φέρε παιδί μου το θώρακα τον πολεμικό.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Τον πότηρα τον καλό να μου φέρει ένας.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Α! Μ’ αυτόν θα ’μαι αχτύπητος στη μάχη.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Πρώτος θα βγω στο γλέντι μ’ αυτόν.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Βάλε στην ασπίδα τα λουριά.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Γέμα το καλάθι μου μεζέδες.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Παίρνω το γυλιό και φεύγω.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Το ρούχο μου φορώ και πάω.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Σήκωσε την ασπίδα παιδί μου προχώρα. Α! πα πα! Χειμέρια τα πράγματα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Κράτα μου το καλάθι, παιδί μου, πα πα! Γλεντζέδικα τα πράγματα!
(Φεύγουν και οι δυο προς αντίθετες κατευθύνσεις)

ΧΟΡΟΣ
Στο καλό και με τύχη στον ανόμοιό σας δρόμο. Εσύ μες στο κρύο σκοπός θα φυλάς κι αυτός
θα πίνει φορώντας στεφάνι και θα κοιμάται αγκαλιά με παιδούλα γλυκιά παιχνιδιάρα.
Τον Αντίμαχο, της Πιτσιλούς, τον τέτοιο, που φτιάχνει τραγούδια, με δυο λόγια να πω, να τον
κάψει ο Δίας γιατί μ’ έδιωξε το δύστυχο στα Λήναια άδειπνο.
Αχ να τον δω να ζητά καλαμάρι κι αυτό στο τραπέζι ψημένο να κείται λαχτάρα,
προσμένοντας, έτοιμο, κι όπως αυτός χέρι θ’ απλώνει σκύλος να μπει να τ’ αρπάξει να φύγει.
Κι εκτός απ’ αυτό να πάθει και άλλο και να ’ναι και νύχτα. Να γυρίζει από ιππασία στο σπίτι
με σύγκρυο και κάποιος πιωμένος τρελός να του σπάσει γερά την κεφάλα – και ψάχνοντας
πέτρα μες στο σκοτάδι να χουφτιάσει φρέσκια σκατούλα κι αντί για το σκνίπα – καθώς θα τη
ρίχνει – να του φύγει αυτή στου Κρατίνου τη μούρη.
(Φτάνει αναστατωμένος ο υπηρέτης του Λάμαχου)

39
HADJIBABA-2006

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ε! Δούλοι! Στου Λάμαχου το σπίτι όσοι! Νερό! Βάλτε νερό να ζεσταθεί στο τσουκάλι.
Κηρόπανα ετοιμάστε και φασκιές. Λιγδόμαλλα να βάλετε στο κότσι του αφέντη. Πληγώθηκε ο
άνθρωπος, πηδώντας χαντάκι! Σε πάσσαλο έτυχε, το πόδι στραμπούληξε και πέφτοντας
ύστερα ήταν οι πέτρες και το κεφάλι του το’σπασε και πέφτοντας του ’φυγε η Γοργώ της
ασπίδας και το λοφίο του κράνους και μέσα στις πέτρες κατρακυλώντας τσακίστηκε και το
είδε και έκλαιγε «ω ένδοξο λοφίο για τελευταία φορά σε βλέπω τώρα! Χάνω το φως μου! Δεν
είμαι άλλο».
Τόσα είπε κι έπεσε μετά στο χαντάκι. Και σηκώθηκε πάλι να κυνηγήσει ληστές, και
κυνηγώντας πληγώθηκε. Να όμως! Έφτασε. Ανοίξτε την πόρτα!
(Μπαίνει ο Λάμαχος)

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ Αχ! Τρομερά και σουγλερά έπαθα ο άμοιρος! Δόρυ εχθρού με χτύπησε. Χάνομαι! Και πιο
πολύ με σουγλίζει αν με δει ο Δικαιόπολης τώρα χτυπημένο και βάλει τα γέλια και γελάει την
τύχη μου.
(Μπαίνει ο Δικαιόπολης απ’ την άλλη πλευρά, αγκαλιά με δυο μικρούλες «μεθυσμένος»)

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ Αχαχ! Φιλήστε με γλύκες μου. Σκαστά, ρουφηχτά. Ξεσηκώστε με. Πρώτος τον καύκο τον
άδειασα!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ συμφορά μαύρη και πάθημα. Ωι Ωι τραύματα σφάζοντα!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Χε Χε! Χαίρε Λαμαχολογούλι!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Ο δύστυχος αχ...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ αχ με ρουφάς...

ΛΑΜΑΧΟΣ
Ο φριχτόμοιρος αχ...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Αχ δαγκωνίτσες...

ΛΑΜΑΧΟΣ
Αχ ο δύστυχος, βαριά την πλήρωσα την μάχη!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ποιος μου πλήρωσε το κρασί στη γιορτή;

ΛΑΜΑΧΟΣ
Απόλλωνα Παιάνα. Αχ...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Δεν είναι σήμερα Παιώνια!

ΛΑΜΑΧΟΣ
Το πόδι μου αχ το πόδι μου πιάστε το. Κρατάτε με φίλοι μου.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Σφίχτε με κι οι δυο σας !

ΛΑΜΑΧΟΣ

40
HADJIBABA-2006

Ζαλίζομαι απ’ την πέτρα που με χτύπησε. Σβήνω και χάνομαι...

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ξάπλωμα θέλω ! Χάνομαι.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Στο ιατρείο να με πάτε. Στα χέρια των γιατρών!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Στους κριτές να με πάτε στον αρχηγό. Το βραβείο μου θέλω.

ΛΑΜΑΧΟΣ
Λόγχη μου έμπηξε κάποιος. Το κόκκαλο πέρασε.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ο καύκος μου άδειος! Τήνελλα καλλίνικος...

ΧΟΡΟΣ
Τήνελλα γέρο! Πρώτος! Καλλίνοκος!

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Ανέρωτο γεμάτος καύκος. Μονορούφι άσπρος πάτος!

ΧΟΡΟΣ
Τήνελλα τώρα γέρο κοτσονάτε. Πάρε το δώρο σου τώρα, προχώρα.

ΔΙΚΑΙΟΠΟΛΗΣ
Από πίσω μου όλοι μαζί τραγουδώντας. Τήνελλα καλλίνικος.
(Παίρνει το δώρο του ένα ασκί κρασί)

ΧΟΡΟΣ
Όλοι ξοπίσω σου υμνώντας. Τήνελλα Καλλίνικος. Το γεμάτο εσύ και τη χάρη σου.

ΤΕΛΟΣ

41
HADJIBABA-2006

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
(ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ 405 π.Χ. α΄ βραβείο)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΞΑΝΘΙΑΣ
ΔΙΟΝΥΣΟΣ
ΗΡΑΚΛΗΣ
ΝΕΚΡΟΣ
ΧΑΡΩΝ
ΒΑΤΡΑΧΟΙ
ΧΟΡΟΣ
ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ
ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΣΣΑ
ΠΛΑΘΑΝΗ
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΑΙΣΧΥΛΟΣ
ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
( Σελ.51 : ο Αισχύλος και ο Ευριπιδης στους «Βατράχους»)

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ

Στην Αθήνα του 405 π.Χ. δεν υπάρχει άξιος τραγικός ποιητής - οι γνωστοί Αισχύλος,
Σοφοκλής και Ευριπίδης έχουν πεθάνει - έτσι ο Διόνυσος μαζί με τον δούλο του Ξανθία
αποφασίζουν να πάνε στον Άδη για να φέρουν πίσω, μετά από διαγωνισμό, τον καλύτερο
τραγικό.
(Στη σκηνή μπαίνει ο Διόνυσος ντυμένος με λεοντή παριστάνοντας τον Ηρακλή και ο Ξανθίας
ο δούλος του)

ΞΑΝΘΙΑΣ
Να πω κανένα γνωστό αστείο, κύριε,απ' αυτά που κάνουν τους θεατές να γελάσουν όταν τα
ακούνε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες ό,τι θέλεις εκτός από το "πιέζομαι", αχ! Πρόσεξε. Γιατί αυτό θα σου βγει ξινό.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ούτε κάποιο άλλο;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες. Εκτός απ' το "στενοχωριέμαι".

ΞΑΝΘΙΑΣ
Γιατί; Ποιο άλλο να βρω πιο αστείο;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες, μη φοβάσαι. Μόνο αυτά τα δυο μην πεις.

ΞΑΝΘΙΑΣ

42
HADJIBABA-2006

Ποια;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ότι σου 'ρχεται να τα κάνεις καθώς αλλάζεις ώμο.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ούτε το "με τόση πίεση από πάνω θα μου φύγουν από κάτω. αν κάποιος δεν με
ξαλαφρώσει";

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όχι σε παρακαλώ πολύ. Μόνο αν θές να με ανακατέψεις.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τότε γιατί κουβαλάω αυτά τα βάρη, αν δεν μπορώ να κάνω τίποτα από αυτά που κάνουν και
ο Φρύνιχος κι ο Λύκης κι ο Αμειψίας;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μην το κάνεις αυτή τη στιγμή. Γιατί εγώ αν δω κάποια από αυτές τις κουταμάρες τώρα νιώθω
ότι γέρασα περισσότερο κι από ένα χρόνο.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αχ ο κακομοίρης ο σβέρκος μου.Πόσο κουρασμένος είμαι, κι ούτε ένα καλαμπούρι δεν
μπορώ να κάνω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έπειτα, δεν είναι ασέβεια εγώ ο Διόνυσος, ο γιος του Δία να περπατάω και να κουράζομαι και
τούτον να τον έχω πάνω στο γάιδαρο για να μην ταλαιπωρείτε ούτε να παιδεύεται;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα εγώ δεν κουβαλάω;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πως κουβαλάς αφού σε κουβαλάει ο γάιδαρος;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα αφού σηκώνω αυτό;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πως το σηκώνεις;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Με πολύ κόπο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν το σηκώνει ο γάιδαρος αυτό που κρατάς;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Όχι, μα το Δία, εγώ το κρατάω και το κουβαλάω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πως κουβαλάς αφού σε κουβαλάνε;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν ξέρω. Ο ώμος μου όμως αυτός έχει πιαστεί.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αφού λες πως ο γάιδαρος δεν κάνει τίποτα άσε τον και κουβάλησέ το μόνος σου τότε.

ΞΑΝΘΙΑΣ

43
HADJIBABA-2006

Αχ, ο δύστυχος! Γιατί να μην είχα πάει στις Αργινούσες; Θα σε έκανα να ουρλιάξεις.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κατέβα αχαΐρευτε. Φτάσαμε κιόλας μπροστά στην πόρτα που ψάχναμε. Ε, μικρέ! Μικρέ!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ποιος μου χτύπησε τόσο δυνατά την πόρτα; Κένταυρος λες κι έπεσε πάνω της! Α! Τι ήταν
αυτό; Για πες!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ο μικρός ήταν.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν το κατάλαβες ε;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Το ποιο;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Το πόσο με φοβήθηκε.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία, θα σε πήρε για τρελό.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Μα τη Δήμητρα! Δεν μπορώ να μη γελάσω! Δαγκώνομαι αλλά πάλι γελάω!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα ευλογημένε σοβαρέψου. Κάτι σε θέλω.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Δεν μπορώ να σταματήσω το γέλιο! Βλέπω τη λεοντή που φοράς πάνω από τα μεταξωτά.Τι
ιδέα! Τσόκαρο και ρόπαλο πώς ταιριάζουν;Από που έρχεσαι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κωπηλατούσα με τον Κλεισθένη.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Και ναυμάχησες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και βουλιάξαμε μάλιστα, δώδεκα ή δεκατρία εχθρικά καράβια!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εσείς οι δύο;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα τον Απόλλωνα!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι εκεί απάνω… ξύπνησα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και πάνω στο καράβι, όπως διάβαζα την Ανδρομέδα,ξαφνικά μια λαχτάρα τάραξε την καρδιά
μου!

44
HADJIBABA-2006

ΗΡΑΚΛΗΣ
Λαχτάρα; Πόσο μεγάλη;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μικρή σαν τον Μόλωνα, το λωποδύτη.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Λαχτάρα για γυναίκα;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όχι βέβαια.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Για παιδί τότε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ούτε καν!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Για άντρα;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α, πα πα!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Πήγαινες με τον Κλεισθένη;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άσε την πλάκα αδελφέ μου. Δεν είμαι καλά. Αυτός ο πόθος με κατατρώει!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Τι πόθος αδελφούλη μου;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πώς να το πω, δεν ξέρω. Θα στο πω με ένα αίνιγμα.Φάβα λαχτάρησες, ποτέ;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Φάβα; Χίλιες φορές τη λιγουρεύτηκα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κατάλαβες λοιπόν ή να πω κι άλλα;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Όχι για φάβα. Αρκετά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τέτοια μεγάλη λαχτάρα μ' έπιασε για τον Ευριπίδη.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Λιγούρα για νεκρό;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κανείς δεν μπορεί να με σταματήσει να μην τον βρω. Όχι.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Που; Στον Άδη κάτω;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και πιο κάτω, μα το Δία, αν χρειαστεί.

45
HADJIBABA-2006

ΗΡΑΚΛΗΣ
Τι τον θέλεις;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Χρειάζομαι έναν άξιο ποιητή.Όσοι ήταν πέθαναν και αυτοί που ζουν δεν είναι καλοί.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Δεν ζει ο Ιοφώντας;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αυτός απόμεινε καλός, αν είναι κι αυτός.Δεν ξέρω αν θα παραμείνει έτσι όμως.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κι αντί τον Ευριπίδη, γιατί δεν θες το Σοφοκλή; Αυτόν να βγάλεις απ' τον Άδη.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όχι. Πρώτα να δω τον Ιοφώντα,πως θα τα καταφέρει μόνος του, χωρίς τον Σοφοκλή.Κι
εξάλλου ο Ευριπίδης, σαν πανούργος που είναι,θα βρει έναν τρόπο να το σκάσει.Ο Σοφοκλής
είναι πιο εύκολος, κι εδώ κι εκεί βολεύεται.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ο Αγάθωνας που είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Καλός σαν ποιητής κι αγαπητός φίλος,αλλά μας παράτησε κι έφυγε.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Που πήγε ο δύστυχος;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Στο συμπόσιο των μακάρων...

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κι ο Ξενοκλής;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α να χαθεί, μα το Δία!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Και ο Πυθάγγελος;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Για μένα τίποτα δε λέτε που με πέθανε ο ώμος μου!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Μα καλά, παιδαρέλια άλλα δεν υπάρχουν να φτιάχνουν τραγωδίες πιο πολλές απ' τον
Ευριπίδη και πιο φλύαρες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Απομεινάρια και στριγγλίσματα υπάρχουν,ωδεία χελιδονιών, συμφορές της τέχνης,που με την
πρώτη ευκαιρία την τραγωδία την καταστρέφουν.Όσο κι αν ψάξεις δεν θα βρεις ποιητή
δημιουργό με λόγο αξιόπιστο και δυνατό.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Πως δυνατό;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

46
HADJIBABA-2006

Κοτσονάτο, γερό. Τόλμες και μεγάλα λόγια να έχει."Αιθέρα, του Δία καμαρούλα", "Πόδι του
χρόνου" "Η καρδιά μου δεν αντέχει να ορκιστεί στα ιερά ξέχωρα όμως από την καρδιά η
γλώσσα ορκίζεται στο ψέμα".

ΗΡΑΚΛΗΣ
Σου αρέσουν τέτοια λόγια;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Με ξετρελαίνουν!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Όμως είναι μεγαλοστομίες και αρλούμπες, όπως λες κι εσύ.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μην μπαίνεις στο σπίτι μου, έχεις δικό σου.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Άτεχνα και πονηρά λόγια φαίνονται.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Για φαγιά να δίνεις συμβουλές, όχι για στίχους.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Για μένα όμως καθόλου δε γίνεται λόγος.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γι' αυτό έβαλα τη λεοντή και πήρα το ρόπαλο όπως κάνεις εσύ και ήρθα να σε παρακαλέσω
να μου πεις για τους φίλους που γνώρισες τότε που πήγες στον Άδη να πάρεις τον
Κέρβερο.Πες μου, τι είδες που πήγες, που βρίσκονται τα λιμάνια, οι φούρνοι,τα λουτρά, οι
βρύσες οι ταβέρνες, τα εστιατόρια,τα ξενοδοχεία με τους λιγότερους κοριούς…

ΞΑΝΘΙΑΣ
Για μένα πάλι τίποτα δε λέτε.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Θα τολμήσεις να πας κι εσύ εκεί;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άσε το τολμήσω, πες μου ποιο δρόμο να πάρουμε για να φθάσουμε γρήγορα στον Άδη
κάτω;Να μην είναι όμως ούτε πολύ ζεστός ούτε πολύ κρύος.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Άντε να σου πω, ποιον όμως να σου πω! Υπάρχει ένας, απ' το σκοινί και το σκαμνί να
κρεμαστείς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σταμάτα, κοντεύω να πνιγώ!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Είναι κι ένας άλλος γρήγορος και πολυσύχναστος. Το φαρμάκωμα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θες να πεις το κώνειο;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ακριβώς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κακός, ψυχρός κι ανάποδος είναι, παγώνει και τα πόδια.

47
HADJIBABA-2006

ΗΡΑΚΛΗΣ
Θέλεις να σου πω έναν σύντομο και κατηφορικό;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εύκολο, μα το Δία, γιατί δεν είμαι μαθημένος να περπατάω πολύ.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Πήγαινε στον Κεραμεικό.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και μετά;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Στον πύργο ψηλά ανέβα επάνω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να κάνω τι;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Να κοιτάς της λαμπαδηδρομίας το ξεκίνημα και μόλις πουν "εμπρός" ξεκίνα κι εσύ.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Που;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κάτω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα, κάτω από κει; Θα χαθώ. Θα σπάσω το κεφάλι μου. Δεν τον μπορώ αυτόν το δρόμο.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Τότε ποιον;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αυτόν που πήρες τότε εσύ.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Α! Είναι μεγάλο ταξίδι.Θα φτάσεις πριν απ' όλα σε μεγάλη λίμνη, σαν άβυσσο βαθιά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πως θα την περάσω;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Με μια βαρκούλα μικρή. Θα σε περάσει ο γέρο-ναύτης όταν του δώσεις δυο οβολούς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αλίμονο! Πως μπορούν να σε πάνε παντού οι δυο οβολοί! Πως έφτασαν κι εκεί;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ο Θησέας πρωτοπλήρωσε. Και αφού πληρώσεις θα δεις φίδια και θηρία, πολλά και
τρομερότατα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άσε τα τρομάγματα, δεν θα με καταφέρεις.

ΗΡΑΚΛΗΣ

48
HADJIBABA-2006

Κι έπειτα θα δεις έναν μεγάλο βούρκο και μέσα είναι όσοι αδίκησαν ή γέλασαν παιδιά, ή
έδειραν τη μάνα τους ή το στόμα του πατέρα τους το έσπασαν, ή στα ψέματα ορκίστηκαν, ή
όποιος αντέγραψε ρητό του Μόρσιμου!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έπρεπε να'ναι στο βούρκο και όποιος έμαθε το χορό του Κινησία.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Από κει και παρακάτω ήχος αυλών θα σε τυλίξει και φως θα λάμψει - όπως εδώ - και θα δεις
μυρσίνης κήπους και άντρες και γυναίκες σε συντροφιές μακάριες να χτυπούν παλαμάκια.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α! Και τι' ναι αυτοί;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Οι μυημένοι, όπως τους λένε, στα Μυστήρια…

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία, τότε εγώ είμαι το γαϊδούρι που κουβαλά τα άγια τους.Δεν θα τα κουβαλήσω όμως
για πολύ.
(Ο Ξανθίας αρχίζει να ξεφορτώνει)

ΗΡΑΚΛΗΣ
Αυτοί οι μυημένοι ό,τι ρωτήσεις θα σ' το πουν.Μένουν στο δρόμο που οδηγεί στου Πλούτωνα
το σπίτι. Γεια σου τώρα αδερφέ μου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γεια σου και συ και ο Δίας μαζί σου. Να είσαι πάντα καλά. Και συ τα φορτία σου πάρε τα
πάλι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα δεν πρόλαβα να τα αφήσω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και κάνε γρήγορα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μη, σε παρακαλώ. Αλλά πλήρωσε κάποιον μεταφορέα,να κάνει αυτή τη δουλειά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κι αν δεν βρω;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τότε θα τα πάρω εγώ.
(Πλησιάζει μια πομπή κηδείας)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Καλά λες! Να! Στην ώρα πάνω, μια κηδεία! Ε, συ! Ο πεθαμένος! Θέλεις να πας το
φορτωματάκι ως τον Άδη;

ΝΕΚΡΟΣ
Πόσα είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να, αυτά.

ΝΕΚΡΟΣ
Θα με πληρώσεις δυο δραχμές;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

49
HADJIBABA-2006

Δεν γίνεται λιγότερα;

ΝΕΚΡΟΣ
Άντε εσείς. Πάμε το δρόμο μας.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Στάσου βρε άνθρωπε, μπορεί να τα βρούμε.

ΝΕΚΡΟΣ
Αν δεν μου δώσεις τις δυο δραχμές σταμάτα να μου μιλάς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πάρε εννέα οβολούς.

ΝΕΚΡΟΣ
Καλύτερα ο θάνατος παρά τέτοια ζωή.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πω πω περήφανος! Δεν τον παρατάς αφεντικό; Θα τα πάω εγώ.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έτσι μπράβο! Και καλός και παλικάρι. Πάμε για το καράβι
(Φτάνουν στη λίμνη. Πλησιάζει μια βάρκα που την οδηγεί ο Χάροντας)

ΧΑΡΩΝ
Ωοοοπ. Φτάσαμε.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι είναι αυτό;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αυτό; Λίμνη μα το Δία! Αυτή που μας έλεγε ο Ηρακλής. Βλέπω και μια βάρκα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα τον Ποσειδώνα! Κι αυτός είναι ο Χάρων!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Χαίρε Χάρων, Χαίρε Χάρων, Χαίρε!

ΧΑΡΩΝ
Ποιος θέλει να αφήσει τα βάσανα και να κάνει διακοπές; Ποιος θέλει να πάει στον τόπο της
Λήθης, ή Κερβερείο,ή Γαϊδουροκουρείο, ή Κόρακες ή Ταίναρο;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εγώ.

ΧΑΡΩΝ
Μπες μέσα και γρήγορα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πού θα πάμε; Αλήθεια στους Κόρακες;

ΧΑΡΩΝ
Για χάρη σου, μα το Δία.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα εδώ και συ παιδί.

ΧΑΡΩΝ

50
HADJIBABA-2006

Δούλο που δεν ναυμάχησε για να σωθεί δεν τον παίρνω.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν φταίω, μα το Δία, έτυχα με πονόματο.

ΧΑΡΩΝ
Φέρε τότε τη λίμνη γύρω γύρω.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Που να περιμένω;

ΧΑΡΩΝ
Στην Ξηρόπορτα κοντά. Στα σκαλιά μπροστά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κατάλαβες;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Παρακατάλαβα ο δόλιος!
Βρε τι κακό συναπάντημα είχα σήμερα!

(Ο Διόνυσος μπαίνει στη βάρκα)

ΧΑΡΩΝ
Κάτσε τώρα στο κουπί.Κι αν είναι κι άλλος για βαρκάδα, ας βιαστεί.Εσύ τι κάνεις εκεί;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι άλλο να κάνω; Να κάτσω πάνω στο κουπί δεν πρόσταξες;

ΧΑΡΩΝ
Βρε κοιλαρά, κάτσε εδώ!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να, κάθομαι.

ΧΑΡΩΝ
Πιάσε το, τέντωσε τα χέρια.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τα τεντώνω.

ΧΑΡΩΝ
Άσε τα πολλά τα λόγια, πάτα γερά, τράβα το κουπί πίσω δυνατά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πως να μπορέσω; Άπειρος είμαι, αθάλασσος και ασαλαμίνωτος.

ΧΑΡΩΝ
Το παραμπορείς. Πιάσε τα κουπιά και φέρνε τα πίσω μπρος με το ρυθμό.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποιανών ρυθμό;

ΧΑΡΩΝ
Τα βατραχοτράγουδα θ' ακούς, του αυτιού μαγεία!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κουμάνταρε λοιπόν.

51
HADJIBABA-2006

ΧΑΡΩΝ
Έλα έλα! Ωπ Ωωπ!

("Ανοίγεται" η βάρκα. Αρχίζει το τραγούδι των βατράχων)

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ
Ε, παιδιά της βρυσολίμνης
στης φλογέρας το ρυθμό
ας τραγουδήσουμε, με γλυκόλαλη φωνή
βρεκεκέξ κοάξ κοάξ
όπως στο Βατραχονήσι
για του Διόνυσου τη χάρη
κάθε φορά το τραγουδούμε
στην κανατογιορτή
όπου ο κόσμος όλος φέσι
και στην αγκαλιά τις ιερές Χύτρες
μπαίνει στο ναό μαγεμένος
βρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κοάξ κοάξ και μένα κι ο πισινός μου με πόνεσε μα δεν σας μέλει εσάς.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Βρεκεκέξ και σκασμός!Τίποτ' άλλο δεν ξέρετε απ' το κοάξ σας.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Και βέβαια ω πολύξερε!Οι Μούσες οι γλυκόλαλες εμένα μ' αγαπούν κι ο Πάνας ο τραγόποδος
ο που παίζει την καλαμοφλογέρα κι ο Φοίβος ο λυράρης εμένα μ' αγαπάει,που εγώ του τρέφω
τα καλάμια
για τη λύρα, μες στη λίμνη. Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Φουσκάλιασαν τα χέρια μου κι ο πισινός μου έχει ιδρώσει και από το σκύψιμο πιάστηκα.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πάψε βρε τραγουδοφάρα!

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Πιο δυνατά θ' αρχίσουμε
κι από τότε που με ήλιο
απ' τα νεροκάλαμα πεταγόμασταν πιο έξω
κι αρχινούσαμε τραγούδι ανεβοκατεβαίνοντας
όλες τις οκτάβες
ή του Δία τη βροχάρα αποφεύγοντας
και πέφτοντας στη λίμνη μέσα πλατς
τραγουδούσαμε πλατς πλουτς
με μεγάλους παφλασμούς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ Κάνω ό,τι ακούω.

52
HADJIBABA-2006

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Άσχημα την πάθαμε

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα την πάθαινα χειρότερα αν σφιγγόμουν πιο πολύ.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν με μέλει. Σκούζετε.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Θα σκούζουμε θα σκούζουμε όσο αντέχει ο λάρυγγας όλη τη μέρα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Βρεκεκέξ κοάξ κοάξ. Στους βρόντους σας ξεπέρασα.

ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Αμ δεν μας ξεπερνάς!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ούτε σεις με ξεπερνάτε.Θα φωνάζω όσο θέλω, αν πρέπει και όλη την ημέρα Βρεκεκέξ κοάξ
κοάξ μέχρι να σας ξεπεράσω όλουςΒρεκεκέξ κοάξ κοάξ

ΧΑΡΩΝ
Σταμάτα πια, σταμάτα Βάστα κουπί ν' αράξεις και πλήρωσε και βγες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πάρε τον οβολό Ο Ξανθίας, που είναι ο Ξανθίας; Ξανθίααα!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εδώ. Εδώ.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα εδώ.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Χαίρε αφέντη!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι γίνεται εδώ;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Σκοτάδι και λάσπη.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Είδες πουθενά εδώ τους πατροκτόνους και τους επίορκους που μας έλεγε εκείνος;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εσύ δεν τους είδες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα τον Ποσειδώνα! Τους είδα και τους βλέπω! Τι θα κάνουμε τώρα;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Καλύτερα είναι να προχωρήσουμε Εδώ ο τόπος είναι τα θηρία, όπως μας έλεγε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

53
HADJIBABA-2006

Αχ να το πληρώσει. Να με φοβίσει ήθελε για να καμαρώνει ο ζηλιάρης επειδή ξέρει την


παλικαριά μου.Δεν υπάρχει άλλος τόσο φαντασμένος σαν τον Ηρακλή.Κάνω όμως την ευχή
να τύχω κάτι δύσκολο αντάξια του ταξιδιού μου να ανδραγαθήσω.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία! Αχ! Άκουσα κάτι σαν τρίξιμο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Που; Που είναι;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πίσω σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Για έλα πίσω μου.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τώρα ακούγεται από μπροστά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα μπροστά μου τώρα…

ΞΑΝΘΙΑΣ
Α! μα το Δία, βλέπω θεριό μεγάλο!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι θεριό;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τρομερό! Χίλιες μορφές αλλάζει! Βόδι γίνεται, μουλάρι, κοπέλα πανέμορφη!.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Που είναι; Πες να πάω προς αυτήν.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν είναι γυναίκα πια! Τώρα είναι σκύλα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Λάμια άρα είναι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Το πρόσωπό της είναι όλο μια φωτιά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και μπρούτζινο το πόδι;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Το ένα, μα τον Ποσειδώνα! Το άλλο είναι ίδιο με γαϊδουριού.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α πα πα! Από πού να φύγω;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι εγώ;

(Ο Διόνυσος απευθύνεται σε έναν ιερέα που κάθεται στην πρώτη σειρά)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Παπά μου, παπά μου! Πες πως είμαστε και τα πίνουμε μαζί.

54
HADJIBABA-2006

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μεγαλοδύναμε Ηρακλή, χανόμαστε!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μη φωνάζεις έτσι άνθρωπέ μου! Μήτε και ψιθυριστά μη λες αυτό το όνομα!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Διόνυσε λοιπόν.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αυτό είναι χειρότερο απ' το πρώτο! Έλα τράβα ίσια.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εδώ, εδώ αφέντη.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι είναι εδώ;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κουράγιο. Όλα καλά.Και μπορούμε να πούμε σαν τον Ηγέλοχο "στα κύματα επάνω βλέπω
πάλι γαλήν"
Έφυγε ο κίνδυνος".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ορκίσου.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ξαναορκίσου.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ορκίσου.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μα το Δία.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αλίμονο, ο δύστυχος…Μου πάγωσε το αίμα που την είδα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι απ' το φόβο του για σένα κατακοκκίνησε το ρούχο σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αχ! Από πού ήρθαν και ξέσπασαν πάνω μου τα δεινά; Ποιος θεός να πω θέλει το χαμό μου;

ΞΑΝΘΙΑΣ
"Ο Αιθέρας, του Δία η καμαρούλα" ή "το πόδι του Χρόνου".

(Ακούγεται ήχος αυλών)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ξανθία!

55
HADJIBABA-2006

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν άκουσες;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ήχος αυλών!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Βέβαια! Και κάπνα μυστηριακή δαδιών! Ο άνεμος τη φέρνει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σιωπή τώρα ν' ακούσουμε.

(Ακούγεται και έρχεται ο Χορός των Μυημένων)

ΧΟΡΟΣ
Ίακχε ω Ίακχε
Ίακχε ω Ίακχε!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Να αφέντη! Να ο ήχος! Παίζουν οι μυημένοι! Αυτοί που έλεγε αυτός! Δοξολογούν τον Ίακχο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κι εγώ έτσι θαρρώ ! Ήσυχα τώρα. Ήσυχα λοιπόν να καταλάβουμε.

ΧΟΡΟΣ
Ίακχε, ω Πολυτίμητε του ναού σου εδώ,
Ίακχε Ίακχε.
Έλα να χορέψεις σ' αυτό το λιβάδι με όσιους φίλους καλούς
τα πολυκάρπια τινάζοντας στο κεφάλι πυκνά,
με στέφανα μύρτων και χτυπώντας γερά τα οργιάζοντα πόδια
και χάρη ολόγιομα,
σέρνε τον αγνό και ιερό σου χορό για τους ένθεους μύστες.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ω σεβαστή πολυτίμητη κόρη της Δήμητρας Με λίγωσε τσίκνα γουρουνίσια στη σούβλα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Λοιπόν δεν πας να αρπάξεις κανένα αντεράκι;

(Μπαίνει σιγά σιγά ο Χορός στη σκηνή)

ΧΟΡΟΣ
Φλόγες στα χέρια τινάζοντας έρχεται
Ίακχε Ίακχε
το ολόλαμπρο άστρο της νυχτερινής γιορτής!
Λάμπουν τα λιβάδια στο φως
Πηδούν οι γέροντες σαν νιοί
Αποτινάζουν τα γεράματα
τις λύπες τους τις μακρινές και χρόνιες
με της γιορτής τη χάρη.
Κι εσύ με τη λαμπάδα φέγγοντας
πρόβαλε κι οδήγα τη νιότη τη χορευταρού
να πιάσει - σύρει το χορό
στα ανθηρά λιβάδια.

56
HADJIBABA-2006

Να σκάσει να φύγει απ' το Χορό μας ο άσχετος


και όποιος δεν έχει το νου καθαρό
ή όποιος τα όργια των Μουσών δεν τα ξέρει
και στη γιορτή τους δεν χόρεψε
μηδέ στου Κρατίνου μπήκε το μεθυσμένο λόγο
ή τα αθυρόστομα τα άκαιρα χαίρεται
η στάση εχθρών δεν καταστέλλει
και δυστροπεί, συνδαυλίζει τα μίση για κέρδος
ή στης πατρίδας τα δεινά χρηματίζεται
και παραδίνει τα φρούρια ή τα καράβια
ή κομπιναδόρος εξαφανίζει φορτώματα
ή κρυφοδίνει στους εχθρούς ευκαιρίες
και τους στέλνει κρυφά ρούχα και τρόφιμα
ή τους βωμούς της Εκάτης, στο δρόμο βρωμίζει,
ή τις αμοιβές των ποιητών ροκανίζει
επειδή του τα έψαλαν.
Τούτους και μια και ξανά και τρεις το κηρύττω
απ' τους χορούς των Μυστηρίων μακριά.
Και σεις το τραγούδι αρχίστε, μην παύετε
και τους χορούς τους ολονύκτιους
στη γιορτή μας που πρέπουν.
Τώρα εμπρός, όλοι με κέφι
στις άπλες τις λουλουδιαστές
των λιβαδιών χορεύοντας, γελώντας
να παίζουμε και να αστειευόμαστε
και να φάμε καλά.
Έλα τώρα στο χορό με γλυκόηχο τραγούδι
και δόξασε την Αθηνά που τη χώρα μας
σώζει κάθε δύσκολη στιγμή
και σε πείσμα κυβερνώντων.
Έλα τώρα με άλλο τραγούδι τη θεά την καρποδότρα τιμήστε,
τη Δήμητρα, με δυνατές φωνές.
Των ιερών Μυστηρίων Δήμητρα
Δέσποινα έλα και βοήθα
και τους Μύστες σου σώζε -
κι εγώ να βαστώ ολοήμερα
γιορτή και τραγούδι.
Και αστεία να πω και ωραία και πολλά και σπουδαία
και της γιορτής σου αντάξια -
κι αφού παίξω και κάνω διάφορα
να κερδίσω βραβεία.
Έλα Έλα
Τον ωραίο θεό με τραγούδια καλέστε
να 'ρθει, το Διόνυσο, συντροφιά των οργίων.
Ίακχε πολυτίμητε, το γλυκό της Βακχείας
που βρήκες αλάλαγμα, έλα ακολούθα
για τιμή της θεάς
και δείξε πως μένεις σε όλα ακούραστος πάντα.
Ίακχε χορευταρά, συμπρόπεμπέ με, έλα.
Συ με κάνεις να ξεσκίζω γελώντας
τα σανδάλια μου - κι αυτά τα παλιοκούρελα
και χωρίς ζημιά μεγάλη
βρήκες τρόπο να χορεύω, να παίζω και να γελώ.
Ίακχε χορευταρά, συμπρόπεμπέ με, έλα.
Και λοξοκοίταξα τώρα
Κι όμορφη αντίκρυσα παιδούλα
χοροπηδηχτούλα
σκίστηκε ο χιτώνας της
και φάνηκε το κορμάκι της.
Ίακχε χορευταρά, συμπρόπεμπέ με, έλα.

57
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και μένανε μ' αρέσει μαζί σου ν' ακολουθώ -και μαζί της θέλω συνέχεια να χορεύω αχ και να
παίζω...

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι εγώ ακριβώς το ίδιο.

ΧΟΡΟΣ
Είσαστε τώρα όλοι έτοιμοι για πλάκα στον Αρχέδημο!
Χρόνια πολιτεύεται κι ακόμα δεν τα κατάφερε.
Τώρα μπλα μπλα και σπιουνιές
στου πάνω κόσμου τους νεκρούς
και είναι πρώτος στη βρωμιά και στο κακό τους.
Και του Κλεισθένη ο γιος, ακούω,
στου φίλου του τον τάφο σπαράζει
και κλαίει και διπλώνεται
χτυπά το στήθος του και καλεί
τον εραστή που κείτεται στο χώμα!
Και λεν για τούτον τον Καλλία του Ιπποβίνου
φορώντας λεοντή ναυμαχούσε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μπορείτε να μας πείτε που μένει εδώ ο Πλούτωνας; Τώρα μόλις φτάσαμε. Δεν ξέρουμε τα
μέρη.

ΧΟΡΟΣ
Ούτε δυο βήματα μην πας
και μην ξαναρωτάς.
Ίσια στην πόρτα του μπροστά είσαι σταματημένος.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα παιδί, ξαναφορτώσου.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αχ θεέ μου τι' ναι τούτο; Πέρα δώθε πέρα δώθε, όπως στον Ισθμό!

ΧΟΡΟΣ
Τώρα προχωρείτε
στο περιβόλι της θεάς, στων λουλουδιών το άλσος
παίξτε και χορέψτε τη θεοφίλητη γιορτή.
Εγώ με τα κορίτσια θα 'μαι και τις γυναίκες.
και θα βαστάω το ιερό κερί καθώς θα οργιάζουν.
Πάμε στα λιβάδια με τα εύοσμα λουλούδια
γλυκά ομορφοπαίζοντας χορεύοντας με χάρη
το χορό μας που τον σέρνουν οι τρισμακάριες οι Μοίρες.
Μόνο για μας χαρούμενα ήλιος και φεγγάρι λάμπουν,
για μας τους μυημένους που μ' ευσέβεια φερόμαστε
και στους φίλους και στους ξένους.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Την πόρτα πώς να τη χτυπήσω; Πως τη χτυπούν εδώ τάχα οι ντόπιοι;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μη χάνεις χρόνο. Όρμα της. Δείξε πως είσαι ο Ηρακλής!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αγόρι, ε αγόρι! Άνοιξε.

58
HADJIBABA-2006

(Ο Διόνυσος χτυπάει την πόρτα. Βγαίνει ο Αιακός)

ΑΙΑΚΟΣ
Ποιος είναι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ο Ηρακλής ο δυνατός!

ΑΙΑΚΟΣ
Βρε σιχαμένε και αδιάντροπε και αδίσταχτε βρε!
Βρε μιαρέ, τρισμίαρε, τρισμιαρότατε!
Που τον Κέρβερο, το σκύλο μας,
το φύλακα που φύλαγα
τον έπιασες απ' το λαιμό, τον πήρες
και μαζί του το'σκασες!
Τώρα όμως πιάστηκες!
Της Στύγας σε κρατάει η πέτρα η μαυρόκαρδη
του Αχέροντα ο βράχος ο αιμοσταγής
και τα σκυλιά του Κωκυτού που γυροφέρνουν
και η Έχιδνα το τέρας με τα εκατό κεφάλια,
αχ τα συκώτια να σου φάει
τα πνευμόνια σου η Σμέρνα
κι οι Γοργόνες να σου σκίσουν τα νεφρά και τα άντερα.
Τροχάδην πάω πάνω να τις φέρω.

(Ο Διόνυσος μαζεύεται, σκύβει και κάθεται)

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι έκανες βρε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τρόμαξα πολύ. Επικαλέσου το θεό!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Σήκω βρε ξεδιάντροπε. Γρήγορα σήκω. Σήκω πριν μας δει και ξένος.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αχ λιποθυμώ! Έλα. Βάλε μου πετσέτα βρεγμένη στην καρδιά!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Να. Παρ' την και βάλτην πάνω σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Που είναι; Φερ' την.

(Ο Διόνυσος την παίρνει και με τρόπο σιγά σιγά σκουπίζεται από πίσω)

ΞΑΝΘΙΑΣ
Θεοί μου! Εκεί είναι η καρδιά σου βρε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γλίστρησε απ' το φόβο της κι έφτασε εδώ!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Α δειλέ πιο πολύ απ' όλους!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εγώ; Πως δειλός, αφού σου ζήτησα πετσέτα; Έτσι κάνει ο δειλός;

59
HADJIBABA-2006

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αλλά πως κάνει;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα βρώμιζε. Εγώ όμως σηκώθηκα, και καθαρίστηκα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πω πω ανδρεία, μα τον Ποσειδώνα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Και βέβαια ανδρεία! Εσύ δεν τα φοβήθηκες το βρόντο και τις απειλές;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ούτε που με νοιάξανε!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άντε τότε εσύ που είσαι και αντρείος άντε γίνει εσύ εγώ - και φόρα και τη λεοντή και βάστα και
το ρόπαλο που είσαι άφοβος κι εγώ θα γίνω εσύ και θα σου κουβαλάω το βάρος.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Έλα φερ' τα γρήγορα. Ας σου κάνω τη χάρη. Πω πω! Κοίτα τον Ηρακλοξανθία δειλός αν θα
'ναι κι όμοιός σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα το Δία, ολόιδιος Μελήτης μαστιγίας!
Φερ' το φόρτωμά σου τώρα να το φορτωθώ.

(Αλλάζουν αμοιβαία τα ρούχα τους. Ανοίγει η πόρτα, βγαίνει μια θεράπαινα - βλέπει τον
"Ηρακλή")

ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ
Φίλτατε Ηρακλή μου ήρθες; Έλα μέσα. Έλα.
Η Περσεφόνη μόλις έμαθε αμέσως έψησε ψωμί
κι έβαλε αμέσως στη φωτιά τρία καζάνια φάβα
και βόδι ένα ολόκληρο σου το έψησε στη θράκα
και πίτες και γλυκίσματα. Πέρασε μέσα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ωραία, ωραία! Μπράβο της.

ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ
Μα τον Απόλλωνα, δεν θα δεχτώ να φύγεις αφού για σένα τα χηνόπουλα βράζουνε στη χύτρα
κι ετοίμασε κρασί μαύρο γλυκό, γλυκύτατο και σου έψησε στραγάλια.Πέρασε μέσα. Έλα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εντάξει τώρα άσε με.

ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ
Τι άσε με και τέτοια λες! Πώς να σ' αφήσω που για σένα περιμένει μέσα έτοιμη πανέμορφη
αυλητρίδα και δυο ή τρεις χορεύτριες;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι; Αυλητρίδες και χορεύτριες;

ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ
Ζουμερές και τρυφερές. Έλα όμως μπες.
Ο μάγειρας τα έβγαλε τα ψάρια απ' τη σκάρα και το τραπέζι περιμένει.

ΞΑΝΘΙΑΣ

60
HADJIBABA-2006

Πήγαινε τότε κι έρχομαι.


Και πρώτα στις χορεύτριες πες ότι μπαίνω
Ε, συ αγόρι. Σήκωσε το μπογαλάκι κι ακολούθα με.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Στάσου βρε συ. Το πήρες σοβαρά τ' αστείο πως σ' έκανα Ηρακλή; Α! Άσε τα λόγια τα πολλά
και πιάσε το μπογαλάκι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τι; Θα μου πάρεις ό,τι μου έδωσες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σου το πήρα κιόλας. Βγάλε και το δερμάτινο.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Θεοί! Σας παίρνω μάρτυρες!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποιους θεούς βρε σκλάβε και ανόητε! Περνιέσαι της Αλκμήνης γιος;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εντάξει εντάξει κράτα τα. Ο θεός είναι μεγάλος, θα με χρειαστείς.

ΧΟΡΟΣ
Αυτό είναι για άντρα με γνώση και με σύνεση
και πολυταξιδεμένο, να τα γυρνάει πάντοτε
στην μεριά την καλή
κι όχι σαν ζωγραφιάς μορφή όλο στην ίδια στάση.
Το να αλλάζεις στάση πάντοτε και όλο προς το εύκολο
αυτό είναι ρεαλισμός αυτό είναι χαρακτήρας σαν του Θηραμένη!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ε, μα, γελοίος θα ήμουνα αν ο Ξανθίας, ο δούλος επάνω σε φλοκάτη ξάπλωνε με τη
χορεύτρια κι εγώ να χαζολόγαγα κι αυτός βλέποντάς με να μου έριχνε σφαλιάρα στο
πρόσωπο.

(Βγαίνει μια ταβερνιάρισσα , βλέπει τον "Ηρακλή" και βάζει τις φωνές)

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Πλαθάνη! Πλαθάνη! Έλα έξω, βγες!
Να τος ο πανούργος που χώθηκε στο μαγερειό
τότε και μας έφαγε μια φουρνιά ψωμιά!

ΠΛΑΘΑΝΗ
Ναι, μα το Δία! Ίδιος! Ναι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ωχ πλησιάζει το κακό.

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Και είκοσι μερίδες κρέας κατσαρόλας χίλιες δραχμές η καθεμιά.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κάποιος θα τις πληρώσει.

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Και μια πλεξούδα σκόρδα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Φλυαρείς κυρά μου, φλυαρείς… Δεν καταλαβαίνεις τι λες.

61
HADJIBABA-2006

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Φόρεσες τα τσόκαρα και δεν θα σ' αναγνώριζα; Έτσι νόμισες; Και δεν είπα κουβέντα για τα
παστά που έφαγες.

ΠΛΑΘΑΝΗ
Ούτε και για τ' ανθοτύρι. Με τα καλάθια το κατέβαζες.

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Κι έπειτα που είπα "πλήρωσέ με" τότε αγρίεψες.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Συνήθειά του αυτή. Τα ίδια όλο κάνει παντού!

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Και τράβηξε σπαθί ολόιδιος τρελός!

ΠΛΑΘΑΝΗ
Μα το Δία, το 'κανε!

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Κι όταν απ' το φόβο μας πηδήξαμε στο πατάρι αυτός τις ψάθες άρπαξε… κι εξαφανίστηκε.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι αυτό παλιά συνήθειά του.

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Μα κάτι έπρεπε να κάνουμε. Στον Κλέωνα να πούμε, τον προστάτη μας.

ΠΛΑΘΑΝΗ
Και στον Υπέρβολο αν τον βρεις. Να του δώσει σκαμπίλι.

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Α, βρωμιάρη αχόρταγε!
Α να σου'ριχνα κοτρώνα να σου έσπαζα τα δόντια, που το έφαγαν το βιός μου.

ΠΛΑΘΑΝΗ
Κι εγώ αχ να σε κρέμαγα στο βάραθρο κακούργε!

ΤΑΒΕΡΝΙΑΡΙΣΣΑ
Κι εγώ με το σουγιά να σου κόψω το λαρύγγι.
Όλον τον πατσά μου περιδρόμιασες.

ΠΛΑΘΑΝΗ
Στον Κλέωνα όμως τώρα. Σήμερα θα δικαστείς θα τα πεις όλα.

(Η Ταβερνιάρισσα και η Πλαθάνη μπαίνουν μέσα)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κακό χαμό να έχω αν δεν αγαπώ τον Ξανθία.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ξέρω ξέρω που το πας. Ηρακλής δεν γίνομαι. Σταμάτα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μη μου μιλάς έτσι Ξανθουδάκι μου!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δούλος και θνητός… πώς να γίνω γιος της Αλκμήνης;

62
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ξέρω ότι θύμωσες και δίκαιος ο θυμός σου Και να με δείρεις δεν θ' αντέλεγα.
Αν όμως στο εξής το ξανακάνω να ξεριζωθώ κακήν κακώς κι εγώ και τα παιδιά μου επίσης κι
η γυναίκα μου κι ο τσιμπλιάρης ο Αρχέδημος.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τον δέχομαι τον όρκο σου, γι' αυτό αλλάζω.

(Αλλάζουν πάλι τα ρούχα τους, για τρίτη φορά)

ΧΟΡΟΣ
Δουλειά σου τώρα, τράβα,
αφού τα ξαναπήρες τα πρωτινά τα εξαρτήματα,
τρομέρεψε και την καρδιά κι αγρίεψε το βλέμμα σου
να μοιάζεις το θεό καλά - αυτόν που παριστάνεις.
Κι αν σε πιάνουν να χαζεύεις ή να δείχνεις αδύναμος,
άντε πάλι, πρέπει να βάζεις τα πράγματά σου στον ώμο και να φεύγεις.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν τα λέτε άδικα κι εγώ σκεφτόμουν τα ίδια ακριβώς.
Αυτός, λοιπόν, το ξέρω, αν είναι για συμφέρον του πάλι θα τα ζητήσει, όμως εγώ θα δείξω την
καρδιά μου δυνατή και τρομερό το μάτι μου.Και ώρα, είναι, όπως φαίνεται. Ακούγονται φωνές.

(Βγαίνει ο Αιακός. Και πίσω του τρεις ακόλουθοι)

ΑΙΑΚΟΣ
Πιάσε τον αυτόν το σκυλοκλέφτη, γρήγορα!
Να κριθεί να το πληρώσει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να το ήρθε το κακό!!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Άντε παραπέρα. Άφησέ με.

ΑΙΑΚΟΣ
Μπα; Προβάλλουμε κι αντίσταση;
Δίτυλα και Σκεβλύα και Παρδόκα Ελάτε. Εμπρός. Επάνω του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α πα πα! Τι άνθρωπος! Τον έπιασαν να κλέβει… και χτυπάει κιόλας!

ΑΙΑΚΟΣ
Τέρας μεγάλο! Α πα πα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μεγάλο και αχώνευτο.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αν ήρθα κι άλλοτε εδώ ή σου έκλεψα και μια τρίχα να πεθάνω τώρα δα. Μα το Δία!
Και να δεις την αρχοντιά μου - ρώτα μου το δούλο αυτόν και ανάκρινέ τον κι αν σου πει πως
έκλεψα πάρε μα και σκότωσέ με.

ΑΙΑΚΟΣ
Πώς να τον ανακρίνω;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Με όποιον τρόπο θέλεις.

63
HADJIBABA-2006

Βαλ' τον στον τροχό, κρέμασέ τον, δέσ' τον καν' του φάλαγγα στα πόδια κοπάνισέ τον, γδαρ'
τον, στρίψε τον βαλ' του ξίδι στα ρουθούνια, κτίσε τον σε τουβλότοιχο, καν' του όλα όσα
θέλεις.Μόνο με πρασόφυλλο όμως μη βαράς.

ΑΙΑΚΟΣ
Σωστά τα λες και δίκαια. Και βάζω την εγγύηση εάν στον σακατέψω.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Όχι, δεν χρειάζεται. Παρ' τον πέρα ελεύθερα.

ΑΙΑΚΟΣ
Εδώ μπροστά σου να τα πει.
Κάτω τα συμπράγκαλα και αλίμονο στους ψεύτες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ειδοποιώ. Όχι βασάνισμα. Είμαι θεός. Όποιος το κάνει θα πληρώσει.

ΑΙΑΚΟΣ
Θεός; Τι θεός;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θεός είμαι. Του Δία ο γιος ο Διόνυσος. Αυτός είναι ο δούλος μου.

ΑΙΑΚΟΣ
Τ' ακούς;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Βέβαια τ' ακούω. Διπλά να του τα κάνετε. Θεός αν είναι δεν θα νιώσει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κι εσύ που λες ότι είσαι θεός να μην τις φας κι εσύ το ίδιο;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Σωστά λοιπόν. Βάρα μας.
Κι όποιος κλάψει πρώτος ή παραπονεθεί αυτός δεν είναι για θεός.

ΑΙΑΚΟΣ
Α! Σωστός άντρας είσαι!
Προχωρείς ολόισια προς το δίκαιο. Ξεντυθείτε.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πως θα μας ανακρίνεις δίκαια;

ΑΙΑΚΟΣ
Εύκολο είναι. Θα βαράω μια και μια.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Σωστό.

ΑΙΑΚΟΣ
Ναι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Εντάξει. Χτύπα με και κοίτα αν μορφάσω.

(Ο Αιακός χτυπάει διαδοχικά τον Ξανθία και το Διόνυσο)

ΑΙΑΚΟΣ
Εντάξει. Να. Σε βάρεσα.

64
HADJIBABA-2006

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ε, όχι. Δεν κατάλαβα.

ΑΙΑΚΟΣ
Έτσι μου φαίνεται. Τώρα και τούτον. Να.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άντε ντε! Πότε;

ΑΙΑΚΟΣ
Σε βάρεσα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ούτε γαργάλισμα δεν κατάλαβα. Γιατί;

ΑΙΑΚΟΣ
Δεν ξέρω. Πάλι ξανά στον πρώτο. Να.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν θα χτυπήσεις; Άντε. Α πα πα πα!

ΑΙΑΚΟΣ
Τι πα πα πα; Σε πόνεσε;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Όχι, μα το Δία. Σκέφτηκα πότε είναι το πανηγύρι του Ηρακλή.

ΑΙΑΚΟΣ
Ευσεβής αυτός ο άνθρωπος! Στον άλλο πάλι. Άντε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ωι ωι!

ΑΙΑΚΟΣ
Τι γίνεται;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Βλέπω θολά!

ΑΙΑΚΟΣ
Δάκρυσες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μου μύρισαν κρεμμύδια.

ΑΙΑΚΟΣ
Το ξύλο δεν σε ένοιαξε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποιο ξύλο;

ΑΙΑΚΟΣ
Α! Στον πρώτο πάλι πρέπει! Να! Να!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αχ ωχ!

65
HADJIBABA-2006

ΑΙΑΚΟΣ
Σε έτσουξε;

ΞΑΝΘΙΑΣ
Αγκάθι πάτησα. Το βγάζεις;

ΑΙΑΚΟΣ
Βρε θεέ μου, τι 'ναι τούτο; Άντε στον άλλον πάλι. Να.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Απόλλωνα θεέ της Δήλου και Δελφών!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πόνεσε. Τον άκουσες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι να πονέσω; Γιατί;
Στίχο του Ιππώνακτα θυμήθηκα.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Δεν γίνεται έτσι... Στα πλευρά κοπάνα τον...

ΑΙΑΚΟΣ
Έτσι πρέπει μα τον Δία. Πρόβαλε την κοιλιά σου. Να!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποσειδώνα μου...

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κάποιος παραπόνεσε!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
... βασιλιά στης θάλασσας τα βάθη και στου Αιγαίου τα ακρογιάλια...

ΑΙΑΚΟΣ
Α, μα τη Δήμητρα… ποιος απ' τους δυο είναι θεός δεν καταλαβαίνω.
Ελάτε όμως, ελάτε μέσα, το αφεντικό και η Περσεφόνη θα το πουν
αφού είναι θεοί οι δυο τους.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σωστό αυτό. Έπρεπε να το σκεφτείς πριν μας ξυλοφορτώσεις.

(Ο Αιακός παίρνει μέσα το Διόνυσο και τον Ξανθία)

ΧΟΡΟΣ
Μούσα ευλόγα το Χορό, το τραγούδι μας κάνε να τέρψει
και να δεις μπροστά σου πλήθος και ανάμεσα σοφούς
πιο ζηλωτές κι απ' τον Κλέωνα, που στα χείλη του τσιρίζει χελιδόνι θρακικό
στο βάρβαρο διπρόσωπό του στόμα καθισμένο
κι αηδονίσιο μοιρολόι κατάπικρο θρηνεί
αφού στο μέτρημα των ψήφων θα βρεθεί χαμένος.
Δίκαιο είναι ο ιερός μας Χορός στα χρηστά
να προπέμπει και πάντα να λέει τα έντιμα.
Πρώτα λοιπόν στους πολίτες ισότητα λέμε και ελεύθερος βίος
και όποιους ξεγέλασαν τα κόλπα του Φρύνιχου
να τους δώσουμε τώρα ευκαιρίες να πουν
τα στραβά που έχουν κάνει και άφεση να έχουν.
Και δεύτερο, λέω, δίχως δικαίωμα κανένας πολίτης.
Ντροπή να γίνουν από σκλάβοι αφέντες σαν τους Πλαταιείς
όσοι ναυμάχησαν μια μέρα, το ξέρετε,

66
HADJIBABA-2006

- και δεν κατακρίνω, ίσα ίσα σας παινεύω -


- το μόνο έργο προκοπής που κάνατε -
μα πρέπει κι αυτούς, που μαζί κι οι πατέρες τους
μαζί σας πολέμησαν και αίμα σας έχουν,
να παραδείτε το λάθος τους αφού το ζητούνε.
Μια φορά έφταιξαν.
Αφήστε λοιπόν την οργή σας, ω σοφότατοι,
ας τους κάνουμε όλους συγγενείς μας με θέληση
και πολίτη ισόνομο τον πολίτη που πάει
μαζί μας στον πόλεμο.
Φουσκωμένοι αν δείξουμε σ' αυτό κι ακατάδεχτοι
τώρα που η πόλη μας στα κύματα έρμαιη,
ύστερα, σίγουρα, θα μας κρίνουν για άμυαλους.
Αν μπορώ απ' τη ζωή κι απ' τον τρόπο να κρίνω ποιος θα την πάθει,
τότε, σε λίγο, τούτη η ενοχλητική μαϊμού, ο μικρός Κλειγένης,
ο λούστρος ο παμπόνηρος, απ' όλους πιο πάνω,
που το σαπούνι νοθεύει με αλισίβα και λάσπη,
θα συρθεί στον αγύριστο και το ξέρει, γι' αυτό
τον πόλεμο θέλει και μαγκούρα βαστά μη ριχτεί
μεθυσμένος κανείς και του πάρει τα ρούχα.

Πολλές φορές η πόλη μας έπαθε τα ίδια με τους καλούς της πολίτες,
ό,τι έχει πάθει και με τα παλιά νομίσματα σε σχέση με τα νέα.
Τα παλιά και γνήσια και γνωστά και τιμημένα
και ολοκάθαρα κομμένα ηχούν κουδουνιστά
και σ' όλους έχουν πέραση, Έλληνες και ξένους,
μα εμείς τα αποφεύγουμε, ζητάμε τα μπρούτζινα
τα κομμένα προχτές, πεταχτά και πρόχειρα.
Έτσι με τους πολίτες
όσους από γενιά, γνωστικούς και καλούς και δίκαιους ξέρουμε
μεγαλωμένους στ' αθλήματα και στα καλά βιβλία,
αυτούς αποφεύγουμε και τιμούμε τους κίβδηλους
τους ξένους και φτωχούς και νεοφερμένους
και άθλιους απ' άθλιους,
που ούτε καν χαμάληδες τους θέλαμε πιο πριν.

Και τώρα, πάλι, ανόητοι, αλλάξτε τα φορέματα


βάλτε μπροστά σας τους χρηστούς
που αν τυχει και πετύχουν θα είναι αναμενόμενο
κι αν πάθετε κακό θα λεν για σας οι γνωστικοί
"με το γερό σκοινί το κρέμασμα".

(Βγαίνουν ο Αιακός με τον Ξανθία και συζητούν σαν φίλοι)

ΑΙΑΚΟΣ
Μα το Δία το Σωτήρα, τ' αφεντικό σου είναι από τζάκι.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Βέβαια από τζάκι. Μόνο κρασί και πήδημα.

ΑΙΑΚΟΣ
Έλεγες είσαι αφέντης, δούλος όμως φάνηκες, και δεν σε έδιωξε.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Θα μετάνιωνε αν με έδιωχνε.

ΑΙΑΚΟΣ
Αυτό που λες "μετάνιωνε" κάμωμα δούλου είναι. Κι εγώ μετά χαράς το λέω.

ΞΑΝΘΙΑΣ

67
HADJIBABA-2006

Ποιο; Πες μου να χαρείς.

ΑΙΑΚΟΣ
Όταν καταριέμαι τον αφέντη μου στα κρυφά νιώθω επόπτης στα Μυστήρια!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι όταν σ' τις βρέχουν και το σκας βρίζοντας;

ΑΙΑΚΟΣ
Κι αυτό το χαίρομαι πολύ.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι όταν βάζεις σπιουνιές;

ΑΙΑΚΟΣ
Α, μα το Δία, δεν ξέρω τέτοια!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Θεέ μου! Πως! Και όταν τεντώνεις το αυτί να ακούσεις τι λεν τ' αφεντικά σου;

ΑΙΑΚΟΣ
Α! Αυτό με τρελαίνει και βάλε!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι όταν τα λες στη φόρα και τα καταγγέλλεις;

ΑΙΑΚΟΣ
Α, μα το Δία! Όταν το κάνω αυτό ζω ένα ωραίο όνειρο!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Φοίβε Απόλλωνα! Κόλλα το.
Έλα να σε φιλήσω και φίλα με κι εσύ και πες, μα το Δία τον προστάτη μας...

(Ακούγονται από μέσα φωνές)

Α! Τι θόρυβοι και κρότοι μέσα και βρισιές;

ΑΙΑΚΟΣ
Είναι του Αισχύλου και του Ευριπίδη.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Πως;

ΑΙΑΚΟΣ
Καβγάς! Μεγάλος καβγάς γίνεται ανάμεσα στους νεκρούς.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Γιατί; Για ποιο λόγο;

ΑΙΑΚΟΣ
Γιατί υπάρχει νόμος εδώ ότι ο καλύτερος στα Γράμματα και τις Τέχνες - οι ομότεχνοί του τον
εκλέγουν -
σιτίζεται στο Πρυτανείο δωρεάν και θρόνο του στήνουν δίπλα στον Πλούτωνα...

ΞΑΝΘΙΑΣ
Καταλαβαίνω.

ΑΙΑΚΟΣ
Μέχρι να φτάσει άλλος πιο άξιος και τότε τη θέση του θα την πάρει αυτός.

68
HADJIBABA-2006

ΞΑΝΘΙΑΣ
Και τον Αισχύλο τι τον τάραξε;

ΑΙΑΚΟΣ
Είχε το θρόνο της Τραγωδίας, ως ο καλύτερος ποιητής.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Και τώρα ποιος είναι;

ΑΙΑΚΟΣ
Όταν πια κατέβηκε ο Ευριπίδης και άρχισε τις επιδείξεις στους πορτοφολάδες, στους
διαρρήκτες, λωποδύτες, πατροκτόνους- και ήταν γεμάτος ο Άδης από τέτοιους -και άκουγαν
αυτοί τους στίχους τουξετρελάθηκαν και τον νόμισαν σοφώτατο. Κι αυτός περήφανος, κάθισε
στο θρόνο που καθόταν ο Αισχύλος.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Και δεν τον πετροβόλησαν;

ΑΙΑΚΟΣ
Όχι, μα το Δία! Απαιτούσαν να γίνουν εκλογές.
Με εκλογές να κρίνει ο κόσμος τον καλύτερο!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ο κόσμος των πανούργων;

ΑΙΑΚΟΣ
Με φωνές ως τα ουράνια!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Και του Αισχύλου οι θαυμαστές; Δεν υπήρχαν;

ΑΙΑΚΟΣ
Οι καλοί είναι παντού λίγοι. Έτσι κι εδώ…

ΞΑΝΘΙΑΣ
Και ο Πλούτωνας τι σχεδιάζει;

ΑΙΑΚΟΣ
Αγώνα ορίζει να δείξουν την τέχνη τους. Και να αποφασίσει.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Κι ο Σοφοκλής; Δεν τον ήθελε το θρόνο;

ΑΙΑΚΟΣ
Όχι, μα το Δία! Ο Σοφοκλής όταν κατέβηκε φίλησε τον Αισχύλο, του έσφιξε το χέρι του
προσυπέγραψε την κατοχή του θρόνου και τώρα είναι εφεδρικός - όπως είπε ο
Κλειδημίδης-.Κι αν νικήσει ο Αισχύλος δεν αλλάζει τίποτα, αν όμως νικηθεί τότε θα αντιβγεί
αυτός στον Ευριπίδη.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Τώρα θα γίνει ο αγώνας;

ΑΙΑΚΟΣ
Σε λίγο, μα το Δία! Εδώ θα γίνει η μάχη. Με ζυγαριά θα τη μετρήσουμε την ποίηση.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Μπα; Σαν τους μπακάληδες;

69
HADJIBABA-2006

ΑΙΑΚΟΣ
Θα φέρουν και αλφάδια και υποδεκάμετρα και στερεά καλούπια...

ΞΑΝΘΙΑΣ
Γιατί; Τούβλα θα κάνουν;

ΑΙΑΚΟΣ
Και διαβήτες και μοιρογνωμόνια...
Ο Ευριπίδης λέει ότι όλες τις τραγωδίες θα τις ελέγξει λέξη λέξη!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Φαντάζομαι την στενοχώρια του Αισχύλου!

ΑΙΑΚΟΣ
Μισόσκυψε και λοξοκοίταξε ολόιδιος ταύρος!

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ποιος θα είναι ο κριτής;

ΑΙΑΚΟΣ
Αυτό είναι το δύσκολο.
Δεν βρίσκονται σωστοί κριτές έλεγαν και οι δύο.
Ούτε και τους Αθηναίους τους συμπαθούσε ο Αισχύλος.

ΞΑΝΘΙΑΣ
Ίσως έβλεπε ανάμεσά τους πολλούς λωποδύτες.

ΑΙΑΚΟΣ
Και τους άλλους τους είχε ανίδεους από ποίηση.Και έπειτα τ' ανάθεσαν το θέμα στον αφέντη
σου που ξέρει - λενε - από τραγωδία.Ας μπούμε όμως μέσα. Όταν τ' αφεντικά μας βιάζονται
σε μας ξεσπούν.

(Ο Αιακός με τον Ξανθία μπαίνουν μέσα)

ΧΟΡΟΣ
Βαρύς θυμός στα σωθικά του προφητόβροντου
θα βράσει, σαν δει τον αντίτεχνο άγρια ν' ακονίζει τα δόντια.
Τότε μανία φοβερή θα του στραβώσει τα μάτια.
Περικεφαλαίες οργές και χαίτες αλόγων θα σμίγουν
και κομψοί αστεϊσμοί κομψότεχνης γλώσσας
θα αντιβγαίνουν στους πηγάσους στίχους
ποιητή εμπνευσμένου.
Η πλούσια χαίτη στο σβέρκο θα φρίξει περήφανη
θα αγριέψουν τα φρύδια, θα ριχτούν βρυχηθμοί
παχύγομφα λόγια και αποφθέγματα
θ' ανασαίνει το στόμα.
Κι απ' την άλλη, γλώσσα ξεψειρίστρα σχολαστική
γυαλισμένη λεξολόγα, ξεχαλίνωτη του φθόνου,
τις λέξεις μια μια θα λιανίζει, θα γδέρνει.
Θα πονέσουν τα πνευμόνια μας.

(Βγαίνουν συζητώντας ο Διόνυσος με Αισχύλο και Ευριπίδη. Λίγο πιο πέρα ο Πλούτωνας)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι. Όχι δεν παραιτούμαι, μη με πιέζεις. Είμαι πιο πάνω στην τέχνη απ' αυτόν.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αισχύλε, τι λες; Ακούς τι σου λέει;

70
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πρώτα θα πάρει πόζα να πει. Θα τερατολογήσει όπως τερατολογεί πάντα στις τραγωδίες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μην είσαι τόσο απόλυτος ευλογημένε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τον ξέρω καλά εγώ. Απ' έξω κι ανακατωτά τον έχω ψάξει!
Άνθρωπος αγριωπός, μεγάλος καυχησιάρης αχαλίνωτο το στόμα του απύλωτο
πομποκομπολεξάρης ασυμμάζευτος.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Αλήθεια αγόρι της λαχανοκηποθεάς;
Έτσι λες για μένα φτηνοσαχλοσυλλέκτη, κουρελομόδιστρε και μπαλωματοράφτη;
Θα τις πληρώσεις τις ανοησίες σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πάψε Αισχύλε. "Μην εξάπτεις τα θερμόαιμα σπλάχνα σου".

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Πρώτα θα τον ξεσκεπάσω θα τον δείξω.
Στραβούς και κουτσούς παριστάνει και καμαρώνει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τον αμνό! Τον αμνό παιδιά τον μαύρο. Φέρτε τον να ξορκίσουμε
Θα ξεσπάσει τυφώνας!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Βρε συ που όλο μονότονο τραγούδι λες και τα έργα σου είναι γάμοι αιμομιχτικοί!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κράτα πολυτίμητε Αισχύλε! Κρατήσου.
Κι εσύ καταφερτζή Ευριπίδη κρατήσου μακριά από το χαλάζι, αν έχεις μυαλό,μη σε χτυπήσει
λέξη σαν κοτρώνα απ' την οργή στο κεφάλι σου και στο σπάσει, και σου χύσει τον "Τήλεφο"
έξω.
Κι εσύ Αισχύλε, όχι θυμούς. Ήρεμα να πεις και να ακούσεις.Μην καβγαδίζετε όπως
φουρνάρισσες, της ποίησης άνθρωποι.
Κι εσύ Ευριπίδη σαν πουρνάρι αναμμένο τσιρίζεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έτοιμος είμαι, δεν κάνω πίσω.
Θα του δαγκώσω το διάλογο και μετά τα λυρικά μέρηή να πρωτοδαγκώσει αυτός αν το θέλει.
Ας δοκιμάσει, μα το Δία, με τον "Πηλέα" και τον "Αίολο" και το "Μελέαγρο"και με τον "Τήλεφο"
ιδίως.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τι σκέφτεσαι Αισχύλε;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Δεν να παραβγώ εδώ, άνισο είναι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γιατί;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τα έργα μου δεν πέθαναν μαζί μου.
Τα δικά σου πέθαναν, όπως συνήθιζε να λέει, και έχουν έρθει εδώ.
Αφού όμως έτσι σου φαίνεται σωστό, πρέπει ν' αντιβγώ.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

71
HADJIBABA-2006

Εμπρός, λιβάνι φέρτε, ανάψτε το, θέλω να ευχηθώ να κρίνω τον αγώνα τους με έμπνευση και
γνώση. Και σεις τις Μούσες ανυμνήστε.

ΧΟΡΟΣ
Κόρες του Δία Μούσες αγνές μυαλά κοφτερά λεπτολόγα που βλέπετε
γνωμολόγων ανδρών - όταν παλεύουν με αντιλογίες στρεβλές και ζαβολιές και ορμές,
ελάτε να δείτε και ν' ακούσετε τη δύναμη μεγάλων στομάτων
να βγάζουν λόγια και λογάκια.
Ο αγώνας της σοφίας ο μεγάλος αρχίζει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να ευχηθείτε τώρα και σεις πριν αρχίσετε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Δήμητρα Θεά του Νου μου τροφοδότρα, κάνε με των Μυστηρίων σου άξιο!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πάρε κι εσύ Ευριπίδη λιβάνι και πρόσφερε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Να λείπει. Αλλιώς είναι οι δικοί μου θεοί που σ' αυτούς προσεύχομαι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δικοί σου είναι, καινούργιοι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βεβαιότατα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άντε λοιπόν, ευχήσου στους δικούς σου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αιθέρα τροφή μου και της Γλώσσας μου βάνα και Σκέψη και Ρουθούνια της οσμής ιχνευτές!
Κάντε να ελέγξω γερά τους στίχους που θα αρχίσω να λέω.

ΧΟΡΟΣ
Και μεις λαχταρούμε από άντρες σοφούς να ακούσουμε τι λόγια μαχαίρια στους αιθέρες
ανοίγουν το δρόμο τους.
Η γλώσσα τους αγρίεψε αποκότιασε η καρδιά τους, πεισματάρικα μυαλά!
Τώρα όλοι μας περιμένουμε άλλος να λέει τα έξυπνα ομορφοφτιαγμένα κι άλλος με σκληρά
λόγια τα άσχημα στιχάκια του αντιπάλου του να ορμά και να σαρώνει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εμπρός τώρα αρχίστε τα και να πείτε όμορφα χωρίς χυδαίες λέξεις ούτε ν' ακούσω πράματα
που θα έλεγαν και άλλοι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Για μένα, και για το πώς η ποίησή μου είναι στο τέλος θα πω. Πρώτα θα τον φανερώσω τι
κατεργάρης ήταν και πλάνος και τι και πως ξεγελούσε τους θεατές, που πριν τους
αποβλάκωσε με τα δικά του ο Φρύνιχος. Πρώτα πρώτα τούτος, σου έδειχνε στην αρχή έναν
Αχιλλέα ή μια Νιόβη σκεπασμένους σαν νεκρές προμετωπίδες και τους άφηνε βωβούς.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Όχι κι έτσι Ευριπίδη.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και ο Χορός του ύστερα…
Τέσσερις αρμαθιές τραγούδια σου αράδιαζε και οι σκεπασμένοι τσιμουδιά!

72
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εμένα αυτό μου άρεσε.
Η βουβαμάρα τους με έτερπε πιο πολύ απ' όσο οι φλυαρίες σήμερα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ήσουν χαζός γι' αυτό.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εγώ γι' αυτό. Αυτός όμως γιατί;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αγυρτεία σκέτη. Να περιμένει ο θεατής πότε η Νιόβη θα πει τη συλλαβούλα της.και τέλειωνε
το έργο!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Βρε βρε τον πονηρό! Έτσι με κορόϊδευε;
Τι αναστατώνεσαι και ξεφυσάς Αισχύλε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Επειδή τον ξεμπροστιάζω.
Με του Χορού τις φλυαρίες, το δράμα έφτανε στη μέση.
Και σου πέταγε μετά δώδεκα λεξάρες βοδινές παχιές, γερές και σκοτεινές.σαν σκιάχτρα
τρομερά, άγνωστες στους θεατές.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ω τι λέει ο άσχετος!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σώπα Αισχύλε!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και όλα ακαταλαβίστικα!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μην τρίζεις τα δόντια σου Αισχύλε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όλο ποτάμια ανέφερε ή τάφρους ή σε ασπίδες πάνω γρυπαετούς χαλκόχυτους και φράσεις
σπαζοκεφαλιές, δύσκολα μονοπάτια.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα τους θεούς, μια νύχτα ολόκληρη, κάποτε, ξαγρύπνησα για βρω τι πουλί είναι ο ξανθός
αλογοκόκορας!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Το ξυλόγλυπτο ακρόπρωρο των καραβιών βρε αγράμματε!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α! Κι εγώ θαρρούσα είναι του Φιλόξενου ο Έρυξις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και μετά έπρεπε να βάζει κόκορες στις τραγωδίες;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Εσύ βρε άθεε, σαν τι τάχα τους έβαζες;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

73
HADJIBABA-2006

Ούτε αλογοκόκορες όπως εσύ, ούτε ελαφοκάτσικαπου ζωγραφίζουν οι Πέρσες στις κουρτίνες
τους.
Εγώ καθώς την πήρα την τέχνη από σένα πρησμένη και ξιπασμένη, με παχιές φράσεις,τη
λίγνεψα πρώτα, την αλάφρωσα,με λόγια απλά της έβγαλα το πολύ βάρος,και την τάισα χυλό
με έξυπνα λόγια στραγγισμένο από βιβλία κι έπειτα τη μεγάλωσα με μονολόγους.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ανακατεύοντας Κηφισοφώντα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και ούτε φλυαρούσα στα χαζά ούτε τσαλαβουτούσα,αλλά στον πρόλογο, με τάξη, το
πρόσωπο που έβγαινεέλεγε τη γενιά του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Καλύτερα που έλεγε τη δική του, παρά τη δική σου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και μετά τους πρώτους στίχους βουβός δεν έμενε κανένας όλοι μιλούσαν κι έλεγαν κάτι,
δούλοι και γυναίκεςκι ο αφέντης κι η κοπέλα κι η γριά.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Και με αυτά που έφτιαχνες, δεν ήσουν λες... για σκότωμα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γιατί; Κρατούσα δημοκρατικές αναλογίες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άς το φίλε. Μη. Δεν είναι για καλό σου τέτοια ανάλυση.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τους δίδαξα εξάλλου πώς να μιλούν.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κι εγώ σου λέω ήταν καλύτερα να έσπαγες στα δυο πριν προφτάσεις να διδάξεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Με λεπτούς κανόνες.
Και τα λόγια τους να τα μετρούν με πόντους και να σκέφτονται, να βλέπουν,να αγαπούν τους
ελιγμούς και τα τεχνάσματα και να υποψιάζονται και όλα να τα ψάχνουν.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κι εγώ αυτό λέω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Απλά πράγματα βάζοντας στα έργα μου -που τα έχουμε και τα ξέρουμε, τα ζούμε, απ' αυτά
κρινόμουνα. Από γνώστες.
Και ούτε το ύφος φούσκωνα να τους θαμπώσω ούτε τους κανάκευα με Κύκνους και με
Μέμνονες σαν άλογα με κρεμαστά κουδούνια.
Εξάλλου και τους μαθητές μας δες να καταλάβεις.
Αυτουνού οι μαθητές ο Φορμίσιος και ο Μεγαίνετος ο γρουσούζης σαλπιγγολογχογενιοφόροι
και κουκουναρολυγιστές,δικοί μου ο Κλειτοφώντας κι ο Θηραμένης ο καλός.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ο Θηραμένης; Πολύ σοφός κι ανίκητος. Σε όλα.
Όσο και να στριμωχτεί θα βγει άθικτος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

74
HADJIBABA-2006

Πάντως εγώ έτσι τους έμαθα βάζοντας στα έργα μου στοχασμό και κρίση και τώρα όλοι
σκέπτονται και όλα τα προβλέπουν και το σπίτι τους το ορίζουν πιο καλά απ' όσο πριν.Τώρα
εξετάζουν όλοι "πως είναι αυτό;""που είναι εκείνο;" "ποιος το πήρε αυτό;".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τώρα κάθε Αθηναίος ναι - μα τους θεούς -μπαίνοντας στο σπίτι του ευθύς τους δούλους του
προγκάει.
"Που είναι η κατσαρόλα βρε;
Ποιος μου το έφαγε της ρέγγας το κεφάλι που άφησα;
Την κούπα την περυσινή ποιος την έσπασε μωρέ;
Το χθεσινό το σκόρδο που είναι; Την ελίτσα ποιος τη δάγκωσε;"
Ενώ ως τώρα ε, άπραγοι ήταν έχασκαν - σαν μωράκια κάθονταν ήσυχα.

ΧΟΡΟΣ
"Τα βλέπεις αυτά ένδοξε Αχιλλέα;"
Έλα εσύ, απάντησε
κοίτα μόνο, προσοχή… μη σ' αρπάξει ο θυμός
και τα όρια περάσεις.
Βαριά σε κατηγόρησε.
Κοίτα ω γενναίε μη δώσεις χέρι στην οργή,
μάζευε όμως τα πανιά και με το μαλακό.
και ύστερα σιγά κι αργά τέντωσέ τα κι άπλωσέ τα
όταν βρεις καλόν αγέρα και ούριο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ω! Εσύ που πρωτοπύργωσες μεγαλόπρεπο λόγο και στόλισες το τραγικό τραγούδι με
άκρατα!
Άνοιξε τη βρύση σου τώρα ελεύθερα!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Α, που να μην τον αντάμωνα! Να μη μ' ανακάτωνε και πρέπει τώρα να τον σκίσω!
Για να μη λες ότι στριμώχνομαι, πες μου, για ποιο λόγο πρέπει τους ποιητές να τους
θαυμάζουμε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Για το μυαλό και τη συμβουλευτική μας.
Ότι τον κάνουμε καλύτερο τον κόσμο.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κι αν αυτό δεν το έκανες...
Κι αν από καλούς τους μεταμόρφωνες σε άθλιους τι πληρωμή οφείλεις βρε ;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θάνατος του αξίζει, μην τον ρωτάς.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κοίτα λοιπόν τι ήταν όταν σ' τους παρέδωσα.
Γενναίοι ήταν αντρακλάδες, όχι χασομέρηδες.
Ούτε παπατζήδες, ούτε φοβιτσιάριδες σαν τους τωρινούς.
Ούτε καταφερτζήδες.
Πόλεμο όλοι έκαναν με δόρατα και λόγχες και περικεφαλαίες φουντωτές και κράνη και
κνημίδες και ψυχές μεγάλες και γερές σαν τις επταβόιδες ασπίδες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να το, πλακώνει το κακό, θα πέσει στο κεφάλι μου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι έκανες κι έγιναν τόσο, που λες, γενναίοι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

75
HADJIBABA-2006

Αισχύλε μη φουσκώνεις με θυμούς και περηφάνειες.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Έκανα δράμα όλο πόλεμο γεμάτο!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποιο;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τους "Επτά επί Θήβας"!
Όποιος το είδε, πολέμαρχος λαχτάρησε να γίνει!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αυτό ήταν το κακό σου. Άρπα τη λοιπόν!
Έδειξες τους Θηβαίους γενναιότερους στον πόλεμο!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Στο χέρι σας ήταν να ασκηθείτε. Αλλά το ρίχνατε αλλού.
Και εξάλλου με τους "Πέρσες" σας δίδαξα να θέλετε πάντα να νικάτε.
Το μεγαλύτερο κατόρθωμά μας δόξασα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Χάρηκα όταν έβαλες κλάμα για το Δαρείο κι ο Χορός αμέσως χτύπαγε τα χέρια του και
φώναζε αλί αλί...

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τέτοια έργα χρεωστούν οι ποιητές.
Και σκέψου τι ωφέλειες δώσαν οι καλύτεροι.
Ο Ορφέας τα Μυστήρια και την αποχή απ' το Φόνο ο Μουσαίος τους Χρησμούς και τα Ξόρκια
για αρρώστιες.
Ο Ησίοδος το λάτρεμα της γης και της σποράς και τα καλά οργώματα κι ο Όμηρος ο μέγας
τιμή και δόξα κέρδισε που δίδαξε παλικαριές και οπλισμούς.
Και όλα αυτά είναι σωστά.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τον Παντακλή όμως τον άπραγο τίποτα δεν τον δίδαξε.
Προχτές για την παρέλαση κατέβασε το κράνος ως τα μάτια
κι ύστερα από πάνω ζητούσε και φτερά!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Έμαθε όμως άλλους πολλούς και παλικάρια.
Το Λάμαχο για παράδειγμα.
Από τον Όμηρο η τέχνη μου μάζεψε και έκανε
Πάτροκλους και Τεύκρους λεοντόκαρδους, να ξεσηκώνεται ο καθένας το σάλπισμα
ακούγοντας και πόλεμο να θέλει και πρωτιά.
Ούτε Φαίδρες πόρνες έφτιαχνα ούτε Σθενέβοιες ούτε παράστησα ποτέ γυναίκα ερωτευμένη.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εμ βέβαια, έτσι άχαρος που ήσουν και δεν πήρες τίποτα από την Αφροδίτη.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Καλύτερα έτσι.
Φτάνει η δική σου και των δικών σου ηρώων ο ερωτισμός που σε διέλυσε το βάρος του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α, Ευριπίδη, αυτό είναι σωστό.
Όλα όσα κορόιδευες, έπεσαν στο κεφάλι σου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βρε άθλιε άντρα, τι κακό έκαναν στην πόλη οι δικές μου Σθενέβοιες;

76
HADJIBABA-2006

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τίμιες γυναίκες τιμίων ανδρών τις έκανες να πιουν φαρμάκι από ντροπή για τους
Βελλερεφόντες, τα ομορφόπαιδα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δηλαδή από το νου μου την έβγαλα τη Φαίδρα;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Υπήρξε Φαίδρα βέβαια… μα το κακό ο ποιητής το αποκρύβει.
Δεν το παρασταίνει, ούτε το προβάλλει.
Στα παιδιά διδάσκουν οι δάσκαλοι, στους ενήλικους οι ποιητές.
Τα διδακτικά πρέπει να λέμε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Διδακτικό είναι να ξεστομίζεις λέξεις σαν Λυκαβηττούς και σαν τους Παρνασσούς;
Δεν έπρεπε να μιλάς σαν άνθρωπος;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Βρε κακομοίρη μου -μεγάλη γνώμη ή ιδέα θέλει και έκφραση μεγάλη.
Τα λόγια των ημίθεων πρέπει να είναι μεγαλόπρεπα.
Εγώ σου έδειξα το σωστό, εσύ το χάλασες.
Αφού και τα ρούχα τους είναι πολύ σεμνότερα από τα δικά μας.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι έκανα δηλαδή;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κουρέλια φόρεσες στους βασιλιάδες να φαίνονται για λύπηση.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ε, και; Κακό έκανα μ' αυτό;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Έμαθαν οι πλούσιοι να μην θέλουν να κάνουν ευεργεσίες στο έθνος αλλά ντύνονται κουρέλια
και κάνουν το φτωχό. Και κλαίγονται.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ναι μα τη Δήμητρα!
Φοράνε τα μάλλινα από πάνω και τα αρχοντικά από κάτω και πάνε για ψαράκι!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τους έμαθες εξάλλου να είναι φαφλατάδες και αναιδείς.
Άδειασαν τα γυμναστήρια. Συνέχεια κάθονται.
Ακόμα και οι κωπηλάτες αντιλένε στους άρχοντες.
Όσο ζούσα όμως αυτά δεν τα ήξερα, δεν απιστούσαν, αλλά έκαναν τη δουλειά τους.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ναι μα τον Απόλλωνα!
Έκαναν τη δουλειά τους και την έκαναν καλά.
Τώρα μόνο αντιλογία είναι και τσαλίμια στο κουπί και το καράβι πάει πέρα δώθε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Και ποιας κατρακύλας δεν είναι αίτιος;
Μαυλίστρες μεσίτρες ανάδειξε και νέες ιέρειες να γεννούν στους ναούς και με τους αδερφούς
τους να σμίγουν και να λεν "η ζωή δεν είναι ζωή".
Έτσι γι' αυτό η πόλη μας γέμισε ψευτοδιαβασμένους δημοπιθήκους και βρωμόλογους που
τον κοσμάκη ξεγελούν και λαμπάδα να κρατήσουν στη γιορτή ούτε ένας δεν μπορεί με την
αγυμνασιά τους.

77
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα το Δία, αγυμνασιά -που μια φορά στα Παναθήναια ξεράθηκα στα γέλια που κάποιος
αργοκίνητος και άσπρος άσπρος και σκυφτός και με παραπάνω κιλά, ξέμεινε τελευταίος και
τρεκλίζοντας και κει στις πύλες του Κεραμεικού οι Κεραμειώτες άρχισαν να τον τσιμπούν και
να τον κοροϊδεύουν,
κοιλιά, πλευρά, παχάκια όλα του τα τσίμπαγαν.
Κι αυτός που μες στο δρόμο τόσο ζορίστηκε... λάκισε και έφυγε σβήνοντας τη λαμπάδα.

ΧΟΡΟΣ
Μεγάλη υπόθεση, ο καβγάς δυνατός και γερός
ο πόλεμος έρχεται.
Δύσκολο έργο η κρίση όταν ο ένας σπρώχνει με δύναμη
και ο άλλος μπορεί δυνατά να πατήσει και να κάνει στροφή να ορμήσει.
Μην κολλάτε όμως όλο στα ίδια
αφού και πολλά και άλλα σοφά χτυπήματα ξέρετε.
Ό,τι έχει ο καθένας να βρίσει
ας βρίσει, ορμήσει, χτυπήσει,
ας πει για παλιά και για νέα
και να μην διστάσει μπρος στα λεπτά και σοφά.
Κι αν φοβάστε πως ο κόσμος με την άγνοια που έχει
δεν το πιάνει το σωστό
μην κουμπώνεστε γι' αυτό. Δεν είναι δα κι έτσι.
Όλοι τους είναι γυμνασμένοι
κι όλοι τους βιβλία έχουν και τα ξέρουν τα σωστά.
Άλλωστε ο χαρακτήρας τους πάντα ήταν άριστος -
και τώρα τον ακόνισαν περισσότερο.
Μη διστάζετε λοιπόν
και πέστε τη σοφία σας να καταλάβει ο κόσμος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πρώτα για τους προλόγους σου λοιπόν -μ' αυτούς αρχίζει η τραγωδία μ' αυτούς θ' αρχίσω το
ξετίναγμα κι εγώ.
Επειδή απ' αυτούς αρχίζει και του λόγου η ασάφεια!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποιας τραγωδίας τον πρόλογο θα... αναλύσεις;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όλους σχεδόν. Και πρώτα της "Ορέστειας".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άντε λοιπόν, ησυχία να κάνει ο κόσμος. Λέγε Αισχύλε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Χθόνιε Ερμή, του θρόνου μου του πατρικού προστάτη,
σωτήρας μου γίνε και σύμμαχος. Στο ζητώ.
Ήρθα στη γη μου και επέστρεψα".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Λοιπόν; Βρίσκεις εδώ λάθος;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πάνω από δώδεκα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα τρεις στίχοι είναι όλοι κι όλοι!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Με είκοσι λάθη ο καθένας!

78
HADJIBABA-2006

(Κάτι πάει να πει ο Αισχύλος)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αισχύλε, σε συμβουλεύω να πάψεις αλλιώς θα πεις κι άλλους απ' αυτούς τους τρεις.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Να σωπάσω εγώ γι' αυτόν;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αν με υπολογίζεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Απ' την αρχή λοιπόν το λάθος το τεράστιο.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Καταλαβαίνεις πως λες βλακείες;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν είναι αυτό το θέμα.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Τι λάθος έκανα, μου λες;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ξαναπές τους στίχους.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Χθόνιε Ερμή, του θρόνου μου του πατρικού προστάτη"

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Στάσου! Τα λέει αυτά ο Ορέστης στον τάφο του νεκρού πατέρα του;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Δε λέω όχι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δηλαδή; Όταν σκότωνε τον Αγαμέμνονα με δόλο η γυναίκα του πρόσφερε προστασία ο
Ερμής;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Δεν εννοούσα τον Ερμή τον ψυχοπομπό αλλά τον Ερμή τον Εριούνιο!
Αυτόν είπε Χθόνιο δείχνοντας ότι την ιδιότητα αυτή την έχει απ' τον ίδιο το Δία!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Α πα πα! Πιο τρομερό το σφάλμα σου αν την χθόνια ιδιότητα την έχει απ' τον πατέρα του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έτσι θα ήταν κληροδότημα η τυμβωρυχία!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Διόνυσε, βαρύ κρασί πίνεις!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες τον άλλο στίχο Αισχύλε.
Κι εσύ Ευριπίδη να προσέχεις τα λάθη.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Γίνε σωτήρας μου και σύμμαχος. Δέομαι.

79
HADJIBABA-2006

Ήρθα στη γη μου και επέστρεψα"

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δυο φορές το ίδιο ο σοφός Αισχύλος;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δυο;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κοίτα το λέει. Θα σ' το δείξω.
"Ήρθα στη γη μου" λέει "και επέστρεψα"!
Το ήρθα και το επέστρεψα είναι το ίδιο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ναι, μα το Δία, σαν να λες στο γείτονά σου
δως μου τη σκαφίδα για το ζύμωμα
ή αν θες τη ζυμωτήρα.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ανοησίες λες το ξέρεις; Δεν λέει το ίδιο πράγμα.
Ο στίχος μου είναι έξοχος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πως έξοχος δηλαδή; Δως μου να καταλάβω.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Ήρθα στη γη μου" θα το πει ένας που απλά έρχεται στη γη του.
Ο εξόριστος όμως λέει "έρχομαι και επιστρέφω".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Καλά λέει, μα τον Απόλλωνα. Εσύ Ευριπίδη τι λες;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Λέω ότι ο Ορέστης δεν "επέστρεψε". Ήρθε κρυφά, χωρίς άδεια.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ναι, μα τον Ερμή, δεν κατάλαβα όμως.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πες άλλον. Τέλειωνε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Πάνω στον τάφο αυτόν επικαλούμαι τον πατέρα να αφουγκραστεί, να ακούσει".

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το ίδιο είναι και το ένα και το άλλο.
"Αφουγκράζομαι" και "ακούω" είναι το ίδιο.
Ξεκάθαρα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σε πεθαμένο μιλούσε κακούργε!
Που και τρεις φορές να πεις, πάλι δεν ακούει!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Εσύ πως τους έφτιαχνες τους προλόγους;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα σου πω.
Κι αν πω κάτι δυο φορές ή αν δεις κοιλιά στο νόημα, φτύσε με.

80
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες. Όχι να σε φτύσω, αλλά πρέπει ν' ακούσω
να κρίνω την ορθότητα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ο Οιδίποδας ήταν ευτυχισμένος κάποτε"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ε, όχι βέβαια! Κακότυχος ήταν από τη φύση του ακόμα, πριν γεννηθεί.
Ο Φοίβος είπε θα σκοτώσει τον πατέρα του.
Πως μπορεί να ήταν ευτυχισμένος ένας τέτοιος;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"... και έπειτα έγινε των αθλίων ο άθλιος".

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ε, όχι μα το Δία! Πως "έπειτα", αφού ποτέ δεν έπαψε να είναι άθλιος;
Που μόλις γεννήθηκε, χειμώνα καιρό, σε πανέρι τον έβαλαν μέσα τον έριξαν να μη μεγαλώσει
φονιάς του πατέρα του -και στον Πόλυβο βρέθηκε ύστερα, με πόδια πρησμένα.
Και έπειτα νέος πια παντρεύτηκε μια γριά.
Που ήταν και μάνα του!
Και ύστερα, ο ίδιος, τυφλώθηκε … μόνος του!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Χαρά στην ευτυχία του!
Ούτε στρατηγός στις Αργινούσες να ήταν.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Χαζά λες. Άψογους τους φτιάχνω τους προλόγους!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Ε, μα το Δία, δεν θα σ' τους ξύσω λέξη προς λέξη.
Αλλά όλους μαζί τους βγάζω σκάρτους.
Με μια λέξη παιχνιδάκι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τους προλόγους μου; Εσύ; Με μια λεξούλα;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Με μία και μόνη.
Έτσι είναι οι στίχοι σου, που στο μέτρο τους ταιριάζει και πουλάκι και σταμνάκι και σακάκι.
Πες να στο αποδείξω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Να τα μας! Να τ' αποδείξεις.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Βέβαια θα στ' αποδείξω!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Άντε λοιπόν Ευριπίδη, να πεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ο Αίγυπτος με τους πενήντα γιους του - όπως λέει ο μύθος, άραξε στο Άργος με το δοιάκι"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
...έχασε το σταμνάκι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

81
HADJIBABA-2006

Αυτό ήταν η λεξούλα παιχνιδάκι; Α να χαθείς!


Πες άλλον πρόλογο Ευριπίδη, να κρίνω πάλι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ο Διόνυσος θύρσους κρατώντας και ντυμένος προβιά, στου Παρνασσού χοροπηδώντας τα
πευκάκια"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Έσπασε τα σταμνάκια!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α! Πάλι μας σακάτεψε το σταμνάκι!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ε, δεν είναι τίποτα.
Στον προλογο αυτό δεν κολλάει τίποτα.
"Άνθρωπος να ευτυχεί δεν υπάρχει.
Ή θα'ναι από ταπεινή γενιά ή δεν θα 'χει βιός κι ας είναι από τζάκι"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Έχασε το σταμνάκι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ευριπίδη!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τέρμα. Φτάνει. Πολύ ζημιά μας κάνει το λεξάκι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μα τη Δήμητρα, τώρα θα δεις.
Τώρα δεν θα 'χει που να το βάλει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έλα. Πες. Να μην κολλήσει πάνω σου το άκι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ο Κάδμος κάποτε, ο γιος του Αγήνορα, την Σιδώνα την άφησε"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
... το σταμνάκι παράτησε!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ε, μα ευλογημένε!
Αγόρασε το αυτό το λεξάκι να μην μας τα χαλά.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το ποιο; Εγώ να τ' αγοράσω;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αν εκτιμάς τον λόγο μου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι. Όχι. Μπορώ να πω πολλούς προλόγους που δεν μπορεί αυτός να προσκολλήσει
το φαρμάκι του.
"Ο Πέλοπας, του Τάνταλου ο γιος, σαν έφτασε στην Πίσα με τα γρήγορα άτια του"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

82
HADJIBABA-2006

Έχασε τα σταμνάκια του!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Είδες; Στα άτια κόλλησε τα σταμνάκια!
Έλα καημένε! Δώσε του δίκιο.
Πάνω από έναν οβολό δεν θα σου στοιχίσει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι. Όχι. Έχω να πω πολλούς προλόγους.
"Ο Οινέας κάποτε απ' το χωράφι του"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Πάει το σταμνάκι του!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ε, μα, πια! Άσε να πω ολόκληρο το στίχο!
"Ο Οινέας κάποτε απ' το χωράφι του πρωτοπαίρνοντας καρπούς για προσφορά!"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Του 'σπασαν τα σταμνιά!

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Στη θυσία πάνω; Ποιος τα έσπασε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Άσε αγαπητέ μου, ας δοκιμάσει και σ' αυτό
"Ο Δίας, όπως η ίδια η αλήθεια κυκλοφόρησε"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα με πεθάνεις, αχ, τώρα δα θα πει
"το σταμνάκι του απώλεσε".
Όπως κοκκινίζει το μάτι με το κριθαράκι έτσι σου κολλάει στον πρόλογο το χεράκι.
Άσε τους προλόγους, έλα στα λυρικά.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Α, σ' αυτά πια θα τον κολλήσω στον τοίχο τέτοιος που είναι και κάνει τα ίδια παντού.

ΧΟΡΟΣ
Α πα πα και τι θα γίνει;
Με καίει η περιέργεια
τι θα βρει να κατηγορήσει
άντρα ποιητή γερό, με τα
πιο πολλά τραγούδια και τα
πιο καλά ως τώρα!
Απορώ για ποιο ψεγάδι θα τον κρίνει πως γιατί
τον πρώτο απ' όλους υμνητή του άνακτα του Βάκχου!
Για αυτόν φοβάμαι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πολύ ωραία βέβαια. Γρήγορα θα φανεί.
Όλα, τώρα, αυτουνού σε ένα θα τα σμίξω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εγώ θα τα μετρώ.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Αχιλλέα της Φθίας, το αντρόφονο έργο ακούς και βοήθεια αχ δεν φτάνεις στο μόχθο"
"Τον πρόγονο του γένους Ερμή τιμούμε εδώ και βοήθεια αχ δεν φτάνεις στο μόχθο"

83
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δύο μόχθοι Αισχύλε. Κι επάνω σου!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Των Αχαιών ενδοξότατε γιε του Ατρέα άρχοντα αχ το μόχθο μας δεν φτάνεις βοήθεια".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τρίτος μόχθος Αισχύλε μου, δικός σου!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Σιωπή! Οι ιέρειες στο ναό της Άρτεμης έφτασαν!
Αχ δεν φτάνεις βοήθεια στο μόχθο μας!"
"Σημάδια του μισεμού των ανδρών φανερώνω
Αχ, βοήθεια δεν φτάνεις στο μόχθο!"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δία Βασιλιά! Τι μόχθοι τι αβάσταχτα!
Άνοιξαν τα νεφρά μου απ' το μόχθο!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι. Πρώτα θα ακούσεις και άλλα λυρικά του που συνοδεύει κιθάρα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τέλειωνε λοιπόν, αλλά μη άλλο μόχθο! Ουφ!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Σαν δίδυμη Αχαιών εξουσία της Ελλάδας η νιότη
τοφλαττόθρα τοφλαθράτ
Σφίγγα κακόχρονη σκύλα στέλνει κυβερνήτη
τοφλαττόθρα τοφλαθράτ
Όρνεο πολέμου με δόρυ στο χέρι εκδίκησης
τοφλαττόθρα τοφλαθράτ
Σκύλες ν' ανταμώσει αεροβάδιστες μαύρες
τοφλαττόθρα τοφλαθράτ
Σύγκλιση όλη στον Αίαντα ενάντια
τοφλαττόθρα τοφλαθράτ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα τι 'ναι αυτό το τοφλαττόθρα;
Οι Πέρσες το λέγαν στο Μαραθώνα που πολέμησες
ή είναι τριγμός μαγκανοπήγαδου;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Σε καλή μεριά το βρήκα σε καλή το έβαλα.
Να μη λες πως κορφολογώ τα ίδια με το Φρύνιχο.
Τούτος όμως όλα τα κλέβει από παντού.
Απ' τα τραγούδια των πορνείων
απ' τα χαζά του Μέλητου
απ' της Καρίας τα επιφωνήματα
και από θρήνους ταφής και τραγούδια χορού.
Γρήγορα θα δείξω, μια λύρα φέρτε ένας...
λύρα; όχι λύρα. Λύρα γι' αυτόν τον άμουσο;
Αυτή που βαράει τα κρόταλα να 'ρθει. Που είναι;

(Έρχεται μια κοπέλα με κρόταλα)

Έλα Μούσα του Ευριπίδη! Εσύ είσαι για τέτοια.


Σε σένα ταιριάζουν τα τραγούδια του.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

84
HADJIBABA-2006

Πάντως αυτή η μούσα ποτέ της δεν βαριόταν!

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Αλκυόνες, στης θάλασσας στα αέναα κύματα
που κελαηδάτε δίπλα,
βρέχοντας στις στάλες της θάλασσας
τα φτερά σας δροσίζοντας
και σεις αράχνες στις γωνιές
που γυροφέρνετε με τα λεπτά σας δάχτυλα
τα ιστοπαγιδέματα
- σαΐτα κελαηδούσα -
και το δελφίνι με τραγούδι
στις πρώρες δίπλα με πηδιές
τινάζεται προμαντεύοντας
αμπέλου βέργα ολάνθιστη
που κάνει τσαμπί και
πνίγει μαράζια,
τύλιξε τα χέρια σου
γύρω μου, ω κόρη".
Το μέτρο αυτό το βλέπεις;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Το βλέπω.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Και τους στίχους τους βλέπεις;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τους βλέπω.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Και τέτοιους στίχους κάνοντας εσύ
τολμάς να βρίζεις τους δικούς μου
μαϊμουδίζοντας μοτίβα ποζάτα;
Τα λυρικά σου τέτοια είναι.
Θέλω όμως και τις μονωδίες σου
να σου τις ξετινάξω.
"Ω της νύχτας μαυρόφεγγο
σκότος, τι άθλιο
όνειρο στέλνεις
απ' τον Άδη τον άφαντο,
ψυχή ονείρου άψυχη
παιδί της μαύρης Νύχτας
φριχτόμορφη μορφή
νεκροσαβανωμένη
μάτια αίμα στάζοντας
μεγάλα νύχια έχοντας.
Βάγιες ανάψτε το λυχνάρι
φέρτε νερό στις στάμνες ποταμίσιο
να ζεστάνω να πλύνω τ' όνειρο.
Ω θεέ της θάλασσας! Να!
Ω σύνοικοι, κοιτάξτε το τέρας!
Τον κόκορα μου άρπαξε η Γλύκη
και έγινε άφαντη!
Νύμφες των βουνών
Ω Μανία! Πιάστε την!
Κι εγώ η άμοιρη έτυχα να 'μαι
πάνω στο έργο μου
τ' αδράχτι στα χέρια να γεμίσω

85
HADJIBABA-2006

γυροστριφογυρίζοντας
στην αγορά να προφτάσω
να το πουλήσω την αυγή.
Και πετούσε πετούσε ο κόκορας
με τα φτερά στον αέρα ανάλαφρα
και λύπη μου άφηνε λύπη
και δάκρυα δάκρυα έχυνα
απ' τη λύπη μου έχυνα δάκρυα η δύστυχη!
Όμως ω Κρήτες, τέκνα της Ίδης
με τα τόξα στα χέρια ελάτε
κουνήστε τα πόδια σας κυκλώστε το σπίτι
και η Δίκτυννα κόρη η Άρτεμη
με τα σκυλιά της να έρθει στο σπίτι να ψάξει.
Κι εσύ του Δία κόρη Εκάτη
δίδυμες έχοντας στα χέρια λαμπάδες
Έλα και φέξε μου στης Γλύκης
να μπω να κοιτάξω…"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Φτάνει. Αφήστε τα λυρικά.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Κι εγώ λεω φτάνει. Τώρα στη ζυγαριά
Αυτή θα την κρίνει των δυο μας την ποίηση.
Το βάρος των στίχων μας αυτή θα ζυγίσει.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ελάτε τότε ελάτε κοντά, αφού πρέπει.
Να τη ζυγίσω την Τέχνη σας όπως τυρί.

(Φέρνουν μια ζυγαριά. Πιάνουν θέσεις γύρω)

ΧΟΡΟΣ
Δεν πιάνονται οι ικανοί!
Τούτο πάλι άλλο θαύμα
άλλο αυτό πρωτόφαντο.
Ποιος άλλος άλλο τέτοιο πονηρεύτηκε;
Όποιος να μου το 'λεγε
άλλος που θα το έβλεπε,
δεν θα τον πίστευα
θα νόμιζα ότι λέει ανοησίες.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ελάτε εδώ. Δίπλα στα ζύγια.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ & ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ


Ήρθαμε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πιάστε ένα τάσι ο καθένας, ρίχτε στίχο πάνω του.
Πριν πω "κούκου" μην τ' αφήσετε.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ & ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ


Τα πιάσαμε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ρίχτε στίχο σας πάνω στο τάσι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ποτέ να μην πετούσε το σκάφος της Αργώς..."

86
HADJIBABA-2006

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Ποταμέ Σπερχειέ και βοϊδολίβαδα..."

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κούκου! Αφήστε τα τάσια!
Α! Αυτουνού βαραίνει περισσότερο Ευριπίδη!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Και ο λόγος;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ο λόγος; Έβαλε ποταμό. Τον μούσκεψε τον στίχο
όπως οι έμποροι μουσκεύουν το μαλλί.
Εσύ του έβαλες φτερά.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Άλλον στίχο να πει και να τον ρίξει στο τάσι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ξαναπιάστε τα τάσια.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ & ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ


Τα πιάσαμε.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Δεν έχει η Πειθώ άλλο ναό. Μόνο το λόγο"

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Απ' τους θεούς μόνο ο θάνατος δεν θέλει δώρα"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κούκου! Αφήστε, αφήστε τα τάσια!
Πάλι το δικό του γέρνει. Το θάνατο έβαλε, απ' τα κακά το βαρύτατο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εγώ όμως την Πειθώ. Ωραιότατο στίχο.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Η Πειθώ είναι κάτι ελαφρύ. Δεν έχει νόημα.
Βρες κάτι άλλο απ' τα μεγάλα σταθμά να τραβήξει προς τα κάτω το τάσι.
Κάτι βαρύ πες και μεγάλο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έχω τέτοιο στίχο; Που;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα πω, να δεις, παράδειγμα. "Έριξε τα ζάρια, έφερε δυο άσους και τεσσάρι ο Αχιλλέας"
Λέτε λοιπόν η τελευταία δοκιμή σας.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Ξύλο αρπάζει το δεξί, βαρύ σαν σίδερο..."

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Άρμα στο άρμα πάνω και νεκρός στο νεκρό..."

87
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Σε γέλασε πάλι Ευριπίδη!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πως;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δυο άρματα έβαλε και δυο νεκρούς!
Ούτε εκατό άνθρωποι δεν το σηκώνουν.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Άσε πια το στίχο στίχο. Ας μπει στο τάσι
ο ίδιος, με τα παιδιά και τη γυναίκα του
μαζί και ο Κηφισοφώντας
κι όλες οι τραγωδίες του.
Εγώ στο άλλο τάσι δυο στίχους θα βάλω μόνο.

(Ο Διόνυσος προς τους θεατές)

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Φίλοι μου, δεν θα τους κρίνω.
Δεν θα γίνω εχθρός κανενός.
Τον έναν τον θαρρώ σοφό κι ο άλλος μου αρέσει.

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Δηλαδή; Για κρίση ήρθες, δεν θα κρίνεις;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Κι αν προκρίνω τον έναν;

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Όποιον προκρίνεις παρ' τον και τράβα.
Να πιάσει τόπο ο κόπος σου.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να είσαι καλά. Ελάτε τώρα εσείς κι ακούστε με.
Εγώ κατέβηκα να βρω ποιητή.
Τι θέλω να τον κάνω;
Θέλω να σωθεί η πόλη να γιορτάσουμε.Όποιος λοιπόν δώσει συμβουλή χρήσιμη εις τους
αιώνες,αυτόν θα τον πάρω επάνω. Λοιπόν.

Για τον Αλκιβιάδη πρώτα, τι γνώμη έχετε;Η πόλη είναι μπερδεμένη μ' αυτόν.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όμως ποια γνώμη έχει;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ποια; Τον λαχταρά μα τον μισεί και θέλει να τον έχει.

Να πείτε κι εσείς τη γνώμη σας.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Μισώ όποιον αργεί να ωφελήσει
και για βλάβη βιάζεται
και για τον εαυτό του όλο εφευρίσκει
και για την πόλη απραγεί"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ωραίο, μα τον Ποσειδώνα. Εσύ Αισχύλε;

88
HADJIBABA-2006

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Μη τρέφεις στην πόλη λιονταρόπουλο.
Αν τραφεί και μεγαλώσει...
με τα χούγια του θα πας".

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μα το Δία το σωτήρα, την πάτησα!
Ο ένας το είπε σοφά, ο άλλος καθαρά.

Τώρα θα μου πει τη γνώμη του ο καθένας σας


πως θα ξελασπώσει η χώρα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Να 'βαζε ένας τον Κλεόκριτο φτερά στον Κινησία
να φυσήξει αγέρας, να τους σηκώσει στη θάλασσα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Αστείο θα ήταν, θα γελούσαμε. Το νόημα όμως;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αν γινόταν ναυμαχία και κρατούσαν ξιδερά
θα ράντιζαν με ξίδι τα μάτια των εχθρών
και θα νικούσαμε.
Ξέρω πάντως έναν τρόπο, να τον πω;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Πες.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
"Όταν ό,τι αμφισβητούμε το πιστέψουμε
κι ό,τι πιστεύουμε το αμφισβητήσουμε"

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δηλαδή; Δεν κατάλαβα.
Πες το λιγότερο σοφά αλλά πες το καθαρότερα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αν τους άρχοντες που ψηφίζουμε μαυρίσουμε και τους μαυρισμένους αν ψηφίσουμε,τότε θα
σωθούμε ίσως.
Αφού δυστυχούμε με τους ψηφισμένους δεν θα ευτυχήσουμε με τους μαυρισμένους;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Μπράβο Παλαμήδη μου! Να σοφό κεφάλι!
Ο ίδιος το σκέφτηκες ή ο Κηφισοφών;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εγώ. Ο Κηφισοφών σκέφτηκε το ξίδι.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εσύ Αισχύλε τι λες;

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Πες πρώτα τι ψηφίζει η πόλη τώρα. Ψηφίζει τους καλούς;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Τους καλούς; Αγκάθι της είναι οι καλοί.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Οι άλλοι της αρέσουν;

89
HADJIBABA-2006

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Δεν της αρέσουν. Μη θέλοντας τους έχει.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Πώς να σώσεις τέτοια πόλη, που ούτε
τους καλούς ψηφίζει ούτε τους κακούς μαυρίζει;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Να το βρεις να σε πάρω.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Επάνω θα το πω. Εδώ δεν το λέω.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α, όχι έτσι.
Από εδώ θα τη διακηρύξεις τη διάσωση.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
"Όταν πιστέψουν τη γη των εχθρών τους δική τους
και τη δική τους των εχθρών
και δύναμη τα καράβια
κι αδυναμία τη δύναμη..."

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ωραία! Ο κριτής τα καταπίνει όλα μόνος του.

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Κρίνε λοιπόν.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Θα κρίνω λοιπόν.
Θα διαλέξω όποιον η ψυχή μου θέλει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θυμήσου τους θεούς που ορκίστηκες. Ανέβασέ με.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
"Η γλώσσα μου ορκίστηκε". Τον Αισχύλο θα διαλέξω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι λες βρε απαίσιε, όλων απαισιότατε;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Εγώ; Έκρινα νικητή τον Αισχύλο. Γιατί όχι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τέτοιο αίσχος κι έχεις μάτια και κοιτάς;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γιατί αίσχος, αν δεν είναι αίσχος για τους θεατές;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βρε άπονε, τ' αντέχεις να πεθάνω;

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
"Ποιος ξέρει αν η ζωή δεν είναι θάνατος...
η αναπνοή δείπνο… ο ύπνος δέρμα...".

90
HADJIBABA-2006

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Διόνυσε, τώρα, ελάτε μέσα.

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Γιατί;

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Να σας φιλέψω πριν μισέψετε...

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Α! Ωραία, μα το Δία.
Δε με πειράζει η καθυστέρηση.

(Ο Ευριπίδης φεύγει νικημένος. Ο Διόνυσος με τον Αισχύλο και τον Πλούτωνα μπαίνουν
μέσα)

ΧΟΡΟΣ
Μακάριος ο έχων εγγυημένη φρόνηση.
Πολλά μας το αποδείχνουν αυτό.
Ετούτος μυαλωμένος έδειξε
στο σπίτι του ξαναγυρνά
για το καλό της πόλης όλης
για το καλό του εαυτού του
φίλων του και συγγενών,
διότι είναι γνωστικός.
Μη με το Σωκράτη
μπλα μπλα και χαζομάρες
κάθε μέτρο χάνοντας
και τα καλά σημαντικά
της τραγωδίας παρατώντας.
Παλαβομάρα σκέτη είναι
να χάνεις τον καιρό σου
με μεγαλοστομίες
και με σοφιστείες.

(Ξαναβγαίνουν. Γίνεται προπομπή του Αισχύλου)

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Χαίρε Αισχύλε, στο καλό,
και σώζε την πόλη μας
με σωστές συμβουλές και τους άμυαλους
μυάλωσε - και είναι πολλοί.
Και δώσε στον Κλειοφώντα τούτο το σπαθί
και το σχοινί στους φορατζήδες
Νικόμαχο και Μέρμηγκα
και στα χέρια του Αρχένομου
τούτο εδώ το κώνειο
και πες τους να 'ρθουν γρήγορα
να μην αργοπορούν.
Αν δεν βιαστούν, να πεις, εγώ...
μα τον Απόλλωνα, με σίδερο καμμένο
στάμπα θα τους βάλω
θα τους δέσω τα πόδια
μαζί με τον Αδείμαντο το Λευκολοφίδη
και θα τους σύρω στα βαθιά.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Θα τα κάνω όσα λες.
Και το θρόνο μου δώσε τον
στον Σοφοκλή, να τον έχει

91
HADJIBABA-2006

να τον βρω αν τυχόν συμβεί


να ξανάρθω.
Το Σοφοκλή τον έχω δεύτερο
μετά από μένα.
Και να θυμάσαι καλά
ο πανούργος και ψεύταρος
κι ο βρωμόστομος εκείνος...
ποτέ μην καθίσει στο θρόνο μου
ούτε κατά λάθος.

ΠΛΟΥΤΩΝΑΣ
Φέξτε τον τώρα. Συνοδέψτε τον με άγιες λαμπάδες
τραγουδώντας σκοπούς και τραγούδια δικά του.

(Καθώς ο Αισχύλος - με το Διόνυσο - φεύγει)

ΧΟΡΟΣ
Στον ποιητή που φεύγει και στον πάνω κόσμο πάει
καλό ταξίδι ευχηθείτε θεότητες του Άδη
και στην πόλη δώστε γνώμες ευτυχίας μεγάλης.
Έτσι θα σωθούμε απ' τα δεινά τα βαριά
κι απ' του πολέμου τη φρίκη
κι ο Κλεοφώντας κι ο όποιος άλλος θέλει πόλεμο
τα χωράφια τα δικά τους να πανε ν' αφανίζουν.
ΤΕΛΟΣ

92
HADJIBABA-2006

ΕΙΡΗΝΗ

(ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ 421 π.Χ. β΄ βραβείο)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α
ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β
ΤΡΥΓΑΙΟΣ
ΠΑΙΔΙΑ (κόρες του Τρυγαίου)
ΕΡΜΗΣ
ΠΟΛΕΜΟΣ
ΤΑΡΑΧΟΣ (Γιος του Πολέμου)
ΧΟΡΟΣ
ΙΕΡΟΚΛΗΣ
ΔΡΕΠΑΝΟΥΡΓΟΣ
ΛΟΦΟΠΟΙΟΣ
ΘΩΡΑΚΟΠΟΙΟΣ
ΣΑΛΠΙΓΓΟΠΟΙΟΣ
ΚΡΑΝΟΠΟΙΟΣ
ΔΟΡΑΤΟΠΟΙΟΣ
ΠΑΙΔΙ (Λάμαχου)
ΠΑΙΔΙ (Κλεώνυμου)

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ

Το θέμα της είναι ίδιο με το θέμα της κωμωδίας «Αχαρνείς». Σ’ αυτήν, διακωμωδώντας την
πολυπραγμοσύνη και τη φιλοπόλεμη τάση των Ελλήνων, υποστηρίζει την Ειρήνη, την οποία
διαπραγματεύονταν οι Αθηναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι μετά το θάνατο του Κλέωνα και του
Βρασίδα και η οποία πραγματοποιήθηκε ύστερα από λίγο με το Νικία.
Ο Τρυγαίος, πολίτης της Αθήνας, είναι απελπισμένος από τον αλληλοσπαραγμό Αθήνας -
Σπάρτης και αποφασίζει να ανέβει ο ίδιος στον Δία για να τον ρωτήσει ποιος είναι ο σκοπός
του και αφήνει τις ελληνικές πόλεις να αλληλοσφάζονται. Φτάνει με τον "σκάθαρο" τον οποίο
έκτρεφε από καιρό γι' αυτόν τον σκοπό και βρίσκει τον Ερμή που του λέει ότι ο Πόλεμος είναι
τώρα μόνος του στον Όλυμπο και έχει φυλακίσει την Ειρήνη σε ένα βάραθρο. Ο Τρυγαίος
αποφασίζει να την απελευθερώσει και να την φέρει πάλι στη γη.

(Το σπίτι του Τρυγαίου με το στάβλο δίπλα. Δυο υπηρέτες ζυμώνουν κοπριές, τις φέρνουν
στο στάβλο - ταΐζουν ένα μεγάλο σκαθάρι, τον "σκάθαρο")

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Φέρε φέρε την κοπριά γρήγορα για το σκάθαρο.

93
HADJIBABA-2006

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Να την, δωσ' την του να σκάσει και ποτέ να μη φάει πιο νόστιμη.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Δώσε κι άλλη, από καβαλίνα να 'ναι.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Να την. Παρ' την. Την έφαγε κιόλας την άλλη που του έδωσες;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Την πήρε στα μεγάλα πόδια του, τι στριφογύρισε και χλαπ! Αμάσητη την κατέβασε. Γρήγορα
όμως φτιάχνε, φτιάχνε συνέχεια πολλές!!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Άνθρωποι κοπρολόγοι, πάρτε τα γρήγορα, γιατί μα τους θεούς θα πνιγώ από τη βρώμα

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Κι άλλην! Κι άλλην δώσε κι άλλην.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Πάρε. Αχ! Μόνο για ένα λέω πως δεν θα με κατηγορήσει κανείς,
και δεν θα πει ότι πλάθοντας τρώω κι εγώ.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Αχ, αχ, φέρε, φέρε κι άλλην, πλάθε κι άλλες!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Μα τον Απόλλωνα, όχι πια άλλες!
Πάνω απ' τη σκάφη είμαι πόση ώρα, δεν μπορώ άλλο!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Θα πιάσω και θα σύρω κοντά μου, εδώ, αυτή τη σκάφη.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Στον κόρακα κι εσύ και η σκάφη μαζί σου!
Ε, μα το Δία, κάποιος αν ξέρει ας μου πει
που θα βρω μύτη χωρίς ρουθούνια.
Άλλη δουλειά πιο βρώμικη δεν υπάρχει
να ζυμώνεις ακαθαρσίες να τα τρώει ο σκάθαρος!
Γιατί άλλο γουρούνι ή σκυλιού ή ανθρώπου αμέσως τα τρώει.
Μα τούτος εδώ είναι πολύ ψηλομύτης - κι αλλιώς
δεν τα τρώει αν δεν του τα ζυμώσεις μια ολόκληρη μέρα
σαν της γυναίκας τις αφράτες φραντζόλες.
Όμως θα ανοίξω κρυφά το πορτάκι, να δω αν τρώει ακόμα.

(Ανοίγει σιγά σιγά την πόρτα και βλέπει)

Τρώγε τρώγε μη σταματάς! Μέχρι να σκάσεις!


Αχ πως τρώει ο σιχαμένος.
Σκύβει και χώνει το κεφάλι
με χέρια και δόντια το γυροφέρνει, να έτσι,
σαν παλαμάρια στην προβλήτα οι ναύτες!
Αηδία και σίχαμα και βρωμιά ατελείωτη.
Ποιος θεός το 'στειλε δεν ξέρω.
Η Αφροδίτη αποκλείεται. Ούτε οι Χάριτες.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Τότε ποιανού είναι τούτο το τέρας;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄

94
HADJIBABA-2006

Δεν μπορεί να 'ναι του Κεραύνιου Δία.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος θεατής νεαρός εξυπνάκιας,
να ρωτούσε "τι είναι; τι νόημα βαθύτερο έχει ο σκάθαρος;"
Και δίπλα του κάποιος διαβασμένος θαρρώ
θα του 'λεγε ίσως "Μπηχτές για τον Κλέωνα, μάλλον!
Έτσι και κείνος καταπίνει τις βρωμιές του".

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Β΄
Να πάω όμως μέσα να ουρήσω να πιεί.

(Πηγαίνει)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Κι εγώ θα πω στα παιδιά για το έργο
και στους νιους και στους άντρες
και στους πιο μεγάλους άντρες
και σ' αυτούς που καμώνονται πως όλα τα ξέρουν.
Το αφεντικό μου τρελάθηκε - όχι όπως οι άλλοι!
Καινούρια είναι η τρέλα του.
Κοιτά όλη μέρα τον ουρανό χαζοχάσκοντας
και βρίζει το Δία και λέει
"Δία Δία! Που το πας Δία, άσε τη σκούπα!
Μη τη σαρώνεις την Ελλάδα ολόκληρη"!
Α! Μη τώρα. Μη! Σωπάτε!
Νομίζω φωνάζει.

(Ακούγεται η φωνή του Τρυγαίου)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δία! Τι θα τον κάνεις τον κόσμο μας!
Τη λατρεία σου σβήνεις - τελείωσες
αν τις διαλύσεις όλες τις πόλεις σου!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Να το κακό που σας έλεγα! Να!
Την καταλάβατε την τρέλα του τώρα.
Να σας πω τι πρωτόπε όταν πρωτοάρχισε.
Αναρωτιόταν και έλεγε "πως θα μπορούσα
να φτάσω, πως, αμέσως στο Δία;"
Και ύστερα έφτιαχνε σκαλίτσες λεπτές και σκαρφάλωνε πάνω τους,
μέχρι που τσάκισε το κεφάλι του πέφτοντας
και χτες - σε απόγνωση - δεν ξέρω πως
έφερε έναν τρανό σκατομπούμπουλα της Αίτνας - τεράστιο,
να τον φροντίζω μ' ανάγκασε
κι αυτός τον ημέρωνε σαν πουλαράκι
και τον κανάκευε κι έλεγε.
"Πηγασάκι μου. Πέτα μου. Πάρε με και πάμε στο Δία αμέσως".
Τώρα θα σκύψω να κοιτάξω τι κάνει.

(Κάνει να σκύψει να δει, αλλά ο Τρυγαίος προβάλλει καβάλα στο τεράστιο σκάθαρο)

Πω πω ο δύστυχος! Ελάτε γειτόνοι!


Ο αφέντης τραβάει καβάλα στο σκάθαρο! Μετέωρος πάει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ήσυχα ήσυχα σκάθαρε, ήρεμα.
Μη τόσο φορτσάρεις
απ' την πρώτη στιγμή,

95
HADJIBABA-2006

θα ιδρώσεις και θα κουραστούν τα φτερά σου.


Και μην ξεφυσάς ικετεύω. Βρωμάς.
Αν θέλεις ξεφύσημα ν' έμενες σπίτι.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Δέσποτα άνακτα! Κουνιέται πολύ!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σώπα! Σώπα!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Γιατί πετάς άδικα ψηλά στον ουρανό!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Για το καλό των Ελλήνων πετώ.
Μηχανεύτηκα πρωτάκουστο τόλμημα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Γιατί πετάς; Παλάβωσες άδικα!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σιωπή και ευλάβεια - και
μην κακομελετάς. Μίλα με δέος.
Πες στον κόσμο να σωπάσουν και να χτίσουν καινούργιους κοπρώνες.
Και να βάλουν τάπες.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Δεν θα σιωπήσω αν δεν μου πεις που πας να πετάξεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στον ουρανό, για το Δία. Τι άλλο!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Τι έχεις στο νου σου;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να τον ρωτήσω για τους Έλληνες όλους τι πάει να τους κάνει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Κι αν δεν σου πει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα τον καταγγείλω ότι προδίνει την Ελλάδα στους Μήδους.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Α, μα το Διόνυσο! Ποτέ όσο ζω!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν γίνεται αλλιώς.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Α΄
Αχ αχ παιδάκια φεύγει ο πατέρας σας.
Σας αφήνει παντέρημα.
Στον ουρανό ανεβαίνει κρυφά.
Ικέτεψε τον πατέρα σας δύστυχα!

(Βγαίνουν οι δυο μικρές κόρες του Τρυγαίου)

ΚΟΡΗ
Πατερούλη αλήθεια;

96
HADJIBABA-2006

Ακούστηκε μια φωνή στο σπίτι,


μας αφήνεις και φεύγεις, πετάς με τα πουλιά και πας μακριά;
Τι είναι πατέρα; Πες την αλήθεια αν μας αγαπάς.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κρίνετε εσείς κόρες μου. Η αλήθεια με θλίβει
όταν μου ζητάτε "πατερούλη ψωμί"
και φράγκο δεν έχω και ούτε ψίχουλο!
Αν όμως τώρα τα καταφέρω,
στο γυρισμό μου θα έχετε μεγάλη φραντζόλα
και κρεμμύδι μαζί για προσφάγι.

ΚΟΡΗ
Ποιο δρόμο θα πάρεις; Εκεί στα ψηλά καράβι δεν πάει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με φτερωμένο πουλάρι θα πάω, όχι καράβι.

ΚΟΡΗ
Πως σου ήρθε ιδέα σκαθάρι να ζέψεις και να πας στους θεούς;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στους μύθους του Αισώπου, ο Σκάθαρος μόνο
απ' τα πετούμενα όλα πήγε πετώντας.

ΚΟΡΗ
Ψέματα είναι ο μύθος του Αισώπου
- πως ως τους θεούς πήγε ο βρωμοσκάθαρος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πήγε από έχθρα παλιά στον Αετό -
να του φάει τ' αβγά για εκδίκηση.

ΚΟΡΗ
Πήγασο έπρεπε να ζέψεις πατέρα.
Θα φαινόσουν στους θεούς ήρωας τραγωδίας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα θα θέλει διπλάσια τρόφιμα κόρες μου.
Τώρα όμως, με όσα θα τρώω
μ' αυτά θα χορταίνω και τούτον τον σκάθαρο.

ΚΟΡΗ
Κι αν πέσει στη θάλασσα πως θα σωθείς αφού δεν έχει φτερά;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έχω τούτο το πηδάλιο. Γι' αυτό θα μπορέσω.
Το καράβι μου θα είναι Ναξιώτικο σκαθάρι!

ΚΟΡΗ
Ποιο λιμάνι θα σε δεχτεί όταν γυρίσεις;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στον Πειραιά υπάρχει όρμος Κανθάρου.

ΚΟΡΗ
Κοίτα μη λαθέψεις και γκρεμοτσακιστείς.
Κουτσό θα σε πάρει ο Ευριπίδης για θέμα του.
Τραγωδία θα γίνεις.

97
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Το έχω στο νου μου. Χαίρετε τώρα. Φεύγω.

(Οι κόρες του Τρυγαίου μπαίνουν μέσα)

Και σεις θεατές που πασχίζω για χάρη σας


τρεις μέρες ολόκληρες να μην αφοδεύσετε.
Θα το μυρίσει ο σκάθαρος που θα 'ναι πάνω
και θα κατέβει αμέσως να έρθει να το φάει.
Έλα μου Πήγασε, έλα χαρούμενος.
Κούνα τ' αυτιά να βροντούν τα χρυσά χαλινάρια σου.
Ει! Τι κάνεις; Γιατί ανοιγοκλείνεις τα ρουθούνια;
Πέτα ψηλά! Ανέβα με θάρρος
να σε φέρουν γραμμή τα απλωμένα φτερά σου
στο παλάτι του Δία.
Μην τη γυρνάς τη μύτη στις ακαθαρσίες και στις άλλες τροφές σου.

(Βλέπει τάχα κάποιον κάπου)

Ε! συ! Που τα κάνεις εκεί στου Πειραιά στα πορνεία. Αμάν!


Θα με πάρεις στο λαιμό σου, θα χαθώ!
Σκάψε. Σκέπασέ τα!!
Φύτεψε πάνω τους χόρτα και άνθη και μύρα ρίξε τους.
Αν πέσω και πάθω τίποτα
πέντε τάλαντα θα δώσουν για το χαμό μου οι Χιώτες
και θα φταίει ο πισινός σου.
Το φοβάμαι στ' αλήθεια, δεν το λέω για πείραγμα.
Ε! Εσύ! Χειριστή του μηχανήματος! Ε!
Το νου σου, ζαλίζομαι - γουργουρίζει η κοιλιά μου.
Σιγότερα λίγο. Θα χορτάσω το σκάθαρο.
Φτάσαμε όμως, έτσι μου φαίνεται,
βλέπω καθαρά την πόρτα του Δία.
Ποιος είναι στην πόρτα εδώ; Θα μου ανοίξει;

(Έφτασαν στην πύλη, τη χτυπάει. Βγαίνει ο Ερμής)

ΕΡΜΗΣ
Από πού ακούγεται φωνή θνητού; Πω πω Ηρακλή μου!
Τι είναι αυτό το τέρας!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αλογοσκάθαρος!

ΕΡΜΗΣ
Βρωμερέ και θρασύτατε και αδιάντροπε και αισχρέ και αισχρότερε και αισχρότατε!
Πως ανέβηκες αρχιαίσχιστε και ήρθες; Πως σε λένε, πες.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Βρωμερότατος.

ΕΡΜΗΣ
Από ποια γενιά είσαι; Από ποια οικογένεια;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Βρωμερότατος.

ΕΡΜΗΣ
Πατέρας σου, ποιος είναι;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ

98
HADJIBABA-2006

Δικός μου; Ο Βρωμερότατος.

ΕΡΜΗΣ
Αν δεν πεις όνομα, μα τη Γη, όποιος κι αν είσαι, θα πεθάνεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Είμαι ο Τρυγαίος απ' το Δήμο Αθμωνίας,
καλός αμπελουργός
- όχι συκοφάντης και ταραχοποιός.

ΕΡΜΗΣ
Και γιατί ήρθες;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να σου φέρω πεσκέσι τούτα τα κρέατα.

ΕΡΜΗΣ
Αχ καημενούλη, πως ήρθες!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ καλοφαγούλη, έλα φώναξε το Δία
Δεν σου φαίνομαι τώρα βρωμερότατος άλλο;

ΕΡΜΗΣ
Ω! Δεν είναι εδώ. Έφυγαν χτες. Πήγαν αλλού.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Που πήγαν;

ΕΡΜΗΣ
Έφυγαν μακριά.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Που; Σε ποια μεριά της γης;

ΕΡΜΗΣ
Πέρα μακριά κάτω απ' τον ουρανό.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και έμεινες μόνος; Γιατί;

ΕΡΜΗΣ
Φυλάγω των θεών τα πράγματα,
τσουκαλάκια ποτηράκια, σκαμνάκια...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και γιατί έφυγαν οι θεοί;

ΕΡΜΗΣ
Θύμωσαν με τους Έλληνες.
Εδώ στη θέση τους έβαλαν τον Πόλεμο
και σ' αυτόν σας ανάθεσαν, να σας κάνει ό,τι θέλει.
Οι ίδιοι, που έφυγαν, πήγαν στα ύψη
να μην ακούν άλλο τις παρακλήσεις σας πια
και σας βλέπουν να σφάζεστε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και γιατί μας τα κάνουν αυτά;

ΕΡΜΗΣ

99
HADJIBABA-2006

Επειδή προτιμάτε τον πόλεμο, είπαν,


αν και συχνά σας έσπρωξαν να φιλιώσετε.
Μα όταν οι Λάκωνες νικούσαν λιγάκι...
"ναι, μα το θεό, οι Αττικοί θα το πληρώσουν"
έτσι θριαμβολογούσαν
και αν κάτι καταφέρνατε εσείς οι Αττικοί
και έρχονταν οι Λάκωνες τότε για ειρήνη,
λέγατε ευθύς "μα την Αθηνά, μα το Δία, δεν πειθόμαστε.
Αν κρατήσουμε την Πύλο θα μας ξαναρθούν".

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ναι... ο χαρακτήρας μας έτσι είναι.

ΕΡΜΗΣ
Γι' αυτό δεν ξέρω αν θα ξαναδείτε την ειρήνη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Που να πήγε τώρα;

ΕΡΜΗΣ
Την έριξε ο Πόλεμος σε ένα βαθύ πηγάδι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σε ποιο;

ΕΡΜΗΣ
Σε τούτο εδώ κάτω. Και βλέπεις τι πέτρες
έριξε πάνω, για να μην την πάρετε έξω ποτέ.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πες μου για μας τι έχει στο νου του;

ΕΡΜΗΣ
Δεν ξέρω. Αποβραδίς όμως έφερε ένα γουδί τόοοοσο μεγάλο...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι να το κάνει τέτοιο γουδί;

ΕΡΜΗΣ
Σκέφτεται να στουμπίσει τις πόλεις σας μέσα.
Φεύγω όμως τώρα, εξάλλου θα βγει, ακούω θόρυβο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ, αχ ο έρμος, να φύγω κι εγώ.
Τρίψιμο γουδιού άκουσα μέσα...
Πολεμιστήριο σάλπισμα!

(Ο Ερμής φεύγει, ο Τρυγαίος παραμερίζει. Βγαίνει ο Πόλεμος με το τεράστιο γουδί)

ΠΟΛΕΜΟΣ
Ω θνητοί! Θνητοί πολυβάσανοι!
Τα σαγόνια σας τώρα θα τα σπάσω, θα σκούξετε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Απόλλωνα αφέντη! Τι μεγάλο γουδί!
Και πόσο άγριο είναι το μάτι του Πολέμου!
Αυτός είναι εκείνος ο τρομερός και παχύδερμος
με τις μεγάλες ποδάρες
που μπροστά του τα κάνουμε;

100
HADJIBABA-2006

ΠΟΛΕΜΟΣ
Αλίμονο Πρασιές, άθλιες και τρισάθλιες
και δεκατρισάθλιες! Σήμερα θα χαθείτε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν είναι για μας προς το παρόν. Δεν βαριέσαι!
Για τους Λάκωνες είναι.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Αλί σας Μέγαρα Μέγαρα!
Θα σας στουμπίξω όλα πατόκορφα τώρα.
Σκορδαλιά θα σας κάνω!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πω πω τσουχτερά μεγάλα σαν κορόμηλα δάκρυα έβαλε στους Μεγαριώτες!

ΠΟΛΕΜΟΣ
Ω Σικελία! Κι εσύ τωρα χάνεσαι!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ τι πόλη δύστυχη! Τρίμμα θα γίνει!

ΠΟΛΕΜΟΣ
Δώσε να περιχύσω και τούτο το μέλι της Αττικής.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άλλο μέλι βάλε, όχι αττικό. Πανάκριβο είναι.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Παιδί, παιδί μου Τάραχε! Έλα.

ΤΑΡΑΧΟΣ
Τι με θέλεις;

ΠΟΛΕΜΟΣ
Άπραγος μένεις. Θα κλάψεις γι' αυτό. Άρπα τη φάπα.

ΤΑΡΑΧΟΣ
Πω πω κατραπακιά! Ωχ! Άρχοντα!
Μήπως έβαλες και σκόρδο στο χτύπημα;

ΠΟΛΕΜΟΣ
Τρέχα να φέρεις το γουδοχέρι γρήγορα.

ΤΑΡΑΧΟΣ
Μόλις χτες ήρθαμε. Δεν υπάρχει γουδοχέρι.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Πήγαινε τρέχα στους Αθηναίους και ζήτα.

ΤΑΡΑΧΟΣ
Τρέχω αμέσως, αλλιώς θα τις φάω.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι κάνουμε τώρα φουκαράκια μου, ε; Μέγας ο κίνδυνος.
Αν έρθει ο Τάραχος και φέρει γουδοχέρι
θα τις ταράξει τις πολιτείες ο Πόλεμος!
Να χαθεί, θεέ Διόνυσε, αχ να μην το βρεί να το φέρει.

(Επιστρέφει ο Τάραχος χωρίς το γουδοχέρι)

101
HADJIBABA-2006

ΠΟΛΕΜΟΣ
Ε, συ!

ΤΑΡΑΧΟΣ
Τι;

ΠΟΛΕΜΟΣ
Δεν το φέρνεις το γουδοχέρι;

ΤΑΡΑΧΟΣ
Εκείνο που γουδοχέριαζε ο Τομαράς την Ελλάδα το έχασε η Αθήνα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δέσπονα σεβάσμια Παλλάδα!
Τι καλά που χάθηκε πάνω στην ώρα εκείνο
πριν να μας περιχύσει τούτος με σκορδαλιά!

ΠΟΛΕΜΟΣ
Τρέχα και πάρε φέρε άλλο, απ' τη Σπάρτη.

ΤΑΡΑΧΟΣ
Αμέσως αφέντη.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Και γρήγορα πίσω.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φίλοι μου, τι θα πάθουμε! Δύσκολα τα πράγματα.
Όποιος από σας έτυχε να μυηθεί
στης Σαμοθράκης τα Καβείρια μυστήρια
τώρα να ευχηθεί
να σπάσει τα πόδια του αυτός που πήγε.

(Επιστρέφει πάλι ο Τάραχος χωρίς γουδοχέρι)

ΤΑΡΑΧΟΣ
Αχ συμφορά μου, συμφορά μου αλίμονο!

ΠΟΛΕΜΟΣ
Τι είναι πάλι; Πάλι δεν το φέρνεις;

ΤΑΡΑΧΟΣ
Πάει και της Σπάρτης το γουδοχέρι!

ΠΟΛΕΜΟΣ
Πως βρε πανούργε;

ΤΑΡΑΧΟΣ
Το δάνεισαν στα μέρη της Θράκης και έπειτα το έχασαν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Καλά έκαναν, αχ! Μακάρι για καλό μας. Θάρρος θνητοί.

ΠΟΛΕΜΟΣ
Σύρ' τα μέσα τούτα τα αγγεία!
Θα μπω να φτιάξω γουδοχέρι μόνος μου.

(Ο Πόλεμος μπαίνει. Ακολουθεί ο Τάραχος. Φανερώνεται τώρα ο Τρυγαίος)

102
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τώρα ταιριάζει το τραγούδι του Δάτη
που έλεγε κάποτε μέσα στη μεσημεριάτικη ζέστη
"αχ τι καλά και γλυκά και ευφρόσυνα"!
Τώρα Έλληνες είναι καλή η ευκαιρία
να γλιτώσουμε απ' τις μάχες και τα δύσκολα
και την Ειρήνη τη γλυκιά να ανασύρουμε,
πριν μας προλάβει άλλο γουδοχέρι.
Ω γεωργοί και τεχνίτες και έμποροι
και ξένοι και μέτοικοι και νησιώτες και άλλοι.
Όλος ο κόσμος. Όλοι ελάτε.
Πάρτε και τρέξτε. Με σκοινιά και λοστούς!
Τώρα καιρός να αρπάξουμε πάλι
της καλής μας θεάς τις χαρές και τις γλύκες.

(Έρχονται Αθηναίοι γεωργοί και άλλοι. Είναι ο Χορός - μπαίνει με χορό και τραγούδια)

ΧΟΡΟΣ
Όλοι πρόθυμοι εδώ, γραμμή για τη σωτηρία!
Να βοηθήσουμε Πανέλληνες όσο ποτέ
δίχως όπλα παρατάξεις και αιματηρά χτυπήματα.
Τούτη η μέρα έλαμψε αντιπολεμική.
Πες λοιπόν τι πρέπει και κάνε και οδήγα,
δισταγμοί και σιωπές δεν πρέπουν σήμερα.
Με σχέδιο και μόχθο να τη σύρουμε πρέπει
να λάμψει στο φως
η θεά η τρισμέγιστη και φίλη του Βάκχου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πάψτε να φωνάζετε από τη χαρά σας!
θα τον αγριέψουνε τον Πόλεμο πάλι και θα βγει.

ΧΟΡΟΣ
Χαιρόμαστε που ακούσαμε τέτοια είδηση.
Δεν μας καλούν να πάμε για πόλεμο
- με τροφή για τρεις μέρες...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φυλαχθείτε απ' τον Κέρβερο εκείνο
μη μας εμποδίσει τη θεά ν' ανασύρουμε,
με φωνές και χειρονομίες, όπως όταν ζούσε.

ΧΟΡΟΣ
Λίγο να τη βάλω στο χέρι εγώ...
και κανείς δεν μπορεί να την πάρει. Χι χι...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σταματήστε τις φωνές, αλλιώς καταστρέφομαι.
Θα βγει και θα τα πατήσει όλα αυτά που κάνουμε.

ΧΟΡΟΣ
Να βγει να τα πατήσει να τα κάνει ανάστα.
Εμείς θα χαιρόμαστε, δεν σταματάμε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Συμφορά! Τρελαθήκατε! Για όνομα των θεών
μην τη χαλάτε ωραία δουλειά για χορούς και πηδήματα.

ΧΟΡΟΣ
Η χαρά τα σπρώχνει να χορεύουν τα πόδια μου,

103
HADJIBABA-2006

δεν τα σπρώχνω εγώ.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μη άλλο τώρα, σταματήστε τους χορούς.

ΧΟΡΟΣ
Κοίτα με. Σταμάτησα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σταματάς, αλλά χορεύεις!

ΧΟΡΟΣ
Τούτο το βήμα μόνο και τέλος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άντε αυτό. Αυτό και σταμάτα.

ΧΟΡΟΣ
Αφού έτσι χαίρεσαι, δεν θα χορέψουμε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Χορεύετε όμως.

ΧΟΡΟΣ
Τούτο το βήμα το δεξί και τελειώνουμε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κάντε το κι αυτό μη σας λυπήσω.

ΧΟΡΟΣ
Και τ' αριστερό πάει πακέτο.
Ευφραίνομαι και χαίρομαι και γελώ πολύ
πιο πολύ που γλίτωσα τώρα απ' την ασπίδα
παρά αν ξεντυνόμουνα απ' όλα μου τα γερατειά!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μη χαίρεστε από τώρα, δεν ξέρετε καλά.
Μόνο αν την πάρουμε τότε να χαίρεστε
να ξεσπάτε να γελάτε
να φεύγετε να μένετε
να πηδάτε, να κοιμάστε
στα πανηγύρια να γυρνάτε,
να τρώτε και να πίνετε
και να χασκογελάτε
χαχαχα και χεχεχε.

ΧΟΡΟΣ
Μακάρι να γίνει να δω τέτοια μέρα κάποτε!
Πολλά έως τώρα υπέφερα, δυσκολίες και κόπους
- του Φορμίωνα πάθη -
και στο εξής δεν θα είμαι δικαστής αυστηρός
και σκληρός και κακότροπος όπως ήμουνα πριν,
μαλακό θα με δεις και με γνώμες καινούριες
- δεν θα 'χω γκρίνιες -
αρκετό χρόνο τώρα χανόμασταν, τριβόμασταν
εδώ κι εκεί παντού
σε ασκήσεις και πεδία με ασπίδα και δόρυ.
Τι να κάνουμε τώρα, πες, θα χαρείς.

104
HADJIBABA-2006

Τύχη αγαθή αρχηγό μας σε διάλεξε.

(Ο Τρυγαίος πλησιάζει στο πηγάδι να βγάλει τις πέτρες. Πάνω εκεί βγαίνει ο Ερμής)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άντε να δω πως θα τραβήξουμε τις πέτρες.

ΕΡΜΗΣ
Τι πας να κάνεις μικρέ και παράτολμε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τίποτε το κακό Ό,τι και ο Κιλλικών.

ΕΡΜΗΣ
Χάθηκες κακοδαίμονε!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ό,τι μου τύχει. Ερμής είσαι βέβαια...
κατά τον κλήρο σου θα κάνεις.

ΕΡΜΗΣ
Χάθηκες, αφανίστηκες...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Για πότε λες;

ΕΡΜΗΣ
Τώρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν πούλησα ακόμα τίποτα για να την πάθω.
Ούτε αλεύρι, ούτε τυρί.

ΕΡΜΗΣ
Κι όμως την έπαθες.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και πως δεν το κατάλαβα αυτό το καλό που έπαθα;

ΕΡΜΗΣ
Δεν ξέρεις πως ο Δίας όρισε θάνατο
σ' όποιον πιαστεί να την ξεθάβει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και τώρα θα πεθάνω κι εγώ κατ' ανάγκη;

ΕΡΜΗΣ
Βέβαια.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δάνεισέ μου τότε τρεις δραχμές
να θυσιάσω ένα γουρουνάκι.
Πρέπει να μυηθώ πριν να πεθάνω.

ΕΡΜΗΣ
Δία βροντοκεραύνιε!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Για όνομα των θεών, μη με μαρτυράς! Σε ικετεύω.

105
HADJIBABA-2006

ΕΡΜΗΣ
Δεν θα το κρύψω.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σε εξορκίζω στο κρέας που σου 'φερα πεσκέσι.

ΕΡΜΗΣ
Θα με κάψει ο Δίας αγαπητέ μου
αν δεν το διαλαλήσω και το κρατήσω κρυμμένο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μην το διαλαλήσεις καλέ μου Ερμάκο!
Και σεις βρε, τι πάθατε; Μαρμαρώσατε όλοι;
Παρακαλέστε και σες, αλλιώς θα το πει.

(Μετά την προτροπή αυτή στο Χορό, ο Χορός επεμβαίνει)

ΧΟΡΟΣ
Μη Δέσποτα Ερμή, μην το πεις, μη!
Αν σου πρόσφερα ποτέ παχουλό γουρουνάκι
και το 'φαγες
μην το ξεχνάς σαν το τίποτα τώρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ακούς τι και πως σε ικετεύουν ω Δέσποτα;

ΧΟΡΟΣ
Μην πας ενάντια. Παρακαλούμε θερμά
άσε να τη σύρουμε
άσε να την πάρουμε μεγαλωδόρατε και φιλανθρωπότατε
απ' όλους τους θεούς -
αν του Πείσανδρου την έπαρση και το χαρακτήρα σιχαίνεσαι.
Εμείς, ω άρχοντα, θα σου κάνουμε πάντα
θυσίες και δώρα μεγάλα να χαίρεσαι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ερμή σε ικετεύω, την ικεσία τους ελέησε,
πιο πολύ τώρα σε τιμούν από πριν,
πιο πολύ τώρα κλέφτες απόγιναν.
Και θα σου πω ένα πράγμα δεινό και μεγάλο
που όλους τους θεούς αφορά. Στο κακό τους.

ΕΡΜΗΣ
Πες το, έλα. Ίσως με πείσεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Η Σελήνη και ο Ήλιος ο πανούργος
σας επιβουλεύονται καιρό.
Στους βάρβαρους προδίνουν την Ελλάδα!

ΕΡΜΗΣ
Γιατί το κάνουν τέτοιο πράγμα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Διότι, μα το Δία, εμείς θυσιάζουμε σε σας
και οι βάρβαροι σ' αυτούς
και θέλουν γι' αυτό να μας χαλάσουν ολότελα -
να πάρουν αυτοί τις λατρείες των θεών.

ΕΡΜΗΣ

106
HADJIBABA-2006

Γι' αυτό και αυτοί αλληλοκλέβονται πάντα


και τρώει ο ένας απ' τον κύκλο του άλλου;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ναι, μα το Δία
Γι' αυτό φίλε Ερμή βοήθα μας πρόθυμα
τράβα μαζί να τη βγάλουμε
και θα κάνουμε μεγάλα Παναθήναια για χάρη σου
και όλες τις άλλες γιορτές για τιμή σου,
και Διπόλεια θα κάνουμε και Αδώνια
και οι άλλες οι πόλεις που θα σώζονται, όλες,
θα σε τιμούνε, Ερμή, παντού σαν σωτήρα.
Και πολλά άλλα θα 'χεις.
Και πρώτα απ' όλα τούτο το χρυσό κανατάκι
να το 'χεις, να κάνεις σπονδές.

ΕΡΜΗΣ
Αχ, πάντα τα χρυσαφικά με κάνουν σπλαχνικό.
Έργο σας τώρα! Με τις αξίνες σας γρήγορα
Τραβάτε τις πέτρες!

ΧΟΡΟΣ
Θα τις τραβήξουμε εμείς. Και για χάρη μας, εσύ,
των θεών ω σοφότατε,
για ό,τι πρέπει να κάνουμε δίνε μας τις συμβουλές σου.
Κι ως προς τα άλλα υπηρέτες σου θα είμαστε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα εσύ, γρήγορα κάνε. Κράτα το κύπελλο
να τον γεμίσω κρασί να ευχηθούμε.

ΕΡΜΗΣ
Σπονδές. Σπονδές!
Ησυχία. Ησυχία!

(Κάνουν σπονδές και εύχονται)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με τις σπονδές μας ευχόμαστε
τούτη η μέρα να είναι αρχή μεγάλων καλών
για τους Έλληνες όλους.
Κι όποιος πρόθυμα βοηθήσει
και τραβήξει το σχοινί και τη βγάλουμε
ποτέ του μην πιάσει ασπίδα αυτός.

ΧΟΡΟΣ
Μα το Δία, να περάσει τη ζωή εν ειρήνη
και δίπλα στο τζάκι να κάθεται μαζί με την εταίρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι όποιος καλύτερα τον πόλεμο θέλει...

ΧΟΡΟΣ
Ποτέ του μην πάψει, ω Διόνυσε άνακτα,
να βγάζει απ' τα μπράτσα του βέλη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι όποιος επιθυμεί να αρχηγέψει στον πόλεμο
και δεν θέλει η Δέσποινα να ανέλθεις στο φως...

107
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Να πάθει στη μάχη ό,τι και ο Κλεώνυμος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι αν κάποιος κονταράς ή ασπιδέμπορας
θέλει πολέμους για περισσότερα κέρδη...

ΧΟΡΟΣ
Να τον πιάσουν ληστές και να τρώει κριθάρι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και όποιος θέλοντας αρχηγίες στον πόλεμο δεν βοηθήσει
ή δούλος ζητώντας καιρό να λακίσει...

ΧΟΡΟΣ
Αυτός στον τροχό να δεθεί για μαστίγωμα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και σε μας, τα καλά, ιώ Παιώνια ιω!

ΧΟΡΟΣ
Βγάλε το παιώ, το ιώ λέγε μόνο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ιω λοιπόν, ιώ! Ιώ λέω μόνο.
Στον Ερμή. Ναι, στις Χάρες. Ναι, στην Αφροδίτη
. Ναι, στις Ώρες. Ναι, στον Πόθο. Ναι.
Στον Άρη;

ΧΟΡΟΣ
Όχι. Όχι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μήτε στον Ενυάλιο;

ΧΟΡΟΣ
Όχι. Όχι!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ρίξτε τότε όλοι τα σχοινιά και τραβάτε.

(Ρίχνουν σχοινιά με γάντζους κ.λπ. και τραβούν)

ΕΡΜΗΣ
Έλα! Ωπ!

ΧΟΡΟΣ
Έλα γερά.

ΕΡΜΗΣ
Έλα, ωπ!

ΧΟΡΟΣ
Πιο γερά. Έλα.

ΕΡΜΗΣ
Έλα ωπ... έλα ωπ!

108
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν τραβούν το ίδιο όλοι.
Μην ξεφυσάτε στα ψέματα. Τραβάτε!
Βοιωτοί θα την πάθετε.

ΕΡΜΗΣ
Έλα τώρα!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα ωπ!

ΧΟΡΟΣ
Εμπρός και οι δυο σας. Τραβάτε μαζί μου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν τραβώ και τεντώνω και σκύβω και μοχθώ;

ΧΟΡΟΣ
Τότε γιατί δεν προχωρά η προσπάθειά μας;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Λάμαχε κάθεσαι μπροστά κι εμποδίζεις!
Δεν τα 'χουμε ανάγκη τα λοφία σου βρε άνθρωπε.

ΕΡΜΗΣ
Ούτε και τούτοι οι Αργείοι τραβούσαν.
Γελούσαν με τους άλλους που ίδρωναν - κι όμως
έπαιρναν αλεύρι κι απ' τους μεν κι απ' τους δε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Οι Λάκωνες όμως σαν θηρία τραβούν.

ΧΟΡΟΣ
Όσοι ζουν ειρηνικά δείχνουν προθυμία.
Οι χαλκουργοί εμποδίζουν.

ΕΡΜΗΣ
Κι οι Μεγαριώτες τίποτα. Ανόρεχτα τραβούν,
σαν τα σκυλάκια λαχανιάζοντας εύκολα.
Η πείνα τους αδυνάτισε, μα το Δία.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν κάνουμε τίποτα. Έλα.
Πρέπει όλοι μαζί. Ρυθμικά.

ΕΡΜΗΣ
Έλα ωπ!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα γερά.

ΕΡΜΗΣ
Έλα ωπ!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα, μα το Δία!

ΧΟΡΟΣ
Κάτι λίγο κουνήθηκε!

109
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν είναι ντροπή
άλλοι να τραβούν, άλλοι να εμποδίζουν;
Αργείοι θα τις φάτε!

ΕΡΜΗΣ
Έλα τώρα!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα, ωπ!

ΧΟΡΟΣ
Μερικοί από μας είναι ενάντιοι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όσοι θέλετε ειρήνη να τραβήξετε γερά!

ΧΟΡΟΣ
Κάποιοι όμως εμποδίζουν!

ΕΡΜΗΣ
Εσείς οι Μεγαριώτες δεν πάτε στο διάβολο;
Σας μισεί η θεά που σας ξέρει.
Πρώτοι εσείς την πασαλείψατε σκόρδο.
Και σεις, Αθηναίοι, σταματήστε
να τραβάτε προς την πλευρά αυτή πια.
Έτσι το ρίχνετε το βάρος στους άλλους
σαν να δικάζετε.
Αν θέλετε πράγματι να τραβήξετε την Ειρήνη έξω
τραβηχτήτε λιγάκι κατακεί. Προς τη θάλασσα.

ΧΟΡΟΣ
Εμπρός οι γεωργοί, να τη σύρουμε μόνοι μας.

ΕΡΜΗΣ
Μπράβο. Το τράβηγμα έτσι πάει καλύτερα.

ΧΟΡΟΣ
Το τράβηγμα καλύτερα πάει, μα όλοι να σέρνουν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Οι γεωργοί μόνο σέρνουν. Άλλος κανένας.

ΧΟΡΟΣ
Έλα τώρα. Έλα όλοι.

ΕΡΜΗΣ
Όλοι μαζί. Κοντεύουμε.

ΧΟΡΟΣ
Λίγο ακόμα! Όχι λάσκα. Πιο γερά. Πιο γερά.

ΕΡΜΗΣ
Έτσι μπράβο. Τελειώνει.

ΧΟΡΟΣ
Έλα τώρα ωπ! Έλα όλοι ωπ!
Έλα ωπ ωπ ωπ.

110
HADJIBABA-2006

Έλα όλοι. Όλοι ωπ! Ωπ! Ωωωπ!

(Ανασύρεται η Ειρήνη με την Οπώρα και τη Θεωρία μαζί)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ω Σεβάσμια σταφυλόδωρη! Πώς να σε πω!
Που να βρω λόγο, να σε προσφωνήσω,
πώς να απαριθμήσω τα χιλιάδες σου χαρίσματα!
Δεν είχα προετοιμαστεί.
Χαίρε Οπώρα! Χαίρε Θεωρία!
Τι όμορφη είσαι Θεωρία μου! Αχ!
Η πνοή σου γλυκιά... την ψυχή μου ευφραίνει
σαν μύρου φάντασμα. Και απόλεμος βίος!

ΕΡΜΗΣ
Απ' το γυλιό του στρατιώτη δεν βγαίνει ίδιο μύρο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σίχαμα του εχθρού το γυλιό το απαίσιο.
Εκείνο βρωμάει κρεμμυδόξινο ξέρασμα
και τούτη ευωδιάζει καρπούς και δεξίματα
και γιορτές και φλογέρες και τσίχλες,
σκοπούς του Σοφοκλή και του Ευριπίδη τραγούδια...

ΕΡΜΗΣ
Θα μετανιώσεις που ψεύδεσαι. Δεν θέλει η Ειρήνη
τέτοια δικηγορίστικα!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κισσό και τρύγο ευωδιάζει και γλυκοβελάσματα
και κόρφο γυναικών που τρέχουν στο λιβάδι
και δούλες μεθυσμένες και κρασοκανάτες χύμα
και όλα τα καλά.

ΕΡΜΗΣ
Έλα τώρα, άκου τις πόλεις τι λεν μεταξύ τους,
που φίλιωσαν τώρα και γελούν τρισχαρούμενες
κι ας έχουν ακόμα μελανιές και σημάδια
στο κορμί και στο πρόσωπο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κοίτα και τα πρόσωπα τούτων των θεατών
να καταλάβεις την τέχνη τους.

ΕΡΜΗΣ
Πω πω δύστυχος!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τον βλέπεις εκεινον, που φτιάχνει τα κράνη,
να τραβά τα μαλλιά του;

ΕΡΜΗΣ
Εκείνος όμως που φτιάχνει αξίνες;
Του οπλουργού τα μούτρα τα στραβομουτσούνιασε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι ο δρεπανάς; Τον κοιτάς πόσο χαίρεται
τον κονταρά που μουτζώνει;

ΕΡΜΗΣ

111
HADJIBABA-2006

Έλα τώρα, πες στους γεωργούς να πηγαίνουν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άκουσε κόσμε.
Οι γεωργοί να πάρουν τα σύνεργα τώρα
και να παν στα χωράφια τους
δίχως ακόντια και ξίφη και δόρατα.
Όλα πια τώρα γέμισαν πάλι γλυκούλα ειρήνη.
Ο καθένας σας τώρα στη δουλειά στο χωράφι του
εμπρός τραγουδώντας.

ΧΟΡΟΣ
Ω μέρα πόθου των γεωργών και δικαίων!
Σε είδα και χαίρομαι.
Και θέλω να χαιρετήσω τις συκιές και τ' αμπέλια
που φύτεψα μόνος μου
και χρόνια πολλά τα λαχταρά η ψυχή μου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τώρα τις θεές να ευχαριστήσουμε
που μας έσωσαν από Γοργόνες και κράνη
κι έπειτα να βρούμε κάτι παστό
καλό για προσφάγι
και γραμμή στα χωράφια μας ύστερα.

ΕΡΜΗΣ
Ω Ποσειδώνα! Ωραίος ο κόσμος!
Πηχτός σαν ζυμάρι και σαν άρωμα γρήγορος!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα το Δία, λάμπει η τσάπα σαν πανοπλία
και τα δίκρανα αστράφτουν στον ήλιο!
Τα αυλάκια στ' αμπέλια ν' ανοίξουν καλά.
Κι εγώ λαχταρώ να βρεθώ στο χωράφι
και σαν τρίαινα πάνω του τη δικέλλα να παίξω
μετά από χρόνια.
Τώρα το φαγοπότι το παλιό θυμηθείτε
που η Ειρήνη μας έδινε τα χρόνια εκείνα,
τα μύρτα, τα σύκα, το κρασί το ολόγλυκο
την ιτιά στο πηγάδι, τις ελιές
- αχ λαχτάρα -
και για όλα ετούτα
τη θεά προσφωνήστε.

ΧΟΡΟΣ
Χαίρε που ήρθες στους γιορταστές σου γλυκιά μας.
Έλιωνα για σένα, απ' τα βάθη της ψυχής μου ήθελα
να συρθώ στα χορτάρια.
Δώρο παμπόθητο το ύψιστο ήσουν
για μας που περνούσαμε τη ζωή στα χωράφια.
Τα αγαθά σου μας έδινες,
στον καιρό σου, παλιά, πολλά σου μας χάριζες
γλυκά και αναίμακτα,
για τους αγρότες ήσουν ψωμί και σωτήρας.
Για σένα τ' αμπέλια και οι νέες συκιές
και όλα της γης, θα χαρούν και θα λάμψουν.
Που ήταν όμως όλα τα χρόνια η θεά μακριά μας;
Πες μας να μάθουμε καλέ μας θεέ.

112
HADJIBABA-2006

ΕΡΜΗΣ
Γεωργοί μυαλωμένοι, νιώστε τα λόγια μου
αν θέλετε να μάθετε πως χάθηκε η Ειρήνη.
Την αρχή την έκανε ο Φειδίας που έφταιξε
και μετά ο Περικλής, απ' το φόβο του μήπως
η κλεψιά του Φειδία πέσει επάνω του
- καθώς και σας ήξερε πόσο δαγκώνετε -
πριν φτάσει και πάθει μηδέ το ελάχιστο,
την πόλη πυρπόλησε.
Μικρούλα σπιθούλα το μεγαρίτικο ψήφισμα
και φούντωσε τόσος ξεφυσώντας ο πόλεμος
που όλοι οι Έλληνες - οι εδώ και οι εκεί -
απ' τον καπνό καταδάκρυσαν.
Και μαράθηκαν τ' αμπέλια μόλις το άκουσαν
και το ένα πιθάρι κλώτσησε το άλλο
και κανένας δεν έμπαινε ανάμεσά τους
και η Ειρήνη χανόταν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα τον Απόλλωνα, αυτά δεν τα ήξερα!
Ούτε και άκουσα πως ο Φειδίας είχε τέτοια σχέση!

ΧΟΡΟΣ
Ούτε εγώ. Τώρα μονάχα. Γι' αυτό, άρα, είναι
τόσο πανέμορφη.. επειδή είναι συγγενής του.
Αχ πολλά δεν ξέρουμε.

ΕΡΜΗΣ
Και τότε οι πόλεις που στο πέλμα τις είχατε
επειδή τον τριγμό των δοντιών τον άκουσαν
και είχαν το μίσος ανάμεσα
απ' το φόβο των φόρων τα μηχανεύτηκαν όλα
να τα κάνουν ενάντιά σας -
γι' αυτό δωροδόκησαν τους ισχυρούς Σπαρτιάτες,
που κι αυτοί παραδόπιστοι και πάντα μεγάλες
κάνουν προς τους ξένους απάτες
αδιάντροπα την Ειρήνη την έδιωξαν
και τον πόλεμο άρπαξαν.
Έτσι, για κέρδος, τους γεωργούς τους συμφόριασαν,
αφού τα καράβια σας που πήγαν στα μέρη τους
να πάρουν εκδίκηση
των αγαθών γεωργών τα σύκα κατάτρωγαν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δίκαια έκαναν. Και μένα αφού τη συκιά μου
εκείνοι την εκοψαν...

ΧΟΡΟΣ
Δίκαιο ήταν, μα το Δία. Και σε μένα ρίξαν πέτρες,
τις κυψέλες μου χάλασαν, εκατό κιλάκια μέλι.

ΕΡΜΗΣ
Κι έπειτα ο λαός απ' τα χωράφια που έτρεξε και
μπήκε στα τείχη,
την κοροϊδία που έπεφτε δεν τη έβλεπε
κι αφού λείπαν τα σύκα και σταφύλια δεν είχαν
βλακοστράφηκε όλος στους πολιτικούς, που το ξέρουν
οι φτωχοί δεν μπορούν και δεν έχουν ψωμί -
και με φωνές σαν δικράνες τη θεά μας την
έδιωχναν - που από αγάπη για τη γη της

113
HADJIBABA-2006

μόνη της ερχόταν


και όσους από τους σύμμαχους ήταν γεροί και χορτάτοι
σε δίκες τους έσερναν
ότι τάχα συμφωνούσαν στου Βρασίδα τα σχέδια.
Κι ύστερα εσείς σαν σκυλιά τους δαγκώνατε
διότι η πόλη φοβοκίτρινη και άπραγη
τις κατηγόριες που κάποιος αμόλαγε, όλες,
με χαρά τις κατάπινε.
Και οι σύμμαχοι βλέποντας τι χτύπημα πάθαιναν,
με χρυσάφι το στόμα των κατηγόρων βούλωναν
και τους έφτιαχναν πλούσιους
και η χώρα ρημάζοντας κι εσείς πέρα βρέχει.
Κι όλων ο φταίχτης ο δερματέμπορας ήταν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ πάψε, πάψε αφέντη Ερμή. Μη λες.
Ας τον στον Άδη τώρα που είναι,
δεν είναι με μας πια - σε σένα ανήκει
και που λες ότι ήταν και πανούργος - σαν ζούσε -
και φαφλατάς καταδότης και ταραξίας κι αρπάχτρας,
όλα τα λες σε δικό σου ενάντια.
Γιατί σιωπάς όμως σεβάσμια Ειρήνη, πες.

ΕΡΜΗΣ
Στους θεατές δεν μιλάει.
Τα έχει μαζί τους για τα δεινά που της έκαναν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δυο λέξεις να πει μόνο. Σε σένα.

ΕΡΜΗΣ
Πες μου τι σκέφτεσαι γι' αυτούς, αγαπημένη.
Έλα του πολέμου η άσπονδη. Έλα. Ακούω.

(Ο Ερμής σκύβει στο αυτί της Ειρήνης και μιλά και ακούει)

Αυτό; Το κατάλαβα!
Ακούστε γιατί σας έχει παράπονο.
Ήρθε, λέει, μετά απ' την Πύλο, από μόνη της ήρθε
και έφερε κιβώτιο γεμάτο συνθήκες
και σεις τη χουγιάξατε!
Τρεις φορές τη χουγιάξατε στην Εκκλησία του Δήμου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σφάλαμε. Συγνώμη.
Τότε το νου μας τομάρια τον τύλιγαν.

ΕΡΜΗΣ
Ακούστε να πω και κάτι που ρώτησε.
Ποιος ήταν στην πόλη δηλωμένος εχθρός της
και ποιος ήταν φίλος της
και τέλος να μπει στον πόλεμο βιάζονταν;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φίλος της για καιρό ήταν ο Κλεώνυμος!

ΕΡΜΗΣ
Και στον πόλεμο πως κάνει;

114
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Καλό παλικάρι, μα όχι και τόσο σαν τον πατέρα του.
Μόλις τον καλέσουν του πέφτουν τα όπλα του, πλαφ!

ΕΡΜΗΣ
Και τώρα να σας πω τι ρωτούσε προ ολίγου.
Στην Πνύκα λέει τώρα ποιος κρατάει το βήμα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο Υπέρβολος διευθύνει.

(Η Ειρήνη μόλις άκουσε αποστρέφεται)

Ε, συ. Τι κάνεις; Γιατί στρέφεις το κεφάλι;

ΕΡΜΗΣ
Αποστρέφεται το δήμο.
Αηδίασε που διάλεξε αυτόν για προστάτη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα δεν θα τον έχουμε προστάτη καθόλου.
Δεν είχαμε, απλά, επίτροπο τώρα.
Ο δήμος ήταν γυμνός.
Στη γύμνια μας επάνω τον ζωστήκαμε!

ΕΡΜΗΣ
Πως θα προκόψει η πόλη με τέτοια; Έτσι ρωτά.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα αποφασίζουμε καλύτερα πες της.

ΕΡΜΗΣ
Με ποιον τρόπο;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Λυχναράς είναι αυτός. Στο σκοτάδι ως τώρα.
Τα ψηλαφούσαμε μόνο.
Τώρα όμως όλα στο φως θα τα βλέπουμε.

ΕΡΜΗΣ
Ω! Ω! Τι μου λέει άλλο να ρωτήσω!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι;

ΕΡΜΗΣ
Πολλά! Και κείνα που άφησε τότε που έφυγε!
Και πρώτα για το Σοφοκλή, ρωτάει τι κάνει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Καλά είναι πες. Έπαθε όμως κάτι παράδοξο.

ΕΡΜΗΣ
Τι;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Από Σοφοκλής καταντάς Σιμωνίδης!

ΕΡΜΗΣ
Σιμωνίδης, πως;

115
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Γέρος αν και είναι και ετοιμόρροπος
όμως για το κέρδος κολυμπάει στην ψάθα.

ΕΡΜΗΣ
Ο Κρατίνος, λέει, ο σοφός, ζει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πέθανε όταν μπήκαν οι Λάκωνες!

ΕΡΜΗΣ
Τι έπαθε, ρωτάει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι; Του έσπασαν το πιθάρι γεμάτο κρασί
κι η καρδιά του δεν άντεξε. Έπαθε συγκοπή.
Και τόσα άλλα πράγματα γίναν στην πόλη!
Γι' αυτό θεά Δέσποινα, ποτέ δεν θα σ' αφήσουμε.

ΕΡΜΗΣ
Έλα τώρα, αφού είναι έτσι,
πάρε την Οπώρα γυναίκα σου κι άντε,
στα χωράφια μαζί της, και ζούπα την
να σου κάνει κρασί.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα καλή μου να σε βάλω στο στόμα μου. Τι λες αφέντη Ερμή, θα με πείραζε λες
που καιρό δεν δοκίμασα;

ΕΡΜΗΣ
Καταπιές χαμομήλι από πάνω κι εντάξει.
Γρήγορα τώρα πάρε και τη Θεωρία
να την πας στη Βουλή - εκεί ήταν πρώτα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Καλότυχη Βουλή, ποιος στη χάρη σου τώρα!
Τρεις μέρες θα ρουφάς βρασμένο πατσά
και θα τρως τα κοψίδια.
Φίλε Ερμή Χαίρε. Σ' αφήνω.

ΕΡΜΗΣ
Κι εσύ άνθρωπέ μου, με το καλό να πας και μη με λησμόνει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σκάθαρε. Έλα. Θα πετάξουμε πίσω στο σπίτι.

ΕΡΜΗΣ
Δεν είναι εδώ, φίλε μου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Που πήγε;

ΕΡΜΗΣ
Στου Δία το άρμα. Κουβαλά τ' αστραπόβροντα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και από πού θα βρίσκει να τρώει ο δύστυχος!

116
HADJIBABA-2006

ΕΡΜΗΣ
θα τρώει του Γανυμήδη την αμβροσία.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και στη γη; Πως θα κατέβω;

ΕΡΜΗΣ
Έλα εντάξει, με τις θεές θα κατέβεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ελάτε κορίτσια! Μαζί μου και γρήγορα.
Πολλοί σας ποθούν και σας προσμένουν οι έρμοι...
(Ο Τρυγαίος με την Οπώρα και τη Θεωρία φεύγουν)

ΧΟΡΟΣ
Πήγαινε στο καλό.
Και μεις όσα σύνεργα για το ξέθαμα είχαμε
στους βοηθούς θα τα δώσουμε φύλαξη να 'χουν,
γιατί πλήθος κλεφτάδες - και αυτό συνήθεια έγινε -
τριγυρνούν στις σκηνές και ψάχνουν σκυμμένοι
να αρπάξουν τα πάντα.
Να τα φυλάτε καλά.
Τώρα θ' ανοίξουμε δρόμο στη γλώσσα
να ξεφορτώσει ο νους στους θεατές όσα έχει.
Όποιος συγγραφέας κωμωδίας βγει στο κοινό
και παινεύεται μόνος του, με τον τρόπο αυτόν,
να τον χτυπούν οι ραβδούχοι.
Εάν όμως πρέπει - και δίκαιο είναι - κόρη του Δία
να τιμήσει κανείς του είδους τον άριστο,
άξιος τότε επαίνου μεγάλου
είναι ο δικός μας ο δάσκαλος μόνο.
Πρώτα που είναι αυτός που σταμάτησε
τα αστεία για ψείρες, και για ρούχα κουρέλια
και για Ηρακλείδες αχόρταγους
που όλο και ζύμωναν και όλο πεινούσαν
και τους δούλους κατάργησε,
στη σκηνή ολοένα που έβγαιναν κλαίγοντας
και συνέχεια το 'σκασαν και έτρωγαν ξύλο
για το λόγο και μόνο ένας άλλος τους σύνδουλος
απ' το ξύλο να πάρει αφορμή να ρωτήσει
κάνοντας πλάκα
"αχ αχ καημένε! το δέρμα σου έπαθε;
μήπως και όρμησε στη ράχη σου βούρδουλας
γερός γουρουνόπετσος και σ' τη χαράκωσε όλην;"
Τέτοιες κρυάδες χοντράδες και βρώμικα αστεία
τα έβγαλε κι έκανε τέχνη μεγάλη
σαν τεράστιο πύργο - με λόγια ωραία
και γερούς στοχασμούς και επιπέδου αστεία.
Ούτε γυναίκα κορόιδεψε, ούτε ανθρωπάκια,
αλλά με ηράκλεια οργή στους μεγάλους ριχνόταν
μέσα από βρώμες βαριές τομαριών κι απειλές βορβορόψυχες.
Και πρώτα απ' όλα στον Καρχαρόδοντα ρίχτηκε
που έβγαζαν λάμψεις τα μάτια του Κύννας
και ολόγυρα σκούζαν εκατοκόλακα στόματα
και οι γλώσσες τους γλείφαν
και που είχε φωνή σαν βουή ρεματιάς
και βρώμαγε φώκια και πισινό καμήλας
και τ' απόκρυφά του άπλυτα σαν τη Λάμια.
Τέτοιο τέρας που είδε δεν τον φόβισε,

117
HADJIBABA-2006

αλλά για σας πολεμώντας και για τ' άλλα νησιά


ακράτητος ήταν,
γι' αυτό τώρα, δίκαιο υπόψη να τα 'χετε
και να του δώσετε ψήφο για πρώτο βραβείο.
Εξάλλου και άλλοτε που πήρε το πρώτο
δεν τριγυρνούσε στις παλαίστρες σαν άλλους τεκνά καμακώνοντας
αλλά μάζεψε τα πράγματά του και αμέσως στο σπίτι του πήγε
λίγους λυπώντας, τους πολλούς κατευφραίνοντας
και αυτό που έπρεπε να κάνει έκανε.
Γι' αυτό πρέπει όλοι με το μέρος μου
να 'σαστε - και άντρες και παιδιά -
και οι φαλακροί παρακαλώ
να συντρέξουν στη νίκη μου.
Αν νικήσω εγώ, όλοι θα λένε
"φέρε στο φαλακρό να πιεί
φέρε μεζέ να πάρει,
μη στερείς τον ποιητή τον γενναιότατο
που έχει μέτωπο αντρίκειο και καθαρό.
Μούσα, έλα διώξε τον πόλεμο και με μένα το φίλο σου, χόρεψε
και τραγούδα για γάμους και γιορτές αθανάτων
και συμπόσια θνητών. Αυτά προστατεύεις.
Κι αν έρθει ο Καρκίνος
να χορέψει με τους γιους του αντίκρυ
μην τον ακούς και μην πας μαζί του
και μάθε πως είναι ορτύκια οικόσιτα, χορευτάδες χοντρόλαιμοι
και γιδίσιες ακαθαρσίες και σωστοί τσαρλατάνοι.
Ο πατέρας είπε πως το έργο που έγραψε
και παραλίγο θα παιζόταν
πήγε απόβραδο και το 'φαγε γάτα.

Ωραία τραγούδια για τις όμορφες Χάριτες


πρέπει να φτιάχνει ο σοφός ποιητής
σαν χελιδόνι που κελαηδεί ανοιξιάτικα
και να μην ανεβάζει έργο ο Μόρτιμος
ούτε ο Μελάνθιος,
που τη στριγγλιάρα φωνή του την άκουσα
όταν ανέβασαν έργο
τραγουδώντας αυτός κι ο αδερφός του - οι δυο.
Γοργόνες τρισλαίμαργες, ψαροφάγες και Άρπυες
λαγνόγριες άγριες με βρώμικες μασχάλες.
Βγάλε και ρίξε τους στα μούτρα ροχάλα
Μούσα θεά - και έλα μαζί μου και γιόρτασε.

(Επιστρέφει ο Τρυγαίος με την Οπώρα και τη Θεωρία. Βγαίνει ένας υπηρέτης)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ δύσκολο να 'ρθεις απ' τους θεούς κατευθείαν!
Τα σκέλη μου πιάστηκαν.
Μικροί ήσασταν από πάνω που έβλεπα
τιποτένιοι φαινόσασταν,
από κοντά που σας βλέπω, πιο τιποτένιοι.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Γύρισες αφέντη;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έτσι άκουσα...

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι έπαθες;

118
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τα πόδια μου πόνεσαν, μεγάλος ο δρόμος.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Πες μου αφέντη...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Το ποιο;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Είδες πουθενά στον αέρα άλλον εκτός από σένα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι. Μόνο δυο τρεις διθυραμβοπλόκες ψυχές.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι έφτιαχναν;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πετούσαν και μάζευαν στιχάκια γεμάτα φως, αέρα, ήχο.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αληθεύει που λένε ότι γίνεται αστέρι όποιος πεθάνει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αληθεύει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τώρα εκεί ποιος είναι άστρο;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο Ίωνας ο Χίος, που έγραψε εδώ το "Αυγερινός"
κι εκεί μόλις πήγε Αυγερινό τον φώναζαν.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τα άστρα που καίγονταν τρέχοντας τι είναι;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πλούσια άστρα επιστρέφουν από δείπνο
και κρατούν φαναράκια και μέσα έχουν φωτιά.
Πάρε όμως τώρα τούτη την Οπώρα και πήγαινε μέσα
και γέμισε νερό τη λεκάνη
και στρώσε γι' αυτήν και για μένα
κρεβάτι - και καν' τα και έλα.
Εγώ στο μεταξύ θα πάω στη Βουλή τη Θεωρία και θα 'ρθω.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Από πού τις πήρες αφέντη;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Από πού; Από τον Ουρανό.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αν και οι θεοί πορνοβοσκούν σαν θνητοί δεν αξίζουν πεντάρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι, αλλά κάποιοι κι εκεί ζουν από τέτοια πράγματα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ

119
HADJIBABA-2006

Πάμε τώρα. Έλα.


Πες όμως αφέντη, τι να της δώσω να φάει;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τίποτε. Ούτε ψωμί ούτε φαΐ θα θελήσει.
Συνήθισε εκεί να τρώει αμβροσία.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Να της δώσω και εδώ κάτι να φάει..

(Ο Οικέτης με την Οπώρα μπαίνουν μέσα)

ΧΟΡΟΣ
Καλότυχος ο γέρος!
Όσα είδε τότε εκεί τώρα εδώ θα τα χαρεί.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι αν με δείτε σαν γαμπρός να λάμπω τι θα πείτε;

ΧΟΡΟΣ
Καλότυχος θα είσαι γέρο
λαμπρός μες στο ξανάνιωμα
με μύρα αλειμμένος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι όταν την χαϊδεύω;

ΧΟΡΟΣ
Τύφλα να 'χουν όλες οι στροφές του Καρκίνου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άδικα τάχα, που σε
σκάθαρο καβάλα τους Έλληνες έσωσα - και
τώρα πάνε στα χωράφια τους ακίνδυνα όλοι
κι άφοβα πήδημα και ύπνο.

(Ξαναβγαίνει ο Οικέτης)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αφέντη η κόρη λούστηκε κι άστραψε
και ψήθηκε η πίτα,
τα σουσαμόψωμα ζυμώνονται και όλα
τα άλλα είναι έτοιμα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα τώρα να πάμε τη Θεωρία στη Βουλή
να την παραδώσουμε όπως πρέπει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αυτήν; Τι λες; Αυτή είναι η Θεωρία
που τότε μεθυσμένοι στη Βραυρώνα τη βαρούσαμε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αυτή είναι. Και δύσκολα την έπιασα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ω αφέντη! Κοίτα τι όμορφη είναι!

(Ο Τρυγαίος προς τους θεατές)

120
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εντάξει. Ποιος από σας είναι τίμιος τώρα
να την πάρει να την πάει στη Βουλή και μάλιστα ανέγγιχτη;
Ε, συ! Τι κάνεις κύκλους με το χέρι σου;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Στήνω αντίσκηνο στα Ίσθμια να μπω μέσα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Λοιπόν; Ποιος θα τη φυλάξει; Έλα κορίτσι μου.
Θα σε πάρω να σε βάλω ανάμεσα τώρα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Εκείνος αφέντη εκεί κάνει νόημα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ποιος;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ποιος; Ο Αριφάδης! Παρακαλά να την πας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μα καημένε αυτός...
Θα γονατίσει μπροστά της θα της πιεί το ζουμί.
Έλα κόρη μου. Βγάλε ακούμπα τα ρούχα σου κάτω. Έτσι.
Βουλή και Πρυτάνεις! Θαυμάστε τη Θεωρία!
Κοιτάξτε αγαθά που σας φέρνω ωραία!
Δείτε πόσο όμορφη είναι!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και θερμή!
Η πυροστιά της Βουλής ήταν εκεί
πριν απ' τον πόλεμο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι από αύριο κιόλας μπορείτε να κάνετε
αγώνες μαζί της.
Πάλη κατάχαμα, από πίσω στα τέσσερα
ή πλάγια πέφτοντας ή και στα γόνατα
και παγκράτιο ακόμα και αλειμμένο με λάδι,
να χτυπάτε τρυπάτε με μπουνιές χωσίματα
και την τρίτη τη μέρα ιπποδρομία θα κάνετε
και άλογο θα καταλικεύει. Το άλογο τ' άλλο
και τα άρματα το ένα πάνω στο άλλο
ανάσκελα φυσώντας και λαχάνιασμα σμίγοντας
και άλλοι στις στροφές θα κείνται
καβαλάρηδες ξέπνοοι.
Δεχθείτε ω Πρυτάνεις τη Θεωρία!

(Την παραδίνει στον Πρύτανη που κάθεται επίσημα μπροστά. Αυτός την παίρνει και την
τακτοποιεί δίπλα του)

Κοιτάξτε τι πρόθυμα την πήρε ο Πρύτανης!


Αν έλεγα παρ' την, χωρίς κέρδος όμως,
δεν θα την έπαιρνες.
Θα προφασιζόσουν τάχα ημέρα αργίας.

ΧΟΡΟΣ
Πόσο χρήσιμος είναι
για όλον τον κόσμο

121
HADJIBABA-2006

ο τέτοιος ο άνθρωπος!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σαν την τρυγάτε θα καταλάβετε καλύτερα ποιος είμαι.

ΧΟΡΟΣ
Και τώρα το δείχνεις.
Φάνηκες και είσαι - για όλους σωτήρας.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα δεις όταν πιείς το γιοματάρι κρασάκι της.

ΧΟΡΟΣ
Μετά απ' τους θεούς θα σ' έχουμε πρώτο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πολλά αξίζω εγώ ο Αθμωνίτης Τρυγαίος.
Τους γεωργούς και τους δημότες
απ' τα φυσικά τους απάλλαξα
και τον Υπέρβολο στρίμωξα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι θα κάνουμε τώρα εμείς;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι άλλο; Θα καθιερώσουμε γιορτή για τη θεά
βράζοντας στις χύτρες διάφορους σπόρους.

ΧΟΡΟΣ
Στις χύτρες, όπως για τον γκρινιάρη τον Ερμάκο;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι να κάνουμε τότε; Θέλετε να σφάξουμε βόδι;

ΧΟΡΟΣ
Βόδι; Όχι! Να μη χρειαστεί βο(δ)ήθεια!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τότε γουρούνα παχιά και μεγάλη;

ΧΟΡΟΣ
Όχι. Όχι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Γιατί;

ΧΟΡΟΣ
Του Θεαγένη η γουρουνίλα θα γεμίσει τον τόπο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι άλλο τότε;

ΧΟΡΟΣ
Αρνί.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αρνί;

ΧΟΡΟΣ
Ναι, μα το Δία!

122
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ναι, αλλά τούτη η λέξη είναι Αθηναϊκή.

ΧΟΡΟΣ
Γι' αυτό ακριβώς! Όταν στην Εκκλησία του Δήμου
κάποιος μας λέει να χωθούμε σε πόλεμο
οι πολίτες φοβισμένοι θα λεν αθηναϊκά
… αρνι-έμαι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Καλά το λες.

ΧΟΡΟΣ
Και να 'ναι μαλακοί ως προς τα άλλα.
Αρνάκια αθώα μεταξύ τους να είναι
και πιο αρνιά να 'ναι στους συμμάχους ακόμα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εμπρός τώρα, έλα. Το πρόβατο βρες
κι εγώ το βωμό, να το ψήσουμε.

ΧΟΡΟΣ
Όλα που θέλει ο θεός και φέρνει η τύχη
γίνονται όλα και το ένα με τ' άλλο
στην ώρα τους έρχονται.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εντάξει είναι. Κι ο βωμός είν' απέξω.

ΧΟΡΟΣ
Γρήγορα τώρα όσο το θείο αγέρι κρατά
μακριά μας τον πόλεμο.
Τώρα ο θεός φανερά το καλό μας χαρίζει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έτοιμο το κριθάλευρο, το στεφάνι κι η μάχαιρα.
Η φωτιά περιμένει, το πρόβατο λείπει.

ΧΟΡΟΣ
Άντε κουνηθείτε άντε
ο Χαίρης θα σας δει
και θα έρθει να παίξει φλογέρα ακάλεστος
κι έπειτα βέβαια αφού θα φυσά και θα κοπιάζει,
φαΐ θα του δώσετε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα. Το αγίασμα πάρε και τη λεκάνη τα πρόσφορα
και φέρε γύρω γύρω το βωμό. Ξεκίνα από τα δεξιά.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αμέσως, εντάξει. Πες κι άλλο. Τελείωσα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φέρε το δαδί, στο νερό θα το σβήσω.
Κάνε γρήγορα. Φέρε τα κριθάλευρα
και πλύσου κι εσύ.
Πάρε τη λεκάνη και ρίχνε στους θεατές τα κριθάλευρα.

123
HADJIBABA-2006

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ρίχνω.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έριξες τώρα;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Όσοι είναι και βλέπουν όλοι τους πήραν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Οι γυναίκες δεν πήραν...

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Θα τους δώσουν το βράδυ οι άντρες τους.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Το ράντισμα τώρα. Ποιος είναι εδώ;
Που είναι επιτέλους εδώ η αφρόκρεμα;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Φέρε σ' αυτούς. Αφρόκρεμα είναι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αυτούς λες αφρόκρεμα;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Δεν είναι; Τόσο τους καταβρέχουμε και ακούνητοι μένουν.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τις ευχές και τα κριθάλευρα γρήγορα.

ΧΟΡΟΣ
Ευχόμαστε τώρα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σεμνή αρχόντισσα θεά
Σεβάσμια Ειρήνη
προστάτρια γάμων και χορών,
τη θυσία μας δέξου.

ΧΟΡΟΣ
Δέξου τη θυσία ω πολυτίμητη θεά
και μην κάνεις ό,τι κι οι μοιχευόμενες κάνουν,
που ανοίγουν κρυφά την εξώπορτα ψάχνοντας
και σκύβουν σκοτώνοντας
και μόλις δει κάποιος τραβιούνται
και ξανασκύβουν σαν φύγει.
Μην κάνεις έτσι κι εσύ, ω θεά!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δείξου στους εραστές σου
ολόκληρη δώσου
που λιώνουμε για σένα,
δεκατρία χρονάκια,
λύσε τις ταραχές και τις μάχες
να σε λέμε Λυσιμάχη,
σταμάτα μας τις γκρίνιες που εφευρίσκουμε συνεχώς
που ξεφωνίζουμε ο ένας στον άλλον.
Ανακάτεψε τους Έλληνες όλους

124
HADJIBABA-2006

πάλι απ' την αρχή


σε φιλίας χυλό, και το νου τους
με πραότητα σμίξ' τον και άφεση,
και να γεμίσει η αγορά ω θεά, μ' αγαθά
και σκόρδα και σύκα και μήλα και ρόδια κι αγγούρια
και κάπες μικρές για τους δούλους.
Και κάνε να δούμε τους Βοιωτούς
να μας φέρνουν χήνες και πάπιες
και τροχίλους και φάσες
και χέλια παχιά Κωπαϊδας,
και να τρέχουμε εμείς
πατείς με πατώ σε να παίρνουμε
Μόρυχο σπρώχνοντας και Τελέα
και Γλαυκέτη και βάλε
και τους άλλους τους λαίμαργους.
Και να έρθει κι ο Μελάνθιος όταν τελειώσουν
και να βάλει τα κλάματα όπως η
Μήδεια, "χάθηκα χάθηκα...
μου τα πήραν όλα τα κρυμμένα στα σέσκουλα".
Και ολόγυρα όλοι να ακούν και να χαίρονται.
Αυτά που του ζητούμε πολυτίμητη δος τα μας.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Πιάσε το μαχαίρι και σφάξε τ' αρνί για θυσία.
Καν' το μερίδες.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν κάνει να σφάξουμε.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι; Γιατί;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν της αρέσουν οι σφαγές της Ειρήνης
ούτε ο βωμός της ματώνεται.
Παρ' το μέσα, εκεί να γίνει η θυσία,
και κόψε τα μπουτάκια του ωραία, και φερ' τα.
Έτσι και το πρόβατο στο χορηγό απομένει.

(Ο οικέτης παίρνει μέσα το αρνί για σφαγή. Ο Τρυγαίος θα ανάψει φωτιά)

ΧΟΡΟΣ
Στην πόρτα να είσαι - να μένεις
και τις σχίζες να βάζεις να καις
και όλα όσα πρέπει να τα κάνεις με τάξη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν σου φαίνεται ότι βάζω τις σχίζες σαν μάντης;

ΧΟΡΟΣ
Έτσι ακριβώς, δεν διαφέρεις σε τίποτα από τους έμπειρους.
Όλα τα κάνεις, όλα που πρέπει ο μυαλωμένος να σκέφτεται
προκομμένα, και με τόλμη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Η σχίζα άναψε, ο Στιλβίδης ζηλεύει.
Και θα φέρω εγώ το τραπέζι, δεν θέλω βοήθεια.

ΧΟΡΟΣ

125
HADJIBABA-2006

Ποιος δεν θα παίνευε άνθρωπο τέτοιο


που ζεύτηκε κι έσωσε την ιερή μας την πόλη;
Οι πάντες και για πάντα
θα σε ζηλεύουν Τρυγαίε.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Οι μερίδες έτοιμες. Στα κάρβουνα τώρα ψήνονται.
Εγώ θα ξαναμπώ για λιχουδιές και εντόσθια.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Θα τα φροντίσω εγώ, μα θα 'πρεπε να 'σαι εδώ.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Εδώ είμαι. Έφτασα. Άργησα μήπως;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ψήσ' τα καλά. Βλέπω και κάποιος φτάνει
φορώντας στεφάνι! Ποιος είναι;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αγύρτης μου μοιάζει, μάντης θα είναι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι. Δεν είναι. Είναι ο Ιεροκλής από τον Ωρεό.
Ο χρησμολόγος.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Τι θα μας πει τάχα;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Για τη θυσία θα πει, θα μας μαλώσει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Όχι. Η τσίκνα του μύρισε και ήρθε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κάνε πως δεν τον βλέπουμε.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Έτσι πρέπει. Εντάξει.

(Μπαίνει ο χρησμολόγος Ιεροκλής)

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Τι θυσία είναι αυτή και για ποιον;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ψήνε εσύ και σιωπή. Και μην απλώνεις στο νεφρό!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Για ποιον η θυσία; Δεν θα μου πείτε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στάζει η ουρά του καλά;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Στάζει καλά, ω σεβάσμια φίλη Ειρήνη.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Κάνε αρχή απ' τη θεά και δώσ' μου και μένα.

126
HADJIBABA-2006

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πρώτα να ψηθεί.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Κοίτα τούτα, είναι ψημένα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όποιος και να 'σαι πολύ ανακατεύεσαι.
Κόβε τις μερίδες εσύ. Που είναι τραπέζι;
Φέρε και κρασί για τη σπονδή.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Η γλώσσα πάει χωριστά.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Το ξέρουμε πως πάει. Εσύ ξέρεις κάτι;

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Αν το πεις.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μη μας μιλάς. Θυσιάζουμε στην Ειρήνη.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Άμυαλοι θνητοί και δύστυχοι! Ω!...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ό,τι λες, στο κεφάλι σου να πέσει!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Που άμυαλα κάνετε ειρήνη, μη ακούγοντας θεούς,
με μαϊμουδοπονηρέματα...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μπου... χα... χα!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Γιατί γελάς;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μου άρεσε τα μαϊμουδοπονηρέματα!!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Και χαζοπούλια, που εμπιστεύεστε
στις αλεπούδες τις πονηρές και μπαμπέσες...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μπα που ν' ανάψει το πλεμόνι σου
σαν τούτη τη φωτιά!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Αν οι Νύμφες δεν γελούσαν το Βάκης
και ο Βάκης τους θνητούς
και μήτε πάλι το Βάκη οι Νύμφες..

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κακόχρονο θα 'χεις αν δεν πάψεις να βασίζεις...

ΙΕΡΟΚΛΗΣ

127
HADJIBABA-2006

Δεν ήταν θέληση θεών να λύσουμε την Ειρήνη...


Έπρεπε πρώτα...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αλάτισε παιδί μου τούτα τα κοψίδια.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δεν θέλουν οι Μακάριοι να λήξει το κακό
πριν ζευγαρώσει με πρόβατο λύκος.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Και πως βρε κατάρατε θα πηδηχτούν
λύκος με πρόβατο; Μπορεί;

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Όσο η βρωμούσα φεύγοντας βρωμάει
και η σκύλα τα κουτάβια της τα γεννάει τυφλά
απ' τη βιασύνη της...
δεν έπρεπε να κλείσετε ειρήνη.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι έπρεπε τότε; Να πολεμάμε συνέχεια
μέχρι να δούμε ποιος από τους δυο μας κλαίει περισσότερο;
Ή να βρούμε τρόπο να γίνουμε αφέντες στην Ελλάδα
κι εκείνοι κι εμείς, αφού το μπορούμε;

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Ο κάβουρας πάντα στραβά θα βαδίζει...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έτσι που έγινε δεν θα τρως άλλο στο Πρυτανείο.
Ούτε πέραση θα 'χεις.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Το καβούκι του αχινού δεν το λειαίνεις...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν θα πάψεις να εξαπατάς τους Αθηναίους;

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Σύμφωνα με ποιο χρησμό κάνατε τη θυσία;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Με τον όμορφο εκείνο χρησμό του Ομήρου:
"αφού του πολέμου τα σύννεφα τα 'διωξαν
κάναν ειρήνη και ανάψαν βωμό
κι αφού τα μπούτια ψήθηκαν
και χόρτασαν εντόσθια
γέμισαν τα ποτήρια και έκαναν σπονδές.
Κι εγώ τα κανόνιζα - και κανένας δεν έδινε
στο χρησμολόγο ποτήρι".

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δεν τα ξέρω αυτά. Δεν τα είπε η Σίβυλλα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ο σοφός ο Όμηρος πανέξυπνα το είπε.
"Άμυαλος κι ανόσιος και άσπιτος είναι εκείνος,
που η ψυχή του αγαπά εμφύλιο πόλεμο".

128
HADJIBABA-2006

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Σκέψου μήπως σε γελάσει με δόλο
και σ' αρπάξει το γεράκι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φύλαγε εσύ τα εντόσθια παιδί μου.
Τα απειλεί ο χρησμός του.
Και φέρε κρασί για τις σπονδές και μεζέδες.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Αν σας αρέσουν οι σπονδές, δώστε μου να ... ρίξω και τη δική μου...

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Σπονδή ! Σπονδή !

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Κάνε και για μένα και δώσ' μου μερίδα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν το θέλουν ακόμα οι μακάριοι θεοί.
Εμείς τις σπονδές κι εσύ ξεφορτώσου μας.
Έτσι ζητούν.
Ω σεβάσμια Ειρήνη, μείνε μαζί μας για πάντα!

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δώσε μου τη γλώσσα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Φάε τη δική σου και φύγε.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Σπονδή!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μαζί με τη σπονδή πάρε και τούτη γρήγορα.

(Τον βαράει)

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Δεν θα μου δώσει κανένας εντόσθια;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Δεν κάνει να δώσουμε πριν ζευγαρώσει λύκος μ' αρνί.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Σας παρακαλώ στα γόνατα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άδικα ικετεύεις φιλαράκο.
Το καβούκι του αχινού δεν το λειαίνεις.
Ελάτε οι θεατές εδώ στα εντόσθια.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Εγώ ; Τι να φάω;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τη Σίβυλλα φάε.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Α! Μα τη Γη! Δεν θα τα φάτε μόνοι σας!

129
HADJIBABA-2006

Στη μέση είναι για όλους. Θ' αρπάξω.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Παιδί χτύπα, χτύπα το Βάκη.

ΙΕΡΟΚΛΗΣ
Επικαλούμαι μάρτυρες!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Κι εγώ. Γιατί είσαι λαίμαργος και αγύρτης!
Χτύπα τον παιδί μου και κράτα μακριά τον αλαζόνα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Χτύπα τον εσύ. Εγώ θα τον ξεφλουδίσω,
θα του βγάλω τις προβιές
που τόσα χρόνια μας γελούσε και τις έπαιρνε.
Βγάλε την προβιά με ψευτομάντη.
Να το κοράκι πως ήρθε απ' τον Ωρεό!
Ξαναπέτα στο Ελύμνιο γρήγορα!

(Ο οικέτης "ξέντυσε" το χρησμολόγο - αυτός έφυγε!)

ΧΟΡΟΣ
Χαίρομαι. Χαίρομαι.
Τέρμα το κράνος,
το τυρί, τα κρεμμύδια!
Δεν μ' αρέσουν οι μάχες
μ' αρέσει το τζάκι
με φίλους, με άντρες
και τα ξύλα να καίνε
καλοκαίρι που τα μάζεψα
καλοκομμένα
και να ψήσω στραγάλια
και γλυκά βαλανίδια
και με τη δούλα να πάω
όσο λούζεται η κυρά.
Το πιο καλό είναι η σπορά να τελειώσει
ο ουρανός να ποτίζει και να πεις σ' ένα γείτονα
"Βρε Κωμαρχίδη, τι κάνουμε τώρα;"
Αφού ο θεός τα φέρνει καλά, θέλω να πω.
Βράσε γυναίκα τρεις κούπες φασόλια
βάλε και στάρι και φέρε και σύκα
και να πάει η δούλα να πει στο Μανή
να 'ρθει απ' το αμπέλι.
Ούτε βλαστολόγημα ούτε βωλοκόπημα
γίνεται σήμερα - λάσπη το χώμα.
Κι από μέσα να φέρει κάποιος την τσίχλα
και τους σπίνους τους δυο.
Και πρωτόγαλα είχα και λαγοκόμματα τέσσερα
εκτός κι αν τ' απόβραδο μπήκε η γάτα
και πήρε το ένα
γιατί άκουσα θόρυβο και φασαρία. Δεν ξέρω.
Φέρε τα τρία απ' τα τέσσερα, άντε,
και δώσε το άλλο στον πατέρα, το τέταρτο.
Και ζήτα από τον Αισχινάδη καρπισμένες μυρσίνες
και πες στο Χαρινάδη - από εκεί θα περάσεις -
να έρθει να πιεί μαζί μας
μια που του θεού η χάρη
το κρασί το πέτυχε.
Όταν ο τζίτζικας

130
HADJIBABA-2006

το γλυκοτράγουδο λαλεί
χαίρομαι κι αποχαζεύω
τα λημνώτικα αμπέλια μου
που γλυκωρίμασαν
- είναι ράτσα πρώιμη -
και τα σύκα να φουσκώσουν
κι όταν γίνουν μέλι γλύκα
τα ζουπώ στο στόμα μου
και πίνω θυμαρόμελο μετά
και τα ανακατεύω.
Κατακαλόκαιρο έτσι
μ' αρέσουν οι ξάπλες
παρά το θεομίσητο στρατηγό μας να βλέπω
με τρία λοφία κι ολοκόκκινη χλαίνη
που καμαρώνοντας λέει "η μπογιά είναι απ' τις Σάρδεις"
κι αν πάει να μπει στη μάχη φορώντας την
κατακόκκινος γίνεται απ' το φόβο κι ο ίδιος
και πρώτος, το σκάζει το λειρί του κουνώντας
σαν αλογοκόκκορας - κι εγώ μένω στην παγίδα.
Και ύστερα στο γυρισμό τα ακάμωτα κάνουν
κι άλλους μας στρατολογούν - μα άλλους
γραφοσβήνουν και δυο και τρεις φορές
... και όλο "αύριο ξεκινάμε".
Και κάποιος που δεν το ήξερε πως πάει για
εκστρατεία - δεν φρόντισε για τρόφιμα -
και ύστερα μπροστά στη Στήλη του Πανδίονα
βλέπει το όνομά του και ανάστατος ορμά
και αρχίζει να κοιτάει γύρω του άγρια.
Τέτοια μας κάνουν εμάς τους αγρότες
- στους αστούς κάνουν τα λιγότερα - αυτοί οι
ριψάσπιδες για θεούς και θνητούς.
Κι αν θέλει ο θεός, λόγο θα δώσουν
που πολύ με αδίκησαν.
Κάνουν τα λιοντάρια στην πόλη
αλλά στη μάχη είναι αλεπούδες.

(Φτάνει ένας με δρεπάνια και κάδους. Είναι ο δρεπανουργός. Μετά ακολουθούν κι άλλοι
επαγγελματίες)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πω πω! Τι κόσμος στο γάμο μου πλάκωσε!
Έλα! Σκούπισε τα τραπέζια με τα λοφία
του κράνους - άχρηστα είναι
και ύστερα άπλωσε πάνω τις τσίχλες
και πίτες και λαγούς και φραντζόλες.

ΔΡΕΠΑΝΟΥΡΓΟΣ
Που είναι ο Τρυγαίος;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ετοιμάζω τις τσίχλες.

ΔΡΕΠΑΝΟΥΡΓΟΣ
Τρυγαίε μου, φίλτατε,
τι καλά έκανες που έφερες την Ειρήνη,
γιατί κανείς μέχρι τώρα δρεπάνι δεν έπαιρνε
- και τζάμπα να το 'δινα -
και τώρα πουλώ χίλιες το ένα
και πεντακόσιες τον κάδο!
Πάρε Τρυγαίε δρεπάνια και κάδους,

131
HADJIBABA-2006

πάρε κι αυτά κι ό,τι θέλεις και χάρισμα.


Απ' τα κέρδη σ' τα φέρνω για το γάμο σου δώρο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Μπράβο καλόπαιδο.
Ας τα και πέρνα στο τραπέζι για φίλεμα.
Έρχεται όμως και κάποιος κατσούφης!
Έμπορος όπλων!

ΛΟΦΟΠΟΙΟΣ
Τρυγαίε, με χαντάκωσες!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι είναι κακόμοιρε; Λοφοαρρώστια σε βάρεσε;

ΛΟΦΟΠΟΙΟΣ
Μου χάλασες το επάγγελμα, μου πήρες το βιος
και τουτουνού κι εκείνου του κονταρά, κι αυτουνού.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι να σου δώσω γι' αυτά τα λοφία;

ΛΟΦΟΠΟΙΟΣ
Τι δίνεις εσύ;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τι δίνω; Ντρέπομαι.
Επειδή όμως το πιάσιμό τους πάνω στο κράνος
έχει ψιλοδουλειά,
σου δίνω μια τσαπέλα σύκα.
Τις θέλω αυτές τις φούντες για τραπεζοσφούγγαρα.

ΛΟΦΟΠΟΙΟΣ
Μπες και φέρε την τσαπέλα.
Απ' το τίποτα καλά τα σύκα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Α πα πα! Φύγε! Στ' ανάθεμα φύγε!
Τριχόπτωση έχουν οι φούντες. Μαδούν.
Ούτε για σύκο δεν θα τις έπαιρνα.

ΘΩΡΑΚΟΠΩΛΗΣ
Τι να τον κάνω τούτον το θώρακα
που ταιριάζει σαν δέρμα πάνω στο σώμα!
Δέκα μνες αξίζει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να μην ζημιώσεις στο κόστος τον παίρνω.
Καλός για βραδυνό δοχείο.

ΘΩΡΑΚΟΠΩΛΗΣ
Πάψε να βρίζεις τα έργα μου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έτσι να τον κρατώ... και τρεις πετρίτσες μαζί μου, εντάξει;

ΘΩΡΑΚΟΠΩΛΗΣ
Και πως θα σκουπιστείς ρε χωριάταρε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ

132
HADJIBABA-2006

Από κείνη την τρύπα θα περάσω το χέρι. Και απ' αυτήν.

ΘΩΡΑΚΟΠΩΛΗΣ
Και απ' τις δύο βρε;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Βέβαια. Να μην τη βουλώσω τη μία
και μου πουν καταργώ κωπηλάτες.

ΘΩΡΑΚΟΠΩΛΗΣ
Καθιστός βρε θα χρησιμοποιείς θώρακα δέκα μνων;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Γιατί όχι; Για πόσο νομίζεις
θα πουλούσα τον πισινό μου;

ΘΩΡΑΚΟΠΟΙΟΣ
Έλα, άντε, φέρε τα χρήματα.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αχ αχ άτυχε! Κρίμα! Με τρυπάει εδώ να!
Στον κόκκυγα πάνω.
Παρ' τον και φύγε. Δεν αγοράζω.

ΣΑΛΠΙΓΓΟΠΟΙΟΣ
Και τούτη τη σάλπιγγα τι να την κάνω;
Μου στοίχισε εξήντα δραχμές.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Χύσε μέσα της μολύβι.
Βάλε κι από πάνω βέργα μακρουλή..
θα φτιάξεις συντριβάνι.

ΣΑΛΠΙΓΓΟΠΟΙΟΣ
Με κοροϊδεύεις;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άκου μια άλλη συμβουλή.
Χύσε μέσα το μολύβι, όπως είπα,
κι από εδώ με το σπαγγάκι κρέμα ζυγαριά
να την έχεις στο χωράφι να ζυγίζεις τα σύκα
που δίνεις στους δούλους σου.

ΚΡΑΝΟΠΟΙΟΣ
Βρωμοδαίμονα βρε με χαντάκωσες!
Πόσο ακριβά μου στοίχισαν τούτα τα κράνη,
και τώρα τι να τα κάνω;
Ποιος θα τα πάρει με την Ειρήνη που έφερες;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να τα πας να τα πουλήσεις στην Αίγυπτο. Άντε.
Είναι καλά να μετρούν το καθάρσιό τους.

ΚΟΝΤΑΡΑΣ
Αλί μας κρανοποιέ! Μεγάλο κακό πάθαμε!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αυτός δεν έπαθε τίποτα.

ΚΟΝΤΑΡΑΣ

133
HADJIBABA-2006

Δεν έπαθε; Τι θα τα κάνει τα κράνη του;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αν μάθει να βάζει μεγάλα χερούλια
θα τα πουλά ακριβότερα τότε.

ΚΡΑΝΟΠΟΙΟΣ
Πάμε κονταρά να φύγουμε.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όχι. Εγώ τα κοντάρια αυτουνού τ' αγοράζω.

ΚΟΝΤΑΡΑΣ
Πόσα δίνεις;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Αν κοπούν στα δυο, τα παίρνω για παλούκια.
Δέκα δραχμές τα εκατό.

ΚΟΝΤΑΡΑΣ
Μας κοροϊδεύουν φίλε. Πάμε.

(Φεύγουν κι αυτοί. Έρχονται δυο παιδάκια, είναι του Λάμαχου και του Κλεώνυμου)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Α, μα το Δία, βγαίνουν και τα παιδάκια των καλεσμένων για τσίσια
- και να προβάρουν τα τραγούδια που θα πουν στη γιορτή.
Έλα αγοράκι μου. Το τραγουδάκι που θα πεις
στάσου εδώ κοντά μου και πες το.

ΠΑΙΔΙ (ΤΟΥ ΛΑΜΑΧΟΥ)


"Να αρχίσω για άντρες σπουδαίους στα όπλα".

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πάψε βρε κακόμοιρο να λες για οπλισμένους!
Ειρήνη τώρα έχουμε, δεν ξέρεις;
Γρουσούζικο είσαι.

ΠΑΙΔΙ
"... που όταν βρέθηκε ο ένας στον άλλον ενάντια
χυμούσαν ακράτητοι
και οι ασπίδες χτυπούσαν με τα κοντάρια..."

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ασπίδες βρε; Πάψε να τις θυμίζεις.

ΠΑΙΔΙ
"... και τότε άκουγες ιαχές και βογγητά..."

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Βογγητά βρε, θα σ' τις βρέξω μα το Δία!
Μη λες για βογγητά και για ασπίδες.

ΠΑΙΔΙ
Τι να πω τότε, πες τι σ' αρέσει.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ότι μοίραζαν το κρέας το μοσχαρίσιο, και τέτοια.
Ότι έστρωναν τραπέζι με τα καλύτερα φαγιά.

134
HADJIBABA-2006

ΠΑΙΔΙ
"... και μοίραζαν τότε κρέας βοδιών
και ξέζευαν τα άτια που έσταζαν ιδρώτα,
αφού πόλεμο χόρτασαν..."

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εντάξει. Χόρτασαν πόλεμο και ύστερα έτρωγαν.
Αυτό να τραγουδάς. Αυτό.
Χορτασμένοι ότι έτρωγαν.

ΠΑΙΔΙ
"... και ντύθηκαν πάλι ασπίδες όταν χόρτασαν..."

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Στα αστεία το έκαναν.

ΠΑΙΔΙ
"... και απ' τα κάστρα ξεχύθηκαν
και βοή ξεσηκώθη μεγάλη πολέμου"!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Άντε να χαθείς παλιόπαιδο ...ανόητο!
Κι εσύ και οι μάχες σου! Ποιανού είσαι βρε;

ΠΑΙΔΙ
Εγώ;

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Εσύ βέβαια.

ΠΑΙΔΙ
Του Λάμαχου είμαι.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Πω πω! Θα έσκαγα αν δεν ήσουν γιος κάποιου
που αγαπάει τον πόλεμο και κλαίει όταν πάει!
Τσακίσου και τράβα να το πεις σε πολεμόχαρους.
Που είναι το αγοράκι του Κλεώνυμου; Έλα.
Τραγούδα κι εσύ κάτι πριν μπεις.
Μυαλωμένου γιος είσαι, δεν θα πεις για πόλεμο.

ΠΑΙΔΙ
"Την ασπίδα μου τη χαίρεται κάποιος Σάιος.
Δίπλα σε θάμνο την πέταξα φεύγοντας
όμορφη ήταν..."

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Βρε, για τον πατέρα σου το λες;

ΠΑΙΔΙ
"... μα τη ζωή μου την έσωσα".

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Τον πατέρα σου ντρόπιασες! Άντε μέσα τώρα!
Γιος πατέρα τέτοιου, δεν θα το ξεχάσεις όταν θα το λες.

(Φεύγουν τα παιδιά. Οι δούλοι βγάζουν έξω τα φαγητά)

135
HADJIBABA-2006

Τώρα δουλειά σας, εσείς που απομείνατε


μάσα γερή και ξεσκόνισμα όλα.
Ριχτείτε επάνω στα φαγιά μας σαν άντρες.
Να ανοιγοκλείνουν οι μασέλες γερά.
Τα δόντια για δουλειά τους το μάσημα έχουν.
Ειδαλλιώς, δεν είναι τίποτα.

ΧΟΡΟΣ
Τη δουλειά μας την ξέρουμε, μα καλή η συμβουλή σου.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ε, πεινασμένοι! Στα λαγοκόμματα εμπρός.
Δεν βρίσκονται πάντα φραντζόλες και πίτες
στο δρόμο αδέσποτες.
Φάτε τις, μπρος, να μη μετανιώσετε.

(Γίνεται το φαγοπότι)

ΧΟΡΟΣ
Τώρα σιωπή και κάποιος να βγάλει έξω τη νύφη
και λαμπάδες να φέρει κι όλοι να εύχονται
και μπράβο να λένε.
Να πάμε ξανά στα χωριά και χωράφια μας
αφού χορέψουμε κι αγαπηθούμε και τον Υπέρβολο διώξουμε
και στους θεούς ευχηθούμε
πλούτο να δίνουν στους Έλληνες
και όλοι τους να 'χουνε στάρι πολύ
και βαρέλια πολλά και γεμάτα
και σύκα να τρώμε
και να γεννούν οι γυναίκες μας
και τ' αγαθά όσοι χάσαμε
να τα μαζέψουμε πάλι
Να πεθάνουν τα όπλα!!!!!!

(Βγάζουν έξω την Οπώρα νύφη)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Έλα γυναίκα μου όμορφη στο χωράφι μαζί, να ξαπλώσουμε!

(Αρχίζει "διάλογος" ανάμεσα στα δυο Ημιχόρια)

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Ύμέναιε! Υμέναιε! Ω!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Ω τρισμακάριε! Ω! Όλα τα αγαθά
σου πρέπουν και τα έχεις.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Υμέναιε! Ω!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Υμέναιε, Ω

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Τι θα την κάνουμε τώρα αυτήν;

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Τι θα την κάνουμε τώρα αυτήν;

136
HADJIBABA-2006

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Θα την τρυγήσουμε.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Θα την τρυγήσουμε.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Το γαμπρό να τον φέρουμε
σηκωμένο στα χέρια
οι προσκεκλημένοι! Εμπρός!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Υμέναιε! Ω!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Υμέναιε! Ω!

(Σηκώνουν τον Τρυγαίο στα χέρια)

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Να ζήσετε καλά
Να μη δείτε πίκρες
Να συκομαζεύετε.

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Υμέναιε! Ω!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Υμέναιε! Ω!

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Β
Αυτός μεγάλος και τρανός

ΗΜΙΧΟΡΙΟ Α
Αυτή γλυκειά σαν σύκο.

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Όταν φας και πιείς πολύ
τότε θα το πεις.

ΧΟΡΟΣ
Υμέναιε ! Ω!

ΤΡΥΓΑΙΟΣ
Ω χαίρετε άντρες χαίρετε!
Κι αν μ' ακολουθήσετε
θα φάτε και φραντζόλα.

ΤΕΛΟΣ

137
HADJIBABA-2006

ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ 392 π.Χ.

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
ΧΟΡΟΣ
ΒΛΕΠΥΡΟΣ (σύζυγος της ΠΡΑΞΑΓΟΡΑΣ)
ΑΝΤΡΑΣ
ΧΡΕΜΗΣ (γείτονας του ΒΛΕΠΥΡΟΥ)
ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ (γυναίκα)
ΓΡΙΕΣ
ΝΕΑΡΗ
ΝΕΑΡΟΣ
ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ

Η Πραξαγόρα, Αθηναία και γυναίκα του Βλέπυρου, πείθει τις γυναίκες της πόλης και τις
οργανώνει να παρουσιαστούν στη Συνέλευση ντυμένες άντρες και με τη διαδικασία της
πλειοψηφίας να ψηφίσουν νόμο για να δοθεί η εξουσία σε αυτές κι έτσι η Αθήνα να δει πάλι
ευτυχισμένες ημέρες.

(Δρόμος. Ακόμα σκοτάδι. Έξω από το σπίτι της η Πραξαγόρα κρατάει αντρικά ρούχα και ένα
λυχνάρι)

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ω φως λαμπρό του πήλινου λύχνου
από τους καλύτερους αγγειοπλάστες φτιαγμένου, πανέμορφου.
Τη γενιά σου θα πω και τη μοίρα σου!
Του τεχνίτη η δύναμη στον τροχό του σε έπλασε,
σαν ήλιος φωτίζει το αναμμένο φυτίλι σου.
Δώσε με τη φλόγα σου το σημάδι, που θέλουμε, τώρα.

Μόνο σε σένα εμπιστευόμαστε


- και εύλογο είναι,
που όταν μας δείχνει η Αφροδίτη τις στάσεις μας
στο κρεβάτι μας δίπλα παραμένεις ακοίμητο
και κανείς δεν σε διώχνει
όταν το σώμα μας ο πόθος το παίρνει.
Μόνο εσύ τρεμορίχνεις το φως σου
στων ιερά μας τα βάθη, τα απόκρυφα
και καψαλίζεις το χνούδι που μόλις ανθίζει

138
HADJIBABA-2006

και παραστέκεις όταν ανοίγουμε κρυφά


τα κελάρια τα ολόγιομα με κρασί και αλεύρι
και βοηθάς και σωπαίνεις - δεν το λες πουθενά.
Γι' αυτό και θα μάθεις τις αποφάσεις που πήραν
στα Σκίρα οι φίλες μου.

(Σταματά και κοιτά γύρω της)

Όμως δεν βλέπω καμιά από αυτές που περιμένω.


Και κοντεύουν χαράματα.
Θα αρχίσει σε λίγο η Συνέλευση του δήμου
και πρέπει να πιάσουμε τις έδρες που είπε
ο Φυρόμαχος κάποτε - αν το θυμάστε ακόμα
"οι γυναίκες πρέπει να κάθονται απόμερα να μην τις βλέπουν οι άντρες".
Τι συμβαίνει όμως;
Δεν έχουν ράψει ακόμα τα γένια τους
ή ήταν δύσκολο να πάρουν τη νύχτα
τα ρούχα του άντρα τους, χωρίς να τις πιάσει;
Α, να! Βλέπω να πλησιάζει ένας λύχνος!
Λες να 'ναι άντρας; Ας κάνω στην άκρη.

(Παραμερίζει λίγο. Πλησιάζει ένα άλλο λυχνάρι - το κρατούν οι γυναίκες που έρχονται
κρατώντας αντρικά ρούχα, παπούτσια και μανδύες)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ώρα να ξεκινάμε. Καθώς ερχόμασταν
για δεύτερη φορά λάλησε ο κόκορας.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Όλη τη νύχτα σας περίμενα ξάγρυπνη.
Κάτσε να φωνάξω και τη γειτόνισσα από δίπλα,
να της ξύσω την πόρτα σιγά με το νύχι
μην καταλάβει τίποτα ο άντρας της.

(Ξύνει την πόρτα, βγαίνει η γυναίκα β΄)

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Πάνω που ντυνόμουνα, άκουσα το ξύσιμο,
ξύπνια ήμουν.
Ο άντρας μου, καλή μου, είναι Σαλαμίνιος
γερός κωπηλάτης...
κι όλη τη νύχτα με ταξίδευε στο στρώμα.
Μόλις τώρα μπόρεσα να πάρω το ρούχο αυτό.

(Καταφτάνουν κι άλλες γυναίκες)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Βλέπω να έρχεται η Κλειναρέτη μπροστά
κι η Φιλαινέτη μαζί κι η Σωστράτη...

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Άντε βιαστείτε. Γιατί η Γλύκη όρισε
αυτή που θα έρθει τελευταία, θα δώσει σαν πρόστιμο,
τρεις κανάτες κρασί και μια πιατέλα στραγάλια.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Δεν βλέπεις την Μελιστρίχη, του Σμικυθίωνα,
που τρέχει, φορώντας αντρικά παπούτσια;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ

139
HADJIBABA-2006

Φαίνεται είναι η μόνη που ξεγλίστρησε εύκολα από τον άντρα της.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και την Γευσιστράτη δεν κοιτάς που έρχεται κρατώντας λαμπάδα στα χέρια;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Βλέπω και την γυναίκα του Φιλοδώρητου και του Χαιρητάδου να έρχονται.
Και πολλές άλλες. Ό,τι καλύτερο υπάρχει στην πόλη.

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Αχ πόσο ταλαιπωρήθηκα να το σκάσω καλές μου!
Ο άντρας μου παράφαγε και όλη τη νύχτα έβηχε.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Καθίστε λοιπόν, να σας ρωτήσω τώρα,
μιας και βλέπω ότι όλες ήρθατε,
κάνατε όλα όσα αποφασίσαμε στα Σκίρα;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Εγώ ναι. Έχω τις μασχάλες μου πυκνότερες
κι από θάμνους.
Κι όσο ο άντρας μου έλειπε στην αγορά
άλειφα το κορμί μου λάδι
και ξάπλωνα να μαυρίσω στον ήλιο.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Κι εγώ τα έκανα. Πρώτα πέταξα από το σπίτι το ξυραφάκι
για να γεμίσω τρίχες, να μη μοιάζω πια με γυναίκα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Έχετε λοιπόν τα γένια που συμφωνήσαμε στη Συνέλευση;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα την Εκάτη! Δεν είναι ωραία αυτή εδώ η γενειάδα;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Ναι. Καλύτερη κι από του Επικράτη.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Εσείς οι άλλες, τι λέτε;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ναι. Όλες γνέφουν καταφατικά.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Βλέπω ότι και τα άλλα είναι όλα εντάξει.
Ρούχα, μπαστούνια, παπούτσια,
όλα αντρικά όπως συμφωνήσαμε.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Πήρα κρυφά και αυτό το ρόπαλο του Λαμία όταν κοιμόταν.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Είναι απ' αυτά που κουβαλώντας τα του φεύγουν πορδές;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ναι μα το Δία το λυτρωτή, μπράβο.
Αν φορούσε και το δέρμα του Άργου δεν θα τον ξεχώριζες από τους επόπτες του δήμου.
Ελάτε όμως, να ετοιμάσουμε και τα υπόλοιπα
όσο ακόμα τα άστρα είναι στον ουρανό.

140
HADJIBABA-2006

Η Συνέλευση, για την οποία ξεκινήσαμε, θα γίνει τα χαράματα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και μα το Δία, πρέπει να καταλάβουμε θέσεις
κάτω από τον βράχο, απέναντι από τους πρυτάνεις.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Γι' αυτό κι εγώ έφερα μαζί μου να γνέσω λίγο μαλλί
μέχρι να γεμίσει καλά η Συνέλευση.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα γνέσεις βρε ανόητη;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Ναι μα την Άρτεμη.
Λιγότερο καλά θα άκουγα γνέθοντας;
Τα παιδιά μου είναι γυμνά, χρειάζονται ρούχα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Εσύ να γνέθεις, ενώ δεν πρέπει να μας καταλάβουν
οι διπλανοί μας;
Καλά θα παθαίναμε, αν όταν γέμιζε η Συνέλευση
κάποια να περνούσε μπροστά από όλους και πετώντας το μανδύα της
να έδειχνε το φύλο της.
Αν όμως πάρουμε τις θέσεις μας πρώτες απ' όλους
και σφίξουμε τα ρούχα μας, θα περάσουμε απαρατήρητες.
Κι αν βάλουμε τα γένια που φέραμε
όποιος να μας κοιτάξει θα μας πάρει για άντρες.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Κι ο Αγύρριος που έβαλε τα γένια του Προνόμου,
ξεγλύστρησε, αν και δεν ήταν καλύτερος από γυναίκα.
Και τώρα τον βλέπεις στα μεγαλύτερα αξιώματα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Γι' αυτό κι εμείς, αυτήν την μέρα που ξημερώνει,
θα τολμήσουμε κι εμείς αυτό το πράγμα.
Μήπως δηλαδή πάρουμε τα την διακυβέρνηση
και γλιτώσει η πόλη -
που τώρα χωρίς κουπιά και χωρίς πανιά ταξιδεύει.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και πως θα βγάλουμε λόγο αφού είμαστε γυναίκες;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα μιλήσουμε και μάλιστα πάρα πολύ καλά.
Άλλωστε οι νέοι όσο περισσότερο κουνιούνται
τόσο καλύτεροι, λένε, είναι στις ομιλίες.
Και σε μας το κούνημα είναι στη φύση μας.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Δεν ξέρω. Κακό είναι που δεν έχουμε εμπειρία.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μα γι' αυτό μαζευτήκαμε εδώ.
Θα μελετήσουμε τι θα πρέπει να πούμε εκεί.
Βάλτε λοιπόν τα γένια σας γρήγορα εσείς που δεν ξέρετε να μιλάτε.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα όλες ξέρουμε να μιλάμε γλυκιά μου!

141
HADJIBABA-2006

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Έλα εσύ! Βάλε τα γένια σου και γίνε άντρας γρήγορα!
Βάζω κι εγώ και παίρνω το στεφάνι
μήπως χρειαστεί να βγάλω κι εγώ λόγο.

(Η α΄ γυναίκα φοράει τη γενειάδα)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αχ γλυκειά μου Πραξαγόρα, για κοίτα!
Δεν είναι λίγο για γέλια;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Γιατί είναι για γέλια δηλαδή;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Σαν να κρεμάσαμε στα σαγόνια μας ροδοψημένες σουπιές!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Εμπρός! Ας κάνει εξαγνισμό ο υπεύθυνος!
Πάτε όλες μπροστά.
Μη μιλάς Αριφράδη. Κάθησε δίπλα.
Ποιος θέλει να βγάλει λόγο;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Εγώ.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Βάλε λοιπόν το στεφάνι και καλή επιτυχία.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Να ! Το έβαλα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μίλα μας λοιπόν.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Χωρίς να πιω θα μιλήσω;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Να τα μας!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα τότε τι στεφανώθηκα;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Φύγε από μπροστά μου. Αυτά θα έκανες κι εκεί;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Γιατί; Δεν πίνουν στη Συνέλευση;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Για άκου την! Πίνουν καλέ;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ναι μα την Άρτεμη! Και μάλιστα αρκετά.
Οι αποφάσεις στη Συνέλευση - αν τις θυμόσαστε -
δεν είναι αποφάσεις πιωμένων ανθρώπων όλες;
Μα το Δία, είναι. Και σπονδές κάνουν.
Αν δεν έχουν κρασί, πως θα τις κάνουν;

142
HADJIBABA-2006

Και βρίζονται μάλιστα, όπως οι μεθυσμένοι, και λένε άλλα αντ' άλλων.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Κάτσε κάτω, δεν κάνεις εσύ για να βγάλεις λόγο.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Καλύτερα μα το Δία να μην είχα γένια.
Θα ξεραθεί ο λαιμός μου από τη δίψα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ποια άλλη θέλει να βγάλει λόγο;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Εγώ.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Έλα να φορέσεις στεφάνι. Ξεκίνα το λόγο.
Εμπρός. Να μιλήσεις όμορφα σαν να ήσουν άνδρας.
Να σκύβεις λίγο και να ακουμπάς στη μαγκούρα.

(Η β΄ γυναίκα φορά το στεφάνι και παίρνει την ανάλογη στάση)

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
"Θα ήθελα να τα λέει αυτά κάποιος άλλος
από τους τόσους που μιλούν όμορφα
κι εγώ να καθόμουν στην ησυχία μου.
Μα όσο μπορώ, δεν θα αφήσω να κτίζουν
στις ταβέρνες, οι κλέφτες
δεξαμενές για νερό!
Μα τη θεά, αυτό δεν το θεωρώ σωστό".

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μα τη θεά; Που είναι το μυαλό σου;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Τι; Γιατί; Δεν σου ζήτησα να πιω.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Πρέπει να πεις "μα το Δία".
Ως προς τα άλλα τα είπες καλά.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Ω! Μα τον Απόλλωνα!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Πάψε τώρα. Δεν πρόκειται να κάνουμε βήμα για τη Συνέλευση
αν αυτά δεν τακτοποιηθούν και ξεκαθαριστούν.

(Η Πραξαγόρα της παίρνει το στεφάνι)

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Φέρε μου το στεφάνι πίσω.
Έχω και συνέχεια να πω.
"Κατά τη γνώμη μου, ω γυναίκες παριστάμενες..."

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Γυναίκες λοιπόν, ανόητη, λες τους άνδρες;

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Α! Φταίει εκείνος, ο Επίγονος.

143
HADJIBABA-2006

Τον είδα και νόμισα ότι μιλώ σε γυναίκες!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Άντε τώρα και κάτσε στην άκρη.
Θα φορέσω το στεφάνι και θα μιλήσω εγώ.
"Παρακαλώ τους θεούς όσα σκέφτομαι, να τα πετύχω".
Τον τόπο μας τον νοιάζομαι όσο κι εσείς,
αλλά λυπάμαι και οργίζομαι
που όλα τα θέματα της πόλης τα βλέπω μέσα στην σαπίλα.
Βλέπω την πόλη μας πάντα κυβερνήτες πονηρούς να βγάζει.
Κι αν ένας μας φανεί καλός μια μέρα τις άλλες δέκα αποδεικνύεται πονηρός.
Κι αν βάλεις άλλον στη θέση του θα κάνει χειρότερα.
Είναι δύσκολο να συμβουλεύεις άνδρες που δεν μπορούν να σκεφτούν σωστά.
Φοβάστε όσους θέλουν το καλό σας και προτιμάτε αυτούς που σας προδίνουν.
Κάποτε, δεν είχαμε Συνέλευση
και όμως τον Αγύρριο τον θεωρούσαμε κακό
και τώρα με τη Συνέλευση
όποιος παίρνει αργύριο τον παινεύει πολύ
και όποιος δεν παίρνει ζητά το θάνατο αυτών που παίρνουν..."

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα την Αφροδίτη, τα λες πάρα πολύ καλά.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δύστυχη. Ορκίστηκες στην Αφροδίτη;
Θα καλοπεράσεις αν το πεις και στη Συνέλευση.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα δεν θα το πω εκεί.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ούτε εδώ να το λες, για να ξεσυνηθίσεις.
"Και για τη συμμαχία που έχουμε τώρα,
τότε, όταν τη συζητούσαμε, έλεγαν κάποιοι,
ότι θα χαθεί η πόλη μας αν δεν γίνει - και έτσι την κάναμε.
Μα έφερε πίκρα σ' αυτούς που την υποστήριζαν
και εκείνος που τους έπεισε εξαφανίστηκε.
Οι φτωχοί πρότειναν να εξοπλίσουμε πλοία
αλλά αντιδρούσαν οι πλούσιοι και οι γεωργοί.
Μισούσατε τους Κορίνθιους κι εκείνοι εσάς.
Τώρα έγιναν καλοί, και εσείς το ίδιο γι' αυτούς.
Άμυαλος ήταν ο Αργείος, και ο Ιερώνυμος ήταν σοφός
Φαίνεται κάποια σωτηρία, αλλά ο Θρασύβουλος είναι μακριά,
και δεν τον προσκαλείτε".

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Τι συνετός αυτός ο άντρας!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Σωστά τον επαίνεσες.
"... και φταίει ο ίδιος ο δήμος γι' αυτά.
Αν και πληρώνεσθε με τα χρήματα του Δημοσίου
ο καθένας κοιτάει το συμφέρον του
και το κοινό συμφέρον χωλαίνει
όπως ο Αίσιμος.
Αλλά αν με ακούσετε, μπορεί να σωθείτε.
Προτείνω λοιπόν να παραδώσουμε την πόλη
στις γυναίκες,
γιατί αυτές χρησιμοποιούμε για να χειρίζονται τις υποθέσεις
των σπιτιών μας και των ταμείων μας".

144
HADJIBABA-2006

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Πολύ σωστά, μα το Δία! Μπράβο!

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Λέγε, λέγε, συνέχισε!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Και το ότι είναι καλύτερες στους τρόπους θα σας το αποδείξω.
Τα μάλλινα πρώτα πρώτα τα πλένουν σε ζεστό νερό,
όπως είναι η συνήθεια από παλιά
και δεν χρησιμοποιούν καινούργιες μεθόδους,
ενώ η πόλη της Αθήνας και αν ακόμη αυτό ήταν καλό
δεν θα το διατηρούσε.
Καθιστές καβουρντίζουν όπως έκαναν και πριν.
Στολίζουν το κεφάλι τους όπως και παλιότερα.
Στα Θεσμοφόρια πάνε όπως και πριν.
Τις πίτες επίσης τις ψήνουν όπως παλιά.
Και όπως παλιά ξεροψήνουν τους άντρες τους.
Όπως παλιότερα επίσης βάζουν στο σπίτι τους
κρυφά τους ερωμένους τους.
Μαγειρεύουν κρυφά δικά τους φαγητά όπως και πριν.
Και το κρασί το ανέρωτο αγαπούν όπως και πριν.
Και τον έρωτα τον χαίρονται όπως έκαναν
όλες οι γυναίκες από παλιά.
Ας μην λέμε πολλά και ας μην διστάζουμε λοιπόν
για το τι θα πράξουμε στο μέλλον,
αλλά με απλά λόγια πρέπει σ' αυτές να παραδώσουμε την πόλη
αφού σκεφτούμε μόνο αυτά,
ότι, επειδή κατ' αρχάς είναι μητέρες των στρατιωτών,
αυτούς θα επιθυμούν περισσότερο να τους σώσουν.
Έπειτα ποιος άλλος θα σκεφτεί
να φέρει φαγητό σ' αυτήν που τον γέννησε;
Και χρήματα θα βρει ευκολότατα η γυναίκα.
Όταν κυβερνάει δεν τη ξεγελάει κανείς ποτέ,
αλλά αυτή συνηθίζει να γελάει τους άλλους.
Θα αφήσω τα άλλα.
Δείξτε μου εμπιστοσύνη και θα είσαστε ευτυχισμένοι.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μπράβο γλυκύτατη Πραξαγόρα.
Τα είπες πολύ καλά! Μα που τα έμαθες;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Από τότε που έγινε διωγμός και πήγαμε να μείνουμε στην Πνύκα
μαζί με τον άντρα μου.
Άκουγα εκεί τους ρήτορες και έτσι τα έμαθα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα τότε δίκαια είσαι και σοφή και καλή ρήτορας.
Εσένα θα βγάλουμε αρχηγό αμέσως όλες οι γυναίκες
αν αυτά που έχεις στο μυαλό σου τα κάνεις και πράξη.
Όμως αν ο Κέφαλος σε κοροϊδέψει
τι θα του απαντήσεις στην Συνέλευση;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα του πω ότι είναι τρελός.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αυτό μάλιστα. Όλοι το ξέρουν.

145
HADJIBABA-2006

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ότι είναι υποχόνδριος.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Κι αυτό το ξέρουν όλοι.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα πω ότι τα τούβλα του τα κάνει στραβά,
αλλά υποστηρίζει ότι ξέρει να κάνει σωστά πράγματα στην πόλη.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Κι αν σε κοροϊδέψει ο τσιμπλιάρης Νεοκλείδης;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα του πω να πάει να κοιτάξει τον πισινό του σκύλου.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Κι αν σε γιουχάρουν με παλαμάκια από κάτω;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα κουνιέμαι κι εγώ σ' αυτό το ρυθμό.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ένα δε σκέφτηκες. Αν έρθουν οι τοξότες
και σε σπρώχνουν με τη βία;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα τους κάνω πέρα με τους αγκώνες μου.
Ναι, έτσι θα κάνω...

(Πλέκει τα χέρια στο στήθος της και δείχνει πως θα το κάνει)

Πάντως δεν πρόκειται να με πιάσουν ποτέ απ' τη μέση.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Αν σε πιάσουν, θα φωνάζουμε να σε αφήσουν.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ωραία λοιπόν όλα αυτά.
Όμως για τούτο δεν φροντίσαμε.
Πως θα θυμηθούμε να σηκώνουμε τα χέρια για ψήφο
αφού συνήθως σηκώνουμε τα πόδια;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δύσκολο, αλλά πρέπει να σηκώνουμε το ένα μας χέρι,
με γυμνό το μπράτσο.
Άντε τώρα γρήγορα, βάλτε τα αντρικά παπούτσια,
να φαίνεσθε σαν άντρες, που πρόκειται να πάνε στη Συνέλευση
ή να βγουν έξω από το σπίτι.
Κι όταν τελειώσετε μ' αυτά, δέστε τα γένια σας.
Και μετά βάλτε τα ρούχα του άντρα σας που του κλέψατε
και στηριγμένες στα μπαστούνια ξεκινάτε για τη Συνέλευση
τραγουδώντας κάποιο παλιό τραγούδι
να μοιάζετε με χωριάτες.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Καλά λες.
Θα είναι κι άλλες που θα πάνε κατευθείαν απ' τα χωράφια τους.

146
HADJIBABA-2006

Να πάμε κι εμείς πριν από αυτές.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Αλλά κάντε γρήγορα.
Γιατί όποιος δεν είναι εκεί πριν από την αυγή
δεν έχει δικαιώματα.

(Η Πραξαγόρα, η Α΄ και η Β΄ Γυναίκα ξεκινάνε. Αυτές που απομένουν σχηματίζουν το Χορό)

ΧΟΡΟΣ
Ώρα μας είναι, ω άνδρες, να πάμε στη Συνέλευση.
Αυτό το "ω άνδρες" πρέπει πάντα να το θυμόμαστε
να μην το ξεχνάμε.
Γιατί ο κίνδυνος είναι πάρα πολύ μεγάλος
αν μας πιάσουν που τολμήσαμε αυτό το πράγμα.
Προχωράμε για τη Συνέλευση τώρα,
ω άνδρες!
Γιατί απείλησε ο θεσμοθέτης
ότι όποιος δεν φτάσει πριν το ξημέρωμα
ή είναι γεμάτος σκόνη,
ή μυρίζει σκόρδο,
ή άπλυτος,
δεν θα πάρει για αμοιβή το τριώβολο.
Ε, συ Χαριτιμίδη
και Σμίκυθε και Δράκη
γρήγορα ελάτε
προσέχοντας μήπως δείξετε τίποτα
απ' όσα δεν πρέπει.
Κι όταν περάσουμε την είσοδο
παίρνοντας τη βεβαίωση,
θα καθίσουμε μαζί όλες, μια ομάδα
και θα ψηφίζουμε ναι σε όσα προτείνουν οι φίλες μας...
Μα τι λέω; Φίλους πρέπει να τους ονομάζω πια.
Πρέπει να τους κάνουμε πέρα αυτούς απ' την πόλη αυτούς
που όταν έπαιρναν μόνον έναν οβολό,
όλοι κάθονταν στο σπίτι και συζητούσαν γύρω από το τραπέζι,
ενώ τώρα που παίρνουν το τριώβολο
σπρώχνονται να μπουν στη Συνέλευση
και όλοι θέλουν να μιλήσουν.
Όταν ήταν αρχηγός ο γενναίος Μυρωνίδης
κανείς δεν τολμούσε
να πληρώνεται για να συζητήσει τις υποθέσεις της πόλης.
Αλλά ο καθένας ερχόταν φέρνοντας το σακουλάκι του
με το ψωμί του, τις ελιές του, δυο κρεμμυδάκια,
και τώρα απαιτούν να παίρνουν το τριώβολο
σαν να είναι εργάτες σε γιαπί και κουβαλάνε τη λάσπη.

(Ο Χορός φεύγει. Εμφανίζεται ο Βλέπυρος, ο άντρας της Πραξαγόρας, φορώντας τα


πασούμια της και μια κίτρινη ρόμπα της)

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τι έγινε; Που είναι η γυναίκα μου;
Κοντεύει να ξημερώσει και δεν τη βρίσκω πουθενά.
Μου ήρθε κόψιμο
και κόντεψα να τα κάνω πάνω μου
προσπαθώντας να βρω τα ρούχα μου.
Μες στο σκοτάδι έψαχνα αλλά δεν μπόρεσα να τα βρω
και επειδή βιαζόμουν, φόρεσα μια ρόμπα της γυναίκας μου
και τα πασούμια της και σέρνομαι τώρα.
Σε ποιο έρημο μέρος να πάω τώρα

147
HADJIBABA-2006

ή είναι βολικά οπουδήποτε μέσα στη νύχτα;


Κανείς δεν θα με δει εδώ.
Αχ ο κακόμοιρος, τι ήθελα να παντρευτώ νέα γυναίκα εγώ ο γέρος;
Είμαι άξιος της τύχης μου!
Δεν βγήκε για καλό τέτοια ώρα από το σπίτι.
Αλλά εγώ πρέπει να ξαλαφρώσω.

(Ο Βλέπυρος "κάθεται". Έρχεται ένας άντρας)

ΑΝΤΡΑΣ
Ποιος είσαι εσύ; Δεν είσαι ο γείτονάς μου ο Βλέπυρος;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ναι μα το Δία, εγώ είμαι.

ΑΝΔΡΑΣ
Τι είναι αυτό το ρούχο που φοράς;
Τον Κινησία ζήλεψες;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Όχι, βγήκα έξω φορώντας πρόχειρα τη ρόμπα της γυναίκας μου.

ΑΝΔΡΑΣ
Και που είναι τα δικά σου ρούχα;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τα έψαχνα στο κρεβάτι να τα βρω αλλά δεν τα βρήκα.

ΑΝΔΡΑΣ
Γιατί δε ρώτησες τη γυναίκα σου να σου πει;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα το Δία δεν είναι μέσα. Βγήκε κρυφά.
Φοβάμαι μην κάνει τίποτα κακό.

ΑΝΔΡΑΣ
Έπαθες τα ίδια με μένα, μα τον Ποσειδώνα.
Κι εμένα μου έφυγε μες στη νύχτα, φορώντας τα ρούχα μου.
Δεν με νοιάζει αυτό, αλλά μου πήρε και τα παπούτσια.
Πουθενά δεν μπόρεσα να τα βρω.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Κι εγώ τα δικά μου, μα το Διόνυσο.
Και αναγκάστηκα για να βγω έξω να φορέσω τα πασούμια της
για να μην τα κάνω πάνω στην κουβέρτα μας.
Επειδή είναι καινούργια.

ΑΝΔΡΑΣ
Τι να συμβαίνει;
Μήπως την κάλεσε κάποια φιλενάδα της για φαγητό;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Έτσι νομίζω. Απ' όσο την ξέρω,
δεν κάνει πονηρές δουλειές.

ΑΝΔΡΑΣ
Αν είναι πονηρές θα το μάθουμε γρήγορα.
Εσύ όμως αργείς, και είναι η ώρα να πάω στη Συνέλευση,
αν πρώτα βρω τα ρούχα μου, εφόσον δεν έχω άλλα.

148
HADJIBABA-2006

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Κι εγώ θα πάω όταν τελειώσω.
Τώρα όμως κάποιο τσόφλι εμποδίζει να βγουν τα φαγητά.

ΑΝΔΡΑΣ
Σαν κι αυτό για το οποίο μίλησε ο Θρασύβουλος στη Σπάρτη;

(Φεύγει ο άντρας)

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα το Διόνυσο, κοντεύω να σκάσω!
Τι να κάνω;
Και δεν είναι μόνο αυτό που με ενοχλεί.
Είναι που όταν θα ξαναφάω
προς τα πού θα πάνε μετά για να βγουν;
Αυτό το τσόφλι έχει κλείσει την πόρτα.
Ποιος θα μου φέρει γιατρό και ποιον;
Να ξέρει τάχα ο Αμύνων; Μπορεί να αρνηθεί.
Κάποιος ας μου φέρει τον Αντισθένη.
Αυτός βογγάει συνέχεια. Όλο και κάτι θα ξέρει.
Ω σεβάσμια θεά του τοκετού, Ειλείθυια!
Μη με δεις να σκάω!
Ούτε να γίνομαι νυχτερινό δοχείο!

(Εμφανίζεται ένας άλλος άντρας, ο Χρέμης, που γυρίζει από τη Συνέλευση)

ΧΡΕΜΗΣ
Βρε, τα κάνεις εκεί, έτσι;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Εγώ; Όχι μα το Δία. Σηκώνομαι.

ΧΡΕΜΗΣ
Τι είναι αυτό; Φοράς τα ρούχα της γυναίκας σου;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πήρα ό,τι βρήκα μπροστά μου μέσα στο σκοτάδι.
Εσύ από πού έρχεσαι όμως;

ΧΡΕΜΗΣ
Από τη Συνέλευση.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τέλειωσε κιόλας;

ΧΡΕΜΗΣ
Ναι. Από τα χαράματα κιόλας.
Και να δείς πόσο γελάσαμε
με αυτούς που αργούσαν κι έφταναν κατακόκκινοι.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πήρες το τριώβολο;

ΧΡΕΜΗΣ
Όχι, γιατί άργησα και το έχασα.
Και δεν ντρέπομαι τίποτα άλλο, παρά
την τσέπη μου την άδεια.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ

149
HADJIBABA-2006

Για ποια αιτία άργησες;

ΧΡΕΜΗΣ
Ήταν πάρα πολύς κόσμος.
Ποτέ δεν ήταν τόσος κόσμος μαζεμένος στην Πνύκα.
Τους κοιτούσαμε και νομίζαμε πως ήταν παπουτσήδες
έτσι όλοι άσπροι άσπροι απ' τον ίσκιο.
Τι να σου πω!
Όλη η Συνέλευση ήταν ασπρουλιάρα!
Πολλοί λοιπόν χάσαμε το τριώβολο.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ούτε εγώ θα πάρω αν πάω τώρα;

ΧΡΕΜΗΣ
Μα πώς να πάρεις μα το Δία;
Ούτε αν έφτανες στο δεύτερο λάλημα του πετεινού
δεν θα έπαιρνες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αχ ο δυστυχισμένος.
Αντίλοχε, κλάψε με τώρα ζωντανό,
για το χαμένο τριώβολο. Το έχασα, πάει!
Αλλά γιατί μαζεύτηκαν τόσο νωρίς εκεί τόσοι;

ΧΡΕΜΗΣ
Μα γιατί άλλο;
Τους ήρθε στους Πρυτάνεις να πάρουν γνώμες
για τη σωτηρία της πόλης!
Κι αμέσως ο Νεοκλείδης ο τσιμπλιάρης
σύρθηκε ως το βήμα
αλλά από κάτω φώναζαν
"Μα είναι φοβερό να μιλάει αυτός για τη σωτηρία ολόκληρης της πόλης
αυτός που δεν μπόρεσε να σώσει ούτε τα τσίνορά του!"
Κι αυτός ο κακόμοιρος ρίχνοντας γύρω μια ματιά φώναξε:
"Μα τι έπρεπε να κάνω;"

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
"Να τρίψεις σκόρδο με χυμό από φρέσκο φρούτο
να το βάλεις στα μάτια σου το βράδυ".
Αν ήμουν εκεί έτσι θα του έλεγα.

ΧΡΕΜΗΣ
Μετά απ' αυτόν ανέβηκε ο Ευαίωνας ο επιδέξιος.
Ήταν γυμνός, απ' όσο μπορούσαμε να δούμε
αλλά αυτός επέμενε ότι φοράει ιμάτιο.
Και δημοκρατικότατα είπε:
"Βλέπετε τι ανάγκη σωτηρίας έχω ο ίδιος,
αλλά θα μιλήσω για να σωθεί η πόλη.
Αν οι ράφτες δώσουν χλαίνες σε όσους δεν έχουν
μόλις χαλάσει ο καιρός και φύγουν οι λιακάδες,
δεν θα αρρωστήσει τότε κανείς.
Κι όσοι δεν έχουν ούτε κρεβάτι ούτε στρώματα,
πρώτα να πλένονται
και μετά να πηγαίνουν για ύπνο στα βυρσοδεψεία.
Κι αν δεν τους θέλουν και τους κλείνουν τις πόρτες
να τους δώσουν αποζημίωση τρεις προβιές στον καθένα"

ΒΛΕΠΥΡΟΣ

150
HADJIBABA-2006

Μα τον Διόνυσο, όλα αυτά σωστά είναι.


Και μάλιστα αν πρότεινε και τούτο
κανείς δεν θα έφερνε αντίρρηση.
Δηλαδή να δίνουν οι αλευράδες
τρεις χοίνικες αλεύρι στους φτωχούς
για να έχουν να τρώνε,
αλλιώς να τιμωρούνται αυστηρά.
Έτσι μόνο θα αχρηστέψουμε τον Ναυσικύδη.

ΧΡΕΜΗΣ
Μετά απ' αυτόν, ένας άλλος νέος,
όμορφος και άσπρος σαν τον Νικία,
ανέβηκε να αγορεύσει
και είπε ότι πρέπει να παραδώσουμε
την κυβέρνηση στις γυναίκες.
Κι όλο το ασπρουλιάρικο πλήθος τότε,
ζητοκραύγασε κι έλεγε ότι αυτό είναι σωστό
αλλά οι αγρότες τους γιουχάησαν.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Είχαν μυαλό μα το Δία, γι' αυτό.

ΧΡΕΜΗΣ
Μα ήταν οι λιγότεροι.
Οι περισσότεροι το δέχτηκαν
και ο ρήτορας τότε άρχισε να παινεύει τις γυναίκες.
Και για σένα είπε πολλά άσχημα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τι είπε δηλαδή;

ΧΡΕΜΗΣ
Σε είπε πανούργο. Πρώτα αυτό.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και για σένα;

ΧΡΕΜΗΣ
Δεν θα σου πω τώρα.
Μετά σε είπε ψεύτη.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Εμένα μόνο;

ΧΡΕΜΗΣ
Μα το Δία. Και συκοφάντη.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Εμένα μόνο είπε;

ΧΡΕΜΗΣ
Και όλο το πλήθος, μα το Δία.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ποιος μπορεί να αντιμιλήσει σ' αυτό;

ΧΡΕΜΗΣ
Είπε ότι η γυναίκα είναι πλάσμα τετραπέρατο
και οικονόμο.

151
HADJIBABA-2006

Ούτε τα απόρρητα των Θεσμοφορίων δεν μαρτυράει


ενώ εσύ, όπως κι εγώ, όπως όλοι - είπε -
το κάνουμε αυτό συνέχεια.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και σ' αυτό, μα τον Ερμή, δεν είπε ψέματα!

ΧΡΕΜΗΣ
Μετά είπε ότι ανταλλάσσουν μεταξύ τους
ρούχα, χρυσαφικά, ποτήρια, και ασημικά
χωρίς να έχουν μάρτυρες,
και όμως τα επιστρέφουν η μια στην άλλη,
ενώ εμείς, οι πιο πολλοί, δεν το κάνουμε!

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα τον Ποσειδώνα! Ακόμα κι αν έχουμε μάρτυρες!

ΧΡΕΜΗΣ
Είπε ότι δεν συκοφαντούν, δεν καταγγέλλουν,
ούτε καταλύουν τη δημοκρατία.
Και για πολλά άλλα παίνευε τις γυναίκες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και τι πρότεινε η Συνέλευση;

ΧΡΕΜΗΣ
Είπε να αναθέσουν την κυβέρνηση σ' αυτές.
Αυτό ακόμα δεν έγινε.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Λοιπόν αποφασίστηκε;

ΧΡΕΜΗΣ
Βέβαια.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Σ' αυτές λοιπόν τώρα ανατέθηκαν οι ρόλοι μας;

ΧΡΕΜΗΣ
Ακριβώς.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τώρα λοιπόν θα πηγαίνει η γυναίκα μου στο δικαστήριο;

ΧΡΕΜΗΣ
Ούτε θα τρέφεις εσύ την οικογένεια, αλλά η γυναίκα σου.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ούτε θα βρίζω που σηκώνομαι πρωί;

ΧΡΕΜΗΣ
Μα το Δία, αυτά θα νοιάζουν πια τις γυναίκες.
Εσύ θα μένεις στο σπίτι και θα κάνεις ότι θέλεις.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Το κακό είναι για μένα και τους συνομηλίκους μου
ότι αφού θα έχουν το πάνω χέρι
μετά… θα μας αναγκάζουν με τη βία...

152
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΗΣ
Να κάνουμε τι;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Να τις ...

ΧΡΕΜΗΣ
Κι αν δεν μπορούμε;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Δεν θα μας δίνουν φαγητό.

ΧΡΕΜΗΣ
Να κάνεις λοιπόν ό,τι πρέπει να κάνει ένας άνδρας.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αλλά αν έτσι συμφέρει την πόλη, έτσι πρέπει να γίνει.

ΧΡΕΜΗΣ
Οι γεροντότεροι έλεγαν ότι και ανόητα και χαζά
να ψηφίσουμε,
όλα σε καλό θα μας βγουν.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και μακάρι να μας συμφέρει αυτό, μα την Παλλάδα
και τους θεούς!
Πάω τώρα. Να είσαι καλά.

(Φεύγει)

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Γεια σου, Χρέμη!

(Ο Βλέπυρος μπαίνει μέσα στο σπίτι του


Έρχονται οι γυναίκες - Χορός - απ' τη Συνέλευση)

ΧΟΡΟΣ
Έλα. Προχώρα.
Μήπως μας ακολουθεί κανένας άνδρας;
Για γύρνα και κοίτα!
Φυλάξου όμως. Πολλοί είναι οι πανούργοι.
Μήπως προσέξει κανείς τον ποπό μας
που είναι στρογγυλός.
Βάδιζε σταθερά και χτύπα τα πόδια σου,
θα γίνουμε ρεζίλι σε όλη την πόλη, αν μας καταλάβουν.
Σφίξτε τα ρούχα σας και να κοιτάτε γύρω σας
μήπως το κόλπο μας βγει ξινό.
Ας βιαστούμε. Φτάσαμε κιόλας εδώ απ' όπου ξεκινήσαμε.
Εδώ. Να το το σπίτι της στρατηγού μας. Αυτό.
Που αυτή βρήκε το κόλπο και μας ψήφισε η Συνέλευση.
Λοιπόν, μην καθυστερούμε και μην κρατάμε άλλο τα γένια πάνω μας
μήπως κάποιος μας δει και μας καταγγείλει.
Αλλά εδώ να έρθετε όλες, στην άκρη του τοίχου
να βγάλετε τα ρούχα τα αντρικά
προσέχοντας γύρω γύρω.
Να ντυθείτε γυναίκες, όπως και πριν.
Και μην καθυστερείτε.
Να έρχεται και η αρχηγός μας που εμείς την εκλέξαμε. Βιαστείτε.
Τι κακό κι αυτή η γενειάδα!
Βγάλ' την.

153
HADJIBABA-2006

Και οι άλλες που έρχονται, έχουν αλλάξει ρούχα.

(Φτάνει η Πραξαγόρα, με άλλες)

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Λοιπόν, γυναίκες, όλα εντάξει μέχρι εδώ.
Τώρα κάντε γρήγορα, μήπως μας δει κανένα μάτι
Ρίξτε τις χλαίνες, βγάλτε τα χοντροπάπουτσα,
και ξελύστε όλες σας τα λουριά των σανταλιών.
Αφήστε τα ραβδιά σας στην άκρη, και μετά
εσύ να τα φροντίσεις.
Εγώ σκέφτομαι να μπω στο σπίτι μου κρυφά
για να βάλω τα ρούχα του και όσα άλλα που πήρα στη θέση τους,
πριν υποψιαστεί κάτι ο άντρας μου.

ΧΟΡΟΣ
Όλα όσα είπες, τα κάναμε. Πες μας και τα άλλα.
Γιατί ξέρουμε ότι μας συμφέρει να υπακούμε σε ό,τι μας λες.
Δεν γνώρισα πιο άξια γυναίκα από εσένα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Περιμένετε και θα δείτε. Στην κυβέρνηση που ανέλαβα
θα σας βάλω συμβουλάτορες όλες σας.
Γιατί εκεί, μέσα στα ψηφίσματα και στη φασαρία
όλες μου παρασταθήκατε άξια.

(Καθώς προχωρά να μπει στο σπίτι της, βγαίνει ο Βλέπυρος)

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ε! Εσύ! Πραξαγόρα! Από πού έρχεσαι;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Και τι σε νοιάζει και ρωτάς;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τι με νοιάζει; Τι ανόητη ερώτηση!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δεν θα σκέφτεσαι ότι έρχομαι από ερωμένο.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ίσως όχι μόνο από έναν.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Λοιπόν σκέψου λογικά, και θα σιγουρευτείς.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πως;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μυρίζω άρωμα;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μπα! Χωρίς άρωμα η γυναίκα δεν κάνει έρωτα;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Εγώ η κακομοίρα πάντως όχι.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ

154
HADJIBABA-2006

Βγήκες πρωί πρωί φορώντας κρυφά τα ρούχα μου.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μια φίλη μου έστειλε νύχτα κάποιαν να με φωνάξει
γιατί την έπιασαν οι πόνοι.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και γιατί δεν μου το είπες;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Να μην την βοηθούσα τη λεχώνα, που πόναγε;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Έπρεπε να μου το πεις.
Αλλά εδώ συμβαίνει κάτι άσχημο.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μα τις θεές, έφυγα όπως ήμουν.
Αυτή που ήρθε με έσπρωχνε να πάω πολύ γρήγορα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τότε να φόραγες τα ρούχα σου.
Έπρεπε να πάρεις τα δικά μου
και να με αναγκάσεις να φορέσω τη ρόμπα σου;
Κόντεψα να πεθάνω.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Έκανε κρύο και είμαι φιλάσθενη. Για να ζεσταθώ το έκανα.
Ενώ εσένα σε άφησα στο στρώμα μας μέσα στη ζέστη.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και γιατί πήρες τα σανδάλια και τη μαγκούρα μου;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Για να σώσω τα ρούχα σου.
Φόρεσα τα σανδάλια και χτύπαγα στις πέτρες τη μαγκούρα
για να φαίνομαι ότι είσαι εσύ.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ξέρεις ότι έχασα το σιτάρι που θα αγόραζα
με τα λεφτά της συνέλευσης;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μη σε νοιάζει. Αγόρι έκανε.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Η Συνέλευση;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Όχι μα τον Δία, η γυναίκα που με φώναξε.
Τι; Έγινε Συνέλευση;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ναι, μα το Δία! Δεν στο είπα χτες;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Α! Ναι. Τώρα θυμήθηκα!

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Άρα ούτε τις αποφάσεις της θα γνωρίζεις.

155
HADJIBABA-2006

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Όχι, μα το Δία!

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Θα στις πω εγώ! Παρέδωσαν την πόλη σε σας!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Τι να την κάνουμε; Να υφαίνουμε;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Όχι μα τον Δία, αλλά να εξουσιάζετε.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Σε ποιους;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Όλες τις δημόσιες υποθέσεις θα τις αναλάβετε πια εσείς.

(Καθώς λέει αυτό η Πραξαγόρα, εμφανίζεται πάλι ο Χρέμης)

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Αχ μα την Αφροδίτη, από εδώ και μπρος
η πόλη μας θα είναι ευτυχισμένη!

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ως προς τι;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Σε πολλά.
Δεν θα τολμούν πια να της κάνουν κάτι κακό οι αδιάντροποι,
ούτε θα υπάρχουν καταγγελίες,
ούτε και συκοφαντίες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Όχι, για τους θεούς, μην κάνεις τέτοια,
γιατί θα μου κόψεις το ψωμί.

ΧΡΕΜΗΣ
Βρε άσε να μιλήσει η γυναίκα σου!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ούτε θα κλέβουν πια, ούτε θα ζηλεύουν τον διπλανό τους,
ούτε κανείς θα είναι γυμνός,
ούτε θα κοροϊδεύουν πια κανέναν,
ούτε θα βάζουν περιουσίες ενέχυρο.

ΧΡΕΜΗΣ
Ω μα τον Ποσειδώνα! Αυτά είναι καταπληκτικά
αν δεν μας λέει ψέματα!

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Εγώ θα τα αποδείξω. Και σείς θα είστε
μάρτυρές μου. Για να μην λέει αυτός μετά.

ΧΟΡΟΣ
Τώρα πρέπει να δείξεις ότι έχεις μυαλό και σύνεση
και να φροντίσεις να βοηθήσεις τις φίλες σου.
Για το κοινό μας καλό
να προσπαθήσει ο νους σου και η γλώσσα

156
HADJIBABA-2006

να στολίσεις τον δήμο με πολλά ωφέλιμα.


Γιατί τώρα είναι ο καιρός να δείξεις τι αξίζεις.
Χρειάζεται η πόλη μας κάτι σοφό, και καινούργιο.
Ξεκίνα και κάνε λοιπόν αυτά που ούτε είπαν ούτε έκαναν πριν.
Γιατί ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει τα ίδια και τα ίδια.
Μην καθυστερείς. Βάλε μπροστά το σκοπό σου και τράβα.
Γιατί το γρήγορο το εκτιμούν πολύ οι θεατές.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Και τώρα θα προτείνω αυτά που νομίζω σωστά.
Όμως φοβάμαι μήπως οι θεατές
δεν θέλουν να καινοτομήσουν αλλά
να παραμείνουν δεμένοι με τις παλιές συνήθειες.

ΧΡΕΜΗΣ
Μη φοβάσαι να καινοτομήσεις.
Αυτό αξίζει πάνω απ' όλα για μας.
Τα παλιά να τ' αφήσουμε.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Τώρα να μη με διακόψει κανείς, ούτε να φέρει αντίρρηση
πριν ακούσει και καταλάβει καλά αυτά που θα πω. Λοιπόν.
Λέω ότι πρέπει όλα να είναι κοινά για όλους.
Και να ζουν με τον ίδιο τρόπο όλοι.
Όχι ο ένας πλούσιος κι ο άλλος να πεινάει.
Ούτε ο ένας να έχει πολλά χωράφια κι άλλος καθόλου.
Ούτε κάποιος να μην έχει κανέναν ακόλουθο
κι ο άλλος πολλούς δούλους.
Θα ορίσω έναν τρόπο ζωής τον ίδιο για όλους.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πως θα γίνει ένας τρόπος ζωής για όλους;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Είπα μην με διακόπτετε.
Τώρα θα πω για τη γη πρώτα πρώτα.
Θα την κάνω κοινή για όλους.
Όπως και τον πλούτο το ίδιο, όπως και όλα τα άλλα.
Και μετά, από όσα είναι κοινά,
θα σας δίνουμε με σκέψη και μέτρο και με ορθάνοιχτα μάτια.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Τι θα κάνετε με όποιον από μας δεν έχει χωράφια
αλλά λεφτά που μπορούν να κρυφτούν;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα τα κάνει κατάθεση στο κοινό ταμείο.
Και αν δεν τα καταθέσει θα έχει κάνει ψευδορκία.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Δεν θα ανησυχήσει και πολύ. Γιατί με ψευδορκία δεν τα απόκτησε;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Αν τα κρατήσει δεν θα έχει δα και κανένα κέρδος.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πως δηλαδή δεν θα έχει;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Κανένας δεν θα κάνει τίποτα από ανάγκη.

157
HADJIBABA-2006

Όλοι θα έχουν τα πάντα


και ψωμιά και ρούχα και όλα τα φαγώσιμα.
Λοιπόν, τι κέρδος θα έχει αν δεν τα καταθέσει;
Για βρες το εσύ να μου το πεις.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα και τώρα δεν κλέβουν, και μάλιστα όσοι έχουν αρκετά αγαθά;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Πριν έκλεβαν φίλε μου.
Όσο είχαμε τους παλιούς νόμους.
Τώρα δεν θα αγοράζονται τα αγαθά
θα τα έχουν όλοι.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αν κάποια μικρούλα αρέσει σε κάποιον και την επιθυμήσει,
θα πάρει από τα κρυμμένα του και θα της δώσει.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα μπορεί να την έχει αν θέλει, χωρίς χρήματα.
Θα κάνω τις γυναίκες κοινές για όλους.
Θα ξαπλώνουν και θα κάνουν παιδιά
με αυτούς που τις θέλουν.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα τότε δεν θα πάνε όλοι στην ωραιότερη;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα βάλω τις άσχημες και αδύνατες δίπλα στις όμορφες.
Όποιος λοιπόν ζητήσει την όμορφη
θα πρέπει να περάσει πρώτα από την άσχημη.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και πως εμείς οι κάπως μεγαλύτεροι στην ηλικία,
αν πάμε πρώτα με άσχημη,
θα αντέξουμε να πάμε μετά και με όμορφη;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δεν θα τσακωθούν για σένα, έχε θάρρος!
Μην φοβάσαι ότι θα στήσουν καυγά!

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Για ποιο πράγμα καυγά;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Για το ότι δεν θα μπορέσεις.
Και βέβαια εσύ, δεν θα μπορέσεις.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Βάζετε πρώτα μόνο το συμφέρον σας.
Τα κανόνισες έτσι ώστε βούλωσες όλες τις τρύπες.
Με μας όμως τι θα γίνει;
Γιατί θα αποφεύγουν τους άσχημους,
και θα πηγαίνουν μόνο στους όμορφους.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Άκου να μάθεις.
Όταν θα βγαίνουν οι όμορφοι από τα δείπνα,
θα πηγαίνουν από πίσω τους οι άσχημοι…
και θα κάνουν μαζί βόλτες.

158
HADJIBABA-2006

Και οι γυναίκες δεν θα μπορούν να πάνε


με τους όμορφους πρώτα
πριν πάνε με τους άσχημους.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και με τον μυταρά τον Λυσικράτη που καμαρώνει ότι είναι όμορφος τα ίδια;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Ναι μα τον Απόλλωνα! Δημοκρατικότατο αυτό το μέτρο!
Δυνατό ράπισμα για τους φαντασμένους.
Όταν ο άσχημος τους πει "Κάντε στη άκρη...
και όταν τελειώσω θα σ' την δώσω"...

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και με όλα αυτά, πως θα ξεχωρίζει τα παιδιά του ο καθένας;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Και για ποιο λόγο να τα γνωρίζουν;
Όλους τους μεγαλύτερους θα τους θεωρούν πατέρες τους.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αλλά δεν θα τους ταλαιπωρούν τους γέροντες τότε
που μάλιστα δεν θα ξέρουν πως είναι ο πατέρας τους
- αφού και τώρα που το ξέρουν αυτό κάνουν ;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δεν θα τους αφήνει ο διπλανός τους.
Πριν για τους γέρους δεν νοιαζόταν κανείς
μα τώρα θα μπαίνει ανάμεσά τους κάθε μικρότερος
από το φόβο μήπως δέρνουν τον πατέρα του.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ε, κάτι γίνεται με τα άλλα.
Αν όμως έρθει και με πει "πατερούλη"
κανένας Επίκουρος ή κανένας Λευκολόφας,
θα ανακατευτεί το στομάχι μου.

ΧΡΕΜΗΣ
Υπάρχει κάτι πολύ χειρότερο απ' αυτό.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ποιο δηλαδή;

ΧΡΕΜΗΣ
Να έρθει να σε φιλήσει ο Αρίστυλλος
λέγοντας πως είσαι πατέρας του.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Θα κλάψει πικρά!

ΧΡΕΜΗΣ
Θα κολλήσει η βρωμιά του πάνω σου.
Όμως δεν έχεις φόβο να έρθει να σε φιλήσει.
Γιατί γεννήθηκε πριν το ψήφισμα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Θα την είχα άσχημα.
Όμως ποιος θα καλλιεργεί τη γη;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ

159
HADJIBABA-2006

Οι δούλοι θα τη φροντίζουν.
Δική σου έννοια θα είναι μόνο πότε θα γίνει η σκιά τόση
ώστε να πας για το δείπνο.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και τα ρούχα πως θα τα παίρνουμε;
Να το ρωτήσω κι αυτό.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Στην αρχή θα φοράτε τα δικά σας. Αυτά που έχετε.
Μετά θα σας υφάνουμε εμείς καινούρια.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ακόμα ένα.
Αν οι άρχοντες δικάσουν κάποιον να πληρώσει πρόστιμο,
από πού θα τους τα δώσει;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μα δεν θα γίνονται καθόλου δίκες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αυτό όμως θα σε καταστρέψει.

ΧΡΕΜΗΣ
Κι εγώ έτσι νομίζω.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Μα γιατί, κακομοίρη, να γίνονται δίκες;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Γίνονται για πολλούς λόγους.
Και πρώτα, ας πούμε, κάποιος οφείλει χρήματα
και τ' αρνιέται.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Και που βρήκε τα χρήματα ο δανειστής να τα δώσει;
Αφού όλα θα είναι στο κοινό ταμείο.
Αυτό θα δείχνει ότι τα έκλεψε.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα τη Δήμητρα, καλά τα λες. Αλλά πες μου και τούτο.
Αυτοί που μετά από μεγάλο δείπνο
μεθυσμένοι αρχίσουν να χτυπούν και να βρίζουν
που θα βρουν να πληρώσουν το πρόστιμο;
Αυτό θα σε δυσκολέψει νομίζω, λίγο.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Από το φαγητό που τρώνε.
Αν τους το κόψουν, θα σταματήσουν τα ζοριλίκια
αφού θα πεινάνε.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Λοιπόν κανείς κλέφτης δεν θα υπάρχει;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Πώς να γίνει δηλαδή, να κλέβει κάποιος τον εαυτό του;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Δεν θα μας ληστεύουν τη νύχτα στο δρόμο;

160
HADJIBABA-2006

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Όχι, αν μένεις σπίτι σου, βέβαια.
Αλλά και στο δρόμο, δεν θα σε κλέβουν,
αφού όλοι θα έχουν.
Κι αν κανείς θέλει να σε ληστέψει, τα δίνεις και μόνος σου,
γιατί να μαλώνεις;
Αφού μετά μπορείς να πας στο δήμο και παίρνεις καλύτερα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ούτε ζάρια θα παίζουμε;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Γιατί να παίζετε; Τι θα παίρνει ο κερδισμένος;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και με το φαγητό πως θα το οργανώσεις;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα είναι κοινό για όλους.
Θα κάνω την πόλη ένα μεγάλο σπίτι
και μέσα να πηγαινοέρχονται όλοι.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και που θα γίνεται το δείπνο;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Οι στοές και τα δικαστήρια θα γίνουν τραπεζαρίες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Και τι θα χρησιμεύει το βήμα της Βουλής;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα βάλω επάνω ποτήρια και κανάτες,
τα παιδάκια να λένε ραψωδίες για γενναίους,
και όποιος υμνήσει τη δειλία και την ατιμία, δεν θα ξανάρθει για φαγητό.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα τον Απόλλωνα, έξυπνη ιδέα!
Και με τις κάλπες τι θα κάνεις;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Θα τις βάλω στην Αγορά, δίπλα στο άγαλμα του Αρμόδιου
και θα βάλω μέσα τους σε κλήρους όλα τα γράμματα
ώστε να ξέρει κανείς που θα πάει.
Θα φωνάζει ο κήρυκας:
"Όσοι το όνομά τους αρχίζει από βήτα
θα πάνε στη στοά τη βασιλική,
όσοι από θήτα, στη δίπλα, στο Θησείο,
όσοι από άλφα, στη στοά των αλευράδων.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Για να πάρουν αλεύρι;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Για να δειπνήσουν, μα το Δία.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Κι αν κάποιου το γράμμα δεν βγει

161
HADJIBABA-2006

αυτός θα μείνει χωρίς δείπνο;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Δεν θα μας συμβεί ποτέ αυτό.
Θα δώσουμε σε όλους τα πάντα πλούσια
κι όποιος μεθύσει θα φοράει το στεφάνι
και θα φεύγει κρατώντας τη δάδα.
Και οι γυναίκες θα τον περιμένουν στη γωνιά και θα του λένε
"εδώ έλα, έχω μια μικρούλα αφράτη"
και άλλη θα φωνάζει
"έλα σε μένα, σε μένα..."
"έχω μια πανέμορφη μικρή,
αλλά πρέπει πρώτα να κοιμηθείς μαζί μου".
Κι όσοι άσχημοι παίρνουν ξοπίσω τους όμορφους νεαρούς,
θα τους μιλάνε κάπως έτσι
"που τρέχεις εσύ;
Και να πας, δεν θα μπορέσεις τίποτα.
Ψηφίστηκε νόμος να προηγούνται οι κοντοί και οι άσχημοι.
Εσείς θα περιμένετε τη σειρά σας".
Έλα τώρα, πες μου, σ' αρέσουν αυτά που λέω;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πάρα πολύ μου αρέσουν.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Τώρα πρέπει να πάω να παρασταθώ στην αγορά.
Θα έρχονται όλοι να καταθέσουν την περιουσία τους.
Και θα πάρω μαζί μου μια κήρυκα με δυνατή φωνή.
Πρέπει να φροντίσω, μια και με εκλέξατε αρχηγό,
να φτιάξω συσσίτια, να φάτε,
να γλεντήσετε σήμερα, που είναι η πρώτη μέρα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Θα το κάψουμε;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Βέβαια. Και μετά θέλω να καταργήσω τις πόρνες. Όλες.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Μα γιατί;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ
Είναι ξεκάθαρο. Τους νεαρούς θα τους παίρνουν αυτές εδώ. Όχι οι πόρνες.
Και οι δούλες δεν πρέπει να στολίζονται όμορφα
και να κλέβουν τους άντρες των κυράδων τους.
Δούλα μόνο με δούλο θα πηγαίνει.
Μόνο στο κρεβάτι του να ξαπλώνει.

(Η Πραξαγόρα ξεκινά να φύγει)

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ας έρθω κι εγώ μαζί σου,
να με βλέπουν και να λένε
"Καμαρώστε τον άντρα της αρχηγού".

ΧΡΕΜΗΣ
Ας πηγαίνω κι εγώ να ετοιμάσω το βιος μου για να το παραδώσω.

(Φεύγει. Μπαίνει ο χορός και χορεύει με τη μουσική για λίγη ώρα. Ξαναμπαίνει ο Χρέμης με
τα υπάρχοντά του και τα αραδιάζει με σειρά)

162
HADJIBABA-2006

Έλα καλό μου κοσκινάκι, και όμορφο,


έλα εσύ πρώτο απ' όλα μου τα πράγματα,
που είσαι γεμάτο αλευρόσκονη
με τόσα σακιά αλεύρι που κοσκίνισες.
Που είναι η στάμνα μου; Η χύτρα είναι εδώ.
Έλα χύτρα μου, μα το Δία, είσαι μαύρη,
σαν αν έβρασες το φάρμακο που βάζει
στα μαλλιά ο Λυσικράτης.
Έλα δίπλα στο σταμνί, στάσου εσύ χτενίστρα μου.
Κι εσύ στάμνα μου, ακούμπα εδώ.
Κι εσύ κόκορα, που τόσες φορές με ξύπνησες μες στην άγρια νύχτα.
Κι εσύ σκάφη, εδώ μπροστά
με τις κερήθρες και τα κλωνάρια ελιάς.
Και ο τρίποδας και η κανάτα και το μύρο.
Τα μικρά αγγεία και τα άλλα τα παλιά τα άφησα.

(Ένας άντρας παρατηρεί τον Χρέμη από μακριά)

ΑΝΤΡΑΣ
Εγώ να καταθέσω την περιουσία μου; Μπα, όχι!
Θα ήμουν πολύ ανόητος αν το έκανα.
Ποτέ δεν θα κάνω τέτοιο πράγμα, μα τον Ποσειδώνα.
Αλλά πρώτα θα εξετάσω καλά για να καταλάβω τι συμβαίνει.
Τον ιδρώτα μου και τα λεφτά μου, έτσι, επειδή μου το είπαν,
δεν πρόκειται να τα πετάξω.

(Στον Χρέμη)

Ε, συ! Τι θα κάνεις με αυτά όλα τα πράγματα;


Αλλάζεις σπίτι, ή πηγαίνεις να τα δώσεις ενέχυρο;

ΧΡΕΜΗΣ
Ούτε το ένα ούτε το άλλο.

ΑΝΔΡΑΣ
Τότε τι τα έβγαλες στο δρόμο; Τα πας για δημοπρασία;

ΧΡΕΜΗΣ
Τα πάω στην αγορά. Θα τα παραδώσω στην πόλη.
Σύμφωνα με το νόμο που ψηφίστηκε.

ΑΝΔΡΑΣ
Να τα δώσεις στην πόλη;

ΧΡΕΜΗΣ
Βέβαια.

ΑΝΔΡΑΣ
Είσαι αλαφρόμυαλος, μα το Δία.

ΧΡΕΜΗΣ
Γιατί;

ΑΝΔΡΑΣ
Τι γιατί; Είναι ολοφάνερο.

ΧΡΕΜΗΣ
Τί; Δεν πρέπει να πειθαρχούμε στους νόμους;

163
HADJIBABA-2006

ΑΝΔΡΑΣ
Σε ποιους νόμους, βρε ανόητε;

ΧΡΕΜΗΣ
Στους νόμους που ψηφίζονται.

ΑΝΔΡΑΣ
Που ψηφίζονται; Πω πω χαζός που είσαι!

ΧΡΕΜΗΣ
Χαζός;

ΑΝΔΡΑΣ
Δεν είσαι; Ο πιο χαζός είσαι.

ΧΡΕΜΗΣ
Γιατί; Επειδή εκτελώ τις διαταγές;

ΑΝΔΡΑΣ
Και ο έξυπνος πρέπει να εκτελεί τις διαταγές;

ΧΡΕΜΗΣ
Κυρίως ο έξυπνος...

ΑΝΔΡΑΣ
Ο πιο χαζός να λες.

ΧΡΕΜΗΣ
Εσύ δεν θα τα παραδώσεις;

ΑΝΔΡΑΣ
Θα μάθω πρώτα τι σκέφτεται και τι θέλει να κάνει ο κόσμος.

ΧΡΕΜΗΣ
Τι άλλο να κάνει; Θα ετοιμάζεται να παραδώσει τα δικά του.

ΑΝΔΡΑΣ
Πρώτα θα το δω για να το πιστέψω.

ΧΡΕΜΗΣ
Το συζητούν στο δρόμο.

ΑΝΔΡΑΣ
(σαρκαστικά)
Και θα το συζητούν για πολύ ακόμα να είσαι σίγουρος.

ΧΡΕΜΗΣ
Λένε ότι θα πάνε να τα παραδώσουν.

ΑΝΔΡΑΣ
Θα το λένε για πολύ.

ΧΡΕΜΗΣ
Αν αρνηθείς θα τα χάσεις όλα.

ΑΝΔΡΑΣ
Θα αρνηθούν να τα δώσουν οι περισσότεροι.

ΧΡΕΜΗΣ
Μπελάς είσαι...

164
HADJIBABA-2006

ΑΝΔΡΑΣ
Εσύ θα χάσεις.
Νομίζεις ότι κάποιος μυαλωμένος θα παραδώσει το βιος του;
Το πατροπαράδοτο είναι αυτό, δηλαδή να παίρνουμε μόνο.
Και εμείς, μα το Δία, και οι θεοί μας.
Δες τα χέρια των αγαλμάτων τους και κρίνε.
Όταν ευχόμαστε να μας δώσουν αγαθά,
στέκονται να πάρουν κάτι, με την παλάμη ανοιγμένη,
και όχι να δώσουν.

ΧΡΕΜΗΣ
Άσε με βρε πονηρέ να κάνω τη δουλειά μου.
Πρέπει να δέσω αυτά εδώ. Που να είναι τα σκοινιά;

ΑΝΔΡΑΣ
Στ' αλήθεια θα τα παραδώσεις;

ΧΡΕΜΗΣ
Ναι, μα το Δία! Δένω τον τρίποδα. Το βλέπεις.

ΑΝΔΡΑΣ
Πω πω βλακεία!... Γιατί δεν περιμένεις να δεις και τους άλλους
και μετά να το κάνεις;

ΧΡΕΜΗΣ
Τι να κάνω;

ΑΝΔΡΑΣ
Να περιμένεις. Να το καθυστερήσεις λιγάκι.

ΧΡΕΜΗΣ
Και γιατί;

ΑΝΔΡΑΣ
Αν γίνει σεισμός ή πέσει κεραυνός
ή τους δαγκώσει κάποια γάτα στο δρόμο
θα σταματήσουν την παράδοση και θα μείνεις μόνος σου!

ΧΡΕΜΗΣ
Σε καλό θα μου βγει...
Δεν θα υπάρχει κανείς τότε να τα παραδώσω!

ΑΝΔΡΑΣ
Μη φοβάσαι, θα βρεις. Και μεθαύριο αν πας.

ΧΡΕΜΗΣ
Τι;

ΑΝΔΡΑΣ
Τους ξέρω εγώ τους πολίτες μας.
Ψηφίζουν γρήγορα γρήγορα ότι τους καπνίσει
και μετά αρνιούνται ό,τι ψήφισαν.

ΧΡΕΜΗΣ
Θα τα παραδώσουν όλοι φίλε μου.

ΑΝΔΡΑΣ
Κι αν δεν το κάνουν;

165
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΗΣ
Μην ανησυχείς. Θα τα φέρουν όλοι.

ΑΝΔΡΑΣ
Όμως αν δεν τα δώσουν;

ΧΡΕΜΗΣ
Τότε θα τα βάλουμε μαζί τους.

ΑΝΔΡΑΣ
Και αν είναι πιο γεροί;

ΧΡΕΜΗΣ
Θα τ' αφήσω και θα φύγω.

ΑΝΔΡΑΣ
Κι αν σου τα πουλήσουν, τι θα κάνεις τότε;

ΧΡΕΜΗΣ
Τότε να σκάσεις!

ΑΝΔΡΑΣ
Κι αν σκάσω τι θα γίνει;

ΧΡΕΜΗΣ
Θα κάνεις πάρα πολύ καλά!

ΑΝΔΡΑΣ
Κι εσύ, ακόμα, θέλεις στ' αλήθεια να τα παραδώσεις;

ΧΡΕΜΗΣ
Βέβαια. Τώρα κιόλας βλέπω να τα φέρνουν και οι γείτονες.

ΑΝΔΡΑΣ
Ναι! Πολλά θα παραδώσει ο Αντισθένης!
Αφού πριν, περιμένει στην τουαλέτα 30 μέρες.

ΧΡΕΜΗΣ
Γκρίνιαζε εσύ!

ΑΝΔΡΑΣ
Και ο Καλλίμαχος ο χοροδιδάσκαλος τι θα παραδώσει;

ΧΡΕΜΗΣ
Πιο πολλά απ' τον Καλλία.

ΑΝΔΡΑΣ
Αχ! Αυτός ο άνθρωπος θα την πετάξει την περιουσία του.

ΧΡΕΜΗΣ
Τραγικά τα λες!

ΑΝΔΡΑΣ
Τι τραγικά; Δεν βλέπεις τι νόμοι ψηφίζονται συνέχεια;
Εκείνο με τις αλυκές δεν το θυμάσαι;

ΧΡΕΜΗΣ

166
HADJIBABA-2006

Φυσικά τον θυμάμαι.

ΑΝΔΡΑΣ
Κι εκείνον για τα χάλκινα νομίσματα τον θυμάσαι;

ΧΡΕΜΗΣ
Αυτός με κατέστρεψε.
Πούλησα τα σταφύλια μου
και γέμισα το πουγκί μου με χάλκινα νομίσματα.
Πήγα μετά να αγοράσω αλεύρι...
Και μόλις έβαλα το χέρι μου να βγάλω να πληρώσω
φώναξε ο κήρυκας "τέρμα τα χάλκινα νομίσματα.
Από τούτη τη στιγμή μονάχα με ασημένια
θα γίνονται οι πληρωμές".

ΑΝΔΡΑΣ
Και τώρα τελευταία δεν ορκίζονται όλοι
ότι θα μαζευτούν στην πόλη πεντακόσια ολόκληρα τάλαντα
σαν φόροι για τα πλοία… σύμφωνα με την πρόταση του Ευριπίδη;
Αμέσως τον ανέβαζαν στα ουράνια.
Αλλά όταν το μελέτησαν πιο προσεκτικά το θέμα,
είδαν ότι ήταν δύσκολο να γίνει
και οι ίδιοι άνδρες τότε ήθελαν να τον κάψουν ζωντανό.

ΧΡΕΜΗΣ
Δεν είναι το ίδιο πράγμα φίλε μου.
Τότε είμαστε εμείς στην εξουσία, τώρα είναι οι γυναίκες.

ΑΝΔΡΑΣ
Τις οποίες, μα τον Ποσειδώνα, δεν θα της αφήσω
να μου κατουρήσουν τη μύτη!

ΧΡΕΜΗΣ
Δεν ξέρω γιατί λες σαχλαμάρες!
Φέρε μου παιδί μου εκείνο το κοντάρι.

(Έρχεται η γυναίκα κήρυκας)

ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
Ω άνδρες πολίτες, σύμφωνα με το καινούργιο νόμο, τώρα,
ακολουθήστε την αρχηγίνα μας.
Σύντομα θα γίνει κλήρωση για να δείτε που θα πάει
ο καθένας για δείπνο.
Τα τραπέζια είναι κιόλας στρωμένα, γεμάτα φαγητά.
Τα κρεβάτια είναι στρωμένα με προβιές και στρωσίδια.
Τα κανάτια είναι γεμάτα με κρασί.
Οι κοπέλες που θα σας αλείψουν μύρο σας περιμένουν.
Τα ψάρια ψήνονται στη θράκα.
Οι λαγοί γυρίζουν στις σούβλες.
Ψήνονται οι πίτες και καβουρντίζονται τα στραγάλια.
Πλέκονται τα στεφάνια.
Οι πιο νέες κοπέλες ανακατεύουν τη φάβα στα τσουκάλια
και ο Σμοίος γυρνάει ανάμεσα ντυμένος ιππέας,
και καθαρίζει τα πιάτα.
Και ο Γέρων προχωρεί με χλαμύδα και πέδιλα
και αστειεύεται με κάποιον νεώτερο
που έχει κιόλας βγάλει τα παπούτσια του
και το βαρύ του μανδύα.
Οι σερβιτόροι είναι πανέτοιμοι. Προχωράτε λοιπόν.
Ανοίξτε τις μασέλες σας τώρα.

167
HADJIBABA-2006

ΑΝΔΡΑΣ
Αφού η πόλη αποφάσισε έτσι, θα πάω λοιπόν.
Γιατί να καθυστερώ;

ΧΡΕΜΗΣ
Ε, εσύ! Που πας αφού δεν έχεις παραδώσει την περιουσία σου;

ΑΝΔΡΑΣ
Πάω για το δείπνο, δεν άκουσες;

ΧΡΕΜΗΣ
Αν έχουν μυαλό, δεν θα σε αφήσουν να φας
πριν παραδώσεις.

ΑΝΔΡΑΣ
Θα τα δώσω όλα.

ΧΡΕΜΗΣ
Πότε;

ΑΝΔΡΑΣ
Δεν είμαι εγώ μόνο που καθυστερώ φίλε.

ΧΡΕΜΗΣ
Πως δεν είσαι;

ΑΝΔΡΑΣ
Υπάρχουν κι άλλοι πιο απρόθυμοι από εμένα.

ΧΡΕΜΗΣ
Θα πας όμως για δείπνο;

ΑΝΔΡΑΣ
Γιατί; Τι θα πάθω αν πάω;
Οι μυαλωμένοι πρέπει να βοηθούν όσο μπορούν την πόλη.

ΧΡΕΜΗΣ
Κι αν σε εμποδίσουν;

ΑΝΔΡΑΣ
Θα σκύψω το κεφάλι μου και θα γλιστρήσω μέσα.

ΧΡΕΜΗΣ
Κι αν σε μαστιγώσουν;

ΑΝΔΡΑΣ
Θα τους καταγγείλω.

ΧΡΕΜΗΣ
Και αν σε κοροϊδεύουν;

ΑΝΔΡΑΣ
Θα στέκομαι στην πόρτα.

ΧΡΕΜΗΣ
Γιατί στην πόρτα;

ΑΝΔΡΑΣ

168
HADJIBABA-2006

Θα αρπάζω τα φαγητά από τα χέρια τους.

ΧΡΕΜΗΣ
Άντε λοιπόν. Εσείς ελάτε πίσω μου εσείς οι δυο,
ο Παρμένων και ο Σίκων - εμπρός πάμε.
Φορτωθείτε στον ώμο σας τα πράγματα.

ΑΝΔΡΑΣ
Φέρε να κουβαλήσω κι εγώ.

ΧΡΕΜΗΣ
Όχι μην πιάσεις τίποτα.
Μη φτάσουμε στην αρχηγίνα κι όταν τα παραδώσω
τα πεις για δικά σου.

(Ξεκινάει ο Χρέμης με τα υπάρχοντά του)

ΑΝΔΡΑΣ
Τώρα, μα το Δία, πρέπει να κάνω κομπίνα.
Θα κρατήσω τα πράγματα, αλλά θα φάω κι εγώ μαζί με τους άλλους.
Μου φαίνεται σωστό να πάω κι εγώ εκεί μαζί τους.
Δεν πρέπει να διστάζω.

(Φεύγει και ο άντρας.


Από το δίπλα σπίτι βγαίνει μια γριά α΄ και μετά μια νέα)

ΓΡΙΑ Α΄
Που πήγαν οι άντρες; Πέρασε η ώρα και ακόμα δεν ήρθαν.
Εδώ περιμένω ντυμένη με δαντέλες
και γεμάτη κρέμες και πούδρες και αρώματα
και σιγανοτραγουδώ, περιμένοντας να περάσει κάποιος.
Ελάτε Μούσες, μπείτε στο στόμα μου,
θυμίστε μου κάποιο χαρούμενο τραγουδάκι.

ΝΕΑΡΗ
Πρόλαβες και έπιασες θέση τώρα γριά;
Νόμιζες δεν είμαι εγώ εδώ, και ότι εύκολα
θα πάρεις κοντά σου κάποιον άντρα.
Αν το κάνεις θα σταθώ ενάντιά σου.
Σιχαμένη είσαι, αλλά έχει τη χάρη του
το πράγμα. Είσαι αστεία.

ΓΡΙΑ Α΄
Άντε φύγε τώρα που τα είπες.
Κι εσύ αυλητή μου, πάρε τους αυλούς
και ψάλε κάτι όμορφο.
Όποιος θέλει να δει καλό, να έρθει στην αγκαλιά μου να κοιμηθεί
γιατί η σοφία και η τέχνη, δεν είναι στις νέες, αλλά στις πεπειραμένες.
Και καμία άλλη δεν τιμά τόσο πολύ όσο εγώ
τους άνδρες που πάνε μαζί της.
Οι άλλες φεύγουν αμέσως μετά.

ΝΕΑΡΗ
Μην κατηγορείς τις νέες γριά.
Γιατί έχουν όμορφους και τρυφερούς μηρούς
και ανθισμένα μάγουλα.
Ενώ εσύ στολίστηκες και αλείφτηκες
σαν για να αρέσεις του Χάρου.

ΓΡΙΑ Α΄

169
HADJIBABA-2006

Να ξεραθείς και να χαλάσει το στρώμα σου.


Κι όταν θέλεις φιλιά
να βρεις φίδι στο κρεβάτι σου να φιλήσεις
και να τυλιχτείς μαζί του.

ΝΕΑΡΗ
Αχ τι θα κάνω...
Δεν ήρθε ο φίλος μου κι έμεινα μόνη μου,
πήγε η μητέρα μου αλλού
μα τα άλλα τα μετά δεν πρέπει να τα πω.
Αχ γιαγιά φώναξε
τον Ορθαγόρα να έρθει
να σε γλυκάνει λίγο.

ΓΡΙΑ Α΄
Α, άρχισες να κουνιέσαι σαν γυναίκα της Ιωνίας...
Μου φαίνεται πως σ' αρέσουν τα καμώματα
που κάνουν οι Λέσβιοι.
Αλλά ποτέ δεν θα μάθεις όσα παιχνίδια εγώ ξέρω.
Ούτε θα με κάνεις να χάσω την ώρα μου.

ΝΕΑΡΗ
Αν θέλεις τρίψου σαν γάτα και τραγούδα.
Κανείς δεν θα σε προτιμήσει από εμένα.

ΓΡΙΑ Α΄
Σίγουρα εμένα θα θέλει.

ΝΕΑΡΗ
Καινούργια σαχλαμάρα είπες.

ΓΡΙΑ Α΄
Όχι, βέβαια.

ΝΕΑΡΗ
Τι να πει κανείς σε μια γριά;

ΓΡΙΑ Α΄
Δεν θα σου φέρουν τα χρόνια μου δυστυχία.

ΝΕΑΡΗ
Τότε τι; Τα στολίδια και οι μπογιές σου;

ΓΡΙΑ Α΄
Γιατί συνεχίζεις να μου μιλάς;

ΝΕΑΡΗ
Εσύ γιατί μου απαντάς;

ΓΡΙΑ Α΄
Τραγουδώ μέσα μου για τον Επιγένη το φίλο μου.

ΝΕΑΡΗ
Έχεις και άλλον φίλο εκτός από τον Γέρη;

ΓΡΙΑ Α΄
Θα έρθει γρήγορα και θα τον δεις.
Α! Κάποιοι έρχονται!
Είναι για μένα άραγε;

170
HADJIBABA-2006

ΝΕΑΡΗ
Να ο δικός μου έρχεται.

ΓΡΙΑ Α΄
Δεν θέλει εσένα κακούργα!

ΝΕΑΡΗ
Ναι, μα τον Δία, θα δεις!
Θα το δείξει ο ίδιος. Εγώ φεύγω.

ΓΡΙΑ Α΄
Κι εγώ, για να δεις πόσο σε υπολογίζω.

(Αποσύρονται και οι δυο και κρυφοβλέπουν πίσω από διαφορετικά παράθυρα.


Έρχεται ο νέος)

ΝΕΑΡΟΣ
Αχ και να μπορούσα να πάω με τη νέα
να μην έπρεπε να περάσω πρώτα από τη γριά
και την άσχημη.
Αυτό δεν το αντέχει ένας ελεύθερος πολίτης.

ΓΡΙΑ Α΄

(Μονολογεί)

Θα περάσεις, μα τον Δία, έστω και κλαίγοντας.


Γιατί δεν είναι πια ο Χαριξένης εδώ.
Έχουμε νόμους τώρα, και σύμφωνα με αυτούς θα πάμε αγόρι μου.
Αλλά ας κρυφτώ λίγο ακόμα να δω τι θα κάνει.

ΝΕΑΡΟΣ
Ας θέλουν οι θεοί να πάω μόνο με την όμορφη!
Στην οποία ήρθα γιατί την θέλω από παλιά!

ΝΕΑΡΗ

(βγαίνοντας)

Τη γέλασα την καταραμένη γριά


Νόμισε ότι θα μείνω μέσα.
Αχ αχ, να τος αυτός είναι! Αυτός που περίμενα!
Εδώ. Εδώ έλα.
Έλα γλυκιέ μου
έλα και γείρε πάνω μου
να ομορφύνεις τη νύχτα μου!
Τρέμω από τον πόθο!
Αχ αυτά τα μαλλιά σου! Τι όμορφα!
Ανάβει μέσα μου μεγάλος πόθος!
Σε ικετεύω Έρωτα,
τρέξε και κάνε τον να έρθει σε μένα.

ΝΕΑΡΟΣ
Έλα, έλα!
Τρέξε και άνοιξε την πόρτα σου!
Έλα!
Αν δεν το κάνεις, θα πέσω εδώ και θα πλαγιάσω.
Θέλω να βρίσκομαι μαζί σου

171
HADJIBABA-2006

καλή μου.
Έρωτα, αχ με τρελαίνεις γι' αυτήν.
Φέρε την μου, κάνε την να έρθει σε μένα.

ΝΕΑΡΗ
Τα λόγια που λες ανάβουν τον μεγάλο μου πόθο!
Δεν τον ημερεύουν. Σε παρακαλώ γλυκιέ μου.
Έλα και φίλα με.
Για σένα πονάω.

ΝΕΑΡΟΣ
Ω, χρυσή μου έγνοια, βλαστάρι της Κύπριδας,
μέλισσα Μούσας - θρέμμα της Χάρης.
Γλυκό πρόσωπο.
Άνοιξε και πάρε με.
Για σένα πονώ.

(Ανοίγει η πόρτα αλλά βγαίνει η γριά)

ΓΡΙΑ Α΄
Ε, συ! Τι χτυπάς; Εμένα ζητάς;

ΝΕΑΡΟΣ
Από πού κι ως που;

ΓΡΙΑ Α΄
Χτύπαγες δυνατά την πόρτα μου.

ΝΕΑΡΟΣ
Καλύτερα να πεθάνω.

ΓΡΙΑ Α΄
Τι ψάχνεις κρατώντας λαμπάδα;

ΝΕΑΡΟΣ
Κάποιον άνθρωπο ζητάω.

ΓΡΙΑ Α΄
Ποιον;

ΝΕΑΡΟΣ
Όχι αυτόν που εσύ ίσως περιμένεις.

ΓΡΙΑ Α΄
Θέλεις δε θέλεις θα έρθεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Τώρα δεν παίρνουμε τις εξηντάχρονες.
Τις αναβάλλουμε αυτές.
Στης εικοσάχρονες πάμε τώρα.

ΓΡΙΑ Α΄
Αυτό γλυκιέ μου γινόταν πριν.
Αλλά τώρα σε μας μπαίνετε πρώτα.

ΝΕΑΡΟΣ
Όποιος το θέλει όμως. Σύμφωνα με το νόμο των ζαριών.

ΓΡΙΑ Α΄

172
HADJIBABA-2006

Δεν κρατάς όμως το νόμο των ζαριών για το δείπνο.

ΝΕΑΡΟΣ
Δεν ξέρω τι λες εσύ. Σ' εκείνην θα πάω εγώ.

ΓΡΙΑ Α΄
Πρώτα θα χτυπήσεις τη δική μου πόρτα.

ΝΕΑΡΟΣ
Τώρα δεν χτυπάω ολόκληρο κόσκινο.

ΓΡΙΑ Α΄
Ξέρω. Με θέλεις αλλά ταράχτηκες τώρα
που με βρήκες στην πόρτα.
Δώσε μου το στόμα σου.

ΝΕΑΡΟΣ
Γλυκιά μου θα το έκανα αλλά φοβάμαι τον φίλο σου.

ΓΡΙΑ Α΄
Ποιον;

ΝΕΑΡΟΣ
Τον καλύτερο από τους ζωγράφους.

ΓΡΙΑ Α΄
Ποιος είναι αυτός;

ΝΕΑΡΟΣ
Αυτός που ζωγραφίζει τις κανάτες των νεκρών.
Άντε φύγε τώρα μην σε δει στην πόρτα.

ΓΡΙΑ Α΄
Ξέρω. Ξέρω τι θέλεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Κι εγώ, μα το Δία. Ξέρω για σένα.

ΓΡΙΑ Α΄
Μα την Αφροδίτη, που με κλήρωσε σε σένα...
Δεν θα σε αφήσω.

ΝΕΑΡΟΣ
Τα έχασες γριούλα.

ΓΡΙΑ Α΄
Λέγε εσύ. Εγώ θα σε πάρω στα στρώματά μου.

ΝΕΑΡΟΣ
Γιατί αγοράζουμε γάντζους για τους κουβάδες μας;
Μπορούμε να ρίχνουμε αυτή τη γριά στο πηγάδι
και να πιάνει τους κάδους.

ΓΡΙΑ Α΄
Μην με κοροϊδεύεις κακόμοιρε. Άντε.
Ακολούθα με.

ΝΕΑΡΟΣ
Δεν με αναγκάζεις. Εκτός κι αν κατέβαλες

173
HADJIBABA-2006

στο Δημόσιο Ταμείο


το πεντακοσιοστό των υπαρχόντων σου.

ΓΡΙΑ Α΄
Αχ, μα την Αφροδίτη, πρέπει να έρθεις.
Με τέτοιους νέους μ' αρέσει να κοιμάμαι.

ΝΕΑΡΟΣ
Εγώ σιχαίνομαι με γριές. Δε θα μπορούσα.

ΓΡΙΑ Α΄
Θα σε καταφέρει αυτό.

(Η γριά ανοίγει μπροστά του ένα ψήφισμα)

ΝΕΑΡΟΣ
Τι είναι αυτό;

ΓΡΙΑ Α΄
Απόφαση του λαού. Αυτό σε αναγκάζει να έρθεις σε μένα.

ΝΕΑΡΟΣ
Άντε κάνε γρήγορα. Τι είναι; Διάβασέ το.

ΓΡΙΑ Α΄
Στο διαβάζω.
"Οι γυναίκες έκριναν σωστό,
αν ένας νέος θελήσει μια νέα,
να μην τα φτιάξει μαζί της,
αν πρώτα δεν κοιμηθεί με μια γριά.
Κι αν δεν το θέλει αυτό
και επιμένει στη νέα
τότε οι γριές μπορούν ατιμώρητα
να τον πάρουν με το ζόρι".

ΝΕΑΡΟΣ
Αχ, Προκρούστης θα γίνω σήμερα.

ΓΡΙΑ Α΄
Πρέπει να ακούμε τους νόμους.

ΝΕΑΡΟΣ
Αν έρθει ένας φίλος ή ένας πολίτης
και καταθέσει εγγύηση για μένα και με σώσει;

ΓΡΙΑ Α΄
Κανένας δεν έχει χρήματα τώρα.

ΝΕΑΡΟΣ
Απαλλαγή δεν υπάρχει;

ΓΡΙΑ Α΄
Δεν θα ξεφύγεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Θα επικαλεστώ το ότι είμαι έμπορος.

ΓΡΙΑ Α΄

174
HADJIBABA-2006

Θα κλάψεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Και τι πρέπει να κάνω;

ΓΡΙΑ Α΄
Ακολούθα με. Έλα.

ΝΕΑΡΟΣ
Τόσο πολύ με θέλεις;

ΓΡΙΑ Α΄
Πάρα πολύ.

ΝΕΑΡΟΣ
Τότε σκόρπισε πρώτα ρίγανη,
μετά βάλε διπλωμένες τέσσερις κληματόβεργες
- στρώσε τις καλά -
και βάλε δίπλα μια σειρά στάμνες
και μπροστά κανάτες με νερό...

ΓΡΙΑ Α΄
Θα μου πάρεις και στεφάνι...

ΝΕΑΡΟΣ
Αν βρω κέρινα, μα το Δία...
Νομίζω ότι όταν τα φορέσεις θα λιώσεις αμέσως.

(Καθώς τον σέρνει η γριά βγαίνει η νέα)

ΝΕΑΡΗ
Που τον σέρνεις;

ΓΡΙΑ Α΄
Είναι δικός μου και τον πάω μέσα.

ΝΕΑΡΗ
Είσαι ανόητη. Είναι μικρός για να κοιμηθεί μαζί σου.
Είσαι μάνα του, όχι γυναίκα του.
Αν κρατήσετε αυτό το νόμο
όλη η γη θα γεμίσει Οιδίποδες.

ΓΡΙΑ Α΄
Βρε σιχαμένη, τα λες αυτά επειδή ζηλεύεις.
Αλλά εγώ θα σε τιμωρήσω.

(Φεύγει η γριά α΄ - για να έρθει μια ασχημότερη η γριά β΄.


Η νέα πιάνει τον νεαρό να τον πάρει)

ΝΕΑΡΟΣ
Μα τον Δία τον σωτήρα, γλυκιά μου
με έσωσες που την έδιωξες.
Αυτή τη χάρη που μου έκανες
θα στην ανταποδώσω σε λίγο πιο μεγάλη.

(Βγαίνει η γριά β΄ )

ΓΡΙΑ Β΄
Ε, εσύ! Που τον σέρνεις, παραβιάζοντας το νόμο;

175
HADJIBABA-2006

Το λέει καθαρά. Πρέπει να έρθει πρώτα σε μένα.

ΝΕΑΡΟΣ
Αχ, αχ ο δύστυχος...
Από πού ξεφύτρωσες κακόχρονο νάχεις;
Αυτό το κακό είναι χειρότερο απ' το πρώτο.

ΓΡΙΑ Β΄
Έλα. Προχώρα.

ΝΕΑΡΟΣ
Άσε με. Μη με σέρνεις.

ΓΡΙΑ Β΄
Ο νόμος σε σέρνει, όχι εγώ.

ΝΕΑΡΟΣ
Όχι ο νόμος. Μια λάμια με σέρνει,
ντυμένη με αιμάτινη φούσκα.

ΓΡΙΑ Β΄
Έλα τρυφερούλη μου, προχώρα και μη μιλάς.

ΝΕΑΡΟΣ
Άσε με πρώτα να πάω προς νερού μου
να πάρω λίγο θάρρος.
Αλλιώς θα με δείς από το φόβο μου
να τα κάνω επάνω μου.

ΓΡΙΑ Β΄
Κρατήσου και προχώρα.
Μέσα θα τα κάνεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Φοβάμαι πως δεν μπορώ να κρατηθώ.
Σου βάζω δυο εγγυητές, είμαι αξιόχρεος.

ΓΡΙΑ Β΄
Δεν θέλω να βάλεις κανέναν.

(Καθώς η γριά β΄ σέρνει το νεαρό, εμφανίζεται γριά γ΄ ακόμα πιο άσχημη)

ΓΡΙΑ Γ΄
Ε, συ! Που πας μαζί της;

ΝΕΑΡΟΣ
Δεν πάω εγώ. Με τραβάει.
Μα όποια και να είσαι σ' ευχαριστώ που με έσωσες

(Καθώς η γριά γ΄ τον πιάνει, αυτός την βλέπει καθαρά)

Ω Ηρακλή μου! Και Πάνα, και Κορύβαντες.


Και οι δυο Διόσκουροι. Ωχ! Τι να 'ναι αυτό;
Μαϊμού πασαλειμένη με φτιασίδια
ή γριά που μόλις βγήκε από τον τάφο;

ΓΡΙΑ Γ΄
Μη με κοροϊδεύεις, έλα μαζί μου.

ΓΡΙΑ Β΄

176
HADJIBABA-2006

Μαζί μου θα έρθεις. Εδώ.

ΓΡΙΑ Γ΄
Δεν τον αφήνω.

ΓΡΙΑ Β΄
Ούτε κι εγώ.

ΝΕΑΡΟΣ
Θα με κόψετε στα δυο καταραμένες!

ΓΡΙΑ Β΄
Σύμφωνα με το νόμο πρέπει να έρθει μαζί μου.

ΓΡΙΑ Γ΄
Πρώτα μαζί μου. Είμαι ασχημότερη.

ΝΕΑΡΟΣ
Αν με κάνετε κομμάτια,
πως θα πάω μετά στην όμορφη που την θέλω;

ΓΡΙΑ Γ΄
Αυτό να το βρεις εσύ. Τώρα κάνε το χρέος σου.

ΝΕΑΡΟΣ
Ποιαν από τις δυο σας να πάρω για να τελειώνω;

ΓΡΙΑ Β΄
Δεν ξέρεις; Εμένα πρέπει.

ΝΕΑΡΟΣ
Να μ' αφήσει τότε αυτή.

ΓΡΙΑ Γ΄
Εδώ βρε. Σε μένα θα έρθεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Αν όμως με αφήσει αυτή εδώ.

ΓΡΙΑ Β΄
Δεν θα σε αφήσω, μα τον Δία.

ΓΡΙΑ Γ΄
Ούτε κι εγώ.

ΝΕΑΡΟΣ
Αν είσαστε βαρκάρισες θα ήσασταν πολύ κακές.

ΓΡΙΑ Β΄
Γιατί;

ΝΕΑΡΟΣ
Γιατί θα τους σκίζατε τους πελάτες με το τράβηγμα.

ΓΡΙΑ Β΄
Σταμάτα τώρα και προχώρα.

ΓΡΙΑ Γ΄
Σε μένα, μα το Δία.

177
HADJIBABA-2006

ΝΕΑΡΟΣ
Λοιπόν θα κάνουμε σύμφωνα με το ψήφισμα του Καννωνού.
Πρέπει να το κάνω μοιρασμένος στα δυο.
Αλλά πως θα τραβάω κουπί σε δυο βάρκες συγχρόνως;

ΓΡΙΑ Β΄
Να φας μια γαβάθα βολβούς
για να τα καταφέρεις.

ΝΕΑΡΟΣ
Αχ ο καημένος! Με έσυραν στην πόρτα τους.

ΓΡΙΑ Γ΄
Δεν μπορείς να σωθείς πια.
Θα πέσουμε κι οι δυο επάνω σου.

ΝΕΑΡΟΣ
Μη για το θεό! Με μια συμφορά, όχι με δυο.

ΓΡΙΑ Γ΄
Θέλεις δεν θέλεις, μα την Εκάτη!

ΝΕΑΡΟΣ
Αχ ο κακόμοιρος,
που όλη νύχτα πρέπει να είμαι
με αυτό το σαράβαλο.
και όταν γλιτώσω
να με περιμένει μια άλλη χαριτωμένη
πασαλειμένη με φτιασίδια ολόκληρα βάζα!
Δεν είμαι δύστυχος;
Τρισδύστυχος είμαι, μα το Δία το σωτήρα,
να αρχίσω παιχνίδια με τούτα τα τέρατα.
Αν όμως πάω κάτι και με λιώσουν στο τρίψιμο
αυτά τα σφουγγαρόπανα,
θάψτε με στο λιμάνι στην είσοδό του
κι αυτή που βρίσκεται από πάνω μου
αλείψτε την με πίσσα
και βάλτε την στον τάφο μου
να στέκεται σαν επιτάφια λήκυθος.

(Η γριά γ΄ φέρνει το νεαρό μέσα. Ακολουθεί και η γριά β΄. Φτάνει η υπηρέτρια της
Πραξαγόρας)

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Αχ, καλότυχος λαός και ευτυχισμένη χώρα
και τρισευτυχισμένη η κυρά μου
κι εσείς εδώ μπροστά στην πόρτα που στέκεστε
- γείτονες και πολίτες -
κι εγώ η υπηρέτρια
που έχυσα στα μαλλιά μου σπάνια αρώματα.
Αχ Δία μου!
Το πιο καλό απ' όλα τα αρώματα
είναι αυτό από τη Θάσο, στο μπουκαλάκι.
Μένει πολύ. Δεν ξεθυμαίνει όπως τα άλλα.
Κέρασε άκρατο,
να χαρεί όλη η νύχτα
καθώς θα δοκιμάζουμε τα αρώματα
ποιο είναι το καλύτερο.
Αλλά γυναίκες, πέστε μου, που είναι ο αφέντης

178
HADJIBABA-2006

ο άντρας της κυράς μου;

ΧΟΡΟΣ
Αν μείνεις εκεί, νομίζω θα τον βρεις.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Να τος, έρχεται. Φτάνει για δείπνο.
Ω Αφέντη! Ω Ευτυχισμένε, Τρισευτυχισμένε.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Ποιος; Εγώ;

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Εσύ, μα το Δία! Όσο κανείς!
Γιατί ποιος άλλος είναι πιο ευτυχισμένος
από αυτόν που ακόμα δεν έχει φάει
ανάμεσα σε τριάντα χιλιάδες που έφαγαν;

ΧΟΡΟΣ
Ευτυχισμένος, ναι. Καλά λες.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Που πας;

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Για το δείπνο πηγαίνω.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Μα την Αφροδίτη, τελευταίος απ' όλους!
Η γυναίκα σου όμως μου είπε να σε πάρω
να σε πάω μαζί με αυτές τις όμορφες.
Περίσσεψε και χιώτικο κρασάκι και άλλα
και γι' αυτό μην αργείς.
Και μπορεί να έρθει μαζί μας
όποιος θεατής μας έχει ανάγκη -
και όποιος κριτής δεν έχει άλλη προτίμηση.
Θα του τα δώσουμε όλα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Πλουσιοπάροχα όλα χωρίς τσιγγουνιές.
Καλέστε τους όλους. Γέρους, νέους και παιδάκια.
Το δείπνο είναι για όλους έτοιμο
.. αρκεί βέβαια να πάνε στα σπιτάκια τους.
Θα πάω κι εγώ… θα τρέξω να προφτάσω
και θα κρατάω κι αυτή τη λαμπάδα στα χέρια.

ΧΟΡΟΣ
Γιατί χάνεις χρόνο; Πάρε κι αυτές τις γυναίκες
και πήγαινε. Και μέχρι να φτάσεις
εγώ θα τραγουδήσω για το μελλοντικό φαγοπότι.
Θα ήθελα και κάτι να πω στους κριτές.
Οι σοφοί μεν να με βραβεύσουν για όσα σοφά τους είπα,
όσοι γέλασαν δε, για τα αστεία που είπα.
Δηλαδή όλοι να με βγάλετε πρώτο.
Και καθόλου να μην φταίξει που κληρώθηκα να παίξω πρώτος,
αλλά όπως ορκιστήκατε να κάνετε.
Να θυμάστε το έργο
και να κρίνεται πάντα σωστά όλοι,
όχι όπως οι ελαφρόμυαλες εταίρες
που θυμούνται μονάχα τον τελευταίο πελάτη.

179
HADJIBABA-2006

Ω! Είναι ώρα πια φίλες!


Αν είναι να κάνουμε αυτό που λέω
εμπρός για το δείπνο...
Αποσυρθείτε γλυκά και σιγά,
με ρυθμό.
Κι εσύ, άντε, κουνήσου.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ
Αυτό κάνω.

ΧΟΡΟΣ
Και αυτές τώρα...
με ρυθμό ανάλαφρα...
Γρήγορα θα έρθουν τα
γιουβετσοψαροσάλαχα
γαλεοκεφαλόψωμα
τουρσοτσιχλοπίτσουνα
κοκορολαγοστίφαδα
κοτσυφομελοπίπερα
στραγαλοτυροπέτμεζα
τρυγονομυαλομύζηθρα
ψητοκοτοπερίστερα
κρεμμυδοσκορδολάχανα
ντοματοαγγουροράπανα...
Και τώρα που τα άκουσες
τρέχα και γρήγορα άρπαξε ένα πιατάκι
και βάλε λιγάκι
φαβίτσα να φας!
Πω πω τι λαίμαργοι!
Όλοι όρθιοι! Πάνω!
Όλοι θα δειπνήσουμε, ευοί ευαί,
Και θα νικήσουμε! Ευοί, ευαί!
Ευοί, ευαί!

ΤΕΛΟΣ

180
HADJIBABA-2006

ΘΕΣΜΟΦΟΡΙΑΖΟΥΣΑΙ
(Αριστοφάνης 411 π.Χ.)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΑΓΑΘΩΝΑΣ
ΥΠΗΡΕΤΗΣ του ΑΓΑΘΩΝΑ
ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
ΧΟΡΟΣ
ΓΥΝΑΙΚΕΣ
ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
ΠΡΥΤΑΝΗΣ
ΤΟΞΟΤΗΣ

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ


Στην γυναικεία γιορτή της Αθήνας, τα Θεσμοφόρια, οι γυναίκες πρόκειται να αποφασίσουν τι
τιμωρία θα επιβάλλουν στον τραγικό ποιητή, Ευριπίδη, γιατί τις κατηγορεί στα έργα του, ότι
κλέβουν και εξαπατούν τους άντρες τους.
Έτσι, ο Ευριπίδης, μαζί με τον Μνησίλοχο ψάχνουν να βρουν μια λύση για να αποτρέψουν
αυτή την απόφαση των γυναικών.

(Στη σκηνή φαίνεται το σπίτι του ποιητή Αγάθωνα στη μια άκρη και στην άλλη το Θεσμοφόριο.
Μπαίνει ο Ευριπίδης ψάχνοντας αγωνιωδώς για κάτι και μαζί του ο Μνησίλοχος, ο κουμπάρος
του, γέρος, που κάνει μεγάλη προσπάθεια να ακολουθήσει το βήμα του Ευριπίδη - και πίσω
τους μια δούλα.)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ω, Δία, θα έρθει ποτέ το χελιδόνι να δώσει τέλος στο χειμώνα της δυστυχίας μου;
Από το πρωί στο τρέξιμο είμαι με αυτόν τον άνθρωπο, σίγουρα θέλει να με πεθάνει!
Ε, πια, Ευριπίδη, πριν μου πέσουν τα νεφρά μπορώ να μάθω που με σέρνεις;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Για ποιο λόγο να ακούσεις όσα σύντομα θα δεις;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι λες; Πες ξανά. Δεν πρέπει να ακούω;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι, όσα πρόκειται να δεις.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μήπως δεν πρέπει και να βλέπω;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι όσα πρόκειται ν' ακούσεις.

181
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Καλά τα λες, αλλά τι μου λες ακριβώς; Ούτε να βλέπω πρέπει ούτε να ακούω;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Είναι δυο πράγματα ξεχωριστά από τη φύση τους.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Να μην κοιτάς κι ακούς τα ίδια πράγματα δηλαδή;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βέβαια.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πως δηλαδή είναι ξεχωριστά;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εξαρχής της δημιουργίας.
Όταν έγινε ο Αιθέρας και γεννήθηκαν εντός του τα Ενόργανα,
για όσα έπρεπε να βλέπουν η Φύση δημιούργησε τα μάτια
- όμοιους με το δίσκο του ήλιου,
και για όσα έπρεπε ν' ακούν άνοιξε δύο τρύπες σαν χωνάκια.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Και γι' αυτά τα δυο χωνάκια, μα το Δία,
να μην βλέπω κι ακούω; Χαίρομαι που το 'μαθα!
Πω πω τι μαθαίνεις δίπλα σε σοφούς!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πολλά τέτοια θα μάθεις από μένα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δίπλα στα πολλά τα τέτοια, λες να μάθω να κουτσαίνω κι απ' τα δύο πόδια; Ώστε να μην
μπορώ να σε ακολουθώ;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δίπλα μου βάδιζε κι άκου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δίπλα σου, και περιμένω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τη βλέπεις τούτη την πορτούλα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μα τον Ηρακλή, τη βλέπω!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ησυχία τώρα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ησυχία για το πορτάκι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πρόσεξε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Να κάνω ησυχία και να προσέξω για το πορτάκι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

182
HADJIBABA-2006

Εδώ είναι το σπίτι του ξακουστού Αγάθωνα, του τραγικού ποιητή.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ποιος είναι αυτός Αγάθωνας;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Είναι ένας Αγάθωνας...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μήπως είναι εκείνος ο μαυριδερός, ο γερός;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όχι. Κάποιος άλλος...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δεν τον είδα ποτέ. Μήπως έχει μακριά γενειάδα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ποτέ σου δεν τον είδες;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μα το Δία. Ποτέ δεν τον είδα να τον ξέρω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τον ξέρεις πως αλλά μπορεί να μην τον θυμάσαι.
Στάσου όμως, έλα στην άκρη, βγαίνει ένας υπηρέτης
με φωτιά και μυρτιές.
Φαίνεται θα προσευχηθεί για να έχει καλή έμπνευση ο Αγάθωνας.

(Ανοίγει η πόρτα, βγαίνει ένας υπηρέτης)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Κάντε ησυχία όλοι σας!
Κρατάτε το στόμα σας κλειστό.
Μέσα στο σπίτι ο αφέντης εμπνέεται
- ήρθαν οι Μούσες και χορεύουν στην καρδιά του.
Άπνοος να σταθεί ο αιθέρας.
Της θάλασσας το κύμα να σιγήσει...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Βρε, βρε!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σώπα. Θέλω να ακούσω τι λέει.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Των πτηνών τα είδη να κουρνιάσουν.
Των άγριων θηρίων τα πόδια ακίνητα!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Βρε βρε !!!!!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Του λόγου ο μύστης, ο μέγας Αγάθωνας πρόκειται...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Να κάνει έρωτα;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ

183
HADJIBABA-2006

Τίνος φωνή ακούστηκε;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ο σιωπηλός αιθέρας!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
... πρόκειται τα σκαριά της τραγωδίας να στήσει.
Τώρα σμιλεύει τις αψίδες του λόγου,
τις τορνεύει, τις σκαλίζει,
δένει τις λέξεις, τα αποφθέγματα χύνει
παίζει τις αντιθέσεις,
πλάθει προπλάσματα σαν με κερί,
τα στρογγυλεύει, τα χύνει...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Και κουνιέται...

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ποιος άξεστος πλησίασε τον ιερό αυτό τόπο;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κάποιος πανέτοιμος και σένα και αυτόν
τον καλόφωνο ποιητή σου
να σας στριμώξει εδώ στις γωνιές.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Α! Πολύ θρασύς ήσουν στα νιάτα σου γέρο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μη Μνησίλοχε, άφησέ τον.
Πήγαινε κι εσύ και πες στον Αγάθωνα να βγει έξω
γιατί τον θέλω.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Μην παρακαλάς, μόνος του βγαίνει.
Άρχισε να γράφει, αλλά το κρύο που κάνει
δυσκολεύει τις στροφές να στρογγυλέψουν,
χρειάζεται ήλιο να δημιουργήσει η φαντασία.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κι εγώ τι να κάνω;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Περίμενε. Βγαίνει.

(Ο υπηρέτης μπαίνει μέσα)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δία, τι να σχεδιάζεις για μένα σήμερα!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μα τους θεούς, θέλω να ξέρω γιατί στενάζεις και θλίβεσαι.
Δεν πρέπει να τα κρύβεις αφού είμαστε συγγενείς.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μεγάλο κακό μαγειρεύεται εναντίον μου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ποιο; Σαν τι;

184
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σήμερα θα κριθεί αν ζει ο Ευριπίδης ή αν όλα τέλειωσαν.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Σήμερα; πως; Τα δικαστήρια και η Βουλή είναι κλειστά,
Γιατί είναι η τρίτη μέρα των Θεσμοφορίων.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γι' αυτό ακριβώς με κάνει να τρέμω.
Οι γυναίκες είναι οργισμένες μαζί μου
και όρισαν σήμερα να συνεδριάσουν ενάντιά μου
στο ναό των Θεσμοφόρων.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Γιατί; Τι έχουν εναντίον σου;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Επειδή τις κακολογώ λέει στις τραγωδίες μου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ε, μα τον Ποσειδώνα, δίκαια θα το πάθαινες.
Έχεις σκεφτεί όμως πως θα γλιτώσεις;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα παρακαλέσω τον Αγάθωνα, τον τραγικό ποιητή,
να πάει αυτός στα Θεσμοφόρια.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι να κάνει εκεί;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Να ανακατευτεί με τις γυναίκες
κι αν χρειαστεί να με στηρίξει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φανερά ή κρυφά;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κρυφά. Θα ντυθεί γυναίκα. Τέχνασμα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έξυπνο το τέχνασμα, όπως συνηθίζεις.
Άριστα παίρνεις στα τεχνάσματα πάντα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ησυχία...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι είναι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ο Αγάθωνας βγαίνει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ποιος είναι; Που;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αυτός εκεί επάνω, στο μηχάνημα.

185
HADJIBABA-2006

(Προβάλλει ο Αγάθωνας πάνω στο εκκύλημα, ξαπλωμένος πάνω σε έναν καναπέ, φοράει
γυναικεία ρούχα και σιγοτραγουδά ποιήματα)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πρέπει να είμαι τυφλός, δεν βλέπω κανέναν άντρα.
Μια γυναίκα βλέπω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σώπα. Ετοιμάζεται να τραγουδήσει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι ωραίες τρίλλιες, αναρωτιέμαι αν πρόκειται να πετάξει σα μύγα πάνω μας.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΧΟΡΟΥ


Την ιερή των Χθονίων λαμπάδα
κρατώντας ανυμνήστε ω κόρες!
Χορέψτε, υμνήστε την ελευθερία της πατρίδας σας.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΧΟΡΟΣ


Ποιο θεό να υμνήσουμε πες.
Με ευσέβεια η ψυχή μας δοξάζει το θείο.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ ΧΟΡΟΥ


Δόξαζε, Μούσα Το χρυσότοξο Φοίβο
που ύψωσε τα κάστρα στη γη του Σιμόη.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΧΟΡΟΣ


Με τον πιο όμορφο ύμνο Φοίβε σε τιμούμε
που εσύ είσαι ο πρώτος και βραβεύεις της Τέχνης τους άριστους.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ


Υμνήστε και την Άρτεμη την κυνηγήτρα
που τρέχει πάνω στα βουνά τα δρυοσκεπασμένα.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΧΟΡΟΣ


Δοξάστε τη σεβάσμια την κόρη της Λητώς,
την παρθένα Άρτεμη!

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ


Τη Λητώ και την Ασιατική λύρα
που δίνει το ρυθμό στα πόδια
των Χαρίτων της Φρυγίας που χορεύουν.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ σαν ΧΟΡΟΣ


Τη Λητώ την Άνασσα προσκυνώ
και την κιθάρα την άξια
μάνα των ύμνων.
Έλαμψε φως και έπαιξε στα μάτια τα θεία
και το τραγούδι μας ξάφνου φωτίστηκε.
Γι' αυτό το Φοίβο, τον άνακτα, τίμα.
Της Λητώς υπέροχο τέκνο χαίρε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Γλυκό το τραγούδι σας πονηρούλες σεβάσμιες
Γεμάτο λαγνεία και νάζι και γλυκά φιλιά,
τόσο που ακούγοντάς το ανατρίχιασα.

(Προς τον ΕΥΡΙΠΙΔΗ)


Και σένα θέλω να σε ρωτήσω,
όπως κάνει ο Αισχύλος σε ένα δράμα του,

186
HADJIBABA-2006

ποιος είναι αυτός ο ανδρόγυνος; Από πού είναι;


Γιατί φοράει τόσο ανακατωμένα ρούχα;
Πως συμφωνεί η βάρβιτος με ποικιλοχρωμία,
λύρα με κεφαλόδεσμο και στηθόδεσμος με αρώματα!
Που παν αυτά; Πάει το σπαθί με το καθρεφτάκι;

(Προς τον ΑΓΑΘΩΝΑ)


Κι εσύ ο ίδιος, για πες μας, τι είσαι; Περνιέσαι για άντρας;
Τότε που είναι το εργαλείο σου; Που είναι η χλαίνη και τα άρβυλα;
Κι αν περνιέσαι για γυναίκα τότε που είναι το στήθος σου; Ε;
Σωπαίνεις ε;
Το τραγούδι σου όμως περιγράφει ακριβώς τον χαρακτήρα σου.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Α, γέρο γέρο! Κεντρί του φθόνου άκουσα,
το κέντρισμα δεν ένιωσα.
Τα ρούχα μου βρίσκονται σε αρμονία με τις σκέψεις μου.
Ένας ποιητής πρέπει να δοκιμάζει ο ίδιος
την φύση και τον χαρακτήρα των ηρώων του.
Αν γράφει έργο με γυναικεία πρόσωπα
πρέπει να ζήσει όπως αυτά...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Καβαλικεύεσαι λοιπόν σαν γράφεις για τη Φαίδρα;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Κι αν γράφει έργο με πρόσωπα άντρες
πρέπει όλη του η συμπεριφορά να γίνει αντρική.
Ό,τι λοιπόν δεν έχουμε από τη φύση μας, το αποκτούμε με την φαντασία.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Όταν θα γράψεις για σατύρους λοιπόν να με φωνάξεις
να 'ρθω από πίσω με το εργαλείο μου να βοηθήσω.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Και είναι ακαλαίσθητο να βλέπεις ποιητή
δασύτρυχο κι άσχημο.
Σκέψου τον Ίβυκο, τον Ανακρέοντα, τον Αλκαίο
- που έφεραν πολλούς χυμούς στην αρμονία -
καπελάκια γυναικεία φορούσαν
και τους άρεσαν οι λάγνοι χοροί της Ιωνίας.
Και ο Φρύνιχος, που θα έχεις ακουστά γι' αυτόν,
όμορφος ήταν κι ντυνόταν όμορφα
γι' αυτό και ήταν όλο τέχνη τα έργα του.
Υπάρχει μεγάλη αντιστοιχία στο έργο μας και στη φύση μας.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Γι' αυτό άρα ο άσχημος Φιλοκλής γράφει άσχημα
κι ο Ξενοκλής ο κακός, κακά
κι ο Θέογνης ο κρύος, κρύα;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Βέβαια. Αυτό το κατάλαβα
και γι' αυτό το λόγο φροντίζω τόσο πολύ για μένα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τον φροντίζεις πως;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

187
HADJIBABA-2006

Πάψε να φλυαρείς Μνησίλοχε. Στην ηλικία του κι εγώ τα ίδια έκανα όταν άρχιζα να γράφω.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Α! Ευριπίδη! Μα τον Δία, δεν είχες καλούς τρόπους.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
(Στον Αγάθωνα)
Άσε με όμως να σου πω το λόγο που με έφερε εδώ.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Λέγε.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αγάθωνα, σοφός είναι όποιος μπορεί να εκφράσει πολλές σκέψεις με λίγα λόγια.
Χτυπημένος λοιπόν, εγώ, από καινούργιο κακό έρχομαι να σε παρακαλέσω σαν ικέτης...

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Τι ζητάς;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Οι γυναίκες σήμερα στα Θεσμοφόρια, θα αποφασίσουν να με σκοτώσουν, επειδή τις
κατακρίνω.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Κι τι μπορώ εγώ να κάνω γι' αυτό το θέμα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τα πάντα. Αν ανακατευτείς μαζί τους κρυφά, αφού μεταμφιεστείς ώστε να περνιέσαι μια από
αυτές -
θα μπορούσες να πεις μια καλή κουβέντα για μένα, κι έτσι να με σώσεις.
Είσαι ο μόνος που θα μίλαγες αντάξιά μου.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Γιατί δεν πας τότε να τα πεις εσύ ο ίδιος;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αδύνατον. Πρώτα απ' όλα εμένα θα με αναγνωρίσουν.
Εγώ έχω γένια και είμαι ασπρομάλλης ενώ εσύ χαριτωμένος, άσπρος, φρεσκοξυρισμένος, η
φωνή σου μοιάζει γυναικεία και είσαι και αφράτος...

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Ευριπίδη!...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι είναι;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Έγραψες ποτέ χαίρεσαι "να βλέπεις το φως, και δεν πιστεύεις ότι ο πατέρας σου δεν χαίρεται
το ίδιο;"

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έγραψα.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Μη νομίζεις λοιπόν ότι θα εκθέσω τον εαυτό μου σε κίνδυνο για σένα. Μόνο τρελός θα
δεχόμουν.
Δικό σου είναι το φταίξιμο, εσύ να υποστείς τη μοίρα σου.
Τις συμφορές δεν τις αποφεύγουμε με κόλπα. Αλλά πρέπει να τις δεχόμαστε και να κάνουμε
υπομονή.

188
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Σωστά! Και συ έχεις όμορφο πισινό όχι από τα λόγια αλλά απ' τα παθήματα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι σε εμποδίζει να πας ο ίδιος;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Θα έμπαινα σε μεγαλύτερο κίνδυνο από σένα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μα πως; Γιατί;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Τι πως; Γιατί; θα πουν ότι χώνομαι ανάμεσά τους για να μιμηθώ τα καμώματα που κάνουν τη
νύχτα και να μάθω τους τρόπους τους.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άκου λέει, να μιμηθεί! Σαν πρόφαση όμως πολύ καλή είναι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Λοιπόν Αγάθωνα, συμφωνείς;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Δεν το συζητώ καν.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ω, ο δυστυχισμένος! Πάει, τελείωσα!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φίλε μου και κουμπάρε, μην παραιτείσαι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι να κάνω;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ασ' τον να πάει στην ευχή και κάνε με μένα αυτό που θέλεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αφού μου προσφέρεσαι, έλα βγάλε το μανδύα σου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Το έβγαλα κιόλας, στο έδαφος είναι.
Τι έχεις στο μυαλό σου να μου κάνεις;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αυτά θα τα γένια θα τα ξυρίσουμε, αυτά θα τα καψαλίσουμε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κάνε ό,τι θέλεις. Αφήνομαι ολοκληρωτικά σε σένα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αγάθωνα εσύ πάντα έχεις ξυράφια. Δάνεισέ μου ένα.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Πάρε μόνος σου. Εκεί στη θήκη είναι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σ' ευχαριστώ.
Μνησίλοχε κάθισε. Φούσκωσε το δεξί μάγουλο.

189
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ωι, ωι! Μη!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ε! Κάτσε ήσυχα... Μη σου κόψω το λαιμό κατά λάθος!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχ Αχ! Φεύγω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ει! Που πας;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Στο ναό των Ευμενίδων, να σωθώ!
Δε μένω άλλο να με πετσοκόβεις, μα τη Δήμητρα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ντροπή σου να 'χεις απ' τη μια γένια κι απ' την άλλη τίποτα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δε με νοιάζει!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μη για το θεό! Καταστρέφομαι! Έλα πίσω!

(Ξαναγυρίζει απρόθυμα ο Μνησίλοχος και κάθεται)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κάτσε ακίνητος και σήκωσε το κεφάλι. Γιατί είσαι τόσο νευρικός;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχαχαχ!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι αχαχαχ, τέλειωσαν όλα, και τέλειωσαν μια χαρά.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τώρα θα με κατατάξουν σε ελαφρές μονάδες.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μη νοιάζεσαι. Φαίνεσαι όμορφος.
Θέλεις να δεις πως είσαι;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ναι, θέλω, φέρε τον καθρέφτη.

(Του δίνει ένα καθρεφτάκι)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Βλέπεις πως είσαι;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Α! Δεν είμαι εγώ! Τον Κλεισθένη βλέπω!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σήκω τώρα σκύψε να σου καψαλίσω και τ' άλλα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ωι ο τρισκακόμοιρος! Καψαλιστό γουρουνάκι θα με κάνεις.

190
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ας φέρει κάποιος λύχνο ή δάδα.

(Φέρνουν ένα λυχνάρι)

Σκύψε. Σκέπασε καλά ό,τι πρέπει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Το προσέχω, μη σε μέλει. Με καις όμως. Νερό! Νερό γειτόνοι! Πριν καώ...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κάνε κουράγιο!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι κουράγιο; Με κατάκαψες!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα, σταμάτα να γκρινιάζεις. Το πιο δύσκολο το άντεξες.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φου ! Φου ! Μαύρισαν όλα.
Καψαλίστηκαν τα πάντα εκεί κάτω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα σ' τον σφουγγίσει άλλος, μη σε νοιάζει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα κλάψει όποιος βάλει το χέρι του να με πλύνει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αγάθωνα, εσύ αρνήθηκες να προσφερθείς.
Δάνεισέ μας τουλάχιστον έναν χιτώνα και μια ζώνη.
Μην μου πεις ότι δεν έχεις...

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Πάρτε ό,τι θέλετε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι να πάρω όμως;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Πρώτα πρώτα, αυτόν τον μακρύ, κίτρινο χιτώνα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Α! Μα την Αφροδίτη, τι γλυκά που μυρίζει!
Τον φοράω αμέσως. Και η ζώνη;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εδώ είναι.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Στρώσε το χιτώνα όμορφα στα πόδια μου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ένα μαντήλι θέλεις τώρα και μια κορδέλα.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Βάλε αυτό που φοράω τη νύχτα.

191
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μα το Δία, ό,τι πρέπει είναι.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μου πηγαίνουν, ε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θαύμα σε κάνουν, μα το Δία!
Φέρε Αγάθωνα και έναν μανδύα.

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Πάρε απ' το ανάκλιντρο. Πάνω εκεί είναι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τώρα τα παπούτσια ε;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Τα δικά μου θα πάρεις. Νάτα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα μου κάνουν;
Άνετα να είναι, ε;

ΑΓΑΘΩΝΑΣ
Δοκίμασέ τα. Εντάξει;
Τώρα που πήρατε ό,τι χρειαζόσαστε, εγώ αποσύρομαι.

(Το εκκύκλημα στρέφεται και ο Αγάθωνας εξαφανίζεται)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μοιάζεις τώρα καταπληκτικά με γυναίκα.
Ακόμη κάτι όμως, όταν μιλάς, να δίνεις μια γυναικεία χροιά στη φωνή σου για να μην σε
καταλάβουν.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα προσπαθήσω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πήγαινε τώρα στο ναό.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Όχι, μα τον Απόλλωνα, πριν μου ορκιστείς!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι να ορκιστώ;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ότι αν τύχει καμιά αναποδιά, θα κάνεις τα πάντα για να με σώσεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ορκίζομαι στον Αιθέρα, στην κατοικία του Δία...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Γιατί δεν ορκίζεσαι στους γιους του Ιπποκράτη;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ορκίζομαι λοιπόν σ' όλους τους θεούς μαζί, μεγάλους και μικρούς.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Να θυμάσαι όμως ότι η ψυχή ορκίστηκε

192
HADJIBABA-2006

η γλώσσα δεν ορκίστηκε. Δεν την όρκισα εγώ.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα τώρα, γρήγορα. Χτύπησε το καμπανάκι.
Στο Θεσμοφορείο η συνέλευση αρχίζει. Εγώ φεύγω.

(Φεύγει ο Ευριπίδης. Ο Μνησίλοχος με τη δούλα προχωρούν προς το Ναό των Θεσμοφόρων.


Η σκηνή αλλάζει και εμφανίζεται το εσωτερικό του ναού, με τις γυναίκες που αποτελούν το
Χορό συγκεντρωμένες. Μπαίνει ο Μνησίλοχος, προσπαθεί να φαίνεται όσο το δυνατόν
περισσότερο γυναίκα και μιλάει γυναικεία καθώς απευθύνεται στην δούλα του)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έλα Θράκισσα, ακολούθα με.
Δες πως ανεβαίνει σαν σύννεφο ο καπνός από τις λαμπάδες πως καίνε.
Ω, όμορφες θεές Θεσμοφόρες, δεχθείτε με, προστατέψτε με όσο θα είμαι στο ναό μέσα και
στο δρόμο καθώς θα επιστρέφω στο σπίτι μετά.
Έλα Θράκισσα, άσε κάτω το πανέρι, βγάλε την πίτα να κάνω τις προσφορές.
Δέσποινα τιμημένη και σεβάσμια Δήμητρα και συ Περσεφόνη. Τη χάρη σας θέλω σήμερα,
επιτρέψετε να σας προσφέρω πολλές φορές τις προσφορές μου. Κάντε να μην αναγνωριστώ.
Δώστε της κόρης μου για να χαρεί, έναν άντρα - να είναι τόσο πλούσιος όσο είναι ανόητος.
Και στο μικρό το γιό μου δώστε να 'χει κρίση και γερό μυαλό.
Που είναι όμως μια θέση να ακούω καλά τις ομιλίες;
Εσύ Θράκισσα φύγε τώρα, δεν κάνει δούλοι να ακούν.

(Φεύγει η Θράκισσα, κάθεται ο Μνησίλοχος ανάμεσα στις γυναίκες)

ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
Ησυχία κάντε. Ησυχία. Προσευχηθείτε
στις δυο Θεσμοφόρες θεές, στη Δήμητρα και
στην Κόρη, και στον Πλούτωνα
και στην Καλλιγένεια και στη Κουροτρόφο Γη
και στον Ερμή και στις Χάριτες,
να την ευοδώσουν τούτη, και για το καλό της Αθήνας, να έχει πολλά οφέλη, και για την δική
μας καλή τύχη.
Κι όποια πει και κάνει τα καλύτερα και για μας και για την πόλη, αυτή να πάρει το βραβείο.
Στείλτε αυτές τις ευχές στον ουρανό και θα έχετε καλή τύχη.
Ιή Παιών Ιή Παιών Ιή Παιών
Ας χαιρόμαστε.

ΧΟΡΟΣ
Είθε να δεχτούν οι θεοί τις προσφορές
και τις προσευχές μας.
Δία παντοδύναμε και χρυσόλυρε Φοίβε
που βασιλεύεις στη Δήλο την άγια,
κι εσύ παρθένα και χρυσόλογχη,
που τούτη την πόλη κατοικείς την δοξασμένη. Έλα.
Και ένδοξη εσύ κυνηγήτρια κόρη
της Λητώς της πανέμορφης
κι εσύ Ποσειδώνα σεβάσμιε,
απ' τα βάθη της θάλασσας,
με τους αφρούς και τα κύματα, έλα,
και κόρες του θαλάσσιου Νηρέα
και του βουνού Νεράιδες.
Σάλπιγγα χρυσή
να ηχήσει τις ευχές μας συνοδεύοντας -
κι όμορφα να τελειώσει τούτη η Συνέλευση
αρχόντισσες γυναίκες της Αθήνας.

ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
Προσευχηθείτε στους θεούς και στις θεές του Ολύμπου

193
HADJIBABA-2006

και στις θεές και θεούς των Δελφών


και της Δήλου, και στους άλλους θεούς,
αν κάποιος μηχανεύεται κακό για το γένος των γυναικών
ή προτείνει ειρήνη με τον Ευριπίδη και τους Πέρσες
ή σχεδιάζει να εγκαταστήσει τυραννία
ή τον τύραννο να επαναφέρει,
ή όποιος μαρτυρά γυναίκα που προβάλλει
ξένο παιδί για σπλάχνο της
ή δούλα που την έχει μεσίτρα η κυρά της
κι αυτή το λέει στ' αφεντικό,
ή όποια την έστειλαν μαντάτα να πει
κι αυτή λέει άλλα,
αν ο αγαπητικός μιας παντρεμένης δώρα τάζει στα ψέματα
- και τίποτα δεν δίνει,
ή αν γριά δώρα πολλά δίνει στον εραστή της
ή όποια δέχεται εραστή και όμως τον προδίδει
ή ταβερνιάρης ταβερνιάρισσα ξίκικα πουλούν...
όλες σας ευχηθείτε το σπιτικό τους και οι ίδιοι
όλοι τους να βρουν κακό.
Και σε σας όλες πολλά καλά να δώσουν οι θεοί.

ΧΟΡΟΣ
Μακάρι να πραγματοποιηθούν αυτές οι ευχές
για την πόλη και το δήμο
κι όσες από εμάς πουν τα σοφότερα λόγια
τρανό καλό να δουν.
Όσες όμως παραβαίνουν και πατούν τους άγιους όρκους βλάπτοντας,
θέλοντας να κερδίσουν, κάνοντας κακό,
ή ψηφίσματα και νόμους
θέλουν να καταπατούν
και στους εχθρούς μαρτυρούν
ή θέλουν τους Πέρσες να φέρουν στη χώρα μας
για να κερδίσουν κάνοντας κακό
όλοι τούτοι ασεβούν και την πόλη αδικούν.
Δία μεγαλοδύναμε δέξου τις ευχές μας
κι οι θεοί να μας βοηθούν
ας είμαστε γυναίκες.

(Η κηρύκαινα διαβάζει το ψήφισμα)

ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
Ακούστε όλες. Η Βουλή των γυναικών αποφάσισε
με πρόεδρο την Τιμόκλεια, γραμματέα τη Λυσίλλα
και εισηγήτρια τη Σωστράτη,
τη δεύτερη μέρα των Θεσμοφορίων, που έχουμε αυστηρή αργία,
να γίνει η Συνέλευση με την αυγή του ήλιου
και να αποφασίσουμε, το θέμα της να είναι ο Ευριπίδης
και τι κακό πρέπει να πάθει.
Για την ενοχή του όλες συμφωνούμε.
Λοιπόν; Ποια θέλει να μιλήσει;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Εγώ.

ΚΗΡΥΚΑΙΝΑ
Πρώτα φόρεσε το στεφάνι τούτο και ξεκίνα.

ΧΟΡΟΣ
Ησυχία. Ας κάνουμε όλες ησυχία. Προσέξτε τι θα πει.
Να, βήχει όπως κάνουν στην αρχή οι ρήτορες.

194
HADJIBABA-2006

Χωρίς αμφιβολία θα μας πει πολλά.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Πήρα το λόγο να μιλήσω, γυναίκες,
όχι επειδή μ' έσπρωξε κάποια φιλοδοξία
- αυτό το ορκίζομαι, μα τις θεές -
δεν αντέχω όμως τόσα χρόνια να βλέπω
να μας λοιδορεί τις γυναίκες ο Ευριπίδης
ο γιος της μανάβισσας
και να μας ταπεινώνει τόσο πολύ.
Τι δεν μας σέρνει η γλώσσα του!
Όπου να βρει τρεις θεατές και θεατρίνους
μας πασαλείφει για καλά με ό,τι έχει.
Μας λέει ότι απατάμε τους άντρες μας
ότι θέλουμε πολύ να πηγαίνουμε με άλλους,
μπεκρούδες μας ανεβάζει και ψεύτρες
φλύαρες και προδότρες,
ότι είμαστε αρρώστια και πανούκλα των αντρών!

Και οι άντρες μας που επιστρέφουν από το θέατρο


μας στραβοκοιτούν και ψάχνουν να βρουν
που έχουμε κρυμμένο τον εραστή μας.
Και όσα κάναμε πιο πριν, δεν τα μπορούμε τώρα
γιατί τους τα είπε και ψυλλιάζονται -
τους τα έμαθε τα καμώματά μας.
Έτσι τώρα όποια μας πλέκει στεφάνι
τη λένε ερωτευμένη
κι αν της πέσει κατσαρόλα καθώς πηγαινοέρχεται,
ο άντρας της τη ρωτά
"γιατί σου 'πεσε η χύτρα;
Ο νους σου είναι στον Κορίνθιο;"
Κι όταν αρρωστήσει κάποια, με πονηριά ο αδερφός της λέει:
"Δεν μου αρέσει, το χρώμα που έχει".
Αν κάποια στείρα θέλει να δείξει για δικό της
παιδί που έχει αγοράσει από άλλη,
δεν μπορεί τώρα, καθώς παρακολουθούν τις κινήσεις της.
Κι οι γέροντες πιο πριν έπαιρναν μικρούλες,
αλλά μας ξεμπρόστιασε σ' αυτούς και τώρα
κανένας γέρος δεν παντρεύεται.
Θέατρο μας έκανε.
"Γέροντας παντρεύεται για να διαφεντεύεται", λέει.
Αυτός λοιπόν τους έκανε να βάζουν βουλοκέρια
κι αμπάρες στα δωμάτιά μας
και μας κλείνουν να μη βγούμε
και τρέφουν και σκυλιά, για να φοβόνται οι εραστές μας.
Και καλά αυτά, ας είναι. Τα άλλα όμως;
Εμείς πιο πριν κάναμε στο σπίτι κουμάντο
και βάζαμε χεράκι κρυφά και στο κρασί
και στο λάδι και στ' αλεύρι...
μα τώρα πάει, μας κόπηκαν όλα αυτά. Τώρα τα κλειδώνουν.
Έχουν κάτι πονηρά τρίδοντα κλειδάκια
κάτι λακωνικά, που δεν πάει αντικλείδι -
ενώ πριν μας ήταν εύκολο...
τρεις δραχμούλες μόνο φτάναν για ανοίξουμε και την πιο καλοκλειδωμένη πόρτα,
ενώ τώρα τους δασκάλεψε ο Ευριπίδης, αυτή η πληγή,
κι οι άντρες έχουν πάντα στο λαιμό τους κρεμασμένες,
κάτι φθαρμένες σφραγιδούλες, δεν τις βγάζουν ποτέ.
Γι' αυτό λοιπόν σας λέω να βρούμε τρόπο
ή με φαρμάκι ή αλλιώς
να τον ξεκάνουμε αυτόν που μας κατάστρεψε.

195
HADJIBABA-2006

Αυτά τα λέω φανερά. Τα άλλα θα τα κρατήσω κρυφά


και θα τα καταθέσω στη γραμματεία.

ΧΟΡΟΣ
Ποτέ ξανά δεν άκουσα
τόσο φαρμάκι να βγάζει
γυναίκα άλλη με τόση ευγλωττία.
Δίκαια όλα μας τα είπε
και όλα τα εξέτασε
καλά τα μέτρησε
και βρήκε και στοιχεία γερά
με όλες τις λεπτομέρειες.
Τώρα και ο Ξενοκλής, ο γιος του Καρκίνου
να μιλήσει απέναντί της,
τα λόγια του θα σας φανούν πέρα ως πέρα ανίσχυρα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Β΄
Πήρα το λόγο για να προσθέσω μόνο λίγα πράγματα.
Η προηγούμενη τα είπε πάρα πολύ καθαρά.
Εγώ θα σας πω τι έπαθα.
Ο άντρας μου εμένα πέθανε στην Κύπρο
και μ' άφησε με πέντε μικρούλια ορφανά.
Έπλεκα στεφάνια στα λουλουδάδικα
και έτσι τα έτρεφα - κουτσά στραβά ως τώρα,
μα τώρα αυτός ο άθεος με τα θεατρικά του
τους έπεισε τους άντρες πως δεν υπάρχουνε θεοί.
Γι' αυτό κι ο τζίρος τώρα πήγε στο μισό.
Λέω λοιπόν σε όλες σας και σας προτρέπω
να τον ξεκάνουμε τον άνθρωπο αυτόν
για τα πολλά που είπε ενάντιά μας -
που άγρια μας πολεμά, σαν άγριος ανάμεσα
στ' αγριολάχανα της μάνας του.
Μα φεύγω τώρα, βιάζομαι,
έχω παραγγελία για είκοσι στεφάνια.

ΧΟΡΟΣ
Άλλο πάλι μεζεδάκι τούτο
πιο νόστιμο απ' το πρώτο
ξεπετάχτηκε!
Αχ τι του 'συρε καλέ!
Και όλα της επίκαιρα
γεμάτα σπίρτο όλα της τα λόγια
κι όλα νοήματα βαθιά και
καθαρά και κατανοητά.
Γι' αυτήν την αθεΐα του
πρέπει να πληρώσει πολύ ακριβά ο Ευριπίδης.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Με τόσα και τόσα που σας ψάλλει, καλές μου,
φυσικό είναι όλες να θυμώνετε και το αίμα σας να βράζει.
Κι εγώ βέβαια, να χαρώ τα παιδιά μου,
τον μισώ και τον παραμισώ, τρελή δεν είμαι,
όμως, τώρα που μιλάμε μεταξύ μας
- δεν είναι δα να βγούν τα λόγια μας παραέξω -
πρέπει να τα πούμε καθαρά.
Τι κάνουμε έτσι και τον κατηγορούμε
και μας κακοφαίνεται που ξέρει δυο τρεις
από τις μικρές μας ατιμίες μας και τις είπε...
Ενώ εμείς κάνουμε τόσες;
Εγώ για παράδειγμα, για να μην εκθέσω άλλην,

196
HADJIBABA-2006

ξέρω καλά τα κρίματα που έκανα.


Το πιο τρελλό μου ήταν που τρίτο βράδυ παντρεμένη,
κοιμόμουν με τον άντρα μου,
μα είχα κι ένα φίλο - από μικροί γνωριζόμαστε...
Ήμουν εφτά χρονών ακόμα -
που ήρθε και γρατζούναγε την πόρτα απ' τον πόθο.
Εγώ κατάλαβα αμέσως κι αμέσως κρυφογλίστρησα
και με ρωτά ο άντρας μου "που πας;"
"Που πάω; Κόψιμο μ' έπιασε άντρα μου και πόνος.
Στο λουτρό πάω". "Πήγαινε" είπε.
Και σηκώθηκε ο δόλιος να βράσει κεδροκούκουτσα
και άνηθο και φασκόμηλο
και λάδωσα εγώ τους μεντεσέδες να μην τρίζουν
και βγήκα με τον εραστή μου
και στάθηκα πλάι στο βωμό και έσκυψα
και πιάστηκα απ' τη δάφνη.
Αυτά και τέτοια, όπως βλέπετε,
ποτέ του δεν τα είπε ο Ευριπίδης.
Ούτε λέει ότι όταν δεν βρούμε άλλους
βρίσκουμε δούλους κι αγωγιάτες
ούτε πως όταν όλη νύχτα πηγαίνουμε με άλλον
πρωί πρωί μασάμε σκόρδο,
να μην τον πάει ο άντρας μας το νου του στο κακό
όταν γυρίσει απ' τη βάρδια.
Αυτά, βλέπεις, ποτέ δεν τα είπε ο Ευριπίδης.
Κι αν κατηγορεί τη Φαίδρα, τι μας νοιάζει εμάς;
Ούτε και είπε ποτέ ότι κάποια
δείχνοντας στον άντρα της πως είναι ο χιτώνας
άντικρυ στο φως...
πίσω του ξεπόρτιζε κρυμμένο εραστή της.
Δεν το είπε αυτό.
Και ξέρω κι άλλη που έλεγε ότι κοιλοπονούσε
δέκα μέρες όλες - μέχρι που αγόρασε ένα μωρό
κι ο άντρας της γυρόφερνε να βρει να αγοράσει
γοργοβότανο για γέννα
κι έμπασε η γριά σ' ένα τσουκάλι το μωρό
βουλώνοντας το στόμα του με κερηθρούλα να μην ακούγεται
κι έπειτα μόλις η γριά έδωσε το σύνθημα
"φύγε άντρα μου, φώναξε, φύγε θα γεννήσω θαρρώ"
- γιατί το ποδαράκι του λάκτισε στο καπάκι...
Και βγήκε αυτός περήφανος γελώντας
και του ξεβούλωσε η γριά τότε το στοματάκι
και τσίριξε αυτό...
Κι η σιχαμένη τότε έτρεξε στον άντρα και του είπε:
"Άντε και λιοντάρι, σωστό λιοντάρι σου 'κανε!
Πρόσωπο ολόιδιο και σ' όλα του φτυστός εσύ!
Και η τσουτσούλα του ολόιδια - κάπως λοξή
σαν τη δική σου - ίδιο μπαρμπουνοφάσουλο".
Δεν τα κάνουμε αυτά; Μα την Άρτεμη τα κάνουμε.
Κι έπειτα τι τα βάζουμε με τον Ευριπίδη;
Τίποτα δεν μας λέει, μπροστά στα όσα φτιάχνουμε.

ΧΟΡΟΣ
Ω Θεοί!
Τι ήταν αυτό που μας προέκυψε!
Ποιος τόπος την έθρεψε αυτήν τη παράτολμη γυναίκα!
Τέτοια να πει η πανούργα ξεδιάντροπα και φανερά,
ποτέ δεν το φαντάστηκα ότι θα τολμούσε!
Τώρα τα πάντα είναι δυνατά.
Καλά το λέει η παροιμία

197
HADJIBABA-2006

"Κάτω απ' την πέτρα να κοιτάς γιατί κάποιος ρήτορας μπορεί


να είναι κρυμμένος και να δαγκώσει".
Α! Από τις ξετσίπωτες γυναίκες πιο ξετσίπωτη
είναι μόνο η γυναίκα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ε, μα την Άγλαυρο, την κόρη του Κέκροπα,
μυαλό πια δεν έχετε καθόλου!
Ή μάγια μας έκαναν ή τρελαθήκαμε!
Τι την αφήνουμε τούτη την άθλια
τόσες ντροπές να ρίχνει επάνω μας;
Αν είναι κάποιος ν' αναλάβει, εντάξει.
Ειδαλλιώς με τις δούλες μας οι ίδιες εμείς
χόβολη να πάρουμε καυτή
να τη ρίξουμε πάνω της να την τσουρουφλήσουμε
να μάθει να μην κακολογεί μια γυναίκα τις άλλες γυναίκες.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Όχι και να με καψαλίσετε!
Αφού έχουμε ελευθερία και μπορούμε να μιλάμε στη Συνέλευσή μας,
είπα κι εγώ για τον Ευριπίδη ό,τι κρίνω σωστό.
Πρέπει να με καψαλίσετε γι' αυτό;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και ατιμώρητη να μείνεις;
Η μόνη που ξεφύτρωσες να τον υποστηρίξεις
αυτόν που τόσα κακά μας έκανε!
Όλο μύθους βρίσκει που μιλούν για πρόστυχες
και σου φτιάχνει ηρωίδες Φαίδρες και Μελανίππες,
όμως Πηνελόπη δεν έκανε καμιά...
Αφού η Πηνελόπη έδειχνε να 'ναι τίμια.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Εγώ την ξέρω την αιτία.
Πηνελόπη δεν θα βρεις ούτε μια, όσο κι αν ψάξεις!
Φαίδρες όμως είμαστε όλες!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Την ακούσατε; Ακούσατε τι είπε η κακούργα;
Όλες μας ντρόπιασε!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δεν τα είπα όλα όσα ξέρω, μα το Δία!
Να πω κι άλλα; θέλετε;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Όσα ξέρεις ξέρασες, δεν έχεις άλλα τώρα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Όχι, όχι. Ούτε το ένα στα χίλια δεν είπα.
Ούτε πως κρυφορουφούμε το κρασί με καλαμάκι...

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α που να τριφτείς, να σκάσεις!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ούτε ότι δίνουμε κοψίδια στους εραστές μας
απ' τις γιορτές στα Απατούρια
και λέμε μετά ότι τ' άρπαξε η γάτα...

198
HADJIBABA-2006

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αχ δεν την αντέχω, τρέλες λέει!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ούτε ποια λιάνισε τον άντρα της με τσεκούρι
ούτε ποια άλλη τον τρέλανε με βότανα
ούτε ότι έθαψε στο βόθρο τον πατέρα της...

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α να χαθείς να χαθείς!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μια Αχαρνιώτισσα...

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ε μα, πια. Αυτά δεν τ' αντέχω.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ούτε είπα ακόμη ότι το αγοράκι της δούλας σου
το πήρες κρυφά και στη θέση του έβαλες
το κοριτσάκι που είχες...

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α, μα τις θεές, θα μετανιώσεις!
Θα σε ξεμαλλιάσω εγώ, να δεις!

(Τις επιτίθεται κάποια, πιάνονται στα χέρια, χτυπιούνται)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μη! Μη μ' αγγίζεις, μα το Δία!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Να ! να δεις!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Να κι εγώ.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Κράτα μου Φιλίστη τη ζακέτα...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άγγιξέ με μόνο, μα την Άρτεμη, κι εγώ...

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Τι θα μου κάνεις εσύ;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα σε κάνω να το βγάλεις το σουσαμόψωμο που έφαγες.

ΧΟΡΟΣ
Φτάνει. Σταματήστε το αλληλοφάγωμα.
Κάποια έρχεται τρέχοντας. Κάντε ησυχία
να την ακούσουμε σαν άνθρωπος να μιλήσει.

(Φτάνει ο Κλεισθένης ντυμένος γυναίκα)

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Φίλες μου καλές, μοιάζουμε εμείς όλες,
τα γούστα σας έχω, τα μαγουλάκια μου το δείχνουν.
Σαν γυναίκα το θέλω να σας υπερασπίζομαι πάντα,

199
HADJIBABA-2006

και τώρα που άκουσα στην αγορά λίγο πριν


κάτι μεγάλο που είπαν για σας, κουβεντιάζοντας,
ήρθα να σας το πω να το μάθετε -
να έχετε το νου σας και τα μάτια σας.
Να μη σας βρει αυτό το κακό το μεγάλο ανυποψίαστες.

ΧΟΡΟΣ
Τι είναι αγοράκι; - μπορώ να σε λέω αγοράκι
αφού το μαγουλάκι σου χνούδι είναι μόνο!

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Ο Ευριπίδης λέει έστειλε, εδώ, ανάμεσά σας,
κάποιο γέρο συγγενή του.

ΧΟΡΟΣ
Για ποιο λόγο, γιατί;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Για να μάθει να του πει τι σκέφτεσθε και τι πρόκειται να κάνετε για να τον τιμωρήσετε.

ΧΟΡΟΣ
Πως έτσι έναν άντρα μέσα στις γυναίκες δεν τον είδαμε;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Τον μάδησε ο Ευριπίδης, τον καψάλισε
και τον έκανε να μοιάζει με γυναίκα!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έλα καλέ, τα πιστεύεις αυτά;
Ποιος είναι τόσο άμυαλος να σταθεί να τον μαδήσουν;
Δεν το νομίζω, μα τις θεές!

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Ανοησίες λες! Το είπαν άνθρωποι που ξέρουν.
Θα ερχόμουν εγώ αλλιώς να σας πω ψέματα;

ΧΟΡΟΣ
Αυτά που μαθαίνουμε είναι φοβερά!
Να μην το πάρουμε στ' αψήφιστα το πράγμα.
Πρέπει να το ψάξουμε να βρούμε
πως μας ξέφυγε και κρύβεται σκυμμένος.
Ψάξε και συ Κλεισθένη να σου χρωστάμε διπλή χάρη.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Εσύ η πρώτη για να δω! Ποια είσαι εσύ...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
(Αχ που να πάει κανένας...)

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Πρέπει να γίνει έλεγχος.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
(Αχ ο δύστυχος!)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Εγώ ποια είμαι λες; Του Κλεώνυμου η γυναίκα.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ

200
HADJIBABA-2006

Την ξέρετε εσείς οι άλλες ποια είναι;

ΧΟΡΟΣ
Ναι την ξέρουμε αυτήν. Τις άλλες ρώτα.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Εσύ εκεί με το μωρό. Ποια είσαι;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Δούλα μου είναι. Την έχω για το παιδί.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
(Άσχημα την έχω, πάει! Πρέπει να φύγω)

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Ε! Εσύ! Που πας, στάσου. Τι έπαθες;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άσε με να πάω προς νερού μου...

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Δεν ντρέπεσαι; Άντε.. Περιμένω.

ΧΟΡΟΣ
Περίμενε και ψάξε την, ρώτα την καλά.
Αυτή είναι απ' όλες που δεν την ξέρουμε.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Ε! Εσύ! Δεν τέλειωσες ακόμα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ναι, μα το Δία, έφαγα κάρδαμο εψές
και δεν μου βγαίνει τώρα.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Κάρδαμο ξεκάρδαμο φτάνει τώρα, έλα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι με τραβάς καλέ, άρρωστη γυναίκα;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Πες μου ποιος είναι ο άντρας σου;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τον άντρα μου ρωτάς; Τον τάδε τον ξέρεις,
απ' τα Κυθωδίκια;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Τον τάδε ποιον τάδε;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ο τάδε καλέ, που κάποτε τον τάδε του τάδε...

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Α! Παλαβά λες! Ξανάρθες εδώ άλλη φορά;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Βέβαια. Κάθε χρόνο.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ

201
HADJIBABA-2006

Με ποια μένεις μαζί στη σκηνή;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Με την τάδε, βέβαια.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Σαχλαμάρες λες με έπρηξες.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Άσε Κλεισθένη, θα τη ρωτήσω εγώ.
Φύγε εσύ, δεν κάνει να ακούσει άντρας.
Πες μου εσύ. Πέρσι στα Θεσμοφόρια τι κάναμε πρώτα πρώτα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Για να θυμηθώ. Τι κάναμε είπες; Πίναμε.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και μετά δεύτερο;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δεύτερο. Ξαναπίναμε.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αυτά σου τα είπε κάποια. Τρίτο, πες, τι κάναμε;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Η Ξενύλλα ζήτησε μια λεκάνη.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Τίποτα δε λες. Έλα Κλεισθένη, έλα,
αυτή είναι ο άντρας που μας είπες...

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Τι να τον κάνω τώρα;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Βγάλε του τα ρούχα να τον δούμε. Όλο περίεργα λέει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα ξεντύσετε μια μάνα εννέα παιδιών;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Λύσε αυτόν τον κορσέ βρε χαμένε!

(Η γυναίκα επιχειρεί να τον λύσει, ο Μνησίλοχος αντιστέκεται)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Καρδαμωμένη φαίνεται. Γερή!
Α! Καλέ δεν έχει στήθος, μα το Δία!
Δεν έχει όπως έχουμε εμείς!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Είμαι στείρα και γι' αυτό. Δεν έμεινα ποτέ έγκυος.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Στείρα τώρα και πιο πριν μάνα με εννιά παιδιά;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Τι σκύβεις έτσι ρε; Που πας να την κρύψεις;

202
HADJIBABA-2006

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α! Την έσπρωξε προς τα πίσω! Να την.
Την κατακοκκίνησες κακομοίρη!

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Αχ, που είναι;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α! Τώρα την πέρασε μπροστά.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Δεν τη βλέπω! Που είναι;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Α! Πάλι πίσω! Να την.

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Ισθμό έχεις βρε; Τα σέρνεις πέρα δώθε
πιο συχνά απ' ό,τι τα πλοία οι Κορίνθιοι;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Βρε παναθεμά τον! Γι' αυτό μας έσυρε τα τόσα - παινεύοντας τον Ευριπίδη!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
(Τρισκακόμοιρος, αχ τι έπαθα! Σε τι περιπέτειες μπήκα!)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Τι κάνουμε τώρα;

ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ
Να τον φυλάτε καλά μη σας γλιστρήσει.
Εγώ θα πάω να αναφέρω στους Πρυτάνεις.

(Απομακρύνεται ο Κλεισθένης)

ΧΟΡΟΣ
Τώρα κι εμείς λαμπάδες ν' ανάψουμε
τα πανωφόρια να βγάλουμε, να ζωστούμε γερά
και να ψάξουμε να βρούμε μήπως μπήκε
και σέρνεται ανάμεσα κι άλλος.
Να την περιτρέξουμε τη Συνέλευση όλη
και σκηνές και διαδρόμους
και ανάλαφρα παντού, παντού και σιωπηλά
με μάτια δεκατέσσερα.
Να μην αργούμε. Δεν έχουμε ώρα.
Ν' αρχίσει η πρώτη γύρω γύρω.
Ψάχνε τώρα και ψάξε γρήγορα παντού
μήπως κάποιος κάπου κούρνιασε κρυφά.
Παντού να κοιτάξετε, κι εδώ κι εκεί κι ολόγυρα
και σ' όλα κάντε ψάξιμο καλό.

(Οι γυναίκες του Χορού εκτελούν την παρακάτω στροφή ψάχνοντας)

Αν κάποιος με γελάσει κρυφά και ανόσια


άσχημα θα πάθει και
θα γίνει παράδειγμα
για το που οδηγούν τα άδικα έργα
και οι άθεοι τρόποι.
Και τους θεούς θα τους δεχτεί
και σ' όλους θα δείξει

203
HADJIBABA-2006

να σέβονται οι άνθρωποι όλα τα θεία


και όλοι να κάνουν το δίκαιο και όσιο
και να σκέφτονται μόνο ό,τι καλό.
Κι όποιον τον πιάσουν στο κακό να παθαίνει.
Μανία και λύσσα να τον καίει να τον δέρνει, άν αδικεί
και να δουν καθαρά γυναίκες και άντρες
πως ο θεός τα χτυπάει, πάντα παρών,
τα ανόσια και τα άνομα.
Όλα τα κοιτάξαμε, όλα και παντού.
Κανέναν δεν βρήκαμε να κρύβεται πουθενά.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ε, συ! Που φεύγεις, που πας; Στάσου.
Αχ δυστυχία η κακομοίρα! Άρπαξε το μωρό μου και φεύγει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φώναξε σκούζε. Δεν θα το πάρεις ξανά στην αγκαλιά σου αν δεν μ' αφήσετε.
Στο γόνατο εδώ θα του μπήξω μαχαίρι στην καρωτίδα. Εδώ.
Θα τρέξει το αίμα του και ο βωμός θα κοκκινήσει.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αχ, γυναίκες, βοηθήστε την δύστυχη.
Φωνάξτε. Φωνάξτε να σωθεί το μονάκριβο παιδί μου!
Πιάστε αυτό το τέρας!

ΧΟΡΟΣ
Αχ αχ! Συμφορά!
Μοίρες σεβάσμιες τι είναι αυτό το καινούργιο κακό που βλέπω;
Τι πράγμα θράσος γεμάτο και ασέβεια!
Τι κάνει φίλες μου, αχ! Που το πάει;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Θα τη χτυπήσω εγώ την ανομία σας. Έτσι.

ΧΟΡΟΣ
Απ' το ένα φοβερό, στο φοβερότερο, θεέ μου!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Και φοβερό και φριχτό. Αχ μου το άρπαξε από τα χέρια!

ΧΟΡΟΣ
Τι να πει κανείς, όταν τέτοια αναίσχυντα κάνει ο αδιάντροπος;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Και δεν θα σταματήσω εδώ.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Δεν με νοιάζει από που ήρθες, αλλά δεν πρόκειται να ξαναγυρίσεις εκεί - και να λες ότι τη
γλίτωσες κάνοντας τέτοιο πράμα.
Θα τιμωρηθείς.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Δεν θα το κάνεις, μα τους θεούς.

ΧΟΡΟΣ
Ποιος, ποιος θα 'ρθει αθάνατος βοήθεια στ' άδικό σου;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άδικα τα λέτε αυτά. Το μωρό δεν θα τ' αφήσω.

204
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Μα τις δυο θεές, τέτοιες βρισιές, τέτοια κρίματα,
δεν θα τα κάνεις και θα μένεις ατιμώρητος.
Για έργα σου τα ανόσια, για ό,τι κάνεις
ακριβά θα το πληρώσεις.
Γρήγορα η τύχη σου αλλάζει και γέρνει
προς το κακό η ζυγαριά της.
Εσύ τώρα. Κι εσύ. Πάρτε αυτές τις γυναίκες και φέρτε ξύλα.
Γρήγορα ανάψτε φωτιά και κάψτε τον πανούργο.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Πάμε Μανια για ξύλα.
Εσένα σήμερα εγώ κάρβουνο θα σε κάνω.

(Φεύγουν μερικές για να φέρουν ξύλα)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Βάλε φωτιά κι άναβε. Εγώ το ξεσπαργώνω.
Αχ μωράκι μου! Η φταίχτρα του χαμού σου είναι μονάχα η μάνα σου.
Αυτήν να καταριέσαι.

Α! Τι είναι αυτό; Το μωρό είναι ασκί, κρασί γεμάτο!


Και φοράει και σανδαλάκια!
Α, γυναίκες άτιμες και μπεκρούδες,
για το κρασί τα πάντα μηχανεύεστε.
Τύχη είσαστε για τους ταβερνιάρηδες
κατάρα όμως για μας και για τα σπίτια σας
και τα νοικοκυριά σας.

(Γυρίζουν οι γυναίκες με τα ξύλα)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μανιά, βάλε πολλά ξύλα και μπόλικα προσανάμματα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Βάλε Μανιά! Κι εσύ, γυναίκα, πες μου, εσύ το γέννησες αυτό;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Εγώ. Δέκα μήνες το είχα στην κοιλιά μου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Στην κοιλιά σου το είχες;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ναι! Μα την Άρτεμη.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πέντε κιλά και παραπάνω είναι ε; Πες μου.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Γιατί με κοροϊδεύεις; Α!
Το ξέντυσες ξεδιάντροπε, μιας πνοής μωρό;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μιας πνοής μωρό;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μικρούλι, μα το Δία!

205
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πόσο χρόνων είναι; Τριών, τεσσάρων τρύγων;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Απ' τα Διονύσια σχεδόν. Δως το μου όμως.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μα τον Απόλλωνα, όχι.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Θα σε κάψουμε τότε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κάψτε με ολόκληρο. Μα το μωρό θα το σφάξω!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μη, σε ικετεύω! Ας το, και κάνε εμένα ό,τι θες.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φιλόστοργη μητέρα είσαι απ' τη φύση σου.
Μα το παιδάκι δε γλιτώνει.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αχ, αχ, παιδάκι μου!
Δωσ' μου Μανιά μια κούπα να βάλω το αίμα του.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έλα. Βάλτο εδώ.
Με χαρά μου σου κάνω τη χάρη.

(Ο Μνησίλοχος γεμίζει την κούπα, το πίνει, την ξαναγεμίζει)

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Αχ κακόχρονο να 'χεις παλιάνθρωπε αχαΐρευτε.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τούτο τώρα το ασκί είναι γι' αφιέρωμα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Ποιο είναι γι' αφιέρωμα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τούτο. Παρ' το. Να!

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Δυστυχισμενούλα Μίκκα, ποιος το πήρε από την αγκαλιά σου;
Ποιος σου τ' άδειασε το γλυκό σου μωρουδάκι;

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Τούτος ο αχρείος. Κάτσε όμως μια που ήρθες,
φύλαγέ τον - να πάω στον Κλεισθένη
και να πάμε στους Πρυτάνεις να τους πω τι έγινε.

(Φεύγει η γυναίκα α΄)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άντε τώρα ψάξε τι πανουργία θα με σώσει!
Τι σχέδιο τώρα να κάνω, τι κάμωμα;
Ο φταίχτης, αυτός που του πρέπει αυτό το πάθημα, είναι άφαντος!

206
HADJIBABA-2006

Πώς να του στείλω μήνυμα τώρα;


Α! Ξέρω έναν τρόπο. Θα κάνω σαν τον Παλαμήδη.
Θα γράψω πάνω στα κουπιά τι έπαθα και θα τα ρίξω στη θάλασσα.
Μα δεν έχω κουπιά! Πώς να βρω, από πού;
Α! Αν πάρω αυτές τις πινακίδες για κουπιά;
Αυτά τ' αφιερώματα; Αν γράψω πάνω και τα ρίξω;
Καλό είναι. Ξύλο αυτές, ξύλο και τα κουπιά.

(Παίρνει τις πινακίδες, γράφει επάνω και γράφοντας


σιγανοτραγουδάει)

Χέρια μου τώρα εσείς


πρέπει, βοηθείστε με να φύγω.
Ελάτε σανιδάκια μου, ξυστά μου μηνύματα
δεχθείτε τα σμιλέματα, της δυστυχίας μου κήρυκες! Αχ!
Δύσκολα γράφεται το ρω!
Ακόμα, ακόμα! Πω πω τι χάραξα!
Γρήγορα τώρα, τρέξτε παντού.
Από δώ, από κεί. Πρέπει γρήγορα να φτάσετε.

(Κάθεται και περιμένει τον Ευριπίδη)

ΧΟΡΟΣ
Ας παινέψουμε τώρα τον εαυτό μας λιγάκι.
Ο καθένας τις λούζει βρισιές τις γυναίκες
ότι είμαστε πληγή και μεγάλο κακό -
και κακίες και μίση και πόλεμοι, στάσεις,
συμφορές και όλα τα βάσανα
από μας ξεκινούν κι εμείς όλα τα φταίμε.
Μα τότε, αν είμαστε κακό - και αν είναι αλήθεια -
τι μας παντρεύεστε και δεν μας αφήνετε
ούτε να βγούμε έξω, ούτε ν' αγναντέψουμε;
Με τόση λαχτάρα τη συμφορά σας φυλάγετε;
Κι αν βγει η γυναίκα σας κάπου να πάει
και δεν είναι στο σπίτι, σας πιάνει μανία...
Που κανονικά θα 'πρεπε να χαίρεστε και θεό να δοξάζετε
αν στ' αλήθεια τη βρίσκατε τη συμφορά σας φευγάτη.

Κι αν πάμε και γλεντήσουμε σε σπίτι φίλης


και πτώματα απ' την κούραση κοιμηθούμε εκεί...
το κακό σας ζητάτε στο κρεβάτι και ψάχνετε.
Κι απ' το παράθυρο λίγο να δούμε, αν σκύψουμε,
να τα μάτια σας εσεις, το κακό σας να δείτε.
Κι αν ντραπούμε και τραβηχτούμε πίσω, σας πιάνει καημός,
πάλι να σκύψει το κακό σας να το ξαναδείτε.

Είμαστε πιο πάνω από σας είναι ολοφάνερο


και έχουμε αποδείξεις.
Αν πούμε, για παράδειγμα, ποιος είναι κατώτερος
εμείς λέμε εσείς, εσείς λέτε εμείς -
ας το εξετάσουμε συγκρίνοντας τα ονόματα.
Ένα αντρικό κι ένα γυναικείο.
Απ' τη Ναυσιμάχη, για παράδειγμα, πιο κάτω είναι ο Χαρμίνος
- το δείχνουν και τα έργα του -
κι ο Κλεοφώντας βέβαια είναι πολύ κατώτερος απ' τη Σαλαβακχώ
και όνομα αντρίκειο δεν πάει να αντιβγεί
με την Αριστομάχη και τη Στρατονίκη,
τις γνωστές από παλιά, στο Μαραθώνα.
Και με το Εύβουλη, ποιος περσινός βουλευτής
που παράδωσε σε άλλον εφέτος

207
HADJIBABA-2006

μετριέται για καλύτερος; Κανείς δεν θα πει.


Ως προς αυτά ανώτερες καυχιόμαστε ότι είμαστε από εσάς.
Κι ούτε ποτέ γυναίκα θα κατακλέψει το δημόσιο
και θα γυρνά στην αγορά να καμαρώνει.
Λίγο σταράκι το πολύ να κλέψει απ' τον άντρα της
μα το πληρώνει την ίδια μέρα.
Άντρες όμως κλέφτες θα βρίσκαμε πολλούς.
Κι εκτός απ' την κλεψιά τους
είναι κοιλιόδουλοι πάνω από μας
και λωποδύτες και βρωμόστομοι
και άρπαγες σκλάβων
και το βιός τον πατρικό τους
δεν το φυλάνε όπως εμείς.
Εμείς και τώρα ακόμα
τα καλάθια μας κρατάμε
και τους αργαλειούς και τις σαΐτες
και τ' αντήλιο το κρατάμε,
οι άντρες μας όμως τα 'χασαν
και λόγχες και τα τόξα
και κάποιοι μάλιστα στον πόλεμο...
λαφραίνουν και τους ώμους τους
… πετώντας την ασπίδα.
Για πολλά θα τους κατηγορούσαμε δίκαια
τους άντρες - και για τούτο το πανέξυπνο.
Έπρεπε όποια γεννήσει χρήσιμο στην πόλη ναύαρχο ή στρατηγό,
να την τιμούν οι άντρες
να της δίνουνε μια θέση τιμητική στις γιορτές
στα Σκίρα ας πούμε ή στα Στήνια
ή στις άλλες τις γιορτές τις γυναικείες.
Κι όποια μας γεννήσει πρόστυχο και δειλό,
τριήραρχο ανίκανο ή δόλιο κυβερνήτη
στο τέλος να τη βάζετε, με κομμένα τα μαλλιά,
κι απ' τη μάνα του γενναίου πίσω.
Δεν είναι σωστό, Αθηναίοι πολίτες,
η μάνα του Υπέρβολου να κάθεται λουσάτη
και ντυμένη στ' άσπρα, με τις μακριές πλεξούδες της
και δίπλα στη μάνα του Λάμαχου
και να τοκίζει χρήματα η τοκογλύφα -
που θα έπρεπε κανείς να μην της δίνει τόκο
και το κεφάλαιο να της έπαιρναν μάλιστα
και πάνω της να έριχναν...
"όποια τίκτει τέτοιο τόκο
πρέπει να πληρώνει τόκο".

(Ο Μνησίλοχος κοιτάει με αγωνία ολόγυρά του)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αλληθώρισα να περιμένω, τίποτα ο Ευριπίδης!
Τι τον εμπόδισε; Κρύο το βλέπει
του Παλαμήδη το κόλπο. Σίγουρα ντρέπεται γι' αυτό.
Με κόλπο τραγωδίας να τον φέρω;
Α! Τη νέα του "Ελένη!" Αυτή θα μιμηθώ.
Πέπλο γυναικείο έχω, όπως είχε κι αυτή.

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Τι μηχανεύεσαι πάλι και χάσκεις;
Κάτσε και περίμενε τον Πρύτανη να 'ρθει:
πικρή θα σου βγει η Ελένη.

(Ο Μνησίλοχος "μιμείται" την Ελένη)

208
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ροές του Νείλου με τις όμορφες τις νύμφες
που σαν βροχή δροσίζετε την ιερή γη
της Αιγύπτου και τη μαυριδερή φυλή της...

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Α! Μα την Εκάτη, αχρείος είσαι!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πατρίδα μου είναι η ένδοξη Σπάρτη.
Πατέρας μου ο Τυνδάρης...

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Βρε κατεργάρη! Ο Τυνδάρης είναι;
Δε λες το κάθαρμα ο Φρυνώνδας;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ελένη με είπαν...

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Βρε πάλι τη γυναίκα καμώνεσαι;
Ακόμα και τώρα που θα τιμωρηθείς;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πολλοί για μένα σκοτώθηκαν στα νερά του Σκάμανδρου...

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Α, που να σκοτωνόσουνα κι εσύ!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Και τώρα ζω εδώ και ο Μενέλαος ο άντρας μου
δεν ήρθε ακόμα. Γιατί να ζω άλλο;

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Τα κοράκια φταιν που σ' αφήσαν.

(Εμφανίζεται ο Ευριπίδης, σαν ναυαγός)

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ω! Κάτι την καρδιά μου τη ζεσταίνει!
Δία! Μην την πνίξεις την ελπίδα που έρχεται!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σε ποιον ανήκει αυτό το μεγαλόπρεπο παλάτι
να δεχτεί ναυαγούς - ταλαιπωρημένους
απ' την κακοκαιρία και το κύμα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Είναι τα ανάκτορα του Πρωτέα.

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Ποιου Πρωτέα; Τι ψέμματα που λέει!
Δέκα χρόνια είναι που πέθανε ο Πρωτέας.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σε ποια χώρα μας έβγαλε το ακυβέρνητο καράβι μας;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Η Αίγυπτος είναι.

209
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ωχ ο δύστυχος, που μας παράσυραν τα κύματα!

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Μην πιστεύεις ούτε μια λέξη. Ψέματα σου λέει.
Εδώ είναι ο ιερός ναός των Θεσμοφόρων.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Είναι μέσα ο Πρωτέας;

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Α! Ξένε! Ακόμα δε συνήλθες από τη ζαλάδα της θάλασσας.
Σου είπα πέθανε ο Πρωτέας. Και το άκουσες.
Τι ρωτάς τώρα αν είναι μέσα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πέθανε; Αχ! Ο τάφος του που βρίσκεται;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αυτός είναι ο τάφος του. Πάνω του κάθομαι.

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Τολμάς και λες τάφο το βωμό;
Α να χαθείς παλιάνθρωπε!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κι εσύ γυναίκα γιατί κάθεσαι πάνω στον τάφο του
και σκεπάζεις το πρόσωπό σου με πέπλα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Γιατί ο γιος του Πρωτέα θέλει με τη βία να με παντρευτεί!

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Γιατί τον ξεγελάς πάλι τον ξένο άθλιε;
Αυτός, ξένε, με πονηριά ήρθε εδώ ανάμεσά μας.
Να μας κλέψει τα κοσμήματα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Λέγε για μένα τέτοιες κατηγορίες. Λίγο με νοιάζει...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ξένη, ποια είναι αυτή η γριά που σε κακολογεί;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Του Πρωτέα η κόρη, η Θεονόη!

ΓΥΝΑΙΚΑ Α΄
Μα τις θεές, όχι! Η Κριτύλλα είμαι εγώ
απ' τον Γαργηττό η κόρη του Αντίθεου,.
Όσο για σένα, είσαι απατεώνας!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μιλάς στο βρόντο. Εγώ τον αδερφό σου δεν τον παντρεύομαι.
Δεν τον προδίνω τον άντρα μου εγώ, το Μενέλαο,
που είναι στην Τροία.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι λες ξένη; Στρέψε προς τα εδώ το πρόσωπό σου!

210
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Σε ντρέπομαι ξένε. Είμαι απεριποίητη.

(Στρέφει το πρόσωπο)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι είναι αυτό! Ω θεοί! Τα έχω χαμένα!
Ποιο πρόσωπο είναι αυτό που βλέπω! Ποια είσαι;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κι εσύ; Ποιος είσαι εσύ; Κι εγώ το ίδιο ταράζομαι βλέποντάς σε!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ελληνίδα είσαι ή κάποια από εδώ;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ελληνίδα. Αλλά πες μου κι εσύ.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ίδια! Ολόιδια είσαι με την Ελένη!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κι εσύ με το Μενέλαο ίδιος...
αν κρίνω απ' τις αγριότριχες!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αναγνώρισες τον πιο δυστυχισμένο άνθρωπο!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ω! Ήρθες στην αγκαλιά της γυναίκας σου. Μετά από τόσα χρόνια!
Πάρε με. Πάρε με άντρα μου. Σφίξε με!
Έλα να σε φιλήσω! Πάρε με από δω. Πάρε με!
Να φύγουμε μακριά γρήγορα!

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Μα τις θεές! Θα κλάψει πικρά όποιος πάει να σε πάρει.
Τούτος ο δαυλός βαρύς θα πέσει πάνω του.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Με εμποδίζεις να πάρω την κόρη του Τυνδάρη τη γυναίκα μου, στη Σπάρτη;

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Α! πα πα! Πανούργος είσαι κι εσύ! Συνεργάτης του μάλλον.
Γι' αυτό τόση ώρα αιγυπτιολογούσατε!
Έρχεται ο Πρύτανης όμως με το φύλακα.
Θα τα πληρώσει τώρα τούτος τα έργα του.

(Φαίνεται να έρχεται ο Πρύτανης)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αυτό δεν είναι καλό τώρα... Πρέπει να του δίνουμε!

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κι εγώ ο τρισδύστυχος; Τι θα κάνω;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ησύχασε. Όσο ζω δεν θα σ' αφήσω.
Εκτός κι αν μ' εγκαταλείψουν τα κόλπα μου.

211
HADJIBABA-2006

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τούτο το κόλπο δεν έκανε τίποτα.

(Ο Ευριπίδης φεύγει. Φτάνει ο Πρύτανης, που ακολουθείται από έναν Σκύθη τοξότη)

ΠΡΥΤΑΝΗΣ
Ποιος είναι ο απατεώνας που μου είπε ο Κλεισθένης;
Τι σκύβεις εσύ; Πάρε τον τοξότη, δέσε τον στη σανίδα
και κάτσε φρουρός. Πρόσεχέ τον.
Μην αφήσεις κανέναν να πλησιάσει!
Χτύπα τον όποιον έρθει κοντά σας.

ΓΥΝΑΙΚΑ Γ΄
Ναι. Γιατί μόλις πιο πριν παραλίγο να τον έπαιρνε ένας άλλος απατεώνας.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ω Πρύτανη!... Να χαρείς αυτό το δεξί σου χέρι που ξέρω πόσο αγαπάς και το απλώνεις με
χάρη για να πάρεις τα χρήματα που είναι να σου δώσουν!

ΠΡΥΤΑΝΗΣ
Τι χάρη θέλεις;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Πες στον τοξότη σου να με δέσει γυμνό στο σανίδι.
Να μη γελάνε μαζί μου τα κοράκια όταν με τρώνε, που θα με βλέπουν, γέρο άνθρωπο, να
φοράω γυναικεία ρούχα.

ΠΡΥΤΑΝΗΣ
Η Βουλή αποφάσισε έτσι όπως είσαι.
Να σε βλέπουν οι άλλοι να παραδειγματίζονται.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχαχαχ! Αχ παρδαλή φορεσιά μου
Τι μου 'κανες! Δεν έχω ελπίδα σωτηρίας.

(Ο Πρύτανης φεύγει. Ο τοξότης παίρνει τον Μνησίλοχο)

ΧΟΡΟΣ
Τώρα εμπρός να χορέψουμε όλες, όπως συνηθίζουμε,
στις ιερές μας γιορτές,
που κι ο Παύσωνας ακόμα τις γιορτάζει και νηστεύει
και προσεύχεται να είναι συχνές και να τις χαίρεται.
Όλες εμπρός με ανάλαφρο πόδι όλες σε κύκλο
χέρι με χέρι
στο ρυθμό του χορού παραδομένες.
Γρήγορα τα πόδια εμπρός
και τα μάτια παντού να κοιτούν
γύρω γύρω στου χορού την ακρίβεια.
Και όλες μαζί
το γένος των θεών του Ολύμπου
τραγουδάμε και δοξάζουμε.
Κι αν ένας προσμένει, στη γιορτή μας να πούμε
για τους άντρες άσχημα λόγια, είναι ανόητος.
Τώρα αμέσως όπως ταιριάζει, πρέπει με χάρη
του χορού μας πρώτα τον κύκλο να στήσουμε.
Προχώρα και το Φοίβο και την Άρτεμη τραγούδα
την αγνή κυνηγήτρα!
Χαίρε τοξοβόλε. Δίνε μας τη νίκη.
Και την Ήρα τη σεβάσμια ας υμνήσουμε όπως πρέπει

212
HADJIBABA-2006

που σ' όλους τους χορούς συμπαίζει


και κρατά του γάμου τα κλειδιά.
Και τον Ερμή των κοπαδιών παρακαλώ
και τον Πάνα και τις Νύμφες
να 'ρθούν και να χαρούν καλά με κέφι στη γιορτή μας.
Σύρε τώρα με καρδιά τη διπλοστροφή με χάρη
τα πόδια μας γερά, ως πρέπει, να χτυπούμε,
τη νηστεία την κρατούμε.
Έλα πήδα στριφογύρνα πάνω στο ρυθμό
το τραγούδι ζωντάνεψε.
Σύρε ο ίδιος το χορό
κι εγώ τη χάρη του υμνώ
με τα ιερά τραγούδια.
Βροντερέ μας Βρόμιε
της Σεμέλης γιε και του Δία,
χορευτή γλεντοκόπε
με τις Νύμφες στα βουνά και γλυκόλαλα
τραγούδια χόρευε Διόνυσε
ολόκληρη τη νύχτα αυτή
ευοί ευάν ευοί ευάν.

Κι ολόγυρα αντιλαλεί
του Κιθαιρώνα η Ηχώ
πάνω στα δεντροσκέπαστα βουνά
οι λαγκαδιές και οι βράχοι τρέμουν
κι γύρω σου ο κισσός φουντώνει
να σου στολίζει τα μαλλιά.

(Βγαίνει ο Τοξότης φέρνει το Μνησίλοχο δεμένο - με την πλάτη - στη σανίδα)

ΤΟΞΟΤΗΣ
Εντώ τώρα, που έχει φρέσκο αέρα κλάψει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχ τοξότη, σε ικετεύω.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Χάνεις λόγια σου ισύ.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ξελάσκαρε λίγο το χαλκά.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Βέβια, γιατί ούχι;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχ αχ μη! Μου τον σφίγγεις!

ΤΟΞΟΤΗΣ
Πιο πολύ τέλει;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχ αχ μη! Άντε να χαθείς!

ΤΟΞΟΤΗΣ
Σώπα εσύ το γκέρο σώπα.
Φέρω ψάτα εγκώ, κάτσει και φυλάξει εσένα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αυτό το καλό είδα απ' τον Ευριπίδη. Με αρνήθηκε.

213
HADJIBABA-2006

(Ο Τοξότης μπαίνει μέσα. Από μακριά φαίνεται ο Ευριπίδης ντυμένος Περσέας)

Α! Θεοί! Και Δία σωτήρα! Υπάρχουν ελπίδες!


Δεν μ' αρνήθηκε, όχι, ήρθε μεταμφιεσμένος σε Περσέα,
για να μου δείξει ότι πρέπει να γίνω η Ανδρομέδα.
Είμαι, όπως εκείνη, δεμένος. Φαίνεται θα 'ρθει
να με σώσει. Αλλιώς δεν θα έφτανε.

(Ακούγεται η φωνή του Ευριπίδη. Ο Μνησίλοχος μιλάει σαν Ανδρομέδα)

Φίλες μου, κοπέλες φίλες, πώς να


ερχόμουν και από το Σκύθη να ξέφευγα;
Ακούς, ω Ηχώ, που κυβερνάς στις σπηλιές,
δέξου την παράκλησή μου αυτή, άσε με
να 'ρθω στον άντρα μου.
Άκαρδος όποιος μ' έδεσε
των θνητών τον τρισδύστυχο!
Τη γριά την άσαρκη μόλις που ξέφυγα - ανίσχυρος πάλι!
Τούτος ο Σκύθης τώρα με φυλάγει
και με κρέμασε να γίνω τροφή για τα όρνεα.
Δεν είμαι εδώ για χορό, ούτε συνομήλικες κοπέλες συντροφεύω.
Στα δεσμά σφιχτά δεμένη με κρατούν για να με φάει το Κήτος.
Μη μου τραγουδάτε γάμο μα τη φυλακή μου κλάψτε
που μαύρα μαύρα βάσανα η δύστυχη περνώ.
Από συγγενείς η κακομοίρα έπαθα τόσα
και κλαίω και ικετεύω τον Άδη να γλιτώσω, τον πικρό, ωχ ωχ!
Αχ αλί στον συγγενή τον ξυριστή που μ' έντυσε γυναίκα
και μ' έστειλε εδώ στο ιερό, όπου γυναίκες εορτάζουν.
Ω δαίμονα της μοίρας μου άτεγκτε! Ω εγώ ο ταλαίπωρος!
Ποιος δεν θα δει - δεν θα μάθει
των συμφορών μου τα πάθη τα αμέτρητα;
Μακάρι το άστρο το ολόφλογο να έρθει να κάψει... αυτόν τον βάρβαρο αντί για μένα!
Δεν θέλω να βλέπω το αθάνατο φως έτσι που είμαι και κρέμομαι
με το λαιμό στραβωμένο και πόνους αβάστακτους
έτοιμη για το μαύρο το δρόμο του Άδη.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Χαίρε κόρη αγαπημένη! Τον πατέρα σου Κηφέα
που σ' έδεσε σ' έριξε εδώ, μακάρι οι θεοί να τον τιμωρήσουν.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ποιος είσαι εσύ, που τον πόνο μου πόνεσες;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η αντήχησή σου είμαι. Η αναγελάστρα Ηχώ
που πέρσι εδώ, στον τόπο αυτόν
τον Ευριπίδη βοηθούσα στου έργου τ' ανέβασμα.
Όμως, τέκνο μου, κάνε αυτό που πρέπει να κάνεις εσύ τώρα.
Κλαίγε γοερά.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κι εσύ να αντηχείς συνέχεια το κλάμα μου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα το φροντίσω εγώ. Άρχισε όμως.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ω νύχτα άγια
πόσο δρόμο διανύεις με το άρμα σου

214
HADJIBABA-2006

τα αστροφόρτωτα μονοπάτια διαβαίνοντας


του άγιου αιθέρα
καθώς έρχεσαι από τον ευτυχισμένο Όλυμπο...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Όλυμπο...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Την Ανδρομέδα εμένα γιατί να με βρει
τέτοια μεγάλη συμφορά...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μεγάλη συμφορά...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αχ θάνατος θλιβερός.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θάνατος θλιβερός...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Με σκοτώνεις ω γριά φλύαρη...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Φλύαρη...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Μα το Δία, μ' ενοχλείς. Μ' εμποδίζεις πολύ...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πολύ...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Άσε με να κλάψω μόνη, να χαρώ. Πάψε...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Πάψε...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ε, άντε στα κομμάτια...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κομμάτια...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Τι κακό;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τι κακό...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Φλυαρείς...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Φλυαρείς...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κλαίγε και φώναζε...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

215
HADJIBABA-2006

Φώναζε...

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Κλαίγε και σπάραζε...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σπάραζε...

(Βγαίνει ο τοξότης κουβαλώντας την ψάθα. Ακούει αλλά δεν καταλαβαίνει ποιανού είναι η
φωνή-αντήχηση)

ΤΟΞΟΤΗΣ
Τι μουρμουρίζεις ισύ;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ρίζεις ισύ;...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Θα καλέσου τσ' πρυτάνεις!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Τσ' πρυτάνεις!

ΤΟΞΟΤΗΣ
Τι γίνιτι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γίνιτι;...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Η φωνή από πού μπρε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Που μπρε;...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Συ μουρμουρίζς;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μουρμουρίζς;

ΤΟΞΟΤΗΣ
Θα τις φας κι θα κλαις!...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κι θα κλαις!...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κουρουϊδεύεις συ μι μένα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μι μένα;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Όχι, εγώ, μα το Δία! Μια γυναίκα δίπλα...

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δίπλα...

ΤΟΞΟΤΗΣ

216
HADJIBABA-2006

Που είνι η παλιουτέτοια και μι φεύγι;


Που μι φεύγς, που;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Που μι φεύγι, που;...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Δε θα γλιτώεις.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα γλιτώεις...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Ακόμα μουρμουρίζς, ε;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μουρμουρίζς, ε;...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Πιάσ' την κακούργα ρε!

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κούργα ρε...

ΤΟΞΟΤΗΣ
Α παλιογύνικου μπλαμπλάδικου!

(Παρουσιάζεται πια ο Ευριπίδης ως Περσέας και απαγγέλλει τραγικά)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ω θεοί! Σε ποια βαρβάρων έφτασα γη
με πόδια φτερά - απ' τους ουράνιους δρόμους
μέσα απ' τον αιθέρα!
Για το Άργος αρμενίζω εγώ ο Περσέας
κρατώντας στα χέρια την κεφαλή της Γοργόνας.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Τι λέει! Πέρει συ γραμματέα κεφάλι Γκόργκος;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Της Γοργόνας είπα.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κι εγκώ Γκόργκος λέου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ω! Τι είναι αυτός ο βράχος που βλέπω;
Και η πεντάμορφη παρθένα ποια είναι
αυτή που κάθεται δίπλα σαν καράβι;

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Ξένε λυπήσου με - Δύστυχη είμαι!
Λύσε με απ' τα δεσμά μου.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Όκι, μη λαλήσει 'συ.
Καταραμένου τολμήσει λαλήσει, πετάνει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

217
HADJIBABA-2006

Ω παρθένα! Σε λυπάμαι που σε βλέπω καρφωμένη.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Όκι παρτένα. Γκέρο είναι αμαρτημένο
Κλέπτη είνι κι πανούργκο.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δεν ξέρεις Σκύθη τι λες.
Αυτή είναι η Ανδρομέδα, η κόρη του Κηφέα.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κοίτα πράμα του. Λίγκο σι φαίνιτι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα. Άσε το χέρι μου να πιάσει την κόρη.
Μη με εμποδίζεις.
Όλοι οι άνθρωποι έχουν τα πάθη τους -
Εμένα το πάθος μου είναι αυτή.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Δε σι ζηλεύου.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γιατί δεν μ' αφήνεις να τη λύσω, ω Σκύθη,
να την πάρω να πέσω στο κρεβάτι μαζί της;

ΤΟΞΟΤΗΣ
Πως μπορείς να θέλεις τόσο τον γέρο;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Μα τον Δία, τις αλυσίδες της θα λύσω.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κι εγώ καμούτσι τούτο μαστιγκώσω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Κι όμως θα το κάνω.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κι εγώ ξιπομάχιρα κόψει τούντο το κεφάλι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ωι μου τι να κάνω! Τι να βρω!
Η άξεστη φύση του δεν νιώθει. Ανώφελο.
Άδικος κόπος να συγκινήσεις αγροίκο
με σοφίες και λεπτότητα.
Άλλη μηχανή πρέπει του τέτοιου.
Άλλος τρόπος.

(Φεύγει ο Ευριπίδης)

ΤΟΞΟΤΗΣ
Πονηρό αλεπού αυτό. Αυτό ήτελε γελάσει μένα.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έρημη μ' αφήνεις Περσέα. Θυμήσου με.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Τέλει κι άλλο μαστιγκώσω εσένα;

218
HADJIBABA-2006

(Ο Χορός τραγουδάει το τραγούδι της γιορτής του)

ΧΟΡΟΣ
Την Παλλάδα τη φιλόχαρη κόρη
εδώ να καλέσουμε - όπως είναι ο νόμος μας -
την Παρθένα την ανύμφευτη
που έχει - κατέχει την πόλη μας
και μόνη μονάχη ορίζει -
κλειδοκρατόρισσά της είναι.
Έλα Έλα που μισείς
τους τυράννους, όπως είναι σωστό.
Σε καλούν οι γυναίκες, έλα,
την ειρήνη μαζί σου τη φιλέορτη φέρνοντας.
Ελάτε σπλαχνικές και καλόβουλες
στο άλσος, σεβάσμιες,
όπου οι άντρες δεν κάνει να βλέπουν -
και στο φως των πυρσών φανερώστε
την αθάνατη όψη σας.
Τρέξτε, ελάτε - ικετεύουμε
Θεές Θεσμοφόρες σεβάσμιες!
Αν ήρθατε στο κάλεσμα και άλλοτε,
Ελάτε και τώρα Ελάτε,
ικετεύουμε, για χάρη μας!

(Ο τοξότης κοιμήθηκε. Έρχεται ο Ευριπίδης - τον συνοδεύουν ένας αυλητής και μια
χορεύτρια)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γυναίκες. Αν θέλετε μαζί μου να έχετε ειρήνη στο εξής,
τώρα είναι η ώρα να βοηθήσετε - και κακό από μένα
ποτέ δεν θ' ακούσετε. Αυτή είναι η πρότασή μου.

ΧΟΡΟΣ
Γιατί τέτοια πρόταση;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αυτός εκεί ο δεμένος στο σανίδι, είναι συγγενής μου.
Αν μου τον δώσετε, ποτέ δεν θα πω κουβέντα για σας
- μα αν αρνηθείτε
όσες βρωμιές κρυφοκάνετε στα σπίτια σας
όλες θα τις πω στους άντρες σας
όταν τελειώσει ο πόλεμος κι έρθουν στο σπίτι.

ΧΟΡΟΣ
Εντάξει από μας. Σύμφωνες όλες.
Το Σκύθη το φύλακα όμως ανάλαβέ τον εσύ.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αυτός είναι δική μου δουλειά!
Και δική σου, ζαρκαδίτσα μου εσύ.
Όλα όσα στο δρόμο σου έλεγα, κάνε τα τώρα.
Πήγαινε λοιπόν πέρα δώθε χορεύοντας.
Κι εσύ αυλητή Τερηδώνα,
κάποιον περσικό σκοπό παίξε με τον αυλό σου.

(Ο Ευριπίδης τώρα ντύνεται γριά. Ο αυλητής παίζει, η χορεύτρια χορεύει. Ξυπνάει ο τοξότης)

ΤΟΞΟΤΗΣ
Τι τόρυβο τούτο, τι γκιορτή μι ξύπνησι;

219
HADJIBABA-2006

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η κοπελίτσα τοξότη μου, κάνει προγύμναση.
Θα πάει να χορέψει σε κάποια παρέα.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Προγκύμναση κι χορέψει αφήσει εγκώ.
Αλαφρό είνι η γκόρη. Σα ψύλλου στην προβιά.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σήκω κορίτσι μου τη φούστα σου, έλα,
κάθησε στα γόνατα του τοξότη -
δώσε τα πόδια σου να λύσω τα σαντάλια.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Κάτσει, κάτσει κορίτσι, κάτσει. Ωι!
Σφιχτό το μπυζί της, γόγγυλος είνι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Παίξε γρήγορα αυλητή. Φοβάσαι ακόμα τον τοξότη;

ΤΟΞΟΤΗΣ
Καλό το πισινό. Ωχ
Και εγκώ παίξω με σένα.
Καλί είσι. Κι φρόνιμα.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα κορίτσι μου, ντύσου να φεύγουμε τώρα.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Δεν πιλήσει μένα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Α! Βέβαια. Φίλησέ τον κορίτσι μου

ΤΟΞΟΤΗΣ
(Ματς - μουτς, αχ αχ)
Πολύ γκλυκό γλώσσα έχει. Ίντιο μέλι.
Γιατί ντεν κοιμάτι μι μένα;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Γεια σου τοξότη. Δεν γίνεται έτσι.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Γίνιτι γκριά, γίνιτι. Χάρισε κορίτσι.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Θα με πληρώσεις;

ΤΟΞΟΤΗΣ
Πληρώσει ιγκώ, πληρώσει.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Έλα λοιπόν. Πλήρωσε.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Εντώ ντεν έχει. Μέσα έχει. Κρατά ισύ σαγκίτος.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Εντάξει. Και μετά τις παίρνεις.

220
HADJIBABA-2006

ΤΟΞΟΤΗΣ
Ακολούσει, έλα κουρίτσι.
Κι συ γκριά φυλάξει το γκέρο. Πως λέισι;

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Αρτεμησία.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Θα του τιμάμι. Αρταμουξία.

(Παίρνει τη χορεύτρια ο τοξότης και μπαίνουν μέσα)

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ερμή του δόλου! Μέχρι εδώ όλα καλά πήγαν!
Φύγε αυλητή μου εσύ με τον αυλό σου
κι εγώ θα λύσω αυτόν απ' τη σανίδα.
Και κοίτα εσύ, μόλις σε λύσω
άντρας να γίνεις και βαλ' το στα πόδια
και πήγαινε τράβα στα παιδιά και στη γυναίκα σου.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Έννοια σου. Μόλις με λύσεις αυτό θα κάνω.

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Σε έλυσα. Στρίβε τώρα, τρέξε, πριν γυρίσει και σε βρει.

ΜΝΗΣΙΛΟΧΟΣ
Αυτό κάνω.

(Λύνεται ο Μνησίλοχος και φεύγει. Έχει φύγει και ο αυλητής, φεύγει και ο Ευριπίδης. Βγαίνει ο
τοξότης)

ΤΟΞΟΤΗΣ
Α! Γκριά, καλό το κουρίτσι;
Ντεν ξέρει όκι. Στέκιτι.
Που 'ν η γκριά; Α! Ντεν είνι;
Α γκριά, α γκέρους. Βάι βάι!
Αρταμουξία με γκέλασε.

(Κλωτσάει τη φαρέτρα του που άφησε κάτω ο Ευριπίδης)

Άντι τσακίντια κι συ γκαμώτου.


Φαρέτρος σι λένε φέρετρος είσι.
Τι κάνει τώρα; Που 'νι γκριά Αρταμουξία;

ΧΟΡΟΣ
Ποια γριά λες; Αυτή που έφερε τον αυλητή
και την κόρη;

ΤΟΞΟΤΗΣ
Ναι ναι! Ίντες ισύ;

ΧΟΡΟΣ
Έφυγε κατά κει. Και ένας γέρος μαζί της.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Φούστο κίτρινο ντικτυουτό είχι γκέρου;

ΧΟΡΟΣ

221
HADJIBABA-2006

Ναι, έτσι. Τρέχα προς τα κει θα τους προκάνεις.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Α, γκριά μίασμα! Ποιο ντρόμο τρέξει;
Αρταμουξίαααα!

ΧΟΡΟΣ
Τρέχα ίσια μπροστά σου, στην ανηφόρα.
Που πας εκεί; Όχι. Τρέξε προς τα εδώ.

ΤΟΞΟΤΗΣ
Α, το δύστυχο μένα. Τρέξει.
Αρταμουξίαααα!

ΧΟΡΟΣ
Τρέχε τρέχε και κομμάτια να γίνεις.
Και για μας αρκετά και οι χαρές και τα τραγούδια.
Ώρα τώρα να πάμε στα σπίτια μας.
Κι εσείς σεμνές θεές Θεσμοφόρες
Τη χάρη και τα δώρα σας μαζί μας να 'χουμε
για τη γιορτή που σας κάνουμε.

ΤΕΛΟΣ

222
HADJIBABA-2006

ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ

Μετάφραση-Σημειώσεις: Πολύβιος Δημητρακόπουλος (Pol Arcas)


ΠΡΟΛΟΓΟΣ (1-253)

(Η σκηνή παριστά οδόν, εφ' ης βλέπει η οικία της Λυσιστράτης. - Άποψις της Ακροπόλεως. - Η
Λυσιστράτη ίσταται παρά την θύραν της οικίας της.)
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ εἴ τις ἐς Βακχεῖον αὐτὰς -Μ' αν της έκάλεσε κανείς [κι' από τα σπίτια
ἐκάλεσεν, φύγανε]
ἢ ᾽ς Πανὸς ἢ ᾽πὶ Κωλιάδ᾽ ἢ ᾽ς και ή στου Βάκχου το ναό, ή στου Πανός επήγανε,
Γενετυλλίδος, ή στη Γεννετυλίδα μας, ή και στην Κωλιάδα,—
οὐδ᾽ ἂν διελθεῖν ἦν ἂν ὑπὸ τῶν απ' τα πολλά τα τύμπανα πού θάνε στην αράδα,
τυμπάνων. δεν θα μπορούσε βέβαια γυναίκα να περάση.
νῦν δ᾽ οὐδεμία πάρεστιν ἐνταυθοῖ
γυνή·
5 πλὴν ἥ γ᾽ ἐμὴ κωμῆτις ἥδ᾽ -Κι' όμως καμμιά δεν φάνηκε στο σπίτι μου να
ἐξέρχεται. φθάση-
χαῖρ᾽ ὦ Καλονίκη. έξω από τη γειτόνισσα πού έρχεται τρεχάτη.
—Την Καλονίκη χαιρετώ.

Καλονίκη
καὶ σύ γ᾽ ὦ Λυσιστράτη. -Κ' εγώ τη Λυσιττράτη.
τί συντετάραξαι; μὴ σκυθρώπαζ᾽ ὦ (Δίδουν τάς χείρας)
τέκνον. Το μάτι μου σε ταραχή και σκυθρωπή σε βλέπει·
οὐ γὰρ πρέπει σοι τοξοποιεῖν τὰς να γίνωνται τα φρύδια σου σαν τόξα, δεν σου
ὀφρῦς. πρέπει,
παιδί μου.

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ὦ Καλονίκη κάομαι τὴν Καλονίκη μου, μέσ' στην καρδιά μου καίει
καρδίαν, για της γυναίκες μια φωτιά, πού κάθε άνδρας λέει
καὶ πόλλ᾽ ὑπὲρ ἡμῶν τῶν γυναικῶν
10 ἄχθομαι, πώς είμαστ' όλες πονηρές· και τούτο με λυπεί.
ὁτιὴ παρὰ μὲν τοῖς ἀνδράσιν
νενομίσμεθα

223
HADJIBABA-2006

εἶναι πανοῦργοι--

Καλονίκη
καὶ γάρ ἐσμεν νὴ Δία. Μα το θεό! δεν είμαστε ;

Λυσιστράτη
εἰρημένον δ᾽ αὐταῖς ἀπαντᾶν ἐνθάδε Μα είχαμε ειπή
βουλευσομέναισιν οὐ περὶ φαύλου εδώ να μαζευθούμε,
πράγματος, και όλες για υπόθεσι σπουδαία να σκεφθούμε
15 εὕδουσι κοὐχ ἥκουσιν. μα να τες που δεν έρχονται·το ρίξαν στο κοιμήσι.

Καλονίκη
ἀλλ᾽ ὦ φιλτάτη Θα ρθούν. Δεν είνε εύκολο πολύ νά ξεκινήση
ἥξουσι· χαλεπή τοι γυναικῶν ἔξοδος. γυναίκ' από το σπίτι της· η μία θα φροντίση
ἡ μὲν γὰρ ἡμῶν περὶ τὸν ἄνδρ᾽ και για το νοικοκύρη της· εκείνη θα ξυπνίση
ἐκύπτασεν, το δούλο της· ή το μωρό η άλλη θα κοιμίση·
ἡ δ᾽ οἰκέτην ἤγειρεν, ἡ δὲ παιδίον κι' αυτή θα λούση το παιδί, κι' αυτή θα το ταίση.
κατέκλινεν, ἡ δ᾽ ἔλουσεν, ἡ δ᾽
ἐψώμισεν.

20 Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ἕτερά τἄρ᾽ ἦν τῶνδε Εδώ υπάρχει κάτι
προὐργιαίτερα πειό σπουδαιότερ' απ' αυτά.
αὐταῖς.

Καλονίκη
τί δ᾽ ἐστὶν ὦ φίλη Λυσιστράτη, Τί τρέχει, Λυσιστράτη;
ἐφ᾽ ὅ τι ποθ᾽ ἡμᾶς τὰς γυναῖκας που της γυναίκες κάλεσες να ρθούνε δίχως άλλο;
συγκαλεῖς; Ποιό πράγμα είνε, φίλη μου, και πόσο;
τί τὸ πρᾶγμα; πηλίκον τι;

Λυσιστράτη
μέγα. Ά, μεγάλο.

Καλονίκη
μῶν καὶ παχύ; Μπα! μήπως είνε και χονδρόν;

Λυσιστράτη
καὶ νὴ Δία παχύ. Μα το θεό, χονδρόν.

Καλονίκη
κᾆτα πῶς οὐχ ἥκομεν; Καί τότε πώς δεν ήλθαμε;

25 Λυσιστράτη
οὐχ οὗτος ὁ τρόπος· ταχὺ γὰρ ἂν Δεν είνε [των ανδρών]
ξυνήλθομεν. αυτό πού ξέρεις· τότε πειά θα φθάναμε τρεχάλα·
ἀλλ᾽ ἔστιν ὑπ᾽ ἐμοῦ πρᾶγμ᾽ μα είνε πράματ' άλλα,
ἀνεζητημένον πού τα εξέτασα καλά μονάχη 'μπρός και πίσω,
κι' αγρύπνησα πολλές νυχτιές, για να τα συζητήσω.

224
HADJIBABA-2006

πολλαῖσί τ᾽ ἀγρυπνίαισιν
ἐρριπτασμένον.

Καλονίκη
ἦ πού τι λεπτόν ἐστι Άμ' τότε θάνε πράματα πολύ λεπτά επίσης,
τοὐρριπτασμένον. για να μπόρεσης εύκολα να τα στριφογυρίσης.

Λυσιστράτη
οὕτω γε λεπτὸν ὥσθ᾽ ὅλης τῆς Τόσο λεπτά, πού η Ελλάς μπορεί ['ς αυτόν το
Ἑλλάδος χρόνο,]
30 ἐν ταῖς γυναιξίν ἐστιν ἡ σωτηρία. τη σωτηρία της να βρή με της γυναίκες μόνο.
Καλονίκη
ἐν ταῖς γυναιξίν; ἐπ᾽ ὀλίγου γ᾽ Με της γυναίκες!; ['Ελα δα! θάταν μεγάλο θάμα,]
ὠχεῖτ᾽ ἄρα. να στέκ' ή σωτηρία της σε τόσο λίγο πράμα.

Λυσιστράτη
ὡς ἔστ᾽ ἐν ἡμῖν τῆς πόλεως τὰ Για το καλό της πόλεως ό,τι θα ειπώ, αν γίνη,
πράγματα, από Πελοποννήσιο ρουθούνι δεν θα μείνη,
ἢ μηκέτ᾽ εἶναι μήτε
Πελοποννησίους--

Καλονίκη
βέλτιστα τοίνυν μηκέτ᾽ εἶναι νὴ Δία. Μα το θεό, καλήτερα να λείψουνε κι' αυτοί.

35 Λυσιστράτη
Βοιωτίους τε πάντας ἐξολωλέναι. Καί τότε θα καταστραφούν και όλ' οι Βοιωτοί,

Καλονίκη
μὴ δῆτα πάντας γ᾽, ἀλλ᾽ ἄφελε τὰς Αλλά να μη καταστραφούν και όλοι στην εντέλεια·
ἐγχέλεις. [της Κωπαίδος μοναχά] εξαίρεσε τα χέλια.

Λυσιστράτη
περὶ τῶν Ἀθηνῶν δ᾽ οὐκ Για την Αθήνα δε ποτέ στο νου μου δεν θα βάλω
ἐπιγλωττήσομαι τέτοιο κακό μεγάλο.
τοιοῦτον οὐδέν· ἀλλ᾽ ὑπονόησον σύ [μα τούτο δεν σημαίνει,]
μοι. μπορείς να νοιώσης μόνη σου πως πάει κι αυτή
ἢν δὲ ξυνέλθωσ᾽ αἱ γυναῖκες ἐνθάδε χαμένη.
Άν όμως μαζευθούν εδώ στο [σπίτι μου πλησίον]
40 αἵ τ᾽ ἐκ Βοιωτῶν αἵ τε τα θηλυκά των Βοιωτών και Πελοποννησίων,
Πελοποννησίων και όλες σύμφωνες ημείς τα χεριά μας αν
ἡμεῖς τε, κοινῇ σώσομεν τὴν δώσουμε,
Ἑλλάδα. έ τότε την Ελλάδα μας αφεύκτως θα την σώσουμε.

Καλονίκη
τί δ᾽ ἂν γυναῖκες φρόνιμον Μα η γυναίκες πώς μπορούν κάτι καλόν να
ἐργασαίατο κάνουνε,
ἢ λαμπρόν, αἳ καθήμεθ᾽ και κάποια φρόνιμη δουλειά, πού κάθονται και
ἐξηνθισμέναι, βάνουνε
κροκωτοφοροῦσαι καὶ στο σπίτι τους φτιασίδια,

225
HADJIBABA-2006

κεκαλλωπισμέναι και κίτρινα φορέματα, και χίλια δυο στολίδια,


45 καὶ Κιμμερίκ᾽ ὀρθοστάδια καὶ πού βάνουν και κυμβερικά φουστάνια [δίχως
περιβαρίδας; ζώνη]
και παντουφλάκια ελαφρά;

Λυσιστράτη
ταῦτ᾽ αὐτὰ γάρ τοι κἄσθ᾽ ἃ σώσειν Αυτά θα γίνουν μόνη
προσδοκῶ, αιτία, πού θα βρή 'ς ημάς η πόλις τον σωτήρα·
τὰ κροκωτίδια καὶ τὰ μύρα χαἰ τα κίτρινα φορέματα, οι στολισμοί, τα μύρα,
περιβαρίδες τα διάφανα ποκάμισα, κι' αυτό το παντουφλάκι—
χἤγχουσα καὶ τὰ διαφανῆ χιτώνια.

Καλονίκη
τίνα δὴ τρόπον ποθ᾽; Καί με ποιόν τρόπο;

Λυσιστράτη
ὥστε τῶν νῦν μηδένα Πού θα ιδής και μόνη, σε λιγάκι.
να μη βρεθή αρσενικός, που δόρυ να σήκωση,
50 ἀνδρῶν ἐπ᾽ ἀλλήλοισιν ἄρεσθαι και άλλον να σκοτώση.
δόρυ--
Καλονίκη
κροκωτὸν ἄρα νὴ τὼ θεὼ ᾽γὼ Άν ή γυναίκα, όπως λες, το θαύμ' αυτό θα κάνη,
βάψομαι. μα της θεές, βάφω κ' εγώ το κίτρινο φουστάνι.

Λυσιστράτη
μηδ᾽ ἀσπίδα λαβεῖν-- Ούτε ασπίδα πειά κανείς να πιάση θα μπόρεση—

Καλονίκη
Κιμμερικὸν ἐνδύσομαι. Θα βάλω και κυμβερικό φουστάνι [δίχως μέση]—

Λυσιστράτη
μηδὲ ξιφίδιον. Και ούτε μαχαιράκι—

Καλονίκη
κτήσομαι περιβαρίδας. Θα βάλω παντουφλάκι.

Λυσιστράτη
ἆρ᾽ οὐ παρεῖναι τὰς γυναῖκας δῆτ᾽ Δεν έπρεπε λοιπόν αυτές να ήν' εδώ παρούσες ;
ἐχρῆν;
55

Καλονίκη
οὐ γὰρ μὰ Δί᾽ ἀλλὰ πετομένας ἥκειν Τί λες ! πού έπρεπε φτερά να κάνουν η
πάλαι. βρωμούσες !

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ὦ μέλ᾽ ὄψει τοι σφόδρ᾽ αὐτὰς Μα Αθηναίες είν' κι' αυτές, όπως καθένας βλέπει,
Ἀττικάς, πού πάντα φτιάνουν κάθε τι την ώρα που δεν
ἅπαντα δρώσας τοῦ δέοντος ὕστερον. πρέπει,

226
HADJIBABA-2006

ἀλλ᾽ οὐδὲ Παράλων οὐδεμία γυνὴ Καί δεν εφάνηκε καμμιά [να φθάση στην Αθήνα,]
πάρα, ούτ' από της θαλασσινές, ούτ' απ' τη Σαλαμίνα
οὐδ᾽ ἐκ Σαλαμῖνος.

Καλονίκη
ἀλλ᾽ ἐκεῖναί γ᾽ οἶδ᾽ ὅτι Μα ξέρω πώς πρωί-πρωί στα τρεχαντήρια
μπήκανε
60 ἐπὶ τῶν κελήτων διαβεβήκασ᾽ και στη στεριά διαβήκανε.
ὄρθριαι.

Λυσιστράτη
οὐδ᾽ ἃς προσεδόκων κἀλογιζόμην Καί όμως ελογάριαζα πως πειό μπροστά θα
ἐγὼ φθάσουν
πρώτας παρέσεσθαι δεῦρο τὰς των Αχαρνών τα θηλυκά·—μα νά, θα μας το
Ἀχαρνέων σκάσουν.
γυναῖκας, οὐχ ἥκουσιν.

Καλονίκη
ἡ γοῦν Θεογένους Άλλα η Θεαγέναινα, για νάρθη εδώ τρεχάτη,
ὡς δεῦρ᾽ ἰοῦσα θοὐκάταιον ἤρετο. πήγε και συμβουλεύθηκε τη νύχτα την Εκάτη.
Μα να που φθάνουν μερικές ...
65 ἀτὰρ αἵδε καὶ δή σοι προσέρχονταί
τινες.

Λυσιστράτη
αἱδί θ᾽ ἕτεραι χωροῦσί τινες. να κι' άλλες που κινάνε.
Καλονίκη
ἰοὺ ἰού, Ου, ου ! κι αυτές ποιες νάνε;
πόθεν εἰσίν;

Λυσιστράτη
Ἀναγυρουντόθεν. Ά, είν' άπ'τον Ανάγυρο [όλα αυτά τα πλήθη.]

Καλονίκη
νὴ τὸν Δία· Θαρρώ πώς ο ανάγυρος στ' αλήθεια εκινήθη.
ὁ γοῦν ἀνάγυρός μοι κεκινῆσθαι
δοκεῖ.
(Εισέρχεται η Μυρρίνη, Λαμπιτώ και πολλαί
γυναίκες)
Μυρρίνη
μῶν ὕστεραι πάρεσμεν ὦ Μήπως [και στο συνέδριο, πού θέλησες να γίνη,]
Λυσιστράτη; η τελευταίες φθάσαμε; Για δεν μιλάς;
τί φῄς; τί σιγᾷς; 70

Λυσιστράτη
οὔ σ᾽ ἐπαινῶ Μυρρίνη Μυρρίνη,
ἥκουσαν ἄρτι περὶ τοιούτου βέβαια το εγκώμιο δεν θα σου πλέξω τώρα,
πράγματος. πού για σπουδαία πρόκειται και μούρθες τέτοιαν
ώρα.
Μυρρίνη

227
HADJIBABA-2006

μόλις γὰρ ηὗρον ἐν σκότῳ τὸ Εγύρευα τη ζώνη μου


ζώνιον. μέσ' στο σκοτάδι μόνη μου.
ἀλλ᾽ εἴ τι πάνυ δεῖ, ταῖς παρούσαισιν Μ' αν ήνε τόσο σοβαρό, πού λες, το πράμα εκείνο,
λέγε. πες το 'ς εμάς πού ήλθαμε.
Λυσιστράτη
μὰ Δί᾽ ἀλλ᾽ ἐπαναμείνωμεν ὀλίγου Αλλά θα περιμείνω
γ᾽ οὕνεκα
75 τάς τ᾽ ἐκ Βοιωτῶν τάς τε και της γυναίκες, πού θα ρθούν για την αυτήν
Πελοποννησίων αιτία,
γυναῖκας ἐλθεῖν. από την Πελοπόννησο κι' από τη Βοιωτία.

Μυρρίνη
πολὺ σὺ κάλλιον λέγεις. Ά, μάλιστα·όσο γι' αυτό . . .
ἡδὶ δὲ καὶ δὴ Λαμπιτὼ προσέρχεται. Να πούρχεται κ' ή Λαμπιτώ.
(Εισέρχεται η Λαμπιτώ)

Λυσιστράτη
ὦ φιλτάτη Λάκαινα χαῖρε Λαμπιτοῖ. Καλώς τη Σπαρτιάτισσα τη Λαμπιτώ! τί χρώμα!
οἷον τὸ κάλλος γλυκυτάτη σου πώχεις, γλυκειά μου! τί γερό και σιδερένιο σώμα!
φαίνεται.
80 ὡς δ᾽ εὐχροεῖς, ὡς δὲ σφριγᾷ τὸ τί ωμορφιά! πού φαίνεται [και λάμπει εδώ και
σῶμά σου. πέρα!]
κἂν ταῦρον ἄγχοις. Καί ταύρο θα μπορούσες συ να πνίξης καμμιά
μέρα!
Λαμπιτῶ
μάλα γ᾽ οἰῶ ναὶ τὼ σιώ· Μα τους θεούς, είνε γερό αυτό το σώμα όλο μου.
γυμνάδδομαι γὰρ καὶ ποτὶ πυγὰν γυμνάζομαι ως που χτυπούν' κ' η φτέρνες μου στον
ἅλλομαι. κώλό μου.

Καλονίκη-Λυσιστράτη (ψηλαφούσα τα στήθη της Λαμπιτούς)


ὡς δὴ καλὸν τὸ χρῆμα τιτθίων ἔχεις. [Στάσου λιγάκι, στάσου . . . .]
Καί τί ωραία πούν' αυτά, φιλτάτη, τα βυζιά σου.

Λαμπιτώ
περ ἱερεῖόν τοί μ᾽ ὑποψαλάσσετε. Σας βλέπω πού ξαμώνετε τα χέρια να με ψάξετε,
λες κ' είμαι κάποιο σφάγιο [και ήρθα να με
σφάξετε,]

85 Λυσιστράτη
ἡδὶ δὲ ποδαπή ᾽σθ᾽ ἡ νεᾶνις ἡτέρα; Καί η κοπέλλα από δω ποιά είνε ;

Λαμπιτώ
πρέσβειρά τοι ναὶ τὼ σιὼ Βοιωτία Μα τον Δία,
ἵκει ποθ᾽ ὑμέ. είνε κι' αυτή αρχόντισσα από τη Βοιωτία—
πού έρχεται για λόγου σας.

Μυρρίνη - Λυσιστράτη
νὴ μὰ Δία Βοιωτία, Λοιπόν είμαι βεβαία,
καλόν γ᾽ ἔχουσα τὸ πεδίον. ότι χωράφι εκλεκτό θάχης και συ, Θηβαία.

228
HADJIBABA-2006

Καλονίκη
καὶ νὴ Δία (θωπεύουσα την Θηβαίαν)
κομψότατα τὴν βληχώ γε Εγώ νομίζω μάλιστα πώς τούτο το καϋμένο,
παρατετιλμένη. θα τό 'χη το χωράφι του και καλλιεργημένο.
90
Λυσιστράτη
τίς δ᾽ ἡτέρα παῖς; Καί το κορίτσι από δω ποιο είνε ;

Λαμπιτώ Μα τον Δία


χαΐα ναὶ τὼ σιώ, είνε μια κόρη ώμορφη από την Κορινθία.
Κορινθία δ᾽ αὖ.

Καλονίκη
χαΐα νὴ τὸν Δία Σαν είν' από την Κόρινθο, θάνε πολύ καλή,
δήλη ᾽στὶν οὖσα ταυταγὶ τἀντευθενί. και μάλιστα μου φαίνεται και λίγο παρδαλή.

Λαμπιτώ
τίς δ᾽ αὖ ξυναλίαξε τόνδε τὸν στόλον Ποιος έκαμε να 'ρθή εδώ ν' αράξη τούτος όλος
τὸν τᾶν γυναικῶν; των γυναικών ο στόλος ;

Λυσιστράτη
ἥδ᾽ ἐγώ. Εγώ.

Λαμπιτώ
μύσιδδέ τοι Για μίλησε λοιπόν με λόγια μετρημένα,
95 ὅ τι λῇς ποθ᾽ ἁμέ. τί θέλεις από μένα ;
Καλονίκη Μυρρίνη
νὴ Δί᾽ ὦ φίλη γύναι, Πες μας λοιπόν, καϋμένη !
λέγε δῆτα τὸ σπουδαῖον ὅ τι τοῦτ᾽
ἐστί σοι.

Λυσιστράτη-Καλονίκη
λέγοιμ᾽ ἂν ἤδη. πρὶν λέγειν <δ᾽, Ναί, λέγε μας, τί τάχατε σπουδαίο σου συμβαίνει;
ὑμᾶς τοδὶ Λυσιστράτη
ἐπερήσομαί τι μικρόν.
Αμέσως τώρα θα το πω· μα θα ρωτήσω πρώτα,
και θ'απαντήσετε και σείς.

Καλονίκη-Μυρρίνη
ὅ τι βούλει γε σύ. Ό,τι κι' αν θέλης ρώτα.

Λυσιστράτη
τοὺς πατέρας οὐ ποθεῖτε τοὺς τῶν Σείς δεν επιθυμήσατε, μονάχες νύχτα-μέρα,
παιδίων να έχετε των τέκνων σας κοντά σας τον πατέρα,
100 ἐπὶ στρατιᾶς ἀπόντας; εὖ γὰρ οἶδ᾽ πού λείπει για τον πόλεμο; γιατί καλά το ξέρω—
ὅτι
πάσαισιν ὑμῖν ἐστιν ἀποδημῶν πώς έφυγαν οι άνδρες σας.
ἀνήρ.

229
HADJIBABA-2006

Καλονίκη
ὁ γοῦν ἐμὸς ἀνὴρ πέντε μῆνας ὦ Ά! το δικό μου γέρο
τάλαν στη Θράκη μου τον στείλανε, καϋμένη, να φυλάττη
ἄπεστιν ἐπὶ Θρᾴκης φυλάττων τον στρατηγόν Ευκράτη!
Εὐκράτη.

Μυρρίνη-Γυνή Α'.
ὁ δ᾽ ἐμός γε τελέους ἑπτὰ μῆνας ἐν Καί το δικό μου φίλο
Πύλῳ. μήνες εφτά σωστούς-σωστούς τον έχουνε στην
Πύλο.

105 Λαμπιτώ
ὁ δ᾽ ἐμός γα καἴ κ᾽ ἐκ τᾶς ταγᾶς Καί ο δικός μου βιαστικός καμμιά φορά αν έβγη
ἔλσῃ ποκά,
πορπακισάμενος φροῦδος από της τάξεις, μου ρχεται και δός του ξαναφεύγει.
ἀμπτάμενος ἔβα.

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται Καλέ τί λες; από γαμιά
φεψάλυξ. δεν έχει μείνη σπίθα μιά.
ἐξ οὗ γὰρ ἡμᾶς προὔδοσαν Αφ' ότου οι Μιλήσιοι μας έχουνε προδώση,
Μιλήσιοι, κ' εκόψαμε τη σχέσι τους, δεν είδα ούτε τόση
οὐκ εἶδον οὐδ᾽ ὄλισβον
ὀκτωδάκτυλον,
110 ὃς ἦν ἂν ἡμῖν σκυτίνη ᾽πικουρία. μια οχταδάκτυλη ψωλή από πετσί φτιασμένη,
ἐθέλοιτ᾽ ἂν οὖν, εἰ μηχανὴν εὕροιμ᾽ για πέτσινη παρηγοριά τουλάχιστο να μένη.
ἐγώ, Θέλετε σείς λοιπόν μ' εμέ, αν τύχη κ' εύρω τρόπο,
μετ᾽ ἐμοῦ καταλῦσαι τὸν πόλεμον; να παύσουμε τον πόλεμο [που ρήμαξε τον τόπο;]

Καλονίκη-Μυρρίνη
νὴ τὼ θεώ· Μα. της θεές, αν ήτανε ανάγκη να πουλήσω
ἔγωγ᾽ ἂν <οὖν κἂν εἴ με χρείη και το πανωφοράκι μου, κι' αυτό θα το θελήσω—
τοὔγκυκλον και θα το πιω αυθημερόν.
τουτὶ καταθεῖσαν ἐκπιεῖν αὐθημερόν.

115 ἐγὼ δέ γ᾽ ἂν κἂν ὡσπερεὶ ψῆτταν Κ' εγώ τί να σας πω;


δοκῶ και αν μου ήταν δυνατόν σα σφήκα να κοπώ
δοῦναι ἂν ἐμαυτῆς παρατεμοῦσα στα δυό, τώνα κομμάτι μου θα το παραχωρούσα.
θἤμισυ.

Λαμπιτώ
ἐγὼ δὲ καί κα ποττὸ Ταΰγετόν γ᾽ Στού Ταϋγέτου την κορφή ν' ανέβω θα μπορούσα
ἄνω κ' εγώ, αρκεί να ήξευρα μ' αυτό πώς η ειρήνη
ἔλσοιμ᾽ ὅπᾳ μέλλοιμί γ᾽ εἰράναν μπορούσε και να γίνη.
ἰδεῖν.

Λυσιστράτη

230
HADJIBABA-2006

λέγοιμ᾽ ἄν· οὐ δεῖ γὰρ κεκρύφθαι Να σας το κρύψω δεν μπορώ·κι' ακούστε τί θα
τὸν λόγον. φτιάσουμε.
120 ἡμῖν γὰρ ὦ γυναῖκες, εἴπερ μέλλομεν Άν θέλετε, γυναίκες μου, τούς άνδρες ν'
ἀναγκάσειν τοὺς ἄνδρας εἰρήνην αναγκάσουμε
ἄγειν, να κάμουν την ειρήνη,
ἀφεκτέ᾽ ἐστὶ-- η κάθε μια στον άνδρα της να παύση να το δίνη.

Καλονίκη
τοῦ; φράσον. Και πώς; για λέγε.

Λυσιστράτη
ποιήσετ᾽ οὖν; Έ λοιπόν τί λέτε; τους το φτιάνουμε ;

Καλονίκη
ποιήσομεν, κἂν ἀποθανεῖν ἡμᾶς δέῃ.Κι' αν πρέπη να πεθάνουμε,
να γίνη αυτό πού λες.
Λυσιστράτη
ἀφεκτέα τοίνυν ἐστὶν ἡμῖν τοῦ Λοιπόν ν' αποκηρύξουμε της ανδρικές ψωλές.
πέους. (Αι γυναίκες δεικνύουν δυσαρέσκειαν, άλλαι
κλαίουν και άλλαι διατίθενται να φύγουν.)
τί μοι μεταστρέφεσθε; ποῖ βαδίζετε; —Έ! σεις για πού το βάλατε;—Και σεις για που το
στρίψατε ;
125 αὗται τί μοιμυᾶτε κἀνανεύετε; τί στραβομουτσουνιάσατε; τα μούτρα τί τα
τί χρὼς τέτραπται; τί δάκρυον κρύψατε;
κατείβεται; Τί άλλαξε το χρώμα σας κι' αρχίσατε να κλαίτε;
ποιήσετ᾽ ἢ οὐ ποιήσετ᾽; ἢ τί αρνείσθε; ή το κάνετε; τί σκέπτεσθε; δεν λέτε;
μέλλετε;

Καλονίκη
οὐκ ἂν ποιήσαιμ᾽, ἀλλ᾽ ὁ πόλεμος Αρνούμαι·δεν με μέλει.
ἑρπέτω.

Μυρρίνη
130 μὰ Δί᾽ οὐδ᾽ ἐγὼ γάρ, ἀλλ᾽ ὁ Α μπά, μπορεί ο πόλεμος να γίνετ' όσο θέλει.
πόλεμος ἑρπέτω.

Λυσιστράτη
ταυτὶ σὺ λέγεις ὦ ψῆττα; καὶ μὴν (στή Καλονίκη)
ἄρτι γε Αυτά λοιπόν περίμενα, βρε σφήκα, να μας πής;
ἔφησθα σαυτῆς κἂν παρατεμεῖν Δεν ήσουν συ πού έλεγες στα δύο να κοπής;
θἤμισυ.

Καλονίκη
ἄλλ᾽ ἄλλ᾽ ὅ τι βούλει· κἄν με χρῇ Άλλαξε λόγια, άλλαξε! και στη φωτιάν απάνω
διὰ τοῦ πυρὸς να περπατήσω αν αγαπάς,—για χάρι σου το κάνω·
ἐθέλω βαδίζειν· τοῦτο μᾶλλον τοῦ
πέους.
135 οὐδὲν γὰρ οἷον ὦ φίλη Λυσιστράτη. κι' αυτό, πού λες, το προτιμώ,
παρά της πούτσας τον καϋμό,

231
HADJIBABA-2006

γιατί δεν ξεύρω σαν κι' αυτή τί άλλο θ' αποκτήσω.

Λυσιστράτη
τί δαὶ σύ; (στη Μυρρίνη)
Και συ τι λές;

Ἄλλη (στη ΜυρρίνηΜυρρίνη)


κἀγὼ βούλομαι διὰ τοῦ πυρός. Μα... τη φωτιά κ' εγώ θα προτιμήσω.

Λυσιστράτη
ὦ παγκατάπυγον θἠμέτερον ἅπαν Ώ γένος ξεκωλιάρικο! Δικαίως, μα τον Δία,
γένος, λένε πώς βγαίνει από μας η κάθε τραγωδία.
οὐκ ἐτὸς ἀφ᾽ ἡμῶν εἰσιν αἱ Δεν ξέρουμ' άλλο τίποτα κ' εμείς [μικραί, μεγάλοι],
τραγῳδίαι.
οὐδὲν γάρ ἐσμεν πλὴν Ποσειδῶν καὶ
σκάφη.
140 ἀλλ᾽ ὦ φίλη Λάκαινα, σὺ γὰρ ἐὰν παρά ξεροκουνήματα και δός του μπάσε-βγάλε!
γένῃ Μα κι' αν η Σπαρτιάτισσα στο κόμμα μου θα
μόνη μετ᾽ ἐμοῦ, τὸ πρᾶγμ᾽ μείνη,
ἀνασωσαίμεσθ᾽ ἔτ᾽ <ἄν, μπορεί να κατορθώσουμε η δυό μας την ειρήνη.
ξυμψήφισαί μοι. Δος μου λοιπόν την ψήφο σου.

Λαμπιτώ
χαλεπὰ μὲν ναὶ τὼ σιὼ Είνε κακό πολύ
γυναῖκάς ἐσθ᾽ ὑπνῶν ἄνευ ψωλᾶς απ' της γυναίκας το πλευρό να λείπη κ' η ψωλή
μόνας. και μόνη να κοιμάται.
ὅμως γα μάν· δεῖ τᾶς γὰρ εἰράνας Μα η ειρήνη μ' όλ' αυτά θαρρώ πως προτιμάται.
μάλ᾽ αὖ.

145 Λυσιστράτη
ὦ φιλτάτη σὺ καὶ μόνη τούτων γυνή. Εύγε σου, φιλενάδα !
είσαι γυναίκα πειό σωστή απ' όλες [στήν Ελλάδα.]

Καλονίκη
εἰ δ᾽ ὡς μάλιστ᾽ ἀπεχοίμεθ᾽ οὗ σὺ Θαρρείς πώς αν απέχουμε κι' απ' τη δουλειάν
δὴ λέγεις, εκείνη,
ὃ μὴ γένοιτο, μᾶλλον ἂν διὰ τουτογὶ για τούτο,—ό μη γένοιτο !—θα κάμουν την
γένοιτ᾽ ἂν εἰρήνη; είρήνη ;

Λυσιστράτη
πολύ γε νὴ τὼ θεώ. Μα της θεές, είν' αρκετό. Αν κάτσουμε κλεισμένες
εἰ γὰρ καθοίμεθ᾽ ἔνδον μέσα στα σπίτια μας ημείς, καλοφτιασιδωμένες,
ἐντετριμμέναι,
150 κἀν τοῖς χιτωνίοισι τοῖς Ἀμοργίνοις και στα ποκαμισάκια μας αυτά τ' αμοργινά,—
γυμναὶ παρίοιμεν δέλτα αφήσουμε τα σώματα να φαίνωνται γυμνά
παρατετιλμέναι, και το κουρέψουμε κι' αυτό,—οι άνδρες θα
στύοιντο δ᾽ ἅνδρες κἀπιθυμοῖεν λυσσάξουν
σπλεκοῦν, απ' την επιθυμία τους να ρθουν να μας τη σάξουν·
ἡμεῖς δὲ μὴ προσίοιμεν ἀλλ᾽ κι' όταν θα ιδούν η κάθε μια ότι γι' αυτούς δεν
τώχει,

232
HADJIBABA-2006

ἀπεχοίμεθα, τότε να ιδής τον πόλεμο τον παύουνε, ή όχι;


σπονδὰς ποιήσαιντ᾽ ἂν ταχέως, εὖ
οἶδ᾽ ὅτι.

155 Λαμπιτώ
ὁ γῶν Μενέλαος τᾶς Ἑλένας τὰ Το ίδιο κι' ο Μενέλαος, σαν είδε την Ελένη
μᾶλά πᾳ [στα στήθη γυμνωμένη]
γυμνᾶς παραϊδὼν ἐξέβαλ᾽, οἰῶ, τὸ και είδε το βυζί της,
ξίφος. επέταξε το ξίφος του [κ' εκόλλησε μαζύ της.]

Καλονίκη
τί δ᾽ ἢν ἀφιῶσ᾽ ἅνδρες ἡμᾶς ὦ [Για στάσου τώρα, βρε κουτή:
μέλε; κι' αν μας αφήσουνε κι' αυτοί;
έ, τότε τί γινόμαστε;

Λυσιστράτη
τὸ τοῦ Φερεκράτους, κύνα δέρειν { όπως λέει κι ο Φερεκράτης, θα γδέρνουμε
δεδαρμένην. γδαρμένη σκύλλα

Καλονίκη Καλονίκη
φλυαρία ταῦτ᾽ ἐστὶ τὰ μεμιμημένα. Αυτές οι απομιμήσεις είναι αηδία.
160 ἐὰν λαβόντες δ᾽ ἐς τὸ δωμάτιον βίᾳ Κι αν μας πιάσουν και μας τραβήξουν με βία στο
ἕλκωσιν ἡμᾶς; δωμάτιο;

Λυσιστράτη
ἀντέχου σὺ τῶν θυρῶν. Να πιαστείς απ' την πόρτα.

Καλονίκη
ἐὰν δὲ τύπτωσιν; Κι αν μας χτυπήσουν;

Λυσιστράτη
παρέχειν χρὴ κακὰ κακῶς. Τότε θα τους κάτσουμε αλλά κακήν κακώς.
οὐ γὰρ ἔνι τούτοις ἡδονὴ τοῖς πρὸς Δεν τους κάνει κέφι με το ζόρι.
βίαν. Και σ' όλα θα τους την σπάμε. Και να δεις στο
κἄλλως ὀδυνᾶν χρή· κἀμέλει ταχέως τέλος θα κουραστούν. }
πάνυ
165 ἀπεροῦσιν. οὐ γὰρ οὐδέποτ᾽ κι' αν η γυναίκα δεν δεχθή τα δόντια της να δείξη,
εὐφρανθήσεται ο άνδρας δεν ευφραίνεται.
ἀνήρ, ἐὰν μὴ τῇ γυναικὶ συμφέρῃ.

Καλονίκη Έ τότε το δεχόμεθα, σαν εύκολο σας φαίνεται.


εἴ τοι δοκεῖ σφῷν ταῦτα, χἠμῖν
ξυνδοκεῖ.

Λαμπιτώ
καὶ τὼς μὲν ἁμῶν ἄνδρας ἁμὲς Όσο για μας, θα πείσουμε τους άνδρας μας να γίνη
πείσομες ειλικρινής ειρήνη·
παντᾷ δικαίως ἄδολον εἰράναν ἄγειν·
170 τὸν τῶν Ἀσαναίων γα μὰν ῥυάχετον αλλά αυτός ο παλαβός λαός των Αθηναίων,
πώς θα πεισθή τον πόλεμο να μη γυρεύη πλέον;

233
HADJIBABA-2006

πᾷ κά τις ἀμπείσειεν αὖ μὴ
πλαδδιῆν;

Λυσιστράτη
ἡμεῖς ἀμέλει σοι τά γε παρ᾽ ἡμῖν Για τούτο μη σε μέλη,
πείσομεν. κ' εμείς τον καταφέρνουμε να μη τον ξαναθέλη.

Λαμπιτώ
οὐχ ἇς πόδας κ᾽ ἔχωντι ταὶ τριήρεες, Για την ειρήνη ο λαός δέν κάνει ούτε βήμα,
καὶ τὠργύριον τὤβυσσον ᾖ πὰρ τᾷ ενόσω πλοία έχετε κι' αμέτρητο το χρήμα,
σιῷ. απάνω στην Ακρόπολι.

175 Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ἔστι καὶ τοῦτ᾽ εὖ Εφρόντιτα για τούτο·
παρεσκευασμένον· θα κυριεύσουμε κι' αυτή και όλον της τον πλούτο·
καταληψόμεθα γὰρ τὴν ἀκρόπολιν θα πάν' εμπρός η πειό γρηές, κατά τη συμφωνία,
τήμερον. και τάχα με την πρόφασι νά κάνουνε θυσία
ταῖς πρεσβυτάταις γὰρ προστέτακται θα πιάσουν την Ακρόπολι, ώς που να μαζευθούμε
τοῦτο δρᾶν, κ' ημείς, και τι θά κάνουμε εδώ να συσκφθούμε.
ἕως ἂν ἡμεῖς ταῦτα συντιθώμεθα,
θύειν δοκούσαις καταλαβεῖν τὴν
ἀκρόπολιν.

180 Λαμπιτώ
παντᾷ κ᾽ ἔχοι, καὶ τᾷδε γὰρ λέγεις Όλα καλά όσα μας λες.
καλῶς.

Λυσιστράτη
τί δῆτα ταῦτ᾽ οὐχ ὡς τάχιστ᾽ ὦ Έ, Λαμπιτώ, και τώρα
Λαμπιτοῖ γιατί δέν ορκιζόμαστε, μα χάνουμε την ώρα,
ξυνωμόσαμεν, ὅπως ἂν ἀρρήκτως κ' έτσι τη συμφωνία μας ποτέ να μη χαλάσουμε;
ἔχῃ;

Λαμπιτώ
πάρφαινε μὰν τὸν ὅρκον, ὡς Πες μας λοιπόν του λόγου σου τον όρκο πού θα
ὀμιόμεθα. πιάσουμε.
καλῶς λέγεις. ποῦ ᾽σθ᾽ ἡ Σκύθαινα; Αλήθεια· πούν' η δούλα μου;—Έ, πού κυττάζεις;
ποῖ βλέπεις;
185 θὲς ἐς τὸ πρόσθεν ὑπτίαν τὴν Βάλε συ την ασπίδ' ανάποδα, και τα εντόσθια
ἀσπίδα, βγάλε.
καί μοι δότω τὰ τόμιά τις. του θύματος, [να κάνουμε τον όρκο].

Καλονίκη
Λυσιστράτη Λυσιστράτη,
τίν᾽ ὅρκον ὁρκώσεις ποθ᾽ ἡμᾶς; ποιόν όρκο τάχα θα μας πής να κάνουμε, φιλτάτη;
ὅντινα; Ποιόν όρκο; Καί ο ποιητής Αισχύλος τώχει πή·
εἰς ἀσπίδ᾽, ὥσπερ φάσ᾽ ἐν Αἰσχύλῳ απάνω στην ασπίδα μας το θύμα θα κοπή.
ποτέ,
μηλοσφαγούσας.

234
HADJIBABA-2006

μὴ σύ γ᾽ ὦ Λυσιστράτη Όχι, δεν είνε δυνατόν, όρκος για την ειρήνη


190 εἰς ἀσπίδ᾽ ὀμόσῃς μηδὲν εἰρήνης σε μια ασπίδα δηλαδή πολεμική να γίνη.
πέρι.

Λυσιστράτη
τίς ἂν οὖν γένοιτ᾽ ἂν ὅρκος; Καί πώς θα ορκισθούμε;

Καλονίκη
εἰ λευκόν ποθεν Έν άλογο θα βρούμε
ἵππον λαβοῦσαι τόμιον ἐντεμοίμεθα. άσπρο, και τα εντόσθια η δούλα να του βγάλη.

Λυσιστράτη
ποῖ λευκὸν ἵππον; Πού να το βρούμε τ' άλογο το άσπρο τώρα πάλι;

Καλονίκη
ἀλλὰ πῶς ὀμούμεθα Καί πώς λοιπόν η κάθε μια τον όρκο της θα κάνη;
ἡμεῖς;

Λυσιστράτη
ἐγώ σοι νὴ Δί᾽, ἢν βούλῃ, φράσω. Θα σου το πω. Να πάρουμε κατάμαυρη λεκάνη,
195 θεῖσαι μέλαιναν κύλικα μεγάλην ανάποδα τη βάζουμε
ὑπτίαν, κ' ένα σταμνί από κρασί της Θάσου θυσιάζουμε,
μηλοσφαγοῦσαι Θάσιον οἴνου κι' όρκο 'ς αυτό θα δώσουμε—
σταμνίον [εμφαντικώς:]
ὀμόσωμεν ἐς τὴν κύλικα μὴ ᾽πιχεῖν πώς δεν θα το νερώσουμε! . . .
ὕδωρ.

Λαμπιτώ
φεῦ δᾶ τὸν ὅρκον ἄφατον ὡς Ωχ, ωχ! τον όρκο σου αυτόν
ἐπαινίω. κ' επαίνους να του ψάλουμε δεν είνε δυνατόν.

Λυσιστράτη
φερέτω κύλικά τις ἔνδοθεν καὶ Λοιπόν ας τρέξη μέσα μια ένα σταμνί να φέρη
σταμνίον. και μια λεκάνη.
(Εισέρχεται μία Γυνή και εξέρχεται φέρουσα
λήκυθον και κύλικα.)

Μυρρίνη-Καλονίκη
200 ὦ φίλταται γυναῖκες, <ὁ κεραμεὼν Τί σταμνί, όπου δεν έχει ταίρι!
ὅσος. (Λαμβάνει την λήκυθον)
Καλονίκη
ταύτην μὲν ἄν τις εὐθὺς ἡσθείη Τί γλύκα πού θα αισθανθή αυτή πού θα την πιάση
λαβών. και, κλούκ. θα την αδειάση.
καταθεῖσα ταύτην προσλαβοῦ μοι τοῦ Άφησε κάτω το σταμνί, και πιάσ' εδώ μπροστά
κάπρου. μου!
Η Καλονίκη θέτει την χείρα επί της Λυσιστράτης
καταλλήλως
Λυσιστράτη (επισήμως)
δέσποινα Πειθοῖ καὶ κύλιξ φιλοτησία, —Πειθώ! Βασίλισσα μου!
τὰ σφάγια δέξαι ταῖς γυναιξὶν —και συ, ώ στάμνα του γλεντιού ! δέξου την

235
HADJIBABA-2006

εὐμενής. ικεσία
των γυναικών με εύνοια, και τούτη τη θυσία.
(Χύνει εις την λεκάνην οίνον)

205 Καλονίκη
εὔχρων γε θαἶμα κἀποπυτίζει καλῶς. Τί αίμα κατακόκκινο! για ιδές πως λαμπυρίζει;

Λαμπιτώ
καὶ μὰν ποτόδδει γ᾽ ἁδὺ ναὶ τὸν Αλήθεια, μα τον Κάστορα, και τί γλυκά μυρίζει!
Κάστορα.
ἐᾶτε πρώτην μ᾽ ὦ γυναῖκες ὀμνύναι. Αφήστε με, γυναίκες μου, πρώτη να μπω στη μέση
να ορκισθώ!

Καλονίκη
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὔκ, ἐάν γε μὴ Όχι ποτέ, ο κλήρος σου πρίν πέση.
λάχῃς.

Λυσιστράτη
λάζυσθε πᾶσαι τῆς κύλικος ὦ Έ, Λαμπιτώ! στη στάμνα μας απλώσετε το χέρι,
Λαμπιτοῖ·
210 λεγέτω δ᾽ ὑπὲρ ὑμῶν μί᾽ ἅπερ ἂν κι' ας έβγη μια για όλες σας τον όρκο να προφέρη,
κἀγὼ λέγω· όπως εγώ θα τον ειπώ·και σεις θά ορκισθήτε
ὑμεῖς δ᾽ ἐπομεῖσθε ταὐτὰ τον όρκο πού θα δώσουμε πώς δεν θα παραβήτε.
κἀμπεδώσετε. (Υπαγορεύει τον όρκον)
οὐκ ἔστιν οὐδεὶς οὔτε μοιχὸς οὔτ᾽ Δεν θα βρεθή ούτε γαμιάς, ούτε κι' ο άνδρας μου
ἀνήρ-- έστω--

Καλονίκη
οὐκ ἔστιν οὐδεὶς οὔτε μοιχὸς οὔτ᾽ Δεν θα βρεθή ούτε γαμιάς, ούτε κι' ο άνδρας μου
ἀνήρ-- έστω--

Λυσιστράτη
ὅστις πρὸς ἐμὲ πρόσεισιν ἐστυκώς. πού καυλωμένος θα μου ρθεί μέσ' στο κρεββάτι—
λέγε. (η Καλονίκη διστάζει. Η Λυσιστράτη επιτακτικώς:)
— Πες το!

215 Καλονίκη
ὅστις πρὸς ἐμὲ πρόσεισιν ἐστυκώς. Πού καυλωμένος θα μου ρθή απάνω στο κρεββάτι.
παπαῖ (μετά τρόμου)
ὑπολύεταί μου τὰ γόνατ᾽ ὦ Μου κόπηκαν τα γόνατα, καϋμένη Λυσιστράτη!
Λυσιστράτη.

Λυσιστράτη
οἴκοι δ᾽ ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον-- Καί μέσ' στο σπίτι θα περνώ χωρίς ανδρός
παιγνίδια—

Καλονίκη
οἴκοι δ᾽ ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον-- Καί μέσ' στο σπίτι θα περνώ χωρίς ανδρός
παιγνίδια—

236
HADJIBABA-2006

Λυσιστράτη
κροκωτοφοροῦσα καὶ Με κίτρινα φορέματα και χίλια δυό στολίδια —
κεκαλλωπισμένη,--

220 Καλονίκη
κροκωτοφοροῦσα καὶ Με κίτρινα φορέματα και χίλια δυό στολίδια—
κεκαλλωπισμένη,--

Λυσιστράτη
ὅπως ἂν ἁνὴρ ἐπιτυφῇ μάλιστά μου· Πού να λυσσάξη ο άνδρας μου να κοιμηθή μαζύ
μου—

Καλονίκη
ὅπως ἂν ἁνὴρ ἐπιτυφῇ μάλιστά μου· Πού να λυσσάξη ο άνδρας μου να κοιμηθή μαζύ
μου—

Λυσιστράτη
κοὐδέποθ᾽ ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ Μα δεν θα τον δεχθώ ποτέ και με τη θέλησί μου —
πείσομαι.

Καλονίκη
κοὐδέποθ᾽ ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ Μα δεν θα τον δεχθώ ποτέ και με τη θέλησί μου —
πείσομαι.
225 Λυσιστράτη
ἐὰν δέ μ᾽ ἄκουσαν βιάζηται βίᾳ,-- Κι' αν θέλη και με το στανιό εκείνος να με πιάνη—

Καλονίκη
ἐὰν δέ μ᾽ ἄκουσαν βιάζηται βίᾳ,-- Κι' αν θέλη και με το στανιό εκείνος να με πιάνη—

Λυσιστράτη
κακῶς παρέξω κοὐχὶ προσκινήσομαι. Όσο μπορώ χειρότερα θ' αφίνω να την κάνη.

Καλονίκη
κακῶς παρέξω κοὐχὶ προσκινήσομαι. Όσο μπορώ χειρότερα θ' άφίνω να την κάνη.

Λυσιστράτη
οὐ πρὸς τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Της Περσικές [παντούφλες μου μέρες, βδομάδες,
Περσικά. μήνες,]
προς το ταβάνι δεν θα ιδή ποτέ του σηκωμένες.

230 Καλονίκη
οὐ πρὸς τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Της Περσικές [παντούφλες μου εκείνες,]
Περσικά. προς το ταβάνι δεν θα ιδή ποτέ του σηκωμένες.

Λυσιστράτη
οὐ στήσομαι λέαιν᾽ ἐπὶ Ούτε θα τουρλωθώ ποτέ, καθώς η λιονταρίνες
τυροκνήστιδος. πού είν' απάνω στου τυριού τους τρίφτες
[σκαλισμένες.]

237
HADJIBABA-2006

Καλονίκη
οὐ στήσομαι λέαιν᾽ ἐπὶ Ούτε θα τουρλωθώ ποτέ, καθώς η λιονταρίνες,
τυροκνήστιδος. πού είν' απάνω στου τυριού τους τρίφτες
[σκαλισμένες.]

Λυσιστράτη
ταῦτ᾽ ἐμπεδοῦσα μὲν πίοιμ᾽ Πίν' απ' το κρασί αυτό
ἐντευθενί· και τον όρκο τον κρατώ.
(πίνει)

Καλονίκη
ταῦτ᾽ ἐμπεδοῦσα μὲν πίοιμ᾽ (παρατηρούσα την Λυσιστράτην πίνουσαν)
ἐντευθενί· Πίν' απ' το κρασί αυτό
και τον όρκο τον κρατώ.

235 Λυσιστράτη
εἰ δὲ παραβαίην, ὕδατος ἐμπλῇθ᾽ ἡ Και στον όρκο όποια δεν μείνη
κύλιξ. το κρασί νερό να γίνη.

Καλονίκη
εἰ δὲ παραβαίην, ὕδατος ἐμπλῇθ᾽ ἡ Και στον όρκ' όποια δεν μείνη
κύλιξ. το κρασί νερό να γίνη.

Λυσιστράτη
συνεπόμνυθ᾽ ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι; (προς τας λοιπάς)
Ορκίζεσθε λοιπόν και σεις για όλα;

Πᾶσαι-Μυρρίνη
νὴ Δία. Μα τον Δία!
φέρ᾽ ἐγὼ καθαγίσω τήνδε. Φέρε λοιπόν να πιω εγώ, ν' αρχίσω τη θυσία.
(Λαμβάνει την λήκυθον και ετοιμάζεται να πίη)

Καλονίκη
τὸ μέρος γ᾽ ὦ φίλη, Έ, έ, που πας, φιλτάτη μου; θέλω μερίδα ίση.
ὅπως ἂν ὦμεν εὐθὺς ἀλλήλων φίλαι. ά, πρέπει η φιλία μας από δω δα ν' αρχίση.
(Ακούεται θόρυβος μακρόθεν. Η Λυσιστράτη-
αφίνει την λήκυθον, ενώ η Καλονίκη σπεύδει, την
λαμβάνει και πίνει.)
240
Λαμπιτώ
τίς ὡλολυγά; Καλέ, ακούσατε φωνές, γυναίκες μου, και θρήνο;

Λυσιστράτη
τοῦτ᾽ ἐκεῖν᾽ οὑγὼ ᾽λεγον· (παρατηρούσα εκ του παραθύρου)
αἱ γὰρ γυναῖκες τὴν ἀκρόπολιν τῆς Ησύχασ', είν' εκείνο —
θεοῦ πού είχα πή προτήτερα η πειό γρηές εφθάσανε,
ἤδη κατειλήφασιν. ἀλλ᾽ ὦ Λαμπιτοῖ και πήγαν στην Ακρόπολι και το ναό επιάσανε.
σὺ μὲν βάδιζε καὶ τὰ παρ᾽ ὑμῶν εὖ —Συ, Λαμπιτώ, τράβα λοιπόν στη Σπάρτη να
τίθει, φροντίσης
τασδὶ δ᾽ ὁμήρους κατάλιφ᾽ ἡμῖν όσα εσυμφωνήσαμε να πραγματοποίησης,

238
HADJIBABA-2006

ἐνθάδε· της άλλες δε Λακώνισσες ομήρους θα κρατήσουμε·


245 ἡμεῖς δὲ ταῖς ἄλλαισι ταῖσιν ἐν πόλει ημείς δε στην Ακρόπολι και της λοιπές θα
ξυνεμβάλωμεν εἰσιοῦσαι τοὺς κλείσουμε
μοχλούς. κ' εκεί θ' αμπαρωθούμε.
Καλονίκη
Καλά·για να σου πούμε:
οὔκουν ἐφ᾽ ἡμᾶς ξυμβοηθήσειν οἴει
Κι' οι άνδρες [απ' την πόλι]
τοὺς ἄνδρας εὐθύς;
αν έλθουν εναντίον μας και εκστρατεύσουν όλοι;

Λυσιστράτη
ὀλίγον αὐτῶν μοι μέλει. Λίγο με μέλει πειά γι' αυτούς· φωτιά δεν θάχουν
οὐ γὰρ τοσαύτας οὔτ᾽ ἀπειλὰς οὔτε τόση
πῦρ ούτε φοβέρες αρκετές, ώστε να κατορθώση—
η βία, τόσο εύκολα της πόρτες μας ν' ανοίξουν,
ἥξουσ᾽ ἔχοντες ὥστ᾽ ἀνοῖξαι τὰς
εάν δεν αποδείξουν
πύλας
250 ότι τους όρους τους λαμπρούς, που η γυναίκες
ταύτας, ἐὰν μὴ ᾽φ᾽ οἷσιν ἡμεῖς
θέσανε,
εἴπομεν.
αυτοί τους εκτελέσανε.
Μα τη θεά! και βέβαια· κι' αν δεν τα βρούνε
σκούρα,
Καλονίκη δειλή να ειπούν την κάθε μια και
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὐδέποτέ γ᾽· παληοπατσαβούρα!
ἄλλως γὰρ ἂν (Απέρχονται πάσαι, ενώ η Καλονίκη φεύγουσα
ἄμαχοι γυναῖκες καὶ μιαραὶ τελευταία κενώνει ταυτοχρόνως το υπόλοιπον της
κεκλῄμεθ᾽ ἄν. ληκύθου.)

ΑΥΛΑΙΑ

Πανός: Αι γυναίκες είχον και ιδιαιτέρας εορτάς εκ των δημοτελών. Εις τον ναόν του
Πανός ωργίαζον μετά κραυγών.
Γεννετυλίδα: Νύμφη εκ της συνοδείας της Αφροδίτης· εκδηλωτικόν ασελγείας,
(Νεφέλαι 52).
Κωλιάδα: Υπήρχεν είς την Αττικήν ναός της Κωλιάδος Αφροδίτης, εις μέρος
καλούμενον "Κωλιάς”, λαβόν το όνομα εκ της ομοιότητας προς το ομώνυμον μέλος
του ανθρώπου.
Κυμβερικά: Φορέματα χωρίς ζώνην και μη συρόμενα, καλούμενα ως εκ τούτου
“ορθοστάδια” και αναλογούντα προς τα παρ' ήμίν “μπεμπέ”.
Ευκράτης: Στρατηγός Αθηναίος, κωμωδούμενος ως δωροδοκούμενος και προδότης.
αμοργινά: Εσθής εκ της νήσου Αμοργού λεπτή και διανθής.
θα γδέρνουμε γδαρμένη σκύλλα: φράση του κωμικού ποιητή Φερεκράτη. Ο Θρ.
Σταύρου μεταφράζει: "ατομική παρηγοριά θα βρούμε". Οι στίχοι 158-164 που είναι
και σε άγκιστρα "{ }" δεν υπάρχουν στην μετάφραση του Πολ. Δημητρακόπουλου.
κοπή: “Μηλοσφαγούσας”: εννοεί την θυσίαν των προβάτων (μήλων), παρωδών τον
εν "επτά επί Θήβας" στίχον του Αίσχύλου:
άνδρες γαρ επτά θούριοι λοχαγέταιταυροσφαγούντες είς μελάνδετον σάκος...
“Λευκόν ίππον” (σ. 191); Φαίνεται ότι ο Αρ. παίζει, ενταύθα με την λέξιν, υπονοών
δι'αυτής το αιδοίον· άλλως: εννοεί τάς Αμαζόνας θυσιαζούσας λευκούς ίππους.
νερώσουμε: Όπου ευκαιρία, ο Αρ. κωμωδεί τάς γυναίκας ως επιρρεπείς εις την
μέθην.

239
HADJIBABA-2006

μπροστά μου: “Προσλαβού μοι του κάρπου" σ. 202: εννοεί τα αιδοίον.


“Τα Περσικά” (σ. 230): είδος εμβάδων γυναικείων· εννοεί τον τρόπον της
συνουσίας.
λιονταρίνες: “Ου στήσομαι λέαιν' επί τυροκνήστιδος” (σ. 231): Είδος συνουσιάσεως
πορνικής οκλαδόν, όπως αι λέαιναι αι έγγλυφοι επί των μαχαιρών του μαγειρείου, ως
είδος λαβής αυτών.

ΠΑΡΟΔΟΣ (254-349)

Η σκηνή παριστά την προς τα Προπύλαια πλευράν της Ακροπόλεως, άνωθεν της οποίας φαίνονται τα τείχη.
Εισέρχεται ο χορός των Γερόντων, κρατούντων επ' ώμου κλάδους ξηρούς δένδρων και ανερχομένων το
ύψωμα μετά κόπου. Ο κορυφαίος του Χορού κρατεί καί πύραυνον εις τάς χείρας με άνθρακας ανημμένους).

Χορὸς Γερόντων
χώρει Δράκης, ἡγοῦ βάδην, εἰ καὶ τὸν Τράβα, Δράκη, εμπρός με θάρρος,
ὦμον ἀλγεῖς
255 κορμοῦ τοσουτονὶ βάρος χλωρᾶς φέρων κι' αν τον ωμό σου τσακίζη της χλωρής ελιάς το
ἐλάας. βάρος·
ἦ πόλλ᾽ ἄελπτ᾽ ἔνεστιν ἐν τῷ μακρῷ συφορές ο βίος έχει πού κανείς δεν της παντέχει.
βίῳ φεῦ, Ώ Στρυμόδωρε! ποιος τάχα ήθελε στο νου του
ἐπεὶ τίς ἄν ποτ᾽ ἤλπισ᾽ ὦ Στρυμόδωρ᾽ βάλη,
ἀκοῦσαι
260 γυναῖκας, ἃς ἐβόσκομεν πώς θ' ακούση της γυναίκες,—πούνε συφορά
κατ᾽ οἶκον ἐμφανὲς κακόν, μεγάλη
κατὰ μὲν ἅγιον ἔχειν βρέτας, του σπιτιού καί φανερή,
κατὰ δ᾽ ἀκρόπολιν ἐμὰν λαβεῖν και της βόσκουμε οι μωροί, —
μοχλοῖς δὲ καὶ κλῄθροισι την Ακρόπολι να πιάσουν, και το άγαλμα ν'
αρπάξουν
265 τὰ προπύλαια πακτοῦν; της θεάς, καί με ταμπάρια τα προπύλαια να
φράξουν;
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστα πρὸς πόλιν σπεύσωμεν Πάμε γρήγορα απάνω, ώ Φιλούργε, ν' ανεβούμε,
ὦ Φιλοῦργε, και να βάλουμ' ένα γύρω όλα τούτα πού
ὅπως ἄν, αὐταῖς ἐν κύκλῳ θέντες τὰ κρατούμε, —
πρέμνα ταυτί, τα κλαδιά απ' την εληά,
ὅσαι τὸ πρᾶγμα τοῦτ᾽ ἐνεστήσαντο καὶ κι όσες θέλησαν να φτειάσουν τούτη τη
μετῆλθον, βρωμοδουλεια,
270 μίαν πυρὰν νήσαντες ἐμπρήσωμεν μια φωτιά ν' ανάψουμ' όλοι, σύμφωνοι καί με
αὐτόχειρες μια γνώμη,
πάσας, ὑπὸ ψήφου μιᾶς, πρώτην δὲ τὴν και με τούτα μας τα χέρια να της κάψουμεν
Λύκωνος. ακόμη,
καί του Λύκωνος πειό πρώτη τη γυναίκα. Όσο
'ζώ,

240
HADJIBABA-2006

οὐ γὰρ μὰ τὴν Δήμητρ᾽ ἐμοῦ ζῶντος μα τη Δήμητρα! δέν πρέπει να με πάρουν για
ἐγχανοῦνται· χαζό.
ἐπεὶ οὐδὲ Κλεομένης, ὃς αὐτὴν κατέσχε Ούτ' αυτός ο Κλεομένης που την είχε καταλάβη,
πρῶτος,
275 ἀπῆθεν ἀψάλακτος, ἀλλ᾽ εφυγ' από τούτην δίχως καί κακή ποινή να λάβη·
ὅμως Λακωνικὸν πνέων αλλά μολονότι Λάκων, παλληκάρι στην εντέλεια,
ᾤχετο θὤπλα παραδοὺς ἐμοί, βγήκε καί με δίχως όπλα καί με φόρεμα
σμικρὸν ἔχων πάνυ τριβώνιον, κουρέλια,
πινῶν ῥυπῶν ἀπαράτιλτος, λερωμένος καί βρωμιάρης, κ' έξη χρόνια να
λουσθή,
280 ἓξ ἐτῶν ἄλουτος. καί χωρίς να κουρευθή.
οὕτως ἐπολιόρκησ᾽ ἐγὼ τὸν ἄνδρ᾽ Του 'στησαν πολιορκία καί τον έσφιξαν αυτού
ἐκεῖνον ὠμῶς δεκαφτά γραμμές στρατού,
ἐφ᾽ ἑπτακαίδεκ᾽ ἀσπίδων πρὸς ταῖς πού της νύχτες εκοιμάτο
πύλαις καθεύδων. στα Προπύλαι' από κάτω.
τασδὶ δὲ τὰς Εὐριπίδῃ θεοῖς τε πᾶσιν Τώρα πούμ' εδώ καί πάλι,
ἐχθρὰς στης εχθρές του Ευριπίδη κι' όλων των θεών,
ἐγὼ οὐκ ἄρα σχήσω παρὼν τολμήματος μεγάλη
τοσούτου; τιμωρία να τους δώσω,
τάχα δεν θα κατορθώσω;
285 μή νυν ἔτ᾽ ἐν <τῇ τετραπόλει τοὐμὸν Μήπως καί στο Μαραθώνα
τροπαῖον εἴη. τρόπαιό μου δεν υπάρχει [που θα μείνη στον
αιώνα;]
ἀλλ᾽ αὐτὸ γάρ μοι τῆς ὁδοῦ Αλλ' αυτό το μέρος μένει απ' το δρόμο ως εκεί—
λοιπόν ἐστι χωρίον τούτος ο ανηφοράκης, —- κι' ας τραβούμε
τὸ πρὸς πόλιν τὸ σιμόν, οἷ σπουδὴν ἔχω· βιαστικοί.
χὤπως ποτ᾽ ἐξαμπρεύσομεν Και το φόρτωμα καθένας εις την ράχη ας το
πάρη
290 τοῦτ᾽ ἄνευ κανθηλίου. μονομιάς, χωρίς σαμάρι·
ὡς ἐμοῦ γε τὼ ξύλω τὸν ὦμον μολονότι αυτά τα ξύλα [απ' το βάρος κι' απ' το
ἐξιπώκατον· δρόμο]
ἀλλ᾽ ὅμως βαδιστέον, μου τσακίσανε τον ώμο.
καὶ τὸ πῦρ φυσητέον, Μα τώρα όμως πρέπει να βαδίσουμε,
μή μ᾽ ἀποσβεσθὲν λάθῃ πρὸς τῇ και τη φωτιά μας πρέπει να φυσήσουμε,
τελευτῇ τῆς ὁδοῦ. μη τύχη καί μας σβύση και τη χάσουμε,
φῦ φῦ. όταν στου δρόμου την κορφή θα φθάσουμε.

(Φυσά εις το πύραυνον).

Φύ! φύ!
295 ἰοὺ ἰοὺ τοῦ καπνοῦ. Πώ, πώ! καπνός, [βρέ αδελφοί!]
ὡς δεινὸν ὦναξ Ἡράκλεις Ώ Ηρακλή μου! ο καπνός που απ' τη χύτρα
προσπεσόν μ᾽ ἐκ τῆς χύτρας βγαίνει,
ὥσπερ κύων λυττῶσα τὠφθαλμὼ δαγκώνει μέσ' τα' μάτια μου σα σκύλλα
δάκνει· λυσσασμένη.
κἄστιν γε Λήμνιον τὸ πῦρ Εγώ δεν αμφιβάλλω
πώς απ' τη Λήμνο η φωτιά θα είνε δίχως άλλο,
300 τοῦτο πάσῃ μηχανῇ. [κι' αν την πολυφυσήσω
οὐ γὰρ <ἄν ποθ᾽ ὧδ᾽ ὀδὰξ ἔβρυκε τὰς μα τους θεούς, σαν τους Λημνιούς τσιμπλής θα
λήμας ἐμοῦ. καταντήσω.

241
HADJIBABA-2006

σπεῦδε πρόσθεν ἐς πόλιν Αλλοιώς δεν θα μου δάγκωνε στο κάθε φύσημα
καὶ βοήθει τῇ θεῷ. μου
ἢ πότ᾽ αὐτῇ μᾶλλον ἢ νῦν ὦ Λάχης τα δυο τσιμπλόμματά μου.
ἀρήξομεν; Τρέχα συ λοιπόν, ώ Λάχη, στην Ακρόπολι επίσης
φῦ φῦ. τη θεά να βοηθήσης,
γιατί τώρ, αν την αφήσης,
δεν ξανάχεις ευκαιρία, για να την υπερασπίσης.

(Φυσά εκ νέου είς το πύραυνον)

Φύ ! φύ !
305 ἰοὺ ἰοὺ τοῦ καπνοῦ. πώ, πώ, καπνός, [βρε αδελφοί!]
τουτὶ τὸ πῦρ ἐγρήγορεν θεῶν ἕκατι καὶ Τούτ' η φωτιά να ζή καί να μη σβύνη,
ζῇ. κάποιου θεού βοηθάει καλωσύνη.
οὔκουν ἄν, εἰ τὼ μὲν ξύλω θείμεσθα Τί λέτε: πειό καλά δεν θα τα φτιάναμε,
πρῶτον αὐτοῦ, εδώ τα δυο τα ξύλα αν τα βάναμε,
τῆς ἀμπέλου δ᾽ ἐς τὴν χύτραν τὸν κι αφού στη χύτρα το δαυλό αφήσουμε,
φανὸν ἐγκαθέντες με τη φωτιά τη θύρα να κτυπήσουμε;
ἅψαντες εἶτ᾽ ἐς τὴν θύραν κριηδὸν
ἐμπέσοιμεν;
310 κἂν μὴ καλούντων τοὺς μοχλοὺς Κι' αν όταν της καλέσουμε τ' αμπάρια δεν
χαλῶσιν αἱ γυναῖκες, ανοίγουν,
ἐμπιμπράναι χρὴ τὰς θύρας καὶ τῷ καίμε της πόρτες γρήγορα καί οι καπνοί της
καπνῷ πιέζειν. πνίγουν.
θώμεσθα δὴ τὸ φορτίον. φεῦ τοῦ καπνοῦ Κάτω λοιπόν το φόρτωμα μου.
βαβαιάξ.
τίς ξυλλάβοιτ᾽ ἂν τοῦ ξύλου τῶν ἐν Ποιος τάχ' από τους στρατηγούς τους δυστυχείς
Σάμῳ στρατη γῶν; της Σάμου
τα ξύλα θα συλλάβη αυτά; —Μωρέ καπνός ! βάϊ-
βάϊ !...

(Αποθέτουν τα ξύλα εντός του παρασκηνίου,


ένθα αποσύρονται οι λοιποί, πλην του
Κορυφαίου κρατούντος το πύραυνον, καί ετέρου
κρατούντος δαυλόν)
ταυτὶ μὲν ἤδη τὴν ῥάχιν θλίβοντά μου Το σπάσιμο της ράχης μου ετέλειωσε καί πάει.
πέπαυται.
315 σὸν δ᾽ ἔργον ἐστὶν ὦ χύτρα τὸν Καί τώρα, χύτρα ! χρέος σου το έργο σου ν'
ἄνθρακ᾽ ἐξεγείρειν αρχίσης
τὴν λαμπάδ᾽ ἡμμένην ὅπως πρώτιστ᾽ καί άναψε τα κάρβουνα.—Φέρε καί συ επίσης
ἐμοὶ προσοίσεις. τον αναμμένο το δαυλό !

(Λαμβάνει τον ανημμένον δαυλόν καί


επικαλείται:)
δέσποινα Νίκη ξυγγενοῦ τῶν τ᾽ ἐν πόλει Ώ Νίκη ! σε παρακαλώ
γυναικῶν κατά των γυναικών αυτών, πού κλείσθηκαν στα
τοῦ νῦν παρεστῶτος θράσους θέσθαι τείχη,
τροπαῖον ἡμᾶς. η νίκη μου κι' ο θρίαμβος βοήθει να πιτύχη!

(Απέρχεται μετά του χορού εις τα παρασκήνια.

242
HADJIBABA-2006

Εισέρχεται αριστερόθεν ο Χορός των Γυναικών)


Χορὸς Γυναικῶν
λιγνὺν δοκῶ μοι καθορᾶν καὶ καπνὸν Γυναίκες ρίχτε μια ματιά·
ὦ γυναῖκες βλέπω μια φλόγα καί καπνό, σαν νάρχεται από
φωτιά.

(Παρατηρούν προς το μέρος της Ακροπόλεως)


320 ὥσπερ πυρὸς καομένου· σπευστέον Όλες γρήγορα τρεχάτε ! πέτα, πέτα, Νικοδίκη
ἐστὶ θᾶττον. πρίν να κάψουν την Καλύκη—
πέτου πέτου Νικοδίκη, καί την Κρίτυλλα η φλόγες,—από νόμους
πρὶν ἐμπεπρῆσθαι Καλύκην φοβερούς
τε καὶ Κρίτυλλαν περιφυσήτω
ὑπό τε νόμων ἀργαλέων
325 ὑπό τε γερόντων ὀλέθρων. κι' απο γέρους βρωμερούς.
ἀλλὰ φοβοῦμαι τόδε, μῶν Αλλά φοβάμαι τώρα
ὑστερόπους βοηθῶ. μήπως αργά εφθάσαμε καί χάσαμε την ώρα.
νῦν δὴ γὰρ ἐμπλησαμένη τὴν ὑδρίαν Να ρθώ στη βρύσι για νερό πρωί-πρωί
κνεφαία σηκώθηκα
μόλις ἀπὸ κρήνης ὑπ᾽ ὄχλου καὶ κ' εσπρώχθηκα καί χώθηκα—
θορύβου καὶ πατάγου στο θόρυβο πού κάνανε η στάμνες καί η δούλες,
χυτρείου,
330 δούλαισιν ὠστιζομένη <* πού έχουνε στα πρόσωπα ζωγραφισμένες
στιγματίαις θ᾽, ἁρπαλέως βούλλες
ἀραμένη ταῖσιν ἐμαῖς Αρπάζω το σταμνί λοιπόν μη χάσω τον καιρό
δημότισιν καομέναις καί φέρνω το νερό
φέρουσ᾽ ὕδωρ βοηθῶ. βοήθεια να κάνω—
'ς αυτές της συνδημότιδες πού καίοντ' [εκεί
πάνω.]
ἤκουσα γὰρ τυφογέροντας Μούπαν πώς μερικοί, στραβοί από τα γερατεία,
336 ἄνδρας ἔρρειν, στελέχη εκάμαν' εκστρατεία,
φέροντας ὥσπερ βαλανεύσοντας καί ξύλα τρία τάλαντα κουβάλησαν βαρειά,
ἐς πόλιν ὡς τριτάλαντον βάρος, στων Προπυλαίων τη μεριά,
δεινότατ᾽ ἀπειλοῦντας ἐπῶν λες καί νερό για λούσιμο γυρεύουν να
ζεστάνουν,
κι' ότι με λόγια τρομερά φρικτές φοβέρες κάνουν·
340 ὡς πυρὶ χρὴ τὰς μυσαρὰς γυναῖκας τα παληογυναικάρια με τη φωτιά να ψήσουνε,
ἀνθρακεύειν· καί κάρβουνο ν' αφήσουνε.
ἃς ὦ θεὰ μή ποτ᾽ ἐγὼ πιμπραμένας Είθε [αυτό πού λένε
ἴδοιμι, να μη γενή,] ούτε να ιδώ, θεά μου, να της καίνε,
ἀλλὰ πολέμου καὶ μανιῶν ῥυσαμέναςτον τόπο καί τους Έλληνας να σώσουν μόνο
Ἑλλάδα καὶ εκείνες
πολίτας, απ' του πολέμου τα κακά κι' απ' της
ἐφ᾽ οἷσπερ ὦ χρυσολόφα παραφροσύνες.
Για τούτο, ώ Χρυσόλοφη, ['ς αυτή τη σκέψι
εφθάσανε
345 πολιοῦχε σὰς ἔσχον ἕδρας. καί το ναό σου πιάσανε.
καί σε καλῶ ξύμμαχον ὦ Αλλά, ώ Τριτογένεια! εάν φωτιά μεγάλη
Τριτογένει᾽, εἴ τις ἐκείνας [προφθάση κι'] από κάτω του κανένας άνδρας
ὑποπίμπρησιν ἀνήρ, βάλη,

243
HADJIBABA-2006

φέρειν ὕδωρ μεθ᾽ ἡμῶν. μ' εμάς να συμμαχήσης,


[καί συ νερό να χύσης.]
(Εισέρχεται δεξιόθεν η ΣΤΑΤΥΛΛΙΣ
καταδιωκομένη υπό τινος γέροντος όστις την έχει
συλλάβη εκ του ενδύματος. Ακολουθεί ο Χορός
των Γερόντων καί λαμβάνει θέσιν έναντι)

Στρυμόδωρος Εκ του ονόματος τούτου ολόκληρον το ανωτέρω χορικόν ονομάζεται


καί “Στρυμόδωρος”.

Λύκωνος Ονομάζει ενταύθα γνωστήν εταίραν εν Αθήναις, Ροδίαν ονομαζομένην,


μητέρα του Αυτολύκου καί σύζυγον του Λύκωνος· “ώσπερ επί την Λύκωνος έρρει
πάς ανήρ” (Εύπολις).

Κλεομένης Στρατηγός Λακεδαιμόνιος, εκστρατεύσας κατά της Αττικής κατέλαβε την


Αχρόπολιν· πολιορκηθείς δε υπό των Αθηναίων ηναγκάσθη να εξέλθη υπό συνθήκην.

Ευριπίδης Ως γνωστόν, ο Ευριπίδης ήτο μισογύνης, ο δε Σοφοκλής σκώπτων αυτόν


έλεγεν : “έν γε ταίς τραγωδίαις μισογύνης εστίν, εν δε τη κλίνη φιλογύνης”.

Λήμνο “Λήμνιον πυρ” (σ. 299): παίζει με την φράσιν, εννοώνν την παροι-μίαν
“λήμνιον κακόν”, προκύψασαν εκ του γνωστού εγκλήματος των γυναικών της
Λήμνου, αι οποίοι κατά τον Ευριπίδην “Λήμνον άρδην αρσένων εξώκισαν”, δηλαδή
εφόνευσαν τους άνδρας των, διότι είχον επιδοθή εις την παιδεραστίαν.

Σάμο Εννοεί τους εν Σάμω στρατηγούς, δυστυχήσαντας εις τον πόλεμον, λέγει δε:
ποίος απ' αυτούς θα συλλαβή το αναμμένον ξύλον, δια να (καή) γίνη περισσότερον
δυστυχής;

"Στιγματίαι": αι δούλαι έστιζον τα πρόσωπα προς διάκρισιν από των ελευθέρων.

Χρυσόλοφη: Τίτλος της Αθηνάς.

Τριτογένεια: Ωσαύτως από της Τριτωνίδος λίμνης της Λίβυας, περί την οποίαν η
Αθηνά εγεννήθη εκ της κεφαλής του Διός, είτε εκ της λέξεως τ ρ ι τ ώ, ήτις αιολιστί
σημαίνει κεφαλήν.

244
HADJIBABA-2006

ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ (350-386)

Εισέρχεται δεξιόθεν η ΣΤΑΤΥΛΛΙΣ καταδιωκομένη υπό τινος γέροντος όστις την έχει συλλάβη εκ του
ενδύματος. Ακολουθεί ο Χορός των Γερόντων καί λαμβάνει θέσιν έναντι

Στρατυλλίς
ἔασον ὦ. Βρε άφες με!

(Διαφεύγει των χειρών του Γέροντος καί


ενούται με τάς λοιπάς του Χορού)

Χορός Γυναικῶν

350 τουτὶ τί ἦν; ὦνδρες πόνῳ πόνηροι· Τί είν' εκεί;


οὐ γάρ ποτ᾽ ἂν χρηστοί γ᾽ ἔδρων οὐδ᾽ Άνδρες κακοί!
εὐσεβεῖς τάδ᾽ ἄνδρες. Αυτά πού κάνετε εσείς, όσ' είνε τιμημένοι
καί ευσεβείς δεν κάνουνε.

Χορός Γερόντων

τουτὶ τὸ πρᾶγμ᾽ ἡμῖν ἰδεῖν Ποιος να το περιμένη


ἀπροσδόκητον ἥκει· αυτό το πράμα πώς θα ιδή; Να, πούχει
ἑσμὸς γυναικῶν οὑτοσὶ θύρασιν αὖ ξεκινήση
βοηθεῖ. κι' άλλο γυναικομάζωμα στης πόρτες να
βοηθήση.

Χορός Γυναικῶν

τί βδύλλεθ᾽ ἡμᾶς; οὔ τί που πολλαὶ Τί; μας εφοβηθήκατε; ημείς [πού τώρα
δοκοῦμεν εἶναι; βγήκαμε]
πολλές σας εφανήκαμε;
δεν είδατε ακόμα
355 καὶ μὴν μέρος γ᾽ ἡμῶν ὁρᾶτ᾽ οὔπω τὸ ούτε καί το μυριοστόν απ' το δικό μας κόμμα.
μυριοστόν.

Χορός Γερόντων

245
HADJIBABA-2006

ὦ Φαιδρία ταύτας λαλεῖν ἐάσομεν Φαιδρία! πώς; θ' αφήσουμε αυτές με τέτοια
τοσαυτί; γλώσσα
οὐ περικατᾶξαι τὸ ξύλον τύπτοντ᾽ να κοπανάνε τόσα ;
ἐχρῆν τιν᾽ αὐταῖς; Δεν πρέπει να της πιάσουμε
καί όλα τούτα τα ραβδιά στη ράχη τους να
σπάσουμε ;

Χορός Γυναικῶν

θώμεσθα δὴ τὰς κάλπιδας χἠμεῖς Και από μας ή κάθε μιά


χαμᾶζ᾽, ὅπως ἂν θα βάλη κάτω τα σταμνιά,
ἢν προσφέρῃ τὴν χεῖρά τις μὴ τοῦτό μ᾽ να μη μας εμποδίζουνε, και τότε διορθώνει
ἐμποδίζῃ. αυτόν, πού κατ' απάνω μας το χέρι του
ξαμώνει.

Χορός Γερόντων

360 εἰ νὴ Δἴ ἤδη τὰς γνάθους τούτων τις ἢ Ώ, μα τον Δία! αν κανείς, με χαστουκές γερές,
δὶς ἢ τρὶς τους τσάκιζε δυό-τρείς φορές,
ἔκοψεν ὥσπερ Βουπάλου, φωνὴν ἂν —όπως κι' αυτού τού Βούπαλου —της δυο τους
οὐκ ἂν εἶχον. της μασέλες,
τώρα δεν θάχανε φωνή [να λένε τέτοιες
τρέλλες!]

Χορός Γυναικῶν

καὶ μὴν ἰδοὺ παταξάτω τις· στᾶσ᾽ ἐγὼ Εδώ στεκόμαστε μπροστά,
παρέξω, κι' ας ερθη όποιος του βαστά·
κοὐ μή ποτ᾽ ἄλλη σου κύων τῶν μά [θα σε κάμω εγώ να ειπής, πώς] ούτε
ὄρχεων λάβητα. σκύλλα είδες,
να σ' έχη αρπάξη πειό γερά από της δυό σου
αρχίδες.

Χορός Γερόντων

εἰ μὴ σιωπήσει, θενών σου ᾽κκοκκιῶ τὸ Άν ίσως δεν σωπάσης,


γῆρας. το τελευταίο γήρας μου κακά θα δοκιμάσης.

Χορός Γυναικῶν

365 ἅψαι μόνον Στρατυλλίδος τῷ δακτύλῳ Σαν θέλης πάρ' τα μούτρα σου,
προσελθών. την Σρατυλλίδα άγγιξε, [να ιδής πού πάει η
κούτρα σου.]

Χορός Γερόντων

τί δ᾽ ἢν σποδῶ τοῖς κονδύλοις; τί μ᾽ Τι θα μου κάνης, στης σβερκές αν έλθω καί σ'
ἐργάσει τὸ δεινόν; αρχίσω;

246
HADJIBABA-2006

Χορός Γυναικῶν

βρύκουσά σου τοὺς πλεύμονας καὶ Τ' άντερα καί πλεμόνια σου με δαγκανιές θά
τἄντερ᾽ ἐξαμήσω. χύσω.

Χορός Γερόντων

οὐκ ἔστ᾽ ἀνὴρ Εὐριπίδου σοφώτερος Κανείς δεν είνε πειό σοφός από 'τόν Ευριπίδη,
ποιητής· [που της γυναίκες πάντοτε της στρώνει στο
οὐδὲν γὰρ οὕτω θρέμμ᾽ ἀναιδές ἐστιν βρισίδι]·
ὡς γυναῖκες. γιατί ως σήμερα στη γη δεν είνε γεννημένα
πλάσματα αναιδέστερα [καί πειό ξετσιπωμένα].

Χορός Γυναικῶν

370 αἰρώμεθ᾽ ἡμεῖς θοὔδατος τὴν κάλπιν ὦ Εμπρός, Ροδίππη, τα σταμνιά, [μη χάνουμε
῾Ροδίππη. καιρό].

Χορός Γερόντων

τί δ᾽ ὦ θεοῖς ἐχθρὰ σὺ δεῦρ᾽ ὕδωρ Γιατί, θεοκατάρατες! εφέρατε νερό;


ἔχουσ᾽ ἀφίκου;

Χορός Γυναικῶν

τί δαὶ σὺ πῦρ ὦ τύμβ᾽ ἔχων; ὡς σαυτὸν Γιατί, μωρέ ψοφήμι συ, ήλθες φωτιά ν'
ἐμπυρεύσων; ανάψης;
το σώμα σου θα κάψης;

Χορός Γερόντων

ἐγὼ μὲν ἵνα νήσας πυρὰν τὰς σὰς φίλας Ήλθα ν' ανάψω τη φωτιά της φίλες σου να
ὑφάψω. ψήσω.

Χορός Γυναικῶν

ἐγὼ δέ γ᾽ ἵνα τὴν σὴν πυρὰν τούτῳ Έ, ήλθα τη φωτιά κ' εγώ με το νερό να σβήσω.
κατασβέσαιμι.

Χορός Γερόντων

375 τοὐμὸν σὺ πῦρ κατασβέσεις; Θα ρίψης στη φωτιά νερά;

Χορός Γυναικῶν

τοὔργον τάχ᾽ αὐτὸ δείξει. Θα στ' αποδείξω μια χαρά.

Χορός Γερόντων

247
HADJIBABA-2006

οὐκ οἶδά σ᾽ εἰ τῇδ᾽ ὡς ἔχω τῇ λαμπάδι Σε ξεροψήνω στη στιγμή με το δαδί πού φέρω.
σταθεύσω.

Χορός Γυναικῶν

εἰ ῥύμμα τυγχάνεις ἔχων, λουτρόν <γ᾽ Άν είσαι βρώμιος κι' άπλυτος λουτρό θα σου
ἐγὼ παρέξω. προσφέρω.

Χορός Γερόντων

ἐμοὶ σὺ λουτρὸν ὦ σαπρά; Θα κάμης συ λουτρό 'ς εμέ, μωρή


βρωμοσουπιά;

Χορός Γυναικῶν

καὶ ταῦτα νυμφικόν γε. Θάν' και λουτρό του γάμου σου.
Χορός Γερόντων

ἤκουσας αὐτῆς τοῦ θράσους; Ακούς ξεδιαντροπιά!

Χορός Γυναικῶν

ἐλευθέρα γάρ εἰμι. Μα είμ' εγώ ελεύθερη.

Χορός Γερόντων

380 σχήσω σ᾽ ἐγὼ τῆς νῦν βοῆς. Κ' εγώ θα στο βουλώσω
το στόμα σου, πού τάφησες καί τσαμπουνάει
τόσο.

Χορός Γυναικῶν

ἀλλ᾽ οὐκέθ᾽ ἡλιάζει. Αλλά στο δικαστήριο δεν θα 'χης πειά δουλειά.

Χορός Γερόντων

ἔμπρησον αὐτῆς τὰς κόμας. Μώρ' δεν της καίτε τα μαλλιά!

Χορός Γυναικῶν

σὸν ἔργον ὦχελῷε. (κενώνουσι τας υδρίας των επί των Γερόντων)
Ο Αχελώος ποταμός το χρέος του ας κάνη!

Χορός Γερόντων

οἴμοι τάλας. Ωχ ! ωχ ! κακόμοιρος εγώ!

Χορός Γυναικῶν

248
HADJIBABA-2006

μῶν θερμὸν ἦν; Μήπως ζεστό σου εφάνη;

Χορός Γερόντων

ποῖ θερμόν; οὐ παύσει; τί δρᾷς; Βρέ τί ζεστό! δεν παύεις πειά; κατάλαβες τι
κάνεις;

Χορός Γυναικῶν

ἄρδω σ᾽ ὅπως ἂν βλαστάνῃς. Τί έκανα; σ' επότισα βλαστούς να ξαναβγάνης.

Χορός Γερόντων

385 ἀλλ᾽ αὖός εἰμ᾽ ἤδη τρέμων. (ριγών)


Ξεράθηκ' από τη νοτιά.

Χορός Γυναικῶν

οὐκοῦν ἐπειδὴ πῦρ ἔχεις, σὺ χλιανεῖς Σαν άναψες καί τη φωτιά,


σεαυτόν. τρέχα κοντά της να σταθής
καί γρήγορα να ζεσταθής.

(Εισέρχεται ο ΠΡΟΒΟΥΛΟΣ ακολουθούμενος υπό τοξοτών κρατούντων μοχλούς)

Βούπαλος: Αγαλματοποιός διακωμωδούμενος.

249
HADJIBABA-2006

ΙΑΜΒΙΚΗ ΣΚΗΝΗ (387-466)

(Εισέρχεται δεξιόθεν η ΣΤΑΤΥΛΛΙΣ καταδιωκομένη υπό τινος γέροντος όστις την έχει συλλάβη εκ του
ενδύματος. Ακολουθεί ο Χορός των Γερόντων καί λαμβάνει θέσιν έναντι)

Πρόβουλος

ἆρ᾽ ἐξέλαμψε τῶν γυναικῶν ἡ τρυφὴ Άναψε στης γυναίκες μας φωτιές το φαγοπότι,
χὠ τυμπανισμὸς χοἰ πυκνοὶ Σαβάζιοι, τα όργια του Σαβάζιου καί του τυμπάνου οι
ὅ τ᾽ Ἀδωνιασμὸς οὗτος οὑπὶ τῶν τεγῶν, κρότοι,
κι' αυτός ο Αδωνιασμός μέσα στο κάθε δώμα,
390 οὗ ᾽γώ ποτ᾽ ὢν ἤκουον ἐν τἠκκλησίᾳ; πού άκουα τον ήχο του κι' ως στη Βουλήν ακόμα.
ἔλεγε δ᾽ ὁ μὴ ὥρασι μὲν Δημόστρατος Τη μέρα πού ο Δημόστρατος έλεγε, πώς τα πλοία
πλεῖν ἐς Σικελίαν, ἡ γυνὴ δ᾽ ὀρχουμένη δεν πρέπει να κινήσουνε να πάν στη Σικελία,
“αἰαῖ Ἄδωνιν” φησίν, ὁ δὲ Δημόστρατος εχόρευε η γυναίκα [του στο σπίτι κ' εγλεντούσε]
ἔλεγεν ὁπλίτας καταλέγειν Ζακυνθίων· καί, άου - άου! τον Άδωνι κι' αυτή μοιρολογούσε!
στα όπλα αυτός Ζακυθινούς ζητούσε να καλέση,
395 ἡ δ᾽ ὑποπεπωκυῖ᾽ ἡ γυνὴ ᾽πὶ τοῦ τέγους καί η γυναίκα του στουππί στην κάμερα είχε πέση
“κόπτεσθ᾽ Ἄδωνιν” φησίν· ὁ δ᾽ ἐβιάζετο καί κλαίοντας τον Άδωνι· κι' ο Χολοζύγης πάλι
ὁ θεοῖσιν ἐχθρὸς καὶ μιαρὸς Χολοζύγης. έβαζε πειό μεγάλη
τοιαῦτ᾽ ἀπ᾽ αὐτῶν ἐστιν ἀκόλαστ᾽ φωνή, ο σιχαμένος
ᾄσματα. καί θεοσκοτωμένος!
Να τ' ατιμοκαμώματα πού φτιάνουν κάθε μέρα !

Χορός Γερόντων

τί δῆτ᾽ ἂν εἰ πύθοιο καὶ τὴν τῶνδ᾽ Κι' αν μάθαινες την προσβολή καί τούτην εδώ
ὕβριν; πέρα!
400 αἳ τἄλλα θ᾽ ὑβρίκασι κἀκ τῶν καλπίδων Αφού καλά μας βρίσανε, της στάμνες τους
ἔλουσαν ἡμᾶς, ὥστε θαἰματίδια επιάσανε
σείειν πάρεστιν ὥσπερ ἐνεουρηκότας. κι' απάνω μας αδειάσανε,
καί τώρα να, τα ρούχα μας κουνάμε τα βρεμένα,
σαν νάν' κατουρημένα.

Πρόβουλος

νὴ τὸν Ποσειδῶ τὸν ἁλυκὸν δίκαιά γε. Μα το θεό της θάλασσας! δικαίως τα παθαίνουμε,
ὅταν γὰρ αὐτοὶ ξυμπονηρευώμεθα Αφού εμείς οι ίδιοι στα γλέντια τής μαθαίνουμε,
405 ταῖσιν γυναιξὶ καὶ διδάσκωμεν τρυφᾶν, καί της βοηθούμε 'ς όλες τους της πονηριές που
τοιαῦτ᾽ ἀπ᾽ αὐτῶν βλαστάνει κάνουν,
βουλεύματα. τέτοιες ιδέες βεβαία θα ιδούμε να μας βγάνουν.
οἳ λέγομεν ἐν τῶν δημιουργῶν τοιαδί· Αφού εμείς οι [ίδιοι πηγαίνουμε τρεχάτοι]
“ὦ χρυσοχόε τὸν ορμον ὃν ἐπεσκεύασας, μέσα στα εργοστάσια καί λέμε στον εργάτη:
ὀρχουμένης μου τῆς γυναικὸς ἑσπέρας Τη νύχτα που η γυναίκα μου εχόρευε με βιάσι,

250
HADJIBABA-2006

από το περιδέραιον όπου της είχες φτιάση,


410 ἡ βάλανος ἐκπέπτωκεν ἐκ τοῦ τρήματος. ώ χρυσοχόε, γλίστρησε καί βγήκε το κεφάλι
από την τρύπα πάλι.
ἐμοὶ μὲν οὖν ἔστ᾽ ἐς Σαλαμῖνα Στη Σαλαμίνα σήμερα θα πεταχθώ με βία
πλευστέα· γι' αυτό λοιπόν του λόγου σου, αν εύρης ευκαιρία,
σὺ δ᾽ ἢν σχολάσῃς, πάσῃ τέχνῃ πρὸς πέρνα το βράδυ από κεί, κι' όπως μπορείς να
ἑσπέραν κάνης,
ἐλθὼν ἐκείνῃ τὴν βάλανον ἐνάρμοσον.” μα το κεφάλι στερεά στην τρύπα να το βάνης.
ἕτερος δέ τις πρὸς σκυτοτόμον ταδὶ λέγει Ο άλλος πάλι τρέχοντας τον παπουτσή γυρεύει,
415 νεανίαν καὶ πέος ἔχοντ᾽ οὐ παιδικόν· – πούνε παιδί, μα 'χει ψωλή πού δεν σου χωρατεύει
“ὦ σκυτοτόμε μου τῆς γυναικὸς τοῦ –
ποδὸς καί λέει:—Της γυναίκας μου το πόδι, το πληγώνει,
τὸ δακτυλίδιον ξυμπιέζει τὸ ζυγὸν στο τρυφερό της δάκτυλο απάνω, στο κορδόνι·
ἅθ᾽ ἁπαλὸν ὄν· τοῦτ᾽ οὖν σὺ τῆς το μεσημέρι κόπιασε στο σπίτι να στο δείξη,
μεσημβρίας καί τέντωσε το γρήγορα, όσο μπορεί ν' ανοίξη.
ἐλθὼν χάλασον, ὅπως ἂν εὐρυτέρως
ἔχῃ.”
420 τοιαῦτ᾽ ἀπήντηκ᾽ ἐς τοιαυτὶ πράγματα, Μα να τ' αποτελέσματα όλων αυτών. Καί τώρα
ὅτε γ᾽ ὢν ἐγὼ πρόβουλος, ἐκπορίσας πού κωπηλάτες γύρισα κ' εμάζεψα στη χώρα,
ὅπως καί πρέπει νάχω χρήματα, μαζεύτηκαν η φίλες
κωπῆς ἔσονται, τἀργυρίου νυνὶ δέον, καί μου 'κλεισαν της πύλες!
ὑπὸ τῶν γυναικῶν ἀποκέκλῃμαι ταῖς Αλλά δεν είν' αυτό δουλειά
πύλαις. να στέκωμαι σαν κούτσουρο [και με χωρίς μιλιά!]
ἀλλ᾽ οὐδὲν ἔργον ἑστάναι. φέρε τοὺς
μοχλούς,
425 ὅπως ἂν αὐτὰς τῆς ὕβρεως ἐγὼ σχέθω. Φέρ' τους μοχλούς εσύ εδώ, και θα τιμωρηθούν
τί κέχηνας ὦ δύστηνε; ποῖ δ᾽ αὖ σὺ πολύ
βλέπεις, γι' αυτήν την προσβολή.
οὐδὲν ποιῶν ἀλλ᾽ ἢ καπηλεῖον σκοπῶν; (Προς Τοξότην κρατούντα μοχλόν)
οὐχ ὑποβαλόντες τοὺς μοχλοὺς ὑπὸ τὰς — Τί χάσκεις, κακορροίζικε, εκείθε τί χαζεύεις
πύλας χωρίς να κάνης τίποτε; το καπηλειό γυρεύεις;
ἐντεῦθεν ἐκμοχλεύσετ᾽; ἐνθενδὶ δ᾽ ἐγὼ Γιατί δεν πάτε τους μοχλούς στης πύλες να τους
χώσετε.
να της ανασηκώσετε;
430 ξυνεκμοχλεύσω. Εμπρός! καί από δω κ' εγώ για βοηθός πηγαίνω.
(Ετοιμάζονται να θέσουν τους μοχλούς εις τας
πύλας)

Λυσιστράτη
μηδὲν ἐκμοχλεύετε· (εξερχόμενη)
ἐξέρχομαι γὰρ αὐτομάτη. τί δεῖ μοχλῶν; Της πύλες μη σηκώνετε, και μοναχή μου βγαίνω.
οὐ γὰρ μοχλῶν δεῖ μᾶλλον ἢ νοῦ καὶ Για τους μοχλούς πού φέρνετε, δεν είν' ανάγκη
φρενῶν. τόση,
Ανάγκη μόνον έχετε από μυαλό καί γνώσι,
[όπου σας λείπει ακόμα.]

Πρόβουλος

ἄληθες ὦ μιαρὰ σύ; ποῦ ᾽σθ᾽ ὁ τοξότης; Μπα! σ' είσαι μωρή βρώμα!
ξυλλάμβαν᾽ αὐτὴν κὠπίσω τὼ χεῖρε δεῖ. —Πού είνε ο τοξότης μου ! τρέξε και σύλλαβε τη

251
HADJIBABA-2006

καί πισθαγκώνιασέ τη!


Λυσιστράτη
435 εἴ τἄρα νὴ τὴν Ἄρτεμιν τὴν χεῖρά μοι Μά τη θεά την Αρτεμι! αν ίσως καί τολμήση
ἄκραν προσοίσει δημόσιος ὤν, καί με το δακτυλάκι του μονάχα να μ' εγγίση,
κλαύσεται. θα κλάψη πολύ γρήγορα, κι' ας είνε κ' εξουσία.
Πρόβουλος

ἔδεισας οὗτος; οὐ ξυναρπάσει μέσην Βρε συ, την εφοβήθηκες;—Δεν πάτε με τη βία
καὶ σὺ μετὰ τούτου κἀνύσαντε δήσετον; κ' οι δυο να την αρπάξετε,—ένας από τη μέση,
κι' ο άλλος να την δέση;

Γυνὴ Α
εἴ τἄρα νὴ τὴν Πάνδροσον ταύτῃ μόνον εμφανιζόμενη πλησίον της Λυσιστράτης
Αν βάλης, μα την Πάνδροσο, χέρι 'ς αυτήν απάνω,
440 τὴν χεῖρ᾽ ἐπιβαλεῖς, ἐπιχεσεῖ πατούμενος.θα πάθης τσαλαπάτημα ευθύς, πού θα σε κάνω
καί θα χεσθής απάνω σου.

Πρόβουλος

ἰδού γ᾽ἐπιχεσεῖ. ποῦ ᾽στιν ἕτερος Α, έτσι; τώρα στάσου,


τοξότης; κι' αυτό το χέσιμο, πού λες, θα πάθ' ή αφεντιά σου.
ταύτην προτέραν ξύνδησον, ὁτιὴ καὶ Πουν' ο τοξότης;—Δέσε την προτήτερ' απ' της
λαλεῖ. άλλες
αυτήν, πού της παλληκαριές μας κάνει της μεγάλες.

Γυνή Β

Λυσιστράτη
εἴ τἄρα νὴ τὴν Φωσφόρον τὴν χεῖρ᾽ Αν κάνης, μα την Αρτεμι, καί δάκτυλο ν' απλώσης,
ἄκραν σου κάνω της μασσέλες σου στο μούσκιο να της
ταύτῃ προσοίσεις, κύαθον αἰτήσεις τάχα. χώσης.

Πρόβουλος

445 τουτὶ τί ἦν; ποῦ τοξότης; ταύτης ἔχου. Μα τέλος πάντων τ' είν' αυτά ; —Πούν' ο τοξότης ;
παύσω τιν᾽ ὑμῶν τῆσδ᾽ ἐγὼ τῆς ἐξόδου.Πίσω!
κι' αυτήν την καταβόθρα σας εγώ θα σας την
κλείσω!

Γυνή Γ – Γυνή Α

εἴ τἄρα νὴ τὴν Ταυροπόλον ταύτῃ Να την εγγίσης μοναχά μοίρα κακήν αν είχες,
πρόσει, κ' ευθύς σε σουρομάδησα απ' όλες σου της τρίχες.
ἐκκοκκιῶ σου τὰς στενοκωκύτους τρίχας.

Πρόβουλος

οἴμοι κακοδαίμων· ἐπιλέλοιφ᾽ ὁ τοξότης. Αλλοίμονό μου, ο δύστυχος! καί ο τοξότης πάει.
450 ἀτὰρ οὐ γυναικῶν οὐδέποτ᾽ ἔσθ᾽ Τους άνδρας είνε δυνατόν γυναίκα να νεκάη;
ἡττητέα (Προς τους λοιπούς τοξότας)
ἡμῖν· ὁμόσε χωρῶμεν αὐταῖς ὦ Σκύθαι Σκύθαι! εμπρός! όλοι μαζύ! χτυπήσατ' ενωμένοι!

252
HADJIBABA-2006

ξυνταξάμενοι.

Λυσιστράτη
νὴ τὼ θεὼ γνώσεσθ᾽ ἄρα Μα της θεές! να ξέρετε πώς είν' εδώ κλεισμένοι
ὅτι καὶ παρ᾽ ἡμῖν εἰσι τέτταρες λόχοι τέσσαρες λόχοι γυναικών, πού κάθε μία τάχει
μαχίμων γυναικῶν ἔνδον ἐξωπλισμένων. ακονισμένα κ' έτοιμα τα όπλα της για μάχη.

Πρόβουλος

455 Πρ ἀποστρέφετε τὰς χεῖρας αὐτῶν ὦ Τα χέρια τους πισθάγκωνα δέσετ' αμέσως, Σκύθαι!
Σκύθαι.

Λυσιστράτη
Λυσ ὦ ξύμμαχοι γυναῖκες ἐκθεῖτ᾽ ἔνδοθεν, Έ, σείς! γυναίκες σύμμαχοι! εβγήτε από κείθε !
ὦ σπερμαγοραιολεκιθολαχανοπώλιδες, αυγολαχανοφασουλομανάβισσες! [τρεχάτε!]
ὦ σκοροδοπανδοκευτριαρτοπώλιδες, Σκορδοχατζηξενοδοχοφουρνάρισσες! [ελάτε!]
οὐχ ἕλξετ᾽, οὐ παιήσετ᾽, οὐκ ἀράξετε; δεν θα μαλλιοτραβήσετε; . . .
καί δεν θα κοπανίσετε ;

460 οὐ λοιδορήσετ᾽, οὐκ ἀναισχυντήσετε; δεν θα καταξεσχίσετε;. . .


παύσασθ᾽, ἐπαναχωρεῖτε, μὴ σκυλεύετε. καί δεν θα σκυλλοβρίσετε;. . .
δεν θα ξετσιπωθήτε;
(Αι Γυναίκες εξορμώσιν εκτός των τειχών καί
συμπλέκονται με τους Τοξότας, οίτινες τρέπονται
εις φυγήν. Η ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ ηπιώτερον καί
θριαμβευτικώς προς τάς γυναίκας:)
Αρκεί, αρκεί, σταθήτε !
Γυρίστε πίσω· στον εχθρό τα όπλα πάλι δότε.

Πρόβουλος

οἴμ᾽ ὡς κακῶς πέπραγέ μου τὸ τοξικόν. Αλλοίμονο! τί συφορά μου πάθανε οι Τοξόται!

Λυσιστράτη
ἀλλὰ τί γὰρ ᾤου; πότερον ἐπὶ δούλας Τί νόμισες; με δουλικά λοιπόν πώς πολεμάς,
τινὰς ή με χωρίς παλληκαριά μας πέρασες ημάς;
ἥκειν ἐνόμισας, ἢ γυναιξὶν οὐκ οἴει
465 χολὴν ἐνεῖναι;

Πρόβουλος

νὴ τὸν Ἀπόλλω καὶ μάλα Πολλή, μα τον Απόλλωνα, και η παλληκαριά σας,
πολλήν γ᾽, ἐάνπερ πλησίον κάπηλος ᾖ. καί μάλιστα σαν βρίσκεται και κάπελας κοντά σας.

Σαβάζιος: βαρβαρικόν όνομα του Διονύσου.

Αδωνιασμός: Εορτή του Αδώνιδος γινομένη ιδιαιτέρως εις οικίας καί εις κήπους υπό
των γυναικών, αι οποίαι εθρήνουν τόν θάνατον του Αδώνιδος.

253
HADJIBABA-2006

Δημόστρατος: στρατηγός, υποκινήσας εν Αθήναις την κατά της Σικελίας


εκστρατείαν.

Χολοζύγης: Ο Δημόστρατος εκαλείτο Βουζύγης, καί κωμικώς Χολοζύγης, ως εκ του


μελαγχολικού χαρακτήρός του.

ΑΓΩΝΑΣ ΜΕ (608-613) ΙΑΜΒΙΚΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ (467-613)

Χορός Γερόντων

ὦ πόλλ᾽ ἀναλώσας ἔπη πρόβουλε τῆσδε Τί τόσα λόγια χάνεις,


<τῆς γῆς, και με της όχεντρες αυτές κουβέντες τώρα πιάνεις,
τί τοῖσδε σαυτὸν ἐς λόγους τοῖς θηρίοις Επίτροπε της χώρας;
συνάπτεις; Δεν ξέρεις πώς μας κάνανε λουτρό προ λίγης ώρας
οὐκ οἶσθα λουτρὸν οἷον αἵδ᾽ ἡμᾶς
ἔλουσαν ἄρτι
470 ἐν τοῖσιν ἱματιδίοις, καὶ ταῦτ᾽ ἄνευ κονίας; στα ρουχαλάκια μας, χωρίς καί μ' αλυσσίβας σκόνη;

Χορός Γυναικῶν

ἀλλ᾽ ὦ μέλ᾽ οὐ χρὴ προσφέρειν τοῖς (προς τον Χορόν Γερόντων)


πλησίοισιν εἰκῇ Βρε κουτεντέ! το χέρι του δεν πρέπει να σηκώνη
τὴν χεῖρ᾽· ἐὰν δὲ τοῦτο δρᾷς, κυλοιδιᾶν ο άνθρωπος αυθαίρετα στον άλλον κατ' επάνω·
ἀνάγκη. σαν το σηκώνης, τούμπανα τα μάτια θα σου κάνω.
ἐπεὶ ᾽θέλω ᾽γὼ σωφρόνως ὥσπερ κόρη Κακό δεν κάνω κανενός· φρόνιμα θα καθήσω,
καθῆσθαι, σαν κοριτσάκι· ούτε κλωνί αχύρου θα κινήσω,—
λυποῦσα μηδέν᾽ ἐνθαδί, κινοῦσα μηδὲ ενόσω δεν θελήση
κάρφος,
475 ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κανείς, σαν τη σφηγκοφωλιά να ρθή να μ' ερεθίση.
κἀρεθίζῃ.

Χορός Γερόντων

ὦ Ζεῦ τί ποτε χρησόμεθα τοῖσδε τοῖς Ώ Ζεύ! έχουμε τάχα χρεία,


κνωδάλοις; από αυτά τα κνώδαλα τ' αχρεία;
ου᾽ γὰρ ἔτ᾽ ἀνεκτὰ τάδε γ᾽, ἀλλὰ (Τω Προβούλω:)
βασανιστέον Κανείς να υποφέρη δεν μπορεί
τόδε σοι τὸ πάθος μετ᾽ ἐμοῦ
480 ὅ τι βουλόμεναί ποτε τὴν αυτό το πράμα το βαρύ.
Κραναὰν κατέλαβον, ἐφ᾽ ὅ τι τε Λοιπόν να εξετάσουμε τί φτιάσανε,
μεγαλόπετρον ἄβατον ἀκρόπολιν γιατ' ήλθανε το φρούριο του Κραναού κ' επιάσανε,
ἱερὸν τέμενος. την άβατη Ακρόπολι, την πέτρα τη μεγάλη
ἀλλ᾽ ἀνερώτα καὶ μὴ πείθου καὶ πρόσφερε καί τον ναό τον Ιερό. Εξέτασε καί πάλι—

254
HADJIBABA-2006

πάντας ἐλέγχους, καί μη πεισθής,


κι' όλα τα μέσα που μπορείς, να μεταχειρισθής.
485 ὡς αἰσχρὸν ἀκωδώνιστον ἐᾶν τὸ τοιοῦτον Γιατί ντροπή θα πάθουμε,
πρᾶγμα μεθέντας. εάν δεν εξετάσουμε τί τρέχει καί δεν μάθουμε.

Πρόβουλος

καὶ μὴν αὐτῶν τοῦτ᾽ ἐπιθυμῶ νὴ τὸν Δία Και, μα τον Δία, βέβαια· σείς πρώτες θα μου πήτε
πρῶτα πυθέσθαι, τι ταχα στην Ακρόπολι γυρεύατε να μπήτε
ὅ τι βουλόμεναι τὴν πόλιν ἡμῶν καί με μοχλούς την κλείσατε;
ἀπεκλῄσατε τοῖσι μοχλοῖσιν.

Λυσιστράτη

ἵνα τἀργύριον σῶν παρέχοιμεν καὶ μὴ Το χρήμα να κρατήσουμε


πολεμοῖτε δι᾽ αὐτό. σωστό, να μην αφήσουμε
για χρήματα στον πόλεμο το αίμά σας να χύνετε.

Πρόβουλος
διὰ τἀργύριον πολεμοῦμεν γάρ; Θαρρείτε για τα χρήματα ο πόλεμος πώς γίνεται;

Λυσιστράτη
καὶ τἄλλα γε πάντ᾽ ἐκυκήθη. Καί γι' άλλους λόγους γίνεται αυτό το ανακάτωμα:
490 ἵνα γὰρ Πείσανδρος ἔχοι κλέπτειν χοἰ ταῖς Για να μπορή ο Πείσανδρος, καί όλα τ' άλλα άτομα
ἀρχαῖς ἐπέχοντες, που την αρχήν βυζαίνουνε, να βρίσκουν ευκαιρίες
ἀεί τινα κορκορυγὴν ἐκύκων. οἱ δ᾽ οὖν για κλέψιμο, ανοίγοντες στον τόπο φασαρίες.
τοῦδ᾽ οὕνεκα δρώντων Άς κάμουν ό,τι θέλουνε και ό,τι τους αρέσει·
ὅ τι βούλονται· τὸ γὰρ ἀργύριον τοῦτ᾽ να βγάλη νόημα από δω κανείς δεν θα μπόρεση.
οὐκέτι μὴ καθέλωσιν.

Πρόβουλος
ἀλλὰ τί δράσεις; Καί τί θα κάμης ;

Λυσιστράτη
τοῦτό μ᾽ ἐρωτᾷς; ἡμεῖς ταμιεύσομεν αὐτό. Το ρωτάς; τί άλλο δα θα πράξουμε.
παρά να το φυλάξουμε;

Πρόβουλος
ὑμεῖς ταμιεύσετε τἀργύριον; Συ φύλακας στης πόλεως τα χρήματα θα γίνης;

Λυσιστράτη
τί <δὲ δεινὸν τοῦτο νομίζεις; Μπά! δύσκολο το κρίνεις;
495 οὐ καὶ τἄνδον χρήματα πάντως ἡμεῖς Μήπως εμείς δεν είμαστε καί φύλακες συνάμα
ταμιεύομεν ὑμῖν; για του σπιτιού τα χρήματα;

Πρόβουλος
ἀλλ᾽ οὐ ταὐτόν. Δεν είν' το ίδιο πράμα.

255
HADJIBABA-2006

Λυσιστράτη
πῶς οὐ ταὐτόν; Δεν είν' το ίδιο πράμα;

Πρόβουλος
πολεμητέον ἔστ᾽ ἀπὸ τούτου. Ναί· μ' αυτό θα πολεμήσουμε.

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ οὐδὲν δεῖ πρῶτον πολεμεῖν. Μα και γι' αυτό τον πόλεμο να γίνη δεν θ' αφήσουμε.

Πρόβουλος
πῶς γὰρ σωθησόμεθ᾽ ἄλλως; Την πόλι πώς θα σώσουμε;

Λυσιστράτη
ἡμεῖς ὑμᾶς σώσομεν. Εμείς θα σας γλυτώσουμε.

Πρόβουλος
ὑμεῖς; Σείς, λέει;

Λυσιστράτη
ἡμεῖς μέντοι. Βέβαια εμείς.

Πρόβουλος
σχέτλιόν γε. Σαν δύσκολο πολύ.

Λυσιστράτη
ὡς σωθήσει, κἂν μὴ βούλῃ. Μα κι' αν δέν θέλης, θα σωθής.

Πρόβουλος
δεινόν <γε λέγεις. Η γλώσσά σου μιλεί
πολύ κακά.

Λυσιστράτη
ἀγανακτεῖς. Αγανακτείς;
500 ἀλλὰ ποιητέα ταῦτ᾽ ἐστὶν ὅμως. μα θα το κατορθώσουμε.

Πρόβουλος
νὴ τὴν Δήμητρ᾽ ἄδικόν γε. Άδικο, μα τη Δήμητρα!

Λυσιστράτη
σωστέον ὦ τᾶν. Ά, πρέπει να σας σώσουμε.

Πρόβουλος
κεἰ μὴ δέομαι; Κι' αν ίσως δεν θελήσω;

Λυσιστράτη

256
HADJIBABA-2006

τοῦδ᾽ οὕνεκα καὶ πολὺ μᾶλλον. Να κ' ένας λόγος πλειότερος το ζήτημα να λύσω.
Πρόβουλος
ὑμῖν δὲ πόθεν περὶ τοῦ πολέμου τῆς τ᾽ Αλλά κι' αν πρέπ' ειρήνη
εἰρήνης ἐμέλησεν; ή πόλεμος να γίνη,
πώς βγήκατε τη γνώμη σας να δώσετε στη χώρα;

Λυσιστράτη
ἡμεῖς φράσομεν. Θα σου τα πούμε τώρα.

Πρόβουλος
λέγε δὴ ταχέως, ἵνα μὴ κλάῃς, Θα κλάψης· λέγε γρήγορα.

Λυσιστράτη
ἀκροῶ δή, Άκου λοιπόν καί στάσου,
καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν. καί μη μας τα παρακουνάς μπροστά μας τα ξερά
σου.

Πρόβουλος
ἀλλ᾽ οὐ δύναμαι· χαλεπὸν γὰρ Να τα κρατήσω δεν μπορώ· με πιάνουνε κ' εξάψεις
505 ὑπὸ τῆς ὀργῆς αὐτὰς ἴσχειν. απ' το θυμό μου.

Γυνὴ Α.

κλαύσει τοίνυν πολὺ μᾶλλον. Έ, λοιπόν περσσότερο θα κλάψης.

Πρόβουλος
τοῦτο μὲν ὦ γραῦ σαυτῇ κρώξαις· σὺ δέ (προς την α' Γυναίκα)
μοι λέγε. Πες το αυτό καλήτερα, γρηά, στον εαυτό σου.
(Τη Λυσιστράτη)
Για έλα τώρα, λέγε μας εσύ το σχέδιο σου.

Λυσιστράτη
Λυσ ταῦτα ποιήσω. Αυτό κ' εγώ έχω σκοπό,
ἡμεῖς τὸν μὲν πρότερον πόλεμον καὶ τὸν το σχέδιο μου να σου ειπώ.
χρόνον ἠνεσχόμεθα Εμείς αυτόν τον πόλεμο, [πού τρώει την Ελλάδα],
ὑπὸ σωφροσύνης τῆς ἡμετέρας τῶν πρώτες τον ανεχθήκαμε με τόση φρονιμάδα,
ἀνδρῶν ἅττ᾽ ἐποιεῖτε. κι' απ' τον καιρό πού αρχίσατε,
οὐ γὰρ γρύζειν εἰᾶθ᾽ ἡμᾶς. καίτοὐκ ούτε καί να γκρινιάσουμε καθόλου μας αφήσατε·
ἠρέσκετέ γ᾽ ἡμᾶς. μα μολονότι είμαστε καί δυσαρεστημένες,
510 ἀλλ᾽ ᾐσθανόμεσθα καλῶς ὑμῶν, καὶ κ' εμέναμε κλεισμένες
πολλάκις ἔνδον ἂν οὖσαι στα σπίτια μας, πολλές φορές
ἠκούσαμεν ἄν τι κακῶς ὑμᾶς σε υποθέσεις σοβαρές
βουλευσαμένους μέγα πρᾶγμα· να παίρνετε απόφασι πολύ κακή ακούσαμε.
εἶτ᾽ ἀλγοῦσαι τἄνδοθεν ὑμᾶς Κατόπιν σας ρωτούσαμε—
ἐπανηρόμεθ᾽ ἂν γελάσασαι, με γέλιο και με λύπη μας μέσ' την ψυχή κρυφή:
“τί βεβούλευται περὶ τῶν σπονδῶν ἐν τῇ —"Τί αποφάσισ' η Βουλή στη στήλη να γραφή
στήλῃ παραγράψαι γιά την ειρήνη σήμερα;". —"Είν' αλλουνού δουλεία"

257
HADJIBABA-2006

ἐν τῷ δήμῳ τήμερον ὑμῖν;” “τίδὲ σοὶ


ταῦτ᾽;” ἦ δ᾽ ὃς ἂν ἁνήρ.
515 “οὐ σιγήσει;” κἀγὼ ἐσίγων. μου 'λεγε ο άνδρας μου. "Σκασμός!" Δεν έβγαζα
μιλιά!

Γυνὴ Β Α' Γυνή


ἀλλ᾽ οὐκ ἂν ἐγώ ποτ᾽ ἐσίγων. Ά, να κρατήσω σιωπή ποτέ δεν θα μπορούσα.

Πρόβουλος
κἂν ᾤμωζές γ᾽, εἰ μὴ ᾽σίγας. Θα 'σκουζες, αν δεν σώπαινες.

Λυσιστράτη
τοιγὰρ ἔγωγ᾽ ἔνδον ἐσίγων. Γι' αυτό κ' εγώ σιωπούσα.
. . . ἔτερόν τι πονηρότερον βούλευμ᾽ Καί όταν εμαθαίναμε πού' χατε ξαναβγάλη
ἐπεπύσμεθ᾽ ἂν ὑμῶν· απόφασι χειρότερη, ρωτούσαμε καί πάλι:
εἶτ᾽ ἠρόμεθ᾽ ἄν· “πῶς ταῦτ᾽ ὦνερ — "Μά πώς τα καταφέρατε με τόση κουταμάρα";
διαπράττεσθ᾽ ὧδ᾽ ἀνοήτως;” Κ' εκείνος, μ' ένα βλέμμα του πού σ' έπιανε
ὁ δέ μ᾽ εὐθὺς ὑποβλέψας <ἂν ἔφασκ᾽, εἰ τρομάρα,
μὴ τὸν στήμονα νήσω, αν δεν καθήσω, μου λέγε, μονάχα με τη ρόκα μου
ὀτοτύξεσθαι μακρὰ τὴν κεφαλήν· “πόλεμος θα μου σπάζε την κόκα μου.
δ᾽ ἄνδρεσσι μελήσει.” Ο πόλεμος είνε δουλειά καί σκέψις ανδρική.

Πρόβουλος
520 ὀρθῶς γε λέγων νὴ Δί᾽ ἐκεῖνος. Ώ, μα τον Δία, στά λεγε καλά.

Λυσιστράτη
πῶς ὀρθῶς ὦ κακόδαιμον, Ακούς εκεί,
εἰ μηδὲ κακῶς βουλευομένοις ἐξῆν ὑμῖν μου τα 'λεγε καλά!
ὑποθέσθαι; πώς τάχα - όταν σκέπτεσθε καί σείς χωρίς μυαλά,
ὅτε δὴ δ᾽ ὑμῶν ἐν ταῖσιν ὁδοῖς φανερῶς πρέπει να σας αφίνουμε
ἠκούομεν ἤδη, καί γνώμες να μη δίνουμε;
“οὐκ ἔστιν ἀνὴρ ἐν τῇ χώρᾳ;“ “μὰ Δί᾽ οὐ καί όταν μια φορά
δῆτ᾽,“ <εἶφ᾽ ἕτερός τις· στο δρόμο σας ακούσαμε να λέτε φανερά
πώς άνδρας μέσ' στη χώρα
δεν απομένει τώρα,
κι' ο άλλος είπε: "ναί, κανείς, μα το θεό", —
σκεφθήκαμε,
525 μετὰ ταῦθ᾽ ἡμῖν εὐθὺς ἔδοξεν σῶσαι τὴν και η γυναίκες γρήγορα μαζύ εσυναχθήκαμε
Ἑλλάδα κοινῇ καί την Ελλάδα σήμερα να σώσουμ' είνε χρεία.
ταῖσι γυναιξὶν συλλεχθείσαις. ποῖ γὰρ καὶ Πούθε θα περιμέναμε για νάρθ' η σωτηρία;
χρῆν ἀναμεῖναι; Λοιπόν, αν ίσως σήμερα είν' καί δικό σας θέλημα,
ἢν οὖν ἡμῶν χρηστὰ λεγουσῶν ἐθελήσητ᾽ άνδρες, ν' ακούσετε αυτά τα λόγια τα ωφέλιμα,
ἀντακροᾶσθαι κι' όπως εκάναμε κ' εμείς το στόμα να βουλλώσετε,
κἀντισιωπᾶθ᾽ ὥσπερ χἠμεῖς, μπορούμε να σας σώσουμε.
ἐπανορθώσαιμεν ἂν ὑμᾶς.
Πρόβουλος
ὑμεῖς ἡμᾶς; δεινόν γε λέγεις κοὐ τλητὸν Εσείς εμάς να σώσετε;
ἔμοιγε. Βαρύς και ανυπόφορος ο λόγος οπού βγαίνει

258
HADJIBABA-2006

από το στόμα σου.

Λυσιστράτη
σιώπα. Σκασμός!

Πρόβουλος
530 σοί γ᾽ ὦ κατάρατε σιωπῶ ᾽γώ, καὶ ταῦτα Μωρή καταραμένη!
κάλυμμα φορούσῃ Εσύ θα δώσης προσταγή 'ς εμέ να σιωπήσω,
περὶ τὴν κεφαλήν; μή νυν ζῴην. με τη μανδήλα πού φορείς; Μπα! κάλλιο να μη
ζήσω!

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ εἰ τοῦτ᾽ ἐμπόδιόν σοι, Αν με τούτο σ' εμποδίζω,
παρ᾽ ἐμοῦ τουτὶ τὸ κάλυμμα λαβὼν τη μανδήλα σου χαρίζω,
ἔχε καὶ περίθου περὶ τὴν κεφαλήν, το κεφάλι σου να δένης,
κᾆτα σιώπα να σιωπαίνης.

Γυνὴ Γ

535 καὶ τοῦτον τὸν καλαθίσκον. Να καλάθι, βάλ 'το μπρος σου,

Λυσιστράτη
κᾆτα ξαίνειν ξυζωσάμενος πάρε καί την ρόκα ζώσου,
κυάμους τρώγων· καί κάθησε να τρως κουκκιά καί ξαίνε τα μαλλιά.
πόλεμος δὲ γυναιξὶ μελήσει. Ά, τώρα είν' ο πόλεμος των γυναικών δουλειά!

Χορός Γυναικῶν

αἰρώμεθ᾽ ὦ γυναῖκες ἀπὸ τῶν καλπίδων, Έλα, γυναίκες, κάθε μια


ὅπως ἂν αφήστε κάτω τα σταμνιά,
540 ἐν τῷ μέρει χἠμεῖς τι ταῖς φίλαισι στης φίλες μας να ρθούμε
συλλάβωμεν. μαζύ τους να ενωθούμε.
ἔγωγε γὰρ <ἂν οὔποτε κάμοιμ᾽ ἂν Με δίχως κούρασι μπορώ
ὀρχουμένη, να μπαίνω πάντα στο χορό —
οὐδὲ τὰ γόνατα κόπος ἕλοι μου [χωρίς να πέφτω χάμου,]
καματηρός· κι' ο κόπος δεν εκούρασε ποτέ τα γόνατα μου.
ἐθέλω δ᾽ ἐπὶ πᾶν ἰέναι Θέλω να κάνω κάθε τί
μετὰ τῶνδ᾽ ἀρετῆς ἕνεχ᾽, αἷς πού το προστάζ' η αρετή,
[καί να περάσω από κεί]
545 ἔνι φύσις, ἔνι χάρις, ἔνι θράσος, μαζύ μ' αυτές να ενωθώ, πούχουνε χάρι, λογική,
ἔνι δὲ σοφόν, ἔνι <δὲ φιλόπολις πού έχει τόλμη κάθε μια, κ' είνε σοφία όλη,
ἀρετὴ φρόνιμος. καί αγαπάνε μ' αρετή καί φρόνησι την πόλι.
ἀλλ᾽ ὦ τηθῶν ἀνδρειοτάτων καὶ Συ, πούσαι μια γρηά γερή,
μητριδίων ἀκαληφῶν, καί σαν τσουκνίδα τσουχτερή,
550 χωρεῖτ᾽ ὀργῇ καὶ μὴ τέγγεσθ᾽· ἔτι γὰρ νῦν να μη δειλιάσης, τράβα 'μπρός,
οὔρια θεῖτε. γιατ' είνε πρίμος ο καιρός.

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ἤνπερ ὅ <τε γλυκύθυμος Ἔρως χἠ Κι' αν ο γλυκός ο έρως επιμένη—

259
HADJIBABA-2006

Κυπρογένει᾽ Ἀφροδίτη κ' η Αφροδίτ' η Κυπρογεννημένη


ἵμερον ἡμῶν κατὰ τῶν κόλπων καὶ τῶν πόθο μέσα στους κόρφους μας ν' ανάψη,
μηρῶν καταπνεύσῃ, καί τα μεριά μας με φωτιές να κάψη,
κᾆτ᾽ ἐντήξῃ τέτανον τερπνὸν τοῖς καί αν τους άνδρες απ' την καύλα λειώση, καί σαν
ἀνδράσι καὶ ῥοπαλισμούς, το ρόπαλο τους την τεντώση,—
οἶμαί ποτε Λυσιμάχας ἡμᾶς ἐν τοῖς Ἕλλησι στους Έλληνας, θα μας ειπούν μια μέρα
καλεῖσθαι. πολεμοκαταλύτρες πέρα ως πέρα!

Πρόβουλος
555 τί ποιησάσας; Πώς θα το καταφέρνατε καί τούτο ;

Λυσιστράτη
ἢν Παύσωμεν πρώτιστον μὲν ξὺν ὅπλοισιν [Μια χαρά!]
ἀγοράζοντας καὶ μαινομένους. Να παύσουνε στην αγορά
να βγαίνουν λυσσασμένοι
καί πάντοτ' ωπλισμένοι.

Γυνὴ Α

νὴ τὴν Παφίαν Ἀφροδίτην. Ναί, μα της Πάφου τη θεά!

Λυσιστράτη
νῦν μὲν γὰρ δὴ κἀν ταῖσι χύτραις κἀν τοῖς Κι' άλλη δουλειά δεν έχουνε,
λαχάνοισιν ὁμοίως παρά σαν τους Κορύβαντας στην αγορά να
περιέρχονται κατὰ τὴν ἀγορὰν ξὺν ὅπλοις τρέχουνε,
ὥσπερ Κορύβαντες. κ' εκεί ν' ανακατώνουνε τα όπλα τα πολεμικά,
με χύτρες καί λαχανικά!

Πρόβουλος
νὴ Δία· χρὴ γὰρ τοὺς ἀνδρείους. Κ' έτσι πρέπει, μα τον Δία!
Να, αυτό θα πή ανδρεία·
Λυσιστράτη
καὶ μὴν τό γε πρᾶγμα γέλοιον, Κι' όμως είν' αστείο πράμα, να κρατή κανείς
ασπίδες με
560 ὅταν ἀσπίδ᾽ ἔχων καὶ Γοργόνα τις κᾆτ᾽ Γοργόνες, καί να τρέχη ν' αγοράζη, τί;—μαρίδες!
ὠνῆται κορακίνους.

Γυνὴ Β

νὴ Δί᾽ ἐγὼ γοῦν ἄνδρα κομήτην Μα το θεό, είδα κ' εγώ


φυλαρχοῦντ᾽ εἶδον ἐφ᾽ ἵππου καβάλλ' απάνω 'ς τ' άλογο σπουδαίον αρχηγό,
ἐς τὸν χαλκοῦν ἐμβαλλόμενον πῖλον να βγάν' υπερηφάνως
λέκιθον παρὰ γραός· το χάλκινο του κράνος
ἕτερος δ᾽ <αὖ Θρᾷξ πέλτην σείων με τα μαλλιά τα μακρυά,—
κἀκόντιον ὥσπερ ὁ Τηρεύς, να βάλη μέσα εν' αυγό, π' αγόρασε από μια γρηά!
ἐδεδίσκετο τὴν ἰσχαδόπωλιν καὶ τὰς Κ' ένα άλλο παλληκάρι,
δρυπεπεῖς κατέπινεν. πού ήτανε σαν τον Τηρέα, με ασπίδα καί κοντάρι, κ'
είχε 'ρθή από τη Θράκη, μια γυναίκα απειλούσε,
όπου σύκα επουλούσε,

260
HADJIBABA-2006

καί της έχαφτ' ένα-ένα


όσα ήσαν γινωμένα.

Πρόβουλος
565 πῶς οὖν ὑμεῖς δυναταὶ παῦσαι τεταραγμένα Καί πώς θα ήσθε δυνατές,
πράγματα πολλὰ της ταραχές όλες αυτές
ἐν ταῖς χώραις καὶ διαλῦσαι; οπού στης χώρες γίνονται, εσείς να καταπνίξετε ;

Λυσιστράτη
φαύλως πάνυ. Ά, είνε τόσον εύκολο.

Πρόβουλος
πῶς; ἀπόδειξον. Μα πώς; να τ' αποδείξετε,

Λυσιστράτη
ὥσπερ κλωστῆρ᾽, ὅταν ἡμῖν ᾖ Σαν κλωστές, πού όταν πέφτουν σε μια μπερδεψιά
τεταραγμένος, ὧδε λαβοῦσαι, κακή,
ὑπενεγκοῦσαι τοῖσιν ἀτράκτοις τὸ μὲν της τραβούμε με τ' αδράχτια, μια από 'δώ καί μια
ἐνταυθοῖ τὸ δ᾽ ἐκεῖσε, από 'κεί,
οὕτως καὶ τὸν πόλεμον τοῦτον διαλύσομεν, έτσι καί τον πόλεμο σας θα διαλύσω τον μεγάλο,
ἤν τις ἐάσῃ,
570 Διενεγκοῦσαι διὰ πρεσβειῶν τὸ μὲν στέλνοντας αμέσως πρέσβεις στο 'να μέρος καί στο
ἐνταυθοῖ τὸ δ᾽ ἐκεῖσε. άλλο.

Πρόβουλος
ἐξ ἐρίων δὴ καὶ κλωστήρων καὶ ἀτράκτων Τί μας λέτε, βρε κουτές,
πράγματα δεινὰ με μαλλιά καί με κλωστές
παύσειν οἴεσθ᾽ ὦ ἀνόητοι; καί μ' αδράχτια σείς θαρρείτε
τέτοια πράματα μεγάλα πώς να παύσετε μπορείτε ;

Λυσιστράτη
κἂν ὑμῖν γ᾽ εἴ τις ἐνῆν νοῦς, Αλλ' αν είχατε σείς γνώσι, κι' από τούτα τα μαλλιά
ἐκ τῶν ἐρίων τῶν ἡμετέρων ἐπολιτεύεσθ᾽ μάθημα θάχατε πάρη για τη κάθε σας δουλειά.
ἂν ἅπαντα.

Πρόβουλος
πῶς δή; φέρ᾽ ἴδω. Πώς λοιπόν; για να το ιδούμε.

Λυσιστράτη
πρῶτον μὲν ἐχρῆν, ὥσπερ πόκου ἐν Όπως βάζομε στην πλύσι
βαλανείῳ
575 ἐκπλύναντας τὴν οἰσπώτην, ἐκ τῆς πόλεως πρώτα-πρώτ' από τη βρώμα το μαλλί να καθαρίςη,
ἐπὶ κλίνης έτσι έπρεπ' οι πολίται τα ραβδιά να πάρετ' όλοι,
ἐκραβδίζειν τοὺς μοχθηροὺς καὶ τοὺς μοχθηρούς καί ραδιούργους να πετάξετ' απ' την
τριβόλους ἀπολέξαι, πόλι·
καὶ τούς γε συνισταμένους τούτους καὶ καί αυτούς, πού κάνουν πάντα μεταξύ τους μια
τοὺς πιλοῦντας ἑαυτοὺς φατρία

261
HADJIBABA-2006

ἐπὶ ταῖς ἀρχαῖσι διαξῆναι καὶ τὰς κεφαλὰς καί κολλούν στην εξουσία,
ἀποτῖλαι· να τους ξύνετε, μαδώντας το [κακό τους] το κεφάλι·
εἶτα ξαίνειν ἐς καλαθίσκον κοινὴν εὔνοιαν, έπειτα μέσ' στο καλάθι να τους ξάνετ' όλους πάλι—
ἅπαντας προς ωφέλεια της χώρας· νάχετε' ανακατωμένους
580 καταμιγνύντας τούς τε μετοίκους κεἴ τις εκεί μέσα τους μετοίκους καί τους φίλους σας τους
ξένος ἢ φίλος ὑμῖν, ξένους·
κεἴ τις ὀφείλει τῷ δημοσίῳ, καὶ τούτους άλλ' αν τύχη και κανένας στο δημόσιο χρωστά,
ἐγκαταμεῖξαι· βάλτε τον κ' εκείνον μέσα [να μη μένη χωριστά.]
καὶ νὴ Δία τάς γε πόλεις, ὁπόσαι τῆς γῆς Και η πόλεις, μα τον Δία, όπου είνε μέχρις ώρας
τῆσδ᾽ εἰσὶν ἄποικοι, άποικοι αυτής της χώρας,
διαγιγνώσκειν ὅτι ταῦθ᾽ ἡμῖν ὥσπερ τὰ να το ξέρετε πώς είνε σαν κομμάτια χωρισμένα:
κατάγματα κεῖται πάρετε κάθε κομμάτι, να τα κάμετ' όλα ένα.
χωρὶς ἕκαστον· κᾆτ᾽ ἀπὸ τούτων πάντων
τὸ κάταγμα λαβόντας
585 δεῦρο ξυνάγειν καὶ συναθροίξειν εἰς ἕν, Φτιάστε μια τρανή τουλούπα μ' όλ' αυτά τα
κἄπειτα ποιῆσαι μαζωμένα,
τολύπην μεγάλην κᾆτ᾽ ἐκ ταύτης τῷ δήμῳ κ' έπειτα μ' αυτή του Δήμου να υφαίνετε τη χλαίνα.
χλαῖναν ὑφῆναι.

Πρόβουλος
οὔκουν δεινὸν ταυτὶ ταύτας ῥαβδίξειν καὶ Δεν είνε ανυπόφορο τέτοια μαλλιά να ξαίνουν
τολυπεύειν, αυτές, οπού στον πόλεμο καί μέρος δεν λαβαίνουν;
αἶς οὐδὲ μετῆν πάνυ τοῦ πολέμου;

Λυσιστράτη
καὶ μὴν ὦ παγκατάρατε Καί όμως, τρισκατάρατε ! [στον πόλεμο δεν πάμε]
πλεῖν ἤ γε διπλοῦν αὐτὸν φέρομεν, μα δίνουμε περσότερο κι' απ' το διπλό:—γεννάμε
πρώτιστον μέν γετεκοῦσαι
590 κἀκπέμψασαι παῖδας ὁπλίτας. τα τέκνα ημείς πρώτες
πού πάνε στρατιώτες.

Πρόβουλος
σίγα, μὴ μνησικακήσῃς. Μη μου θυμίζης το κακό!

Λυσιστράτη
εἶθ᾽ ἡνίκα χρῆν εὐφρανθῆναι καὶ τῆς ἥβης Δεν πρέπει να χαρούμε
ἀπολαῦσαι, λοιπόν κ' εμείς τα νηάτα μας; να ευχαριστηθούμε,
μονοκοιτοῦμεν διὰ τὰς στρατιάς. καὶ πού σήμερα κοιμώμεθα μονάχες, εξ αιτίας
θἠμέτερον μὲν ἐᾶτε, αυτής της εκστρατείας;
περὶ τῶν δὲ κορῶν ἐν τοῖς θαλάμοις Κι' όσο για μας αφήστέ το, [δεν μας πολυπειράζει]·
γηρασκουσῶν ἀνιῶμαι. μα κείνο, όπου τώχουμε μέσ' στην καρδιά μαράζι,
είνε που τα κορίτσια μας ανύπανδρα γερνάνε.

Πρόβουλος
οὔκουν χἄνδρες γηράσκουσιν; Μήπως κ' οι άνδρες δεν γερνούν;

Λυσιστράτη
μὰ Δί᾽ ἀλλ᾽ οὐκ Μπα! λες το ίδιο νάνε;
εἶπας ὅμοιον.

262
HADJIBABA-2006

595 ὁ μὲν ἥκων γάρ, κἂν ᾖ πολιός, ταχὺ παῖδα Ο άνδρας, επιστρέφοντας και γέρος απ' τη μάχη,
κόρην γεγάμηκεν· μπορεί λαμπρά να πανδρευθή καί νηά γυναίκα νάχη.
τῆς δὲ γυναικὸς σμικρὸς ὁ καιρός, κἂν Μα της γυναίκας φεύγουνε τα νηάτα καί η χάρι,
τούτου μὴ ᾽πιλάβηται, κι' αν δεν προφθάση γρήγορα, κανείς δεν θα την
οὐδεὶς ἐθέλει γῆμαι ταύτην, ὀττευομένη δὲ πάρη,
κάθηται. καί κάθεται [στο ράφι]
για να ρωτάη από κεί τη μοίρα, τι τής γράφει!

Πρόβουλος
ἀλλ᾽ ὅστις ἔτι στῦσαι δυνατὸς-- Αλλά γιατί, αφού μπορεί καί γέρος να την πάρη,
οπού να του σηκώνεται ακόμα σαν στηλιάρι;

Λυσιστράτη
σὺ δὲ δὴ τί μαθὼν οὐκ ἀποθνῄσκεις; Συ, για πες μου τώρα: τάχα τί να μάθεις περιμένεις
πού ακόμα δεν πεθαίνεις;
600 χωρίον ἐστί· σορὸν ὠνήσει· Να σε θάψουν έχεις τόπο·
μελιτοῦτταν ἐγὼ καὶ δὴ μάξω. [λοιπόν κάμε καί τον κόπο]
λαβὲ ταυτὶ καὶ στεφάνωσαι. καί αγόρασε μια κάσσα, καί για χάρι σου ως τόσο
τα μελομακάρουνά σου μοναχή θα σου ζυμώσω.
Να κι' αυτό για στέφανο σου·
πάρε το και στεφανώσου.
(Του ρίπτει άνωθεν στέφανον)

Γυνὴ Γ'
καὶ ταυτασὶ δέξαι παρ᾽ ἐμοῦ. (ρίπτουσα ταινίας)
Να κι' αυτά, δικό μου δώρο.

Γυνὴ Α
(ρίπτουσα στέφανον)
καὶ τουτονγὶ λαβὲ τὸν στέφανον.
Καί στεφάνι θα σου βάλλω.

Λυσιστράτη
Πες μου, τί σου λείπει άλλο;
Καί τί θέλεις [να σου πάρω;]
τοῦ δεῖ; τί ποθεῖς; χώρει ᾽ς τὴν ναῦν· Τράβα γρήγορα στη βάρκα... [δεν ακούς, καλέ], το
605 ὁ Χάρων σε καλεῖ, Χάρο;...
σὺ δὲ κωλύεις ἀνάγεσθαι. σε φωνάζει... σε προσμένει...
Δεν μπορεί να ξεκινήση, [κ' είν' ή βάρκα του
δεμένη!]

Πρόβουλος
εἶτ᾽ οὐχὶ ταῦτα δεινὰ πάσχειν ἔστ᾽ ἐμέ; Δεν είνε πράμα φοβερό; [δεν είνε αηδία]
νὴ τὸν Δί᾽ ἀλλὰ τοῖς προβούλοις ἄντικρυς αυτά πού σήμερα εδώ παθαίνω; Μα τον Δία,
610 ἐμαυτὸν ἐπιδείξω βαδίζων ὡς ἔχω. θά πάω κ' οι επίτροποι για να μ' ιδούν οι άλλοι,
καί να με καμαρώσουνε 'ς αυτό τό μαύρο χάλι!
(Φεύγει)
Λυσιστράτη

263
HADJIBABA-2006

μῶν ἐγκαλεῖς ὅτι οὐχὶ προὐθέμεσθά σε; (κραυγάζουσα όπισθεν του:)


ἀλλ᾽ ἐς τρίτην γοῦν ἡμέραν σοὶ πρῲ πάνυ Μη τύχη κ' εναντίον μας θα φτιάσης κατηγόρια,
ἥξει παρ᾽ ἡμῶν τὰ τρίτ᾽ ἐπεσκευασμένα. πού τάχα σου το κρύψαμε τολείψανο σου χώρια;
Έννοια σου, σαν περάσουνε τρείς μέρες από
σήμερα,
θα ρθούμε να σου κάνουμε πρωί-πρωί τα τρήμερα!
(Εισέρχεται)

"Κρανάα" ωνομάζετο η πετρώδης ακρόπολις, από του βασιλέως Κραναού.

Ο Πείσανδρος ήτο συνάρχων μετά του Φρυνίχου καί του Θηραμένους, κωμωδείται
ως δωροδοκούμενος, καταχραστής καί δειλός.

Η στήλη ήτο ορθογώνιος λιθίνη ή χαλκή, εκτεθειμένη εις δημόσιον μέρος, επί της
οποίας ανεγράφοντο τα ψηφίσματα, αι συνθήκαι καί αι πράξεις των στηλιτευομένων
επί κακία ή επαινουμένων επ' αρετή.

κουκιά: Σατυρίζει τους δικαστάς· τινές των οποίων υπεχρεούντο να τρώγουν


κουκκιά, δια να μη νυστάζουν κατά τάς δίκας.

Κορύβαντας: Υιοί του Ηφαίστου, ιερείς της Κυβέλης, τελούντες τα όργια αυτής με
ύμνους θορυβώδεις και με παράφορους κινήσεις, εν Φρυγία καί Κρήτη.

Τηρέας: Ήρως καί βασιλεύς Θρακικός, περί του οποίου πλειότερα εις τα σχόλια των
“Ορνίθων".

"Μελιτούττα": παρασκεύασμα ζύμης μετά μέλιτος, το οποίον ετίθετο πλησίον των


νεκρών, δια να χρησιμεύση ως τροφή του Κέρβερου κατά την διάβασιν εις τον Άδην.

Το λείψανον απετίθετο εις δημόσιον θέαν προ της θύρας τής οικίας και εκεί το
έκλαιον αι γυναίκες.

ΠΑΡΑΒΑΣΗ (614-705)

Χορός Γερόντων
οὐκέτ᾽ ἔργον ἐγκαθεύδειν ὅστις ἔστ᾽ Ο ελεύθερος ο άνδρας να κοιμάται δεν του
ἐλεύθερος, πρέπει.
615 ἀλλ᾽ ἐπαποδυώμεθ᾽ ἄνδρες τουτῳὶ τῷ Ας ξετάσουμε το πράμα· εις αυτό καθένας βλέπει
πράγματι. πώς υπάρχει κάτι άλλο
ἤδη γὰρ ὄζειν ταδὶ πλειόνων καὶ μειζόνων πειό πολύ και πειό μεγάλο,
πραγμάτων μοι δοκεῖ, και μυρίζει τυραννία
καὶ μάλιστ᾽ ὀσφραίνομαι τῆς Ἱππίου σαν κ' εκείνη του Ιππία.

264
HADJIBABA-2006

τυραννίδος·
620 καὶ πάνυ δέδοικα μὴ τῶν Λακώνων τινὲς Είνε φόβος μήπως ήλθαν Σπαρτιάτες
δεῦρο συνεληλυθότες ἄνδρες ἐς στού Κλεισθένη
Κλεισθένους κ' εκατάφεραν με δόλο κάθε μιά καταραμένη,
τὰς θεοῖς ἐχθρὰς γυναῖκας ἐξεπαίρωσιν να κρατήσουνε το χρήμα, πού 'χουμε [και
δόλῳ πολεμούμε]
καταλαβεῖν τὰ χρήμαθ᾽ ἡμῶν τόν τε
μισθόν,
625 ἔνθεν ἔζων ἐγώ. και τη σύνταξι πού ζούμε.
δεινὰ γάρ τοι τάσδε γ᾽ ἤδη τοὺς πολίτας Είνε τρομερό να βγαίνουν συμβουλές να μας
νουθετεῖν, πουλάνε,
καὶ λαλεῖν γυναῖκας οὔσας ἀσπίδος και για χάλκινες ασπίδες η γυναίκες να μιλάνε,
χαλκῆς πέρι, και να μας συμφιλιώσουν με τους Λάκωνας
καὶ διαλλάττειν πρὸς ἡμᾶς ἀνδράσιν ακόμα,
Λακωνικοῖς, οπού έχουν τόση πίστι, όση κ' ένα λύκου στόμα.
οἷσι πιστὸν οὐδὲν εἰ μή περ λύκῳ
κεχηνότι.
630 ἀλλὰ ταῦθ᾽ ὕφηναν ἡμῖν ἄνδρες ἐπὶ [Δεν είν' αμφιβολία
τυραννίδι. πώς] ολ' αυτά σκαρώσανε να φτιάσουν
ἀλλ᾽ ἐμοῦ μὲν οὐ τυραννεύσουσ᾽, ἐπεὶ τυραννία.
φυλάξομαι Αλλά να γίνουν τύραννοι καιρό δεν θα τους
καὶ φορήσω τὸ ξίφος τὸ λοιπὸν ἐν μύρτου δώσω,
κλαδί, και μέσα σε μυρτιάς κλαδιά το ξίφος μου θα
ἀγοράσω τ᾽ ἐν τοῖς ὅπλοις ἑξῆς χώσω,
Ἀριστογείτονι, και θα σταθώ στην αγορά, και θα παραφυλάττω
ὧδέ θ᾽ ἑστήξω παρ᾽ αὐτόν· αὐτὸς γάρ εκεί στου Αριστογείτονος το άγαλμ' από κάτω.
μοι γίγνεται Έ, τώρα τούτη τη γρηά μου 'ρχεται να την
πιάσω,
635 τῆς θεοῖς ἐχθρᾶς πατάξαι τῆσδε γραὸς τὴν και την παληομασσέλα της [με μια γροθιά] να
γνάθον. σπάσω.

Χορός Γυναικῶν
οὐκ ἄρ᾽ εἰσιόντα σ᾽ οἴκαδ᾽ ἡ τεκοῦσα Όταν καθένας από σας στο σπίτι του γυρίση,
γνώσεται. θα τον ιδή κ' η μάννα του και δεν θα τον
ἀλλὰ θώμεσθ᾽ ὦ φίλαι γρᾶες ταδί γνωρίση.
πρῶτον χαμαί. — Φίλες γρηές! αφήστε τα ετούτα πού κρατείτε.
ἡμεῖς γὰρ ὦ πάντες ἀστοὶ λόγων — Για το καλό της πόλεως μιλούμ' εμείς,
κατάρχομεν πολίται·
τῇ πόλει χρησίμων·
640 εἰκότως, ἐπεὶ χλιδῶσαν ἀγλαῶς ἔθρεψέ και πρέπει, γιατί μ' έθρεψε με χάδια ζηλευτά,
με. και με λαμπρότητα πολλή. Από χρονών εφτά
ἑπτὰ μὲν ἔτη γεγῶσ᾽ εὐθὺς ἠρρηφόρουν· κρατούσα [μια χαρά]
εἶτ᾽ ἀλετρὶς ἦ δεκέτις οὖσα τἀρχηγέτι· μέσ' στης γιορτές της Αθηνάς τα βάζα τα ιερά·
στα δέκα χρόνια μ' έβαζαν και άλεθα [με χάρι]
το ιερό κριθάρι·
645 κᾆτ᾽ ἔχουσα τὸν κροκωτὸν ἄρκτος ἦ και την αρκούδα έκανα με φούστα κροκωτή
Βραυρωνίοις· στης Βαυρωνίας τη γιορτή·
κἀκανηφόρουν ποτ᾽ οὖσα παῖς καλὴ και όταν πεια εγίνηκα μια ώμορφη κοπέλλα,

265
HADJIBABA-2006

᾽χουσ᾽ και το κανίστρι εκράτησα και σύκα μια


ἰσχάδων ὁρμαθόν· τσαπέλλα.
ἆρα προὐφείλω τι χρηστὸν τῇ πόλει Γι' αυτό λοιπόν πρέπει κ' εγώ να δώσω μια καλή
παραινέσαι; στην πόλι συμβουλή.
εἰ δ᾽ ἐγὼ γυνὴ πέφυκα, τοῦτο μὴ Κι' αν η δική μου η ψυχή καλό στην πόλι θέλη,
φθονεῖτέ μοι, κι' αν έτυχε να γεννηθώ γυναίκα, μη σας μέλη, -
650 ἢν ἀμείνω γ᾽ εἰσενέγκω τῶν παρόντων ούτε και αν τα πράματα, πού έχουν χάλι τόσο,
πραγμάτων. εγώ θα διορθώσω.
τοὐράνου γάρ μοι μέτεστι· καὶ γὰρ ἄνδρας Δίνω το μερδικό μου
ἐσφέρω, στην πόλι, το δικό μου.
τοῖς δὲ δυστήνοις γέρουσιν οὐ μέτεσθ᾽ Με άνδρες πάντα κάθε μια το φόρο της
ὑμῖν, ἐπεὶ προσφέρει·
τὸν ἔρανον τὸν λεγόμενον παππῷον ἐκ δεν είσθε σείς για τίποτε, δυστυχισμένοι γέροι!
τῶν Μηδικῶν παρά ξεκοκκαλίζετε τη σύνταξι πού παίρνετε
εἶτ᾽ ἀναλώσαντες οὐκ ἀντεσφέρετε τὰς απ' τον καιρό των Μηδικών, και τίποτε δεν
ἐσφοράς, φέρνετε
655 ἀλλ᾽ ὑφ᾽ ὑμῶν διαλυθῆναι προσέτι και κινδυνεύ' η χώρα
κινδυνεύομεν. ολόκληρη, για χάρι σας, να παραλύση τώρα.
ἆρα γρυκτόν ἐστιν ὑμῖν; εἰ δὲ λυπήσεις τί Έχεις κ' αίτια άλλη
με, για να γκρινιάζεις πάλι;
τῷδέ γ᾽ ἀψήκτῳ πατάξω τῷ κοθόρνῳ Κύττα καλά, κακόμοιρε! γιατ' αν με πιάσ' η
τὴν γνάθον. τρέλλα,
με το σκληρό το τσόκαρο σου σπάζω τη
μασσέλα.

Χορός Γερόντων
ταῦτ᾽ οὖν οὐχ ὕβρις τὰ πράγματ᾽ ἐστὶ Ώ! μ' αυτό πού λένε πάλι
είνε μια βρισιά μεγάλη!
660 πολλή; κἀπιδώσειν μοι δοκεῖ τὸ χρῆμα κι' όλο το κακό ανάβει
μᾶλλον. κι' όλο πέφτουμε στα ίδια-
ἀλλ᾽ ἀμυντέον τὸ πρᾶγμ᾽ ὅστις γ᾽ Έ! τα μέτρα του ας λάβη
ἐνόρχης ἔστ᾽ ἀνήρ. κάθε άνδρας πώχει αρχίδια!
ἀλλὰ τὴν ἐξωμίδ᾽ ἐκδυώμεθ᾽, ὡς τὸν Άς πετάξουμε τας χλαίνας,
ἄνδρα δεῖ -κι' όταν άνδρας είν' κανένας
ἀνδρὸς ὄζειν εὐθύς, ἀλλ᾽ οὐν πρέπει ανδρίκια να μυρίζη,
ἐντεθριῶσθαι πρέπει. και δεν πρέπει τυλιγμένος στα πανιά να
τριγυρίζη.
665 ἀλλ᾽ ἄγετε λευκόποδες, οἵπερ επὶ Λοιπόν εμπρός, λυκόποδες! εμείς, πού νέοι τότε,
Λείψύδριον ἤλθομεν ὅτ᾽ ἦμεν ἔτι, πήγαμε στο Λειψύδιον [κρυφά για συνωμόται,]
νῦν δεῖ νῦν ἀνηβῆσαι πάλιν πρέπει να ξανανηώσουμε και τούτη τη φορά,
κἀναπτερῶσαι νέα να πάρουμε φτερά,
670 πᾶν τὸ σῶμα κἀποσείσασθαι τὸ γῆρας και τα γεράματα μας μακράν να τα πετάξουμε
τόδε. από τα σώματα μας.
εἰ γὰρ ἐνδώσει τις ἡμῶν ταῖσδε κἂν Γιατί αέρα τόσο
σμικρὰν λαβήν, και μόνον αν τους δώσω,
οὐδὲν ἐλλείψουσιν αὗται λιπαροῦς μπορούν να βρούνε τον καιρό
χειρουργίας, να φτιάσουν κάτι τολμηρό:
ἀλλὰ καὶ ναῦς τεκτανοῦνται, μπορούν και πλοία μάλιστα στη θάλασσα να
ρίξουν·

266
HADJIBABA-2006

κἀπιχειρήσουσ᾽ ἔτι
675 ναυμαχεῖν καὶ πλεῖν ἐφ᾽ ἡμἁς ὥσπε, μπορούν και κατ' επάνω μας ακόμη να
Ἀρτεμισία. τραβήξουν,
ἢν δ᾽ ἐφ᾽ ἱππικὴν τράπωνται, διαγράφω να κάνουν ναυμαχία
τοὺς ἱππέας. σαν την Αρτεμισία.
ἱππικώτατον γάρ ἐστι χρῆμα κἄποχον Κι' αν [εύρουν ευκαιρία
γυνή, μια μέρα να] το ρίξουνε και στην καβαλλαρία,
κοὐκ ἂν ἀπολίσθοι τρέχοντος· τὰς δ᾽ —
Ἀμαζόνας σκόπει, το ξέγραψα το ιππικό·
ἃς Μίκων ἔγραψ᾽ ἐθ᾽ ἵππων μαχομένας γιατί το κάθε θηλυκό
τοῖς ἀνδράσιν. έχει για την καβάλλα
κεφάλαια μεγάλα,
και δεν εγλίστρησε ποτέ να πέση στην τρεχάλα.
Δεν παίρνεις το παράδειγμα κι' από της
Αμαζόνες,
στη ζωγραφιά του Μύκωνος, πού πολεμάνε
μόνες
680 ἀλλὰ τούτων χρῆν ἁπασῶν ἐς τετρημένον καβάλλα κατά των ανδρών; Λοιπόν μη της
ξύλον αφήσουμε,
ἐγκαθαρμόσαι λαβόντας τουτονὶ τὸν και το λαιμό τους γρήγορα στο φάλαγγα να
αὐχένα. κλείσουμε.

Χορός Γυναικών
εἰ νὴ τὼ θεώ με ζωπυρήσεις, Μά της δυο θεές! το αίμα κι' αν μ' ανάψη πειό
λύσω τὴν ἐμαυτῆς ὗν ἐγὼ δή, καὶ ποιήσω πολύ,
θ' απολύσω τη χολή,
685 τήμερον τοὺς δημότας βωστρεῖν σ᾽ ἐγὼ θα σου βγάλω μάτια, μύτες,
πεκτούμενον. πού να τρέχης να γυρεύης βοηθούς σου τους
ἀλλὰ χἠμεῖς ὦ γυναῖκες θᾶττον πολίτες.
ἐκδυώμεθα, —Κι' από μας η κάθε μία το κορμί της τώρ' ας
ὡς ἂν ὄζωμεν γυναικῶν αὐτοδὰξ γδύση,
ὠργισμένων. γυναικίλες να μυρίση.
νῦν πρὸς ἔμ᾽ ἴτω τις, ἵνα μή ποτε φάγῃ Κι' όποιος τώρα του βαστά,
σκόροδα, μηδὲ ας ζυγώση εδώ μπροστά,
να του δείξω εγώ, αν σκόρδα του λοιπού θα
ξαναφάη
[για τον πόλεμο να πάη]
690 κυάμους μέλανας. κι' αν θα φάη μαυροκούκκια [για να πάη να
ὡς εἰ καὶ μόνον κακῶς ἐρεῖς, ὑπερχολῶ δικάζη
γάρ, και να κάθεται στην έδρα δίχως να
ξερονυστάζη.]
Μια το στόμα σου μονάχα λέξιν άσχημη να
βγάνη,
και ο θυμός ευθύς με πιάνει,
695 αἰετὸν τίκτοντα κάνθαρός σε μαιεύσομαι. πού θα βγής απ' τον καυγά
οὐ γὰρ ὑμῶν φροντίσαιμ᾽ ἄν, ἢν ἐμοὶ ζῇ όπως από το σκαθάρι κι' ο αητός,—
Λαμπιτὼ χωρίς αυγά!
ἥ τε Θηβαία φίλη παῖς εὐγενὴς Ἰσμηνία. Μα κι' αν στέκεσαι μπροστά μου, δεν με μέλει
οὐ γὰρ ἔσται δύναμις, οὐδ᾽ ἢν ἑπτάκις σὺ πειά γι' αυτό,

267
HADJIBABA-2006

ψηφίσῃ, όσο είν' η Λαμπιτώ,


ὅστις ὦ δύστην᾽ ἀπήχθου πᾶσι καὶ τοῖς κι' όσο βρίσκεται εκεί
γείτοσιν. κ' η Θηβαία Ισμηνία, πούνε κόρη ευγενική.
Κι' αν σωστές φορές εφτά
μας ψηφίσης εναντίον, δεν περνούν 'ς εμάς αυτά,
κακομοίρη, πού γυρεύεις
σε γειτόνους και σε φίλους συφορές να
μαγερεύης.
700 ὥστε κἀχθὲς θἠκάτῃ ποιοῦσα παιγνίαν Χθες ακόμα με της άλλες στης Εκάτης τη γιορτή,
ἐγὼ τούτη την αγαπητή
τοῖσι παισὶ τὴν ἑταίραν ἐκάλεσ᾽ ἐκ τῶν επροσκάλεσα κοπέλλα, πούνε ώμορφη και μέλι
γειτόνων, και της Βοιωτίας χέλι.
παῖδα χρηστὴν κἀγαπητὴν ἐκ Βοιωτῶν Και δεν ήθελαν να στείλουν της γυναίκες τους
ἔγχελυν· δω πέρα
οἱ δὲ πέμψειν οὐκ ἔφασκον διὰ τὰ σὰ από τα ψηφίσματα σου, [οπού βγάνεις κάθε
ψηφίσματα. μέρα.]
κοὐχὶ μὴ παύσησθε τῶν ψηφισμάτων Παύτε τα ψηφίσματα σας, πρίν κανένας σας
τούτων, πρὶν ἂν αρπάξη
705 τοῦ σκέλους ὑμᾶς λαβών τις ἐκτραχηλίσῃ απ' τα γέρικα σας σκέληα, και το σβέρκο σας
φέρων. τινάξη!

Ιππίας και Ίππαρχος, γνωστοί τύραννοι των Αθηνών, υιοί του Πεισιστράτου, των
οποίων ο δεύτερος εφονεύθη υπό του Αριστογείτονος.

Κλεισθένης: Τρυφηλός και συζών μετά πολλών γυναικών.

μυρτιάς κλαδιά Υπονοεί τον τρόπον, δια του οποίου ο Αριστογείτων εφόνευσε τον
Ίππαρχον.

“Αρρηφορία" ελέγετο η μετακόμισις αγγείων, εντός των οποίων αι παρθένοι έφερον


τα “άρρητα" εις την Αθηνάν.

Βαυρών ήτο δήμος Αθηναίων πλησίον του Μαραθώνος, ένθα λέγεται ότι ο
Αγαμέμνων εθυσίασε την Ιφιγένειαν και ουχί εν Αυλίδι. Εκεί μυθολογείται ότι
άρκτος τις δοθείσα εις τον ναόν της Αρτέμιδος εξημερώθη, εν τούτοις ημέραν τινά
κατέσχισε το πρόσωπον παρθένου τινός, της οποίας ο αδελφός εφόνευσε το ζώον. Εκ
τούτου οργισθείσα η Άρτεμις διέταξεν, όπως εκάστη παρθένος από ηλικίας 5-10 ετών
ενδύεται άπαξ ιεράν κροκωτήν εσθήτα και χορεύη ως άρκτος.

Λειψύδιον: Χωρίον ξηρόν και άνυδρον πλησίον της Πάρνηθας, εις το οποίον
συνήλθόν τινες εκ της πόλεως προς συνωμοσίαν, ως βεβαιοί ο Αριστοτέλης εις την
Αθηναίων Πολιτείαν.

Αρτεμισία: Θυγάτηρ του Λυγδάμιδος εξ Εφέσου καταγόμενη, σύμμαχος του Ξέρξου


κατά την εν Σαλαμίνι ναυμαχίαν.

268
HADJIBABA-2006

Μύκων, περίφημος ζωγράφος Αθηναίος, ζωγραφίσας μάχην Αμαζόνων εις την


Ποικίλην Στοάν.

φάλαγγα: Τρυπημένον ξύλον, "κύφων"· εντός της οπής αυτού έκλειον τον λαιμόν
των κακούργων.

αυγά: Κατά Αισώπειον μύθον ελέχθη: οι κάνθαροι καταστρέφουσι τα ωά των αετών.


Ίσως υπονοεί τους όρχεις.

ΙΑΜΒΙΚΗ ΣΚΗΝΗ (706-780)

Χορός Γυναικῶν
ἄνασσα πράγους τοῦδε καὶ Συ, αρχηγέ της πράξεως, για πες μας τί συμβαίνει,
βουλεύματος, πού βγαίνεις τόσο σκυθρωπή και τόσο λυπημένη;
τί μοι σκυθρωπὸς ἐξελήλυθας
δόμων;

269
HADJIBABA-2006

Λυσιστράτη
κακῶν γυναικῶν ἔργα καὶ θήλεια Των γυναικών των πρόστυχων τα έργα τα κακά
φρὴν και τα μυαλά τα θηλυκά
ποιεῖ μ᾽ ἄθυμον περιπατεῖν τ᾽ ἄνω [πού φρόνησι τους λείπει]—
κάτω. έ, να, αυτά μ' εκάμανε να περπατώ με λύπη.

Χορός Γυναικῶν
710 τί φῄς; τί φῄς; Τί λες; τί λες;

Λυσιστράτη
ἀληθῆ, ἀληθῆ. Αλήθεια, ναί.

Χορός Γυναικῶν
τί δ᾽ ἐστὶ δεινόν; φράζε ταῖς σαυτῆς Τ' είν' το κακό πού εστάθη;
φίλαις. Πες το στη φιλαινάδα σου, [πού θέλει να το μάθη.]

Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ αἰσχρὸν εἰπεῖν καὶ σιωπῆσαι Κι' αν σας το πω θα ήν' αισχρό,
βαρύ. κι' αν δεν το πω κακό-ψυχρό.

Χορός Γυναικῶν
μή νύν με κρύψῃς ὅ τι πεπόνθαμεν Μη μας το κρύβης το κακό, και πες το ίσα-ίσα.,
κακόν.

Λυσιστράτη

715 βινητιῶμεν, ᾗ βράχιστον τοῦ λόγου. Κοντολογής, μας έπιασε για το γαμήσι λύσσα!

Χορός Γυναικῶν

ἰὼ Ζεῦ. Ώ Ζεύ!

Λυσιστράτη
τί Ζῆν᾽ ἀυτεῖς; ταῦτα δ᾽ οὖν οὕτως Τί να σου κάνη ο Ζεύς; Αυτό ζητούν να φτιάσουν,
ἔχει. και να της κάνω δεν μπορώ τους άνδρες να
ἐγὼ μὲν οὖν αὐτὰς ἀποσχεῖν οὐκέτι ξεχάσουν.
οἵα τ᾽ ἀπὸ τῶν ἀνδρῶν· Και κατορθώνει κάθε μια με τρόπο να μου φυγή.
διαδιδράσκουσι γάρ.
720 τὴν μέν γε πρώτην διαλέγουσαν τὴν Τη μία, τρύπα μυστική την τσάκωσα ν' ανοίγη—
ὀπὴν μεσ' στου Πανός το ιερό·
κατέλαβον ᾗ τοῦ Πανός ἐστι [κ' η άλλη με σχοινί γερό]
ταὐλίον, κατέβη, απ' του πηγαδιού δεμένη το μαγκάνι·
τὴν δ᾽ ἐκ τροχιλείας αὖ η άλλη πάει στον εχθρό κι' αυτομολία κάνει·
κατειλυσπωμένην, κι' άλλη καβάλλα ήθελε να πάρη ένα σπουργίτι,
τὴν δ᾽ αὐτομολοῦσαν, τὴν δ᾽ ἐπὶ
στρούθου μίαν
ἤδη πέτεσθαι διανοουμένην κάτω

270
HADJIBABA-2006

725 ἐς Ὀρσιλόχου χθὲς τῶν τριχῶν να πέση στου [πορνοβοσκού] Ορσίλοχου το σπίτι,—
κατέσπασα. ως πού την εξεμάλλιασα. Και όλες μου ζητάνε
πάσας τε προφάσεις ὥστ᾽ ἀπελθεῖν προφάσεις, να το σκάσουνε, στα σπίτια τους να
οἴκαδε πάνε.
ἕλκουσιν. ἤδη γοῦν τις αὐτῶν Θα ιδήτε· κάποια έρχεται και πλησιάζει· να τη!
ἔρχεται. —Παρακαλώ, πού το βαλες του λόγου σου τρεχάτη ;
αὕτη σὺ ποῖ θεῖς; (Εισέρχεται η Γυνή Α')

Γυνὴ Α

οἴκαδ᾽ ἐλθεῖν βούλομαι. Θέλω να πάω σπίτι μου. Άφησα 'ς το κατώι
οἴκοι γάρ ἐστιν ἔριά μοι Μιλήσια από τη Μίλητο μαλλιά, κι' ο σκόρος μου τα τρώει.
730 ὑπὸ τῶν σέων κατακοπτόμενα.

Λυσιστράτη
ποίων σέων; Ποιός σκόρος; άφησε τ' αυτά· [τράβα και γύρνα
οὐκ εἶ πάλιν; πίσω!]

Γυναίκα Α
ἀλλ᾽ ἥξω ταχέως νὴ τὼ θεὼ Στης δυο θεές ορκίζομαι, αμέσως θα γυρίσω·
ὅσον διαπετάσασ᾽ ἐπὶ τῆς κλίνης θα πεταχτώ τρεχάτη,
μόνον. να το ξαπλώσω μια στιγμή απάνω στο κρεββάτι.

Λυσιστράτη
μὴ διαπετάννυ, μηδ᾽ ἀπέλθῃς Δεν φεύγεις, ούτε το μαλλί θ' απλώσης τώρα· άσ' το!
μηδαμῇ.

Γυναίκα Α’
ἀλλ᾽ ἐῶ ᾽πολέσθαι τἄρι᾽; Μα θα το χάσω το μαλλί!

Λυσιστράτη
ἢν τούτου δέῃ. Έ, δεν πειράζει· χάσ' το!

Γυνή Β’
735 (εισερχόμενη)
τάλαιν᾽ ἐγώ, τάλαινα τῆς Η δύστυχη! η δύστυχη! και τώρα τί να κάνω,
Ἀμοργίδος, πού το λινάρι τάφησα με δίχως να το ξάνω!
ἣν ἄλοπον οἴκοι καταλέλοιφ᾽.

Λυσιστράτη
αὕθἠτέρα Να κι' άλλη, πού μας κόπιασε το δρόμο της να πάρη,
ἐπὶ τὴν Ἄμοργιν τὴν ἄλοπον γιατί άφησεν ακτύπητο στο σπίτι το λινάρι!
ἐξέρχεται. Πήγαινε μέσα γρήγορα!
χώρει πάλιν δεῦρ᾽.

271
HADJIBABA-2006

Γυναίκα Β
ἀλλὰ νὴ τὴν Φωσφόρον Μα θα γυρίσω πίσω,
ἔγωγ᾽ ἀποδείρασ᾽ αὐτίκα μάλ᾽ μα την Εκάτη, στη στιγμή, αρκεί να το κτυπήσω!
ἀνέρχομαι.
΄
Λυσιστράτη
740 μή μἀποδείρῃς. ἢν γὰρ ἄρξῃς τοῦτο Ας λείψουν τα κτυπήματα· γιατ' έτσι αν αρχίση,
σύ, κι' άλλη θα μας κουβαληθή το ίδιο να ζητήση.
ἑτέρα γυνὴ ταὐτὸν ποιεῖν
βουλήσεται.

Γυνή Γ
(Εισέρχεται η Γυνή Γ' έχουσα εξωγκωμένην την
γαστέρα)
ὦ πότνι᾽ Εἰλείθυι᾽ ἐπίσχες τοῦ Ώ συ, θεά Ειλείθυια! κράτει [με κάθε τρόπο,]
τόκου, για να προφθάσ' η γέννα μου να γίνη 'ς άλλον τόπο,
ἕως ἂν εἰς ὅσιον μόλω ᾽γὼ χωρίον. χωρίς την ιερότητα πού έχει τούτος νάχη.

Λυσιστράτη
τί ταῦτα ληρεῖς; Τί ψαίλνεις συ μονάχη ;

Γυναίκα Γ’
αὐτίκα μάλα τέξομαι. Κύττα! στην ώρα βρίσκομαι της γέννας η καημένη.

Λυσιστράτη
745 ἀλλ᾽ οὐκ ἐκύεις σύ γ᾽ ἐχθές. Έ, μα καλά· συ όμως χθες δεν ήσουν 'γγαστρωμένη.

Γυναίκα Γ’
ἀλλὰ τήμερον. Τί τάχα; είμαι σήμερα. Στείλε με στη στιγμή
ἀλλ᾽ οἴκαδέ μ᾽ ὡς τὴν μαῖαν ὦ να πεταχθώ στο σπίτι μου να φέρω τη μαμή.
Λυσιστράτη
ἀπόπεμψον ὡς τάχιστα.

Λυσιστράτη
τίνα λόγον λέγεις; Μα για ποιο λόγο; τούτο δω μου φαίνεται πολύ
τί τοῦτ᾽ ἔχεις τὸ σκληρόν; σκληρό.

Γυναίκα Γ’
ἄρρεν παιδίον. Α, είν' αρσενικό μωρό.

Λυσιστράτη
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὐ σύ γ᾽, ἀλλ᾽ ἢ Μα τη θεά! εδώ παιδί δεν φαίνεται για νάχη·
χαλκίον σαν τεντζερέδι φαίνεται· στάσου, θα ιδώ μονάχη,
(Ερευνά υπό τον χιτώνα της Γυναικός Γ', και εξάγει,
χαλκήν περικεφαλαίαν)
750 ἔχειν τι φαίνει κοῖλον· εἴσομαι δ᾽ Το κράνος έχωσες εδώ, ανόητη! της Αθηνάς,

272
HADJIBABA-2006

ἐγώ. και λες ότι κοιλοπονάς;


ὦ καταγέλαστ᾽ ἔχουσα τὴν ἱερὰν
κυνῆν
κυεῖν ἔφασκες;

Γυναίκα Γ’
καὶ κυῶ γε νὴ Δία. Μα το θεό, κοιλοπονώ.

Λυσιστράτη
τί δῆτα ταύτην εἶχες; Καλά, κ' εδώ στη ζώνη
το κράνος γιατί τώβαλες;

Γυναίκα Γ’
ἵνα μ᾽ εἰ καταλάβοι Γιατί αν μου 'ρθουν πόνοι
ὁ τόκος ἔτ᾽ ἐν πόλει, τέκοιμ᾽ ἐς τὴν απάνω στην Ακρόπολι, να κάτσω χέρι-χέρι
κυνῆν
755 ἐσβᾶσα ταύτην, ὥσπερ αἱ να κάνω μέσα το παιδί καθώς το περιστέρι.
περιστεραί.

Λυσιστράτη
τί λέγεις; προφασίζει· περιφανῆ τὰ Τί λες! ωραία πρόφασι! μα είνε φανερό!
πράγματα. Γιατί εδώ δεν κάθεσαι να κάνης το μωρό,
οὐ τἀμφιδρόμια τῆς κυνῆς αὐτοῦ και στη δεκάτη μέρα του απάνω ίσα-ίσα,
μενεῖς; μέσα στο κράνος του παιδιού να κάνης τα βαφτίσα;

Γυναίκα Γ’
Γυν Γ ἀλλ᾽ οὐ δύναμαι ᾽γωγ᾽ οὐδὲ Ά, όχι· στην Ακρόπολι εγώ δεν θέλω νάμαι
κοιμᾶσθ᾽ ἐν πόλει, και [μόνη] να κοιμάμαι·
ἐξ οὗ τὸν ὄφιν εἶδον τὸν οἰκουρόν με πήγε ριπιτίδι
ποτε. την ώρα πού αντίκρυσα της Αθηνάς το φίδι.

Γυνὴ Δ (Εισερχόμενη)
760 ἐγὼ δ᾽ ὑπὸ τῶν γλαυκῶν γε τάλαιν᾽ Ωχ, ωχ! Η κακορροίζικη! απ' την αγρύπνια θα
ἀπόλλυμαι χαθώ·
ταῖς ἀγρυπνίαισι κακκαβαζουσῶν ούτε στιγμή να κοιμηθώ
ἀεί. η κουκουβάγες μ' άφησαν!

Λυσιστράτη
ὦ δαιμόνιαι παύσασθε τῶν Παύτε τα παραμύθια,
τερατευμάτων. δαιμονισμένες! θέλετε τους άνδρες σας 'ς ταλήθεια·
ποθεῖτ᾽ ἴσως τοὺς ἄνδρας· ἡμᾶς δ᾽ θαρρείτε πώς δεν θέλουμε να είμεθα μαζύ τους;
οὐκ οἴει δέ ξέρουμε το τί τραβούν της νύχτες μοναχοί τους;
ποθεῖν ἐκείνους; ἀργαλέας γ᾽ εὖ
οἶδ᾽ ὅτι
765 ἄγουσι νύκτας. ἀλλ᾽ ἀνάσχεσθ᾽ Μα λίγο κρατηθήτε
ὦγαθαί, και στενοχωρηθήτε,

273
HADJIBABA-2006

καὶ προσταλαιπωρήσατ᾽ ἔτ᾽ ὀλίγον γιατί το είπε κι' ο χρησμός: η νίκ' είνε δική μας
χρόνον, άν γκρίνιες δεν ανοίξουμε και στάσι μεταξύ μας.
ὡς χρησμὸς ἡμῖν ἐστιν ἐπικρατεῖν, Αυτός λοιπόν είν' ο χρησμός...
ἐὰν
μὴ στασιάσωμεν· ἔστι δ᾽ ὁ χρησμὸς
οὑτοσί.

Γυναίκα Α’
λέγ᾽ αὐτὸν ἡμῖν ὅ τι λέγει. Για πες να τον ακούσουμε.

Λυσιστράτη
σιγᾶτε δή. Ακούστε και σκασμός!
770 ἀλλ᾽ ὁπόταν πτήξωσι χελιδόνες εἰς —“Όταν η χελιδόνες
ἕνα χῶρον, ”θά μαζευθούν σε μια μεριά και θα καθήσουν μόνες
τοὺς ἔποπας φεύγουσαι, ἀπόσχωνταί ”από τους τσαλαπετεινούς μακράν κι' από
τε φαλήτων, αρσενικά,
παῦλα κακῶν ἔσται, τὰ δ᾽ ὑπέρτερα ”θα σταματήσουν τα κακά.
νέρτερα θήσει ”κι' ο Ζεύς όπου βροντά ψηλά [με το τρανό του
Ζεὺς ὑψιβρεμέτης-- χέρι,]
”τά πράματα θα φέρη,
”πού τ' από πάνω θα βρεθή στο κάτω πλακωμένο”.

Γυναίκα Β’
ἐπάνω κατακεισόμεθ᾽ ἡμεῖς; Θα πέφτουμ' από πάνω τους εμείς;—
[καταλαβαίνω.]

Λυσιστράτη
ἢν δὲ διαστῶσιν καὶ ἀναπτῶνται “Η χελιδόνες δε αυτές αν τσακωθούν καμμιά φορά
πτερύγεσσιν
775 ἐξ ἱεροῦ ναοῖο χελιδόνες, οὐκέτι ”κι' από τον ιερό ναό φύγουν και κάνουνε φτερά,
δόξει ”όρνιο ποτέ δεν θα φανή [στόν κόσμο γεννημένο]
ὄρνεον οὐδ᾽ ὁτιοῦν ”πειό πουτανιάρικο απ' αυτές και πειό
καταπυγωνέστερον εἶναι. ξεκωλιασμένο! . . . ”

Γυναίκα Α’
σαφής γ᾽ ὁ χρησμὸς νὴ Δί᾽. Ά, μα τον Δία! ο χρησμός τα λέει παστρικά.

Λυσιστράτη
ὦ πάντες θεοί, Θεοί! ας μη δειλιάσουμε απ' τούτα τα κακά.
μή νυν ἀπείπωμεν ταλαιπωρούμεναι, Περάστε μέσα, φίλες μου, [τα χέρια μας να
ἀλλ᾽ εἰσίωμεν. καὶ γὰρ αἰσχρὸν σφίξουμε]
τουτογὶ και προδοσία στο χρησμό θάνε κακό να δείξουμε.
ὦ φίλταται, τὸν χρησμὸν εἰ
780 Εισέρχονται όλαι εντός των πυλών και τας κλείουν.
προδώσομεν.

274
HADJIBABA-2006

Ορσίλοχος Πορνοβοσκός και μοιχός, κωμωδούμενος και επί θηλυπρεπεία.

Μίλητος Τα έρια της Μιλήτου επροτιμώντο ως εκλεκτότερα.

Ειλείθυια: Θεά προστάτις των τοκετών.

βαφτίσα: Κατά τον Σχολιαστήν η δεκάτη και κατά τον Νεόφυτον Δούκαν η πέμπτη
ημέρα της γεννήσεως του παιδιού, καθ' ην αι φίλαι περιέφερον αυτό γύρω της εστίας
της οικίας· η τελετή αυτή εκαλείτο “αμφιδρόμια".

της Αθηνάς το φίδι: Ο ιερός δράκων της Αθηνάας, φύλαξ του ναού.

χελιδόνες: Εννοεί τάς γυναίκας.

τσαλαπετεινούς: Τους άνδρας.

ΛΥΡΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
(781-828)

Χορός Γερόντων

μῦθον βούλομαι λέξαι τιν᾽ ὑμῖν, ὅν Άκουσ' ένα παραμύθι από το δικό μου στόμα,
ποτ᾽ ἤκουσ᾽ πούχα μια φοράν ακούση, πού μουνα παιδί ακόμα.
αὐτὸς ἔτι παῖς ὤν.

275
HADJIBABA-2006

785 οὕτως ἦν νεανίσκος Μελανίων τις, Λοιπόν ήταν ένας νέος, Μελανίων τώνομά του,
ὃς φεύγων γάμον ἀφίκετ᾽ ἐς μια φορά, όπου το γάμο δεν τον ήθελ' η καρδιά
ἐρημίαν, του,
κἀν τοῖς ὄρεσιν ᾤκει· και την ερημιά επήρε και τα όρη εκατοικούσε·
κᾆτ᾽ ἐλαγοθήρει
790 πλεξάμενος ἄρκυς, είχε και σκυλλί και δίχτυ και λαγούς εκυνηγούσε.
καὶ κύνα τιν᾽ εἶχεν, Λοιπόν έτσι, τής γυναίκες είχε τόσο σιχαθή,
κοὐκέτι κατῆλθε πάλιν οἴκαδ᾽ ὑπὸ πού σε πόλι και σε σπίτι δεν μπορούσε να σταθή,—
μίσους.
οὕτω τὰς γυναῖκας ἐβδελύχθη
795 ᾽κεῖνος, ἡμεῖς τ᾽ οὐδὲν ἧττον μα κοντεύω κι' από κείνον πειό πολύ να σε
τοῦ Μελανίωνος οἱ σώφρονες. μισήσω·

Γέρων
βούλομαί σε γραῦ κύσαι-- μολαταύτα σαν να θέλω, βρε γρηά, να σε φιλήσω.

Γυνή

κρόμμυόν τἄρ᾽ οὐκ ἔδει. Αλλ' ανάγκη πειά δεν θάχης από κρομμυδιού
κομμάτια
να σου κλάψουνε τα μάτια.
Γέρων
κἀνατείνας λακτίσαι. Και το πόδι θα σηκώσω
με κλωτσιές να σε φορτώσω.
Γυναίκ
α
800 τὴν λόχμην πολλὴν φορεῖς. Βλέπω πούχεις κρεμασμένη
γενειάδα φυτρωμένη.

Χορός Γερόντων

καὶ Μυρωνίδης γὰρ ἦν Μα κι' αυτός ο Μυρωνίδης τους εχθρούς εφόβιζ'


τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός όλους
τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν, με τους μαύρους του τους κώλους
ὥς δὲ καὶ Φορμίων. και με την τραχεία του όψι, —όπως κάνει κι ο
Φορμίων.

Χορός Γυναικῶν

805 κἀγὼ βούλομαι μῦθόν τιν᾽ ὑμῖν Αφού είπες συ εκείνο, πού καμεν ο Μελανίων,
ἀντιλέξαι έχω και εγώ σκοπό
τῷ Μελανίωνι. ένα μύθο να σου ειπώ:
Τίμων ἦν ἀίδρυτός τις ἀβάτοισιν Κάποιος Τίμων είχε ζήση, με μορφή
σκουντουφλιασμένη,
810 ἐν σκώλοισι τὸ πρόσωπον λες και ήτανε μ' αγκάθια γύρω-γύρω της φραγμένη,
περιειργμένος, όπως βράχος Ερινύων. Έ, λοιπόν, αυτός ό Τίμων
Ἐρινύων ἀπορρώξ. έφυγεν από το πλήθος των κακών και των ατίμων.

276
HADJIBABA-2006

οὗτος οὖν ὁ Τίμων


*
ᾤχεθ᾽ ὑπὸ μίσους
815 πολλὰ καταρασάμενος ἀνδράσι Τους αχρείους όπως είσθε, είχε σιχαθή κι' αυτός,
πονηροῖς. —
οὕτω ᾽κεῖνος ὑμῶν ἀντεμίσει κι' όμως ήταν στης γυναίκες τρυφερός κι'
τοὺς πονηροὺς ἄνδρας ἀεί, αγαπητός,—
820 ταῖσι δὲ γυναιξὶν ἦν φίλτατος.

Γυναίκα
τὴν γνάθον βούλει θένω; Τη μασσέλα θα σου σπάσω!

Γέρων
μηδαμῶς· ἔδεισά γε. Καλέ σώπα! μην το κάνης,—κι' απ' το φόβο θα τα
χάσω

Γυναίκα
ἀλλὰ κρούσω τῷ σκέλει; Νά, τα σκέλια θά σηκώσω και θα σε κλωτσήσω.

Γέρων
τὸν σάκανδρον ἐκφανεῖς. Κτύπα!
να σου ιδούμε και την τούπα.
Χορός Γυναικών

825 ἀλλ᾽ ὅμως ἂν οὐκ ἴδοις Τώρα 'ς τα γεράματα μου δεν θα ιδής αυτήν τη
καίπερ οὔσης γραὸς ὄντ᾽ αὐτὸν χάρι,
κομήτην, ἀλλ᾽ ἀπεψιλωμένον γιατί τόχω μαδημένο σαν να το κάψε λυχνάρι.
τῷ λύχνῳ.

Μελανίων ή Μειλανίων, σύζυγος της Αταλάντης, μεταμορφωθείς εις λέοντα.


Ενταύθα αναγράφει τον μύθον προς ειρωνείαν, διότι ο Μελανίων, συναντηθείς μετά
της Αταλάντης εις κυνήγιον επί των ορέων της Αρκαδίας, την κατεδίωξε και την
εβίασεν.

Μελανίων και Φορμίων. Γενναίοι στρατηγοί, Τους μελαμπύγους εθεώρουν


γενναίους, τουναντίον δε δειλούς και θηλυπρεπείς τους λευκοπύγους.

Τίμων ο Μισάνθρωπος: ούτος αποφεύγων τους ανθρώπους, κατέφυγεν εις ερημικά


μέρη· καταπεσών δε από απιδέαν και μη θέλων να προσκαλέση ιατρόν να περιποιηθή
το τραύμα του, απέθανεν εκ γαγγραίνης, ο δε τάφος του κατεκλύσθη υπό της
θαλάσσης επί της οδού της οδηγούσης από Πειραιώς εις Σούνιον.

277
HADJIBABA-2006

ΔΥΟ ΙΑΜΒΙΚΕΣ ΣΚΗΝΕΣ ΜΕ


(954-979)
ΑΝΑΠΑΙΣΤΙΚΟ ΞΕΣΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ
(829-1013)

Λυσιστράτη
(επί του τείχους)
ἰοὺ ἰοὺ γυναῖκες ἴτε δεῦρ᾽ ὡς Έ, έ! γυναίκες! γρήγορα ελάτ' εδώ!
ἐμὲ

278
HADJIBABA-2006

830 ταχέως.
Γυναίκα
τί δ᾽ ἔστιν; εἰπέ μοι τίς ἡ βοή; Τί τρέχει;
ποιός είν' αυτός ο θόρυβος, και ποιάν αιτίαν έχει;
Λυσιστράτη
ἄνδρ᾽ <ἄνδρ᾽> ὁρῶ προσιόντα Να! βλέπω άνδρα πού τραβά εδώ 'ς το τείχος ίσα·
παραπεπληγμένον, τον έχει πιάση, φαίνεται, για της γυναίκες λύσσα.
τοῖς τῆς Ἀφροδίτης ὀργίοις
εἰλημμένον.

Mυρρίνη
ὦ πότνια Κύπρου καὶ Κυθήρων Συ, των Κυθήρων η θεά, [η αφρογεννημένη,]
καὶ Πάφου πούσαι στην Πάφο [λατρευτή], στην Κύπρο
μεδέουσ᾽, ἴθ᾽ ὀρθὴν ἥνπερ ἔρχι [δοξασμένη],
τὴν ὁδόν. 'ς αυτόν τον δρόμο πού άνοιξες, δύναμι τώρα δίνε
να πάρη τον ανήφορο.
Γυναίκα
835 ποῦ δ᾽ ἐστὶν ὅστις ἐστί; Ποιός έρχεται; πού είνε ;

Λυσιστράτη
παρὰ τὸ τῆς Χλόης. Εκεί στης Χλόης το ιερό επρόβαλε τρεχάτος.

Γυναίκα
ὢ νὴ Δί᾽ ἔστι δῆτα. τίς κἀστίν Ώ, μα τον Δία! να τος!
ποτε; Ποιος νάνε ;

Λυσιστράτη Τον γνωρίζετε καμμιά από σας ; για ιδήτε.


ὁρᾶτε· γιγνώσκει τις ὑμῶν;

νὴ Δία
Μυρρίνη
ἔγωγε· κἀστὶν οὑμὸς ἀνὴρ Τον ξέρω· για σταθήτε·
Κινησίας. αυτός είνε ο άνδρας μου, ο Κινησίας.

Λυσιστράτη
σὸν ἔργον ἤδη τοῦτον ὀπτᾶν καὶ Έλα,
στρέφειν ψήσε τον, στριφογύρισ' τον, δείξε πώς έχεις τρέλλα
840 κἀξηπεροπεύειν καὶ φιλεῖν καὶ μὴ γι' αυτόν, πως δεν τον αγαπάς κατόπιν, κι' ό,τι
φιλεῖν, άλλο,
καὶ πάνθ᾽ ὑπέχειν πλὴν ὧν οξ' απ' αυτό πού δώσαμε τον όρκο τον μεγάλο.
σύνοιδεν ἡ κύλιξ.

Μυρρίνη
ἀμέλει ποιήσω ταῦτ᾽ ἐγώ. Ά! μη σε μέλη κ' έννοια σου· κουνούπι θα του γίνω.

279
HADJIBABA-2006

Λυσιστράτη
καὶ μὴν ἐγὼ Κ' εγώ μαζύ θα μείνω
ξυνηπεροπεύσω <σοι> να του σηκώσω τα μυαλά και να τον ξεροψήσω.
παραμένουσ᾽ ἐνθαδί, (Προς τάς λοιπάς)
καὶ ξυσταθεύσω τοῦτον. ἀλλ᾽ Πηγαίνετε πειό πίσω.
ἀπέλθετε. (Άπασαι αι επί του τείχους γυναίκες και η Μυρρίνη
κρύπτονται).

Κινησίας (ερχόμενος κάτωθεν του τείχους)


845 οἴμοι κακοδαίμων, οἷος ὁ Πω, πω, πω! ο κακομοίρης! τί σπασμός πού μ' έχει
σπασμός μ᾽ ἔχει πιάση,
χὠ τέτανος ὥσπερ ἐπὶ τροχοῦ λες και στον τροχό με δέσαν.
στρεβλούμενον.

Λυσιστράτη
τίς οὗτος οὑντὸς τῶν φυλάκων Έ! τίς εί! πού 'χεις περάση
ἑστώς; μέσ' στους φύλακας;

Κινησίας
ἐγώ. Εγώ, είμαι!

Λυσιστράτη
ἀνήρ; Άνδρας είσαι;

Κινησίας
ἀνὴρ δῆτ᾽. Άνδρας, πώς;

Λυσιστράτη
οὐκ ἄπει δῆτ᾽ ἐκποδών; Θέν θα φυγής;
Κινησίας
σὺ δ᾽ εἶ τίς ἡκβάλλουσά μ᾽; Τ' είσαι τάχα συ που μου το λες;
Λυσιστράτη
ἡμεροσκόπος. Σκοπός.
Κινησίας
850 πρὸς τῶν θεῶν νυν ἐκκάλεσόν Φώναξε μου τη Μυρρίνη να βγή έξω, στο θεό σου!
μοι Μυρρίνην.
Λυσιστράτη
ἰδοὺ καλέσω ᾽γὼ Μυρρίνην σοι; Ακου! θέλει τη Μυρρίνη να φωνάξω! σε καλό του!
σὺ δὲ τίς εἶ; Και του λόγου σου ποιος είσαι, [όπου προσταγές
μας δίδεις;]

Κινησίας
ἀνὴρ ἐκείνης, Παιονίδης Είμ' ό άνδρας ο δικός της,Κινησίας Π ε ο ν ί δ η ς.
Κινησίας.

Λυσιστράτη

280
HADJIBABA-2006

ὦ χαῖρε φίλτατ᾽· οὐ γὰρ ἀκλεὲς Συ 'σαι, φίλτατέ μου; Γειά σου!


τοὔνομ κάθε μιά μας τώνομά σου,
τὸ σὸν παρ᾽ ἡμῖν ἐστιν οὐδ᾽ όχι και με δίχως δόξα εδώ πέρα το γνωρίζει·
ἀνώνυμον.
855 ἀεὶ γὰρ ἡ γυνή σ᾽ ἔχει διὰ η γυναίκα σου στο στόμα τώχει και το πιπιλίζει,
στόμα. κ' είτ' αυγό κρατεί στο χέρι
κἂν ᾠὸν ἢ μῆλον λάβῃ, είτε μήλο, το φυλάει πάντοτε να το προσφέρη
“Κινησίᾳ στον καλό της Κινησία, [πού τον άφησε στο σπίτι.]
τουτὶ γένοιτο,” φησίν.

Κινησίας
ὢ πρὸς τῶν θεῶν. Αχ! για το θεό! [χρυσό μου!]

Λυσιστράτη
νὴ τὴν Ἀφροδίτην· κἂν περὶ Ώ, ναί, μα την Αφροδίτη!
ἀνδρῶν γ᾽ ἐμπέσῃ Κι' αν συμβή καμμιά κουβέντα για τους άνδρας μας
λόγος τις, εἴρηκ᾽ εὐθέως ἡ σὴ να γίνη,
γυνὴ πάντοτε μας λέει εκείνη:
860 ὅτι λῆρός ἐστι τἄλλα πρὸς [“όλ' αυτά πού λέτ' αλήθεια],
Κινησίαν. μα μπροστά στον Κινησία είνε όλοι κολοκύθια!”.

Κινησίας
ἴθι νυν κάλεσον αὐτήν. Τρέχα, τρέχα φώναξε τη!

Λυσιστράτη
τί οὖν; δώσεις τί μοι; Κάτι τι δεν θα θελήσης
και 'ς εμένα να χαρίσης;

Κινησίας
ἔγωγέ <σοι> νὴ τὸν Δί᾽, ἢν (χειρονομών καταλλήλως)
βούλῃ γε σύ· Άκου λέει! Μα τον Δία, να το θέλης μόνο φθάνει·
ἔχω δὲ τοῦθ᾽· ὅπερ οὖν ἔχω, τούτο μού τυχε να έχω,—σου το δίνω [αν σου
δίδωμί σοι. κάνη.]

Λυσιστράτη
φέρε νυν καλέσω καταβᾶσά σοι. Στάσου λίγο· κατεβαίνω να σου την φωνάξω τώρα.
(εισέρχεται)

Κινησίας
ταχύ νυν πάνυ. Τρέχα γρήγορα και φέρ' τη· γιατί άχ! από την ώρα
865 ὡς οὐδεμίαν ἔχω γε τῷ βίῳ που μου έφυγε απ' το σπίτι [κι' από μένα μένει
χάριν, χώρια,]
ἐξ οὗπερ αὕτη ᾽ξῆλθεν ἐκ τῆς στη ζωή δεν βρίσκω χάρι . . . μπαίνω μέσα,
οἰκίας· στενοχώρια...
ἀλλ᾽ ἄχθομαι μὲν εἰσιών, ἔρημα όλα έχουνε ρημάξη ....
δὲ άνοστο και το φαί μου.... κι' απ' την καύλα έχω

281
HADJIBABA-2006

εἶναι δοκεῖ μοι πάντα, τοῖς δὲ λυσσάξη!


σιτίοις Εξέρχεται η ΜΥΡΙΝΗ εις το τείχος
χάριν οὐδεμίαν οἶδ᾽ ἐσθίων·
ἔστυκα γάρ.

Μυρρίνη
870 φιλῶ φιλῶ ᾽γὼ τοῦτον· ἀλλ᾽ οὐ (ωσεί μονολογούσα)
βούλεται Τον αγαπώ, τον αγαπώ, κι' όμως αυτός δεν θέλει
ὑπ᾽ ἐμοῦ φιλεῖσθαι. σὺ δ᾽ ἐμὲ καθόλου την αγάπη μου· λοιπόν σαν δεν τον μέλη,.
τούτῳ μὴ κάλει. τι μ' έφερες εδώ γι' αυτόν;

Κινησίας
ὦ γλυκύτατον Μυρρινίδιον τί Γλυκό μου Μυρρηνάκι!
ταῦτα δρᾷς; Γιατί μου κλείσθηκες αυτού; [έλα μ' εμέ λιγάκι.]
κατάβηθι δεῦρο.

Μυρρίνη
μὰ Δί᾽ ἐγὼ μὲν αὐτόσ᾽ οὔ. Κάτω εγώ;! μα τον θεό, ούτε στο νου το βάζω.

Κινησίας
ἐμοῦ καλοῦντος οὐ καταβήσει Μυρρίνη! πώς; δέν έρχεσαι 'ς εμέ, πού σε φωνάζω;
Μυρρίνη;

Μυρρίνη
875 οὐ γὰρ δεόμενος οὐδὲν ἐκκαλεῖς Ανάγκες από μένα συ δεν έχεις πειά πολλές.
ἐμέ.

Κινησίας
ἐγὼ οὐ δεόμενος; ἐπιτετριμμένος Δεν έχω ανάγκη εγώ για σε; [Μα τ' είν' αυτά πού
μὲν οὖν. λες;]
Εγώ εκαταστράφηκα χωρίς εσέ.

Μυρρίνη
ἄπειμι. Θα φύγω.

Κινησίας
μὴ δῆτ᾽, ἀλλὰ τῷ γοῦν παιδίῳ Στάσου ακόμα λίγο.
ὑπάκουσον· οὗτος οὐ καλεῖς τὴν (Σπεύδει εις τα παρασκήνια και οδηγεί υπηρέτην
μαμμίαν; φέροντα παιδίον.)
Άκουσε το παιδάκι μας,
(Προς το παιδίον)
Τί στέκεσαι, βρε βλάκα;
φώναξε τη μαμάκα σου.

Παῖς Κινησίου
μαμμία, μαμμία, μαμμία. Μαμάκα μου! μαμάκα!

282
HADJIBABA-2006

880 Κινησίας αὕτη τί πάσχεις; οὐδ᾽ ἐλεεῖς τὸ Βρε συ! μα ούτε το παιδί λυπάσαι, σαν μητέρα,
παιδίον πούν' άπλυτο και αβύζαχτο για έκτη τώρα μέρα;
ἄλουτον ὂν κἄθηλον ἕκτην
ἡμέραν;

Μυρρίνη
ἔγωγ᾽ ἐλεῶ δῆτ᾽· ἀλλ᾽ ἀμελὴς Εγώ λυπάμαι το παιδί· μα 'κείνος όπου μένει
αὐτῷ πατὴρ σκληρός, ειν' ο πατέρας του.
ἔστιν.

Κινησίας
κατάβηθ᾽ ὦ δαιμονία τῷ παιδίῳ. Μωρή δαιμονισμένη!
κατέβα χάριν του παιδιού!

Μυρρίνη
οἷον τὸ τεκεῖν· καταβατέον. τί Η μάννα δεν ξεχάνει
γὰρ πάθω; το σπλάγχνο της· ας κατεβώ· τί τάχα θα μου κάνη;
(Εισέρχεται)

Κινησίας
885 ἐμοὶ γὰρ αὕτη καὶ νεωτέρα δοκεῖ Μωρέ, αυτή μου φαίνεται πειό νηά ότι τη βρήκα,
πολλῷ γεγενῆσθαι κἀγανώτερον και τώρα έχει πειό πολλή μεσ' στη ματιά της γλύκα·
βλέπειν· κι' όσο μου κάνει αντίστασι, κι' όσο μου κάνει νάζι,
χἂ δυσκολαίνει πρὸς ἐμὲ καὶ τόσο του πόθου της φωτιές μέσ' στην καρδιά μου
βρενθύεται, βάζει.
ταῦτ᾽ αὐτὰ δή ᾽σθ᾽ ἃ κἄμ᾽
ἐπιτρίβει τῷ πόθῳ.

Μυρρίνη
ὦ γλυκύτατον σὺ τεκνίδιον κακοῦ (εξέρχεται εκ του παρασκηνίου και σπεύδει προς το
πατρός, παιδίον)
Γλυκό παιδί, ενός μπαμπά με διαστρεμμένη φύσι!
890 φέρε σε φιλήσω γλυκύτατον τῇ έλα στη μητερίτσα σου να σε γλυκοφιλήση.
μαμμίᾳ.

Κινησίας
τί ὦ πονήρα ταῦτα ποιεῖς (συλλαμβάνων αυτήν)
χἀτέραις Παληογυναίκα συ! γιατί σε πείσανε η άλλες,
πείθει γυναιξί, κἀμέ τ᾽ ἄχθεσθαι και φασαρίες άνοιξες στον άνδρα σου μεγάλες,
ποιεῖς πού έτσι βλάπτεσαι και συ, κ' εκείνος υποφέρει;
αὐτή τε λυπεῖ;

Μυρρίνη
μὴ πρόσαγε τὴν χεῖρά μοι. Παρακαλώ! μη ακουμπάς επάνω μου το χέρι!

283
HADJIBABA-2006

Κινησίας
τὰ δ᾽ ἔνδον ὄντα τἀμὰ καὶ σὰ Κι' άφησες τόσα πράγματα έρμα στο σπίτι χάμου
χρήματα
895 χεῖρον διατίθης. δικά σου και δικά μου;

Μυρρίνη
ὀλίγον αὐτῶν μοι μέλει. Μπα, δεν με μέλει τέσσαρα.

Κινησίας
ὀλίγον μέλει σοι τῆς κρόκης Βρε μίλα λογικά·
φορουμένης και τα κοκκόρια πού τρυπούν τα [δόλια] πανικά;
ὑπὸ τῶν ἀλεκτρυόνων;

Μυρρίνη
ἔμοιγε νὴ Δία. Ας τα τρυπούν.

Κινησίας
τὰ <δὲ> τῆς Ἀφροδίτης ἱέρ᾽ Τόσον καιρόν πού λείπεις απ' το σπίτι,
ἀνοργίαστά σοι θυσία πειά δεν έκαμες καμμιά στην Αφροδίτη.
χρόνον τοσοῦτόν ἐστιν. οὐ βαδιεῖ Λοιπόν δεν θα ρθης σπίτι σου;
πάλιν;

Μυρρίνη
900 μὰ Δί᾽ οὐκ ἔγωγ᾽, ἢν μὴ Α, τούτο δεν θα γίνη,
διαλλαχθῆτέ γε εάν δεν παύση ο πόλεμος κι αν δεν κλεισθή ειρήνη.
καὶ τοῦ πολέμου παύσησθε.

Κινησίας
τοιγάρ, ἢν δοκῇ, Ησύχασε παρακαλώ·
ποιήσομεν καὶ ταῦτα. κι αυτό θα γίνη γρήγορα, αν μας φανή καλό.

Μυρρίνη
τοιγάρ, ἢν δοκῇ, Έ, όταν σας φανή καλό, θα ρθώ κ' εγώ κοντά σου·
κἄγωγ᾽ ἄπειμ᾽ ἐκεῖσε· νῦν δ᾽ μα όρκο τώρα έκανα [και κάτω τα ξερά σου!]
ἀπομώμοκα.
Κινησίας

σὺ δ᾽ ἀλλὰ κατακλίνηθι μετ᾽ Καλά· μα έλα μιά στιγμή να πέσουμ' εδώ πάνω.
ἐμοῦ διὰ χρόνου.

905 Μυρρίνη οὐ δῆτα· καίτοι σ᾽ οὐκ ἐρῶ γ᾽ Δεν λέγω πώς δεν σ' αγαπώ,— μα όχι, δεν το κάνω.
ὡς οὐ φιλῶ.

284
HADJIBABA-2006

Κινησίας
φιλεῖς; τί οὖν οὐ κατεκλίνης ὦ Αχ, μ' αγαπάς; λοιπόν γιατί δεν πέφτεις,
Μύρριον; Μυρρινάκι,
μαζύ μ' εμέ λιγάκι;

Μυρρίνη
ὦ καταγέλαστ᾽ ἐναντίον τοῦ Γελοίε! τέτοια πράγματα, και στο παιδί μπροστά;!
παιδίου;

Κινησίας
μὰ Δί᾽ ἀλλὰ τοῦτό γ᾽ οἴκαδ᾽ ὦ Μα το θεό! πολύ σωστά!
Μανῆ φέρε. (Προς τον υπηρέτην)
ἰδοὺ τὸ μέν σοι παιδίον καὶ δὴ —Μωρέ Μανή! πάρ' το παιδί και πήγαινε στη
᾽κποδών, χώρα.
(Ο υπηρέτης απέρχεται)
910 σὺ δ᾽ οὐ κατακλίνει. —Να, έφυγε και το παιδί, έ, δεν θα πέσης τώρα;

Μυρρίνη
ποῦ γὰρ ἄν τις καὶ τάλαν Δύστυχε! πού θα κάνουμε λοιπόν τέτοια δουλειά;
δράσειε τοῦθ᾽;

Κινησίας
ὅπου; τὸ τοῦ Πανὸς καλόν. Θάνε καλά μέσ' στου Πανός να πάμε τη σπηλιά.

Μυρρίνη
καὶ πῶς ἔθ᾽ ἁγνὴ δῆτ᾽ ἂν Και απ' αυτό τ' αμάρτημα ποιος θα με καθαρίση;
ἔλθοιμ᾽ ἐς πόλιν;

Κινησίας
κάλλιστα δήπου λουσαμένη τῇ Και στης Κλεψύδρας μια στιγμή δεν πλύνεσαι τη
Κλεψύδρᾳ. βρύσι;

Μυρρίνη
ἔπειτ᾽ ὀμόσασα δῆτ᾽ ἐπιορκήσω Βρε δυστυχή! ωρκίσθηκα και θα γενής αιτία
τάλαν; να γίνω και επίορκος.

Κινησίας
915 εἰς ἐμὲ τράποιτο· μηδὲν ὅρκου Σ' εμε κ' η αμαρτία.
φροντίσῃς.

Μυρρίνη
φέρε νυν ἐνέγκω κλινίδιον νῷν. Στάσου τουλάχιστον να βρω κανένα κρεββατάκι.

Κινησίας
μηδαμῶς. Μπα! δεν βαρυέσαι; πέφτουμε και χάμου για

285
HADJIBABA-2006

ἀρκεῖ χαμαὶ νῷν. λιγάκι.

Μυρρίνη
μὰ τὸν Ἀπόλλω μή σ᾽ ἐγὼ Τιί λες; μα τον Απόλλωνα, σαν το δικό σου σώμα
καίπερ τοιοῦτον ὄντα κατακλινῶ ποτέ δεν θα παραδεχθώ να κυλισθή στο χώμα.
χαμαί. (Απέρχεται)

Κινησίας
ἥ τοι γυνὴ φιλεῖ με, δήλη ᾽στὶν Τούτ' η γυναίκα η καψερή
καλῶς. μου έχει αγάπη φοβερή.

Μυρρίνη
920 ἰδοὺ κατάκεισ᾽ ἀνύσας τι, κἀγὼ (κατερχομένη με δύο δίποδα ηνωμένα δια πανίου)
᾽κδύομαι. Να, πέσε και ξαπλώσου,
καίτοι, τὸ δεῖνα, ψίαθός ἐστ᾽ και τώρα θα γδυθώ κ' εγώ [και θά ρθω στο πλευρό
ἐξοιστέα. σου.]
(Προσποιείται ότι εκδύεται και αίφνης
ανακόπτεται)
Μπά! είδες πού εξέχασα να φέρω το ψαθί;

Κινησίας
ποία ψίαθος; μὴ μοί γε. Άφ' το κι' ας λείψη το ψαθί· ας πάη να χαθή!

Μυρρίνη
νὴ τὴν Ἄρτεμιν, Ά, όχι μα την Αρτεμι· αυτό δεν θα το κάνω
αἰσχρὸν γὰρ ἐπὶ τόνου γε. μέσ' στο πανί απάνω.

Κινησίας
δός μοί νυν κύσαι. Έλα να σε φιλήσω!
(Η Μυρρίνη πλησιάζει και την φιλεί)

Μυρρίνη
ἰδού.

Κινησίας
παπαιάξ· ἧκέ νυν ταχέως πάνυ. Μπώ, μπώ! τρομάρες!... γρήγορα να μου γυρίσης
πίσω!
(Η Μυρρίνη απέρχεται και επανέρχεται αμέσως
κομίζουσα ψάθαν)

Μυρρίνη
925 ἰδοὺ ψίαθος· κατάκεισο, καὶ δὴ Να ψάθα· πέσε, να γδυθώ.
᾽κδύομαι. (Προσποιείται ότι εκδύεται και ανακόπτεται)
καίτοι, τὸ δεῖνα, προσκεφάλαιον Ώ η οργή να πάρη!
οὐκ ἔχεις. δεν έχεις μαξιλάρι!

286
HADJIBABA-2006

Κινησίας
ἀλλ᾽ οὐδὲ δέομ᾽ ἔγωγε. Δεν έχω ανάγκη απ' αυτό.

Μυρρίνη
νὴ Δί᾽ ἀλλ᾽ ἐγώ. Α! έχω και πολλή.
(φεύγει)

Κινησίας
ἀλλ᾽ ἢ τὸ πέος τόδ᾽ Ἡρακλῆς Αχ! τούτη η ψωλή
ξενίζεται. τον Ηρακλή, ως φαίνεται, θα έχη μουσαφίρη,
[πού τελευταίος έφθανε στο κάθε πανηγύρι.]

Μυρρίνη
ἀνίστασ᾽, ἀναπήδησον. ἤδη (επανέρχεται φέρουσα προσκεφάλαιον)
πάντ᾽ ἔχω. Σήκω απάνω! πήδησε!
(Τοποθετεί το προσκεφάλαιον)
Έ, όλα τάχεις τώρα.

Κινησίας
930 ἅπαντα δῆτα. δεῦρό νυν ὦ Όλα, χρυσό μου! έλα πειά, [μη χάνουμε την ώρα.]
χρύσιον.

Μυρρίνη
τὸ στρόφιον ἤδη λύομαι. Να ξεκουμπώσω μιά στιγμή την πόρπη· μη ξεχάσης
μέμνησό νυν· και για τη συμφιλίωσι, πού είπες, με γελάσης.
μή μ᾽ ἐξαπατήσῃς τὰ περὶ τῶν
διαλλαγῶν.

Κινησίας
νὴ Δί᾽ ἀπολοίμην ἆρα. Αν το ξεχάσω, να χαθώ!

Μυρρίνη
σισύραν οὐκ ἔχεις. Κουβέρτα πού δεν έχεις;

Κινησίας
μὰ Δί᾽ οὐδὲ δέομαί γ᾽, ἀλλὰ Ούφ! τώρα πού να τρέχης
βινεῖν βούλομαι. [καιί πάλι σούρτα φέρτα
να πας να βρής κουβέρτα;]
Κουβέρτες δεν χρειάζομαι, - μα θέλω να γαμήσω.

Μρυρίνη
935 ἀμέλει ποιήσεις τοῦτο· ταχὺ γὰρ Κι' αυτό θα γίνη· μια στιγμή και πάλι θα γυρίσω.
ἔρχομαι. (φεύγει)
Κινησίας
ἅνθρωπος ἐπιτρίψει με διὰ τὰ Μωρέ αυτό το θηλυκό

287
HADJIBABA-2006

στρώματα. μου φτιάνει με τα στρώματα περσσότερο κακό!

Μυρρίνη
ἔπαιρε σαυτόν. (φέρουσα σκέπασμα)
Έ, σήκω τώρα μια στιγμή [ν' αναπαυθής καλήτερα]
Κινησίας

ἀλλ᾽ ἐπῆρται τοῦτό γε. Δεν βλέπεις πού σηκώθηκεν ετούτο μου
προτήτερα!

Μυρρίνη
βούλει μυρίσω σε; Θέλεις και λίγες μυρουδιές [να σού ρθουνε στη
μύτη;]

Κινησίας
μὰ τὸν Ἀπόλλω μὴ μέ γε. Όχι, μα τον Απόλλωνα!

Μυρρίνη
νὴ τὴν Ἀφροδίτην ἤν τε βούλῃ γ᾽ Ά, μα την Αφροδίτη,
ἤν τε μή. [θα μου μοσχομυρίσης]
θελήσης, δεν θελήσης·
(εξάγει φιαλίδιον)

Κινησίας
940 εἴθ᾽ ἐκχυθείη τὸ μύρον ὦ Ζεῦ Αφέντη Δία! δώσε μια και χύσε το ευθύς!
δέσποτα.

Μυρρίνη
πρότεινέ νυν τὴν χεῖρα κἀλείφου Άπλωσ' το χέρι σου λοιπόν και πάρε ν' αλειφθής.
λαβών.

Κινησίας
οὐχ ἡδὺ τὸ μύρον μὰ τὸν (αλειφόμενος δια του μύρου)
Ἀπόλλω τουτογί, Μα τον Απόλλωνα! κι' αυτό
εἰ μὴ διατριπτικόν γε κοὐκ ὄζον όταν μας τρώη τον καιρό, είν' άνοστο και περιττό,
γάμων. κι' όταν δεν έρχεται μαζύ [με τη δική του ευωδιά,]
του γαμησιου η μυρουδιά!

Μυρρίνη
τάλαιν᾽ ἐγὼ τὸ ῾Ρόδιον ἤνεγκον Πω, πω! η κακομοίρα!
μύρον. τί έπαθα! σου έφερα, καλέ, της Ρόδου μύρα.

Κινησίας
945 ἀγαθόν· ἔα αὔτ᾽ ὦ δαιμονία. Είνε κι' αυτό καλό πολύ·
άφησε τάλλα, βρε τρελλή.

288
HADJIBABA-2006

Μυρρίνη
ληρεῖς ἔχων. Για πες μου! αστειεύεσαι;
(Φεύγει ταχέως)

Κινησίας
κάκιστ᾽ ἀπόλοιθ᾽ ὁ πρῶτος Κακή και μαύρη μοίρα,
ἑψήσας μύρον. 'ς αυτόν πού του κατέβηκε να πρωτοφτιάση μύρα!

Μυρρίνη
λαβὲ τόνδε τὸν ἀλάβαστον. (επανερχόμενη με φιαλίδιον)
Πάρε το μπουκαλάκι αυτό.

Κινησίας
ἀλλ᾽ ἕτερον ἔχω. Μα έχω μια μπουκάλα!
ἀλλ᾽ ᾠζυρὰ κατάκεισο καὶ μή Έλα μου δω να ξαπλωθής και μη μου φέρνης άλλα.
μοι φέρε
μηδέν.

Μυρρίνη
ποιήσω ταῦτα νὴ τὴν Ἄρτεμιν. Βέβαια, μα την Άρτεμι· αυτό κ' εγώ θα κάνω·
950 ὑπολύομαι γοῦν. ἀλλ᾽ ὅπως ὦ να, τα παπούτσια βγάνω.
φίλτατε Αλλ' όμως, φιλαράκο μου, το είπες και θα γίνη·
σπονδὰς ποιεῖσθαι ψηφιεῖ. θα δώσης ψήφο γρήγορα και συ για την ειρήνη.
(Φεύγει ταχέως)

Κινησίας
βουλεύσομαι. (πίπτων επί της κλίνης)
ἀπολώλεκέν με κἀπιτέτριφεν ἡ Καλά, αυτό θα το σκεφτώ.
γυνὴ (Βλέπων την Μυρρίνην φεύγουσαν)
τά τ᾽ ἄλλα πάντα κἀποδείρασ᾽ Τρανή μου συμφορά!
οἴχεται. πάει η γυναίκα! κι' όλ' αυτά μου τάφησε ξερά!
οἴμοι τί πάθω; τίνα βινήσω
955 τῆς καλλίστης πασῶν ψευσθείς; Πω, πω κακό που τώπαθα! ποιάν θα γαμήσω
πῶς ταυτηνὶ παιδοτροφήσω; τώρα,
ποῦ Κυναλώπηξ; που η πειό καλή μ' εγέλασε απ' όσες έχ' η χώρα;
μίσθωσόν μοι τὴν τίτθην. Μιά παραμάννα πως θα βρω τώρα γι' αυτή, [και
πού ; . . .]
Πού είσαι, μωρή σκυλλαλεπού! . . .
στείλ' της τουλάχιστον κοντά
μια παραμάννα και νταντά! . . .
(Εισέρχονται εκατέρωθεν οι Χοροί)
Χορός Γερόντων
ἐν δεινῷ γ᾽ ὦ δύστηνε κακῷ Σε βασανίζει, δυστυχή!
960 τείρει ψυχὴν ἐξαπατηθείς. κακό μεγάλο στην ψυχή,
κἄγωγ᾽ οἰκτίρω σ᾽ αἰαῖ. όπου κ' εμέ ταράττει,
ποῖος γὰρ ἂν ἢ νέφρος ἀντίσχοι, για τούτη την απάτη.
ποία ψυχή, ποῖοι δ᾽ ὄρχεις, Ποια νεφρά μπορούν ν' ανθέξουν, [στο σκληρό

289
HADJIBABA-2006

ποία δ᾽ ὀσφῦς, ποῖος δ᾽ ὄρρος αυτό παιγνίδι;]


και ποιά μέση [θα κράτηση], ποια ψυχή και ποιό
αρχίδι;
965 κατατεινόμενος ποιο θ' ανθέξη κωλονούρι, πού με δύναμι τεντώνει,
καὶ μὴ βινῶν τοὺς ὄρθρους; το πρωί να μη πλακώνη;

Κινησίας
ὦ Ζεῦ δεινῶν ἀντισπασμῶν. (επί της κλίνης)
Ζεύ πατέρα! δεν αντέχω!
τί τινάγματα πού έχω!

Χορός Γερόνυων
ταυτὶ μέντοι νυνί σ᾽ ἐποίησ᾽ Να, τί σου φτιασεν ακόμα
ἡ παμβδελυρὰ καὶ παμμυσαρά. η αχρεία και η βρώμα!

Κινησίας Χορός Γυναικών


970 μὰ Δί᾽ ἀλλὰ φίλη καὶ Ναί, μα είνε φιλαινάδα όλο χάρι κι' όλο γλύκα.
παγγλυκερά.

Χορός Γερόντων Κινησίας (εγειρόμενος της κλίνης)


ποία γλυκερά; μιαρὰ μιαρά. Βρε ποιά γλύκα! σιχαμένη και σαχλή πάντα τη
βρήκα!

Κινησίας Χορός Γερόντων


<μιαρὰ> δῆτ᾽ ὦ Ζεῦ ὦ Ζεῦ· Ώ Ζεύ! ανεμοστρόβιλο γερό
εἴθ᾽ αὐτὴν ὥσπερ τοὺς θωμοὺς κ' ένα τυφώνα στείλε καυτερό,
μεγάλῳ τυφῷ καὶ πρηστῆρι
975 ξυστρέψας καὶ ξυγγογγύλας κι' ανέβασ' τες με δύναμι τρανή
οἴχοιο φέρων, εἶτα μεθείης, ψηλά, σαν του αχύρου το κλωνί,
ἡ δὲ φέροιτ᾽ αὖ πάλιν ἐς τὴν και στριφογύρισε τες με οργή,
γῆν, και δώσ' τους μια να πέσουνε στη γη,
κᾆτ᾽ ἐξαίφνης και να 'ρθουνε με δύναμι πολλή
περὶ τὴν ψωλὴν περιβαίη. να καρφωθούν επάνω στην ψωλή!

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
980 πᾷ τᾶν Ἀσανᾶν ἐστιν ἁ γερωχία Σε ποιά μεριά των Αθηνών θα βρώ τη γερουσία.
ἢ τοὶ πρυτάνιες; λῶ τι μυσίξαι και που τα πρυτανεία;
νέον. θέλω ένα νέο να τους πω.
Κινησίας - Πρόβουλος
σὺ δ᾽ εἶ πότερον ἄνθρωπος ἢ Και συ τι είσαι τάχα;
κονίσαλος; άνθρωπος ή δαιμόνιο της σκόνης είσαι;

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
κᾶρυξ ἐγὼν ὦ κυρσάνιε ναὶ τὼ Χαχα!
σιὼ πώχεις λαχάνου κεφαλή,—κήρυκας έχω γίνει,
ἔμολον ἀπὸ Σπάρτας περὶ τᾶν κι από τη Σπάρτη έφθασα εδώ γιά την ειρήνη.
διαλλαγᾶν.

290
HADJIBABA-2006

Κινησίας - Πρόβουλος
985 κἄπειτα δόρυ δῆθ᾽ ὑπὸ μάλης [Καλό και τούτο πάλι,]
ἥκεις ἔχων; μα βλέπω δόρυ να κρατάς κάτ' από τη μασχάλη.

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
οὐ τὸν Δί᾽ οὐκ ἐγών γα. Μα το θεό, καθόλου ... μπα!...

Κινησίας - Πρόβουλος
ποῖ μεταστρέφει; Κι' απ' τη μεριά την άλλη
τί δὴ προβάλλει τὴν χλαμύδ᾽; ἢ γιατί γυρίζεις πάλι;
βουβωνιᾷς Και κάτ' απ' τη χλαμύδα σου τ' είν' κείνο πού
ὑπὸ τῆς ὁδοῦ; φουσκώνει;
από το δρόμο τον πολύ μη έβγανες βουβώνι;

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
παλαιόρ γα ναὶ τὸν Κάστορα Συ θάσαι, μα τον Κάστορα, γεροξεκουτιασμένος.
ὥνθρωπος.

Κινησίας - Πρόβουλος
ἀλλ᾽ ἔστυκας ὦ μιαρώτατε. Βρε σιχαμένε άνθρωπε! φτού! είσαι καυλωμένος!

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
990 οὐ τὸν Δί᾽ οὐκ ἐγών γα· μηδ᾽ αὖ Όχι μα το θεό! αυτό
πλαδδίη. μήτε να πής για χωρατό.

Κινησίας - Πρόβουλος
τί δ᾽ ἐστί σοι τοδί; Τότε λοιπόν, τί είν' αυτό, πού βλέπω σαν το στύλο;

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
σκυτάλα Λακωνικά. [Ποιό; τούτο; είνε ξύλο]—
σκυτάλη σπαρτιατική.

Κινησίας - Πρόβουλος (χειρονομών καταλλήλως)


εἴπερ γε χαὔτη ᾽στὶ σκυτάλη Όσο σκυτάλη είν' αυτό, τόσο και τούτη πούν' εκεί!
Λακωνική. Μα πες μου τήν αλήθεια συ, ωσάν γνωστή μου
ἀλλ᾽ ὡς πρὸς εἰδότ᾽ ἐμὲ σὺ νάνε:
τἀληθῆ λέγε. Εκεί στη Λακεδαίμονα τα πράματα πώς πάνε;
τί τὰ πράγμαθ᾽ ὑμῖν ἐστι τἀν
Λακεδαίμονι;

291
HADJIBABA-2006

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
995 ὀρσὰ Λακεδαίμων πᾶα καὶ τοὶ Όλα ορθά στην πόλι
σύμμαχοι κ' οι σύμμαχοι μας όλοι
ἅπαντες ἐστύκαντι· Πελλάνας δὲ καυλώσανε κ' εκείνοι·
δεῖ. γυρεύουν την Πελλήνη!

Κινησίας - Πρόβουλος
ἀπὸ τοῦ δὲ τουτὶ τὸ κακὸν ὑμῖν Πώς έτυχε η συμφορά να πέση 'ς όλους γενικώς ;
ἐνέπεσεν; Μην τύχη κ' είνε πανικός;
ἀπὸ Πανός;

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
οὔκ, ἀλλ᾽ ἆρχεν οἰῶ Λαμπιτώ, Καθόλου, πά! πά! δεν είν' αυτό·
ἔπειτα τἄλλαι ταὶ κατὰ Σπάρταν Νομίζω πως η Λαμπιτώ
ἅμα
1000 γυναῖκες περ ἀπὸ μιᾶς άρχισε πρώτη, κ' ύστερα όλες το ίδιο πράξανε,
ὑσπλαγίδος και όλες απ' τα σκέληα τους τους άνδρας
ἀπήλααν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν επετάξανε.
ὑσσάκων.

Κινησίας
πῶς οὖν ἔχετε; Και πώς περνάτε σείς λοιπόν;

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
μογίομες. ἂν γὰρ τὰν πόλιν Ωχ! υποφέρουμ' όλοι.
περ λυχνοφορίοντες μερόνυχτα στήν πόλι
ἐπικεκύφαμες. γυρίζουμε σκυφτοί-σκυφτοί,
ταὶ γὰρ γυναῖκες οὐδὲ τῶ μύρτω λες και φανάρι ο καθείς στα χέρια του κρατεί.
σιγεῖν Γιατί η γυναίκες [θύμωσαν, και νάζα κάνουν χίλια]
1005 ἐῶντι, πρίν γ᾽ ἅπαντες ἐξ ἑνὸς δεν θέλουν και ν' αγγίξουμε της τρύπας τους τα
λόγω χείληα,
σπονδὰς ποιησώμεσθα ποττὰν αν στην Ελλάδα όλοι μας και με την ίδια γνώμη,
Ἑλλάδα. ειρήνη και φιλίωσι δεν κάμωμεν ακόμη.

Κινησίας
τουτὶ τὸ πρᾶγμα πανταχόθεν Τώρα καταλαβαίνω,
ξυνομώμοται πώς η γυναίκες τώχουνε παντού συμφωνημένο.
ὑπὸ τῶν γυναικῶν· ἄρτι νυνὶ Τρέξε λοιπόν, [μη κάθεσαι· και η δουλειά η πρώτη
μανθάνω. σου]
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστα φράζε περὶ στον κάθε πατριώτη σου
διαλλαγῶν
1010 αὐτοκράτορας πρέσβεις πρέσβεις να πής να στείλη
ἀποπέμπειν ἐνθαδί. για την είρηνη γρήγορα, [να γίνουμ' όλοι φίλοι.]
ἐγὼ δ᾽ ἑτέρους ἐνθένδε τῇ Κ' εγώ θα πω στους Βουλευτάς να φύγουν πρέσβεις
βουλῇ φράσω άλλοι,

292
HADJIBABA-2006

πρέσβεις ἑλέσθαι τὸ πέος και θα τους πείσω, δείχνοντας της πούτσας μου το
ἐπιδείξας τοδί. χάλι!

Κῆρυξ Λακεδαιμονίων
ποτάομαι· κράτιστα γὰρ παντᾷ Ωραίο σχέδιο κι αυτό!
λέγεις. φτερούγες κάνω και πετώ!

(Απέρχονται)

στης Χλόης: Ιερόν της Δήμητρας εν τη Ακροπόλει, εν τω οποίω ήγον εορτήν και
εθυσίαζον κατά τον μήνα Θαργηλιώνα (Μάϊον).

Κινησίας: Διακωμωδεί τον αυτόν Κινησίαν τον διθυραμβοποιόν, ως επιρρεπή εις την
ήδονήν, περί ου μακρός ο λόγος εις τους “Όρνιθας”.

Πεονίδης: Λογοπαίγνιον προς το πέος, και τούτο ίνα ταυτοχρόνως διαβάλη αυτόν ως
μη καταγόμενον από κανένα αθηναϊκόν δήμον, και επομένως ως ξένον και Θράκα.

καταλλήλως: “Το αιδοίον δείκνυσιν” (Σχολιαστής).

Μάνης: Σύνηθες παρ' Αριστοφάνει όνομα υπηρέτου.

Κλεψύδρα: κρήνη εν τη Ακροπόλει καλουμένη και Εμπιδώ· ωνομάσθη ούτω, διότι


άλλοτε επλημμύρει και άλλοτε εξηραίνετο.

Ηρακλής: “Από παροιμίας, ως ο Ηρακλής, περιερχόμενος πάσαν γην, άλλη άλλοτε


εξενίζετο, ούτω και το πέος τούτο, ουκέτι την οικείαν ευρίσκει καλύβην (Νεοφ.
Δούκας)”. Άλλως: ότι οι υποδεχόμενοι τον Ηρακλέα βραδύνουσιν, αδηφάγον όντα
(Σχολιαστής).

ετούτο: “Το αιδοίον δείκνυσι” (Σχολιαστής).

μπουκάλα: “Το αιδοίον φησι" (Σχολιαστής).

σκυλλαλεπού: Εννοεί τόν Φιλόστρατον τον επικαλούμενον Κυναλώπεκα, και


πορνοβοσκόν όντα, παρά του οποίου ζητεί γυναίκα.

δόρυ: "Διά το αιδοίον αυτού μέγα είναι, εξέτεινε τα ιμάτια τη χειρί· ο δε είπε, δόρυ
έχεις" (Σχολιαστής).

Πελλήνη: πόλις της Αχαΐας την οποίαν διεξεδίκουν Αθηναίοι και Λακεδαιμόνιοι
κατά την εποχήν του πολέμου, συγχρόνως δε και γνωστή ωραία εταίρα εν Αθήναις.

293
HADJIBABA-2006

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΧΟΡΩΝ


(1014-1042)

Χορός Γερόντων
οὐδέν ἐστι θηρίον γυναικὸς Νάνε χειρότερο θεριό απ' τη γυναίκα, δεν μπορεί·
ἀμαχώτερον,
1015 οὐδὲ πῦρ, οὐδ᾽ ὧδ᾽ ἀναιδὴς οὐδεμία ούτε τη φθάν' η πάρδαλις, ούτ' η φωτιά η φοβερή!
πόρδαλις.

Χορός Γυναικῶν
ταῦτα μέντοι <σὺ ξυνιεὶς εἶτα Αφού μας ξέρεις συ εμάς
πολεμεῖς ἐμοί, γιατί μαζύ μας πολεμάς,

294
HADJIBABA-2006

ἐξὸν ὦ πόνηρε σοὶ βέβαιον ἔμ᾽ ἔχειν που θάσουν πάντα φίλος μου καλός κι
φίλην; αγαπημένος;

Χορός Γερόντων
ὡς ἐγὼ μισῶν γυναῖκας οὐδέποτε Ά δεν θα παύσω να μισώ των γυναικών το γένος.
παύσομαι.

Χορός Γυναικών
ἀλλ᾽ ὅταν βούλῃ σύ· νῦν δ᾽ οὖν οὔ Να κάμης όπως αγαπάς· μα εγώ δεν θα θελήσω
σε περιόψομαι να σε παραμελήσω·
1020 γυμνὸν ὄνθ᾽ οὕτως. ὁρῶ γὰρ ὡς γιατί αν αποφάσισες γυμνός στους δρόμους να
καταγέλαστος εἶ. φανής.
ἀλλὰ τὴν ἐξωμίδ᾽ ἐνδύσω σε — πούσαι για να γελάη κανείς, —
προσιοῦσ᾽ ἐγώ. θα ρθώ να ρίξω απάνω σου το ρούχο το δικό μου.
(Ρίπτουν επί των γερόντων τα μικρά επανωφόρια
των)

Χορός Γερόντων
τοῦτο μὲν μὰ τὸν Δί᾽ οὐ πονηρὸν Δεν είν' κακό· είχα γδυθή απ' τον πολύ θυμό μου.
ἐποιήσατε·
ἀλλ᾽ ὑπ᾽ ὀργῆς γὰρ πονηρᾶς καὶ
τότ᾽ ἀπέδυν ἐγώ.

Χορός Γυναικών
πρῶτα μὲν φαίνει γ᾽ ἀνήρ, εἶτ᾽ οὐ Και πρώτον έτσι φαίνεσαι σαν άνδρας στην
καταγέλαστος εἶ. εντέλεια·
δεύτερον, σαν εντύθηκες, δεν είσαι πειά για γέλια,
1025 κεἴ με μὴ ᾽λύπεις, ἐγώ σου κἂν τόδε και αν ίσως συ δεν μ' έκανες να σκάσω από
τὸ θηρίον γινάτι,
τοὐπὶ τὠφθαλμῷ λαβοῦσ᾽ ἐξεῖλον ένα κουνούπι θα βγαζα που σούχει μπή στο μάτι.
ἂν ὃ νῦν ἔνι.

Χορός Γερόντων
τοῦτ᾽ ἄρ᾽ ἦν με τοὐπιτρῖβον, Γιά τούτο τώρα μ' έτριβε το μάτι τόσην ώρα.
δακτύλιος οὑτοσί· Πάρε το δακτυλίδι μου και σκάλισέ το τώρα
ἐκσκάλευσον αὐτό, κᾆτα δεῖξον και το κουνούπι βγάλε μου [εις την οργή να πάη
ἀφελοῦσά μοι· γιατί έχει ώρα κάμποση πού με κατατσιμπάει.
ὡς τὸν ὀφθαλμόν γέ μου νὴ τὸν Δία
πάλαι δάκνει.

Χορός Γυναικών
ἀλλὰ δράσω ταῦτα· καίτοι δύσκολος Έ, θα το κατορθώσω,
ἔφυς ἀνήρ. 1030 μ' όλο πού είσαι άνθρωπος διεστραμμένος τόσο.
ἦ μέγ᾽ ὦ Ζεῦ χρῆμ᾽ ἰδεῖν τῆς (Η κορυφαία του Χορού των Γυναικών λαμβάνει
ἐμπίδος ἔνεστί σοι. το δακτύλιον του Κορυφαίου του Χορού των
οὐχ ὁρᾷς; οὐκ ἐμπίς ἐστιν ἥδε Γερόντων και καθαρίζει διά του δακτυλουλίθου
Τρικορυσία; τον οφθαλμόν του)

295
HADJIBABA-2006

Ώ Ζεύ! κουνούπι τρομερό σούχει χωθή στο μάτι·


δέν είν' απ' την Τρικόρυθο;

Χορός Γερόντων
νὴ Δί᾽ ὤνησάς γέ μ᾽, ὡς πάλαι γέ Ησύχασα κομμάτι.
μ᾽ ἐφρεωρύχει, Πηγάδι μέσα μ' άνοιγε—καλό πού μούχεις κάμη!
ὥστ᾽ ἐπειδὴ ᾽ξῃρέθη, ῥεῖ μου τὸ —
δάκρυον πολύ. και τώρα ιδέ τα δάκρυα πού τρέχουν σαν ποτάμι.

Χορός Γυναικών
1035 ἀλλ᾽ ἀποψήσω σ᾽ ἐγώ, καίτοι πάνυ Εγώ θα το σκουπίσω
πονηρὸς εἶ, και, μ' όλο πούσαι και κακός, θα ρθώ να σε
καὶ φιλήσω. φιλήσω.

Χορός Γερόντων
μὴ φιλήσῃς. Όχι να με φιλήσης!

Χορός Γυναικών
ἤν τε Μωρέ θα σε φιλήσω εγώ, θελήσης, δεν θελήσης!
βούλῃ γ᾽ ἤν τε μή. (Αι Γυναίκες ορμούν και φιλούν τους Γέροντας
δια της βίας)

Χορός Γερόντων
ἀλλὰ μὴ ὥρασ᾽ ἵκοισθ᾽· ὡς ἐστὲ Έ, να σας πάρη η ευκή!
θωπικαὶ φύσει, για να χαϊδεύετε καλά, τόχετε τέχνη φυσική!
κἄστ᾽ ἐκεῖνο τοὔπος ὀρθῶς κοὐ και δεν ειπώθηκε κακά
κακῶς εἰρημένον, αυτό πού ακούμε τακτικά:
οὔτε σὺν πανωλέθροισιν οὔτ᾽ ἄνευ “ούτε να ζή κανείς μπορεί με την πανούκλ' αυτή
πανωλέθρων. μαζύ,
ούτε χωρίς αυτή να ζή”!
1040 ἀλλὰ νυνὶ σπένδομαί σοι, καὶ τὸ Μά τώρα πειά πού κάναμε συνθήκη και ειρήνη,
λοιπὸν οὐκέτι από τον ένα μας κακό στον άλλο δεν θα γίνη.
οὔτε δράσω φλαῦρον οὐδὲν οὔθ᾽ ὑφ᾽ Και τώρα ας αρχίσουμε
ὑμῶν πείσομαι. μαζύ να τραγουδούμε.
ἀλλὰ κοινῇ συσταλέντες τοῦ μέλους
ἀρξώμεθα.

Τρικόρυθος: δήμος και χωρίον της εν τη Αττική Τετραπόλεως πλησίον του


Μαραθώνος, ανήκον εις την Αιαντίδα φυλήν.

296
HADJIBABA-2006

ΜΕΛΟΣ (ΣΤΑΣΙΜΟ)
(1043-1071)

Χορός - Χορός Γυναικών - (Αντιστροφή)


οὐ παρασκευαζόμεσθα Κακό δεν είχα εγώ σκοπό
τῶν πολιτῶν οὐδέν᾽ ὦνδρες για τους πολίτες μας να ειπώ·
1045 φλαῦρον εἰπεῖν οὐδὲ ἕν. το εναντίο μάλιστα [και κάτι παρά πάνω]
ἀλλὰ πολὺ τοὔμπαλιν πάντ᾽ ἀγαθὰ καὶ μόνο καλό εγώ θα ειπώ κι' όλο καλό θα κάνω,
λέγειν γιατί αρκετά είνε τα κακά
καὶ δρᾶν· ἱκανὰ γὰρ τὰ κακὰ καὶ τὰ κι' όλα τ' αποτελέσματα πού φέρνουν τακτικά.
παρακείμενα.
ἀλλ᾽ ἐπαγγελλέτω πᾶς ἀνὴρ καὶ γυνή, Και αν θελήση χρήματα κανείς καμμιά φορά,
1050 εἴ τις ἀργυρίδιον δεῖται γυναίκα ή άνδρας, μιά-δυό μναίς, ας το δήλωση

297
HADJIBABA-2006

λαβεῖν μνᾶς ἢ δύ᾽ ἢ τρεῖς, καθαρά,


ὡς πόλλ᾽ ἔσω ᾽στὶν γιατί έχουμε περσσότερα στης τσέπες· κι' όταν γίνη
κἄχομεν βαλλάντια. με το καλό ειρήνη,
κἄν ποτ᾽ εἰρήνη φανῇ,
1055 ὅστις ἂν νυνὶ δανείσηται εκείνος, οπού σήμερα εγώ θα του δανείσω,
παρ᾽ ἡμῶν, ας μη το δώση πίσω.
ἃν λάβῃ μηκέτ᾽ ἀποδῷ.
ἑστιᾶν δὲ μέλλομεν ξένους Έχουμ' από την Κάρυστο κάτι ανθρώπους ξένους
τινὰς Καρυστίους, ἄν-
1060 δρας καλούς τε κἀγαθούς. πολύ καλούς και παστρικούς στο σπίτι μας
κἄστιν <ἔτ᾽ ἔτνος τι· καὶ δελφάκιον ἦν φερμένους,
τί μοι, τραπέζι σαν τους κάνουμε, έχ' όσπρια φτιασμένα.
καὶ τοῦτο τέθυχ᾽, ὡς τὰ κρέ᾽ ἔδεσθ᾽ και γουρουνάκι ένα,
ἁπαλὰ καὶ καλά. και κρεατάκι απαλό
ἥκετ᾽ οὖν εἰς ἐμοῦ τήμερον· πρῲ δὲ θα φάνε, και πολύ καλό.
χρὴ Λοιπόν να ρθήτε σπίτι μου, [τραπέζι σας προσμένει]·
τοῦτο δρᾶν λελουμένους αὔ- μα πρέπει νάρθετε πρωί και νάσθε και λουσμένοι
1065 τούς τε καὶ τὰ παιδί᾽, εἶτ᾽ εἴσω και σείς, και τα παιδάκια σας νάνε καλολουσμένα·
βαδίζειν, μα δίχως και κανένα
μηδ᾽ ἐρέσθαι μηδένα, στην πόρτα να ρωτήσης,
ἀλλὰ χωρεῖν ἄντικρυς σαν νάσαι μέσ' στο σπίτι σου, γραμμή να
ὥσπερ οἴκαδ᾽ εἰς ἑαυτῶν προχώρησης,
[κι' αν το τραπέζι δεν το βρής, όπως θαρρείς,
στρωμένο,]
1070 γεννικῶς, ὡς θα βρής το μύλο σφαλιστό και το νερό κομμένο! (1)
ἡ θύρα κεκλῄσεται.

παστρικούς: Εκωμωδούντο οι Καρύστιοι ως μοιχοί, ως και αλλαχού παρ'


Αριστοφάνει.

γουρουνάκι “Δελφάκιον”: εννοεί το χοιρίδιον και το γυναικείον αιδοίον.

(1) Επέρχεται απροόπτως δια της φράσεως “ίσως δ' η θύρα κεκλείσεται”, ήτις,
κατόπιν των προηγουμένων επαγγελιών, αντιστοιχεί περίπου προς την ανωτέρω
σύγχρονον δημοτικήν.

298
HADJIBABA-2006

ΔΥΟ ΑΙΑΜΒΙΚΕΣ ΣΚΗΝΕΣ ΜΕ ΑΝΑΠΑΙΣΤΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΚΑΘΕ ΜΙΑ


(1072-1188)

Χορός - Χορός Γερόντων


καὶ μὴν ἀπὸ τῆς Σπάρτης οἱδὶ πρέσβεις Πρέσβεις έρχονται απ' τη Σπάρτη, πού μεγάλα
ἕλκοντες ὑπήνας γένεια σέρνουν,
χωροῦσ᾽, ὥσπερ χοιροκομεῖον περὶ και μπροστά παλούκια φέρνουν
τοῖς μηροῖσιν ἔχοντες. στα μεριά τους τεντωμένα,
ἄνδρες Λάκωνες πρῶτα μέν μοι σαν αυτά όπου κρατούνε τα γουρούνια μας δεμένα.
χαίρετε, (Εισέρχεται αριστερόθεν χορός Λακεδαιμονίων).
— Άνδρες Λακεδαιμόνιοι! πρώτα σας χαιρετούμε,
1075 εἶτ᾽ εἴπαθ᾽ ἡμῖν πῶς ἔχοντες ἥκετε. και δεύτερα, τί πάθατε πού έρχεσθε, ρωτούμε;
Λάκων

299
HADJIBABA-2006

τί δεῖ ποθ᾽ ὑμὲ πολλὰ μυσίδδειν ἔπη; Τί χρεία να το μάθετε με λόγια μας πολλά;
ὁρῆν γὰρ ἔξεσθ᾽ ὡς ἔχοντες ἵκομες. Τί μας συμβαίνει κ' ήρθαμε, το βλέπετε καλά.
Χορ βαβαί· νενεύρωται μὲν ἥδε συμφορὰ Πάθατε μια συφορά
δεινῶς, τεθερμῶσθαί γε χεῖρον νευρωμένη τρομερά,
φαίνεται. κι' από του Ερμή εκείνη
πειό τρανή σας έχει γίνη.

Λάκων
1080 ἄφατα. τί κα λέγοι τις; ἀλλ᾽ ὅπᾳ σέλει Δεν λέγονται, μην τα ρωτάς.
παντᾷ τις ἐλσὼν ἁμὶν εἰράναν σέτω. Τί κι' αν τα λέμε; δεν κυττάς;
Κάντε γρήγορα ειρήνη,
κι' όπως θέλετε να γίνη.

Χορός
καὶ μὴν ὁρῶ καὶ τούσδε τοὺς Δεν κυττάς και τους δικούς μας [με τα χαλιά τα δικά
αὐτόχθονας τους,]
ὥσπερ παλαιστὰς ἄνδρας ἀπὸ τῶν όπου τα φορέματα τους
γαστέρων σαν τους παλαιστάς σηκώνουν από πάνω απ' την
θαἰμάτι᾽ ἀποστέλλοντας· ὥστε κοιλιά;
φαίνεται
1085 ἀσκητικὸν τὸ χρῆμα τοῦ νοσήματος. είνε, φαίνετ' η αρρώστια της γυμναστικής δουλειά!

Αθηναίος
τίς ἂν φράσεις ποῦ᾽ στιν ἡ (εισερχόμενος)
Λυσιστράτη; Ποιος θα μου πή πού βρίσκεται εκείν' η
ὡς ἄνδρες ἡμεῖς οὑτοιὶ τοιουτοιί. Λυσιστράτη;
είμαστε άνδρες πειά εμείς, [ή σάτυροι βαρβάτοι;]

Χορός
χαὔτη ξυνᾴδει χἠτέρα ταύτῃ νόσῳ. Κι' αρρώστια τούτη πάλι
ἦ που πρὸς ὄρθρον σπασμὸς ὑμᾶς είνε όμοια με την άλλη·
λαμβάνει; Το πρωί, πού ξημερώνει,
σας τινάζει; σας τεντώνει;

Αθηναίος
1090 μὰ Δί᾽ ἀλλὰ ταυτὶ δρῶντες Μα τον Δία! μας συμβαίνει,
ἐπιτετρίμμεθα. κ' είμαστε κατεστραμμένοι.
ὥστ᾽ εἴ τις ἡμᾶς μὴ διαλλάξει ταχύ, Κι' αν κανείς δεν κατορθώση
οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως οὐ Κλεισθένη για να μας συμφιλίωση,
βινήσομεν. πες μου, ποιος δεν θα τολμήση
τον Κλεισθένη να γαμήση;

Χορός
εἰ σωφρονεῖτε, θαἰμάτια λήψεσθ᾽, Φρόνιμοι αν είσθε άνδρες, πιάστε τα φορέματα σας,
[ρίχτε τα καλά μπροστά σας],

300
HADJIBABA-2006

ὅπως μήπως σας ιδή κανένας [Αθηναίος κουνενές]


τῶν Ἑρμοκοπιδῶν μή τις ὑμᾶς ὄψεται. από κείνους, όπου κόβουν των Ερμών της
μπροστινές!

Αθηναίος
1095 νὴ ταὸν Δί᾽ εὖ μέντοι λέγεις. (διευθετών τα ιμάτια του)
Ώ, μα τον Δία, βέβαια· μιλείς με τα σωστά σου.

Λάκων
ναὶ ταὼ σιὼ (ωσαύτως)
παντᾷ γα. φέρε τὸ ἔσθος ἀμβαλώμεθα. Μα τους θεούς, σωστά· κ' εγώ τα κατεβάζω,—
στάσου·
[καλά και που το μάθαμε.]

Αθηναίος
ὢ χαίρετ᾽ ὦ Λάκωνες· αἰσχρά γ᾽ Χαίρετε, άνδρες Λάκωνες! πολύ κακά την πάθαμε!
ἐπάθομεν.

Λάκων
ὦ Πολυχαρείδα δεινά κ᾽ αὖ (ο Κορυφαίος προς ένα εκ των λοιπών)
᾽πεπόνθεμες, Τι συφορά, πολύχαρε, και αν μας είδαν έτσι
αἰ εἶδον ἁμὲ τὤνδρες ἀμπεφλασμένως. καταγδαρμένο νάχουμεν [αυτό το σκυλοπέτσι.]

Αθηναίος
ἄγε δὴ Λάκωνες αὔθ᾽ ἕκαστα χρὴ Λοιπόν ελάτε, Λάκωνες, να μας ειπήτε τώρα
λέγειν. 1100 γιατ' ήλθατε στη χώρα;
ἐπὶ ταί πάρεστε δεῦρο;

Λάκων
περὶ διαλλαγᾶν Πρέσβεις για την ειρήνη.
πρέσβεις.

Αθηναίος
καλῶς δὴ λέγετε· χἠμεῖς τουτογί. Λαμπρά· καθ' ένας κι' από μας πολύ σωστά την
τί οὐ καλοῦμεν δῆτα τὴν Λυσιστράην, κρίνει.
ἥπερ διαλλάξειεν ἡμᾶς ἂν μόνη; Γιατί να μη φωνάξουμε λοιπόν τη Λυσιστράτη,
οπού αυτή στο ζήτημα μπορεί να κάνη κάτι;

Λάκων
1105 ναὶ ταὼ σιὼ κἂν λῆτε τὸν Μα τους θεούς, καλέστε τη.
Λυσίστρατον.

Αθηναίος
ἀλλ᾽ οὐδὲν ἡμᾶς, ὡς ἔοικε, δεῖ καλεῖν· Δεν φαίνεται για νάχη
ανάγκη από προσκάλεσμα· να πουρχεται μονάχη.

301
HADJIBABA-2006

αὐτὴ γάρ, ὡς ἤκουσεν, ἥδ᾽ ἐξέρχεται. (Η Λυσιστράτη κατέρχεται εκ της Ακροπόλεως εις
την σκηνήν).

Χορός
χαῖρ᾽ ὦ πασῶν ἀνδρειοτάτη· δεῖ δὴ Απ' της γυναίκες [τούτου του καιρού,]
νυνί σε γενέσθαι γεια σου, εσύ, η πειό παλληκαρού!
δεινὴν <δειλὴν ἀγαθὴν φαύλην σεμνὴν γίνου σεμνή, αχρεία, τρομερή,
ἀγανὴν πολύπειρον· παμπόνηρη, καλή και τρυφερή,
1110 ὡς οἱ πρῶτοι τῶν Ἑλλήνων τῇ σῇ γιατί, κ' οι πρώτοι Έλληνες μποστά σου
ληφθέντες ἴυγγι έγειναν δούλοι απ' τα θέλγητρα σου,
συνεχώρησάν σοι καὶ κοινῇ και έρχονται σε σένα με χαρά τους
τἀγκλήματα πάντ᾽ ἐπέτρεψαν. να λύσης κάθε μια διαφορά τους.
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ οὐχὶ χαλεπὸν τοὔργον, εἰ λάβοι Είν' εύκολον, αφού φωτιές ανάφτουν στο κορμί
γέ τις τους
ὀργῶντας ἀλλήλων τε μὴ πού να της σβήσουν δεν μπορούν το αναμεταξύ
᾽κπειρωμένους. τους!
τάχα δ᾽ εἴσομαι ᾽γώ. ποῦ ᾽στιν ἡ Γρήγορα θα διορθωθή [και με καλό θα βγή].
Διαλλαγή; Πού είν' η Συνδιαλλαγή
1115 πρόσαγε λαβοῦσα πρῶτα τοὺς (Προσέρχεται μία εκ των γυναικών)
Λακωνικούς, Φέρε μου συ τους Λάκωνας με χέρι τρυφερό,
καὶ μὴ χαλεπῇ τῇ χειρὶ μηδ᾽ αὐθαδικῇ, κι' όχι με την αυθάδεια, — οπού δεν χάνουνε καιρό
μηδ᾽ ὥσπερ ἡμῶν ἅνδρες ἀμαθῶς οι άνδρες μας να δείξουνε,—[και ούτε με κακία,]
τοῦτ᾽ ἔδρων, μα όπως πρέπει, φιλικά, σε φύσι γυναικεία.
ἀλλ᾽ ὡς γυναῖκας εἰκός, οἰκείως πάνυ, Μα κι' αν κανέναν απ' αυτούς τον βρής
ἢν μὴ διδῷ τὴν χεῖρα, τῆς σάθης ἄγε. ασυγκατάβατον,
απ' την ψωλή του τράβα τον!
1120 ἴθι καὶ σὺ τούτους τοὺς Ἀθηναίους ἄγε, (Προς ετέραν γυναίκα)
οὗ δ᾽ ἂν διδῶσι πρόσαγε τούτους —Φέρε τους Αθηναίους συ, κι' αν σ' αρνηθούν το
λαβομένη. χέρι τους,
πιάσ' τους και συ και τράβα τους από τα ίδια μέρη
τους.
(Η πρώτη γυνή οδηγεί τον Κορυφαίον του Χορού
των Λακεδαιμονίων. Η δε δευτέρα τον Κορυφαίον
του Χορού των Αθηναίων, ους ακολουθούσιν οι
λοιποί)
ἄνδρες Λάκωνες στῆτε παρ᾽ ἐμὲ —Άνδρες Λακεδαιμόνιοι! σταθήτ' εδώ κοντά μου·
πλησίον, —κ' οι άλλοι σείς, ακούσατε τα λόγια τα δικά μου.
ἐνθένδε δ᾽ ὑμεῖς, καὶ λόγων ἀκούσατε.
ἐγὼ γυνὴ μέν εἰμι, νοῦς δ᾽ ἔνεστί μοι, Γυναίκα είμαι, βλέπετε, μα 'χω γερό μυαλό,
1125 αὐτὴ δ᾽ ἐμαυτῆς οὐ κακῶς γνώμης κ' η κάθε μια ιδέα μου εβγήκε σε καλό,
ἔχω, γιατί δεν μ' αναπτύξανε ως σήμερα κακά
τοὺς δ᾽ ἐκ πατρός τε καὶ γεραιτέρων τα λόγια τα γεροντικά,
λόγους και γνώσεις μου 'δωκαν πολλές —
πολλοὺς ἀκούσασ᾽ οὐ μεμούσωμαι η πατρικές η συμβουλές.
κακῶς. Σαν έτυχε στα χέρια μου να είσθε μια φορά,
λαβοῦσα δ᾽ ὑμᾶς λοιδορῆσαι βούλομαι θα σας μιλήσω φανερά
κοινῇ δικαίως, οἳ μιᾶς ἐκ χέρνιβος και με χωρίς χατήρια:

302
HADJIBABA-2006

1130 βωμοὺς περιρραίνοντες ὥσπερ Τους ίδιους έχουμε βωμούς, τα ίδια ραντιστήρια,
ξυγγενεῖς και όλ' οι άνθρωποι μαζύ μας είδανε σαν αδελφούς
Ὀλυμπίασιν, ἐν Πύλαις, Πυθοῖ (πόσους στην Ολυμπία πάντοτε, στης Θερμοπύλες, στους
εἴποιμ᾽ ἂν ἄλλους, εἴ με μηκύνειν Δελφούς
δέοι;) και 'ς άλλα τόσα μέρη
ἐχθρῶν παρόντων βαρβάρων —να μη σας τα πολυλογώ,—πού ο καθένας ξέρει.
στρατεύματι Κ' ενώ βαρβαρικός στρατός συγκεντρωμένος τώρα,
Ἕλληνας ἄνδρας καὶ πόλεις ἀπόλλυτε. [πού σύμμαχο τον έχετε,] βρίσκεται μέσ' στη χώρα,
σείς πάτε εναντίον σας τα όπλα σας να στρέφετε,
και πόλεις καταστρέφετε!
1135 εἷς μὲν λόγος μοι δεῦρ᾽ ἀεὶ περαίνεται. Έ το μισό του λόγου μου ετέλειωσ' εδώ πέρα.

Αθηναίος
ἐγὼ δ᾽ ἀπόλλυμαί γ᾽ ἀπεψωλημένος. Κ' εγώ εξεψωλιάστικα, κακή ψυχρή μου μέρα!

Λυσιστράτη
εἶτ᾽ ὦ Λάκωνες, πρὸς γὰρ ὑμᾶς Τώρα σ’ εσάς, ώ Λάκωνες, το λόγο μου θα φέρω:
τρέψομαι, [όπως κ' εγώ το ξέρω]
οὐκ ἴσθ᾽ ὅτ᾽ ἐλθὼν δεῦρο Περικλείδας και σείς το ξέρετ' όλοι,
ποτὲ ο Περικλείδας μια φορά ο Λάκωνας, στην πόλι
ὁ Λάκων Ἀθηναίων ἱκέτης καθέζετο των Αθηνών πως έφθασεν ωχρός και ικετεύοντας,
ἐπὶ τοῖσι βωμοῖς ὠχρὸς ἐν φοινικίδι και στους βωμούς εκάθησε στρατεύματα
1140 γυρεύοντας.
στρατιὰν προσαιτῶν; ἡ δὲ Μεσσήνη Είχατε τότε πόλεμον εσείς με τη Μεσσήνη,
τότε μα και σεισμοί είχαν γίνη.
ὑμῖν ἐπέκειτο χὠ θεὸς σείων ἅμα. Πήρε χιλιάδες τέσσαρες ο Κίμωνας οπλίτες
ἐλθὼν δὲ σὺν ὁπλίταισι τετρακισχιλίοις και ήλθε και σας έσωσε και πόλι και πολίτες.
Κίμων ὅλην ἔσωσε τὴν Λακεδαίμονα.
ταυτὶ παθόντες τῶν Ἀθηναίων ὕπο 1145 Αφού λοιπόν τέτοιο καλό σας κάναμε, πώς τώρα
δῃοῦτε χώραν, ἧς ὑπ᾽ εὖ πεπόνθατε; σείς φέρνετε καταστροφές μέσ' στη δική μας χώρα;

Αθηναίος
ἀδικοῦσιν οὗτοι νὴ Δί᾽ ὦ Λυσιστράτη. Μα το Θεό! μας αδικούν αυτοί, ώ Λυσιστράτη!

Λάκων
ἀδικίομες· ἀλλ᾽ ὁ πρωκτὸς ἄφατον ὡς Σας αδικούμε; μα και σείς εβάλατε στο μάτι
καλός. έναν ωραίον κώλο
[και θαυμαστό, και κάνατε γι' αυτόν τον πόλεμ'
όλο.]

Λυσιστράτη
ὑμᾶς δ᾽ ἀφήσειν τοὺς Ἀθηναίους <μ᾽ (προς τους Αθηναίους)
οἴει; Μα και σας τους Αθηναίους, τί θαρρείτε; θα
θελήσω
δίχως έλεγχο ν' αφήσω;
οὐκ ἴσθ᾽ ὅθ᾽ ὑμᾶς οἱ Λάκωνες αὖθις Δεν το ξέρετ' εσείς τάχα, πώς οι Λάκωνες μια μέρα
αὖ 1150 με τους δουλικούς χιτώνας εσκοτώσαν εδώ πέρα
κατωνάκας φοροῦντας ἐλθόντες δορὶ τους εχθρούς τους Θεσσαλούς,

303
HADJIBABA-2006

πολλοὺς μὲν ἄνδρας Θετταλῶν πού τους είχεν ο Ιππίας, κι' άλλους σύμμαχους
ἀπώλεσαν, πολλούς,
πολλοὺς δ᾽ ἑταίρους Ἱππίου καὶ κ'έδωκαν ελευτεριά,
ξυμμάχους, με τα δόρατα μονάχοι πολεμώντας τα βαρηά;
ξυνεκμαχοῦντες τῇ τόθ᾽ ἡμέρᾳ μόνοι,
1155 κἠλευθέρωσαν κἀντὶ τῆς κατωνάκης κ' έτσι ο δήμος, πού του δούλου τον χιτώνα είχε
τὸν δῆμον ὑμῶν χλαῖναν ἠμπέσχον βάλη,
πάλιν; της ελευτεριάς τη χλαίνα ξαναφόρεσε και πάλι.

Λάκων
οὔπα γυναῖκ᾽ ὄπωπα χαϊωτεραν. Δεν είδα αγαθώτερη γυναίκα ως την ώρα.

Αθηναίος
ἐγὼ δὲ κύσθον γ᾽ οὐδέπω καλλίονα. Κ' εγώ κομμάτι πειό καλό δεν είχα ιδή ως τώρα.

Λυσιστράτη
τί δῆθ᾽ υπηργμένων γε πολλῶν Αφού λοιπόν τόσα καλά εδώσατε κ' ελάβετε,
κἀγαθῶν
1160 μάχεσθε κοὐ παύεσθε τῆς μοχθηρίας; πώς πολεμάτε ;—και γιατί την έχθρα δεν την παύετε
τί δ᾽ οὐ διηλλάγητε; φέρε τί ;
τοὐμποδών; και πώς δεν κατωρθώσατε να συμφιλιωθούμε;
ποιό ήταν το εμπόδιο λοιπόν; για να το ιδούμε.

Λάκων
ἁμές γε λῶμες, αἴ τις ἁμὶν τὤγκυκλον Μα την ειρήνη σήμερα κ' εμείς τη θέλουμ' όλοι,
λῇ τοῦτ᾽ ἀποδόμεν. φθάνει να ξαναπάρουμε τη στρογγυλή την πόλι.

Λυσιστράτη
ποῖον ὦ τᾶν; Φίλε, ποιά πόλι στρογγυλή;

Λάκων
τὰν Πύλον, Να, θέλουμε την Πύλο
ἇσπερ πάλαι δεόμεθα καὶ βλιμάττομες. όπου την ψηλαφίζουμε τόσο καιρό.

Αθηναίος
1165 μὰ τὸν Ποσειδῶ τοῦτο μέν γ᾽ οὐ [Το φίλο!]
δράσετε. Ά, μα τον Ποσειδών μας, αυτό πού δεν θα γίνη.

Λυσιστράτη
ἄφετ᾽ ὦγάθ᾽ αὐτοῖς. (προς τον Αθηναίον)
Όχι, καλέ μου, άφησε δική τους να απομείνη.

Αθηναίος
κᾆτα τίνα κινήσομεν; Τότε λοιπόν πού ταραχές θα κάνουμε μεγάλες;

304
HADJIBABA-2006

Λυσιστράτη
ἕτερόν γ᾽ ἀπαιτεῖτ᾽ ἀντὶ τούτου Αντί της Πύλου πάλι σείς ζητείτε πόλεις άλλες.
χωρίον.

Αθηναίος
τὸ δεῖνα τοίνυν παράδοθ᾽ ἡμῖν τουτονὶ Καλά, τον Εχινούντα κ' εγώ θα του ζητήσω,
πρώτιστα τὸν Ἐχινοῦντα καὶ τὸν του κόλπου του Μαλιακού, πού έχει, τ' από πίσω,
Μηλιᾶ
1170 κόλπον τὸν ὄπισθεν καὶ τὰ Μεγαρικὰ τα [τείχη] τα Μεγαρικά, τα σκέληα [όπως λένε]....
σκέλη.

Λάκων
οὐ τὼ σιὼ οὐχὶ πάντα γ᾽ ὦ λισσάνιε. Μα όχι πάλι κι' όλ' αυτά πού θέλεις, λυσσασμένε!

Λυσιστράτη
Λυσ ἐᾶτε, μηδὲν διαφέρου περὶ σκελοῖν. Αφήστε, δεν μας μέλει
και τόσο για τα σκέλη.

Αθηναίος
ἤδη γεωργεῖν γυμνὸς ἀποδὺς βούλομαι. Θέλω και γρήγορα τη γη γδυτός να την οργώσω.

Λάκων
ἐγὼ δὲ κοπραγωγεῖν γα πρῶτα ναὶ τὼ Και κοπριά προτήτερα να την καταφορτώσω.
σιώ.

Λυσιστράτη
1175 ἐπὴν διαλλαγῆτε, ταῦτα δράσετε. Έ, όλα θα τα φτιάσετε,
ἀλλ᾽ εἰ δοκεῖ δρᾶν ταῦτα, φιλίες όταν πιάσετε.
βουλεύσασθε καὶ Μα όλ' αυτά κι' αν θέλετε να γίνουνε, σκεφθήτε,
τοῖς ξυμμάχοις ἐλθόντες να πάτε στους συμμάχους σας τη σκέψι σας να πήτε.
ἀνακοινώσατε.

Αθηναίος
ποίοισιν ὦ τᾶν ξυμμάχοις; ἐστύκαμεν. Βρε, ποιους συμμάχους, αδελφή;
οὐ ταὐτὰ δόξει τοῖσι συμμάχοισι νῷν εμάς μας γίνηκε καρφί!
Και τί έχεις νομίση,
1180 βινεῖν ἅπασιν; πώς επειδ' είναι σύμμαχοι δεν θέλουν το γαμήσι;

Λάκων
τοῖσι γῶν ναὶ τὼ σιὼ Μα τους θεούς! [τί λες εκεί!]
ἁμοῖσι. το θέλουν φίλοι και δικοί!

Αθηναίος
καὶ γὰρ ναὶ μὰ Δία Καρυστίοις. Μα το θεό! το θέλουνε κι' αυτοί από την Κάρυστο,
[που 'ναι δικοί μας σύμμαχοι και μ' εργαλείον
άριστο.]

305
HADJIBABA-2006

καλῶς λέγετε. νῦν οὖν ὅπως Πολύ σωστά. Τώρα λοιπόν καθαρισθήτε όλοι,
ἁγνεύσετε, και γρήγορα στην πόλι
ὅπως ἂν αἱ γυναῖκες ὑμᾶς ἐν πόλει καθείς θα φιλοξενηθή
ξενίσωμεν ὧν ἐν ταῖσι κίσταις εἴχομεν. απ' της γυναίκες, μ' ό,τι πεια μέσ' στα καλάθια μας
βρεθή.
1185 ὅρκους δ᾽ ἐκεῖ καὶ πίστιν ἀλλήλοις Και πίστιν αφού δώσετε και όρκον υψηλό,
δότε. πάρτε της γυναικούλές σας να πάτε στο καλό.
κἄπειτα τὴν αὑτοῦ γυναῖχ᾽ ὑμῶν
λαβὼν
ἄπεισ᾽ ἕκαστος.
ἀλλ᾽ ἴωμεν ὡς τάχος. Εμπρός πηγαίνομε λοιπόν.

Λάκων
ἄγ᾽ ὅπᾳ τυ λῇς. Πηγαίνουμε όπου αγαπάς.

Αθηναίος
νὴ τὸν Δί᾽ ὡς τάχιστ᾽ ἄγε. Ώ, μα τον Δία! γρήγορα όσο μπορείς να πάς.
(Εξέρχονται όλοι, πλην του Χορού Γερόντων και
Γυναικών)

του Ερμή: Τα αγάλματα του Ερμου έφεραν συνήθως το αιδοίον τερατώδες και
εντεταμένον.

εισερχόμενος: Χάριν του κωμικού ειρμού ο Α' Αθηναίος δύναται να ήνε αυτός ο
Κινησίας.

Κλεισθένης: Υιός του Σιβυρτίου, κωμωδούμενος επί θηλυπρεπεία.

"Ερμοκοπίδαι". Τέσσαρα έτη προ της συγγραφής του έργου τούτου, κατά τάς
παραμονάς του πλου εις Σικελίαν, ηκρωτηρίασαν δια νυκτός τους Ερμάς, τους
ευρισκομένους προ των θυρών των οικιών.

Συνδιαλλαγή: Από το μέρος τούτο η κωμωδία ονομάζεται και "Διαλλαγαί".

"Εν Πύλαις": εννοεί τας Θερμοπύλας, όπου έπεμπαν τους λεγομένους


ιερομνήμονας.

Περικλείδας: Πρεσβευτής των Λακεδαιμονίων, ελθών εις Αθήνας δια να ζήτηση


στρατόν κατά των ειλώτων, αποστατησάντων εις την Ιθώμην.

Ωραίο κώλο: “Αλλ' ο πρωκτός άφατος και καλός”: κατά την γνώμην του σοφού
διδασκάλου του γένους Νεοφύτου Δούκα, ο Αριστοφάνης υπονοεί εδώ την
Ασπασίαν, χάριν της οποίας εγένετο το ψήφισμα των Μεγαρέων εκ τούτου εξερράγη
ο πόλεμος, του οποίου αίτιος ήτο ο Περικλής, εραστής της Ασπασίας·εννοεί δ' ο
Λάκων: “Ηδικήσαμεν ημείς, αλλά και σείς ηδικήσατε χάριν του θαυμαστού πρωκτού
της Ασπασίας”.

306
HADJIBABA-2006

Εχινούς, πόλις θεσσαλική παρά τον Μαλιακόν κόλπον.

Κάρυστο: "Ελέγετο μοιχούς είναι τους Καρυστίους..." (Σχολιαστής).

ΜΕΛΟΣ (ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΤΟΥ 1043-71)


(1189-1215)

Χορός - Χορός Γυναικών

στρωμάτων δὲ ποικίλων καὶ Στρώματα διάφορα κ' επανωφοράκια


1190 χλανιδίων καὶ ξυστίδων καὶ και χρυσά κοσμήματα και φορεματάκια,
χρυσίων, ὅσ᾽ ἐστί μοι, μ' ευχαρίστησι πολύ τα δωρώ στην αφεντιά σας
οὐ φθόνος ἔνεστί μοι πᾶσι να τα πάτε στα παιδιά σας
και στην κάθε μια σας κόρη,

307
HADJIBABA-2006

παρέχειν φέρειν όταν πεια θα μεγαλώσουν και θα γίνουν κανηφόροι.


τοῖς παισίν, ὁπόταν τε θυγάτηρ Μπήτε μέσ' το σπίτι μου σας παρακαλώ,
τινὶ κανηφορῇ.
πᾶσιν ὑμῖν λέγω λαμβάνειν τῶν
ἐμῶν
1195 χρημάτων νῦν ἔνδοθεν, καὶ κι' ότι πραματάκι μου βρίσκετε καλό
μηδὲν οὕτως εὖ σεσημάν- πάρτε το, θα σας το δώσω·
θαι τὸ μὴ οὐχὶ τίποτα δεν βρίσκεται σφραγισμένο τόσο,
τοὺς ῥύπους ἀνασπάσαι, πού να μη μπορέσετε, έτσι δα να πιάσετε,
χἄττ᾽ <ἂν ἔνδον ᾖ φορεῖν. κι' όλες της σφραγίδες του να της κομματιάσετε
1200 ὄψεται δ᾽ οὐδὲν σκοπῶν, εἰ κι' όποιος τα ματάκια του τάχει ανοιγμένα
μή τις ὑμῶν πειό καλά από μένα,
ὀξύτερον ἐμοῦ βλέπει. ας φορέση ό,τι τύχη—
[κι' από σβέρκο θα πιτύχη!] (1)
εἰ δέ τῳ μὴ σῖτος ὑμῶν Κι' αν κανένας από σας δεν έχει σιτάρι,
ἔστι, βόσκει δ᾽ οἰκέτας καὶ και έχει δούλους και παιδιά, ας ερθή να πάρη,
1205 σμικρὰ πολλὰ παιδία, όλα θα τα βρή εμένα,
ἔστι παρ᾽ ἐμοῦ λαβεῖν πυρίδια και ψωμί μεγάλο νέο, και μικρά [καλοψημένα].
λεπτὰ μέν, Κι' όποιος από τούς φτωχούς στο φαί έχει την
ὁ δ᾽ ἄρτος ἀπὸ χοίνικος ἰδεῖν έννοια,
μάλα νεανίας. ας ερθή στο σπίτι μου, φέρνοντας σακκιά πετσένια,
ὅστις οὖν βούλεται τῶν πενήτων
ἴτω
εἰς ἐμοῦ σάκκους ἔχων καὶ
1210 κωρύκους, ὡς λήψεται πυ- κι' o Μανής μου θα του βάλη
ρούς· ὁ Μανῆς δ᾽ το σιτάρι στο τσουβάλι.
οὑμὸς αὐτοῖς ἐμβαλεῖ. Μα σας λέγω καθαρά: μη στην πόρτα προχωρήτε
πρός γε μέντοι τὴν θύραν
προαγορεύω μὴ βαδίζειν
τὴν ἐμήν, ἀλλ᾽
1215 εὐλαβεῖσθαι τὴν κύνα. κι απ' τη σκύλλα φυλαχθήτε.
Εισέρχεται ο Αθηναίος όστις κτυπά θύραν οίκου
τινός πλουσίου

(1) Επέρχεται απροόπτως η άρνησις κατόπιν των επαγγελιών, ως και εν προηγουμένω


χορικώ των Γυναικών, προς εντονώτερον χαρακτηρισμόν ίσως του φιλοπαίγμονος και
του απατηλού χαρακτήρας αυτών.

308
HADJIBABA-2006

ΙΑΜΒΙΚΗ ΣΚΗΝΗ
(1216-1241)

Εισέρχεται ο Αθηναίος όστις κτυπά θύραν οίκου τινός πλουσίου:

Ἀθηναίος Α - Α' Αθηναίος (κρούων την θύραν)


ἄνοιγε τὴν θύραν· Ανοίξετε την πόρτα σείς!

309
HADJIBABA-2006

1220
Η Θυρωρός (εξερχομένη και κρατούσα δάδα ανημμένην)
παραχωρεῖν οὐ θέλεις; Έ, συ! τραβήξου πίσω!
ὑμεῖς τί κάθησθε; μῶν ἐγὼ τῇ λαμπάδι Θ' απλώσω τη λαμπάδα μου και θα σε τσουρουφλίσω.
ὑμᾶς κατακαύσω; φορτικὸν τὸ χωρίον. Θα είνε κ' ενοχλητικό [να βγω στο μέσο της σκηνής
οὐκ ἂν ποιήσαιμ᾽. εἰ δὲ πάνυ δεῖ τοῦτο με τη λαμπάδα που κρατώ και να καή μ' αυτή κανείς],
δρᾶν, —μ' αν το θελήσετε ποτέ
ὑμῖν χαρίσασθαι, προσταλαιπωρήσομεν. έ, θα το κάνουμε κι' αυτό για χάρι σας, ώ θεαταί!

Ἀθηναίος Β- Χορός Γυναικών


χἠμεῖς γε μετὰ σοῦ Το υποφέρνουμε κ' εμείς.
ξυνταλαιπωρήσομεν.

Ἀθηναίος Α - Η Θυρωρός (προς τον Α' Αθηναίον και τον χορόν των Γερόντων)
οὐκ ἄπιτε; κωκύσεσθε τὰς τρίχας Θα φύγετε; θα πάψετε;
μακρά. φευγάτε, γιατί γρήγορα της τρίχες σας θα κλάψετε·
οὐκ ἄπιθ᾽, ὅπως ἂν οἱ Λάκωνες (απειλεί διά της δαδός)
ἔνδοθεν φευγάτε, γιατ' οι Λάκωνες πρέπ' ήσυχα να φάνε
καθ᾽ ἡσυχίαν ἀπίωσιν εὐωχημένοι; κ' ύστερα στης πατρίδες τους με το καλό να πάνε
(Εισέρχονται οι Β' και Γ' Αθηναίοι)

Ἀθηναίος Β
1225 οὔπω τοιοῦτον συμπόσιον ὄπωπ᾽ ἐγώ. Τέτοιο τραπέζι σαν κι' αυτό, δεν είδα ως την ώρα
σε τούτη μας τη χώρα.

Γ' Αθηναίος
ἦ καὶ χαρίεντες ἦσαν οἱ Λακωνικοί· Ήσαν πολύ ευχάριστοι οι Λάκωνες, αλλά και συ
ἡμεῖς δ᾽ ἐν οἴνῳ συμπόται σοφώτατοι. κ' εγώ, κι' όλοι εμείς σοφοί, σοφοί συντρόφοι στο
κρασί.

Ἀθηναίος Α - Β' Αθηναίος


ὀρθῶς γ᾽, ὁτιὴ νήφοντες οὐχ Χέμ, φυσικά, με το κρασί σοφοί κ' εμείς να γίνουμε,
ὑγιαίνομεν· σαν είμαστε ανόητοι της ώρες πού δεν πίνουμε.
ἢν τοὺς Ἀθηναίους ἐγὼ πείσω λέγων, Οι Αθηναίοι αν πεισθούν, θα στέλνουμε στους ξένους
1230 μεθύοντες ἀεὶ πανταχοῖ πρεσβεύσομεν. τους πρέσβεις μεθυσμένους·
νῦν μὲν γὰρ ὅταν ἔλθωμεν ἐς γιατί αν στην Λακεδαίμονα μας στείλουν τώρα εκεί,
Λακεδαίμονα πάλι καυγά θα στήσουμεν αν πάμε νηστικοί·
νήφοντες, εὐθὺς βλέπομεν ὅ τι μ' αν είμαστε πιωμένοι,
ταράξομεν· κανείς τα όσα θα μας πουν δεν θα καταλαβαίνη,
ὥσθ᾽ ὅ τι μὲν ἂν λέγωσιν οὐκ κι' αν δεν θα λένε τίποτε, θα νοιώθουμε πολλά
ἀκούομεν,

310
HADJIBABA-2006

ἃ δ᾽ οὐ λέγουσι, ταῦθ᾽
ὑπονενοήκαμεν,
1235 ἀγγέλλομεν δ᾽ οὐ ταὐτὰ τῶν αὐτῶν και άλλ' αντ' άλλων.
πέρι.
νυνὶ δ᾽ ἅπαντ᾽ ἤρεσκεν· ὥστ᾽ εἰ μέν Κ' έτσι πειά όλα θα πάν καλά.
γέ τις Μα κι' αν από τον Αίαντα του Σοφοκλή αρχίση
ᾄδοι Τελαμῶνος, Κλειταγόρας ᾄδειν [με την πολεμική ωδή] κανείς να τραγουδήση,
δέον, ας πούμε ότι τραγουδεί της Κλειταγόρας της στροφές
ἐπῃνέσαμεν ἂν καὶ
προσεπιωρκήσαμεν.
ἀλλ᾽ οὑτοιὶ γὰρ αὖθις ἔρχονται πάλιν
1240 ἐς ταὐτόν. οὐκ ἐρρήσετ᾽ ὦ μαστιγίαι; και το παραδεχόμαστε [και παύουν κ' η
καταστροφές].1

Ἀθηναίος Β - Η Θυρωρός (ή Α' Αθηναίος)


νὴ τὸν Δί᾽ ὡς ἤδη γε χωροῦσ᾽ Να τοι, πού έρχονται μαζύ.
ἔνδοθεν.

(1) Το χωρίον τούτο εν τω κειμένω είνε ασαφές δια τον σημερινόν αναγνώστην, άνευ
αναλύσεως και επεξηγήσεως· ο Αριστοφάνης υπονοεί ενταύθα θούριον στροφήν εκ
του Τελαμωνίου Αίαντος, ακατάλληλον δια συμπόσιον ειρήνης, η δε Κλειταγόρα ήτο
ποιήτρια εκ Λακωνίας ή εκ Θεσσαλίας.

ΕΞΟΔΟΣ
(1242-1320)

(Η Θυρωρός πρός τους Αθηναίους, οι οποίοι σπεύδουν να παρατηρήσουν δια της θύρας)
— Βρε μάγκες! δεν τραβάτε στο δρόμο σας να πάτε;

Β' Αθηναίος

311
HADJIBABA-2006

Να, έρχονται.
(Εξέρχονται εκ της οικίας οί Λακεδαιμόνιοι μετά
των γυναικών των και η Λυσιστράτη)

Λάκων
(ο κορυφαίος του Χορού προς ένα των λοιπών)
ὦ Πολυχαρείδα λαβὲ τὰ φυσατήρια, Πολύχαρε, θέλω να τραγουδήσω
ἵν᾽ ἐγὼ διποδιάξω τε κἀείσω καλὸν εδώ γιά όλους ώμορφα, και να χοροπηδήσω.
ἐς τὼς Ἀσαναίως τε καὶ ἐς ἡμᾶς ἅμα. πάρε το φυσητήρί σου.

Ἀθηναίος- Β' Αθηναίος


1245 λαβὲ δῆτα τὰς φυσαλλίδας πρὸς τῶν Ναί, πάρ' το φυσητήρι,
θεῶν, και του δικού σας του χορού, ώ Λάκωνες, οι γύροι
ὡς ἥδομαί γ᾽ ὑμᾶς ὁρῶν αμέσως ας άρχίσουνε
ὀρχουμένους. να μάς ευχαριστήσουνε.
(Είς εκ των Λακώνων συνοδεύει προς αυλόν την
απαγγελίαν του Κορυφαίου.)
Χορός Λακεδαιμονίων
ὅρμαον Μνημοσύνη! δός στους νέους
τὼς κυρσανίως ὦ Μναμοΰνα [Σπαρτιάτας κι' Αθηναίους]
τάν τ᾽ ἐμὰν Μῶαν, ἅτις κίνησι για το χορό,
1250 οἶδεν ἁμὲ τώς τ᾽ Ἀσαναίως, που μάς ξέρει από καιρό,—
ὅκα τοὶ μὲν ἐπ᾽ Ἀρταμιτίῳ όταν μ' αθανάτους ίσοι
πρὤκροον σιοείκελοι με τα πλοία είχαν ορμήση
ποττὰ κᾶλα τὼς Μήδως τ᾽ ἐνίκων, και τους Μήδους πολεμούσαν
στο Αρτεμίσιο και νικούσαν.
ἁμὲ δ᾽ αὖ Λεωνίδας Ο Λεωνίδας μου μ' εμένα,
1255 ἆγεν περ τὼς κάπρως με τα δόντια ακονισμένα,
θάγοντας οἰῶ τὸν ὀδόντα· σαν τον κάπρο, έφθασε πρώτα,
πολὺς δ᾽ ἀμφὶ τὰς γένυας ἀφρὸς κι' ο αφρός απ' τον ιδρώτα
ἤνσει, στα σαγόνια μας ανθούσε
πολὺς δ᾽ ἁμᾷ καττῶν σκελῶν ἀφρὸς κι' ως τα σκέληα μας κυλούσε.
ἵετο.
1260 ἦν γὰρ τὤνδρες οὐκ ἐλάσσως Και οι Πέρσαι ήσαν μπροστά μου
τᾶς ψάμμας τοὶ Πέρσαι. άπειροι, ως είδος άμμου.
ἀγροτέρα σηροκτόνε Έλα τώρα εσύ μ' εμένα
μόλε δεῦρο παρσένε σιὰ Άρτεμις, θεά παρθένα,
ποττὰς σπονδάς, που σκοτώνεις τα θηρία,—
1265 ὡς συνέχῃς πολὺν ἁμὲ χρόνον. της σπουδές και τη Φιλία,
νῦν δ᾽ αὖ φιλία τ᾽ αἰὲς εὔπορος εἴη μα και την ειρήνη επίσης,
ταῖς συνθήκαις, για καιρό να την κράτησης.
καὶ τᾶν αἱμυλᾶν ἀλωπέκων Ας γενή φιλία τώρα
παυσαίμεθα. όλο και με πλούσια δώρα,
κι' όχι λόγια πειά περίσσια
τρυφερά κι' αλεπουδίσια!
ὢ δεῦρ᾽ ἴθι δεῦρ᾽ ὦ Έλα, έλα συ μ' εμένα,
1270 κυναγὲ παρσένε. κυνηγέ, θεά παρθένα!

312
HADJIBABA-2006

Ἀθηναίος Λυσιστράτη
ἄγε νυν ἐπειδὴ τἄλλα πεποίηται Ε, όλα τώρα πάν' καλά. Ο κάθε Λάκων ας ερθή,
καλῶς, να πάρη τη γυναίκα του κοντά της να σταθή,
ἀπάγεσθε ταύτας ὦ Λάκωνες, τάσδε κι' αυτή κοντά στον άνδρα της, κι' αφού χορούς θα
τε στήσουμε
1275 ὑμεῖς· ἀνὴρ δὲ παρὰ γυναῖκα καὶ γι' αυτή την καλορροίζικη συνθήκη που θα
γυνὴ κλείσουμε,
στήτω παρ᾽ ἄνδρα, κᾆτ᾽ ἐπ᾽ ἀγαθαῖς έ, τότε στους θεούς μαζύ όρκο μεγάλο πιάνουμε,
συμφοραῖς αυτήν την αμαρτία πειά να μη την ξανακάνουμε.
ὀρχησάμενοι θεοῖσιν εὐλαβώμεθα
τὸ λοιπὸν αὖθις μὴ ᾽ξαμαρτάνειν ἔτι.
Χορὸς Ἀθηναίων Χορός Αθηναίων - Κορυφαίος
πρόσαγε χορόν, ἔπαγε <δὲ Χάριτας, Σύρε το χορό,—της Χάρες κάλεσε μαζύ,—ευχήσου
1280 ἐπὶ δὲ κάλεσον Ἄρτεμιν,
ἐπὶ δὲ δίδυμον ἀγέχορον στ' όνομα του Διονύσου.
Ἰήιον που με της Μαινάδες τρέχει
εὔφρον᾽, ἐπὶ δὲ Νύσιον, και φωτιές στα μάτια του έχει,—
ὃς μετὰ μαινάσι Βάκχιος ὄμμασι
δαίεται,
1285 Δία τε πυρὶ φλεγόμενον, ἐπί τε στον Απόλλωνα ευχήσου των χορών τον αρχηγό,—
πότνιαν ἄλοχον ὀλβίαν· στη Θεά την κυνηγό,
εἶτα δὲ δαίμονας, οἷς ἐπιμάρτυσι και στον Δία που ανάφτει,
χρησόμεθ᾽ οὐκ ἐπιλήσμοσιν και βροντάει και αστράφτει,—
Ἡσυχίας πέρι τῆς ἀγανόφρονος, μα και στη συντρόφισσα του τη θεά την ευτυχή,—
και 'ς τους δαίμονας ευχή,
όπου δεν ξεχνούν εκείνοι,
και για μάρτυρες σταθήκαν στη μεγάλη την ειρήνη,
1290 ἣν ἐποίησε θεὰ Κύπρις. πού έχει γίνη στερεά
ἀλαλαὶ ἰὴ παιήων· απ' της Κύπρου τη θεά.
αἴρεσθ᾽ ἄνω ἰαί, Τραλαλαλά! εμπρός! παιάν!
ὡς ἐπὶ νίκῃ ἰαί. νίκη! ευοί! ευαί,! ευάν!
εὐοῖ εὐοῖ, εὐαί εὐαί.

Ἀθηναίος- Λυσιστράτη
1295 πρόφαινε δὴ σὺ Μοῦσαν ἐπὶ νέᾳ Έλα τώρα, Σπαρτιάτη,
νέαν. να μας ξαναψάλης κάτι.

Χορός Λακεδαιμονίων
Ταΰγετον αὖτ᾽ ἐραννὸν ἐκλιπῶα Ώ μούσα εσύ Λακωνική!
Μῶα μόλε Λάκαινα πρεπτὸν ἁμὶν άφ' τον Ταΰγετον εκεί,
κλέωα τὸν Ἀμύκλαις σιὸν που εινε τόσο ευχάριστος, κ' έλα να ψάλης πρώτα
Απόλλωνα και Αθηνά,
1300 καὶ χαλκίοικον Ἀσάναν, και του Τυνδάρου τα παιδιά, πού παίζουνε
Τυνδαρίδας τ᾽ ἀγασώς, παντοτινά
τοὶ δὴ πὰρ Εὐρώταν ψιάδδοντι. στης όχθες του Ευρώτα.
εἶα μάλ᾽ ἔμβη Έλα και πήδα ελαφρά μ' εμάς να τραγουδήσουμε,
ὢ εἶα κοῦφα πάλλων,

313
HADJIBABA-2006

1305 ὡς Σπάρταν ὑμνίωμες, τη Σπάρτη να υμνήσουμε,


τᾷ σιῶν χοροὶ μέλοντι πού τόσο την ευφραίνουνε οι θεϊκοί χοροί,
καὶ ποδῶν κτύπος, και τα ποδοκτυπήματα, όταν η κόρ' η τρυφερή
τε πῶλοι ταὶ κόραι κοντά κοντά τα πόδια της κτυπά, σαν το πουλάρι,
πὰρ τὸν Εὐρωταν πηδώντας στού Ευρώτα μας το πράσινο χορτάρι,
1310 ἀμπάλλοντι πυκνὰ ποδοῖν και τα μαλλιά της αρχινά
ἀγκονίωαι, ο άνεμος να τα κινά,
ταὶ δὲ κόμαι σείονθ᾽ περ Βακχᾶν όπως όταν χοροπηδούν κισσοστεφανωμένες
θυρσαδδωᾶν καὶ παιδδωᾶν. η Βάκχες μεθυσμένες.
ἁγεῖται δ᾽ ἁ Λήδας παῖς Και πρώτη πρώτη στο [χορό από της άλλες χώρια
1315 ἁγνὰ χοραγὸς εὐπρεπής. η κόρη μπαίν' η πάναγνη της Λήδας η πανώρηα.
ἀλλ᾽ ἄγε κόμαν παραμπύκιδδε χερί, Εμπρός! περόνη πέρασε και κάρφωσ' την πλεξίδα,
ποδοῖν τε πάδη και κτύπησε τα χέρια σου, και σάν το λάφι πήδα!
τις ἔλαφος· κρότον δ᾽ ἁμᾷ ποίει Εμπρός! και τώρα του χορού ας ακουσθούν οι
χορωφελήταν. κρότοι,
1320 καὶ τὰν σιὰν δ᾽ αὖ τὰν κρατίσταν και ψάλε [απ' όλες πρώτη]
Χαλκίοικον ὕμνει τὰν πάμμαχον. την Αθηνά, πούνε θεά
ανίκητη και κραταιά!...
ΤΕΛΟΣ

φυσητήρι: Εννοεί τον αυλόν.

Μαινάδες και Βάκχαι, εις τας οποίας απεδίδετο η λάμψις των βλεμμάτων του
Διονύσου.

συντρόφισσα: Την Ήραν.

Τυνδάρεως: Βασιλεύς της Σπάρτη σύζυγος της Λήδας και πατήρ των Κάστορος,
Πολυδεύκους, Ελένης και Κλυταιμνήστρας.

η κόρη της Λήδας: Η Ελένη.

ΝΕΦΕΛΕΣ
(Αριστοφάνης 423 π.Χ. γ΄ βραβείο)

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
ΥΠΗΡΕΤΗΣ του Στρεψιάδη
ΜΑΘΗΤΕΣ του Σωκράτη
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
ΧΟΡΟΣ ΝΕΦΕΛΩΝ

314
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΔΑΝΕΙΣΤΗΣ Α
ΔΑΝΕΙΣΤΗΣ Β

ΥΠΟΘΕΣΗ
Ο Στρεψιάδης, αγρότης, καταχρεωμένος όπως ήταν, παρασύρθηκε από τις ιδέες της εποχής
του και θέλησε να διδαχθεί και αυτός την ρητορική, για να κατορθώσει με την τέχνη αυτή και
να αποφύγει τους δανειστές του και να εξαπατήσει τους δικαστές.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αρχή φόρμας
Ούφ! Δε βαστάω… Ατέλειωτες οι νύχτες σου, είναι, ω Δία!
Τέλος φόρμας
Μα πότε πια θα πει να ξημερώσει; Έχει ώρα που λαλήσαν οι πετεινοί.
Κι οι σκλάβοι ροχαλίζουν, ενώ πρώτα ξυπνούσαν αξημέρωτα.
Κατάρα στους πολέμους! Δε μπορούμε πια μηδέ να τους μαλώσουμε τους σκλάβους.
Κι αυτός εδώ ο προκομμένος γιος μου δεν το κουνάει ολονυχτίς μα κλάνει
σε πέντε κουβέρτες κουκουλωμένος.
Άντε κι εγώ να ροχαλίσω λίγο στη ζεστασιά! Που να με πάρει ο ύπνος!
με κατατρώει του γιού μου το σαράκι: τα έξοδα, τα χρέη και τ' άλογά του!
Μα εκείνος το χαβά του. Άλλο δεν κάνει: Μακριά μαλλιά, ιππασία και βόλτες με την άμαξα.
Και στον ύπνο του άλογα ονειρεύεται!
Κι εγώ χάνομαι ο δόλιος, άμα βλέπω, πως οι μήνες περνούνε και αυξάνονται οι τόκοι.

(ξυπνάει έναν από τους σκλάβους)

Μπρος ν' ανάψεις το λυχνάρι, φέρε και το τεφτέρι μου να δω


σε ποιους χρωστάω και πόσο πήγαν οι τόκοι.

(Ο σκλάβος φέρνει το λυχνάρι και το τεφτέρι)

Τι χρωστάω; Στον Πασία δώδεκα μνές.


Γιατί δώδεκα; Πότε τις δανείστηκα;
Α ναι! Για ν' αγοράσω εκείνο το άλογο το κορθιανό.
Δεν έβγαζα καλύτερα την κόρη του ματιού μου με μια πέτρα!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
(παραμιλώντας στον ύπνο του)

Φίλωνα, κάνεις ζαβολιές, μη βγαίνεις απ' τη γραμμή σου!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να τη η συμφορά μου! Και κοιμισμένος κάνει ιπποδρομίες.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και τα πολεμικά τ' αμάξια πόσους δρόμους θα τρέξουν:

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πιότερους δρόμους, εμένα, τον πατέρα σου, μ' έκανες να τρέχω!

(Ξανακοιτάει το τεφτέρι του)

Ύστερα απ' τον Πασία σε ποιον χρωστάω;


Τρεις μνες στον Αμυνία για δυο τροχούς
κι ένα καθισματάκι τ' αμαξιού.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τράβα στο στάβλο τ' άλογο, αφού πρώτα το κυλίσεις στη σκόνη να ξεϊδρώσει.

315
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Εμένα για καλά μ' έχεις κυλήσει έξω απ' τα υπάρχοντά μου.
Έχω ως τώρα καταδίκες σωρό
και για τους τόκους πολλοί ζητάν ενέχυρα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
(ξυπνώντας)

Πατέρα τι γυροφέρνεις άυπνος όλη νύχτα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιατί με τρώει ο εισπράχτορας του δήμου σαν ψύλλος.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Άφησέ με να κοιμηθώ λιγάκι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ψοφολόγα όσο θες, μα όλα τα χρέη θα πέσουνε στο κεφάλι σου μια μέρα.
Αλίμονο!
Στο διάβολο να πάει η προξενήτρα αυτή, που μου ξεσήκωσε το νου
να παντρευτώ τη μάνα σου. Τι ωραία περνούσα τη χωριάτικη ζωή μου
ρέμπελος και αξύριστος, όπου λάχει να κοιμάμαι κι είχα όλα τα αγαθά
πολλά μελίσσια, πρόβατα και λάδια.
Μα πήγα και παντρεύτηκα, χωριάτης εγώ, την αδερφή του Μεγακλή από σόι
πρωτευουσιάνα, πλουσιομαθημένη και ψηλομύτα.
Κι όταν στο κρεβάτι πέφταμε τη νύχτα πλάι - πλάι
μύριζα εγώ κρασίλα, σύκα και προβατίλα μπόλικη - κι εκείνη
ευώδιαζε από μύρα, κι ήταν αχόρταγη γι' αγάπη, όμοια με δημόσια Αφροδίτη!
Μα πώς να τ' αρνηθώ; Ήτανε προκομμένη. Συνέχεια ύφαινε!
Κι εγώ το φτωχικό μου παλτό δείχνοντάς της της έλεγα,
γυναίκα, θαρρώ παραξοδεύεις το μαλλί!

(Σβήνει το λυχνάρι)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Δεν έχει λάδι το λυχνάρι, αφέντη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Άναψες πάλι το μεγάλο λύχνο;
Έλα δω να σε δείρω.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Μα τι φταίω;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έβαλες το χοντρότερο φυτίλι

(Ο υπηρέτης φεύγει με το λυχνάρι)

Λοιπόν, όταν γεννήθηκε τούτος,


καυγαδίζαμε η μάνα του κι εγώ πώς να τον βγάλουμε.
Ήθελε εκείνη κάποιο όνομα, που να 'χει μέσα το "ίππος":
Ξάνθιππο, Καλιπίδη, Χάριππο.
Όμως τ' όνομα του παππού του ήθελα εγώ:
Φειδωνίδη.
Στο τέλος συμφωνήσαμε κι ενώσαμε τα ονόματα τα δυο
και βγάλαμε το γιο μας Φειδιππίδη.
Τον έπαιρνε στα χέρια, τον κανάκευε:
"Πως θα σε καμαρώνω, άμα μεγαλώσεις
και μπαίνεις στην Αθήνα πάνω στο άρμα

316
HADJIBABA-2006

ντυμένος την πορφύρα του παππού σου του Μεγακλή"!


Κι εγώ έλεγα: "θα καμαρώνω, όταν θα βόσκεις με του μπαμπά σου
την κάπα τη φθαρμένη τα κατσίκια!"
Δεν μ' άκουσε κι η αλογομανία μου ρημάζει τα υπάρχοντά μου τώρα.
Ζητώντας όλη νύχτα κάποιο δρόμο, για να σωθώ, βρήκα ένα μονοπάτι
διαβολικά έξυπνο κι αν με βοηθήσει αυτός εδώ, πάει σώθηκα για πάντα.
Μα πρώτα ας τον ξυπνήσω. Με ποιον τρόπο γλυκότερα θα τον ξυπνήσω; Πως;
Φειδιππίδη, καλό Φειδιππιδάκι!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τι είναι πατέρα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Φίλησέ με πρώτα
και δος μου το δεξί σου το χεράκι.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Να! Μα τι τρέχει;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πες μου, μ' αγαπάς;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ναι, μα τον αλογάρη τον Ποσειδώνα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μη μου τον μελετάς τον αλογάρη, γιατί είναι τούτος η καταστροφή μου.
Αν μ' αγαπάς με την καρδιά σου, γιέ μου, θα κάνεις ό,τι σου πω.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τι πράγμα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ν' αλλάξεις το ταχύτερο συνήθεια. Έλα κοντά μου να σε δασκαλέψω.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Λέγε, τι θες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και θα μ' ακούσεις;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ναι, μα το Βάκχο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κοίτα εκείνο πέρα το σπιτάκι με τη μικρή πορτούλα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Το βλέπω! Γιατί τάχα μου το δείχνεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Είναι σχολειό σοφών ανθρώπων. Μέσα υπάρχουνε δασκάλοι που σε πείθουν,
πως ο ουράνιος θόλος είναι φούρνος κι εμείς εντός του κάρβουνα αναμμένα.
Και σου μαθαίνουν, αν καλοπληρώσεις, την τέχνη να κερδίζεις με τα λόγια
πάντα, κι αν έχεις δίκιο κι αν δεν έχεις.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και ποιοι είναι αυτοί;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

317
HADJIBABA-2006

Δεν ξέρω τ' όνομά τους,


είναι όμως άξιοι και σπουδαίοι δασκάλοι.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Πω! πω! Τους ξέρω. Φαύλοι κι αλαζόνες
ξυπόλυτοι, κατάχλωμοι:
ο γρουσούζης ο Σωκράτης, κι αντάμα ο Χαιρεφώντας…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ε! ε! σώπα! Μη λες κουταμάρες.
Αν θέλεις το καλό μου, τρέχα εκεί και τ' άλογα παράτησέ τα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ποτέ μου, να μη σώσω, κι αν μου χάριζες
τους περίφημους φασιανούς που εκτρέφει ο Λεωγόρας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιόκα μου, φως των ματιών μου, τρέχα να σπουδάσεις εκεί.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τι να σπουδάσω;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μπορούνε να διδάσκουν όπως ακούω τον άδικο το λόγο και τον δίκαιο.
Και λένε, πως αυτός ο άδικος λόγος κερδίζει πάντα, όσο άδικο και να 'χει.
Αν σπουδάσεις τον άδικο το λόγο,
απ' τα χρέη, που φορτώθηκα για σένα, δε θα πληρώσω ούτε μια πεντάρα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Δε δέχομαι ! Πως θα κοιτάω με πρόσωπο κατάχλωμο τους άλλους καβαλλάρηδες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα τότε, μα τη Δήμητρα, ούτε εσύ ούτε τ' άλογά σου δεν θα ξαναφάτε από μένα.
Σε διώχνω από το σπίτι.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ο θείος μου ο Μεγακλής, δε θα μ' αφήσει χωρίς άλογα.
Φεύγω και σ' αψηφώ.

(Φεύγει)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ (μόνος)
Μα κι εγώ δε θα πέσω να πλαγιάσω.
Την προσευχή μου στους θεούς θα κάνω και θα πάω να σπουδάσω μοναχός μου.

(Έρχεται μπροστά στην πόρτα του σχολείου μα διστάζει να χτυπήσει)

Μα γέρος ξεχασιάρης, χοντροκέφαλος πως θα μάθω τη λεπτολόγα τέχνη,


τη λογική, στα δάχτυλα να παίζω;
Άιντε λοιπόν! Τι κοντοστέκομαι έτσι και δε χτυπάω την πόρτα;

(Χτυπάει και φωνάζει)

Ε! παιδί!

ΕΝΑΣ ΜΑΘΗΤΗΣ
(από μέσα)
Ανάθεμά σε! Ποιος χτυπάει την πόρτα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

318
HADJIBABA-2006

Ο Στρεψιάδης του Φείδωνα απ' τα Κίκυννα.

ΜΑΘΗΤΗΣ
(Ανοίγοντας την πόρτα)

Αλήθεια, είσαι απαίδευτος χωριάτης.


Κλωτσάς την πόρτα αξένιαστα και μού κοψες στη μέση κάποιο πρόβλημα, που το 'βρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Με το συμπάθειο, είμαι άνθρωπος καμπίσιος.
Μα τι πρόβλημα σου έκοψα στη μέση;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Αυτά στους μαθητές μονάχα λέγονται.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πες μου το θαρρετά, γιατί κι εγώ να μαθητέψω στο σχολείο σας ήρθα.

ΜΑΘΗΤΗΣ
Θα σου το πω. Μα πρέπει να το ξέρεις πως είναι μυστικά και μεταξύ μας.
Το Χαιρεφώντα ρώτησε ο Σωκράτης πόσες φορές το μάκρος της πατούσας του
πηδάει ο ψύλλος.
Γιατί κάποιος ψύλλος, αφού του Χαιρεφώντα δάγκασε το φρύδι,
πήδηξε στη φαλάκρα του Σωκράτη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και πως λοιπόν το μέτρησε;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Σπουδαία.
Πήρε κερί και το λυωσε και μέσα εβούτηξε του ψύλλου τα ποδάρια
και το κερί σαν έπηξε, του βγάζει τα δυο μικρά κερένια παπουτσάκια
και μέτρησε με κείνα την απόσταση.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μεγάλε Δία, εξυπνάδα και μυαλό!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Και τι θα πεις, αν μάθεις του Σωκράτη άλλο εξυπνότερο εύρημα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Για πες μου!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Ρώτησε το Σωκράτη ο Χαιρεφώντας από πού τραγουδάνε τα κουνούπια:
από το στόμα ή απ' τον πισινό τους;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και τι λοιπόν απάντησε ο Σωκράτης;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Είπε, πως το κουνούπι έχει στενό άντερο και ο αέρας που περνάει
με δυσκολία πάει προς την ακροτρυπίδα που μοιάζει με χωνί,
και, καθώς βγαίνει πάλι με ζόρι, ηχεί και κουδουνίζει.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Των κουνουπιών ο πισινός τρομπέτα!
Μακάριος, που έτσι δα αντερολογάει!
Πόσο θα τα κατάφερνε στις δίκες, αφού μπαίνει στων κουνουπιών τις τρύπες!

319
HADJIBABA-2006

ΜΑΘΗΤΗΣ
Μα τελευταία τον έκανε μια σαύρα να τα χάσει.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως έγινε; Για πες μου.

ΜΑΘΗΤΗΣ
Ενώ του φεγγαριού το δρόμο εξέταζε
και την περιστροφή του με στόμα ολάνοιχτο παρατηρούσε
τον λέρωσε η σαύρα απ' το ταβάνι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γουστόζικο το λέρωμα της σαύρας!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Το βράδυ εψές δεν είχαμε να φάμε..

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και τι λοιπόν σοφίστηκε ο Σωκράτης;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Πασπάλισε με στάχτη το τραπέζι της παλαίστρας, πήρε μετά τη σούβλα
τη λύγισε στα δυο σαν διαβήτη κι ενώ κοιτάζαν όλοι τι θα κάνει
σούφρωσε ένα σφαχτάρι απ' το βωμό.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι ναι ο μέγας Θαλής μπροστά σε αυτόν!
Άνοιγέ μου, άνοιγέ μου να μπω μέσα και το Σωκράτη αμέσως δείξε μού τον.
Μ' έπιασε λύσσα για σπουδή, άνοιγέ μου.

(Ο μαθητής ανοίγει. Από την πόρτα φαίνονται μέσα οι μαθητές του Σωκράτη, που μελετούν
σε διαφορετικές στάσεις. Είναι όλοι τους χλωμοί και κοκκαλιάρηδες)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ω θεέ μου! Τι λογής θεριά είναι τούτα!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Τι τα χασες; Και τι θαρρείς πως είναι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έχουνε χάλια σαν τους αιχμαλώτους τους Σπαρτιάτες, που πιάσαμε στην Πύλο.

(Δείχνει μερικούς, που είναι σκυμμένοι χάμω)

Και τούτοι εδώ τι ψάχνουνε σκυμμένοι;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Ψάχνουνε να βρουν κάτου απ' το χώμα…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Α ναι, βολβούς.

(Φωνάζοντας σ' αυτούς)

Ε μη χασομεράτε, ξέρω που είναι οι μεγάλοι και καλοί.

(Δείχνει τους άλλους που είναι πεσμένοι μπρούμυτα στο πάτωμα)

Και κείνοι εκεί, που είναι πεσμένοι χάμου;

320
HADJIBABA-2006

ΜΑΘΗΤΗΣ
Αυτοί ψάχνουν τα σκότη του Ταρτάρου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιατί βλέπει τα ουράνια ο πισινός τους;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Σπουδάζει αστρονομία ο πισινός τους.

(Οι μαθητές μαζεύονται στην πόρτα από περιέργεια να ιδούνε τι τρέχει)

ΜΑΘΗΤΗΣ
(Στους άλλους μαθητές)
Μπάτε μέσα να μη σας δει ο Σωκράτης.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ας μείνουνε. Να τους ρωτήσω θέλω τη γνώμη τους για τα ζητήματά μου.

ΜΑΘΗΤΗΣ
Μα δεν του επιτρέπεται να μένουν ώρα πολλή στον ανοιχτόν αέρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Κοιτάζοντας μέσα τα διάφορα αστρονομικά και
γεωμετρικά όργανα: σφαίρες, μέτρα κ.λπ.)
Για το θεό! Τι σύνεργα είναι τούτα;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Αυτό είναι αστρονομία.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και κείνο εκεί;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Γεωμετρία.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και τι σας χρησιμεύει;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Να μετράμε τη γη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποια γη; Εκείνην που η πολιτεία μοιράζει στους κληρούχους;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Ολάκερη τη γη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έξυπνο πράγμα και ωφέλιμο και πατριωτικό!

ΜΑΘΗΤΗΣ
(Του δείχνει ένα χάρτη)

Είναι της γης ολόκληρος ο κύκλος. Να την η Αθήνα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μπα; Δεν σε πιστεύω, γιατί πουθενά δε βλέπω δικαστές!

ΜΑΘΗΤΗΣ

321
HADJIBABA-2006

Και τούτη η μεγάλη χώρα είναι η Αττική.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και που είναι οι χωρικοί μου οι Κικυννιώτες;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Εδώ κοντά. Και παραπέρα η Εύβοια απλώνεται πάρα πολύ μακρόστενη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Εμεις κι ο Περικλής την μακρύναμε!
Και που είναι η Σπάρτη;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Να τηνε κι η Σπάρτη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πολύ κοντά μας είναι! Προσπαθήστε πάρα πολύ μακριά μας να την πάτε.

ΜΑΘΗΤΗΣ
Δεν μπορεί.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θα μας κάψει η γειτονιά της.

(Βλέπει ξαφνικά το Σωκράτη κρεμασμένο μέσα σ' ένα καλάθι)

Ποιος είναι αυτός, που κρέμεται στον αέρα;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Είναι αυτός!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιος αυτός;

ΜΑΘΗΤΗΣ
Καλέ, ο Σωκράτης!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Α! Σωκράτη!

(Στο μαθητή)

Φώναξέ τον εσύ πιο δυνατά!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Φώναξέ τον μονάχος. Δεν αδειάζω.
(Φεύγει)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ε! Σωκράτη! Σωκρατάκη!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Μέσα από το καλάθι)

Τι με φωνάζεις σκούληκα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Για πες μου πρώτα εκεί ψηλά τι κάνεις;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ

322
HADJIBABA-2006

Αεροβατώ και μελετάω τον ήλιο!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Από κοντά λοιπόν κοιτάζεις τους θεούς και τους περιφρονείς;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δε θα μπορούσα να εξετάσω καλά τα ουράνια πράγματα,
αν το νου μου δεν κρέμαγα ψηλά και τη σκέψη δεν έσμιγα λεπτή
με τον λεπτόν αγέρα.
Αν από χάμου κοιτούσα απάνω, τίποτα δεν θάβρισκα.
Η γη τραβάει και πίνει το χυμό της σκέψης, καθώς πίνει και του κάρδαμου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι μου λες; Έχουν σκέψη τα κάρδαμα;
Εμπρός λοιπόν κατέβα, Σωκρατάκι, να μου μάθεις την τέχνη, που ζητάω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Κατεβαίνει μαζί με το καλάθι)

Και τι ζητάς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ρητορική να μάθω.
Μ' έχουν τρελάνει οι τόκοι, οι δανειστές
τα πράγματα μου ενέχυρα τα παίρνουν.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πως τόπαθες να καταχρεωθείς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μ' έφαγε των αλόγων η μανία!
Αχ! μάθε μου τον άδικο το λόγο, για να τραβήξω σπάγγο.
Για τον κόπο σου ό,τι γυρέψεις θα σου το μετρήσω,
μα τους θεούς!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Θυμωμένος)

Ποιους θεούς! Να ξέρεις, πως δεν περνάει σε μας τέτοιο νόμισμα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σε ποιο λοιπόν νόμισμα έχετε εμπιστοσύνη;
Στο σιδερένιο του Βυζάντιου;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Θέλεις σωστά να μάθεις σαν τι πράγμα είναι οι θεοί;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι, μα τον Δία, το θέλω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και να δεις με τα μάτια τις Νεφέλες τις δικές μας θεές,
να κουβεντιάσεις μαζί τους;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Κάτσε λοιπόν σε κείνο το άγιο σκαμνί.

323
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Κάθεται)

Έκατσα, να!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και φόρα τούτο το στεφάνι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βάι! Σκοπεύεις σαν τον Αθάμα να με θυσιάσεις;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Όχι δα! Όμως έτσι κάνουν πάντα οι πρωτάρηδες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι ύστερα ποιο τ' όφελος;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Θα σε κάνω ξεφτέρι και ροδάνι και πάσπαλη στα λόγια. Μην κουνιέσαι!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν με κοροϊδεύεις; Και φυσικά θα γίνω πάσπαλη, αφού με ψιλοκοπανίσεις.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Σώπα, γέροντα, κι άκου σεμνά την ευχή, που θα κάνω.

Που βαστάς κρεμασμένη τη γη μας, αμέτρητε Αέρα


και λαμπρότατε Αιθέρα. Και σεις, που βροντάτε, ω Νεφέλες
σηκωθείτε κυράδες, ψηλά, του δασκάλου φανείτε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όχι ακόμα! Σταθείτε! Να ρίξω την κάπα μου πρώτα
στο κεφάλι, μη γίνω μουσκίδι. Δεν πήρα ούτε σκούφο.

(Κουκουλώνεται με το μανδύα του)

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ω θεές τιμημένες, ελάτε, φανείτε σ' αυτόν.
Κι αν ψηλά στις χιονάτες κορφές, του Ολύμπου γυρνάτε
κι αν τον άγιο χορό με τις Νύμφες χορεύετε αντάμα
στ' ωκεάνειο περιβόλι κι αν τάχα στο δέλτα του Νείλου
με βαθιά χρυσοκάνατα παίρνετε πλήθιο νερό
κι αν στη λίμνη Μαιώτη ή στου Μίμα τον κάβο σταματήσατε,
την ευχή μου δεχτείτε καλόκαρδα και τη θυσία.

ΧΟΡΟΣ ΝΕΦΕΛΩΝ
(Οι Νεφέλες βροντάνε από μακριά και τραγουδούνε)

Ας υψωθεί, ω αιώνιες αδερφάδες,


απ' του πατέρα Ωκεανού τα βροντερά τα μάκρη
απάνου απ' τις δασές βουνοκορφάδες
ψηλά τ' ανεμοτάξιδο και δροσερό κορμί μας
από εκεί ν' αγναντέψουμε την άκρη του κόσμου,
τη γη την ωργωμένη με τα πλούσια
τα φύτρα, τους καρπούς, τα ποτάμια,
τη θάλασσα με τη βαρειά βουή της.
Το μεγάλο μάτι τ' ουρανού απέναντί μας,
πλημμύρισε με φως την πλάση.

324
HADJIBABA-2006

Ας ρίξουμε απ' την άφθαρτη ουσία μας


τη βρόχινη άχνα κι ας θαυμάσει
το μάτι μας την γη την ποθητή μας.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Χαρά μου, οι μεγαλόχαρες στο κάλεσμά μου φτάνουν.

(Στο Στρεψιάδη)

Άκουσες τις φωνές των θεών και τις βροντές τους;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σας προσκυνώ, κυράδες μου, και θ' απαντήσω
στο βρόντημά σας με κρότους, τέτοια τρομάρα που μ' έπιασε!
Είναι δεν είναι σωστό, το βρακί, όπου νάναι θα γεμίσω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Μη βλαστημάς, ως βλαστημούν οι κωμικοί ποιητές.
Σώπα, φτάνει τραγουδώντας το σμήνος των θεών.

ΧΟΡΟΣ
Παρθένες βροχοφόρες, πάμε μαζί
στην πλούσια χώρα, που γεννάει τα παλλικάρια,
στης Παλλάδας, στου Κέκροπα το θαύμα!
Εκεί μυστήρια ανείπωτα, ιερά
γιορτάζονται κάθε φορά
κι ανοίγει τ' άδυτα ο ναός στους μύστες μόνο.
Εκεί αγάλματα και ναοί των θεών,
εκεί γίνονται πομπές, θυσίες και γλέντια όλο το χρόνο
κι όταν ο κάμπος λουλουδίζει,
βαστά χαρούμενη η γιορτή του Βάκχου πολλές μέρες
κι η χώρα αστράφτει και βουίζει
από χορούς, τραγούδια και φλογέρες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Α ! μα το Δία, ποιες είναι αυτές, που τραγουδήσαν έτσι
σεμνά και μεγαλόπρεπα; Μου φαίνονται να είναι ηρωίδες

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Όχι! Αυτές είναι οι Νεφέλες, ουράνιες και μεγάλες
θεές των τεμπέληδων. Δίνουνε νου και γνώση
συζήτηση και φλυαρία, την τέχνη
πώς να χτυπάς και να ξεφεύγεις στις λογομαχίες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γι' αυτό πετάρισε η ψυχή μου από χαρά, μόλις τις άκουσα,
διψά συζήτηση περί ανέμων και υδάτων
με λόγο κοφτερό σπαθί να απαντάει σε λόγο.
Και φανερά έχω τη λαχτάρα να τις δώ μπροστά μου.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Κοίτα κατά την Πάρνηθα, που κατεβαίνουν σιγά σιγά.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σε ποια μεριά;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ζυγώνουν πολλές μαζί κοπάδι
μέσα από δάση και πλαγιές κι από φαράγγια.

325
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δε βλέπω. Που είναι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Να ! Απέναντι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Σκύβοντας δίπλα)

Τώρα τις βλέπω μόλις.

(Ο χορός των Νεφελών μπαίνει στην ορχήστρα)

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τις βλέπεις, αν οι τσίμπλες σου δεν είναι μεγάλες σαν κολοκύθια.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι μα το Δία, τον ουρανό και τα βουνά τα σκέπασαν.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δεν ήξερες πως είναι Θεές και δεν τις προσκυνούσες μέχρι τώρα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όχι, νόμιζα ότι είναι δροσιά, καπνός και καταχνιά.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δεν ξέρεις πως καθοδηγούν τους σοφιστές,
τους ψευτομάντηδες τους κομπογιαννίτες γιατρούς
τους τεμπέληδες με τα μακριά νύχια και τα δαχτυλίδια,
τους επιδέξιους τραγουδιστές και χορευτές
και τους αστρολόγους; Τους ταϊζουν
με το να γράφουνε γι' αυτές τραγούδια και παιάνες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Λοιπόν για αυτό τραγουδάνε την ορμή των Νεφελών,
την αστραφτερή και τη φιδίσια
του εκατοκέφαλου Τυφώνα τις λυσσομανούσες
τις θύελλες και το πέταγμα το αέρινο
τις νεροποντές και τ' αητονύχικα όρνια
των Νεφελών και γι' αμοιβή περιδρομιάζουν
κέφαλους τεράστιους και τσίχλες ολόπαχες.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και τάχα δεν το αξίζουνε;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι πάθανε, για πες μου,
κι αν και είναι Νεφέλες, έμοιασαν με θνητές γυναίκες;
Είναι άλλο πράγμα εκεί ψηλά.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και τι θαρρείς πως είναι εκεί;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν ξέρω καλά, αλλά νομίζω, ότι είναι σαν ιπτάμενες
τούφες από μαλλί - κι αυτές εδώ έχουν στήθια και μύτη!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Απάντα μου σε ό,τι σε ρωτάω.

326
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σύντομα λέγε, ακούω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δε σου 'λαχε ποτέ να τις δεις να μοιάζουν με Κενταύρους,
με λύκους, με λεοπάρδαλεις και ταύρους;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι, τις είδα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Όποια μορφή θελήσουνε, την παίρνουν. Κι άμα ιδούνε
κανένα μαλλιαρό κομήτη σαν τον Ξενοφάντη,
για να τον κοροϊδέψουν παίρνουν μορφή Κενταύρου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι όταν δουν κανέναν άρπαγα των δημοσίων χρημάτων,
σαν τον Σίμωνα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Γίνονται αμέσως λύκοι για να δείξουν την άτιμη φύση του.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Παρόμοια μεταμορφώθηκαν σε ελάφια χτες,
όταν είδαν τον φοβιτσιάρη τον Κλεώνυμο, που τόσκασε απ' τη μάχη.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τώρα γίνανε γυναίκες, γιατί είδαν τον Κλεισθένη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Χαιρετάει τις Νεφέλες)

Χαίρετε, παντοκρατόρισσες κυράδες


βγάλτε μια ουρανομήκη κραυγή και για μένα
να σας ακούσω.

ΝΕΦΕΛΕΣ
Χαίρε κι εσύ φιλόμουσε και κυνηγέ των λόγων
γέροντα. Και συ ιερέα της μπούρδας
της ψιλοκοσκινισμένης, για πες μας τι θέλεις;
Κανέναν από τους τωρινούς καιροσοφιστές
εκτός από τον Πρόδικο κι εσένα, δεν ακούμε.
Εκείνον για την μεγάλη σοφία και ο μυαλό του,
εσένα γιατί περπατάς στη στράτα κορδωμένος,
κοιτάς δεξιά κι αριστερά και πλήθος κακά
παθαίνεις για το χατήρι μας ξυπόλυτος αλλά μεγάλος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ω Μάνα Γη, τι ιερά και σεβαστά λόγια!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Αυτές μονάχα είναι θεοί και κανένας άλλος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι ο Δίας ο βασιλιάς του Ολύμπου δεν είναι; Πες μου!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ποιος Δίας; Για σταμάτα, ανόητε, δεν υπάρχει Δίας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

327
HADJIBABA-2006

Μα τότε πες μου, δάσκαλε, ποιος βρέχει από τον ουρανό;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Δείχνοντας τις Νεφέλες)

Αυτές εδώ και θα σου φέρω αδιάσειστη απόδειξη.


Είδες ποτέ πουθενά να βρέχει δίχως σύννεφα;
Ας βρέξει με ξαστεριά λοιπόν, χωρίς να χρησιμοποιήσει αυτές ο Δίας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ω ναι, μα τον Απόλλωνα, το βρήκες.
Πίστευα πως κατουράει ο Δίας μέσα από κόσκινο.
Μα τότε, πες μου, τι βροντάει και μου κόβει τα ήπατα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Αυτές εδώ κάνουν τις βροντές καθώς κατρακυλάνε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Άμα γεμίσουνε νερό κι αρχίσουν να κινούνται
από το βάρος πέφτουν προς τα κάτω
και η μια την άλλη καθώς πέφτουν σκάζουν και βροντάνε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και ποιος τις κάνει να κινούνται, αν όχι ο μεγάλος Δίας;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ο αιθέριος Σίφουνας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αχ μάνα μου, τι ήταν αυτό που μου ήρθε στο κεφάλι!
Δεν είναι ο Δίας; Ο Σίφουνας βασιλεύει στα ουράνια;
Αλλά για τις αστραποβροντές δεν μου εξήγησες.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δεν άκουσες; Είπα είναι γεμάτες νερό οι Νεφέλες
και καθώς χτυπάνε η μια την άλλη σκάνε και βροντάνε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ένα παράδειγμα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Παράδειγμα βάλε τον εαυτό σου.
Στα Παναθήναια, σαν γεμίζεις την κοιλιά σου με σάλτσες,
δε νιώθεις μέσα σου γουργουρητά και ξαφνικά
αρχίζεις να βγάζεις κρότους;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι, μου ταράζουν το στομάχι οι σάλτσες
και ξαφνικά αρχίζουν να βροντούν.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Με λίγο αέρα στην κοιλιά βροντάς κι εσύ
φαντάσου λοιπόν πόσο πρέπει να βροντάει ο απέραντος αγέρας!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γι' αυτό και οι λέξεις μοιάζουν με βροντή.
Μα τώρα τους φλογερούς κεραυνούς για πες μου ποιος τα ρίχνει;

328
HADJIBABA-2006

Κι άλλους μας καίνε ζωντανούς κι άλλους μας καψαλίζουν;


Λένε πως τα στέλνει ο Δίας σε όσους πατάνε τον όρκο τους.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Βρε ανόητε, αν τους έστελνε σε όσους πατάνε τον όρκο τους,
γιατί δεν έκαψε τον Κλεώνυμο, το Θέωρο, το Σίμο,
που είναι ξακουστοί επίορκοι;
Αλλά και τους ίδιους τους ναούς του τους καίει
όπως το περήφανο Σούνιο και τις μεγάλες βελανιδιές;
Μου φαίνεται πως δεν πατάνε τον όρκο τους τα δέντρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σα να έχεις δίκιο! Τι είναι λοιπόν ο κεραυνός;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ξερός αέρας απ' τη γη καθώς υψώνεται και μπαίνει
μέσα στα σύννεφα, τα παραφουσκώνει και μετά
απ' το τέντωμα, σκάζουν εκείνα σαν ασκιά,
κι ο αέρας με βροντές ανάβει από την πολλή του την ορμή.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι μα το Δία, αυτό το έπαθα κι εγώ σε κάποιο γλέντι.
Έψηνα μια ολόκληρη πατσά πάνω στα κάρβουνα
επειδή δεν μπόρεσα να την ανοίξω
και αυτή σαν φούσκωσε πολύ
έσκασε και τινάχτηκε και με έκαψε στα μάτια μου.

ΝΕΦΕΛΕΣ
Άνθρωπε που λαχτάρησες ν' ανέβεις στην ψηλή
κορφή της μάθησης, να γίνεις στην Αθήνα
και στην Ελλάδα ολόκληρη πολύ ευτυχισμένος,
αν έχεις νου, αν θυμάσαι καλά και σκέφτεσαι σωστά,
και αν αντέχει στα βάσανα η ψυχή σου, αν δεν κουράζεσαι
να στέκεσαι ώρες πολλές ορθός και ώρες πολλές να περπατάς
αν δεν χτυπάνε τα δόντια σου στο κρύο, αν δεν τρως ωραία φαγητά
αν δεν πίνεις σταλιά και δεν πας καθόλου στις παλαίστρες
αλλά νομίζεις ότι είναι για άντρα έξυπνο,
αναγκαία η νίκη της πράξης της σκέψης και της λογομαχίας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Με τέτοια ατσάλινη ψυχή, υπνοκαταλύτρα σκέψη,
στομάχι φειδωλό και λαχανοφάγο
αντέχω να με κοπανάνε με τα σφυριά στο αμόνι.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Από εδώ και πέρα κανέναν άλλο θεό δεν θα πιστεύεις
παρά το Χάος και τις Νεφέλες και τη Γλώσσα. Αυτά τα τρία.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Καμιά κουβέντα δεν θα έχω με άλλους, κι ας βρεθούν μπροστά μου
ούτε θυσίες, ούτε σπονδές, ούτε λιβάνια.

ΝΕΦΕΛΕΣ
(Στο Στρεψιάδη)

Άντε και πες μου με θάρρος τι θες, και δεν θα βγεις χαμένος
αν μας τιμάς κι αν μας σέβεσαι κι αν θές να μιλάς όμορφα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

329
HADJIBABA-2006

Κυράδες σας ζητώ μια πολύ μικρή χάρη:


Να ξεπερνώ εκατό μίλια τους Έλληνες όλους στα λόγια.

ΝΕΦΕΛΕΣ
Με πολλή χαρά θα στην κάνουμε τη χάρη
και σε καμιά λαοσύναξη κανένας δε θα μπορεί
ούτε να σε νικά ούτε να τα βγάζει πέρα μαζί σου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν ζητάω μεγάλα πράγματα και βαθιές ιδέες, παρά μόνο
να μπορώ να στρεψοδικώ και να ξεγλιστράω σαν χέλι
από των δανειστών μου τα νύχια.

ΝΕΦΕΛΕΣ
Ναι, θα γίνει ό,τι λαχταρά η καρδιά σου.
Δεν είναι πολύ. Τώρα κάνε κουράγιο, και στους δασκάλους μας
παράδωσε το πνεύμα σου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μετά χαράς! Εμπιστεύομαι το πνεύμα μου σε σας, γιατί ζορίζομαι.
Του γιου μου τα άλογα με έκαψαν και μαζί ο γάμος μου.

(Τραγουδάει και χορεύει)

Δεν με νοιάζει τώρα πια


κι ας βουρλίζονται για μενα
κι ας βαράνε σα σουπιά
το κορμί μου θυμωμένα.
Πείνα, δίψα, κρύο και κάμα
δεν τα λογαριάζω, ας πάρουν
το κορμί μου με μια κάμα
να το κόψουν, να το γδάρουν.
Φτάνει να γλιτώσω εδώ
απ' τα χρέη μου, τους πνίχτες,
κι άσπρη μέρα πια να ιδώ
και να κοιμηθώ τις νύχτες.
Ας με δείχνουνε με κακία
κι ας με κράζουν (τι με μέλει!)
στο παζάρι, στα σοκάκια
ο καθένας ό,τι θέλει:
Του σκοινιού, του παλουκιού,
πρωτοψεύτη, κατεργάρη,
και ξετσίπωτη μαϊμού
και σαλιάρη και τομάρι,
μαλαγάνα, απατεώνα,
κάλπη, λέρα και τσιγκούνη
της δικολαβίας κορώνα
και καθήκι και γουρούνι.
Ας τα λένε απανωτά
κι από πίσω και μπροστά μου
κι ας σερβίρουνε ψητά
στο Σωκράτη τ' άντερά μου.

ΝΕΦΕΛΕΣ
Έχει θέληση και πνεύμα
κι όταν πετσωθεί στο ψέμα,
τότε η δόξα του θα πάει
πέρ' απ' τ' ουρανού τα χάη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

330
HADJIBABA-2006

Αλήθεια;

ΝΕΦΕΛΕΣ
Ναι, γιατί μαζί θας θα είσαι
ευτυχισμένος πάντα και δοξασμένος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πότε λοιπόν, θ' αξιωθώ, κυράδες;

ΝΕΦΕΛΕΣ
Θα έρχεται πολύς λαός έξω από την πόρτα σου
παρακαλώντας να σε δει και να σου μιλήσει
για σπουδαιότατες δίκες, για δουλειές με πολλά λεφτά,
και θα ζητούν την άξια συμβουλή και γνώμη σου.

(Στο Σωκράτη)

Αρχίνα, δάσκαλε, τα μαθήματα τώρα,


και δοκίμασε την κρίση του και το μυαλό του.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Στο Στρεψιάδη)

Λέγε μου λοιπόν τι ξέρεις, για να μπορέσω


σε αυτά να προσθέσω καινούργιες μηχανές.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θέλεις να με κάνεις πολεμιστή των τειχών;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Όχι, ζητάω να καταλάβω, αν έχεις μνημονικό.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Α! Είναι διπλό το πράγμα.
Αν μου χρωστάνε, δεν ξεχνάω ποτέ.
Αλλά αν χρωστάω, αμέσως ξεχνάω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Έχεις, καλέ, το χάρισμα του λόγου;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όχι του λόγου, αλλά έχω της απάτης.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και πως θα μάθεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έννοια σου, θα μάθω!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Άντε να δω, θ' αρπάξεις με το πρώτο
μια σοφή μου κουβέντα για τα ουράνια;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έτσι λοιπόν θ' αρπάξω τη σοφία,
όπως οι σκύλοι το ψωμί που τους πετάνε στον αέρα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Είσαι άνθρωπος αμαθής και βάρβαρος σαν ξύλο απελέκητο.

331
HADJIBABA-2006

Τι κάνεις άμα σε δέρνουν;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Στέκομαι και τις τρώω και μετά
ψάχνω να βρω μάρτυρες
και τραβάω γραμμή για το δικαστήριο.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Γδύσου τώρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα τι κακό έχω κάνει;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Είναι ο κανονισμός. Όσοι πρωτομπαίνουν στο σχολείο μου, μπαίνουν μέσα γυμνοί.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν ήρθα εδώ για να ψάξω, μη με κλέψατε για να γδυθώ.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Λίγα τα λόγια σου! Γδύσου!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αν μελετώ και γρήγορα τα καταλαβαίνω,
σε ποιον από τους μαθητές σου θα μοιάσω;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Του Χαιρεφώντα μου, θα γίνεις ίδιος και απαράλλαχτος!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Α! Συμφορά μου! θα γίνω μισοπεθαμένος.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Άσε τα λόγια κι ακολούθησέ με και κούνα τα πόδια σου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δος μου πρώτα να βαστάω μια μελόπιττα,
γιατί τρομάζω σαν να κατεβαίνω στο Τροφώνιο άντρο.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Εμπρός! Τι στέκεσαι στην πόρτα και σκύβεις και κοιτάς; Προχώρα!

ΧΟΡΟΣ
(Στο Στρεψιάδη)

Τράβα, γεια σου και χαρά σου!


Και για την παλληκαριά σου
χίλια μπράβο, χίλια μπράβο!
Αν και πέρασες τον κάβο
της ζωής, πάντα η καρδιά σου
θέλει πράγματα γενναία
κι επιστήμη πάντα νέα
γνώση, γράμματα, σοφία
στα βαθιά γεράματά σου.

(Στο ακροατήριο)

Ω καλοί μου ακροατές, θα σας πω όλη την αλήθεια


ελεύθερα, ναι μα τον Βάκχο το μεγάλο δάσκαλό μου!
Άξιος είμαι για να πάρω το στεφάνι, όσο άξιοι

332
HADJIBABA-2006

είστε σεις σαν κριτές των πνευματικών αγώνων.


Και την κωμωδία μου ετούτη περισσά μαστορεμένη
με λαχτάρα την προσφέρω πρώτοι εσείς να τη χαρείτε,
που μου κόστισε πολλούς κόπους και πολλά ξενύχτια.
Κι όμως άδικα μου πήραν το στεφάνι, άλλοι απατεώνες.
Είναι το παράπονό μου, φωτισμένο ακροατές μου,
που για σας μονάχα γράφω. Κι όμως κακία δεν κρατάω
μια και κάποτε εδώ πέρα άνθρωποι, που καταλαβαίνουν,
παίνεσαν τον Σώφρονά μου και τον Καταπύγωνά μου.
Τότε ήμουνα παρθένα, δεν μπορούσα να γεννήσω
φανερά στην κοινωνία κι έτσι το μπαστάρδικό μου
το έριξα στο δρόμο κι άλλη πονετική ψυχή μου το πήρε
και του λόγου σας μ' αγάπη τ' αναθρέψατε γενναία.
Κι από τότε μεταξύ μας μπέσα κάναμε κι αγάπη,
Τώρα αυτή η κωμωδία μου σαν τη μυθική Ηλέκτρα
έρχεται και ψάχνει να βρει γύρω εδώ σοφούς κριτές
κι όπου πρέπει, θα το γνωρίσει του αδελφού της τη πλεξούδα.
Για κοιτάχτε την πως ήρθε ντροπαλή και μετρημένη!
Μπρος της δεν κουνάει ραμμένη μια πετσένια μαλαπέρδα
μ' ολοκόκκινο κεφάλι να γελούν τα μωρουδέλια.
Και σαχλά δεν κοροϊδεύει τα φαλακροκέφαλα
ούτε χορεύει κόρδακα, τον ξετσίπωτο χορό,
ούτε ανεβάζει γέροντα ν' απαγγέλνει και συνάμα
να βαράει με το ραβδί του όποιον βρεθεί κοντά του
να σκεπάσει με το ξύλο τα σιχαμερά του αστεία.
Ούτε στη σκηνή πηδώντας με δαδιά αναμμένα σκούζει,
μα βασίζεται μονάχα στην αξία της και στην τέχνη.
Είμ' εγώ μεγάλος ποιητής κι ας μην έχω οργιά την τρίχα
ούτε στη σκηνή ανεβάζω δυο και τρεις φορές τα ίδια
για να σας γελάσω τάχα. Το μυαλό μου κατεβάζει
πάντα θέματα καινούρια κι όλα διαφορετικά κι ωραία.
Και τον Κλέωνα όταν ήταν παντοδύναμος λαοπλάνος,
του έλυσα τον αφαλό του, μα όταν πέθανε, η καρδιά μου
δεν το βάσταξε και πάλι στο κουφάρι του να πέσω.
Όμως οι ανταγωνιστές μου τον Υπέρβολο τον μαύρο,
μόλις εύκολο τον βρήκαν, τον τσαλαπατούνε όλοι
και τη μάνα του με δαύτον. Ο Εύπολις στο "Μαρικά" του
έκλεψε τους δικούς μου τους "Ιππείς" και μάλιστα άσχημα,
μόνο πρόσθεσε μια στρίγγλα, μια μεθυσμένη να χορεύει
κόρδακα - κι αυτήν πρώτα ο Φρύνιχος την είχε βάλει,
που στο τέλος τη μπαμπόγρια το σκυλόψαρο την τρώγει.
Τον Υπέρβολο τον πήραν στο ψιλό και πλήθος άλλοι
σαν τον Έρμιππο, - όλοι μαζί δαγκάνουν τον Υπέρβολο
και μιμούνται την εικόνα τη δικιά μου για τα χέλια,
πως ψαρεύονται μονάχα μέσα σε νερά βουρκωμένα.
Κάποιον που γελάει με τέτοια αστεία, δεν τον θέλω θαυμαστή μου.
Κι όσοι στα εφευρήματά του βρίσκετε χαρά κι ουσία
θα'χετε σε πάσαν ώρα και μυαλό και δίκαιη κρίση.
Προσκαλώ το Δία να φτάσει
τον βασιλιά των υψών
στου χορού μας τη γιορτή
κι ύστερα τον Ποσειδώνα,
παντοδύναμο Πατέρα
με την τρίαινα τη φοβερή,
που τραντάζει και κουνά
τα πελάγη και τα βουνά.
Και τον πάνσεμνον Αιθέρα,
ζωοδότη των πλασμάτων,
και τον άρχοντα των ασμάτων,
που μας δίνει φως και μέρα,

333
HADJIBABA-2006

το θεό τον αλογάρη


νάρθει θάμπωμα και χάρη.

(Στους θεατές)

Ω σοφώτατοι Αθηναίοι, δώστε βάση εδώ κι ακούστε


το βαρύ παράπονό μας και κατάμουτρα το λέμε:
Αν κι εμείς σας ωφελούμε πιο πολύ απ' όλους τους θεούς,
δε μας κάνετε θυσίες και σπονδές, σε μας μονάχα
τις προστάτισσες. Κι αν πάτε σε ανόητη εκστρατεία, αμέσως
βρέχουμε ή βροντάμε. Κι όταν θέλατε να κάνετε όλοι
στρατηγό σας τον αντίθεο Παφλαγόνα,
εσουφρώσαμε τα φρύδια, πιάσαμε τ' αστραποβρόντι,
το φεγγάρι άλλαξε δρόμο και μαζεύοντας ο ήλιος
τα φυτίλια του εσκοτίσθη με σκοπό να μην ξανάβγει,
αν ο Κλέωνας στρατηγός γινόταν: Κι όμως τον εκλέξατε
Στραβοκέφαλ' η Αθήνα πολιτεία και πεισματάρα!
Μα οι θεοί τα σφάλματά σας πάντα σε καλό τα βγάζουν.
Να και τώρα σε καλό σας θα βγει, αν ξαφνικά γραπώστε
τον ξαδιάντροπο τον Κλέωνα, τον αχόρταγο το γλάρο,
για τα δώρα, που μαζεύει, και για τις κλοπές, που κάνει,
και στο φάλαγγα περάστε το σκληρό του σβέρκο πάλι.
Όλες σας οι κουτουράδες σαν και πριν θα πάνε καλιά τους.
Έλα εδώ κοντά μου πάλι
Φοίβε, Δήλιε χρυσομάλλη
πόχεις κατοικία σου θεία
την κατάκορφη Κυνθία.
Έλα χρυσοπάλατη Ήρα
της Εφέσου καλομοίρα
τιμημένη απ' τις Λυδές
μ' άνθη, δώρα και σπονδές.
Κι ω Παλλάδα, ντόπια θεά μας
βάστα πάλι πάνω μας
τη γοργόνα σου. Ω μεγάλε
χαροκόπε Βάκχε, βάλε
στις Βακχίδες, στα δαδιά σου
τη μανία και τη φωτιά σου.

(Στο ακροατήριο)

Όταν κατά δω, Αθηναίοι, ξεκινάγαμε ναρθούμε


μας απάντησε η Σελήνη και παράγγειλέ μας πρώτα
χαιρετίσματα τσουβάλι και για σας και τους συμμάχους.
Και κατόπιν να σας πούμε, πως βαριά είναι κακιωμένη:
Δεν την τιμάτε, ως πρέπει, μ' όλες τις ευεργεσίες
που σας κάνει πάντα μ' έργα κι όχι λόγια. Μια δραχμούλα
ο καθένας σας κερδίζει κάθε μήνα απ' το δαδί
κι όταν έξω από το σπίτι βγαίνετε τα βράδια, λέτε
"το δαδί τι να το κάνω; λάμπει το φεγγάρι μέρα"!
Και σας κάνει ακόμα κι άλλα αμέτρητα καλά, Αθηναίοι,
όμως εσείς το καλαντάρι θάλασσα τόχετε κάνει
και δεν έχουν καμιά τάξη σταθερή του χρόνου οι μέρες.
Οι θεοί τη φοβερίζουν, πως εκείνη φταίει, σαν τύχει
και δεν φάνε τα σφαχτάρια της θυσίας, που τα προσμένουν,
γιατί λάθος τις ημέρες λογαριάζετε. Σαν είναι
ωρισμένη για θυσία μέρα εσείς δικάζετε.
Κι όταν οι θεοί νηστεύουν και πενθούν το Σαρπηδόνα
και το Μέμνονα, θυσίες κάμνετε, γλεντοκοπάτε.
Κι άμα στείλατε, Αθηναίοι, ιερομνήμονα για φέτος
τον Υπέρβολο, του πήραμε απ' το κεφάλι το στεφάνι,

334
HADJIBABA-2006

για να μάθει τις ημέρες να μετράει με το φεγγάρι.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Μόνος)

Μα την Πνοή, το Χάος και τον Αέρα, δεν είδα άλλον κανένα τόσο πολύ χωριάτη
χοντροκέφαλο και ξεχασιάρη, που να του μαθαίνεις κάτι ψιλοπράγματα
κι αμέσως να τα ξεχνάει πριν τα μάθη.

(Στο Στρεψιάδη, που είναι κάτω στο υπόγειο)

Βγες από κάτω, κι έλα εδώ στο φως!


Εσένα στο λέγω, που είσαι; Ανέβα επάνω
πάρε και το κρεβάτι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν το αφήνουν,
οι κοριοί, το βαστάνε με τα δόντια !

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τέλειωνε, βάλτο εδώ και πρόσεχέ με.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Λέγε μου τι θέλεις να πρωτομάθεις;
Θες μέτρα και ρυθμούς και στιχουργία;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θέλω μέτρα, γιατί ένας αλευράς
μου έκλεψε μιαν οκά προχτές στο ζύγι.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δε σου μιλάω για τέτοια μέτρα, αλλά
σε ρώτησα από της ποίησης τα μέτρα ποιο σου αρέσει;
Τρίμετρο ή τετράμετρο;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Το μέτρο των τεσσάρων χοινικιών.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Είσαι βλάκας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Στοιχηματίζω, αν θες, πως τέσσερα χοινίκια έχει ο τετράμετρος.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Άει να χαθείς χοντροκέφαλε!
Γρήγορα θα γίνεις, βλέπω, στους ρυθμούς ξεφτέρι!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ψωμί δε θα μου δώσουν οι ρυθμοί σου!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Στις συντροφιές θα φαίνεσαι σπουδαίος
και μορφωμένος, άμα ξεχωρίζεις
τους ρυθμούς, τον ενόπλιο από το δάχτυλο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

335
HADJIBABA-2006

Δάχτυλο;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ναι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Το ξέρω!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Λέγε μου το.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να το!

(τεντώνει το μεσαίο δάχτυλο)

Γι' αυτό δε λες; Στα παιδικά μου χρόνια τούτο το δάχτυλο είχε αξία!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ξετσίπωτε χωριάτη!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν ζητάω να μάθω τέτοια πράγματα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Λοιπόν;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τον άδικο το λόγο! Να τι θέλω!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Μα πρώτα έχουν σειρά άλλα μαθήματα.
Για πες μου λίγα αρσενικά ζώα…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αν δεν τα έχω χαμένα,
αρσενικά είναι ο τράγος, ο ταύρος, ο σκύλος, ο κούκος…

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Βλέπεις το λάθος; Κούκο λες μαζί και το αρσενικό και θηλυκό πουλί.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και πώς να λέω, μα τον Ποσειδώνα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Θα λες το ένα κούκο και το άλλο κούκισσα!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κούκισσα; Μπράβο, μα τον Άνεμο!
Ώστε γι' αυτό το μάθημα θα σου γεμίσω
τη σκάφη σου τον "κάρδοπο" με αλεύρι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Άλλο και τούτο! Η λέξη είναι θηλυκειά
και την λες αρσενική.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα πως την λέγω αρσενική;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ

336
HADJIBABA-2006

Παρόμοια κάνεις αρσενικό και τον Κλεώνυμο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα δεν καταλαβαίνω!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Να ο Κλεώνυμος και το σκαφίδι
η "κάρδοπο" είναι το ίδιο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα ποτέ του δεν είχε εκείνος κάρδοπο!
Ζύμωνε το ψωμί του ο κακομοίρης σε στρογγυλό γουδί.
Από εδώ και πέρα πως θα λέω σωστά τη λέξη;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πάντα θα λες καρδόπη καθώς λες Σωστράτη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Καρδόπη;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ναι. Κι αυτό είναι το σωστό.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θα λέω και τον Κλεώνυμο Κλεωνύμη;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πρέπει ακόμα να μάθεις να γνωρίζεις τα δυο γένη και στα κύρια ονόματα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Το ξέρω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πες μου λίγα θηλυκά.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Λύσιλλα, Κλειταγόρα, Δημητρία…

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Κι αρσενικά;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Χιλιάδες! Αμυνίας, Φιλόξενος και Μελησίας.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Μα τούτα δεν είναι αρσενικά, δυστυχισμένε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν είναι αρσενικά;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Καθόλου! Αν τύχει και δεις τον Αμυνία, πως θα τον φωνάξεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όπως πάντα. Ψιτ! Έλα εδώ, Αμυνία!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Να το! Αμέσως τον έκανες γυναίκα!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

337
HADJIBABA-2006

Άδικα τάχα, αφού δεν πάει στρατιώτης;


Μα γιατί μου μαθαίνεις γνωστά πράγματα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Γνωστά; Καθόλου! Τώρα ξάπλωσε επάνω στο κρεβάτι…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να κάνω τι;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Σοφίσου κάποια λύση για τα ζητήματά σου.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όχι, να χαρείς, σε τούτο το κρεβάτι!
Άσε να πλαγιάσω καλύτερα χάμω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δε μπορεί.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Ξαπλώνεται στο κρεβάτι)

Συμφορά μου! Στους κοριούς


όλα τα κρίματά μου θα πληρώσω!

ΝΕΦΕΛΕΣ
Στοχάσου τώρα, όσο μπορείς πιο βαθιά, και
μάζεψε το γέρικο μυαλό σου.
Κι άμα δεν σε βολεύει
σαν γρήγορο πουλί
σε θέματα πολλά
πήδα - και παντοτεινά τον ύπνο αποχαιρέτα!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βάι, βάι, βάι, βάι και πωπωπω!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τι τρέχει; Τι παθαίνεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Χάθηκα! Χυμήξανε μεσ' από το κρεβάτι
Κορθιανοί κοριοί μεγάλοι
τις δαγκάνες τους μου μπήζουν μου ματώνουν τα παϊδια
μου ξεσκίζουν τ' απαυτά μου και μου πίνουν την ψυχή
και στον πάτο τον παχύ μπηκανε και τον τρυπάνε,
δε γλυτώνω, θα με φάνε!

ΧΟΡΟΣ
Μη φωνάζεις!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι να κάνω,
που τα χρήματά μου χάνω,
το πετσί μου
τη ζωή μου
τα τσαρούχια μου, τα πάντα,
κι από σας ριχτός εδώ
καραούλι τραγουδώ
και όλοι μου φωνάζετε από πάνω!

338
HADJIBABA-2006

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ε! συ, τι κάνεις και δε συλλογιέσαι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι, μα τον Ποσειδώνα, συλλογιέμαι.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και τι λοιπόν κατάφερες να βρεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως οι κοριοί σταλιά δεν θα μ' αφήσουν ήσυχο.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Α να χαθείς!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Για το χαμένο λες;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Φοβάσαι τους κοριούς; Σκεπάσου κι άντε
να βρεις καμιά καλή κατεργαριά και κόλπο για να σωθείς από τα χρέη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και ποιος θα μου ρίξει προβιές
να μου ζεστάνει το μυαλό μου για να γεννήσει ιδέες;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Για να τον δω τι κάνει; Ε! συ, κοιμάσαι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όχι μα τον Απόλλωνα!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Δεν έχεις πιάσει τίποτα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τίποτα!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Καθόλου;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μονάχα κάτι εδώ με τη φούχτα!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Σκεπάσου λοιπόν για να σκεφτείς.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι να σκεφτώ; Για πες μου εσύ, Σωκράτη.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ό,τι θες. Κι άμα το βρεις, μου λες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Χίλιες φορές σου τοπα, στο ξανάπα:
Τούτο θέλω, να μη πληρώνω τόκους.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Σκεπάσου λοιπόν και ανάλυσε το ζήτημα κι άμα τα βρίσκεις σκούρα,
σταμάτα και ξανάρχιζε πάλι το θέμα και καλοζύγιασέ το.

339
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γλυκό μου Σωκρατάκι!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τι είναι παππού;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βρήκα ένα κόλπο για να μην πληρώσω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Για να το δούμε!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πες μου πρώτα…

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αν μάγισσα πληρώσω Θεσσαλή
για να μου κατεβάσει το φεγγάρι
κι ύστερα σε μια θήκη στρογγυλή
σαν καθρέφτη κλεισμένο το κρατάω…

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και τι θα ωφελήσει;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και το ρωτάς;
Άμα δεν ανατέλλει το φεγγάρι
δε θα πληρώνω τόκους.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πως θα γίνει αυτό;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Με το μήνα πληρώνονται όπως ξέρεις, οι τόκοι.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Να, κι εγώ να σε ρωτήσω:
Αν ξαφνικά σε καταγγέλναν ότι χρωστάς πεντέξι τάλαντα,
τι θα κάνεις, για να ξεφύγεις την κατηγορία;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι θα κάνω; Δεν ξερω! Να σκεφτώ…

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τη σκέψη σου μην τηνε σφίγγεις μέσα σου.
Αμόλα την να πάει ψηλά, όπως πάει
χρυσόμυγα δεμένη απ' το ποδάρι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βρήκα τον τρόπο να τα σκαπουλάρω
και μπράβο θα μου πεις.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Για λέγε! Ακούω.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

340
HADJIBABA-2006

Δε σου λαχε να δεις στα φαρμακεία


εκείνη την ωραία διάφανη πέτρα,
που ανάβει τη φωτιά;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Μπα! Το κρύσταλλο λες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θα πάρω το κρύσταλλο κι όταν γράφει ο γραμματέας τη μήνυση,
θα πάω στον ήλιο να σταθώ
και τις αχτίδες δέσμη θα ρίξω στο κερί του απάνω
και θα λιώσω τα γράμματα. Τι λες;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Έξυπνο, μα τις Χάριτες!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Χαρά μου!
Γλίτωσα πέντε τάλαντα άψε σβήσε.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και τώρα απάντα μου σ' αυτό…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σ' ακούω.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Πως θα γλυτώσεις από καταδίκη σίγουρη, όταν σου λείπουνε μάρτυρες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Εύκολα κι εξυπνότατα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Για λέγε!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Όταν θα μείνει μια μονάχα δίκη πριν από τη δική μου,
και πριν φωνάξουν τ' όνομά μου,
θα το σκάσω τρέχοντας και θα κρεμαστώ.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Βλακείες!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Καθόλου! Όταν εγώ πεθάνω
δε θα μπορέσουν πια να με δικάσουν.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Κούτσουρο, φεύγα! Πια δεν σε μαθαίνω.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Παρακαλεστικά)

Μα τους θεούς, τι σου έκανα, Σωκράτη;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Ό,τι σου μάθω, το ξεχνάς αμέσως.
Ορίστε: Πες μου τι σε πρωτοδίδαξα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

341
HADJIBABA-2006

Για στάσου: Αλήθεια, τι με πρωτοδίδαξες.


Τη σκάφη, που ζυμώνουν το ψωμί!
Μα πως την είπες; Συμφορά μου!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Χάσου! Ξεροκέφαλε, γεροξεκούτη!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αλίμονο, τι θ' απογίνω ο μαύρος,
αν δε μάθω να λέω ωραία λόγια;
Χάθηκα, συμβουλεύτε με, ω Νεφέλες.

ΧΟΡΟΣ
Μια συμβουλή μονάχα θα σου δώσω:
Αν έχεις γιο που καταλαβαίνει,
φερ' τονε να σπουδάσει αντί για σένα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έχω λεβέντη γιο, σπίρτο μονάχο.
Μα τι να πω; Δεν αγαπάει τα γράμματα!

ΧΟΡΟΣ
Και τον αφήνεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Είναι χειροδύναμος
κι όλος ζωή κι από την οικογένεια κρατιέται
της Κοισύρας το ψηλομύτικο.
Μα πάω να τον βρω κι αν δε θελήσει
να ρθει, θα τον διώξω από το σπίτι.

(στο Σωκράτη)

Περίμενέ με λίγο, μέχρι να γυρίσω.

ΝΕΦΕΛΕΣ
(Στο Σωκράτη)

Θα σου δώσουμε καλά


πολύ μεγάλα και πολλά
μόνο εμείς απ' όλους τους θεούς.
Τον βλέπεις, τον ακούς
αυτόν; Αμέσως θα κάνει
ό,τι θελήσεις.
Και κοίταξε να τον χαρείς
γρήγορα και όσο μπορείς.
Έχει μυαλά φουσκωμένα
και μέχρι να μετρήσεις ένα
αλλάζει γνώμη και χαβά
και σε άλλο δρόμο τραβά.

(Ο Σωκράτης μπαίνει μέσα στο σχολείο)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Σπρώχνοντας το γιο του)

Μα την Ομίχλη, φεύγα, ξεκουμπήσου


απ' το σπίτι μου. Πήγαινε και τρώγε
τις κολόνες του Μεγακλή του θείου σου!

342
HADJIBABA-2006

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τρελλάθηκες πατέρα; Τι σου ήρθε;
Μα τον Ολύμπιο Δία, κάτι έχεις πάθει!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(γελώντας)

Βρε ποιον Ολύμπιο Δία; Ντροπή σου


να πιστεύεις στο Δία κοντζάμ μαντράχαλος!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Μα τι γελάς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι κουτός είσαι
και μυαλό έχεις γεμισμένο με σκουριά!
Έλα κοντά τα μάτια να σου ανοίξω,
να γίνεις άντρας, κάτι θα σου πω
μα κοίτα κανενός δεν θα το πεις.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Λέγε, σ' ακούω.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ορκίζεσαι στο Δία;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ορκίζομαι!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να λοιπόν τι αξίζει η γνώση.
Δεν υπάρχει Δίας μάθε.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και ποιος υπάρχει λοιπόν;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τον έχει ρίξει ο Σίφουνας το Δία
και βασιλεύει αυτός.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Πω πω παλαβομάρα!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι όμως είναι αλήθεια.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ποιος τα λέει;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ο Σωκράτης ο Μηλιώτης και
ο Χαιρεφώντας που βρήκε τα ίχνη των ψύλλων.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τόσο λοιπόν τρελλάθηκες, πατέρα
για να πιστεύεις τέτοιους παλαβούς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σώπα! σώπα! Μην πεις κακό για ανθρώπους που τα έχουν τετρακόσια.

343
HADJIBABA-2006

Κι είναι τόσο οικονόμοι, που μήτε στον κουρέα δεν πηγαίνουν ούτε σε λουτρό.
Και λάδι δεν αλείφουν το σώμα τους.
Μα εσύ μου τρως το βιος μου, λες κι έχω πεθάνει.

(Τον τραβά από το χέρι)

Πάμε να μάθεις για λογαριασμό μου.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και τι καλό μπορούνε να μου μάθουν;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως! Όλη την ανθρώπινη σοφία.
Τότε θα καταλάβεις πόση αμάθεια
και χοντροκεφαλιά σε δέρνει, γιε μου.
Περίμενέ με μια στιγμή και φτάνω.

(Μπαίνει μέσα στο σπίτι του)

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τι να τον κάνω; Ο γέρος πάει τρελάθηκε!
Στους δικαστές να τον πάω κι αυτόν
να μου τον κηρύξουν σ' απαγόρευση.

(Ο Στρεψιάδης βγαίνει κρατώντας στο κάθε χέρι κι από ένα πουλί)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Για δες και πες μου: Τι πουλί είναι αυτό;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κούκος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ωραία! Κι αυτό το θηλυκό;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κούκος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα κούκος και τα δύο, βρε ρεζίλη;
Το λοιπόν από εδώ και πέρα μάθε
να λες το ένα κούκο το άλλο κούκισσα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κούκισσα; Αυτά σου μάθαν τα σπουδαία
εδώ μέσα εκείνου οι εκεί οι κατωκοσμίτες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι άλλα πολλά, που τα ξεχνούσα αμέσως μόλις μου τα μάθαιναν.
Γέρασα βλέπεις.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Έχεις για αυτό χάσει το μανδύα σου;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν τον έχασα. Τα θρανία τον έφαγαν.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Αμέ και τα παπούτσια σου που τα έχεις και βόσκουνε, βρε ξεμωραμένε;

344
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τα έχω ακουμπισμένα σε καλή μεριά,
όπως ο Περικλής τα τάλαντά μας χωρίς λογαριασμό να δίνει.
Τράβα, άκουσέ με κι ας μην τα καταφέρεις.
Έτσι κι εγώ, όταν ήσουνα παιδάκι και τραύλιζες, έξι χρονών,
σε άκουσα και με τον πρώτο οβολό, που πήρα μισθό σαν δικαστής,
σου αγόρασα ένα μικρό μικρό αμαξάκι για να παίζεις.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
(Ακολουθεί χωρίς κέφι)

Κάποτε για όλα αυτά θα μετανιώσεις.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μπράβο σου, να μ' ακούς.

(φωνάζει έξω από το σχολείο του Σωκράτη)

Ε! συ Σωκράτη,
άνοιξε και σου φέρνω το γιο μου.

(Ο Σωκράτης βγαίνει)

Δεν ήθελε, μα εγώ τον κατάφερα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Είναι νιάνιαρο ακόμα και δεν ξέρει ο φτωχός την κρεμαστή σοφία!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Αν σε κρεμούσα, θα ήσουνα σοφώτερος!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σκασμός! Στο δάσκαλό σου αντιμιλάς;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Μιμείται τη φωνή του Φειδιππίδη)

"Αν σε κρεμούσαν"! Πόσο ηλίθια το είπε


με τα χείλη ανοιχτά μια πήχη!
Πως θα μπορεί τέλος πάντων να γλιτώνει στις δίκες,
να καλεί ψευδομάρτυρες τους δικαστές να απατά;
Για τούτα ένα τάλαντο πλήρωσε ο Υπέρβολος!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μη σε νιάζει, δασκάλευέ τον. Έχει ευρετικό μυαλό από τη γέννα του.
Σαν ήταν παιδάκι, έφτιαχνε σπίτια από λάσπη και σκάλιζε βαρκούλες από ξύλο,
μαστόρευε αμαξάκια από πετσί και απ' του ροδιού τις φλούδες
έπλαθε βατραχάκια. Τι θαρρείς!
Τώρα να μάθει πρέπει τους δυο λόγους
δηλαδή το δίκαιο λόγο και τον άδικο
αυτόν που με τα ψέματα τουμπάρει τον άλλον. Κι αν όχι και τους δύο,
με κάθε τρόπο ας μάθει καν τον ψεύτη!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Θα του τα μάθουν οι ίδιοι Λόγοι, να τους!
Εγώ πηγαίνω.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μην ξεχνάς, πως πρέπει
ν' αναποδογυρίζει όλα τα δίκαια!

345
HADJIBABA-2006

(Όλοι φεύγουν. Η σκηνή αδειάζει. Βγαίνουν ο Δίκαιος κι ο Άδικος Λόγος μαλώνοντας)

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Άντε πρόβαλε και δείξε την αξία σου στο κοινό
μ' όλην την ξετσιπωσιά σου.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Όσο μεγαλύτερο το πλήθος
τόσο κι ευκολώτερα θα σε κοπανήσω.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Εσύ; Και ποιος είσαι;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Λόγος είμαι.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Λόγος Άδικος.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κι ωστόσο σε νικώ το Δίκαιο εσένα.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Με ποια τέχνη, ποια σοφία;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Βρίσκω πάντα νέες ιδέες.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Όλα αυτά περνούν και πιάνουν σήμερα σε τέτοιους βλάκες.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ποιος το είπε; Είναι σοφοί.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Θα σε καταστρέψω.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Πως;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μιλώντας δίκαια και σωστά.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ό,τι λες θα το μπαντάρω με έξυπνες αντιλογίες.
Δεν υπάρχει Δικαιοσύνη.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Δεν υπάρχει;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Δείξε μου την.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Στους θεούς ψηλά!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Τι κουβέντα!
Αν υπήρχε εκεί, πως μένει ατιμώρητος ο Δίας,

346
HADJIBABA-2006

που έχει δέσει τον μπαμπά του!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Με έπιασε αναγούλα!
Δεν κρατιέμαι! Τη λεκάνη!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Παλαβέ, γεροξεκούτη…

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ξεσκισμένε, σκυλομούρη!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Με τριαντάφυλλα με ραίνεις!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Βλάστημε και θεομπαίχτη!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κρινοστέφανα μου βάζεις.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Δέρνεις τον πατέρα σου!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μάθε, πως με πασπαλίζεις με μαλαματόσκονη.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ως τα τώρα με λυωμένο σε ζεμάτιζα μολύβι.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Όλα τώρα είναι τιμή μου.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Θρασύτατος είσαι!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κι εσύ είσαι πολύ παλιός!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Εξ αιτίας σου δεν πατάει κανένας νέος στο σχολείο μου.
Μα θα έρθει καιρός να νιώσουν οι Αθηναίοι
τι δασκαλεύεις τους ανόητους.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μυρίζεις πολύ άσχημα!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Τώρα κάνεις τον καμπόσο μα πρωτύτερα πεινούσες
και σακκί ζητιάνου κράταγες και παράσταινες τον κακομοίρη
τον Τήλεφο τον ξεπεσμένο το βασιλιά της Μυσίας.
Κι έτρωγες απ' το σακκί σου ξερό ψωμί,
κάνοντας ατιμίες σαν αυτές του Πανδέλετου.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Τι σοφία!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μα και τι τρέλλα.

347
HADJIBABA-2006

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Τρέλλα ποιανού;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Η δική σου
και της δόλιας της πολιτείας
που σε τρέφει και χαλάς τα καημένα τα παιδάκια.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
(δείχνοντας το Φειδιππίδη)

Μαθητής σου δεν θα γίνει


αυτός εδώ, επειδή είσαι παλιός.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ναι, αν θέλει να σωθεί
κι όχι μονάχα τη γλώσσα του να ακονίσει για να κόβει.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
(στο Φειδιππίδη)

Άστονε κι έλα σε μένα.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Θα σε δείρω, αν τον αγγίξεις.

ΧΟΡΟΣ
(μπαίνοντας στη μέση για να μην αρπαχτούν)

Πάψτε τους καυγάδες πια


πάψτε τις βρισιές!

(στο Δίκαιο Λόγο)

Κι άντε δείξε πρώτα εσύ


τους παλιούς τι τους μάθαινες.

(στον Άδικο Λόγο)

Και συ δείξε την καινούργια τέχνη σου,


για να μπορέσει να διαλέξει από τους δυο σας
όποιον θέλει ο νεαρός.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Αυτό θέλω.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κι εγώ το ίδιο.

ΧΟΡΟΣ
Ποιος θα κάνει την αρχή;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Του παραχωρώ τη θέση.
Κι όταν θα έχει τελειώσει με μικρές έξυπνες φρασούλες
και με στοχασμούς καινούριους θα τον κατασαγιτέψω.
Κι αν τολμήσει γρυ να κάνει θα του πρήξω μούτρα, μάτια
με της γνώμης μου τις σφήκεςτις φαρμακερές.

348
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Άντε δείξτε μας οι δυο σας πόσο είστε επιδέξιοι
και στη σκέψη και σε λόγια και σε έξυπνα γνωμικά,
ποιος είναι από σας το καλύτερο παλικάρι.
Της σοφίας το βραβείο ποιος από τους δυο σας θα πάρει!
Είναι μεγάλος ο κίνδυνος και δύσκολη η μάχη.

(Στο Δίκαιο Λόγο)

Εσύ που στεφάνωσες με πλήθος αρετών την παλιά γενιά


μίλα μας δυνατά, όσο θέλεις, να μας μάθεις το ποιος είσαι.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Να πως μορφώνονταν οι παλιότεροι Αθηναίοι,
όταν εγώ ήμουν δάσκαλος επιτυχημένος
το δίκαιο και η αρετή βασίλευε παντού στην πολιτεία αυτή.
Μικρό παιδί δεν άκουγες να μιλάει.
Στο δρόμο όλα τα παιδιά της γειτονιάς πηγαίνανε με τάξη
στο σπίτι του κιθαριστή γυμνά ακόμα και με χιόνια.
Και τους μάθαινε πρώτα, αφού αυτά κάθονταν κάτω,
τα ονομαστά τραγούδια.
"Γεια σου Παλλάδα φοβερή και καστροπολεμίστρα"
ή "λύρα, βγάλε τη φωνή σου τη δυνατή και τη γλυκειά"
κι αυτά με την παλιά εκείνη προγονική αρμονία.
Κι άμα κανένας έπαιζε κάποιο πρόστυχο τραγούδι
ή αν έκανε τσακίσματα σαν του Φρύνη,
επειδή ατίμαζε τις Μούσες, έτρωγε μπόλικο ξύλο.
Κάθονταν σεμνά στου γυμναστή
για να μη βλέπουν τίποτα το πονηρό απ' έξω.
Και μόλις σηκωνόνταν απ' την άμμο, την έφτιαχναν,
να μην φαίνονται εκεί σημάδια από την ήβη.
Κανείς δεν αλειφότανε λάδι κάτω από τον αφαλό του
κι έτσι στα σακουλάκια τους επάνω ανθοβολούσε
δροσιά και χνούδι, όπως πάνω στα φρέσκα κυδώνια.
Με λιγωμένη τη φωνή και κλείνοντας το μάτι
κανένας δεν εζύγωνε τον αγαπητικό του
σαν να ρουφιάνευε μονάχος τον εαυτό του.
Ποτέ κανείς δεν άρπαζε ραπανάκια στο δείπνο
ούτε άνηθο και σέλινο, μπροστά στους μεγάλους.
Λίγο έτρωγε, δεν χαχάνιζε σαν τσίχλα και δε σταύρωνε
τα πόδια το ένα πάνω στο άλλο.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Παλιές συνήθειες απ' τον καιρό που χτίστηκε ο κόσμος
κι οι Αθηναίοι φορούσανε τζιτζίκια στα μαλλιά τους!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κι όμως με αυτά ανάθρεψα τους Μαραθωνομάχους.
Μα τώρα εσύ τα νέα παιδιά πολύ βαριά τα ντύνεις,
που σαν τα κοιτώ στα Παναθήναια, πνίγομαι,
καθώς βαστάνε την ασπίδα εμπρός τους
χορεύοντας οκνά αντί να οράνε
στον ενόπλιο χορό της Τριτογένειας.

(Στο Φειδιππίδη)

Και τώρα, παλληκάρι,


δάσκαλο εμένα, το Δίκαιο Λόγο πάρε -
Δεν θα συχνάζεις στα λουτρά, στην αγορά καθόλου,

349
HADJIBABA-2006

θα έχεις σεβασμό, να ντρέπεσαι, αλλά όταν σε πειράξουν


φωτιά θα παίρνεις.
Κι όταν πλησιάζουν γέροι, θα σηκώνεσαι
απ' το σκαμνί που κάθεσαι μ' ευγένεια
και θα τιμάς τους γονιούς σου, και δεν θα κάνεις τίποτα
που να λερώνει την εικόνα της Αιδώς εντός σου.
Δεν θα πηγαίνεις να χαζεύεις με ανοιχτό το στόμα
εκεί που κουνιούνται οι χορεύτριες
για να μη σου ρίξει καμία μικρούλα
κανένα κυδώνι αγάπης
και άσχημα μπλέξεις και χάσεις την υπόληψή σου.
Και δεν θα αντιμιλάς ποτέ στο γέρο σου πατέρα,
δεν θα τον λες Ιαπετό, δεν θα τον συγχύζεις
αυτόν που σε ανάστησε από μικρό παιδάκι.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
(στο Φειδιππίδη)

Αν πας, παλληκαράκι μου, μ' αυτόν, μα τον Βάκχο,


θα μοιάσεις με τα ανόητα τ' αγόρια του Ιπποκράτη
και θα σε φωνάζουν παντού κόπανο και χαζό.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Αλειμμένος λάδι το κορμί, με ροδοκόκκινη όψη
θα συχνάζεις στα γυμναστήρια και όχι στο παζάρι
όπως κάνουν οι τωρινοί νεαροί, που όλοι σαχλαμαρίζουνε.
Ποτέ για ψύλλου πήδημα
δεν θ' αρχινάς συζήτηση μικρή και ασήμαντη.
Θα τρέχεις στης Ακαδημίας τα ελαιόδεντρα από κάτω
με άλλα φρόνιμα παιδιά στεφανομένος άσπρα καλαμόφυλλα
και θα ευωδιάζεις λεύκα και πράσινο βάτο και ξεγνοιασιά.
Θα χαίρεσαι τα καλοκαίρια, όταν σιγά θροούνε στον άνεμο αντικρυστά
οι κλώνοι του πλάτανου και της φτελιας.

(Σε τόνο ζωηρότερο)

Όσα εγώ σου λέω αν τα κάνεις


και καλά τα βάλεις στο μυαλό σου
θα έχεις ατσαλένιο στήθος
και τριανταφυλλένιο πρόσωπο.
Θα έχεις πλάτες δυνατές
γλώσσα τόσο δα μικρή.
Κι άμα κάνεις ό,τι τώρα
κάνουν όλοι οι νέοι στη χώρα
θα χεις πρόσωπο ωχρό
και στήθος μικρό και στενό
γλώσσα μια πιθαμή.
Το μυαλό σου θα νομίζει
την τιμή πράγμα κακό
και καλό τη ρουφιανιά.
Και στο τέλος θα σου κολλήσει
ο άσχημος χαρακτήρας του Αντιμάχου
η αισχρότητα.

ΧΟΡΟΣ
Μες στα λόγια σου, ω δάσκαλε της υψηλής σοφίας
τι γλυκά της φρονιμάδας το άνθος μοσχοβόλησε!
Τι ευτυχισμένα, αλήθεια, ζούσαν οι παλιοί προγόνοι!

(στον Άδικο Λόγο)

350
HADJIBABA-2006

Τώρα εσύ μεγάλε τεχνίτη της γλώσσας


πες μας κάτι καινούργιο. Μια χαρά ο αντίπαλός σου
τα κατάφερε και πρέπει με μεγάλα πια εφευρήματα
του μυαλού να τον τουμπάρεις δίχως να γίνεις ρεζίλι.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Πλακώθηκαν τα στήθια μου, δεν κρατιόμουν
απ' το να συνταράξω τα λόγια του με αντίλογα.
Μ' έχουνε πει κατώτερο λόγο οι φιλόσοφοι,
γιατί εγώ πρώτος τόλμησα να βγω παλληκαρήσια
να αρνηθώ τη δικαιοσύνη, να αντιλέξω τους νόμους.
Και τούτη η αξία μου κάνει χιλιάδες τάλαντα
να υποστηρίζω δηλαδή το άδικο και να νικάω στο τέλος.

(Στο Φειδιππίδη)

Για κοίτα εγώ πως θα ξετινάξω την παλιά ανατροφή


που τόσο την παίνεσε ο αντίπαλος.
Σκέψου, πως θα σου απαγορεύσει τα ζεστά λουτρά.

(Στο Δίκαιο Λόγο)

Δεν μας λες να μάθουμε κι εμείς, γιατί τ' απαγορεύεις;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Είναι βλαβερό συνήθειο, κάνει δειλό τον άντρα.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Στάσου, σε άρπαξα απ' τη μέση και δε θα μου ξεφύγεις.
Για πες μου, απ' όλα τα παιδιά του Δία, ποιος έχει
πιο γενναία ψυχή και άντεξε στους πιο μεγάλους κόπους;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Ποιος άλλος από τον Ηρακλή; Κανείς δεν τον περνάει.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Είδες ποτέ τα λουτρά του Ηρακλή να 'ναι κρύα;
Κι όμως η αντρεία του ήταν η πρώτη σ' όλο τον κόσμο.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Εγώ μιλάω για εκείνα, που πάνε τα παιδιά
και όλη τη μέρα σαχλολογούν και έτσι γεμίζουν
της πόλης τα λουτρά, και αδειάζουν οι παλαίστρες.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Εσύ κατηγορείς, μα εγώ παινεύω την αγορά. Αν ήταν
κακό πράγμα, δεν θα μιλούσε για "αγορητάδες" ο Όμηρος
όπως δηλαδή για το Νέστορα και τόσους άλλους ήρωες.
Λες ακόμα ότι δεν πρέπει να γυμνάζουνε τη γλώσσα οι νέοι.
Κι εγώ σου λέω, πως πρέπει και μάλιστα πολύ.
Κι ακόμα τους συστήνεις να είναι πάντοτε φρόνιμοι -
άλλο κακό κι αυτό.
Είδες κανένα φρόνιμο ποτέ σου να προκόψει;
Λέγε μου λοιπόν, αν μπορείς, βγάλε με ψεύτη.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Να λοιπόν! Για τη φρονιμάδα του, του χάρισαν του Πηλέα
μαχαίρι οι θεοί να πολεμάει με τα θηρία του δάσους.

351
HADJIBABA-2006

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μαχαίρι; Αστείο κέρδος είχε για πληρωμή
της αρετής του ο κακομοίρης!
Ενώ για δες ο Υπέρβολος εξαιτίας της πονηριάς του
έβγαλε απ' τα λυχνάρια πολλά τάλαντα
ανακατεύοντας με τέχνη χαλκό και μολύβι.
Αυτό είναι κέρδος, όχι εκείνο το γελοίο μαχαίρι!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Μα επειδή ήταν φρόνιμος, παντρεύτηκε τη Θέτιδα.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Και εκείνη τον παράτησε, γιατί δεν ήταν υβριστής
ούτε καλός στο κρεβάτι τα βράδυα.
Γιατί η γυναίκα τα θέλει αυτά.
Μ' ακούς παλιάλογο;

(Στο Φειδιππίδη)

Και τώρα, παλληκάρι,


για σκέψου πόσα έχει μέσα της κακά
η φρονιμάδα
και πόσες ηδονές πρόκειται να στερηθείς
γι' αυτήν.
Χωρίς αυτά είναι μαύρη η ζωή,
ποιος θέλει να τη ζήσει!
Ας πάμε τώρα σε άλλο ζήτημα: στις ανάγκες τις φύσης μας.
Αμάρτησες, ερωτεύτηκες, μοίχευσες, πιάστηκες.
Χάθηκες αν δεν μπορεί να κόβει η γλώσσα σου.
Ενώ μαζί μου, μπορείς να χορταίνεις την κάθε σου επιθυμία
χόρευε, γέλα, γράψε την ντροπή στα παλιά τα παπούτσια σου.
Κι αν σε πιάσουνε με άλλου γυναίκα
θα λες: "Δεν φταίω εγώ, πιάστε το Δία και βγάλτε του τα μάτια.
Γιατί κι εκείνος ξεμυαλίζεται απ' τις όμορφες γυναίκες.
Εγώ ο θνητός θα γίνω ανώτερος απ' τους θεούς;"

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Κι άμα τον πιάσουν και τον ραφανιδώσουν,
κι αν τον καψαλίσουν με χόβολη;
Θ' αρνιέται το αμάρτημά του, τι λες;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Και τι θα πάθει τάχα κι αν το αρνηθεί κι αν όχι;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Υπάρχει μεγαλύτερο κακό και ρεζιλίκι;

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Και τι θα πεις αν σου αποδείξω πως δεν έχεις δίκιο;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Θα καταπιώ τη γλώσσα μου.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Θα σε ρωτάω και απάντα μου:
Ποιοι γίνονται συνήγοροι;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Οι ξεσκισμένοι.

352
HADJIBABA-2006

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Πολύ σωστά.
Και τραγωδίες ποιοι γράφουνε;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Οι ξεσκισμένοι.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Πολύ καλά.
Και ποιοι δημηγορούν;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Οι ξεσκισμένοι.

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Τώρα, το κατάλαβες, ότι δεν ξέρεις τι μας λες;
Για κοίτα γύρω σου το κοινό
και πες μας ποιοι περισσεύουν.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Να! Κοιτάζω!

ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
Και τι βλέπεις;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
Πως είναι περισσότεροι οι ξεσκισμένοι.

(Δείχνει με το δάχτυλο μερικούς από τους θεατές)

Να τος εκείνος, να κι αυτός


κι ο τριχωτός, από εκεί!

(προς το κοινό)

Ω, εσείς, την πατήσαμε!


Και τώρα, να με δεχθείτε
πετάω τα ιμάτιά μου
και τρέχω να μπω ανάμεσά σας.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Στο Στρεψιάδη)

Λοιπόν θα πάρεις πίσω τον γιο σου


ή θα μου τον αφήσεις να του μάθω
να πηγαίνει η γλώσσα του ροδάνι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μάθε τον μου
και δέρνε τον κι ακόνισε το στόμα του,
τη μια μασέλα για τις μικροδίκες,
την άλλη για μεγάλα ζητήματα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Θα σου τον κάνω πανέξυπνο σοφιστή.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έχω την εντύπωση πως θα τον κάνεις κακομοίρη και κατάχλωμο.

ΧΟΡΟΣ

353
HADJIBABA-2006

Προχωρείτε!

(Ο Άδικος Λόγος και ο Φειδιππίδης μπαίνουν στο σχολείο. Ο χορός απευθύνεται στον
Στρεψιάδη)

Μα θα το μετανιώσεις.

(Γυρίζοντας προς το κοινό)

Να τι πρόκειται να κερδίσουν οι κριτές, άμα δώσουν


δίκαιη ψήφο στο χορό μας, τώρα θα σας το πω.
Το φθινόπωρο, όταν πρέπει να οργώσετε τα χωράφια σας,
για σας πρώτα θα ρίχνουμε νερό κι ύστερα για τους άλλους.
Τα σταφύλια, τα σπαρτά σας θα σας τα φυλάμε,
κι ούτε η βροχή θα τα σαπίζει ούτε η κάψα θα τα καίει.
Κι αν κάποιος θνητός τολμήσει να μας αδικήσει,
ας τεντώσει το αυτί του να ακούσει τι θα πάθει.
Δεν θα παίρνει από το κτήμα του κανένα εισόδημα. Κρασί ή λάδι.
Μόλις αρχίζουν να βλασταίνουν τα λιόδεντρα ή τα αμπέλια του
με το χαλάζι θα σπάμε τα μπουμπούκια.
Κι αν θέλει να αποξηράνει τα κεραμίδια του,
εμείς θα βρέχουμε ακόμα περισσότερο
και θα ρίχνουμε χαλάζι να του σπάμε τη σκεπή του.
Κι αν αυτός ή συγγενής του ή φίλος του έχει γάμο,
εμείς θα βρέχουμε όλη νύχτα, ώστε να λέει:
Καλύτερα να ψηνόμουν στη Λιβύη παρά εδώ
στην Αθήνα να είμαι άδικος κριτής.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Υπολογίζω : εικοσιέξι, εικοσιεφτά,
εικοσιοχτώ και εικοσιεννιά του μήνα,
και τέλος να τριάντα, η μαύρη μέρα,
που τη μισώ, την τρέμω, τη σιχαίνομαι.
Πάει το παλιό φεγγάρι, αρχίζει νέο.
Πεισματικά οι δανειστές μου πηγαίνουν
στο πρυτανείο πληρώνοντας
τα έξοδα της δίκης για να με καταστρέψουν.
Κι εγώ σωστά τους λέω παρακαλώντας:
"Αυτά μην τα ζητάς τώρα. Δώσε μου αναβολή
για τα άλλα. Πάρε τούτα".
Μα εκείνοι δεν ακούν. Με τέτοιο τρόπο
ποτέ, μου λένε, δε θα τους ξοφλήσω.
Και με βρίζουν, με λένε απατεώνα,
και δος του με τραβούν στα δικαστήρια.
Μα τώρα να κι αν πανε να κι αν δεν πάνε!
Δε με νοιάζει, αν ο γιος μου έχει μάθει
να ρητορεύει, να δικολαβεί.
Ας πάω να δω τι κάνει στο σχολειό του.

(Χτυπάει την πόρτα)

Παιδί! Παιδί μου!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Ανοίγοντας την πόρτα)

Καλώς τον Στρεψιάδη!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Καλώς σε βρήκα

354
HADJIBABA-2006

(Του δίνει ένα σακκουλάκι αλεύρι για δώρο)

Πρέπει ο καθένας να δίνει του δασκάλου.


Και πες μου τώρα, αν έμαθε ο γιος μου
τον Άδικο το λόγο, τον καινούργιο
που τελευταία πήρες για βοηθό σου.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Έμαθε.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μπράβο Απάτη παντοκρατόρισσα!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τώρα πια μη φοβάσαι καμία δίκη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι αν υπάρχουν μάρτυρες ότι δανείστηκα;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Και χίλιοι να είναι, τόσο το καλύτερο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Πηδώντας ενθουσιασμένος)

Θα φωνάξω τώρα,
με όλη μου τη δύναμη
κλάφτε τοκογύφοι,
χάσατε τους τόκους
και τα κεφάλαια!
Ξέφυγα απ' τα νύχια σας!
Έχω γιο κανακάρη
που σπουδάζει εδώ μέσα,
νάχει γλώσσα δίκοπη
σωτήρας του σπιτιού του
καταφύγιο του πατέρα
των εχθρών του φοβέρα
και λυτρωτή των βασάνων μου.

(Στο Σωκράτη)

Τρέχα, φέρε το παιδί μου.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Φωνάζοντας από την πόρτα)

Ε! παιδί, παιδί!
Βγες έξω να σε δει ο πατέρας σου. Σε θέλει.

(Βγαίνει ο Φειδιππίδης)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ω, γλυκό παιδί μου, μέλι μου!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Τώρα πάρε τον και φύγε.

355
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ω, παιδάκι μου, ω καμάρι μου!
Τι χαρά που σε βλέπω κίτρινο!
Άντε να δούμε τώρα αν έχεις μάθει
ν' αντιλέγεις επιδέξια και ν' αρνιέσαι το δίκιο
κι αν μπορείς χαριτωμένα να ρωτάς κάθε τόσο: "εσείς τι λέτε;"
τους άλλους να αδικείς και να ρημάζεις
κι όμως να κάνεις τον αδικημένο.
Στο πρόσωπό σου λάμπει η πονηρία η αθηνιώτικη.
Κάνε ό,τι μπορείς να με σώσεις, αφού εσύ με κατάστρεψες.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και τι φοβάσαι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Το παλιό φεγγάρι που τελειώνει
και το νέο που αρχίζει.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Τι είναι αυτό το παλιό και το νέο φεγγάρι;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Η μέρα, που τρέχοντας οι δανειστές
θα καταθέσουν τα έξοδα της δίκης.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Θα τα χάσουνε. Με κανέναν τρόπο
δεν μπορούν οι δυο μέρες να γίνουν μία.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν μπορούν;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Φυσικά! Πως μπορεί μια γυναίκα να είναι και νέα και γριά μαζί;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έτσι είναι ο νόμος.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Δεν τον εξηγούν σωστά το νόμο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και τι λέει ο νόμος;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ο δοξασμένος Σόλωνας που αγάπαγε στ' αλήθεια το λαό…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι σχέση έχει αυτό με το παλιό και το καινούργιο φεγγάρι;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Αυτός όρισε δυο μέρες για την κλήση της δίκης. το παλιό και το νέο φεγγάρι
για να πηγαίνουν την πρωτομηνιά να καταθέτουν τα έξοδα οι αντίδικοι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι χρειαζότανε τότε η τελευταία μέρα του μήνα, το παλιό φεγγάρι;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Να χουν καιρό μπροστά τους μιαν ημέρα, για να συμβιβαστούνε.

356
HADJIBABA-2006

Αλλιώς χαράματα θα χουν σκοτούρα με τα δικαστήρια.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιατί λοιπόν δεν δέχονται οι ταμίες τα χρήματά μας την πρώτη του μήνα
αλλά μας τα ζητάνε από τις τριάντα;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Όπως το ψητό οι πεινασμένοι πριν στρωθεί το τραπέζι, έτσι και τούτοι
μια μέρα πριν τσιμπάνε τα λεφτά!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Γυρίζοντας στο κοινό)

Γιατί λοιπόν καθόσαστε, χαζοί,


νούμερα, αρνιά, σα τσουκάλια σωριασμένα;
Για μένα και το γιο μου τραγουδήστε εγκώμιο θριαμβευτικό,
που τα βολέψαμε!
Ω μακάριε Στρεψιάδη,
από μικρός ήσουν σοφός
κι έχεις γιο ξεφτέρι!
Έτσι θα μου λενε μαζί φίλοι μου και χωριανοί:
"Είστε άξιοι και μεγάλοι".
Όταν βλέπουν στη σειρά όλες τις δίκες να τις κερδίζεις
και θα με ζηλεύουν.
Μα πάμε να σου κάνω το τραπέζι.

(Μπαίνει ο Α΄ Δανειστής ο Πασίας μαζί μ' ένα μάρτυρα)

ΠΑΣΙΑΣ
Είναι σωστό κανείς τα χρήματά του να τα σκορπάει; Καθόλου.
Έπρεπε τότε να βάλω κατά μέρος τη ντροπή
και ν' αρνηθώ, για να μην έχω μπελάδες.
Να τώρα που σε τραβάω στα δικαστήρια
για μάρτυρα να τρέχω
να γίνω εχθρός μ' ένα συγχωριανό μου.
Στη ζωή μου δεν θα ντροπιάσω την πατρίδα. Εμπρός.
Θα του κάνω αγωγή του Στρεψιάδη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιος είναι τούτος;

ΠΑΣΙΑΣ
Έφτασε ο καιρός:
Είναι τριάντα και πρωτομηνιά.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Στο μάρτυρα)

Σ' έχω μάρτυρα. Δυο ημερομηνίες μου δήλωσε!

(Στον Πασία)

Γιατί με φοβίζεις;

ΠΑΣΙΑΣ
Για τις δώδεκα μνες, που σου δάνεισα
τ' άλογο το ψαρό για ν' αγοράσεις.

357
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Άλογο; Τον ακούσατε; Όλοι ξέρουν,
πως τ' άλογα τα μισώ και τα σιχαίνομαι.

ΠΑΣΙΑΣ
Έδινες όρκο, πως θα με πληρώσεις.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιατί ακόμα δεν είχε μάθει τον ανίκητο λόγο ο Φειδιππίδης.

ΠΑΣΙΑΣ
Και γι' αυτό θ' αρνηθείς τα χρέη σου τώρα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αυτό το κέρδος έχω απ' τη σπουδή μου.

ΠΑΣΙΑΣ
Κι αν στους θεούς σε βάλω να ορκιστείς
και πάλι θ' αρνηθείς, πως μου χρωστάς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιους θεούς;

ΠΑΣΙΑΣ
Όποιους θελήσω εγώ.
Στο Δία, στον Ποσειδώνα, στον Ερμή.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δίνω τρεις οβολούς από την τσέπη μου,
για να σου κάνω αυτό τον όρκο που θέλεις.

ΠΑΣΙΑΣ
Ου ! να χαθείς αδιάντροπε, αφιλότιμε!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Να σ' αλατίσω για να μη βρωμήσεις!

ΠΑΣΙΑΣ
Με κοροϊδεύεις!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Έξι αγγεία θα γέμιζες με το ξύγκι σου.

ΠΑΣΙΑΣ
Δε θα μου γλιτώσεις, μα τους θεούς και το μεγάλο Δία.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(ξεσπώντας στα γέλια)

Με κάνεις και γελώ με τους θεούς σου!


Αυτός που ορκίζεται στο Δία φαίνεται ανόητος
στα μάτια των σοφών.

ΠΑΣΙΑΣ
Να μα την πίστη μου θα λογοδοτήσεις για όλα αυτά μια μέρα.
Λέγε τώρα: Θα με πληρώσεις ή όχι, για να φεύγω;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

358
HADJIBABA-2006

Περίμενε λιγάκι κι αμέσως θα σου απαντήσω ορθά κοφτά.

(Ο Στρεψιάδης μπαίνει μέσα)

ΠΑΣΙΑΣ
(Στο μάρτυρα)

Τι πάει να κάνει; Λες να με πληρώσει;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Βγαίνοντας με μια σκάφη ζυμώματος (κάρδοπο) στο χέρι)

Που είναι αυτός, που ζητάει να τον πληρώσω;

(Βλέπει τον Πασία και του δείχνει την κάρδοπο)

Τι είναι αυτό;

ΠΑΣΙΑΣ
Τι είναι αυτό; Κάρδοπος είναι!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κι έχεις μούτρα να μου ζητάς πίσω τα δανεικά σου,
αγράμματε, χωριάτη;
Δε δίνω μια πεντάρα σ' όποιον λέει κάρδοπο
την καρδόπη.

ΠΑΣΙΑΣ
Μια πεντάρα;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι! Άδειαζέ μου τώρα τη γωνιά
και στρίβε από δω.

ΠΑΣΙΑΣ
Να μη χαρώ τη ζωή μου,
αν δεν σε πάω στο πρυτανείο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αντάμα με τις δώδεκά σου μνες
της αγωγής τα έξοδα θα χάσεις.
Γιατί είπες την καρδόπη ηλίθια κάρδοπο.

(Φεύγουν ο Πασίας με το μάρτυρά του και μπαίνει ο Β΄ Δανειστής, ο Αμυνίας)

ΑΜΥΝΙΑΣ
Αλίμονό μου! Ωιμένανε!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιος είναι αυτός, που κλαψουρίζει;
Μήπως κανένας θεός του τραγικού Καρκίνου;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Ρωτάς ποιος είμαι εγώ; Κατατρεγμένος από τη μοίρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τράβα σ' άλλη πόρτα.

ΑΜΥΝΙΑΣ

359
HADJIBABA-2006

Δαίμονα κακοδαίμονα και μαύρη τύχη


τροχοτσακίστρα του αμαξιού μου
και Παλλάδα Αθηνά, με καταστρέψατε!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι σού κανε ο Τληπτόλεμος και σκούζεις;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Μην κοροϊδεύεις, πες του γιου σου να βγει
να πληρώσει τα χρήματα που πήρε,
γιατί βρίσκομαι σε μεγάλη ανάγκη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποια χρήματα;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Εκείνα που του δάνεισα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Είχες δίκιο να κλαις! Τώρα το βλέπω.

ΑΜΥΝΙΑΣ
Αχ! Τ' άλογά μου με γκρεμοτσακίσαν!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Και κλαις σαν ναχεις πέσει από γαϊδούρι!

ΑΜΥΝΙΑΣ
Κλαίω και φωνάζω. Θέλω τον παρά μου!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θαρρώ, καλά δεν είσαι!

ΑΜΥΝΙΑΣ
Και γιατί;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μου φαίνεται, πως σου έστριψε η βίδα.

ΑΜΥΝΙΑΣ
Μου φαίνεται πως θα σε κουβαλήσω
στο δικαστήριο, αν δεν πληρώσεις τώρα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Για πες μου! Ο Δίας κάθε φορά, που βρέχει,
ρίχνει νερό καινούργιο ή μήπως ο ήλιος
ξανατραβάει απάνω το παλιό;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Δεν ξέρω ν' απαντήσω ούτε με νοιάζει.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως θες να πληρωθείς, αφού δεν ξέρεις
τίποτ' απ' τα μυστήρια τ' ουρανού;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Πλήρωσέ μου, αν τυχόν δεν ευκολύνεσαι τώρα,
τους τόκους.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ

360
HADJIBABA-2006

Τι θεριό είναι ο τόκος;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Είναι ο παράς, που μέρα με τη μέρα
και μήνα με το μήνα, όσο περνάει ο καιρός,
τόσο αυξαίνει και πληθαίνει.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πολύ καλά! Για πες μου πότε η θάλασσα
είχε νερό περισσότερο, στα χρόνια
τα περασμένα ή στα τωρινά;

ΑΜΥΝΙΑΣ
Το ίδιο νερό έχει πάντα, μα την πίστη μου.
Δεν είναι λογικό να έχει περισσότερο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μα τότε, κακομοίρη, πως η θάλασσα
δεν πληθαίνει με τα πολλά ποτάμια,
που δέχεται, και θες τα χρήματά σου
να πληθαίνουν; Γκρεμοτσακίσου γρήγορα!
Φέρτε μου τη βουκέντρα!

ΑΜΥΝΙΑΣ
Θάχω μάρτυρες.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ακόμα εδώ είσαι; Δεν έφυγες;

(Τον βαράει με την βουκέντρα)

ΑΜΥΝΙΑΣ
Πως! Με βαράς;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Θα φύγεις ή θ' αρχίσω
με το σουβλί να σου τρυπώ τον πισινό,
για να τρέχεις σαν άλογο άγριο;

(Ο Αμυνίας το βάζει στα πόδια)

Φεύγεις; Αλλιώς θα σε κουνούσα εγώ


μαζί με τους τροχούς σου και με τ' άλογα.

(Μπαίνει μέσα)

ΧΟΡΟΣ
Κακό να θέλει ο άνθρωπος
τ' άδικο και το κρίμα.
Έτσι κι ο γέρος βάλθηκε
να φάει το ξένο χρήμα.
Και γι' αυτό θα βρει,
όπου νάναι τον μπελά του.
Κι αν είναι πρωτομάστορας
στην κατεργαριά
σήμερα του μέλλεται
τιμωρία βαριά.
Από καιρό τον ήθελε
τον γιο του πονηρό

361
HADJIBABA-2006

τους νόμους και τα δίκαια


να τα τουμπάρει.
Όποιον τύχει μπροστά του
να τον μπερδεύει πάντα.
Όμως τώρα ο ανόητος
ο γέρος προτιμά
ο γιος του να ήτανε μουγγός!

(Βγαίνουν από μέσα ο Στρεψιάδης τρέχοντας και πίσω του ο Φειδιππίδης τον κυνηγάει και
τον βαράει)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βάι! Βάι! Βάι!
Γειτόνοι, συγγενείς και χωριανοί μου,
όπως μπορείτε, σώστε με απ' το ξύλο!
Αχ! το κεφάλι μου! Ωχ ! η μασέλλα μου!
Άτιμε τον πατέρα σου χτυπάς;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ναι, πατέρα!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τ' ακούτε; Το ομολόγησε!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Φυσικά!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Λωποδύτη, πατροκτόνε!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Λέγε όσα θέλεις τέτοια! Δεν το ξέρεις
πως χαίρομαι πολύ ν' ακούω βλαστήμιες;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ξεσκισμένε!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ρόδα μυρωμένα!…

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τον πατέρα σου δέρνεις;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Μα το Δία, θα σου αποδείξω,
πως σε δέρνω δίκαια!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Είναι δίκαιο να δέρνεις τον πατέρα σου;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Θα τ' αποδείξω ευθύς και συζητώντας
θα σε νικήσω.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Εσύ θα με νικήσεις;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και πάρα πολύ εύκολα. Μόνο διάλεξε
τον ένα απ' τους δύο λόγους, όποιον θέλεις.

362
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιους λόγους;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Για το δίκαιο, για τον άδικο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σε σπούδασα, κανάγια, ν' αντιστρέφεις
τα δίκαια κι ορίστε τώρα έχεις βαλθεί
να με πείσεις, πως είναι ωραίο και δίκαιο
να δέρνουν τα παιδιά τους πατεράδες.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Είμαι σίγουρος, ναι πως θα σε πείσω,
και μαζί μου τελικά θα συμφωνήσεις.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Άντε! Πολύ το θέλω να σ' ακούσω.

ΧΟΡΟΣ
Κοίτα, γέρο
πως θα τον φέρεις βόλτα.
Αν δεν πίστευε πολύ
στην καπατσωσύνη του,
α! δε θα είχε τόσο θράσος
αυτός ο άσσος της δικολαβίας.

(Στο Στρεψιάδη)

Και τώρα γύρνα κατά εδώ και εξήγα στο χορό μας
και με το νι και με το σίγμα πως άρχισε η διαμάχη.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ακούστε πως αρχίσαμε να λογοφέρνουμε.
Όντας μέσα τρώγαμε και φτάσαμε στο κέφι
τον θερμοπαρακάλεσα: Πάρε τη λύρα αυτή
και παίξε και τραγούδησε τον Κριό του Σιμωνίδη.
"Συνήθεια του παλιού καιρού είναι" μου απάντησε
"όταν πίνεις, να κάθεσαι να τραγουδάς και
να παίζεις κιθάρα,
όπως κάνουν οι νοικοκυρές, όταν αλέθουν κριθάρι".

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Έπρεπε ευθύς να σου ριχτώ και να σε πατήσω κάτω
που μου έλεγες να τραγουδήσω σαν να ήμουν τζιτζίκι.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τέτοια μου έλεγε κι εμένα, καθώς τα λέει τώρα
κι επέμενε, πως είναι κακός ποιητής ο Σιμωνίδης.
Κι εγώ, όπως τον άκουγα, κρατιόμουν με δυσκολία.
Μετά τον παρακάλεσα να πάρει κλωνί μυρτιάς
και να μου ψάλλει κάτι από τα χορικά του Αισχύλου.
Μα αμέσως ξαναπαίρνει φωτιά και γυρίζει και μου λέει:
"Ο πρώτος ασυνάρτητος μέσα στους ποιητές,
αερολόγος, και τερατολεξοπλάστης είναι αυτός".
Αν και η καρδιά μου αναπήδησε και έγινα άνω κάτω
κατάπια τα φαρμάκια και του είπα: "Λοιπόν πες μου
κάποιο από τα καινούρια σου τα σοφά τραγούδια".
Κι αυτός αμέσως άρχισε να μου τραγουδά Ευριπίδη

363
HADJIBABA-2006

το πώς (αχ! Θεέ μου φύλαγε!) αδερφός την αδερφή του


τη χάλασε! Μα τότε πια δεν άντεξα, τον αρχίζω στο βρισίδι.
Αφού ο καυγάς μας φούντωσε λόγο με το λόγο, πηδάει επάνω μου
και με αρπάζει απ' το λαιμό, να με πνίξει, με τσαλαπατούσε
και με έκανε τ' αλατιού.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Γιατί τον Ευριπίδη μας
δεν τον παραδεχόσουν για σοφότατο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σοφότατο; … Μα τι να πω; Θα μου τις βρέξει πάλι.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Φυσικά και μ' όλο μου το δίκαιο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ποιο δίκιο; Εμένα, αδιάντροπε, που σ' έχω μεγαλώσει,
που όταν ήσουν μωρό και τραύλιζες, μάντευα τι ζητούσες;
Έλεγες "μπρου" κι έτρεχα αμέσως νεράκι να σου φέρω,
έμεγες "μαμ" κι έτρεχα αμέσως φαγάκι να σου φέρω,
και μόλις έλεγες "κακά" σ' άρπαζα και έξω από την πόρτα
πετιόμουνα κι εκεί σε βάσταγα να τα κάνεις.

(Ζωηρότερα)

Κι όταν πριν απ' το λαρύγγι μ' έσφιγγες και σου φώναζα:


"Θα τα κάνω επάνω μου"
δεν σταμάτησες για να με πας έξω απ' την πόρτα αλλά με έπνιγες
κι ο δόλιος πάνω μου τα έκανα.

ΧΟΡΟΣ
Λαχταρά η καρδιά σας
να ακούσετε, παιδιά,
και το γιο του. Αν με τα λόγια
νικήσει τον γέρο τον κουτό
δεν θα αξίζει βραβείο
αλλά ρεβύθι θα του δώσουμε.

(Στο Φειδιππίδη)

Ω, θεμελιωτή της καινούργιας λογικής,


πείσε μας τώρα, όπως μπορείς, πως έχεις δίκιο.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ω! τι χαρά είναι να κατέχεις νέα και επιδέξια πράγματα,
να γράφεις στα παπούτσια σου τους νόμους της πολιτείας.
Όταν είχα το νου μου στα άλογα και στα αμάξια,
δεν έβγαζα τρεις λεξούλες χωρίς να κάνω λάθος
κι από τότε που ο δάσκαλος ο Σωκράτης τα μάτια μου άνοιξε
και παίζω στα δάχτυλα μου τη σκέψη και τη γλώσσα
ακούστε με, πως είναι δίκαιο στο γιο τον πατέρα να δέρνει.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιε μου, ρίξε το ξανά στα άλογα, όπως πρώτα.
Καλύτερα να τρέφω τέσσερα άλογα παρά να τρώω ξύλο.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Από το μέρος που μου έκοψες την κουβέντα, αρχίζω
και σε ρωτώ: Σαν ήμουνα παιδί, με ξυλοφόρτωνες;

364
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ναι. Για καλό σου και γιατί σ' αγάπαγα.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Και τώρα δεν είναι δίκαιο, κι εγώ να σ' αγαπάω
και για το καλό σου να ζητώ να σε τιμωρήσω,
αφού το να δέρνεις κάποιον θα πει τον αγαπάς πολύ;
Δεν είναι σωστό το δικό μου το κορμί να είναι μαύρο
απ' το ξύλο και το δικό σου ανέγγιχτο. Κι εγώ λεύτερος είμαι!
Πως! Θα τις τρώνε τα παιδιά και όχι οι πατεράδες;
Θα πεις: Είναι δουλειά των παιδιών να δέρνονται και να κλαίνε.
Κι εγώ σου λέω, πως οι γέροντες είναι δυο φορές παιδιά,
γι' αυτό ίσα ίσα και διπλό ξύλο πρέπει να τρώνε,
αφού λιγότερο πρέπει να κάνουν σφάλματα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Κανένας νόμος δεν το επιτρέπει πουθενά, ακούς;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ο νομοθέτης ήταν άνθρωπος κι όμως έπειθε
εκείνους τους αρχαίους που ψήφισαν το νόμο.
Γιατί κι εγώ δεν μπορώ να βάλω ενάντιο νόμο;
Από δω και πέρα δηλαδή τα παιδιά να δέρνουν τον πατέρα;
Κι όσο ξύλο φάγαμε στα παιδικά μας χρόνια
αυτό τους το χαρίζουμε και δεν ζητάμε εκδίκηση.
Για κοίτα πως κάνουν τα ζώα και τα κοκόρια:
Επιτίθενται στον πατέρα τους, κι ωστόσο
δεν διαφέρουν απ' τους ανθρώπους
μόνο που ψηφίσματα δεν γράφουν.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αφού λοιπόν μιμείσαι τον κόκορα σε όλα, τότε
γιατί δεν τρως κοπριά και δεν κοιμάσαι σε κοτέτσι;

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Δεν είναι το ίδιο! Ρώτα, αν θέλεις, και το Σωκράτη ακόμα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Μη δέρνεις τον πατέρα σου, θα μετανιώσεις πολύ πικρά.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Πως;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Είναι δίκαιο τώρα εγώ να σε βαράω κι αργότερα εσύ να βαράς το γιο σου.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κι αν δεν κάνω γιο;
Εσύ θα πεθάνεις γελαστός κι εγώ ξυλοφορτωμένος.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
(Στο κοινό)

Νομίζω, πολύ καλά τα λέει, ω συνομήλικοί μου.


Πρέπει να του αναγνωρίσουμε τα δικαιώματά του.
Όταν δεν πράττουμε καλά, πρέπει να μας τις βρέχουν.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Άκου μιαν άλλη γνώμη τώρα.

365
HADJIBABA-2006

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πάει, χάθηκα ο καημένος!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κι όμως το ξύλο, που έφαγες, θα σου φανεί ελαφρότερο.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Πως αυτό; Για μίλα μου να δω τι κέρδος θα έχω.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Θα δείρω και τη μάννα μου, όπως έδειρα κι εσένα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι λες; Μεγαλύτερη ατιμία δε γίνεται!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
(Ζωηρά)

Άντε! Και αν με τον άδικο


το λόγο σε πείσω,
πως πρέπει να δείρω
τη μάννα μου, τι θα πεις;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Ντροπή σου, γιέ μου, ντροπή!
Τότε να πας να πέσεις στο Βάραθρο,
μαζί με το Σωκράτη
κι εκείνο το ζαγάρι τον Άδικο το Λόγο
και οι τρεις σας σ' ένα σάκο!

(Στις Νεφέλες)

Για σας Νεφέλες, τα παθαίνω όλα αυτά


που πήγα και σας εμπιστεύτηκα
τα βάσανά μου!

ΧΟΡΟΣ
Εσύ φταις, που ζήταγες
με την κατεργαριά να ξεφύγεις.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Γιατί από τότε δεν μου τα λέγατε
αλλά με γελούσατε που με βρήκατε γέρο και χωριάτη;

ΧΟΡΟΣ
Έτσι κάνουμε πάντα: Όταν μυριστούμε
πως κάποιος αγαπάει τις πονηριές,
τον μπλέκουμε σε άσχημες δουλειές,
να μάθει να φοβάται τους θεούς.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αλίμονό μου! Είναι κακό το σύστημά σας,
μα δίκαιο, γιατί δεν έπρεπε να θέλω
να φάω το ξένο χρήμα που είχα δανειστεί.

(Στο Φειδιππίδη)

Και τώρα, γιέ μου, βοήθα με να καταστρέψουμε


αυτούς εδώ τους βρωμερούς

366
HADJIBABA-2006

Σωκράτη και Χαιρεφώντα, που μας εξαπατούσαν.

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Δεν κάνω στους δασκάλους μου κακό.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Σεβάσου τον πατρογονικό θεό μας το Δία!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Ποιο Δία μου κοπανάς; Κοιμάσαι ακόμα!
Υπάρχει Δίας;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Υπάρχει!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Δεν υπάρχει!
Τον έδιωξε και βασιλεύει ο Σίφουνας.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν τον έδιωξε, εγώ το φανταζόμουν
και φταίει αυτός ο σίφουνας.

(Του δείχνει ένα ποτήρι γεμάτο κρασί)

Αλίμονό μου
ήταν ποτήρι και θεό τον έλεγα!

ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ
Κάτσε και λέγε μόνος σου ανοησίες.

(Φεύγει)

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι κουταμάρα! Με έκανε ο Σωκράτης
κι έδιωξα τους θεούς απ' την καρδιά μου.
Όμως Ερμή καλέ μου, μη μου θυμώνεις:
Συμπάθα με και μη μ' εκδικηθείς.
Χαζολόγησα πολύ με την κουταμάρα.
Συμβούλευσέ με, αν πρέπει να τους πάω στα δικαστήρια.
Αν όχι, τι να κάνω;

(Βάζει τ' αυτί του στο άγαλμα και κάνει, πως άκουσε την απάντηση του θεού)

Καλά μου λες: Μακριά απ' τους δικαστές!


Φωτιά θα βάλω στων απατεώνων το σπίτι. Εμπρός!
Έλα, Ξανθία, τρεχάτος,
φέρε μια σκάλα, φέρε και μια τσάπα,
κι ανέβα στου σχολείου τα κεραμίδια
και γκρέμισέ τα να σε χαρώ
ώστε να πέσει η σκεπή και να τους πλακώσει.

(Ο Ξανθίας ανεβαίνει στη σκεπή και αρχίζει να γκρεμίζει)

Και δώστε μου ένα κούτσουρο αναμμένο


για να τους δείξω εγώ, πως εκδικιέμαι
τους φαφλατάδες και τους παλιανθρώπους.

ΜΑΘΗΤΗΣ
(Από μέσα)

367
HADJIBABA-2006

Πωπω! Πω πω!

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Βγάλε, δαδί μου, φλόγα μεγάλη!

ΜΑΘΗΤΗΣ
Μωρέ, τι κάνεις;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Με ρωτάς τι κάνω;
Με τα δοκάρια συζητώ!

ΜΑΘΗΤΗΣ Β΄
(Από μέσα)

Ανάθεμά τον, ποιος μας καίει το σχολείο;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Εκείνος που του πήρατε το ιμάτιο.

ΜΑΘΗΤΗΣ Β΄
Μας σκότωσες.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Αυτό κι εγώ θέλω.
Φτάνει να μη μου σπάσει η τσάπα
κι ούτε να πέσω χάμω και να τσακιστώ.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
(Βγάζοντας το κεφάλι του από το παράθυρο)

Ε! συ! Τι κάνεις πάνω στη σκεπή;

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Αεροβατώ και μελετάω τον ήλιο!

ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Αχ! Με έπνιξε η καπνιά!

ΜΑΘΗΤΗΣ Β΄
Κι εγώ όπου να'ναι, καίγομαι σαν λαμπάδα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ
Τι σας μπήκε να βρίζετε τα θεία,
τον πάτο της Σελήνης να ερευνάτε;

(Στον Ξανθια)

Κυνήγα τους και βάρα τους αλύπητα,


αφού περιφρονούσανε τα θεία!

ΧΟΡΟΣ
Και τώρα ας πάμε. Σήμερα χορέψαμε αρκετά.

ΤΕΛΟΣ

368
HADJIBABA-2006

ΟΡΝΙΘΕΣ
(Αριστοφάνης 414 π.Χ. β΄ βραβείο)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
ΥΠΗΡΕΤΗΣ
ΕΠΟΠΑΣ
ΧΟΡΟΣ

369
HADJIBABA-2006

ΠΟΥΛΙ
ΚΗΡΥΚΑΣ
ΙΕΡΕΑΣ
ΠΟΙΗΤΗΣ
ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
ΜΕΤΩΝ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ
ΙΡΙΔΑ
ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
ΚΙΝΗΣΙΑΣ
ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
ΗΡΑΚΛΗΣ
ΤΡΙΒΑΛΛΟΣ
ΑΓΓΕΛΟΣ

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ


Ο Ευελπίδης και ο Πισθέταιρος - Αθηναίοι πολίτες - είναι απηυδισμένοι από τη ζωή τους στην
Αθήνα, από τα στραβά της και τη δικομανία της. Αποφασίζουν λοιπόν να φύγουν και πάνε να
βρουν τον Έποπα (τσαλαπετεινό) για να τους πει - σαν πουλί που είναι και πετάει σε διάφορα
μέρη - μήπως ξέρει αν κάπου υπάρχει κάποια πόλη στα μέτρα τους για να ζήσουν εκεί.

(Ο Ευελπίδης και ο Πισθέταιρος βαστούν στα χέρια τους από ένα πουλί - κουρούνα και κίσσα
- και προχωρούν. Τους ακολουθούν δύο δούλοι με αποσκευές. Κάποια στιγμή σταματούν για
λίγο και συνομιλούν).

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Προς τα εκεί μου λες, που φαίνεται το δέντρο;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! που να σκάσεις παλιόκισσα! "Πίσω" λέει πάλι!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τι πάμε πάνω κάτω συνέχεια; Θα κουραστούμε άδικα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Να με κάνει η κίσσα να περπατάω ο δύστυχος τόσα χιλιόμετρα δρόμο!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εγώ ο τρισδύστυχος ν' ακούω την κουρούνα και να ξενυχιάσω τα πόδια μου!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Που φτάσαμε τώρα; Τα έχασα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Θα μπορούσες να βρεις το δρόμο για την Αθήνα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Από δω; Ούτε ο Εξηκεστίδης το μπορεί.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αλίμονό μας!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άντε φίλε, κάνε δύναμη και ξεκίνα πάλι.

370
HADJIBABA-2006

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αχ τι μας έκανε ο Φιλοκράτης ο ορνιθοπώλης.
Μου έλεγε πως τα πουλιά του θα μας δείξουν τον Τηρέα - τον τσαλαπετεινό
τον αρχηγό των πουλιών
και μας πάσαρε τούτη την κουρούνα, την μαύρη φωνακλού σαν το γιο του Θαρελείδη
και πληρώσαμε εκατό οβολούς, κι αυτήν την παλιοκίσσα δώσαμε άλλους τριακόσιους;.
Και μόνο να τσιμπούν ήξεραν τα παλιόπουλα. Τι χάσκεις τώρα παλιοκουρούνα, ε;
Στους γκρεμούς πιο μέσα μας τραβάς και δε βλέπω να υπάρχει δρόμος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ούτε και κανένα μονοπάτι απ' αυτή τη μεριά.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Δε λέει τίποτα για το δρόμο η κίσσα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δε λέει. Ό,τι έκανε κάνει.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τι λέει για το δρόμο;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μόνο κρα κρα, και θέλει να μου φάει τα δάκτυλα. τίποτε άλλο.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μα τι κακό θεοί μου!
Μας έκοψε ανάγκη να πάμε, "στους Κόρακες" κι όλα τα ετοιμάσαμε
και τώρα χάσαμε το δρόμο!
Εμείς αγαπητοί ακροατές και θεατές
την αντίθετη αρρώστια του Σάκα αρρωστήσαμε.
Εκείνος δεν είναι Αθηναίος και χώνεται να γίνει
κι εμείς οι ακυνήγητοι - από γένος και φυλή
και γέννημα και θρέμμα της Αθήνας
την αφήνουμε με όλη την καρδιά μας και πάμε να φύγουμε.
Όχι που δεν τη θέλουμε την πόλη μας γερή να είναι κι ευτυχισμένη
και όλοι να πληρώνουν τους φόρους τους,
αλλά στα δέντρα τα τζιτζίκια ένα δυο μήνες τζιτζικούν
ενώ οι Αθηναίοι μια ζωή ολόκληρη στις δίκες τρέχουν!
Γι' αυτό αρχίσαμε τούτο το περπάτημα
παίρνοντας τα υπάρχοντά μας στον ώμο,
να βρούμε τόπο και ν' αράξουμε οι έρμοι.
Σκοπός μας πρώτος είναι να βρούμε τον Τηρέα
τον τσαλαπετεινό, τον παντεπόπτη, να μας πει,
να μάθουμε, καθώς πέταγε, αν είδε καμιά τέτοια πόλη
ήσυχη και καλή να απαγκιάσουμε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, ε! φίλε!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τι είναι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Η κίσσα, από ώρα, κάτι μου λέει για πάνω.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εμένα η κουρούνα μου τεντώθηκε.
Κάτι σαν να μου δείχνει για πουλιά.
Και δεν μπορεί να μην είναι. Θα είναι.

371
HADJIBABA-2006

Ας κάνουμε θόρυβο να καταλάβουμε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ξέρεις κάτι; Χτύπα τις πέτρες με τα πόδια σου δυνατά!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εσύ με το κεφάλι, διπλός να είναι ο βρόντος!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πιάσε πέτρες και χτύπα τες.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πιάνω αφού το λες. Αγόρι! Αγόρι!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τον Έποπα λες αγόρι; Δεν έπρεπε να πεις Εποπόι αντί αγόρι;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εποπόι! Άντε θα με κάνεις να χτυπήσω απ' την αρχή.
Εποπόιι! Εποπόιι!

(Βγαίνει ένα πουλί - υπηρέτης του Έποπα, μέσα από τα βάτα)

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ποιοι είσαστε; Ποιος φωνάζει τον αφέντη;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πω πω, θεέ Απόλλωνα, τι μεγάλη μύτη που έχει!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Ωχ! Κυνηγοί είναι, την έβαψα!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μη μιλάς έτσι, πες κάτι καλύτερο.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Μεγάλο κακό μας βρήκε!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μα εμείς δεν είμαστε άνθρωποι!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τι είσαστε;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εγώ είμαι πουλί απ' τη Λιβύη. Ο τρεμούλης!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Δεν κατάλαβα;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τον κουτσουλιά μπροστά μου ρώτα.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Και τούτο εδώ, τι πουλί είναι; Για πες μου.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εγώ είμαι κουτσουλιάς, απ' την Κολχίδα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ

372
HADJIBABA-2006

Κι εσύ, για το θεό, τι θηρίο είσαι;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Πουλί είμαι. Υπηρέτης.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κόκορας σε πήρε για δούλο;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Όχι. Έγινε τ' αφεντικό μου έποπας
κι ευχήθηκε να γίνω εγώ πουλί για να τον υπηρετώ.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και θέλει να έχει δούλο το πουλί;

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Είναι που ήταν άνθρωπος πριν γίνει πουλί, και λαχταρά μερικές φορές μαρίδες του Φαλήρου.
Πιάνω το καλάθι εγώ τότε, και τρέχω να του φέρω.
Άλλοτε λαχταρά φάβα με χύτρα και κουτάλα και τρέχω για κουτάλα εγώ.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Α! Πολύ τρέχει τούτο το πουλί.
Ξέρεις λοιπόν κάτι Τρεχάλα; Φώναξέ μας τον αφέντη σου.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Έφαγε μύρτα και μυγίτσες και βαριοστομάχιασε. Κοιμάται τώρα, μα τον Δία.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Να τον ξυπνήσεις

ΥΠΗΡΕΤΗΣ
Θα κατεβάσει μούτρα, εγώ τον ξέρω. Μα θα το κάνω για χατίρι σας.

(Φεύγει ο Υπηρέτης, χώνεται στα βάτα. Στους δυο οδοιπόρους ακούγεται κάποιος θόρυβος)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! που να χαθείς! Με κοψοχόλιασες!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αχ ο δύστυχος! Τρόμαξε και μου έφυγε η κουρούνα!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε ψευτοθηρίο, απ' το φόβο σου την άφησες;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εσύ την βρομοκίσσα σου, πέφτοντας, δεν την άφησες κι έφυγε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και βέβαια δεν την άφησα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και τότε που είναι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πέταξε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Άρα, δεν την άφησες; Μπράβο στην παλικαριά σου!

(Ακούγεται ο Έποπας - τσαλαπετεινός πίσω απ' τα κλαδιά και στη συνέχεια βγαίνει)

373
HADJIBABA-2006

ΕΠΟΠΑΣ
Παραμέρισε τα κλαδιά να βγω επιτέλους!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ηρακλή μου! Τι 'ναι το θηρίο τούτο! Τι φτέρωμα, πω πω! Τι τριώροφο λοφίο!

ΕΠΟΠΑΣ
Ποιοι είναι αυτοί που με ζητούν;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Οι δώδεκα θεοί... αυτοί σου μάδησαν τα φτερά;

ΕΠΟΠΑΣ
Τα φτερά μου βλέπετε και γελάτε; Άνθρωπος ήμουν πρώτα!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Δεν γελούμε με σένα.

ΕΠΟΠΑΣ
Τότε με τι;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Η μύτη σου μας φαίνεται αστεία.

ΕΠΟΠΑΣ
Έτσι με παρουσιάζει ο Σοφοκλής, στην τραγωδια, με στραβή μύτη, εμένα τον Τηρέα!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ο Τηρέας είσαι; Τι είσαι; Πουλί ή παγόνι;

ΕΠΟΠΑΣ
Πουλί βέβαια!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και τα φτερά σου που είναι τότε;

ΕΠΟΠΑΣ
Μάδησαν κι έπεσαν.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Από αρρώστια; Πως έγινε;

ΕΠΟΠΑΣ
Όχι. Το χειμώνα τα πουλιά όλα μαδούμε τα φτερά μας
κι ύστερα ξανά βγάζουμε καινούργια.
Εσείς όμως ποιοι είσαστε;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εμείς; Άνθρωποι είμαστε.

ΕΠΟΠΑΣ
Άνθρωποι είσαστε, από ποιο μέρος;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Από κει που βγαίνουν οι καλές τριήρεις...

ΕΠΟΠΑΣ
Μήπως είσαστε δικομανείς;

374
HADJIBABA-2006

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όχι. Το αντίθετο. Ενάντιοι στις δίκες.

ΕΠΟΠΑΣ
Βγαίνει αυτό το φρούτο εκεί;;;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κάτι βρίσκεις στα χωράφια όταν ψάξεις.

ΕΠΟΠΑΣ
Τι πράγμα σας χρειάζεται κι ήρθατε εδώ;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Θέλουμε να σε δούμε.

ΕΠΟΠΑΣ
Γιατί;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Γιατί κάποτε ήσουν άνθρωπος όπως κι εμείς,
και χρώσταγες κι εσύ, όπως κι εμείς,
και χαιρόσουν που δεν πλήρωνες, όπως χαιρόμασταν και μεις,
και ύστερα που άλλαξες κι έγινες πουλί
και πέταξες ολόγυρα - και θάλασσα και γη -
είδες, όσα είδε ο άνθρωπος και τα πουλιά μαζί.
Γι' αυτό λοιπόν, ικέτες ήρθαμε να σε παρακαλέσουμε
μήπως ξέρεις να μας πεις καμιά όμορφη πόλη
σαν βελέντζα ολόπαχη και μαλακή να γείρουμε.

ΕΠΟΠΑΣ
Πιο μεγάλη απ' την Αθήνα;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όχι πιο μεγάλη. Να είναι όμως πιο πολύ στα μέτρα μας.

ΕΠΟΠΑΣ
Κυβέρνηση αριστοκρατίας δηλαδή επιθυμείς;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εγώ; Καθόλου. Και τον Αριστοκράτη του Σκελλία ακόμα σιχαίνομαι.

ΕΠΟΠΑΣ
Σε τι σόι πόλη δηλαδή θα μένατε;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Σε πόλη που τα βάσανα τα μεγάλα, ας πούμε,
θα ήταν να έρθει στην πόρτα μου φίλος πρωί να μου πει
"στο όνομα του Δία, να 'ρθεις με τα παιδιά σου
λουσμένα, καθαρά, στο σπίτι μου αμέσως,
θα 'χω τραπέζι γάμου.
Και κοίτα μη δεν έρθεις, έτσι;
Μη μου 'ρθεις αλλιώς όταν με βρουν τα δύσκολα"!

ΕΠΟΠΑΣ
Ε, μα το Δία, έρωτα που έχεις για τα δύσκολα! Κι εσύ;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για τέτοια έρωτα έχω κι εγώ.

ΕΠΟΠΑΣ

375
HADJIBABA-2006

Σαν ποια τέτοια;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, να, ένας πατέρας ωραίου αγοριού
να με βρει στο δρόμο και να μου κλαφτεί σαν αδικημένος.
"Καλά βρε Στιλβωνίδη, να μου πει,
αντάμωσες το γιο μου να φεύγει από το στάδιο, λουσμένος και όμορφος
και ούτε που του μίλησες ούτε τον πλησίασες ούτε και τον φίλησες;
Και λες πως είσαι φίλος από πατέρα φίλο!

ΕΠΟΠΑΣ
Αχ κακομοιρούλη μου εσύ! Τι συμφορές που λαχταρά η ψυχή σου!
Υπάρχει όμως τέτοια πόλη ευτυχισμένη… στην Ερυθρά τη θάλασσα…

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όχι, όχι, μη κοντά στη θάλασσα,
θα μας προκύψει πρωινό καμιά Σαλαμινία
φέρνοντας δικαστικό κλητήρα …
Πόλη ελληνική έχεις να μας πεις;

ΕΠΟΠΑΣ
Δεν πάτε να μείνετε στο Λέπρεο της Ηλείας;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όχι, διότι, ας μην το ξέρω, αλλά τον Λέπρεο τον σιχαίνομαι από τον Μελάνθιο.

ΕΠΟΠΑΣ
Είναι και άλλοι τόποι. Οι Οπούντιοι της Λοκρίδας.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ούτε για τάλαντα χρυσού δεν θα γινόμουν Οπούντιος!
Εδώ όμως η ζωή με τα πουλιά, πως είναι; Εσύ την ξέρεις.

ΕΠΟΠΑΣ
Ε, χωρίς έγνοιες, καλή είναι.
Πρώτα πρώτα πορτοφόλι δεν χρειάζεται εδώ…

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Α! Την πιο μεγάλη βρώμα της ζωής την έβγαλες!

ΕΠΟΠΑΣ
Και βόσκουμε στους κήπους μύρτα και σουσάμια
και παπαρούνες και μεντόσπορου;.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Α! Εσείς σαν νιόγαμπροι περνάτε!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω!
Νομίζω ότι τα πουλιά θα γίνονταν πολύ δυνατά αν άκουγαν εμένα!

ΕΠΟΠΑΣ
Αν σε άκουγαν, σε τι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Σε τι να με άκουγαν; Πρώτα να μην πετάτε γυροχάσκοντας συνέχεια.
Αυτό δεν χαίρει εκτίμησης.
Κάτω σε μας, για παράδειγμα,
αν ρωτήσει κάποιος για τους χαζοπαρμένους
"τι φτερωτό είναι αυτό;"

376
HADJIBABA-2006

"Όρνεο", θα πει ο Τελέας,


"άνθρωπος φτερό, αλλοπαρμένος και απρόβλεπτος, όλο αιωρούμενος.
Ποτέ δεν μένει κάπου σταθερός".

ΕΠΟΠΑΣ
Ε, μα το Διόνυσο, καλά τα λές... μα τι πρέπει να κάνουμε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Να κάνετε μια πόλη!

ΕΠΟΠΑΣ
Τι πόλη να φτιάξουν τα πουλιά;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι πόλη; Πω πω κουβέντα ανόητη! Κοίτα κάτω.

ΕΠΟΠΑΣ
Κοιτάω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κοίτα τώρα και πάνω.

ΕΠΟΠΑΣ
Κοιτάω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Είδες τίποτα;

ΕΠΟΠΑΣ
Ουρανό και σύννεφα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αυτός δεν είναι των πουλιών ο πόλος;

ΕΠΟΠΑΣ
Πόλος; Τι πόλος δηλαδή;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όπως λέμε τόπος.
Αν όμως τον φράξετε και τον κατοικήσετε
από πόλος θα γίνει … πόλη,
άρα θα τους κάνετε τους ανθρώπους ακριδάκια
και τους θεούς θα τους τσακίσετε στην πείνα, όπως και τη Μήλο.

ΕΠΟΠΑΣ
Πως;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ανάμεσα στους θεούς και τη γη είναι ο αέρας.
Άρα, όπως εμείς, αν θέλουμε να πάμε στους Δελφούς,
ζητούμε άδεια από τους Βοιωτούς, να περάσουμε από το δρόμο,
έτσι κι όταν θυσιάζουν στους θεούς οι άνθρωποι
αν οι θεοί δεν δώσουν φόρο σε σας,
δεν θα τους αφήνετε την κνίσα να περνάει
απ' το χάος και την πόλη σας.

ΕΠΟΠΑΣ
Πω πω πω! Μα τη γη και μα τα σύννεφα
και μα τις παγίδες και μα τα δίχτυα...
άλλη σκέψη πιο έξυπνη δεν άκουσα!

377
HADJIBABA-2006

Θα την έφτιαχνα λοιπόν την πόλη μαζί σου, αν δέχονταν τα πουλιά.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ποιος θα τους το πει να το καταλάβουν;

ΕΠΟΠΑΣ
Εσύ. Τόσον καιρό μαζί τους τώρα, τους έμαθα και γλώσσα που δεν είχαν.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μπορείς να τα καλέσεις;

ΕΠΟΠΑΣ
Εύκολα. Θα μπω εδώ στο θάμνο τώρα, να ξυπνήσω την Αηδόνα μου
και θα βαρέσουμε το προσκλητήριο.
Και μόλις ακούσουν τη φωνή μας, θα τρέξουν γρήγορα και θα 'ρθουν.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πουλί μου αγαπημένο τώρα μη χασομεράς.
Έλα σε ικετεύω, χώσου στο θάμνο γρήγορα, ξύπνα την Αηδόνα.

(Ο Έποπας παραμερίζει τα κλαδιά του θάμνου και "φωνάζει")

ΕΠΟΠΑΣ
Έλα συντροφούλα μου σταμάτα τον υπνάκο
λευτέρωσε τις άγιες των ύμνων μελωδίες
που για τον Ιτύ μας τον πολυδάκρυτο
το θείο στόμα σου θρηνεί.

(Αρχίζουν σιγά και δυναμώνουν στη συνέχεια οι τρίλιες της Αηδόνας)

Ιερά τραγούδια βγάζει ο τρεμουλιαστός λαιμός σου


και η γλύκα μες απ' τον κισσό, στο θρόνο προχωρεί του Δία
κι ακούει ο χρυσομάλλης Φοίβος και στο θρήνο σου απαντάει
με τη φιλντισένια λύρα, στήνοντας θεών χορούς
κι από στόματα αθανάτων, των μακάρων η φωνή ξεπηδά
συνταιριασμένη.

(Κελάηδισμα)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δία βασιλιά! Αχ φωνή η Αηδόνα! Μέλι τον γέμισε το θάμνο.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ε! Εσύ!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι είναι; Πάψε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Γιατί;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ο Έποπας πάλι καθαρίζει τη φωνή του.

(Ο Έποπας κάνει μερικούς λαρυγγισμούς και μετά "τραγουδάει")

ΕΠΟΠΑΣ
Εποποί ποποπό ποποποί
ιω ιω, εδώ εδώ εδώ.
Και όσα στα καλόσπορα χωράφια γεωργών

378
HADJIBABA-2006

καλοπερνάτε - κριθοφάγα σποροφάγα


μύρια όσα γένη,
που σκορπίζετε γλυκούς ήχους πετώντας
κι όσα στ' αυλάκια στη σειρά στους σβώλους πάνω τιτιβίζετε
με λιγωμένη τη φωνή
τσίου τσίου
κι όσα στων κήπων τα πυκνά κισσόκλαδα τσιμπολογάτε
και όσα στα βουνά βλαστοκορφές και κούμαρα,
ελάτε τρέξτε, σας καλώ.
Τριο τριοτρίξ.
Και όσα σε βαλτοτόπια και στενά
μαζεύετε σκνιπούλες - και σε μέρη δροσερά
και λιβάδια χλοερά του Μαραθώνα είσαστε,
κι εσύ πουλί πανέμορφο, λιβαδοπέρδικά μου,
και όσα απ' τ' άσπρα πουλιά μαζί με τις αλκυόνες
πάνω κύματα κοπαδιαστά πετάτε
ελάτε εδώ να μάθετε
ελάτε όλων των ειδών τα μακρολαίμικα πουλιά
σύναξη καλούμε.
Ήρθε κάποιος γέρος μυαλωμένος και αψύς
τα πρωτάκουστα που λέει ελάτε να ακούσετε
εδώ εδώ...

(Ακούγονται φωνές πουλιών - και σε λίγο θα φανούν)

ΧΟΡΟΣ ΠΟΥΛΙΩΝ
Τορό τορό τοροτο τριξ
Κικαβάου κικαβάου
Τόρο τόρο τορολίξ.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βλέπεις κανένα πουλί;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όχι, μα τον Απόλλωνα κι ας χάζεψα κοιτώντας όλο τον ουρανό.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άδικα ο Έποπας χώθηκε στο θάμνο και τα καλούσε κακαρίζοντας

(Ακούγονται φτερουγίσματα. Πετιέται ένα πουλί. Στη συνέχεια άλλα).

ΠΟΥΛΙ
Τοροτίξ τοροτίξ!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! Να το ένα! Έρχεται! Πουλί είναι!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μα το Δία, πουλί είναι τι είναι; Παγόνι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θα μας πει ο Έποπας! Τι πουλί είναι;

ΕΠΟΠΑΣ
Δεν είναι απ' αυτά που βλέπετε συχνά,
είναι απ' τα ασυνήθιστα. Είναι πουλί λιμνίσιο.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πω πω κοκκινοπάδες! Κι ομορφιές!

379
HADJIBABA-2006

ΕΠΟΠΑΣ
Και βέβαια κοκκινοπάδες! Κοκκινοπούλι είναι.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ε! Για δες, εσένα λέω, δες!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι φωνάζεις;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Άλλο τούτο το πουλί!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άλλο, μα το Δία, απ' άλλα μέρη. Άγνωστο!
Ποιο είναι ατό το άγνωστο λικνιστερό πουλί
το μαντικό, που έκατσε στο βράχο;

ΕΠΟΠΑΣ
Αυτό είναι ο Μήδος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μήδος! Άνακτα Ηρακλή μου!
Μήδος και χωρίς καμήλα πως ήρθε;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι αυτό στο ψήλωμα εκεί; Άλλο πουλί με τη λοφάρα του.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι είναι αυτό το τέρας πάλι!
Δεν είσαι τσαλαπετεινός μόνο εσύ, είναι και άλλος;

ΕΠΟΠΑΣ
Αυτός είναι του Φιλοκλή. Του γιου του Έποπα.
Εγώ είμαι παπούς του.
Όπως, να πούμε, Ιππόνικος του Καλλία ο γιος
και Καλλίας του Ιππονίκου.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Καλλίας άρα λέγεται! Πως φτερομαδάει έτσι!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Είναι από τζάκι και γι' αυτό. Τον μαδούν οι συκοφάντες κι οι εταίρες!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θεέ Ποσειδώνα, κι άλλο πουλί φανταχτερό. Πως το λένε αυτό;

ΕΠΟΠΑΣ
Αυτό; Αυτό το λένε Φαγά!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι άλλος φαγάς, εκτός απ' τον Κλεώνυμο;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πως τότε δεν πέταξε το λοφίο του κι αυτό;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι τα 'πιασε τώρα και κάθησαν όλα στο λόφο; Γιατί δεν έρχονται στο πλάτωμα;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ

380
HADJIBABA-2006

Όπως οι Κάρες πιάσαν τα ψηλώματα! Θέματα ασφαλείας.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω Ποσειδώνα μου! Για δες πουλί και κακό που συγκεντρώθηκε!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Φοίβε θεέ μου, σύννεφο!
Πω πω μαυρίλα πλάκωσε! Δεν φαίνεται η πόρτα!

ΕΠΟΠΑΣ
Αυτό είναι η Πέρδικα. Αυτό Λιβαδοπέρδικα,
Πάπια αυτό. Και Αλκυόνα...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Το άλλο από πίσω της;

ΕΠΟΠΑΣ
Ο άντρας της ο Κείρυλλος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Είναι πουλί ο άντρας της;

ΕΠΟΠΑΣ
Γιατί όχι; Δεν είναι πουλί ο Σπόργιλος;
Αυτή είναι η Γλαύκα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Γλαύκα τι; Ποιος έφερε γλαύκα στην Αθήνα;

ΕΠΟΠΑΣ
Τρυγόνα, Τσίχλα, Σιταρήθρα, Σουσουράδα
Κεφαλάς, Φάσσα, Κούκος, Κιρκινέζι,
Καλογιάννης, Βουτηχτάρα, Γέρακας, Γερανός,
Όρνεο, Δρυοκολάπτης, Κορυδαλλός
Κοκκινοπόδης...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω όρνεα σωστά! Πω πω λιανοπούλια!
Πως τιτιβίζουν τρέχοντας και κρώζουν! Μήπως μας απειλούν;
Βλέπουν κατά δω με ανοιχτό το στόμα! Εμάς βλέπουν θαρρώ!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Έτσι νομίζω κι εγώ.

(Τα πουλιά που έφτασαν είναι αναστατωμένα και ψάχνουν. Μιλάει ένα, ως εκπρόσωπος)

ΧΟΡΟΣ
Που που που 'ναι που 'ναι, που 'ναι
αυτός που μας κάλεσε; που είναι και βόσκει;

ΕΠΟΠΑΣ
Εγώ είμαι, παρών είμαι, δεν παρατώ τους φίλους.

ΧΟΡΟΣ
Τι τι τι φιλίας λόγο έχεις να μας πεις;

ΕΠΟΠΑΣ
Σίγουρο και δίκαιο και γλυκό και χρήσιμο.
Ήρθαν και με βρήκαν δύο άνθρωποι με μυαλό ξυράφι…

381
HADJIBABA-2006

ΧΟΡΟΣ
Που πως, πως λες;

ΕΠΟΠΑΣ
Είπα ότι ήρθαν δύο γέροι απ' τη γη
και ήρθαν έχοντας στο μυαλό τους την ιδέα πελώριου πράγματος!

ΧΟΡΟΣ
Ω μέγα σφάλμα, το πιο μεγάλο έκανες! Τι είναι αυτό που λες;

ΕΠΟΠΑΣ
Μη φοβάσαι από τώρα. Λόγια είναι.

ΧΟΡΟΣ
Αχ τι μου έκανες!

ΕΠΟΠΑΣ
Δέχτηκα δυο άντρες που τους άρεσε η ζωή μας.

ΧΟΡΟΣ
Έκανες τέτοιο πράγμα;

ΕΠΟΠΑΣ
Και χαίρομαι που το έκανα.

ΧΟΡΟΣ
Και τώρα είναι εδώ κοντά μας;

ΕΠΟΠΑΣ
Αφού είμαι κι εγώ κοντά σας.

(Στο διάστημα αυτό τα πουλιά σιγά σιγά από τα ψηλώματα μαζεύτηκαν στη σκηνή)

ΧΟΡΟΣ
Πα πα πα! μας πρόδωσαν, πάθαμε ανόσια!
Αφού αυτός που ήταν φίλος
και σε χωράφια διπλανά μας βόσκαγε
τα κλότσησε τα πάτρια, των πουλιών τους όρκους πάτησε,
μ' έφερε σε παγίδα, με παράδωσε σ' ανόσιο
που αφ' ότου εγεννήθη, όλο εχθρός μου είναι και με κυνηγά.
Μ' αυτόν όμως αργότερα θα λογαριαστούμε.
Τώρα τους δυο, αν θέλετε τη γνώμη μου,
πρέπει τους για πληρωμή να τους κατατσιμπήσουμε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάει λοιπόν χαθήκαμε!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εσύ τα φταις που θα μας φάνε. Τι μ' έφερες μαζί σου;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Σε πήρα να μ' ακολουθείς.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και κορόμηλο τα δάκρυα να χύνω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μη λες χαζά! Τι δάκρυα σε νοιάζουν

382
HADJIBABA-2006

κι όχι αν σου βγουν ολόκληρα τα μάτια με τη μια;

ΧΟΡΟΣ
Αχ αχαχ. Τεντώσου κι όρμα!
Επάνω τους ρίξε πολέμου οργή,
τα φτερά σου ολόγυρα τείχος κάνε, και κύκλωσέ τους.
Πρέπει να πονούν, να βογγούν, τροφή να δοθούνε στα ράμφη μας.
Ούτε κατάσκιο βουνό ούτε αιθέρα σύννεφο
ούτε άγριο πέλαγος υπάρχει να δεχτεί τους δυο αυτούς, αν μας γλιτώσουν.
Εμπρός να μην αργούμε. Μάδημα και δάγκωμα.
Που είναι ο ταξίαρχος; Η δεξιά πλευρά εμπρός.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Να που σου το 'λεγα, αχ! Από που να φύγω;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν θα φύγεις. Μείνε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Να μείνω να με φάνε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και πως θα τους ξεφύγεις;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Δεν ξέρω πως...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Να μείνουμε να πολεμήσουμε. Αυτό λέω εγώ.
Να καταφύγουμε στις χύτρες.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τι θα μας κάνει η χύτρα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κουκουβάγια πάντως δεν πλησιάζει.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και για τούτα τα γαμψώνυχα πως θα τα αποφύγουμε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άρπα τη σούβλα μπήξε την μπροστά σου.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και για τα μάτια, τι να βάλω;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μια σκούπα πάρε να καλυφθείς. Ή πάρε μια τσανάκα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Βρε βρε στρατηγικό μυαλό! Τι βρήκε! Περνάς και το Νικία στα κόλπα!

ΧΟΡΟΣ
Αέρα Αέρα! Εμπρός! Μπροστά τη μύτη, όρμα.
Δίχως τώρα καθυστέρηση.
Τράβα, Μάδα, Χτύπα, Τρύπα. Τη χύτρα πρώτα πρέπει να σπάσεις.

(Επεμβαίνει ο Έποπας, καθώς τα πουλιά στη σκηνή παίρνουν θέσεις)

383
HADJIBABA-2006

ΕΠΟΠΑΣ
Τι πάτε να κάνετε θηρία θηριότατα;
Θα καταφάτε αθώους χωρίς να σας βλάψουν,
συγγενείς και πατριώτες της κυράς μου;

ΧΟΡΟΣ
Λιγότερο απ' τους λύκους θα τους λυπηθούμε.
Ποιους άλλους να εκδικηθούμε μισητότερους;

ΕΠΟΠΑΣ
Κι αν από ένστικτο είναι εχθροί μας, αλλά από πρόθεση είναι φίλοι
και ήρθαν κάτι χρήσιμο να πουν;

ΧΟΡΟΣ
Τι καλό να μας διδάξουν ή να πουν άνθρωποι εχθροί πάππο προς πάππο;

ΕΠΟΠΑΣ
Πολλά μαθαίνουν απ' τους εχθρούς οι σοφοί.
Ο φόβος πάντα σώζει.
Αυτό δεν το μαθαίνεις ποτέ σου από φίλο
μα ο εχθρός σε εξαναγκάζει να το μάθεις.
Απ' τους εχθρούς οι πόλεις έμαθαν να φτιάχνουν τείχη και τριήρεις
- δεν τους το 'μαθαν οι φίλοι.
Κι ό,τι τους μάθαν οι εχθροί αυτό τους σώζει τώρα τους ίδιους
και τα τέκνα τους και το βιός τους.

ΧΟΡΟΣ
Οι συμβουλές σου μας διδάσκουν χρήσιμα θαρρώ.
Κι από εχθρούς μπορείς να μάθεις...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Φαίνεται πως βάζουν νεράκι στο κρασί τους. Κάνε παραπίσω.

ΕΠΟΠΑΣ
Έτσι είναι. Σε μένα το χρωστάτε.

ΧΟΡΟΣ
Ποτέ δεν αντιβγήκαμε σε τίποτα μαζί σου.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για ειρήνη το πανε, μα το Δία! Τη χύτρα λοιπόν και την τσανάκα κατέβασε.
Μόνο τη σούβλα, όπως το δόρυ, να κρατούμε βαδίζοντας εδώ που βρισκόμαστε
και να κοιτούμε ολόγυρα πίσω από τη χύτρα.
Φυγή αποκλείεται.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αν στ' αλήθεια τύχει να σκοτωθούμε, που θα μας θάψουν;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ο Κεραμεικός θα μας δεχτεί.
Για να ταφούμε δημόσια,
θα πούμε στους στρατηγούς πως πέσαμε ενάντια στους εχθρούς
στους Ορνεούς!

ΧΟΡΟΣ
Όχι στη μάχη. Ανάπαυλα τώρα.
Τον θυμό τώρα σκύψε και βάλ' τον δίπλα στην οργή -
όπως αποθέτουν τα όπλα οι οπλίτες
κι ας ρωτήσουμε ποιοι είναι κι από πού ήρθαν, και γιατί.
Ε! Έποπα! Ε! Εσένα ρωτάω.

384
HADJIBABA-2006

ΕΠΟΠΑΣ
Τι θέλεις ν' ακούσεις;

ΧΟΡΟΣ
Ποιοι είναι αυτοί, από πού είναι;

ΕΠΟΠΑΣ
Φίλοι. Απ' τη σοφή Ελλάδα είναι.

ΧΟΡΟΣ
Ποια τύχη τους πήρε, στα πουλιά να τους φέρει;

ΕΠΟΠΑΣ
Έρωτας για τη ζωή σας - και τον
τρόπο και τον τόπο και τη συγκατοίκηση.
Και γενικά να 'ναι μαζί σας θέλουν.

ΧΟΡΟΣ
Τι, για ποιο λόγο λένε;

ΕΠΟΠΑΣ
Να ακούς και να θαυμάζεις!

ΧΟΡΟΣ
Βλέπουν να 'χουν κέρδος άξιο να μείνουν,
βοήθεια ενάντια στους εχθρούς ή υπέρ των φίλων;

ΕΠΟΠΑΣ
Μιλάει για κάποια ευτυχία, ανείπωτη κι απίστευτη.
Ότι όλα τα εδώ και όλα τα εκεί και τα παρακείθε
όλα δικά σας είναι.
Και σε πείθουν τα λόγια του.

ΧΟΡΟΣ
Μπα; Είναι τρελός;

ΕΠΟΠΑΣ
Η εξυπνάδα του δεν λέγεται!

ΧΟΡΟΣ
Έχει στο μυαλό του τίποτε το έξυπνο;

ΕΠΟΠΑΣ
Αλεπού είναι.
Σπίρτο μοναχό, καταφερτζής κι πανούργος!

ΧΟΡΟΣ
Πες του, πες του να μιλήσει.
Ακούγοντας τα λόγια σου νιώθω ν' αναφτερώνω!

ΕΠΟΠΑΣ
Ελάτε εσείς, τις πανοπλίες πάτε μέσα
κρεμάτε τες, καλή τους ώρα, μες στο μαγερειό
δίπλα στο ντουλάπι -
και πες και στα πουλιά εσύ την αιτία που μου είπες και τα μάζεψα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα το θεό Απόλλωνα, όχι πριν ορκιστούν
όπως ο πίθηκος στη γυναίκα του,

385
HADJIBABA-2006

όχι στα δαγκώματα, όχι στα τραβήγματα, όχι στα σκαλίσματα…

ΧΟΡΟΣ
Τι εννοείς;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τα σκαλίσματα των ματιών δηλαδή.

ΧΟΡΟΣ
Συμφωνώ εγώ.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ορκίσου συμφωνία.

ΧΟΡΟΣ
Ορκίζομαι, όλοι - θεατές και κριτές - να μου δώσουν τη νίκη.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αυτό θα γίνει σίγουρα.

ΧΟΡΟΣ
Κι αν παραβώ τον όρκο - τότε να νικήσω με την ψήφο του ενός!!

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ακούστε ο κόσμος. Όλοι οι οπλίτες
να πάρουν τα όπλα τους και στα σπίτια τους τώρα.
Και να κοιτούν στις πινακίδες τι θα διατάξουμε.

ΧΟΡΟΣ
Πανούργο πάντοτε και μ' όλους τους τρόπους
πλάσμα ο άνθρωπος. Μίλα μου όμως.
Ίσως σου τύχει κάτι καλό μου να πεις - αν το πρόσεξες -
ή δύναμη άλλη που ο ορνιθόμυαλος νους μου δεν πιάνει.
Πες το εσύ που το βλέπεις.
Ό,τι καλό συμβεί και μου κάνεις, αυτό θα είναι καλό και για τους δυό μας.
Για ό,τι ήρθες γνώμη να πεις, με θάρρητα πες την και πείσε μας.
Δεν θα παραβούμε τις σπονδές πρώτοι εμείς.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ο λόγος μέσα μου ζυμώθηκε μα το Δία, ωρίμασε,
καλοδουλεμένο προζύμι τώρα, φουσκώνει -
δεν εμποδίζομαι να τον κάνω φραντζόλες.
Φέρε παιδί το στεφάνι να βάλω.
Και κάποιος να φέρει νερό για τα χέρια.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Θα φάμε, τι θα κάνουμε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα το Δία, είναι καιρός που θέλω
κάτι να πω σπουδαίο και κάτι το όμορφο, που θα τα συγκινήσει τα πουλιά.
Τόσο πολύ πονώ για σας… που βασιλιάδες πρώτα ήσασταν...

ΧΟΡΟΣ
Βασιλιάδες εμείς; Ποιανού;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εσείς. Των πάντων. Και πρώτα δικοί μου.
Και μαζί κι αυτουνού. Και του Δία του ίδιου.
Γεννηθήκατε πριν απ' τον Κρόνο

386
HADJIBABA-2006

και πριν απ' τους Τιτάνες και τη Γη...

ΧΟΡΟΣ
Πριν και απ' τη Γη;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πριν, μα τον Απόλλωνα.

ΧΟΡΟΣ
Μα το Δία, τούτο δεν το είχα πληροφορηθεί!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αμόρφωτος γεννήθηκες και δίχως ερωτήματα
κι ούτε τον Αίσωπο διάβασες
που έλεγε η Σιταρήθρα είναι το πρώτο
που γεννήθηκε - και πριν από τη Γη -
κι έπειτα ο πατέρας της αρρώστησε και
πέθανε και δεν υπήρχε Γη
και πέντε μέρες έμεινε άταφος νεκρός
και τι να κάνει, αμήχανη,
άνοιξε το κεφάλι της και τον παράχωσε εκεί.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Άρα, της Σιταρήθρας τώρα ο πατέρας
στο Κεφαλάρι θαμμένος είναι!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αφού λοιπόν γεννήθηκαν πριν από Γη κι από θεούς
δεν δικαιούνται να 'χουν τη βασιλεία
αφού είναι αρχαιότερα;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μα τον Απόλλωνα! Το ράμφος και τα μάτια σας!
Δεν δίνει σκήπτρο εύκολα ο Δίας στο Δρυοκολάπτη.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Το ότι, στα παλιά, δεν αφέντευαν οι θεοί
μα αρχηγούσαν στους ανθρώπους τα πουλιά
υπάρχουν τεκμήρια πολλά που τ' αποδείχνουν.
Να, πρώτα θα πω τον πετεινό -
ότι αρχηγούσε και βασίλευε στους Πέρσες
πριν απ' το Μεγάβαζο και το Δαρείο,
γι' αυτό τον λεν και περσικό πουλί.
Από την τότε βασιλεία του.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Γι' αυτό και τώρα βέβαια, σαν μέγας βασιλιάς,
είναι το μόνο απ' τα πουλιά που σουλατσάρει
έχοντας στο κεφάλι του το στέμμα, που φορούσε και παλιά.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τόσο δε κατίσχυσε και τόσο πρώτο ήταν,
ώστε και τώρα - τιμή στην τότε δύναμη -
μόλις το πρωί πρωί θα πει το κικιρίκου
όλοι ξυπνούν κι αμέσως τραβούν για τη δουλειά,
χαλκάδες, κανατάδες, σκυλάδες, δερματάδες,
λουράδες, τσαρουχάδες, αλευράδες,
τορνευτολυρασπιδάδες…
κι άλλοι από τη μαύρη νύχτα ακόμη βάζουν τα σανδάλια τους
κι αρχίζουν να περπατούν.

387
HADJIBABA-2006

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εμένα ρώτα το αυτό. Εγώ για το χατίρι του
έχασα ένα παλτό από μαλλί Φρυγίας.
Είχα πιεί λιγάκι παραπάνω, μια φορά, στην πόλη
προσκαλεσμένος σε βαφτίσια - και με μισοπήρε ο ύπνος
και πριν να φάω βραδινό λάλησε ο πετεινός
και νόμισα ξημέρωσε
και είπα να γυρίσω σπίτι μου στον Άλιμο,
μα μόλις βγήκα απ' το τείχος, ένας λωποδύτης
με χτύπησε στην πλάτη με το ρόπαλο γερά
και μ' έριξε κάτω και θα φώναζα τότε
αλλά μου ξάφρισε το παλτό.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Το πετρογέρακο τότε αρχηγούσε στους Έλληνες...

ΧΟΡΟΣ
Στους Έλληνες;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και πρώτο αυτό, σαν βασιλιάς,
όρισε στον ερχομό του να κουτρουβαλούμε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Εγώ, μα το Διόνυσο, είδα πετρογέρακο
και κουτρουβαλούσα
κι ανάσκελα ως ήμουνα και έχασκα
κατάπια έναν οβολό - κι ύστερα όταν πήγα στο σπίτι
είδα την τσέπη μου αδειανή

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και βασιλιάς στην Αίγυπτο και σ' όλη τη Φοινίκη
ο Κούκος ήταν τότε
και κάθε που ο Κούκος πρωτολαλούσε κου κου
έπιαναν οι Φοίνικες τότε τα δρεπάνια
και θέριζαν στον κάμπο τα χωράφια τους.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Α! Ώστε αυτό είναι που λέμε "κου κου..."

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και τόσο γερά κρατούσαν στην αρχή
που αν αρχήγευε στους Έλληνες ένας Αγαμέμνονας
ή ένας κάποιος Μενέλαος,
πάνω στο σκήπτρο του καθόταν πουλί
να παίρνει μερτικό απ' τις δωροδοκίες.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αυτό λοιπόν δεν το ήξερα. Το είχα απορία
όταν στις τραγωδίες έβγαινε κάποιος .. "πουλημένος"
κι είχε πουλί στο σκήπτρο του.
Άρα παρατηρούσε τι μίζες παίρνει ο Λυσικράτης.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και το πιο τρανό απ' όλα
ο Δίας - ο τώρα βασιλιάς - έχει στο κεφάλι του
στημένο αετό. Και κουκουβαγια η κόρη του
και ο Απόλλωνας γεράκι, σαν θεληματάρης.

388
HADJIBABA-2006

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μια χαρά τα λες, μα τη θεά τη Δήμητρα!
Γιατί όμως τα έχουν;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όταν θυσιάζει κάποιος κι ακουμπά τα σπλάχνα
αφιέρωμα στα χέρια τους, όπως είναι σωστό,
να τα παίρνουν τα πουλιά πριν από το Δία.
Και πρώτα σε θεό κανένας δεν ορκιζόταν. Όλοι σε πουλιά.
Ο Λάμπωνας και τώρα σαν ξεγελάει κάποιον
"μα τη χήνα" ορκίζεται ακόμα.
Τόσο πολύ σπουδαία και ιερά σας είχαν πριν
και τώρα δούλους κι άμυαλους σαν τους τρελούς σας κυνηγούν
κι ως μέσα στους ναούς ο κάθε πουλοκυνηγός
βρόχια στήνει και παγίδες και θηλιές και ξόβεργες
και δίχτυα να μη φαίνονται
και σας πιάνουν σας πωλούν στην αγορά σε αρμαθιές
κι οι αγοραστές σας πασπατεύουν.
Και δεν είναι που έστω σας ψήνουν και σας τρώνε
- αν πούμε επιτρέπεται -
μα τρίβουν κι από πάνω σας τυρί, σας βάζουν και λαδόξυδο
και πασπαλίζουν ρίγανη κι έπειτα φτιάχνουν σάλτσα
γλυκιά και λαδερή
και καυτή τη ρίχνουν πάνω σας σαν να 'σαστε μεζέδες.

ΧΟΡΟΣ
Θλιβερά θλιβερότατα μας αράδιασες
άνθρωπε - τόσο που δάκρυσα με των προγόνων το φόβο,
που τέτοιες τιμές κληρονόμησαν κι όμως
τις χάσαμε τώρα.
Εσύ όμως για μας - κατά θεό και τύχη -
σωτήρας μας ήρθες.
Τα μικρά μου και μένα τον ίδιο
σε σένα θ' αναθέσω, να συζητήσουμε.
Μα τι πρέπει να κάνουμε, εδώ είσαι, πες μας.
Δεν αξίζει να ζούμε αν δεν ξαναπάρουμε
τη βασιλεία μας πίσω, με κάθε τρόπο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πρώτα να στήσετε μια πόλη πουλιών
και τον αέρα ολόγυρα και όλον ανάμεσα
με πλίνθους να φράξετε ψητούς και γερούς, σαν Βαβυλώνα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ω Γίγαντες και Τέρατα! Τι οικισμός απόρθητος!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι όταν θα έχει γίνει η πόλη, να ζητήσετε απ' το Δία
πίσω την εξουσία σας.
Κι αν αρνηθεί και δεν το συζητήσει
πόλεμο τότε να κηρύξετε ιερό
και στους θεούς ν' απαγορεύσετε
να περνούν απ' την πόλη σας κορδωτοί όπως πριν,
για να πειράξουν τις Σεμέλες και τις Αλκμήνες
και τις Αλόες.
Και αν πάλι επιμένουν και ορμούν
να τους βάλετε φίμωτρο να μην μπορούν πια
και στους ανθρώπους, σας συμβουλεύω, στείλτε άλλον
κήρυκα, πουλί, να αναγγείλει
να θυσιάζουν πρώτα στα πουλιά αφού αυτά θα κυβερνούν

389
HADJIBABA-2006

και κατόπιν στους θεούς.


Και να ορίσετε σε λίστα ποιο πουλί ταιριάζει
στον καθένα απ' τους θεούς.
Αν δηλαδή θα θυσιάζει κάποιος στην Αφροδίτη
να προσφέρει και κριθή πρώτα στη Φαλακρίδα,
αν αρνί στον Ποσειδώνα, στάρι τότε στα Παπιά,
κι αν στον Ηρακλή, τότε μελόπιτες στους Γλάρους!
Κι αν στο Δία βασιλιά κριάρι θυσιάζει
- επειδή ο Τρυποφράχτης είναι βασιλιάς -
τότε πριν απ' το κριάρι
στον Τρυποφράχτη να προσφέρετε έναν κούνουπα μεγάλο.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Α! Πολύ το χάρηκα τον κούνουπα!
Και τώρα ο Δίας ας βροντάει!

ΧΟΡΟΣ
Και πως θα μας νομίσουν οι άνθρωποι θεούς
και όχι καλιακούδες
αφού έχουμε φτερούγες και πετάμε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λες χαζά. Και, μα το Δία, ο Ερμής κι άλλοι θεοί
δεν πετάνε με φτερά, όντας θεοί;
Η Νίκη για παράδειγμα με χρυσοφτέρουγα πετά
κι ο Έρωτας το ίδιο, μα το Δία,
και την Ίριδα ο Όμηρος με τρομαγμένο περιστέρι την παρομοιάζει.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Και δεν βροντά ο Δίας και μας στέλνει
τον κεραυνό του φτερωμένο;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αν οι άνθρωποι, μη ξέροντας, μας θεωρήσουν ένα τίποτα
και μόνο τους Ολύμπιους έχουν για θεούς,
τότε τα σπουργίτια να πέσουν πάνω σύννεφο
να σκαλίσουν τα χωράφια, τους σπόρους να φανε
κι έπειτα που θα πεινούν, … ας τους δώσει η θεά
η Δήμητρα σιτάρι.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Δεν θα θελήσει. Θα το δεις. Όλο θα προφασίζεται.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και να ορμήσουν τα κοράκια να φαν τα μάτια
των αρνιών και των βοδιών που θα οργώνουν.
Άντε ο Απόλλωνας μετά, γιατρός, να ξετυφλώνει.
Που πληρώνεται κι όλας!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Μη μη! Πρώτα να πουλήσω δυο βοϊδάκια που έχω
και μετά να γίνει αυτό.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αν όμως σας δεχτούν σαν Θεό και Ζωή και Γη
και Κρόνο και Ποσειδώνα…
Όλα τότε τα αγαθά στα χέρια τους θα τα 'χουν.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ

390
HADJIBABA-2006

Πες ένα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πρώτον, οι ακρίδες δεν θα τρων τα αμπελοβλάσταρα.
Θα τις αφανίσει μια στρατιά γλαύκες και σαΐνια.
Τα μαμούνια και οι σκνίπες δεν θα χώνονται στα σύκα.
Θα 'ρθουν τσιχλοκόπαδα θα τις καταφάν.

ΕΠΟΠΑΣ
Και πλούτο πως θα δώσουμε; Για τον πλούτο χύνουν αίμα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όταν ζητούν μαντεία οι άνθρωποι
τα πουλιά θα τους λεν για τα καλά μεταλλεία
και ποια ταξίδια εμπορικά θα τους προσδώσουν κέρδος
- και δεν θα πνίγεται κανείς.

ΕΠΟΠΑΣ
Πως δεν θα πνίγεται;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Σ' όποιον ζητάει μαντεία, θα προλέγουν τα πουλιά
"Μην ταξιδεύεις τώρα, θα πέσεις σε φουρτούνα".
"Τώρα καιρός να ταξιδέψεις και στα κέρδη θα πνιγείς".

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Καράβι αγοράζω κι εμπορεύομαι. Δεν μένω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και τους θησαυρούς που τους παράχωναν οι παλιοί,
τους ξέρουν τα πουλιά και θα τους λένε.
Όλοι εξάλλου λεν "κανείς δεν ξέρει που τα έχω
κρυμμένα - εκτός αν είναι πουλί...".

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πουλώ το καράβι κι αγοράζω σκαπάνη και ξεθάβω πιθάρια!...

ΕΠΟΠΑΣ
Και την Υγεία;
Πως θα τη δώσουν αφού την έχουν οι θεοί;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα αν ευτυχούν, αυτό δεν είναι υγεία;
Άνθρωπος που δυστυχεί είναι άρρωστος.

ΕΠΟΠΑΣ
Και πως θα φτάσουν στα γεράματα οι άνθρωποι,
που κι αυτά στον Όλυμπο είναι;
Απ' τα μικράτα τους ακόμα θα πεθάνουν;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άλλα τριακόσια χρόνια θα τους δώσουν τα πουλιά!
Μα το Δία!

ΕΠΟΠΑΣ
Από πού;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Από πού; Απ' τον εαυτό τους.
Δεν ξέρεις ότι πέντε γενιές ανθρώπων

391
HADJIBABA-2006

ζει η φωνακλού κουρούνα;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ζήτωωω!
Χίλιες φορές καλύτερα τα πουλιά παρά ο Δίας!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και βέβαια καλύτερα.
Πρώτα πρώτα δεν θα κτίζουμε ναούς μαρμάρινους γι' αυτά,
ούτε χρυσαφένιες πόρτες.
Κάτω απ' τα θαμνάκια θα 'ναι
και στις αφανούλες,
και τα πολύ πολύ σαν πουλιά
θα 'χουν ναό τα λιόδεντρα.
Και ούτε στους Δελφούς θα πάμε για θυσία
- ούτε στον Άμμωνα ή αλλού.
Στις κουμαριές και στ' αγριλίδια
δίπλα θα στεκόμαστε κριθάλευρα κρατώντας
κι υψώνοντας τα χέρια θα ευχόμαστε
να μας δίνουν ένα μέρος αγαθών.
Λίγο σταράκι θα σκορπάμε
κι αμέσως τ' αγαθά θα είναι δικά μας.

ΧΟΡΟΣ
Γέρο μου αγαπημένε - από εχθρός παμφίλτατε!
Από εδώ και στο εξής, μόνο με τη βία θα δεν θα συμφωνώ
με τη γνώμη σου.
Και ενθαρρυμένος απ' τα λόγια σου
διαλαλώ κι ορκίζομαι
εάν σταθείς κοντά μου και σύμφωνα και δίκαια
και άδολα και όσια κοντράρεις τους θεούς
με μια φωνή και γνώμη,
δεν θα έχουν οι θεοί πολύ καιρό τα σκήπτρα τους.
Για όσα έργα, βέβαια, θέλει δύναμη να γίνουν
θα είμαστε εμείς,
τα όσα όμως θέλουν γερό μυαλό και σχέδιο
αυτά σ' τα αναθέτουμε.

ΕΠΟΠΑΣ
Τώρα πια, μα το Δία, δεν είναι να νυστάζουμε
ούτε να καθυστερούμε.
Τώρα πρέπει αμέσως να δράσουμε.
Γι' αυτό λοιπόν ελάτε γρήγορα στη φωλιά μου
τη φρυγαναχυρένια
και πείτε μας τα ονόματά σας.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εύκολο αυτό. Εμένα με λένε Πισθέταιρο
κι αυτόν Ευελπίδη - απ' την Παλλήνη είναι.

ΕΠΟΠΑΣ
Γεια και χαρά σας και τους δυο!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Γεια σας κι εσάς.

ΕΠΟΠΑΣ
Από δώ λοιπόν. Περάστε.

392
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Περνούμε. Προχώρα και οδήγα μας.

ΕΠΟΠΑΣ
Ελάτε.

(Ο Πισθέταιρος κάνει να ακολουθήσει)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όμως, κάτσε μια στιγμή, για ξαναέβγα.
Πες μας. Εμείς οι δυο χωρίς φτερά...
πως θα κάνουμε χωριό με σας τους φτερωτούς;

ΕΠΟΠΑΣ
Μια χαρά!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πρόσεχε, το λέει κι ο Αίσωπος γιατί...
κάποτε η Αλεπού το βρήκε απ' τον Αετό!

ΕΠΟΠΑΣ
Μη φοβάσαι. Υπάρχει μια ριζούλα...
μόλις την τραγανίσεις γίνεσαι φτερωτός.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αν είναι έτσι μπαίνουμε.
Έλα Ξανθία και Μανόδωρε, πάρτε τα στρώματα.

ΧΟΡΟΣ
Ε, συ! Εσένα λέω. Έποπα!

ΕΠΟΠΑΣ
Τι με φωνάζεις;

ΧΟΡΟΣ
Παρ' τους μέσα φίλεψέ τους κάτι να τσιμπήσουν
και πες και στην Αηδόνα σου να βγει η γλυκόλαλη
να διασκεδάσουμε λίγο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αχ μα το Δία! Καν' το που σου λέει...
Πες της να βγει απ' τη φωλίτσα της.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Πες της να βγει, μα τους θεούς, να την θαυμάσουμε.

ΕΠΟΠΑΣ
Αν τόσο σας αρέσει, χρέος μου να το κάνω.
Πρόκνη! Βγες στους φίλους μας και καμαρώσου!

(Βγαίνει η αυλητρίδα με μορφή Αηδόνας παίζοντας αυλό)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ω Δία πολυτίμητε! Τι όμορφο πουλάκι! Τι απαλό κατάλαμπρο!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ξέρεις ότι με χαρά μου θα την αγκάλιαζα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ

393
HADJIBABA-2006

Πω πω στολίδια και χρυσά! Σαν παρθένα είναι!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αχ να τη φιλήσω θέλω, δεν βαστώ.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε κακομοίρη, αντί για χείλη σούβλα έχει!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Όπως στο αβγό το τσόφλι.
Ξεφλούδισμα ζητά απ' το κεφάλι πρώτα κι ύστερα φιλί.

ΕΠΟΠΑΣ
Να πηγαίνουμε τώρα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εσύ μπροστά. Και η ώρα η καλή.

(Φεύγουν να πάνε για φτερά. Μένει ο Χορός - αρχίζει το τραγούδι)

ΧΟΡΟΣ
Αγαπητή μας αχ τσακίστρα
παμφίλτατο πουλί
αχ γλυκόλαλη συντρόφισσα αηδόνα μου!
Ήλθες Ήλθες Φάνηκες
Γλυκοφωνούλα έφερες ω γλυκόλαλη αηδόνα!
Με τον εαρινό γλυκό αυλό σου
άρχισε τις τρίλιες σου.
Άνθρωποι δυστυχισμένοι, όμοιοι με τα φυλλώματα,
ανήμποροι και χωματένιοι και ανίσχυρες σκιές
απέταγοι και λιγοζώητοι - ονειροεικόνες,
κοιτάτε εμάς τα αθάνατα και τα παντοτεινά
τα αιθέρια και αγέραστα, τα άφθαρτα πουλιά
που θάνατο δεν σκεφτόμαστε,
ακούστε να σας πούμε το σωστό για τα ουράνια,
για τα πουλιά και για ποτάμια και θεούς
και για το Χάος και το Έρεβος
και την αλήθεια ξέροντας να πείτε από μας
στον Πρόδικο να το βουλώνει.
Το Χάος ήταν και η Νύχτα και το μαύρο Έρεβος
και ο Τάρταρος ο ατέλειωτος
και ούτε Γη ούτε Αέρας ούτε Ουρανός.
Και στην άπειρη αγκαλιά μέσα του Ερέβους
η μαύρη Νύχτα γέννησε το πρώτο αβγό
παρθενογέννητο - απ' όπου και με τον καιρό
πετάχτηκε ο Έρωτας, αυτός που δεν χορταίνεται,
φτερά στις πλάτες λάμποντας, όμοιος ανέμου δίνη,
και με το Χάος σμίγοντας το φτερωτό στα Τάρταρα
γέννησε τη γενιά μας και την έβγαλε στο φως
το Άφθαρτο.
Αθάνατων γενιά πρώτα δεν υπήρχε
πριν να τα σμίξει ο Έρωτας
κι όταν συνέσμιξαν όλα με όλα
έγινε ο Ουρανός και ο Ωκεανός και η Γη
και των μακάρων θεών το αθάνατο γένος.
Απ' όλους τους θεούς, εμείς αρχαιότεροι.
Κι ότι είμαστε του Έρωτα, πολλά μας το δείχνουν.
Πρώτα πετώντας τους ερωτευμένους συντροφεύουμε
και πολλά ωραία αγόρια στης ήβης τους το τέρμα
που είπαν πια "όχι ξανά",

394
HADJIBABA-2006

όμως με τη δύναμή μας άντρες εραστές


πάλι τους κατάφεραν,
άλλος δωρίζοντας ορτύκι, άλλος πορφυρίωνα
άλλος χηναρούλα και άλλος πετεινό.
Και όλα τα σπουδαία οι θνητοί μας τα χρωστούν.
Πρώτα τους δείχνουμε τις εποχές να ξέρουν
Άνοιξη και Χειμώνα και Φθινόπωρο,
να σπέρνουν όταν φεύγει για τη Λιβύη ο γερανός
και πότε ο καπετάνιος ν' αφήσει το πηδάλιο
για να ξεκουραστεί
και χοντροκάπα να φορέσει ο ληστής
να μη ληστεύει ξένα επειδή κάνει κρύο.
Και ύστερα ο Ικτίνος δείχνει άλλη εποχή.
Πότε είναι καιρός να κουρευτούν τα πρόβατα
για τ' ανοιξιάτικο μαλλί
κι ύστερα το χελιδόνι - όταν είναι ο καιρός
η χοντροκάπα ν' αλλαχτεί και ρούχο ελαφρύ να αγοράσεις.
Και είμαστε για σας και Άμμων και Δελφοί
και Φοίβος ο Απόλλων και Δωδώνη -
που πρώτα έρχεστε σε μας να πάρετε σημάδια
και μετά επιχειρείτε εμπορίες και δουλειές και παντρολογήματα.
Και όσα έχουν σχέση με τη μαντική
οιωνό τα λέτε όλοι, δηλαδή πουλί.
Μια σημαδιακή κουβέντα τη λέτε οιωνό,
το φτάρνισμα οιωνό, μια κραυγή, ένα σημάδι
τον υπηρέτη οιωνό, το γάιδαρο επίσης.
Φως φανερό λοιπόν ότι είμαστε για σας ολόκληρο μαντείο.
Αν λοιπόν εμάς πιστέψετε θεούς καλλίφωνους μάντεις θα έχετε
χειμώνα καλοκαίρι και μεσοδιαστήματα
σ' ανέμους και σε άπνοιες.
Και δεν το σκάμε να καθόμαστε στα σύννεφα ακατάδεχτοι
όπως το κάνει ο Δίας,
αλλά κοντά σας πάντα, δίπλα σας, πάντοτε θα σας δίνουμε
σε σας και στα παιδιά σας
και στων παιδιών σας τα παιδιά
πλούτο και υγεία και βιος, χαρά, ειρήνη,
νιάτα και γέλια και χορούς
και πλούσια τραπεζώματα με του πουλιού το γάλα.
Θα κουραστείτε απ' τα πολλά τα αγαθά.
Τόσο θα καλοπερνάτε όλοι.

Μούσα της λόχμης


τιο τιο τιο και τριτριτίξ
που μαζί σου ποικιλόφωνη
στις κορφές και στα φαράγγια
τιο τιο τιο και τριτριτίξ
καθισμένος σ' ολοφούντωτη μηλιά
τιο τιο τιο τριξ
γλυκοκελαηδάω μελωδίες
για τον Πάνα, όπως πρέπει, ιερές,
με χορούς λατρευτικούς
για τη θεά βουνίσια μάνα
τιο τιο τιο τιο τριξ
απ' όπου σαν τη μέλισσα ο Φρύνιχος
θείων τραγουδιών ρουφούσε πάντα το χυμό
γλυκούς σκοπούς κερδίζοντας
τιο τιο τιο τιξ.
Αν κάποιος θεατής θέλει μαζί μας στο εξής
να ευτυχίσει, ας έρθει ανάμεσά μας.
Όσα είναι άνομα και ντροπή σε σας, με νόμο,

395
HADJIBABA-2006

αυτά σε μας είναι σωστά.


Αν σε σας είναι ντροπή τον πατέρα να χτυπάς
σε μας αυτό είναι καλό - αν τρέξεις και
χτυπήσεις τον πατέρα και του πεις
"σήκω κεντρί αν πολεμάς".
Κι αν κάποιος από σας είναι δραπέτης
σιδεροσημαδεμένος - αυτός σε μας θα είναι
λιβαδοπέρδικα σωστή.
Κι αν κάποιος σας είναι Φρύγας σαν το Σπίθαρο
σε μας θα είναι σπίνος, του Φιλήμονα γενιά.
Κι αν είναι δούλος Κάρας, όπως ο Εξηκεστίδης,
παπί σε μας θα γίνει με παπιά.
Και του Πεισία αν ο γιος θέλει να προδώσει
τις πύλες μας στους άτιμους,
πέρδικα ας γίνει, περδικουλάκι του πατέρα του,
αφού δεν το 'χουμε ντροπή "να μην το λέει η περδικούλα μας".

Τέτοια οι Κύκνοι
τσι τσι τσι και τιο και τιγξ
μαζί όλο φωνάζοντας
φτεροκοπούν κι υμνούν το Φοίβο
τιο τιο τιοτίγξ,
στου Έβρου ποταμού τις όχθες καθισμένοι,
απ' όπου απ' τα αιθέρια, η φωνή τους άπλωσε
και μάργωσαν των αγριμιών τα είδη
και νηνεμία μέρωσε τα κύματα
τοτοτό τοτοτίγξ
Απ' τα φτερά γλυκύτερο δεν είναι τίποτε άλλο.
Αν ένας, ας πούμε από σας είχε φτερά και
πεινούσε - και τις τραγωδίες βαριόταν,
θα πεινούσε θα πήγαινε στο σπίτι να φάει
και χορτασμένος θα έφτανε πάλι σε μας
να χαρεί κωμωδίες.
Κι αν κάποιος Πατροκλείδης χέστης
σφιγγόταν και δεν κρατιόταν, δεν θα λέρωνε
τα ρούχα του, μα θα πετούσε θα έφευγε
κι αφού αλάφρωνε για τα καλά
θα ξαναρχόταν πάλι.
Κι αν κάποιος από σας μοιχός
έβλεπε της τέτοιας τον άντρα στους επισήμους
κι αυτός φτερά θα ξάνοιγε ψηλά και θα πετούσε,
θα πήγαινε στην τέτοια του και θα ξαναγυρνούσε
αφού θα την κανόνιζε.
Άρα τα φτερά έχουν την πρώτη αξία.
Ο Διειτρέφης, για παράδειγμα, που χερούλια
νταμιτζάνας είχε μόνο για φτερά…
όμως τον βγάλαν φύλαρχο και ίππαρχο μετά
και τώρα απ' το τίποτα κάνει τον τρανό
κι όλο μπλα μπλα και κοκορεύεται.

(Γυρίζουν ο Πισθέταιρος και ο Ευελπίδης ντυμένοι με φτερά. Πίσω τους οι δύο δούλοι).

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έτσι, καλά τα λες για τα φτερά.
Μα το Δία, δεν είδα στη ζωή μου πιο γελοίο πράγμα!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Με τι γελάς;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ

396
HADJIBABA-2006

Με τις φτερούγες σου γελώ. Ξέρεις πως μοιάζεις;


Κακοζωγραφισμένη χήνα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εσύ κοτσύφι μαδημένο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έτσι μοιάζουμε, που λέει ο Αισχύλος
"απ' τα δικά μας τα φτερά, όχι από άλλου".

ΕΠΟΠΑΣ
Τώρα τι να κάνουμε;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πρώτα της πόλης να βρούμε ένα όνομα ένδοξο και τρανό!
Κι έπειτα να θυσιάσουμε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εγώ έτσι λέω.

ΕΠΟΠΑΣ
Τι όνομα λοιπόν να βάλουμε στην πόλη;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Θέλετε το μεγαλείο της να το πάρουμε απ' τη Σπάρτη
- να την πούμε Σπάρτα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για όνομα του Ηρακλή!
Στην πόλη μου να βάλω σπάρτα;
Ούτε στρωσίδι θα 'στρωνα, έχω βαμβακόστρωμα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Τι όνομα να βάλουμε λοιπόν;

ΕΠΟΠΑΣ
Κάτι πολύ χαώδες! Κάτι απ' τα σύννεφα
και τους μετέωρους τόπους.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θέλεις Νεφελοκοκκυγία;

ΕΠΟΠΑΣ
Ζήτωωωω! Όμορφο το όνομα το βρήκες και μεγάλο!

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Η πόλη μας λοιπόν η Νεφελοκοκκυγία!
Σ' αυτήν είναι τα πλούτη τα πολλά του Θεαγένη
και όλα του Αισχίνη...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και το καλύτερο ακόμα! Της Φλέγρας ο κάμπος
που οι θεοί, καμώνονται, τους Γίγαντες νίκησαν!

ΕΠΟΠΑΣ
Πλούσια και πρώτη η πόλη μας!
Ποιον θα βρούμε όμως θεό πολιούχο;
Τον πέπλο για ποιον θα τον φτιάχνουμε;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ

397
HADJIBABA-2006

Γιατί δεν αφήνουμε την Αθηνά πολιούχο;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και πως θα προκόψει η πόλη
όταν γυναίκα καμαρώνει για τ' άρματα
και γι' τον αργαλειό ο Κλεισθένης;

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Αν όχι η Αθηνά, ποιος τότε θα 'χει
το κάστρο το Πελαργικό μας;

ΕΠΟΠΑΣ
Ένα πουλί απ' τη δική μας τη γενιά.
Ο Περσικός ο Κόκορας.
Το αγριότερο κλωσσόπουλο του Άρη, όπως λένε.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Ω κλωσσοπούλι Αρχηγέ!
Σαν θεός κατάλληλος να κάθεσαι στις πέτρες.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έλα τώρα εσύ, πέτα και φρόντιζε τους κτίστες,
κουβάλα πέτρες, λάσπη, τα πηλοφόρια ετοίμαζε
στον ώμο κουβάλα τα να πέσεις απ' τις σκάλες
και όριζε φρουρούς
και τη φωτιά να την κρατάς σιγοσβησμένη
και να γυρίζεις στις σκοπιές
την κουδούνα να βαράς κι εκεί ν' αποκοιμιέσαι.
Και κήρυκες στείλε. Τον έναν πάνω στους θεούς
τον άλλο στους θνητούς και από κει σε μένα.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ
Κι εσύ εδώ και κλαίγε με.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έλα φιλαράκο, πήγαινε που σου λέω,
χωρίς εσένα τίποτα δεν γίνεται απ' αυτά.
Κι εγώ για τη θυσία στους καινούριους θεούς
καλώ τον ιερέα να οργανώσει την πομπή.
Παιδί! Παιδί! Το κάνιστρο με τ' αγίασμα!

(Φεύγει ο Ευελπίδης. Ο δούλος θα φέρει το αγίασμα, μπαίνει ο ιερέας)

ΙΕΡΕΑΣ
Συμφωνώ και θέλω, και έχω τη γνώμη
ύμνους μεγάλους ευλαβικούς να προσφέρουμε
και ένα αρνάκι, για το καλό, να θυσιάσουμε.
Εμπρός Εμπρός, στο θεό η επίκληση
και ο κόρακας να δίνει το ρυθμό.

(Μπαίνει ένας αυλητής κόρακας με τον αυλό του).

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάψε να παίζεις εσύ. Α! Ηρακλή μου! Τι είναι;
Είδα τόσα μέχρι τώρα, μα κόρακα με αυλό δεν είδα!
Ιερέα το καθήκον σου. Στους νέους θεούς θυσίασε.

ΙΕΡΕΑΣ
Εντάξει, θα θυσιάσω. Που είναι τ' αγίασμα;
Ευχηθείτε στην Εστία των πουλιών

398
HADJIBABA-2006

και στον Ικτίνο τον Εστιούχο


και στα πουλιά - αρσενικά και θηλυκά -
Ολυμπίους και Ολυμπιώτισσες
Σε όλους και σε όλες...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χαίρε γεράκι του Σουνίου, και άρχοντα Πελαργικέ!

ΙΕΡΕΑΣ
Και στον Πύθιο Κύκνο και στο Δήλιο
και στη Λητώ την Ορτυγομάνα
και στην Άρτεμη την Καρδερίνα...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν υπάρχει Άρτεμη κουρούνα πια, αλλά Άρτεμη καρδερίνα.

ΙΕΡΕΑΣ
Και στο Σπίνο το Σαβάζιο - και στη
Στρουθοκάμηλο, μάνα ανθρώπων και θεών...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δέσποινα Κυβέλη - σπουργιτίνα, μάνα του Κλεόκριτου.

ΙΕΡΕΑΣ
Δώσε υγεία και σωτηρία στους Νεφελοκοκκυγιώτες,
και σ' αυτούς και στους Χιώτες...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χάρηκα με τους Χιώτες τους πανταχουπαρόντες!

ΙΕΡΕΑΣ
Και στους ήρωες - πουλιά και στα παιδιά τους
και στον Πορφυρίωνα και στο Δρυοκολάπτη
και στον Πελεκάνο και στον Χρυσαετό
και στον Αγριοπετεινό και στο Παγόνι
και στο Γλάρο και στον Ερωδιό
και στην Καλογρίτσα και στην Παπαδίτσα...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άντε στα κομμάτια, πάψε να καλείς, αμάν!
Σε ποια θυσία βρε κατάρατε προσκαλείς
Θαλασσαετούς και Γύπες;
Δεν βλέπεις ότι κι ένας Ικτίνος μόνο
θα τ' άρπαζε το σφάγιο και θα 'φευγε;
Άντε χάσου κι εσύ και τα στεφάνια σου.
Εγώ ο ίδιος μόνος μου θα θυσιάσω το τραγάκι.

ΙΕΡΕΑΣ
Πρέπει, άρα, πρέπει για σένα
πάλι μελωδία να ψάλω
ευλαβικά και όσια να γίνει ο αγιασμός.
Και να καλέσω τους θεούς - έναν μόνο όμως
αν θέλεις να χορτάσει φέρε σφάγια αρκετά,
γιατί το σφάγιο που έχουμε, είναι μόνο κέρατα και τρίχες.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ας ευχηθούμε στους φτερωτούς μας θεούς
θυσιάζοντας.

(Φτάνει από τη γη ένας ποιητής παράξενος και φτωχοντυμένος).

399
HADJIBABA-2006

ΠΟΙΗΤΗΣ
Τη Νεφελοκοκκυγία την καλότυχη
με τους ύμνους σου, Μούσα μου, δόξασε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι 'ναι τούτο; Από πού ήρθε; Ποιος είσαι; πες.

ΠΟΙΗΤΗΣ
Εγώ τραγουδώ μελιστάλαχτους ύμνους
των Μουσών υπηρέτης ακούραστος
- κατά Όμηρον.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Υπηρέτης κι έχεις τόση μαλλούρα;

ΠΟΙΗΤΗΣ
Όλοι της Μουσικής οι διδάσκαλοι είμαστε
των Μουσών πρόθυμοι υπηρέτες,
- κατά Όμηρον.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πρόθυμο και το πουκαμισάκι σου στις τρύπες!
Όμως, ποιητή μου, εδώ τι ανέβηκες;

ΠΟΙΗΤΗΣ
Έκανα τραγούδια για τη Νεφελοκοκκυγία
λυρικά και επικά, όμορφα και πολλά
και παρθένεια έκανα σε ρυθμό Σιμωνίδη...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πότε τα έκανες αυτά, από πότε;

ΠΟΙΗΤΗΣ
Από παλιά την υμνώ την πόλη αυτή.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα εγώ τώρα μόλις τα δεκάμερα γιορτάζω
και όνομα της έδωσα, σαν σε παιδί.

ΠΟΙΗΤΗΣ
Των Μουσών τα μηνύματα τρέχουν
απαστράπτοντα άτια.
Κι εσύ πατέρα, της Αίτνας θεμελιωτή
Ιερότατε Πανοσιότατε
Κάνε νεύμα δώσε μου, όσα θέλεις να έχω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τούτο το κακό θα μας φέρει μπελάδες
αν δεν του προσφέρουμε κάτι να φύγει.

(Απευθύνεται στο δούλο)

Ε, συ! Έχεις χιτώνα και γιλέκο -


βγαλ' το να το δώσεις στο σοφό ποιητή μας.
Έλα πάρε το γιλέκο. Κρυώνεις θαρρώ.

ΠΟΙΗΤΗΣ
Δεν το δέχεται απρόθυμα
το δώρο της η Μούσα.

400
HADJIBABA-2006

Κι εσύ στο νου σου βάλε το λόγο του Πινδάρου...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν θα μας αφήσει εύκολα ο άνθρωπος...

ΠΟΙΗΤΗΣ
"Στους Σκύθες, στους νομάδες
γυροφέρνεται ο Στράτων
που χιτώνα υφασμένο δεν έχει".
Άδοξα ήρθε χωρίς χιτώνα το γιλέκο.
Κατάλαβες τι λέω;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κατάλαβα πως έβαλες στο μάτι και χιτώνα.
Βγαλ' τον εσύ. Παρ' τον και φύγε.
Πρέπει να δωρίζουμε δώρα στον ποιητή...

ΠΟΙΗΤΗΣ
Τον παίρνω και φεύγω και για την πόλη
σαν φύγω θα συνθέσω κάτι τέτοιο...
"Δόξασε ω χρυσόθρονη την τρομερή και
παγωμένη Νεφελοκοκκυγία!
Περιπλανήθηκα σε κάμπους χιονοδαρμένους
και ατέλειωτους άι άι άι"!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τα γλίτωσες τα κρύα, μα το Δία.
Το χιτώνα τον κονόμησες!
Δεν πέρασε απ' το νου μου τούτο το κακό!
Να μάθει για την πόλη μας πριν ακόμα γίνει!
Έλα τώρα κάντε πάλι ησυχία. Φέρε γύρω τις χοές.

(Ο ποιητής έφυγε. Ο ιερέας πάει να συνεχίσει τη σπονδή. Έρχεται ένας χρησμολόγος και
κρατάει μια δέσμη φύλλα πάπυρου)

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Μην τον σφάζεις το τράγο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ποιος είσαι εσύ;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Ποιος είμαι; Χρησμολόγος!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άρπα την και χρησμολόγα τώρα!

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Τα θεία να τα σέβεσαι κακόμοιρε.
Υπάρχει χρησμός ξεκάθαρος του Βάκη
για τις Νεφελοκοκκυγίες.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πως δεν τον έλεγες πριν να την κτίσω;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Με εμπόδιζε το θείο!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λοιπόν ας ακούσουμε το χρησμό.

401
HADJIBABA-2006

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
"Όταν κατοικήσουν λύκοι και κουρούνες άσπρες
ανάμεσα Κόρινθο και Σικυώνα"...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι σχέση έχω με την Κόρινθο;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Έτσι λέει ο μάντης τον αέρα.
"Πρώτα να θυσιάσεις άσπρο κριάρι στην Πανδώρα
κι όποιος έρθει πρώτος να πει το χρησμό μου
δωσ' του ιμάτιο καθαρό και σανδάλια".

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λέει και σανδάλια;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Πάρε το βιβλίο, δες.
"Και να του δώσεις μια κούπα
να τη γεμίσει εντόσθια"...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λέει να δώσω και εντόσθια;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Πάρε το βιβλίο, δες.
"Και αν είσαι άνθρωπος του θεού, και κάνεις όσα λέω,
αετός θα γίνεις μες τα σύννεφα.
Αν όμως δεν του δώσεις
ούτε αετός θα γίνεις ούτε δρυοκολάπτης
ούτε τρυγόνι θα 'σαι".

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι αυτά τα γράφει μέσα;

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Πάρε κοίτα το βιβλίο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αυτοί σου οι χρησμοί δεν μοιάζουν με τούτον
που πήρα απ' τον Απόλλωνα.
"Όταν κανείς απρόσκλητος και άμυαλος έρθει
καθώς θα θυσιάζετε και σας ενοχλεί
και εντόσθια σας ζητάει..
πρέπει να του τις βρέξετε".

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Νομίζω δεν τα λέει.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάρε το βιβλίο δες και μην υπολογίζεις,
ούτε αετό στα σύννεφα ούτε Λάμπωνα ούτε Διοπείθη.

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Είναι κι αυτά γραμμένα μέσα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάρε κοίτα το βιβλίο. Πάρε και τη φάπα. Φύγε.

402
HADJIBABA-2006

ΧΡΗΣΜΟΔΟΤΗΣ
Πω πω! Αλίμονο μου!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άντε αλλού τα χρησμολογήματα!

(Φεύγει ο χρησμολόγος, έρχεται ο Μέτωνας ο γεωμέτρης)

ΜΕΤΩΝΑΣ
Έρχομαι σε σας...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άλλος μπελάς και τούτος! Τι ήρθες να κάνεις;
Τι πρόθεση κι απόφαση έχεις, τι ψώνιο είσαι;

ΜΕΤΩΝΑΣ
Θέλω να γεωμετρήσω τον αέρα.
Να σας τον χωρίσω σε δρόμους...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για όνομα των θεών! Ποιος είσαι εσύ;

ΜΕΤΩΝΑΣ
Ποιος είμαι εγώ; Ο Μέτωνας!
Με ξέρει όλη η Ελλάδα και ο Κολωνός!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι αυτά που έχεις τι είναι;

ΜΕΤΩΝΑΣ
Χάρακες αέρος!
Ο αέρας, για παράδειγμα, έχει σχήμα θόλου.
Θα βάλω εγώ επάνω λοιπόν τούτον τον καμπύλο χάρακα
να τετραγωνίσει ο κύκλος και στη θέση του θα βάλω αγορά
και να 'ναι δρόμοι κάθετοι να οδηγούν σ' αυτήν
όλοι στο ίδιο κέντρο...
και σαν από αστέρι ολοστρόγγυλο
να ξεκινούν αστράφτοντας ακτίνες από πάνω
σε ορθή γωνία...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω! Θαλής ο άνθρωπος! Μέτωνα, άκου.

ΜΕΤΩΝΑΣ
Τι είναι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ξέρεις πόσο σ' αγαπάω.
Άκου με λοιπόν και στρίβε ήσυχα κι ωραία.

ΜΕΤΩΝΑΣ
Τι κακό συμβαίνει;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όπως στη Σπάρτη, διώχνουν τους ξένους
και πέφτουν και άγριες σφαλιάρες!...

ΜΕΤΩΝΑΣ
Έγινε μήπως πραξικόπημα;

403
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όχι, μα το Δία.

ΜΕΤΩΝΑΣ
Τότε τι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όλοι συμφωνήσαμε να τους τινάζουμε γερά
τους αλαζόνες.

ΜΕΤΩΝΑΣ
Να φεύγω ίσως είναι πιο καλά...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και πρέπει να βιαστείς, δεν ξέρω αν προφταίνεις…
γιατί να... να... προφταίνουν οι ξυλιές...

ΜΕΤΩΝΑΣ
Ωχ ο κακόμοιρος!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν σ' το 'λεγα να πας αλλού για το μέτρημα;

(Τον χτυπά, ο Μέτωνας φεύγει. Έρχεται ένας επίσκοπος - επίτροπος - με δυο κάλπες στα
χέρια)

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Που είναι οι πρόξενοι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ποιος είναι αυτός ο Σαρδανάπαλος;

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Ήρθα ως επίτροπος. Ο κλήρος με διόρισε
στη Νεφελοκοκκυγία.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Επίτροπος; Ποιος σ' έστειλε;

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Του Τελέα ο νόμος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θέλεις να πληρωθείς να φύγεις να μην έχεις
σκοτούρες, να γλιτώσεις;

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Ναι, μα τους θεούς. Ήθελα να 'μουν στην Αθήνα
να πάρω μέρος στη Συνέλευση.
Έχουμε ψηφοφορία για τη συμφωνία του Φαρνάκη.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άρπα την και φύγε, να κι η αμοιβή σου.

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Τι ήταν αυτό;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Συνέλευση ήταν για το θέμα του Φαρνάκη.

404
HADJIBABA-2006

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Είμαι επίτροπος και χτυπάς! Βάζω μάρτυρες.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε άντε ξεκουμπήσου. Πάρε και τις κάλπες σου.
Πω πω θεέ μου, τι κακό!
Στέλνουν επιτρόπους πριν να γίνει η θυσία!

(Φεύγει κάνοντας λιγα βήματα, σταματά. Έρχεται ένας ψηφισματοπώλης. Κρατά πίνακες και
διαβάζει)

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
"Εάν ο Νεφελοκοκκυγιώτης αδικεί Αθηναίο..."

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι κακό είναι το κατεβατό που διαβάζεις;

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
Είμαι ψηφισματοπώλης, νόμους πουλώ και ήρθα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι νόμους;

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
Να χρησιμοποιούν οι Νεφελοκοκκυγιώτες
τα ίδια μέτρα και σταθμά και ψηφίσματα
όπως και οι Ολοφύξιοι.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι εσύ τα ίδια με τους… Οτοτύξιους! Παρ' την!

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
Ε συ! Τι έπαθες και χτυπάς;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάρε τους νόμους και φύγε, θα σ' τους βγάλω ξινούς.

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Κατηγορούμενος για προσβολή ο Πισθέταιρος.
Η δίκη του τον Απρίλη.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε συ Επίτροπε; Εδώ είσαι ακόμα;

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ
"Και όποιος διώχνει άρχοντες και αρνιέται
τους νόμους που καταγράφονται στη Στήλη..."

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε βρε το καλόπαιδο! Ακόμη δεν έφυγες;

ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
Θα σε καταγγείλω θα σε καταστρέψω.
Χίλιες δραχμές αποζημίωση.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι εγώ την κάλπη σου καπέλο θα σ' τη βάλω.

ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΠΩΛΗΣ

405
HADJIBABA-2006

Θυμάσαι ένα απόγεμα που την κουτσούλησες τη Στήλη;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, μα πια ! Πιάστε τον κάποιος! Δεν μένεις ρε;

(Ο ψηφισματοπώλης και πίσω του ο επίσκοπος φεύγουν γρήγορα)

Άντε ας φύγουμε κι εμείς. Ας πάμε μέσα να θυσιάσουμε τον τράγο στους θεούς.

(Μπαίνει και ο Πισθέταιρος μέσα)

ΧΟΡΟΣ
Σε μένα πια, τώρα, που όλα τα
βλέπω και τα πάντα ορίζω,
όλοι οι θνητοί θα θυσιάζουν ευχόμενοι!
Όλη τη γη εποπτεύω
σώζω τους ζουμερούς καρπούς τα ζουζούνια σκοτώνοντας
που τρώνε τους καρπούς της γης
με δόντια σουβλερά καθώς το χώμα σκιάζουν
κι όσους κρεμαστοί στα δέντρα ωριμάζουν.
Σκοτώνω κι όσα καταστρέφουν
τα ευωδιαστά περιβόλια
και ερπετά και σαρκοβόρα. Και όσα είναι
του φτερού μου, όλα τα αφανίζω.
Και τώρα κιόλας, σήμερα, ξαναπροκηρύσσεται:
"Όποιος σας σκοτώσει το Διαγόρα το Μήλιο
κερδίζει ένα τάλαντο - κι όποιος κάποιον τύραννο,
νεκρό από παλιά, τον ξανασκοτώσει...
παίρνει κι αυτός το τάλαντο".
Και θέλουμε σ' αυτό και τούτο να προσθέσουμε:
"Όποιος σκοτώσει το Φιλοκράτη το Σπουργίτιο
τάλαντο κερδίζει - κι αν ζωντανό τον φέρει,
τότε κερδίζει τέσσερα,
γιατί έχει συνήθεια να περνά τους σπίνους αρμαθιά
και τους πουλά στο κατοστάρικο εφτά
κι ύστερα φουσκώνει τις τσίχλες και τις διαλαλεί
και τις βασανίζει
και χώνει τα φτερά στων κοτσυφιών τις μύτες
κι όσα περιστέρια πιάνει στον κράχτη τα κλείνει
να ξεγελιούνται τα άλλα".

Αυτά προκηρύσσουμε. Κι όποιος κρατάει


κλεισμένα πουλιά στην αυλή, να τ' αφήσει
κι όποιος δεν ακούσει θα τον πιάσουμε εμείς
και, για ξεγέλασμα των άλλων, θα είναι στον κράχτη δεμένος.
Καλότυχη γενιά πουλιών
που ούτε το χειμώνα χλαίνες τυλιγόμαστε
ούτε καλοκαίρι καυτερή ακτίνα ζέστας μας πυρώνει.
Μα σε λιβάδια ανθηρά χανόμαστε στο φύλλωμα
όταν το οξύφωνο θείο τζιτζίκι
στο κάμα του καλοκαιρού παραδομένο τραγουδάει.
Και το χειμώνα στις σπηλιές
παίζουμε με τις Νύμφες
και βόσκουμε την άνοιξη μύρτα λευκά
παρθενικά - και κήπους των Χαρίτων.
Και τώρα στους Κριτές να πούμε για τη νίκη,
τι δώρα θα χαρίσουμε σ' όλους αν μας βραβεύσουν.
Πιο πολλά θα 'ναι απ' του Πάρη τα κέρδη.
Και πρώτα, που ο κάθε κριτής λαχταράει,
δεν θα σας λείψουν του Λαυρίου οι Γλαύκες,

406
HADJIBABA-2006

στις τσέπες σας θα κατοικούν, στα πορτοφόλια


λημέρι - θα τα διώξουν τα ψιλά
και σε σπίτια θα κάθεστε να μοιάζουν με ναούς,
θα βάλουμε αέτωμα στα σπίτια σας στέγη.
Κι αν τύχει στο εξής εξουσιούλα να γλείψετε
εμείς θα σας χαρίσουμε γεράκι για βοήθεια
κι αν σε δείπνο σας καλούν θα βάζουμε τις σχάρες.
Αν όμως αρνηθείτε, τότε σαν αγάλματα
να βάζετε καλύμματα να μη σας κουτσουλούν,
γιατί χωρίς καλύπτρα, με κάτασπρο μανδύα,
θα πάρουμε την εκδίκησή μας,
που τα πουλιά τις κουτσουλιές τους πάνω σας
θα τις ρίχνουν.

(Βγαίνει ο Πισθέταιρος)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για τη θυσία μέσα όλα είναι έτοιμα.
Δεν ήρθε όμως αγγελιοφόρος να μας πει αν έγινε το τείχος.
Να όμως, να, αγγελιοφόρος φτάνει τρέχοντας
όπως δρομέας σε αγώνες.

(Φτάνει τρέχοντας αγγελιοφόρος α΄)

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Που που που είναι, που που που είναι, που που που είναι
που είναι ο άρχοντας Πισθέταρος;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εγώ είμαι. Να 'μαι.

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Σου το φτιάξαμε το τείχος!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μπράβο σου μαντάτο!

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Όμορφο τείχος, μεγαλόφαρδο -
επάνω του μπορούν ο Θεαγένης και ο Προξενίδης
που λεν μεγάλα λόγια και κομπάζουν
δυο άρματα να οδηγούν αντικριστά
με άλογα μεγάλα σαν το Δούρειο Ίππο!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ηρακλή μου!

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Και το ύψος του το μέτρησα, μέτρα εκατό!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θεέ μου Ποσειδώνα, τι ψηλό!
Ποιο το έκτισαν τεράστιο τόσο;

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Τα πουλιά! Κανένας άλλος! Ούτε Αιγύπτιος λασπάς
ούτε λιθοξόος ήταν, ούτε μαραγκός.
Μόνο, μονάχα τα πουλιά και σάστιζα να βλέπω.
Ήρθαν απ' τη Λιβύη τριάντα χιλιάδες γερανοί
που είχαν πέτρες καταπιεί για τα θεμέλια!

407
HADJIBABA-2006

Αυτές τις πελεκούσαν κάτι πουλιά τσουκάνες


κι άλλοι μύριοι γερανοί έφτιαχναν τα τούβλα
κι από κάτω το νερό τ' ανέβαζαν χαραδριοί
και τα πουλιά τα ποταμίσια.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τη λάσπη ποιοι την κουβαλούσαν;

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Ερωδιοί. Με πηλοφόρια!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τα πηλοφόρια ποιο τα γέμιζαν;

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Α! Βρήκαν το κόλπο εύκολα!
Την παίρναν και την έβαζαν οι χήνες
με τα πόδια τους, όπως με τα φτυάρια.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω τα πόδια τι δεν φτιάχνουν!

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Και μετά οι πάπιες φορτώνουν τα τούβλα
και πίσω τους τα χελιδόνια, σαν παιδιά,
με τις μύτες τους κουβάλαγαν τη λάσπη.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι να πληρώνει εργάτες κανείς! Πω πω!
Πες να ξέρω όμως, τις ξυλοτυπίες ποιοι τις έφτιαχναν;

ΑΓΓΕΛΟΣ Α΄
Μάστοροι πουλιά, πελεκάνοι πρώτοι.
Τις πελέκησαν τις Πύλες με τις μύτες τους
Ολόγυρα ηχούσε όπως ταρσανάς!
Όλα λοιπόν. Κλειστές οι Πύλες, έτοιμες
βαλμένες οι αμπάρες
γύρω γύρω όλα εντάξει και περίπολα παντού
και κουδούνια της εφόδου και σκοπιές
και φρυκτωρίες.
Εγώ τώρα τρέχω να πλυθώ. Τα άλλα καν' τα εσύ.

ΧΟΡΟΣ
Ε, Πισθέταιρε! Τα έχασες που τέλειωσε το τείχος
τόσο γρήγορα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα το θεό, θαύμα μοιάζει.
Μου φαίνονται όλα αληθινά σαν τα ψέματα.
Να όμως έρχεται φύλακας τρέχοντας
με τα μάτια ανάστατα.

(Φτάνει δεύτερος αγγελιοφόρος)

ΑΓΓΕΛΟΣ Β΄
Ωχ ωχ ωχ ωχ!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Γιατί το ωχ, τι έγινε;

408
HADJIBABA-2006

ΑΓΓΕΛΟΣ Β΄
Τα πάθη των παθών μας πάθαμε!
Κάποιος θεός απ' το Δία, μόλις πιο πριν
πέρασε στην πόλη μας απ' τον αέρα επάνω!
Οι καλιακούδες οι σκοποί δεν τον κατάλαβαν!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω ανόσιο έργο! Ποιος θεός;

ΑΓΓΕΛΟΣ Β΄
Δεν ξέρουμε. Ξέρουμε όμως ότι είχε φτερά.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έπρεπε να στείλετε περίπολα αμέσως.

ΑΓΓΕΛΟΣ Β΄
Στείλαμε. Τριάντα χιλιάδες ιπποτοξότες γεράκια
και πίσω μαζί τους τα γαμψώνυχα όλα,
αετούς, κιρκινέζια, σαΐνια...
ο αέρας τραντάζεται όπως τον ψάχνουν.
Κι από εδώ δεν απέχει. Κάπου κοντά είναι.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λοιπόν. Τόξα και σφενδόνες. Ο καθένας και όλοι μαζί.
Τόξεμα και χτύπημα.
Δώστε μου μια σφεντόνα να ρίξω.

ΧΟΡΟΣ
Πόλεμος ξεσπάει, πόλεμος απερίγραπτος.
Εμείς με τους θεούς! Να φυλά ο καθένας
το νεφελογεμάτο αέρα που το έρεβος γέννησε.
Να μη σας ξεφύγει και περάσει θεός από μέσα.
Όλοι κοιτάτε γύρω γύρω
Ακούγονται θεού φτερουγίσματα.
Στριφογυρνάει μετέωρος βόμβος φτερών!

(Εμφανίζεται η θεά Ίριδα)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, συ! Που πας; Που πετάς; Μη.
Μείνε αυτού ακίνητη, στάσου.
Μην τρέχεις.
Ποια είσαι, από πού, πες πούθε πέταξες;

ΙΡΙΔΑ
Απ' τους θεούς τους Ολύμπιους!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και το όνομά σου; Καράβι είσαι ή καπέλο;

ΙΡΙΔΑ
Η Ίριδα η γρήγορη. Η αγγελιοφόρος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Σαλαμινία ή Πάραλος;

ΙΡΙΔΑ
Γιατί αυτό;

409
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν θα πετάξει κάποιο δυνατό πουλί να την πιάσει;

ΙΡΙΔΑ
Εμένα να πιάσει ; Τι θα πει αυτό;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θα κλάψεις πικρά.

ΙΡΙΔΑ
Παράλογα μιλάς!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Από ποια Πύλη πέρασες το τείχος βρωμιάρα;

ΙΡΙΔΑ
Από Πύλη; Ποια Πύλη! Δεν ξέρω, μα το Δία.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άκουσες πως κοροϊδεύει;
Στους φρούραρχους τις καλιακούδες παρουσιάστηκες;
Δεν μιλάς, ε;
Έχεις άδεια εισόδου απ' τους πελαργούς;

ΙΡΙΔΑ
Τι κακό έκανα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν πήρες άδεια;

ΙΡΙΔΑ
Είσαι καλά;;;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν ήταν φρούραρχος εκεί να σου βάλει σφραγίδα;

ΙΡΙΔΑ
Δεν μου έβαλε κανείς σφραγίδα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και έπειτα, έτσι, πέταξες μουγγά
από ξένο τόπο μέσα και αέρα;

ΙΡΙΔΑ
Από ποιον άλλο δρόμο να πετούν οι θεοί;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν ξέρω μα το Δία, αλλά όχι από εδώ.
Παράβαση έκανες. Τα αντάξια αν πάθαινες
θα πέθαινες πιο δίκαια από όλες τις Ίριδες.

ΙΡΙΔΑ
Μα εγώ είμαι αθάνατη!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θα πέθαινες όμως.
Καταστροφή είναι να εξουσιάζουμε στους άλλους
και να παρανομείτε οι θεοί
και να αρνιέστε να ακούτε τους ανώτερους.

410
HADJIBABA-2006

Πες μου λοιπόν για πού φτεροταξίδευες;

ΙΡΙΔΑ
Εγώ; Με στέλνει ο Δίας ο πατέρας στους θνητούς
να τους πω να θυσιάζουν στους Ολύμπιους,
αρνιά να σφάζουν στους βωμούς
και να γεμίζει ο τόπος κνίσσα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι λες; Σε ποιους θεούς;

ΙΡΙΔΑ
Σε ποιους; Σε μας! Στους εν Ουρανώ.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Είστε θεοί εσείς;

ΙΡΙΔΑ
Μα ποιοι άλλοι είναι θεοί;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τώρα οι άνθρωποι έχουν θεούς τα πουλιά
και στα πουλιά θα θυσιάζουν.
Όχι στο Δία, μα το Δία!

ΙΡΙΔΑ
Άμυαλε, αχ μην προκαλείς των θεών τη θέληση
την τρομερή.
Θα το καταστρέψει το γένος σου η θεία Δίκη
με τη σκαπάνη του Δία!
Λικύμνια χτυπήματα θα σας καταστρέψουν.
Φλόγες και καπνοί θα γίνουν τα σπίτια σας και σεις.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άκουε συ. Σταμάτα τις σαχλαμάρες. Κάτσε καλά.
Για πες. Λυδό ή Φρύγα θαρρείς τρομοκρατείς
με τις κοτσάνες σου;
Αν ο Δίας με ζορίσει, θα του τα κάψω εγώ
τα σπίτια και τα παλάτια του Αμφίονα.
Πυρφόρους αετούς θα στείλω.
Θα εξαποστείλω πορφυρίωνες στον ουρανό, επάνω του,
πάνω από εξακόσιους - με λιονταριού προβιά.
Και ξέρεις ένας πορφυρίωνας κάποτε και μόνος
τον καταστέναξε πολύ.
Και σένα, αν με πρήξεις, εσένα λέω την Ίριδα,
θα σε ανασκελώσω θα σου μπω
θα πεις αμάν που τόσο γέρος
και τριπίθαμος έχω τα κότσια.

ΙΡΙΔΑ
Α, που να σκάσεις! Κι εσύ και τα λόγια σου!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άντε ξεκουμπήσου άντε γρήγορα, γρήγορα φύγε!

ΙΡΙΔΑ
Θα δεις θα σου τον κόψει τον τσαμπουκά ο πατέρας μου.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Σιγά μην κλάψω! Άντε τράβα πέτα αλλού,

411
HADJIBABA-2006

άλλον μου νεότερο να ξεπουπουλιάσεις.

(Φεύγει η Ίριδα)

ΧΟΡΟΣ
Τους θεούς του Δία καλά τους εμποδίσαμε.
Δεν θα περνούν απ' την πόλη μας άλλο,
μήτε θνητός απ' την πόλη ανάμεσα
στους θεούς θα στέλνει την κνίσσα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άσχημα την έχουμε αν δεν φανεί ο κήρυκας
που πήγε στους θνητούς.

(Φτάνει ένα πουλί κήρυκας - φορά στεφάνι και είναι λαχανιασμένο)

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ω Πισθέταιρε… ω Μακάριε σοφότατε! Ενδοξότατε!
Ω Χαριτωμενότατε, ω Τρισμακαριότατε…
Ω... πες να σταματήσω!...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι λες ρε συ;

ΚΗΡΥΚΑΣ
Όλοι οι θνητοί με τούτο το χρυσό στεφάνι
για τη σοφία σε τιμούν και σε στεφανώνουν!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μπράβο τους. Γιατί με τιμούν;

ΚΗΡΥΚΑΣ
Ω εσύ, που έχτισες πόλη αιθέρια, ένδοξη!
Δεν ξέρεις τι τιμή κερδίζεις!
Πόσοι θνητοί την πόλη σου ερωτεύτηκαν!
Πριν να την ιδρύσεις, όλοι Λακεδαιμονόδειχναν.
Άφηναν μαλλούρα, μέναν νηστικοί, βρωμούσαν.
Σωκρατόφερναν, κρατούσαν ροπαλάκια…
τώρα όμως το γυρίσανε στην ορνιθομανία!
Όλα καταχαρούμενα τα κάνουν όπως τα πουλιά.
Πρώτα ότι όλοι τους μόλις σηκωθούν
χαράματα ακόμα - όπως εμείς στο βόσκημα -
στα νομικά τους όλοι σκύβουνε και πάνω στα ψηφίσματα!
Ορνιθομανία απερίγραπτη!
Τόσο που πολλοί πήραν και ονόματα.
Ένα μαγαζάτορα κουτσό Κουτσοπέρδικα τον λένε
και τον Μένιππο τον λένε τώρα Χελιδόνα.
Τον Οπούντιο τον είπαν Κόρακα τυφλό
Κορυδαλλό το Φιλοκλή, Χηναλεπού το Θέογνη,
το Λυκούργο Ίβι, το Χαιρεφώντα Νυχτερίδα,
το Συρακόσιο Κίσσα,
το Μειδία που μοιάζει με ορτύκι, Όρτυκα
έτσι που είναι το κεφάλι του σαν να το βάρεσε κόπανος.
Κι όλοι στην ορνιθομανία τους όλοι τραγουδούσαν
τραγούδια που αναφέρανε Χελιδόνι μέσα,
ή Χηνούλα, Περιστέρα, ή Κοκκινολαίμη,
ή έστω και φτερό, ή ακόμα και φτεράκι.
Τέτοια λοιπόν οι άνθρωποι κάνουν.
Ένα σου λέω μόνο. Θα ξεκινήσουν και θα'ρθουν
και από μύριους πιο πολλοί

412
HADJIBABA-2006

αετονύχικους ζητώντας τρόπους και φτερά.


Πρέπει λοιπόν να βρεις φτερά για τους εποίκους.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Γρήγορα λοιπόν, δεν πρέπει να καθυστερούμε.
Γεμίστε με φτερά κόφες και πανέρια
και να τα φέρει ο Μανής όλα στην πόρτα έξω.
Θα είμαι εκεί να δέχομαι όσους καταφθάνουν.

(Ο κήρυκας φεύγει, ο δούλος πάει για φτερά - σε λίγο τα φέρνει)

ΧΟΡΟΣ
Γρήγορα μεγαλούπολη θα την λεν την πόλη τούτη!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τύχη καλή να έχουμε.

ΧΟΡΟΣ
Έρωτας μέγας για την πόλη μας άπλωσε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τα φτερά φέρε γρήγορα.

ΧΟΡΟΣ
Τι λείπει της πόλης μας για να μην τη θελήσουν;
Σοφία έχει. Πόθο έχει. Χάριτες, Χαρά
και της ευτυχισμένης Ησυχίας το πρόσχαρο πρόσωπο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
(Στο δούλο που έφερε τα φτερά)

Σαν βλάκας τεμπελιάζεις.


Δεν θα κουνηθείς;

ΧΟΡΟΣ
Ένας να φέρει γρήγορα καλάθι με φτερά...
Κι εσύ ξαναγύρνα...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χτύπα τον τούτον, να έτσι...

ΧΟΡΟΣ
Αργόσυρτα τα πόδια του όπως του γάϊδαρου!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άχρηστος είναι ο Μανής.

ΧΟΡΟΣ
Βάλε τα φτερά σε τάξη.
Στη σειρά, κατά πουλί.
Εδώ τα ωδικά, εδώ τα μαντικά και τα
θαλασσοφτέρουγα. Κι έπειτα που θα 'ρθουν
κρίνε και δίνε ανάλογα.

(Σε άλλο δούλο, που έρχεται αργά)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, μα τα Κιρκινέζια, δεν σ' τη χαρίζω,
έτσι που σε βλέπω τεμπέλη κι αργοκίνητο.

413
HADJIBABA-2006

(Την ίδια στιγμή που τον χτυπά, φτάνει ένας νεαρός που θέλει να ξεκάνει τον πατέρα του. Γι'
αυτό τον λένε Πατραλοία)

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
Αχ να γινόμουν αετός ψηλοπετάρης
πάνω απ' την ατέλειωτη να πέταγα τη θάλασσα
την κυματούσα και γαλάζια...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν είπε ψέμματα ο κήρυκας!
Να τος ο πρώτος έρχεται ανεμοτραγουδώντας.

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
Ζήτωωω!
Δεν είναι γλυκύτερο απ' το πέταγμα άλλο πράγμα!
Ορνιθομανώ και πετώ και μαζί σας να ζω
και τους νόμους σας θέλω να έχω...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ποιους νόμους; Πολλοί οι νόμοι των πουλιών.

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
Όλους. Και πρώτα αυτούς που εγκρίνουν
να δαγκώνουν τα παιδιά τον πατέρα και να τον πνίγουν!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βέβαια. Παλικαριά το νομίζουμε
να καβαλάει τον πατέρα ένας νεοσσός.

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
Γι' αυτό και πέταξα ήρθα
τον πατέρα να πνίξω και να 'χω το βιος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έχουμε νόμο όμως τα πουλιά, από παλιά γραμμένο,
"όταν ο πελαργοπατέρας τα πελαργάκια μεγαλώσει
τόσο που να πετάξουν,
τότε τα πελαργάκια θα τρέφουν τον πατέρα τους".

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ
Α! Δηλαδή γι' αυτό ήρθα, μα το Δία!
"Τον πατέρα να ταΐζω;"

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όχι. Μια όμως και ήρθες φίλος, φιλαράκι,
θα σε φτερώσω με χαρά, όπως ορφανό.
Μη χτυπάς τον πατέρα. Για καλό συμβουλεύω
όπως με συμβούλεψαν κι εμένα από παιδί.
Πάρε στο χέρι το φτερό και το κεντρί στο άλλο
Πάρε και τούτο το λειρί το πετεινολοφίο.
Και γίνε στρατιώτης και φρουρός
Και γίνε μισθοφόρος.
Κι άσε να ζει ο πατέρας σου.
Κι έτσι που είσαι παλικάρι
προς τη μεριά της Θράκης πήγαινε
και κάνε τις παλικαριές σου εκεί!

ΠΑΤΡΑΛΟΙΑΣ

414
HADJIBABA-2006

Μα το Διόνυσο, καλά μου λες. Θα σ' ακούσω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έχεις μυαλό, μα το Δία.

(Φεύγει ο Πατραλοίας. Έρχεται ένας ποιητής, ο Κινησίας)

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Στον Όλυμπο ψηλά πετώ μ' ανάλαφρα φτερά
και πετώντας τραγουδώ αλλάζοντας τα μέτρα...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! Τούτη η περίπτωση θέλει πολλά φτερά.

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Με άφοβη ψυχή και σώμα δρόμο ψάχνω νέο...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χαιρετούμε τον τσαχπίνη Κινησία.
Τι το στριφογυρνάς εδώ το πόδι σου;

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Θέλω πουλί να γίνω, αηδόνι γλυκοκέλαδο...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πάψε το τραγούδι και μίλα καθαρά.

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Βάλε μου φτερά να δώσω μια να πετάξω
Να μετεωρηθώ
Να πάρω απ' τα σύννεφα πρωτάκουστα μοτίβα
αγεροδόνητα και χιονοπαίζοντα!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι μουσικά μοτίβα να πάρεις απ' τα σύννεφα!

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Απ' αυτά κρέμεται η τέχνη μας.
Όλα τα ωραία που έχει το τραγούδι
όλα τους αέρινα, αστραφτοφτέρουγα και μαύρα
και όλο πούπουλα.
Άκου με να τραγουδήσω να το καταλάβεις.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αχ! Όχι εγώ, μα τον Ηρακλή!

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Εσύ Εσύ! Θα σ' τον ξεπετάξω όλο τον αέρα.
Μορφές πτηνών αιθεροδρόμων
μακρολαίμικων πουλιών...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε! Ε!

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Θάλασσες να τριγυρνούσα
με του ανέμου τις πνοές...

415
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα το Δία, θα στις κόψω τις πνοές εγώ...

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Κι άλλοτε προς νότο στρέφοντας
κι άλλο στο βοριά, δρόμο
αλίμενο στους αιθέρες ανοίγοντας.
Γέροντα, σοφές δουλειές σοφίστηκες σοφά!

(Ο Πισθέταιρος τον κυνηγάει και τον χτυπάει με τα φτερά)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν χαίρεσαι που τρέχεις φτεροχτυπημένος;

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Εσύ μιλάς έτσι; Στο διθυραμβοδιδάσκαλο!
Που όλες οι φυλές μαλώνουν ποια να μ' έχει;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θέλεις να μείνεις εδώ και να διδάξεις ένα χορό στα πουλιά ;
Ο Λεωτροφίδης θα πληρώσει.

ΚΙΝΗΣΙΑΣ
Με κοροϊδεύεις, ολοφάνερα. Δε θα σταματήσω όμως.
Θα βάλω μόνος μου φτερά
Θα τον διασχίσω όλο τον αέρα.

(Φεύγει τραγουδώντας. Έρχεται ο Συκοφάντης, βλέπει τον Πισθέταιρο που κρατά φτερούγες)

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Α! Πολύχρωμο φτέρωμα, άδεια πουλιά!
Μακροφτέρουγη καλή χελιδονίτσα!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Το κακό μας μεγαλώνει!
Άλλος τούτος καταφτάνει δώθε μουρμουρίζοντας!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Μακροφτέρουγη καλή μου, ξαναλέω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για ρούχα το λαλάει κι αυτός...
κι ως φαίνεται χρειάζεται πολλά χελιδονάκια!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ποιος βάζεις εδώ φτερά στους επισκέπτες;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εγώ. Παρών. Τι θέλεις;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Φτερά. Φτερά. Μη με ξαναρωτάς.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Για την Πελλήνη θα πετάξεις από εδώ;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όχι. Πάω στα νησιά για καταγγελία!
Δικαστικός κλητήρας είμαι.

416
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω δουλειά υπέροχη!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ανασκαλεύω ύποπτα.
Θέλω λοιπόν φτερά να γυροφέρνω απρόσμενος
και τσουπ να καταγγέλνω...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θα καταγγέλνεις πιο καλά αν φοράς φτερά;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όχι. Να ξεγκιστρώ τους πειρατές,
και με τους γερανούς να ξαναφεύγω,
δίκες κατατρώγοντας να έχω για σαβούρα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αυτό είναι το έργο σου;
Παιδί ακόμα κι όμως το 'ριξες στις δολοπλοκίες;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και τι να κάνω; Σκάψιμο δεν ξέρω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα κι άλλες έντιμες δουλειές υπάρχουν, μα το Δία.
Κι ένας, σαν και σένα, άντρακλας ως εκεί,
με έντιμη δουλειά να ζει παρά να ψευδομαρτυρεί.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Άντε ρε καλόπαιδο, δωσ' μου φτερά και σώπα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Φτερά είναι τα λόγια μου.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Λόγια βάζεις για φτερά;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όλοι με τα λόγια αναφτερώνονται.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όλοι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν ακούς τους πατεράδες στα κουρεία όταν λεν
"πολύ τον αναφτέρωσε το γιο μου ο Διειτρέφης!
τώρα ζητά καβάλημα"
Άλλος πάλι λέει "του δικού μου ο νους του
ξεσηκώθηκε και πέταξε για τραγωδία"!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Με τα λόγια λοιπόν φτερώνονται;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έτσι λέω. Με τα λόγια ο νους παίρνει αέρα
και αεροβατεί ο άνθρωπος.
Εγώ όμως θέλω με λόγια συνετά να σε φτερώσω.
Για νόμιμες δουλειές.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ

417
HADJIBABA-2006

Δεν θέλω όμως τέτοια εγώ.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και τι θα κάνεις;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Δεν θα την ντροπιάσω τη γενιά μου.
Τη συκοφαντία μου την έχω γενεαλογικώς.
Άντε βάλε μου φτερά ελαφρά και γρήγορα
γερακιού ή σαϊνιού
να πετώ να καταγγέλλω να φεύγω να ξαναγυρνώ...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κατάλαβα. Πριν να 'ρθει καταγγελμένος
να βρεθεί δεδικασμένος!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Αυτός είσαι.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έπειτα εκείνος με καράβι για αλλού
κι εσύ με τα φτερά εκεί...
και τ' άρπαξες το βιος του!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όλα τα ξέρεις!
Σβούρα που γυρίζει να είναι ο άνθρωπος.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και βέβαια σβούρα. Κατά τύχη, μα το Δία,
έχω κάτι τέτοια κερκυραϊκά φτερά...

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ωχ! Βούρδουλα έχεις;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όχι. Δυο φτερά είναι που έχω - να σε φτεροσβουρήσω!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ωχ ωωωχ!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε άντε φτεράκισε.
Άντε χάσου τσακίσου κακοχαμό να βρεις!
Πικρή να σου βγει η δικοπανουργία σου.
Πάρτε τώρα σεις τα φτερά να φύγουμε.

(Ο συκοφάντης φεύγει δαρμένος. Οι δούλοι παίρνουν τα φτερά μέσα. Μπαίνει και ο


Πισθέταιρος)

ΧΟΡΟΣ
Πάνω από πολλά πρωτογνώριστα
πράματα και θάματα πέταξα
και είδα και τρόμαξα.
Είδα κάποιο δέντρο κάπου
φυτρωμένο έξω σ' έναν τόπο πέρα απ' την Καρδία
που το λεν Κλεώνυμο,
άχρηστο πέρα ως πέρα
φοβιτσιάρικο και μέγα.
Κάθε άνοιξη βλασταίνει και συκοφαντεί,

418
HADJIBABA-2006

το χειμώνα αναμερίζει κι ασπιδορροεί.


Και υπάρχει κάποια χώρα
σ' αυτή τη σκοτεινιά
από εδώ πολύ μακριά, στην έρημο,
όπου με παλικαράδες - τρώνε
και συντροφεύουν οι άνθρωποι πολύ καλά,
όχι όμως το βραδάκι.
Τέτοια ώρα είναι φόβος να τους συναντήσεις.
Γιατί αν τη νύχτα κάποιος πέσει στον παλικαρά,
τρώει το χτύπημα γερά και χάνει και τα ρούχα.

(Ανήσυχος και καλυμμένος - να μη φαίνεται από πάνω - εμφανίζεται ο Προμηθέας. Την ίδια
στιγμή βγαίνει ο Πισθέταιρος)

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Αχ ο δύστυχος, να μη με δει ο Δίας!
Που είναι ο Πισθέταιρος;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μπα! Τι είναι αυτό; Ποιος είναι ο σκεπασμένος;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Πήρε το μάτι σου θεό να 'ρχεται το κατόπι μου;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Θεό ξοπίσω; Όχι. Εσύ όμως ποιος είσαι;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Τι ώρα να 'ναι τώρα;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι ώρα; Λίγο μετά το μεσημέρι. Εσύ όμως ποιος είσαι;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Απόγευμα είναι ή πιο πολύ;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ε, μα, βαρέθηκα.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ο Δίας τι κάνει;
Μαζεύει τις νεφέλες ή ξεσυννεφιάζει;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Άρπα την και φώναζε.

(Με το χτύπημα του μισοφεύγει το κάλυμμα)

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Άντε έτσι να ξεσκεπαστώ (να με γνωρίσεις;)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Βρε, βρε... Φίλε Προμηθέα;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Πάψε. Όχι ονόματα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι είναι; Γιατί;

419
HADJIBABA-2006

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Μη λες το όνομα, σώπα,
με παίρνεις στο λαιμό σου αν με δει ο Δίας!
Όμως να σου πω τα όσα κάνουν οι θεοί,
ρίξε τούτην την κουκούλα πάνω μου καλά
να μη με βλέπουν από εκεί.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πω πω μυαλό! Καλά το μηχανεύτηκες! Προμηθεϊκά!
Μπες κάτω και καλύψου και μίλα θαρρετά.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Άκου λοιπόν.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ακούω.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Καταστράφηκε ο Δίας!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι ώρα περίπου;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Από τότε πού κατοικήσατε τον αέρα
Από τότε που θνητός κανείς πια δεν θυσιάζει
και κνίσα ψητού από τότε δεν έφτασε σε μας.
Νηστεύουμε χωρίς ψητό, σαν στα Θεσμοφόρια
κι οι βάρβαροι θεοί πεινούν
και κρώζουν σαν Ιλλυριοί
και θα ριχτούν στο Δία λένε, από πάνω,
αν δεν ανοίξει αγορά να γίνει εισαγωγή
σπλάχνων και κρεάτων!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Καλά, αλλά υπάρχουν κι από πάνω σας βάρβαροι θεοί;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Δεν είναι βάρβαροι στην πατρίδα του Εξηκεστίδη;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κι αυτοί οι βάρβαροι θεοί τι όνομα έχουν;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Τι όνομα; Τριβαλλοί.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κατάλαβα! Γι' αυτό λέμε 'άντε στον τρίβολο'.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Βεβαίως και γι' αυτό. Και ένα σου λέω.
Θα 'ρθουν απ' το Δία και τους Τριβαλλούς πρέσβεις
να τα βρείτε αλλά εσείς ν' αρνηθείτε.
Πρώτα να δώσει πίσω ο Δίας στα πουλιά
τα σκήπτρα που τους πήρε
να δώσει και σε σένα γυναίκα τη Βασίλεια...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι είναι η Βασίλεια;

420
HADJIBABA-2006

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Γυναίκα πεντάμορφη!
Αυτή τον κανονίζει τον κεραυνό του Δία
και όλα του τα άλλα αυτή τα διαχειρίζεται.
Τη σωφροσύνη, ευνομία, την καλή απόφαση,
καταγγελίες και λιμάνια, το δημόσιο ταμείο,
τις δικαστικές αποζημιώσεις...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όλα αυτή του τα χειρίζεται;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Όλα. Και αν του την πάρεις, όλα δικά σου.
Γι' αυτό ήρθα. Ήρθα να σ' το πω.
Εγώ από πάντα είμαι φίλος των ανθρώπων.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χάρη σε σένα έχουμε φωτιά για τους μεζέδες.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Τους μισώ τους θεούς. Το ξέρεις.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ναι μα το Δία. Θεομίσητος γεννήθηκες.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Τίμωνας σωστός!
Τώρα για να γυρίσω δώσ' μου το σκιάδι
που και να με δει ο Δίας από πάνω
θα νομίσει συνοδεύω κόρη κανηφόρο
- όπως στα Παναθήναια.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Παρ' το. Πάρε κι αυτήν την φάπα να ντυθείς.

(Τον χτυπά. Φεύγει ο Προμηθέας, χάνεται κι ο Πισθέταιρος μέσα στα δέντρα)

ΧΟΡΟΣ
Κοντά στους Σκιάποδες λίμνη
υπάρχει - όπου άλουστος
οδηγεί τις ψυχές ο Σωκράτης.
Εκεί και ο Πείσανδρος πήγε να δει
την ψυχή του, λαχτάρησε,
- που ζώντα τον άφησε -
και σφάγιο της έφερε
προβατοκαμήλα
και το λαιμό της έκοψε και
σαν τον Οδυσσέα τότε έφυγε
κι ύστερα ανέβηκε από κάτω
για το αίμα της καμήλας
ο Χαιρεφών η νυχτερίδα.

(Έρχονται Ποσειδώνας, Ηρακλής και Τριβαλλός, αντιπροσωπεία από τους θεούς για
διαπραγματεύσεις)

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Η Νεφελοκοκκυγία που ερχόμαστε για συμφωνία
να την! Αυτή είναι. Τη βλέπουμε.
Ε, συ! Τρίβαλλε! Τι κάνεις;

421
HADJIBABA-2006

Στ' αριστερά ρε το κουμπώνεις το ιμάτιο;


Γιατί ρε τρισκακόμοιρε δεν το κουμπώνεις δεξιά;
Είναι κουλό το δεξιό σου σαν του Λαισποδία;
Αχ Δημοκρατία, που μας σπρώχνεις αχ,
αν διάλεξαν ετούτον οι θεοί για αντιρόσωπο!

(Κάνει να τον φτιάξει, αυτός γαργαλιέται)

ΤΡΙΒΑΛΛΟΣ
Κάτσε καλά.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Μη γαργαλιέσαι. Άρπα την.
Απ' όλους τους θεούς που είδα είσαι ο τρισβάρβαρος.
Ηρακλή τι να κάνουμε;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εγώ το είπα, ξέρεις.
Όποιος και να 'ναι που έφραξε τους θεούς
θέλω να τον πνίξω.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Για συμφιλίωση μας έστειλαν!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Δυο φορές θέλω να τον πνίξω.

(Βγαίνει ο Πεισθέταιρος πίσω του δούλοι κτλ. Δεν προσέχει τους θεούς)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ένας να φέρει το τυρί.
Εσύ τον τυροτρίφτη και τ' αλατοπίπερο.
Έλα φύσα τα ν' ανάψουν τα κάρβουνα καλά!

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Χαιρετούμε τον άντρα, εμείς οι θεοί.
Τρεις είμαστε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Εγώ τώρα τρίβω και πασπαλίζω αλατοπίπερο.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κι αυτά τα κρέατα τι είναι;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Κάτι πουλιά είναι. Επαναστάτησαν ενάντια στα δημοκρατικά όρνεα
και κρίθηκαν ότι παρανόμησαν.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Και τα πασπαλίζεις βέβαια πριν ψηθούν.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! Γεια σου Ηρακλή, εσύ είσαι; Τι συμβαίνει;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ήρθαμε αντιπροσωπεία από τους θεούς
να σταματήσει ο πόλεμος...

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν έχει λάδι το λαδωτήρι.

422
HADJIBABA-2006

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ναι. Στο κρέας των πουλιών πάει πολύ το λάδι.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Εμείς με τον πόλεμο δεν κερδίζουμε.
Και σεις όμως, αν τα έχετε καλά με τους θεούς,
και νερό βροχής θα έχετε στους βαλτοτόπους
και οι μέρες σας θα είναι όλες αλκυονίδες.
Γι' αυτόν το λόγο ήρθαμε. Εξουσιοδοτημένοι.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μα εμείς ποτέ δεν σας πολεμήσαμε πρώτοι
και τώρα, αν το θέλετε, θέλουμε κι εμείς την ειρήνη,
φτάνει να θελήσετε το δίκαιο
και εφόσον θέλετε τώρα το δίκαιο,
να δώσει πίσω ο Δίας το σκήπτρο στα πουλιά.
Αν συμφωνήσετε σ' αυτό σας καλώ σε φαγοπότι.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εμένα αυτό μου φτάνει. Αποδέχομαι.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Αποδέχεσαι; Άμυαλος είσαι. Κοιλιόδουλος.
Θα του στερήσεις του πατέρα σου την εξουσία;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Μπα! Δεν θα 'χετε δύναμη περισσότερη
αν εξουσίαζαν στους ανθρώπους τα πουλιά;
Τώρα βέβαια οι θνητοί, κρυμμένοι απ' τα σύννεφα,
σκύβουν και πατούν τους όρκους που σας έδωσαν.
Αν όμως έχετε συμμάχους τα πουλιά
όταν ορκίζεται ένας στο Δία και στον Κόρακα,
τότε ο Κόρακας θα πλησιάζει τον επίορκο κρυφά
θα του δίνει μια στο μάτι και θα του το βγάζει.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Καλά το λες αυτό, μα τον Ποσειδώνα!

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κι εγώ καλό το βρίσκω.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι λες Τριβαλλέ;

ΤΡΙΒΑΛΛΟΣ
Ναβαϊσατρέου.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Το άκουσες; Κι αυτός το ίδιο.
Κι άλλο καλό ακούστε που θα κάνουμε.
Αν άνθρωπος υποσχεθεί σ' ένα θεό σφαχτάρι
κι έπειτα σοφιστεύεται να το κουκουλώσει...
"ας περιμένουν οι θεοί"...
και δεν τους το προσφέρει, από τσιγκουνιά,
την είσπραξη αναλαμβάνουμε εμείς.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Για πες τον τρόπο πως θα γίνει.

423
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Όταν τύχει και μετρά το παραδάκι του
ή λούζεται γυμνός,
τότε ένας μας Ικτίνος θα του πέσει σαν βολίδα
θα αρπάξει στα κρυφά την αξία δυο προβάτων
και θα τη φέρει στο θεό.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εγώ εγκρίνω να τους επιστρέψουμε τα σκήπτρα.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Ρώτα και τον Τριβαλλό.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Τριβαλλέ. Λες να τη φας να σκούξεις;

ΤΡΙΒΑΛΛΟΣ
Άρα συ μπαστούνι κρούσεις...

ΗΡΑΚΛΗΣ
Σύμφωνος λέει.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Αν λέτε εσείς οι δύο, λέω κι εγώ τότε.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ε, συ! Σύμφωνο για το σκήπτρο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α, μα το Δία, θυμήθηκα και τ' άλλο.
Την Ήρα να την πάρει ο Δίας, την αφήνω.
Να δώσει όμως εμένα την κόρη του τη Βασίλεια.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Α! Εσύ δεν θέλεις διακανονισμό! Ελάτε να φύγουμε.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Πολύ που με νοιάζει!
Μάγειρα, τη σάλτσα να την κάνεις γλυκιά!

(Ο Ποσειδώνας πάει να φύγει)

ΗΡΑΚΛΗΣ
Βρε ευλογημένε Ποσειδώνα, που πας;
Πόλεμο θα κάνουμε τώρα για μια γυναίκα;

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Και τι να κάνουμε;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Να διακανονιστούμε.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Αχ κακόμοιρε, το συμφέρον σου χαλάς,
απ' την αρχή σε ξεγελάει, δεν καταλαβαίνεις.
Όσα αφήσει ο Δίας πεθαίνοντας, δικά σου θα είναι.
Αν όμως παραδώσει την εξουσία σ' αυτούς
και πεθάνει μετά, πάμφτωχος θα είσαι!

424
HADJIBABA-2006

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Αχ Ηρακλή κακόμοιρε πως σε ξεγελά!
Έλα κοντά μου, έλα να σου πω.
Ο θείος σου, δύστυχε, σε παραπλανάει!
Απ' του πατέρα σου την περιουσία εσύ, κατά νόμο,
δεν παίρνεις τίποτα.
Είναι γιατί είσαι νόθος, δεν είσαι γνήσιος.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Τι λες, εγώ νόθος;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Και βέβαια εσύ. Σε έκανε με άλλη.
Αν είχε η Αθηνά γνήσια αδέλφια
θα 'ταν θαρρείς επίκληρη;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Κι αν ο πατέρας πεθαίνοντας μου δώσει
το μερτικό του νόθου;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν τον αφήνει ο νόμος.
Ο ίδιος ο Ποσειδώνας που σε ξεσηκώνει τώρα
αυτός θα τα καπακώσει όλα του πατέρα σου
λέγοντας πως είναι γνήσιος αδερφός του.
Θα σου πω να δεις και το νόμο του Σόλωνα.
"Εφόσον υπάρχουν γνήσια τέκνα,
δεν παίρνει ο νόθος.
Όλη η περιουσία πάει στους συγγενείς
τους κοντινότερους".

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εγώ λοιπόν δεν έχω τίποτα να πάρω;

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Δεν έχεις, μα το Δία. Ο πατέρας σου, όμως,
σε παρουσίασε ως τώρα στους ληξίαρχους; Πες.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Όχι ποτέ. Και πάντα απορούσα.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τι κοιτάς έτσι κατά τον ουρανό;
Σφαγή οραματίζεσαι;
Έλα μαζί μου όμως και θα σε κάνω άρχοντα εγώ
και του πουλιού το γάλα θα σου δώσω.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Εγώ για την κόρη συμφώνησα από πριν.
Από μένα εντάξει.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Έλα τι λες;

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Εισηγούμαι το αντίθετο.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ό,τι μας πει λοιπόν ο Τριβαλλός. Τι λες;

425
HADJIBABA-2006

ΤΡΙΒΑΛΛΟΣ
Την όμορφα κούρα και μεγάλη βασίλιουσσα
δίνω στον Όρνιθα.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Αποδέχεται λέει.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Δεν λέει τίποτα. Χελιδονίσια μιλάει.

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Λέει λοιπόν να τη δώσουμε στα χελιδόνια.

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Αν συμφωνείτε οι δυο σας τότε υπογράψτε.
Είσαστε δύο. Εγώ θα σιωπήσω.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Άντε λοιπόν. Σύμφωνοι με όσα είπες.
Έλα μαζί μας τώρα ψηλά στον Ουρανό
να πάρεις τη Βασίλεια μαζί με τα σκήπτρα.

(Ο δούλος φέρνει κρέας κομμένο κομμάτια)

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Α! Στην ώρα πάνω ήρθαν τούτα τα σφαχτά!
Γαμήλιο τραπέζι.

ΗΡΑΚΛΗΣ
Να μείνω να τα ψήσω εγώ μέχρι να γυρίσετε;

ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ
Να τα ψήσεις. Κοιλιοδουλία σ' έχει ρε;
Δεν θα 'ρθεις μαζί μας;

ΗΡΑΚΛΗΣ
Ουφ! Μια χαρά θα τα κανόνιζα!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Ας φέρει κάποιος το κουστούμι του γαμπρού.

(Του φέρνουν καινούρια φτερά και φεύγουν)

ΧΟΡΟΣ
Υπάρχει στη Φανερωτή
δίπλα στην Κλεψύδρα
γένος γλωσσοκοιλιακό,
που σπερνει και θερίζει
και τρυγάει με τη γλώσσα
και συκολογεί.
Βαρβαρόφερτο το γένος
Φίλιπποι και Γοργίες είναι -
κι από τούτους τους Φιλίππους
που μιλάνε με την κοιλιά
απανταχού της Αττικής
αποκόβουμε τη γλώσσα.

(Έρχεται - από τον Ουρανό - αγγελιοφόρος)

426
HADJIBABA-2006

ΑΓΓΕΛΟΣ
Ω τρισευτυχισμενέστατοι! Ω πάνω απ' τα λόγια!
Ω τρισμακαριότατη φτερωτή γενιά πουλιών.
Δέχεστε στα τρισόλβια παλάτια σας τον άρχοντα.
Έρχεται έτσι όπως δεν έλαμψε ποτέ,
ούτε άστρο να το δεις, αστραφτερό στο δώμα
ούτε φως ήλιου όμοια λάμψη ηλιαχτίδας!
Τέτοιας γυναίκας ομορφιά άφατη κρατώντας
έρχεται κραδαίνοντας του Δία κεραυνό
σαΐτα φτερωμένη
και παλίρροιες αρώματα όλο τον ουρανό
γεμίζουν κι ανεβαίνουν,
των θυμιαμάτων ο καπνός δακτυλιδάκια ταξιδεύει.
Να τος κι ο ίδιος! Έρχεται ! Εμπρός!
Το στόμα το υμνητικό της Μούσας να ανοίξει.

(Μπαίνει ο Πισθέταιρος με τη Βασίλεια)

ΧΟΡΟΣ
Κάντε τόπο, ξεχωρίστε, όλοι γύρω
πάρτε θέσεις
απ' τους δυο μακαρισμένους.
Αχ τι νιάτα ομορφιάς
Ω που για την πόλη μας καλοθεοπαντρεύτηκες!
Μεγάλες τρισμέγιστες οι τύχες των πουλιών
χάρη σ' αυτόν τον άντρα.
Με παρθενικά τραγούδια και γαμήλιες ωδές
δεχείτε τους, αυτόν και τη Βασίλεια.
Στην Ήρα την Ολύμπια
με τέτοια ωδή νυφιάτικη
οδήγησαν οι μοίρες
τον μέγα άρχοντα θεών
για σμίξιμο και κλίνη.
Ω Υμέναιε ω!
Ω Υμέναιε!
Και ο Έρωτας ο αθάνατος
ο καταχρυσαφένιος
τα χαλινά του άρματα
σωστά τα ηνιόχευε
συμπροπομπός του Δία
και της Ήρας της μακάριας!
Ω Υμέναιε
Ω Υμέναιε!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Χάρηκα τραγούδια, ύμνους,
και τα λόγια σας θαυμάζω.
Τώρα τις βροντές δοξάστε
τις πυρωμένες αστραπές
και το μεγάλο κεραυνό
τον ολοφλέγοντα, του Δία!

ΧΟΡΟΣ
Ω μέγα φως χρυσό της αστραπής
Ω του Δία δόρυ - πορφυρό αθάνατο
Ω χθόνιες βροντές
βροχοφόρες και τρομάζουσες
που μ' αυτές τη Γη ταράζει.
Με σένα τα πάντα κατέχει και έχει
τη Βασίλεια, του Δία την πάρεδρο

427
HADJIBABA-2006

Ω Υμέναιε!

ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ
Τώρα φτεροφόρα και γένη πουλιών
την πομπή ακολουθήστε
στον ουράνιο τόπο του Δία
και στη γαμήλια κλίνη.
Κι εσύ ω Βασίλεια, μακάρια,
το χέρι σου δως μου
κι απ' τα φτερά μου κρατήσου.
Έλα μου. Χόρεψε.
Θα σε έχω αέρινη.

(Φεύγουν οι δυο τους χορεύοντας. Ακολουθεί ο Χορός)

ΧΟΡΟΣ
Αλαλαϊ, ιη παιών,
Τήνελλα Καλλίνικε!
Των δαιμόνων ω πρώτε!

ΤΕΛΟΣ

ΠΛΟΥΤΟΣ
(Αριστοφάνης 388 π.Χ.)

ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ

ΚΑΡΙΩΝ
ΧΡΕΜΥΛΟΣ
ΠΛΟΥΤΟΣ
ΧΟΡΟΣ ΧΩΡΙΚΩΝ
ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
ΠΕΝΙΑ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΕΜΥΛΟΥ

428
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
ΓΡΙΑ
ΝΕΑΡΟΣ
ΕΡΜΗΣ
ΙΕΡΕΑΣ ΤΟΥ ΔΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ του ΕΡΓΟΥ


Ο Χρεμύλος, γεωργός, συναντά στο δρόμο του τον γέροντα και τυφλό θεό Πλούτο και
αποφασίζει να τον βοηθήσει να ξαναβρεί το φως του για να βλέπει σε ποιον διανέμει τα
αγαθά και να προτιμά τους καλούς ανθρώπους.

Η σκηνή εκτυλίσσεται μπροστά στο σπίτι του Χρεμύλου

ΚΑΡΙΩΝ
Ω Δία και θεοί, τι βάσανο που είναι
να γίνει κανείς δούλος σε τρελό αφεντικό.
Αν τύχει αλήθεια, ο δούλος να συμβουλεύσει τα πιο φρόνιμα
και δε θελήσει εκείνος που τον έχει να τα εφαρμόσει,
ό,τι κακό συμβεί θα έχει κι ο δούλος το μερίδιό του.
Γιατί η μοίρα δεν αφήνει ο κύριος να ορίζει το κορμί του,
αλλά εκείνος που τ' αγόρασε.
Καλά όλα αυτά, μα κι ο Λοξίας που δίνει χρησμούς
απ' το χρυσό τρίποδα,
βρίσκω αλήθεια πως έχει τούτο το ψεγάδι,
πως ενώ είναι γιατρός και σοφός, καθώς λένε, μάντης,
άφησε τον αφέντη μου να φύγει ζαλισμένος τόσο
που ακολούθησε ένα στραβό άνθρωπο,
και κάνει τ' ανάποδο απ' ό,τι έπρεπε να κάμει.
Αλήθεια, εμείς που βλέπουμε οδηγάμε τους τυφλούς,
κι όμως αυτός τον ακολουθεί,
και μ' αναγκάζει και μένα να κάνω το ίδιο,
αν και σε ό,τι τον ρωτάμε δεν μας δίνει την παραμικρή απάντηση.

(Στρέφεται προς τον Χρεμύλο)

Μα εγώ δεν τόχω στο νου μου να σωπάσω,


αλλά θα σου γίνω φόρτωμα,
αν δεν μου πεις γιατί τον ακολουθούμε αυτόν, αφέντη.
Γιατί βέβαια δεν θα με χτυπήσεις, μια και φορώ στεφάνι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι, μα το Δία, μα θα σου βγάλω το στεφάνι,
αν με πολυσκοτίσεις,
και θα τις φας πιο δυνατές.

ΚΑΡΙΩΝ
Κολοκύθια! Εγώ δε θα πάψω, αν δεν μου πεις πρώτα
ποιος είναι αυτός εδώ.
Επιμένω και ρωτάω, γιατί θέλω το καλό σου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Καλά, δε θα σου κρύψω τίποτα, γιατί από τους δούλους μου
σε θεωρώ τον πιο πιστό και τον πιο φρόνιμο κλέφτη.
Εγώ, μολονότι ήμουν θεοφοβούμενος και δίκαιος άνθρωπος,
δυστυχούσα και ήμουνα φτωχός.

ΚΑΡΙΩΝ
Το ξέρω.

429
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι άλλοι πλούτιζαν, που ήσαν ιερόσυλοι, ρήτορες
και συκοφάντες και παλιάνθρωποι.

ΚΑΡΙΩΝ
Σύμφωνοι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Πήγα λοιπόν στο μαντείο να το ρωτήσω,
όχι για εμένα τον δύστυχο,
που σχεδόν μου φαίνεται πως πια
έχω φάει τα ψωμιά μου,
αλλά για το γιο μου που τον έχω μονάκριβο,
για να μάθω μήπως πρέπει να αλλάξει τρόπους
και να γίνει κατεργάρης, άδικος, δίχως ιερό και όσιο,
γιατί, καθώς μου φαίνεται, αυτό είναι που συμφέρει στη ζωή.

ΚΑΡΙΩΝ
Και τι είπε ο Φοίβος από τον τρίποδα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άκου να δεις. Ξεκάθαρα ο θεός μου είπε τα εξής:
Όποιον πρωτοσυναντήσω, καθώς θα έβγαινα,
με πρόσταξε να μην τον παρατήσω πια,
παρά να τον καταφέρω να με ακολουθήσει στο σπίτι.

ΚΑΡΙΩΝ
Και ποιον λοιπόν πρωτοσυνάντησες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αυτόν εδώ.

ΚΑΡΙΩΝ
Καλά, και δεν καταλαβαίνεις τι εννοεί ο θεός,
αφού σου λέει, ολοφάνερα,
να μορφώσεις το γιο σου κατά τα εγχώρια έθιμα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Από πού το κρίνεις αυτό;

ΚΑΡΙΩΝ
Εννοεί ότι κι ένας τυφλός ξέρει τι είναι το σωστό.
Ότι δηλαδή στην εποχή μας, συμφέρον είναι, τίποτα υγιές να μην κάνει κανείς.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν έχει αυτό το νόημα ο χρησμός.
Έχει κάποιο άλλο, σπουδαιότερο.
Αν μας πει τώρα αυτός ποιος είναι τέλος πάντων
και για ποιο πράγμα και ποια ανάγκη ήρθε μαζί μας ως εδώ,
θα μαθαίναμε τι θέλει να πει ο χρησμός μου.

ΚΑΡΙΩΝ
(Στον Πλούτο)

Εμπρός λοιπόν, εσύ, τι περιμένεις;


Θα μας πεις ποιος είσαι,
ή να προχωρήσω σε έργα;
Έλα, λέγε γρήγορα - γρήγορα.

430
HADJIBABA-2006

ΠΛΟΥΤΟΣ
Θα σε κάνω να φωνάζεις από τον πόνο, σου λέω.

ΚΑΡΙΩΝ
(Στο Χρεμύλο)

Κατάλαβες ποιος λέει ότι είναι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Σε σένα το λέει αυτό κι όχι σε μένα, αφού τον ρωτάς
με πρόστυχο και πιεστικό τρόπο.

(Στον Πλούτο)

Μα για πες μου εμένα, αν σου αρέσουν οι τρόποι ενός τίμιου ανθρώπου.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Θα σε κάμω να κλαις, σου λέω.

ΚΑΡΙΩΝ
Χαρά στον άνθρωπο και στο χρησμό που σου έδωσε ο θεός.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τη Δήμητρα, δεν θα χαρείς για πολλή ώρα.

ΚΑΡΙΩΝ
Λοιπόν, αν δεν μιλήσεις, θα σε καθαρίσω κακήν κακώς.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Καλέ μου, αφήστε με ήσυχο!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι, ποτέ!

ΚΑΡΙΩΝ
(Για να τρομοκρατήσει τον Πλούτο)

Λοιπόν, αυτό που λέω είναι το καλύτερο, αφέντη.


Θα τον καθαρίσω πολύ άσχημα αυτόν τον άνθρωπο.
Θα τον πάω, αλήθεια, σε κανένα γκρεμό
και θα τον αφήσω και θα φύγω
για να πέσει από εκεί και να βγάλει το σβέρκο του.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άρπαξέ τον λοιπόν γρήγορα.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μη! Μη!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Θα μας πεις, λοιπόν;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μα αν μάθετε ποιος είμαι, ξέρω καλά πως κάτι κακό θα μου κάνετε
και δε θα μ' αφήσετε να φύγω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τους θεούς, θα σ' αφήσουμε, αν το θέλεις εσύ.

431
HADJIBABA-2006

ΠΛΟΥΤΟΣ
Λοιπόν, αφήστε με πρώτα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Να, σ' αφήνουμε.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Ακούστε, λοιπόν. Γιατί, καθώς φαίνεται,
πρέπει να πω ό,τι ήμουν αποφασισμένος να κρατήσω μυστικό.
Εγώ, που λέτε, είμαι ο Πλούτος.

ΚΑΡΙΩΝ
Ε, αχρειότατε των ανθρώπων, είσαι ο Πλούτος και το κρύβεις;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Εσύ είσαι ο Πλούτος μ' αυτά τα χάλια;
Ω Φοίβε Απόλλωνα και θεοί και δαίμονες και Δία,
τι λες μωρέ; Είσαι αλήθεια ο Πλούτος;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μάλιστα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αυτός ο ίδιος;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Αυτότατος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα για πες μου, από πού έρχεσαι και είσαι τόσο βρωμιάρης;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Έρχομαι από του Πατροκλή, που δεν πλύθηκε απ' τον καιρό που γεννήθηκε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι αυτό το δυστύχημα πως το έπαθες; Για πες μου.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Ο Δίας μου το σκάρωσε από φθόνο των ανθρώπων.
Γιατί εγώ όταν ήμουν νέος τον φοβέρισα
πως θα πήγαινα μονάχα στους δίκαιους και στους σοφούς
και στους τίμιους.
Κι αυτός μου έβγαλε τα μάτια, για να μη διακρίνω
κανέναν απ' αυτούς.
Τόσο εκείνος φθονεί τους καλούς ανθρώπους.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και όμως μόνο απ' τους καλούς τιμάται και από τους δίκαιους.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Σύμφωνοι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και δε μου λες, αν ξαναβρείς το φως σου όπως πρώτα,
θα φεύγεις μετά μακριά απ' τους κακούς;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Άκου, λέει!

432
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και θα πηγαίνεις με τους δίκαιους;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Βεβαιότατα. Γιατί έχω πολύ καιρό να τους δω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Διόλου παράξενο, αφού ούτε εγώ τους βλέπω που έχω και τα μάτια μου.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Αφήστε με τώρα. Μάθατε πια τα δικά μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι δα! Ίσα ίσα που τώρα θα σε κρατήσω πιο πολύ.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Δεν το είπα εγώ πως θα μου γινόσαστε φόρτωμα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και συ, σε παρακαλώ, κάνε μου τη χάρη και μη μου φύγεις.
Γιατί δε θα βρεις, όσο κι αν ζητήσεις, άνθρωπο πιο περιποιητικό από μένα,
μα το Δία, άλλος σαν κι εμένα δεν υπάρχει.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Όλοι τα ίδια λένε.
Μα όταν με πάρουν στ' αλήθεια και γίνουν πλούσιοι,
αυτοί δείχνουν την πιο μεγάλη κακία.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Έτσι είναι όπως το λες, μα δεν είναι όλοι κακοί.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μα το Δία, όλοι είναι ανεξαίρετα.

ΚΑΡΙΩΝ
Θα τον κάμω να ξεφωνήσει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Για να μάθεις τι καλά θα βρεις, αν μείνεις κοντά μας,
δώσε προσοχή ν' ακούσεις.
Ελπίζω, ναι, ελπίζω, με τη βοήθεια του θεού,
να σε απαλλάξω απ' αυτή την τύφλωση
και να σε κάμω να βλέπεις.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Ποτέ να μην το κάνεις αυτό. Δεν θέλω να ξαναβρώ το φως μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι λες, καλέ;

ΚΑΡΙΩΝ
Μωρέ αυτός είναι κακορίζικος από φυσικού του.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Λοιπόν, ξέρω πως ο Δίας, σαν τύχει να μάθει
πως κάναμε τέτοια τρέλλα, θα με τιμωρήσει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και μην δεν το κάνει αυτό τώρα,
που σ' αφήνει να γυρίζεις εδώ κι εκεί σκουντουφλώντας;

433
HADJIBABA-2006

ΠΛΟΥΤΟΣ
Δεν ξέρω. Μα εγώ τον φοβάμαι τρομερά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αλήθεια, ω δειλότατε απ' όλους τους ημίθεους;
Και νομίζεις πως η βασιλεία του Δία και οι κεραυνοί του αξίζουν τρεις οβολούς,
αν ξαναβρεις εσύ το φως σου, έστω και για λίγο διάστημα;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Α! Μην τα λες αυτά, κατεργάρη!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Για στάσου. Τώρα θα σου αποδείξω εσένα εγώ
πως από το Δία είσαι πιο δυνατός.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Για εμένα λες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τον ουρανό. Λόγου χάρη, που βασίζεται
κι είναι αρχηγός των θεών ο Δίας;

ΚΑΡΙΩΝ
Πάνω στο χρήμα. Γιατί έχει πολλά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Για λέγε τώρα, ποιος του το δίνει το χρήμα;

ΚΑΡΙΩΝ
Αυτός εδώ.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και για ποιον του προσφέρουν θυσίες; Όχι για τούτον;

ΚΑΡΙΩΝ
Και βέβαια ζητάνε να πλουτίσουν, είναι φανερό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αυτός λοιπόν δεν είναι ο αίτιος,
κι εύκολα δεν θα μπορούσε να τα σταματήσει αυτά, αν ήθελε;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μα πως;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί κανείς απ' τους ανθρώπους δεν θα θυσίαζε πια,
ούτε βόδι, ούτε τηγανίτες, ούτε άλλο τίποτα, αν δεν θέλεις εσύ.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Πως;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ρωτάς πως; Να, γιατί δε θα 'χει με τι ν' αγοράσει,
αν δε βρίσκεσαι εσύ να του δίνεις χρήματα.
Κι έτσι του Δία τη δύναμη,
αν σ' ενοχλήσει καθόλου,
θα την καταλύσεις μόνος σου.

ΠΛΟΥΤΟΣ

434
HADJIBABA-2006

Τι μου λες; Για το χατίρι μου του κάνουν θυσίες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Έτσι λέω. Και μα το Δία, αν υπάρχει τίποτα λαμπρό
κι ωραίο ή νόστιμο στους ανθρώπους, για σένα γίνεται.
Γιατί όλα τα πράγματα εξαρτώνται από τον πλούτο.

ΚΑΡΙΩΝ
Έτσι κι εγώ για λίγα ψωρολεφτά έγινα δούλος, που λες,
γιατί δεν ήμουν βέβαια πλούσιος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι οι εταίρες δα, οι Κορίνθιες, όπως λένε,
αν τύχει κανένας φτωχός να τους πει κανένα λογάκι,
ούτε δίνουν προσοχή.
Μα αν είναι πλούσιος, αμέσως τον κάνουν παρέα.

ΚΑΡΙΩΝ
Και οι νέοι λένε πως το ίδιο κάνουν,
όχι για τους εραστές, αλλά για τα χρήματα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι οι καλοί νέοι, μα οι διεφθαρμένοι.
Οι καλοί βλέπεις δε ζητούν χρήματα.

ΚΑΡΙΩΝ
Αλλά τι ζητούν;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άλλος ένα καλό άλογο, άλλος λαγωνικά.

ΚΑΡΙΩΝ
Γιατί ντρέπονται να ζητήσουν χρήματα
και σκεπάζουν με τα άλλα ονόματα την κακοήθειά τους.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι όλες οι τέχνες κι οι εφευρέσεις
για σένα έχουν βρεθεί από τους ανθρώπους.
Έτσι ο ένας κάνει τον τσαγγάρη καθιστός.

ΚΑΡΙΩΝ
Άλλος το χαλκωματή, άλλος τον ξυλουργό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άλλος τον χρυσικό, αφού σου πάρει το χρυσάφι.

ΚΑΡΙΩΝ
Άλλος τον κλέφτη, μα τον Δία, κι άλλος το διαρρήκτη.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άλλος το λαναρά.

ΚΑΡΙΩΝ
Κι άλλος πλένει τομάρια.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άλλος κάνει τον βυρσοδέψη.

ΚΑΡΙΩΝ
Κι άλλος πουλάει κρεμμύδια.

435
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και για σένα μαδάνε το μοιχό που τον πιάνουν πάνω στην πράξη.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Πω πω ο δόλιος δεν τα σκέφτηκα ποτέ μου αυτά.

ΚΑΡΙΩΝ
Και μήπως γι' αυτόν δεν κορδώνεται της Περσίας ο βασιλιάς;
Και μη δεν γίνεται γι' αυτόν η συνέλευση των δικαστών;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αμ, για πες μου, εσύ δεν γεμίζεις τα πλοία με πληρώματα;

ΚΑΡΙΩΝ
Και μη δεν τρέφει αυτός τους μισθοφόρους μας στην Κόρινθο;
Και μη γι' αυτόν δεν θα τον πάρει ο διάολος τον Πάμφιλο;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αμ όχι και το Βελονοπώλη κοντά στον Πάμφιλο;

ΚΑΡΙΩΝ
Και μήπως για το χατίρι του δεν ξεφυσάει ο Αγύρριος;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αμ ο Φιλέψιος για σένα δε λέει τους μύθους; Και για σένα δεν έγινε η συμμαχία
με τους Αιγυπτίους; Και για σένα δεν αγαπάει η Λαϊς το Φιλωνίδη;

ΚΑΡΙΩΝ
Αμ ο πύργος του Τιμόθεου..…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
(Στον Καρίωνα)

Που να πέσει να σε πλακώσει…

(Στον Πλούτο)

Κι όλα τα πράγματα μη δε γίνονται για σένα;


Γιατί μόνος εσύ είσαι όλων η αιτία, και των κακών και των καλών,
να το ξέρεις.

ΚΑΡΙΩΝ
Και νικάνε αλήθεια στους πολέμους
κάθε φορά, μονάχα εκείνοι που θα είσαι μαζί τους.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Εγώ, ένας και μόνος μπορώ να κάνω τόσα πράγματα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ναι μα τον Δία, κι απ' αυτά πολύ περισσότερα.
Τόσο που κανένας ποτέ δεν σ' έχει χορτάσει.
Όλα τ' άλλα, βλέπεις τα χορταίνει κανείς.
Τον έρωτα…

ΚΑΡΙΩΝ
Τα ψωμιά…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τη μουσική…

436
HADJIBABA-2006

ΚΑΡΙΩΝ
Τους μεζέδες…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τις τιμές…

ΚΑΡΙΩΝ
Τις πίτες…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Την ανδραγαθία…

ΚΑΡΙΩΝ
Τα σύκα…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τη φιλοδοξία…

ΚΑΡΙΩΝ
Το κριθαρόψωμο…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τη στρατηγία…

ΚΑΡΙΩΝ
Τη φακή…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Εσένα όμως ποτέ κανένας δε σε χόρτασε, μα αν αποκτήσει δεκατρία τάλαντα,
του ανάβει πιο πολύ ο καημός να έχει δεξαέξι.
Κι αν τα βάλει κι αυτά στο χέρι, θέλει σαράντα,
ή αλλιώς λέει πως τέτοια ζωή δεν υποφέρεται.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μου φαίνεται πως πολύ καλά τα λέτε οι δυο σας.
Μονάχα ένα φοβούμαι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Για λέγε! Τι είναι αυτό;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Δεν ξέρω πώς να μεταχειρισθώ εγώ αυτή τη δύναμη,
που λέτε πως έχω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ναι, μα το Δία, καλά λένε όλοι πως είναι δειλότατος ο πλούτος.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Κάθε άλλο, μονάχα κάποιος διαρρήκτης με συκοφάντησε.
Είχε τρυπώσει κάποτε στο σπίτι μου, μα δεν μπόρεσε τίποτα να πάρει,
γιατί τα βρήκε όλα σφαλισμένα,
κι έτσι την πρόνοιά μου την ονόμασε δειλία.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άφησέ τα τώρα, μην ανησυχείς καθόλου.
Γιατί αν σταθείς πρόθυμος να βοηθήσεις στην περίσταση,
θα σε κάμω εγώ να βλέπεις πιο καλά κι από τον Λυγκέα.

ΠΛΟΥΤΟΣ

437
HADJIBABA-2006

Καλά, και πως θα μπορέσεις να το κάμεις αυτό, αφού είσαι θνητός;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Έχω μια μεγάλη ελπίδα από όσα μου είπε ο ίδιος ο Φοίβος,
σείοντας τη μαντική δάφνη.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Ώστε κι αυτός είναι συνεργός;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Έτσι λέω.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Να έχουμε το νου μας.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Καλέ, μην ανησυχείς καθόλου.
Γιατί να ξέρεις καλά, κι αν πρόκειται να πεθάνω ακόμα,
εγώ με το χέρι μου θα τα εκτελέσω.

ΚΑΡΙΩΝ
Θα σε βοηθήσω κι εγώ, αν θέλεις.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι άλλοι πολλοί θα μας έρθουν σύμμαχοι, όλοι οι δίκαιοι που δεν έχουν ψωμί.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Πω πω, κακούς συμμάχους μας είπες.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κάθε άλλο, μια που θα πλουτήσουν.

(Στον Καρίωνα)

Μα άντε τρέχα εσύ γρήγορα.

ΚΑΡΙΩΝ
Τι να κάνω; Λέγε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Φώναξε τους συναδέλφους μου τους γεωργούς
(θα τους βρεις ίσως στα χωράφια να βασανίζονται),
να 'ρθούν εδώ, για να πάρει ο καθένας τους ίσο μερίδιο με μας
απ' αυτόν τον Πλούτο.

ΚΑΡΙΩΝ
Πάω αμέσως. Μα ας έρθει κανένας από μέσα
να πάρει αυτό το κομμάτι το κρέας που κρατάω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Φροντίζω εγώ γι' αυτό. Εσύ όμως τρέχα το γρηγορώτερο.
Και συ, Πλούτε, που είσαι ο πιο δυνατός απ' όλους τους ημίθεους,
έμπα εδώ μέσα μαζί μου.
Να, αυτό είναι το σπίτι που πρέπει σήμερα να το γεμίσεις χρήματα
είτε δίκαια είτε άδικα.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μα στεναχωριέμαι πολύ να μπαίνω κάθε τόσο σε ξένο σπίτι.
Γιατί απ' αυτό ποτέ κανένα καλό δεν είδα.
Αν τύχει, αλήθεια, να μπω σε κανενός τσιγκούνη,

438
HADJIBABA-2006

ευθύς με χώνει βαθιά μέσα στη γη.


Κι αν πάει κανένας καλός άνθρωπος φίλος του να του ζητήσει
να του δώσει ένα μικρό ποσόν, σκίζει τα ρούχα του
πως δεν με είδε ποτέ του.
Αν τύχει πάλι σε παραλυμένου σπίτι να μπω,
με παραδίνει σε πόρνες και στα ζάρια
και σε λίγο με πετούν γυμνόν έξω απ' την πόρτα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί δεν πέτυχες ποτέ κανέναν ισορροπημένο.
Τέτοιος εγώ στάθηκα πάντα.
Μου αρέσει να κάνω οικονομίες όσο κανένας,
μα και να ξοδεύω πάλι όταν χρειάζεται.
Μα ας μπούμε μέσα, επειδή θέλω να γνωρίσεις
και τη γυναίκα μου και το μοναχογιό μου,
που τον αγαπάω πάρα πολύ μετά από σένα.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Σε πιστεύω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί να μη σου πει κανείς την αλήθεια;

ΚΑΡΙΩΝ
(Φωνάζοντας προς τους χωρικούς)

Ε! σεις, που έχετε φάει με τον αφέντη μου απ' τους ίδιους βολβούς,
φίλοι μου και συμπολίτες και παλικάρια της δουλειάς,
ελάτε, κάνετε γρήγορα, δεν είναι καιρός για χάσιμο,
αλλά ήρθε η στιγμή να διορθώσουμε την κατάστασή μας.

ΧΟΡΟΣ
Μα δεν μας βλέπεις που ερχόμαστε πρόθυμα,
όσο μπορούν άνθρωποι που είναι πια αδύναμοι γέροντες;
Μα εσύ, φαίνεται, ζητάς να τρέξω,
προτού και να μου πεις για ποιο λόγο ο αφέντης σου με φώναξε εδώ.

ΚΑΡΙΩΝ
Δε σου το λέω τόσην ώρα; Εσύ όμως δεν ακούς.
Να ο αφέντης μου λέει πως θα ζήσετε ευχαριστημένοι
και θα γλυτώσετε απ' την άχαρη και βασανισμένη ζωή που ζείτε.

ΧΟΡΟΣ
Μα τι και πως συμβαίνει το πράγμα αυτό που λέει;

ΚΑΡΙΩΝ
Ήρθε κουβαλώντας εδώ ένα γέρο, κακομοίρη, λιγδιάρη,
καμπούρη, ελεεινό, ζαρωμένο, καραφλό, φαφούτη,
και μου φαίνεται, μα τον ουρανό, πως έχει και σπασμένη μέση.

ΧΟΡΟΣ
Ω εσύ που μας φέρνεις χρυσά νέα, τι μας λες;
Για ξαναπές μου τα. Γιατί δείχνουν τα λόγια σου
πως αυτός εκεί ήρθε φορτωμένος χρήματα.

ΚΑΡΙΩΝ
Εγώ είπα πως ήρθε φορτωμένος γεροντικές αρρώστειες.

ΧΟΡΟΣ
Μήπως σου πέρασε η ιδέα πως θα μας κοροϊδεύεις

439
HADJIBABA-2006

και θα τη γλιτώσεις χωρίς ζημιά,


και μάλιστα αφού κρατάω μαγκούρα;

ΚΑΡΙΩΝ
Έτσι λοιπόν με παίρνετε πως είμαι παλιάνθρωπος,
και νομίζετε πως κανένα σωστό δεν είπα;

ΧΟΡΟΣ
Για δες τον κατεργάρη που προσβλήθηκε!
Τα πόδια σου όμως φωνάζουν αϊ! αϊ!
κι αποζητούν τη φάλαγγα και τα χτυπήματα.

ΚΑΡΙΩΝ
Τώρα που έχεις το ένα πόδι μέσα στο λάκκο,
σου έπεσε και σένα ο κλήρος να δικάσεις κι εσύ δεν πας.
Ο Χάρος σου έχει δοσμένο το εισιτήριό σου.

ΧΟΡΟΣ
Να σκάσεις! Τι αδιάντροπος κι αχρείος άνθρωπος είσαι
να κοροϊδεύεις τον κόσμο,
κι ακόμα να μην θέλεις να μας πεις
για ποιο λόγο με φώναξε εδώ ο αφέντης σου.
Σ' εμάς που, ενώ είμαστε πολύ κουρασμένοι,
δίχως να πάρουμε ανάσα, πρόθυμα ήρθαμε εδώ,
αφήνοντας στο πέρασμά μας ένα σωρό ρίζες και βολβούς.

ΚΑΡΙΩΝ
Ωραία, δε σας το κρύβω περισσότερο.
Να, τον Πλούτο, καημένοι, ήρθε κι έφερε ο αφέντης μου,
που θα σας κάμει πλούσιους.

ΧΟΡΟΣ
Στ' αλήθεια, όλοι εμείς θα γίνουμε πλούσιοι;

ΚΑΡΙΩΝ
Μα τους θεούς, σαν τον Μίδα, αν αποκτήσετε και γαϊδουριού αυτιά.

ΧΟΡΟΣ
Πόσο χαίρομαι κι ευχαριστιέμαι, και θέλω να χορέψω απ' τη χαρά μου,
αν τα λες αλήθεια αυτά.

ΚΑΡΙΩΝ
Να έτσι μου έρχεται να φωνάξω, τον Κύκλωπα να μιμηθώ,
και να σας κουβαλήσω σαν κοπάδι,
χοροπηδώντας.
Μα ελάτε μικρά μου, φωνάζετε συχνά,
βελάζετε σκοπούς σαν πρόβατα και σαν τράγοι βρωμισμένοι,
κι ακολουθάτε πρόθυμα.
Γιατί θα φάτε όλοι καλά.

ΧΟΡΟΣ
Κι εμείς εδώ θα πάρουμε από πίσω, φωνάζοντας,
τον Κύκλωπα, βελάζοντας,
κι όταν σε βρούμε σένα τον λιγδιάρη
με σακούλι γεμάτο δροσερά αγριολάχανα
και τύφλα στο μεθύσι να πέφτεις να κοιμηθείς,
εμείς παίρνοντας ένα μεγάλο αναμμένο μυτερό παλούκι
θα σου βγάλουμε το μάτι.

ΚΑΡΙΩΝ

440
HADJIBABA-2006

Κι εγώ την Κίρκη που φτιάχνει τα μάγια


και τους συντρόφους του Φιλωνίδη κάποτε στην Κόρινθο
τους έκανε να πιστέψουν πως τάχα είναι γουρούνια,
για να φάνε ζυμωμένη ακαθαρσία, και τους τη ζύμωνε η ίδια,
αυτήν θα μιμηθώ σ' όλα της τα καμώματα.
Και σεις γρυλίζοντας από ευχαρίστηση
ακολουθάτε τη μητέρα, σαν γουρουνάκια

ΧΟΡΟΣ
Λοιπόν, εσένα την Κίρκη που φτιάχνεις τα μάγια
και τις μαγγανείες
και μαγαρίζεις τους συντρόφους
θα σε πιάσουμε με ευχαρίστηση
και κάνοντας το γιο του Λαέρτη θα σε κρεμάσουμε
και θα σου αλείψουμε με ακαθαρσίες τη μύτη σαν του τράγου.
Και συ σαν τον Αρίστυλλο με μισανοιγμένο στόμα θα λες:
Ακολουθάτε τη μητέρα, σαν γουρουνάκια.

ΚΑΡΙΩΝ
Ελάτε τώρα, ας αφήσουμε πια τ' αστεία,
εσείς πάρτε άλλο ύφος, κι εγώ πάω τώρα κρυφά
να κοιτάξω να πάρω απ' τον αφέντη λίγο ψωμί και κρέας να μασήσω
κι ύστερα κουραζόμαστε πάλι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Να σας πω "καλώς ήλθατε", ω συμπολίτες,
είναι παλιός πια ο λόγος και μπαγιάτικος.
Εγώ σας λέω το "ως ευ παρέστητε" που ήρθατε τόσο πρόθυμα
και γρήγορα και όχι βαρετά.
Να μου είσθε και στα άλλα βοηθοί
να μην πάθει αλήθεια τίποτα ο θεός.

ΧΟΡΟΣ
Έννοια σου. Θα με δεις και θα λες πως βλέπεις τον Άρη.
Γιατί θα ήταν φοβερό, ενώ για τρεις οβολούς
σπρωχνόμαστε κάθε τόσο στη συνέλευση,
και ν' αφήσω εγώ άλλον να πάρει αυτόν τον Πλούτο.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μπα! Βλέπω κι αυτόν τον Βλεψίδημο να έρχεται εδώ.
Από το βάδισμά του και τη βία, φαίνεται πως κάτι έχει μάθει.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μα τι τρέχει λοιπόν; Από πού και πως πλούτισε ξαφνικά ο Χρεμύλος;
Δεν το πιστεύω. Και όμως βγήκε λόγος πολύς, μα τον Ηρακλή,
απ' αυτούς που κάθονται στα κουρεία,
πως έγινε ξαφνικά πλούσιος.
Μα τούτο ακριβώς μου φαίνεται παράξενο,
πως σαν καλός άνθρωπος φωνάζει και τους φίλους του.
Αυτό που κάνει δεν το συνηθίζει ο τόπος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Θα σου τα πω χωρίς να σου κρύψω τίποτα.
Μα τους θεούς, Βλεψίδημε, είμαστε πιο καλά από χτες,
ώστε μπορείς να λάβεις μέρος, γιατί και συ είσαι φίλος.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Αλήθεια λοιπόν έγινες πλούσιος όπως το λένε;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ

441
HADJIBABA-2006

Δηλαδή θα είμαι σε λίγο, αν θέλει ο θεός.


Γιατί υπάρχει κάτι… υπάρχει κάποιος κίνδυνος στο ζήτημα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Σαν τι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Να…

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Τέλειωνε τι θες να πεις επί τέλους;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αν το καταφέρουμε, θα είμαστε ευτυχισμένοι για πάντα.
Μα αν αποτύχουμε, πάμε χαμένοι τελείως.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Αυτή η δουλειά μου φαίνεται ύποπτη και δεν μ' αρέσει.
Απ' τη μια μεριά να γίνεται ξαφνικά κανείς πλούσιος
κι απ' την άλλη να φοβάται.
Αυτά είναι χαρακτηριστικά ανθρώπου
που δεν έχει κάμει καμιά καθαρή δουλειά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Καμιά καθαρή δουλειά;

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Θα έρχεσαι, μα τον Δία, από το ναό του θεού,
απ' όπου θα έχεις κλέψει ασήμι και χρυσάφι,
και τώρα ίσως το έχεις μετανιώσει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Απόλλωνα, φύλαξέ με! Εγώ ποτέ, μα τον Δία.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Άφησε τα λόγια, καλέ μου. Εγώ είμαι βέβαιος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μη βάζεις καθόλου τέτοιες σκέψεις στο μυαλό σου για μένα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Αλίμονο! Κανείς δεν κάνει καμιά τίμια δουλειά,
μα όλοι είναι υποδουλωμένοι στο κέρδος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μου φαίνεται, μα την Δήμητρα, πως δεν είσαι στα καλά σου.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Πόσο άλλαξε και στους τρόπους που είχε πρωτύτερα!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τρελάθηκες, αγαπητέ μου, μα τον Ουρανό!

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μα ούτε το βλέμμα του δεν το κρατάει ατάραχο
και δείχνει φανερά πως έχει κάμει κάποια κατεργαριά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ξέρω τι φλυαρείς εσύ. Νομίζεις πως κάτι έκλεψα και πας για μερίδιο.

442
HADJIBABA-2006

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Εγώ για μερίδιο; Σε τι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα δεν είναι όπως τα λες. Κάτι άλλο συμβαίνει.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μη δεν έκλεψες αλλά λήστεψες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν ξέρεις τι λες.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Θέλεις να πεις πως δεν εζημίωσες κανέναν;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Εγώ, κανέναν.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Ω Ηρακλή! Που να κρυφτεί κανένας!
Ακούς να μη θέλει να πει την αλήθεια!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα εσύ με κατηγορείς, προτού μάθεις περί τίνος πρόκειται.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Εγώ, φίλε μου, αναλαμβάνω με λίγα έξοδα να τ' αποκρύψω
πριν να τα μάθει η πόλη,
κλείνοντας το στόμα των ρητόρων με χρήματα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ναι, ναι, είμαι βέβαιος, μα τους θεούς,
πως σαν φίλος θα ξοδέψεις τρεις μνες
και θα γράψεις δώδεκα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Βλέπω κάποιον να κάθεται κάτω απ' το βήμα του δικαστηρίου
κρατώντας δαδί ικετήριο,
μαζί με τα παιδιά του και τη γυναίκα του,
και δεν θα διαφέρει καθόλου
από τους Ηρακλείδες του Παμφίλου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι, κακομοίρη μου. Παρά μόνο το ότι εγώ τους τίμιους
και τους έξυπνους και τους γνωστικούς ακριβώς
θα κάμω πλούσιους.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Τι λες, καλέ; Τόσα πολλά έχεις κλεμμένα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ουφ μπελάδες που βρήκα! Θα με πνίξεις.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Εσύ δα θα πνιγείς μοναχός σου, καθώς μου φαίνεται.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν νομίζω, μια που έχω τον Πλούτο, κακέ άνθρωπε.

443
HADJIBABA-2006

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Εσύ τον Πλούτο; Ποιον Πλούτο;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τον ίδιο το θεό.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Και που είναι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μέσα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Που;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Στο σπίτι μου.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Στο σπίτι σου;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μάλιστα.

ΒΛΕΨΙΑΔΗΣ
Δεν πας στον κόρακα; Ο Πλούτος στο σπίτι σου;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τους θεούς.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Αλήθεια λες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αλήθεια.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Κάνεις όρκο στην Εστία;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τον Ποσειδώνα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Τον θαλασσινό λες;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αν είναι άλλος Ποσειδών, αυτόν τον άλλον.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Και δεν τον στέλνεις και σε μας τους φίλους;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα δεν εφτάσαμε ακόμα εκεί.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Τι δηλαδή; Δεν είναι ώρα για διανομή;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι, μα τον Δία, μα πρέπει πρώτα…

444
HADJIBABA-2006

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Τι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Να τον κάμουμε να βλέπει.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Ποιον να βλέπει; Για λέγε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τον Πλούτο, να βλέπει όπως έβλεπε πρώτα, με κάποιον τρόπο.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μα είναι αληθινά τυφλός;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τον Ουρανό.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Δε παραξενεύομαι λοιπόν που δεν ήρθε ποτέ σε μένα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αν θέλουν οι θεοί, θα έρθει τώρα.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Δεν θα πρέπει να φωνάξουμε κανένα γιατρό;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και ποιος γιατρός είναι σήμερα στην πόλη;
Αφού ούτε τα κέρδη τους είναι τίποτα ούτε και η τέχνη.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Για να σκεφτούμε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα δεν υπάρχει κανείς.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Έτσι μου φαίνεται κι εμένα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα τον Δία, όπως έλεγα εγώ απ' την αρχή,
το καλύτερο είναι να τον βάλω να κοιμηθεί στου Ασληπιού.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Καλά λες, αλήθεια, μα τους θεούς. Μη χάνεις καιρό λοιπόν,
μόνο τέλειωνε, κάνε κάτι τι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα να, πηγαίνω.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Γρήγορα, γρήγορα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αυτό κάνω κι εγώ.

(Μπαίνει στη σκηνή η Πενία)

ΠΕΝΙΑ

445
HADJIBABA-2006

Βρε παλιανθρώποι, κακορίζικοι, που τολμάτε έργο θρασύ κι ανόσιο


και παράνομο, που πάτε;
Που; Γιατί φεύγετε; Πως δε στέκεστε;

ΒΛΕΨΙΑΔΗΣ
Θεούλη μου!

ΠΕΝΙΑ
Τώρα να σας ξεμπερδέψω εγώ κακήν κακώς.
Γιατί αυτό που τολμήσατε να κάνετε δεν υποφέρεται
και όμοιο κανείς άλλος ποτέ δεν έκαμε ούτε θεός ούτε άνθρωπος.
Και γι' αυτό πάει, χαθήκατε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και ποια είσαι εσύ; Γιατί μου φαίνεσαι χλωμή.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μπορεί να είναι καμιά Ερινύα από τραγωδία.
Για δες, κοιτάζει με τρόπο μανιακό και πολύ τραγικό;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα δεν έχει δάδες.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Λοιπόν, κλάψτε την.

ΠΕΝΙΑ
Ποια νομίζετε πως είμαι;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Καμμιά ξενοδόχα ή αυγουλού. Γιατί αλλιώς δεν θα ξεφώνιζες έτσι,
χωρίς να σου έχουμε κάμει τίποτα.

ΠΕΝΙΑ
Έτσι ε; Και μήπως δε μου κάματε το μεγαλύτερο κακό,
αφού ζητάτε να με διώξετε απ' όλη τη χώρα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και δε σου μένει το βάραθρο; Μα θα έπρεπε να μας πεις αμέσως
ποια είσαι.

ΠΕΝΙΑ
Είμαι εκείνη που θα σας τιμωρήσω σήμερα, γιατί ζητάτε
να μ' αφανίσετε απ' εδώ.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μπα; Μην είσαι η ταβερνιάρισσα της γειτονιάς
που με γελάει πάντα στο μέτρημα;

ΠΕΝΙΑ
Εγώ είμαι η Φτώχεια που κάθομαι μαζί σας πολλά χρόνια.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Ω Απόλλωνα βασιλιά και θεοί, που να τρυπώσει κανείς;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ε συ, τι κάνεις; Ε, δειλότατο ζώο, δε μένεις εδώ;

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Κάθε άλλο.

446
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δε μένεις; Δυο άντρες εμείς, να φοβόμαστε μια γυναίκα;

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Γιατί αυτή είναι η Πενία, κακομοίρη, που πουθενά στη γη
δε βρίσκεται ζώο απ' αυτή πιο τρομερό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Στάσου σε παρακαλώ, στάσου.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Εγώ, ποτέ, μα τον Δία.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και όμως, άκου που σου το λέω, θα κάνουμε έργο φοβερό
το χειρότερο απ' όλα, αν αφήνοντας κάπου έρημο το θεό,
φύγουμε, φοβισμένοι απ' αυτήν, αν δεν αντισταθούμε.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Και σε ποια όπλα ή δύναμη να βασιστούμε;
Για ποιον θώρακα και ποιαν ασπίδα
δε βάζει ενέχυρο αυτή η άθλια;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κάμε καρδιά. Γιατί μονάχος ο θεός εκείνος
ασφαλώς θα νικήσει τις φοβέρες της.

ΠΕΝΙΑ
Τολμάτε και να μουρμουρίζετε, καθάρματα,
που σας έπιασα επ' αυτοφώρω να κάνετε τρομερό έγκλημα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και συ, που κακό χρόνο νάχεις, τι ήρθες και μας βρίζεις
χωρίς να σε πειράξουμε καθόλου;

ΠΕΝΙΑ
Και νομίζετε πως καθόλου, μα τους θεούς,
δε με πειράζετε,
αφού πολεμάτε να κάνετε τον Πλούτο να ξαναβλέπει;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και τι σε πειράζουμε μ' αυτό εσένα,
αφού καλό ζητάμε να κάμουμε σε όλους τους ανθρώπους;

ΠΕΝΙΑ
Και τι καλό ζητάτε εσείς;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι καλό; Πρώτα πρώτα να βγάλουμε εσένα έξω απ' την Ελλάδα.

ΠΕΝΙΑ
Να βγάλετε εμένα έξω; Και τι μεγαλύτερο κακό
νομίζετε πως θα κάνατε στους ανθρώπους;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι; Το μεγαλύτερο κακό θα ήταν να ξεχάσουμε ό,τι έχουμε στο νου να κάνουμε.

ΠΕΝΙΑ
Ε λοιπόν, γι' αυτό το ζήτημα θέλω πρώτα πρώτα

447
HADJIBABA-2006

να μιλήσω. Και αν μεν αποδείξω πως μονάχη εγώ


είμαι η αιτία όλων των καλών σε σας, και πως εξ αιτίας μου ζείτε,
πάει καλά.
Αλλιώς κάνετε ό,τι σας αρέσει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και τολμάς, να τα λες αυτά εσύ, αχρειότατη;

ΠΕΝΙΑ
Μάλιστα, και συ άκουσε να μάθεις. Μπορώ
πολύ εύκολα να σου αποδείξω πως πέφτεις εντελώς έξω,
αν λογαριάζεις να κάμεις πλούσιους
τους τίμιους ανθρώπους.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ω μαστίγια και ξύλα, δεν έρχεστε να με βοηθήσετε;

ΠΕΝΙΑ
Μη στενοχωριέσαι και μη φωνάζεις πριν ακούσεις.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και ποιος μπορεί να μη φωνάζει, αλίμονο, ακούγοντας τέτοια;

ΠΕΝΙΑ
Όποιος είναι γνωστικός.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και τι ποινή να σου γράψω αν χάσεις τη δίκη;

ΠΕΝΙΑ
Ό,τι θέλεις.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Πολύ καλά.

ΠΕΝΙΑ
Αν την χάσετε όμως, τα ίδια κι εσείς πρέπει να πάθετε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Σου φαίνονται αρκετοί λοιπόν είκοσι θάνατοι;

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Γι' αυτήν, ναι. Μα για μας αρκούνε δύο.

ΠΕΝΙΑ
Θα την πάθετε δίχως άλλο. Γιατί τι σωστό μπορεί κανείς ν' αντιτάξει πια;

ΧΟΡΟΣ
Ε, τώρα πρέπει να πείτε καμιά γνωστική κουβέντα,
για να τη νικήσετε αυτήν στη λογομαχία.
Και με κανένα τρόπο να μην υποχωρήσετε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Εγώ νομίζω, και σ' όλους επίσης τούτο είναι γνωστό,
πως δίκιο είναι οι τίμιοι άνθρωποι να ευτυχούν
και το αντίθετο βέβαια να παθαίνουν οι παλιάνθρωποι και οι άθεοι.
Αυτό λοιπόν εμείς που το είχαμε καημό, το βρήκαμε επι τέλους,
ώστε να ληφθεί απόφαση όμορφη, σπουδαία και χρήσιμη.
Γιατί, αν ο Πλούτος τώρα ξανάβρει το φως του
και δε γυρίζει τυφλός,

448
HADJIBABA-2006

θα πηγαίνει στους καλούς ανθρώπους και δεν θα τους αφήνει πια,


μα και θα φεύγει μακριά απ' τους παλιάνθρωπους
και τους άθεους.
Κι έτσι θα τους κάμει όλους να γίνουν τίμιοι
και ν' αποκτήσουν πλούτη σίγουρα
και να σέβονται τα θεία.
Λοιπόν, ποιος θα μπορούσε να βρει καλύτερο απ' αυτό
για τους ανθρώπους;

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Κανείς. Εγώ μπαίνω μάρτυρας γι' αυτό
και αυτήν εδώ μην τη ρωτάς.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί η ζωή, όπως είναι τώρα σε μας τους ανθρώπους,
ποιος δε νομίζει πως είναι παραλογισμός;
Αφού πολλοί απ' τους ανθρώπους που είναι κατεργαρέοι,
έχουνε πλούτη που με αδικίες τα μάζεψαν.
Κι άλλοι πολλοί που είναι τιμιότατοι, δυστυχούν
και πεινούνε
και τον πιο πολύ καιρό μαζί σου είναι.
Λοιπόν, εγώ λέω πως, αν ο Πλούτος τα σταματήσει αυτά
ξαναβρίσκοντας το φως του,
άλλος κανένας τρόπος δεν υπάρχει να προσφέρει
στους ανθρώπους μεγαλύτερα καλά.

ΠΕΝΙΑ
Μα γέροι μου, που ευκολότερα από οποιονδήποτε άλλον
μπορεί να σας πείσει κανείς πως δεν είστε στα καλά σας,
συντρόφοι οι δυο σας στη φλυαρία και στην τρέλλα,
αν γινόταν αυτό που ζητάτε εσείς,
δεν πιστεύω να είναι για το καλό σας.
Γιατί αν ο Πλούτος ξαναϊδεί πάλι και μοιράσει ίσα κομμάτια
τον εαυτό του,
ούτε τέχνη, ούτε εφεύρεση καμιά θα μελετούσε κανένας
απ' τους ανθρώπους.
Κι όταν τα χάσετε αυτά τα δύο,
ποιος θα θελήσει να κάνει τον χαλκουργό,
ή το ναυπηγό, ή να ράβει, ή να φτιάχνει τροχούς,
ή να κάνει τον τσαγκάρη, ή να φτιάχνει τούβλα,
ή να πλένει, ή να βυρσοδεψεί, ή αφού με αλέτρια
σχίσει το έδαφος της γης να θερίσει της Δηούς τον καρπό,
αν σας είναι εύκολο να ζείτε αργοί
παραμελώντας όλα αυτά;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Λες ανοησίες.
Γιατί όλα όσα μας αράδιασες τώρα θα τα κάνουν οι δούλοι.

ΠΕΝΙΑ
Και που θα τους βρεις τους δούλους;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Θα τους αγοράσουμε με χρήματα βέβαια.

ΠΕΝΙΑ
Και πες μου πρώτα πρώτα ποιος θα είναι αυτός που θα πουλάει,
αφού θα έχει κι εκείνος χρήματα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ

449
HADJIBABA-2006

Κανένας έμπορος που θα ήθελε να κερδίσει,


ερχόμενος από τη Θεσσαλία εκ μέρους δολίων δουλεμπόρων.

ΠΕΝΙΑ
Μα πρώτα απ' όλα δεν θα υπάρχει κανένας
ούτε δουλέμπορος, σύμφωνα με το λόγο βέβαια που εσύ λες.
Γιατί ποιος πλούσιος θα θελήσει
κινδυνεύοντας τη ζωή του να κάνει αυτό το έργο;
Ώστε εσύ ο ίδιος θ' αναγκαστείς να οργώνεις και να σκάβεις
και να κάνεις τις άλλες δουλειές,
και θα περάσεις τη ζωή σου πολύ πιο βασανισμένα από τώρα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Στο κεφάλι σου να πέσουν όσα λες.

ΠΕΝΙΑ
Κοντά στα άλλα, δεν θα μπορείς, ούτε σε κρεβάτι να κοιμηθείς,
γιατί δεν θα υπάρχουν κρεβάτια.
Ούτε και σε στρωσίδια, γιατί ποιος θα θελήσει να υφάνει,
όταν έχει χρήματα;
Ούτε να ραντίσεις με μυρουδιές τη νύφη
που θα φέρεις στο σπίτι σου,
ούτε ξοδεύοντας να τη στολίσεις με χρωματιστά
και πλουμιστά φορέματα.
Λοιπόν, κατά τι θα είσαι πλουσιώτερος,
όταν θα στερείσαι όλα αυτά;
Εξ αιτίας μου όμως εύκολα βρίσκεις όλα όσα χρειάζεσαι.
Γιατί εγώ κάθομαι σαν κυρά και αναγκάζω
τον τεχνίτη για τη χρεία του και τη φτώχεια του
να ψάχνει να βρει από πού θα ζήσει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα εσύ τι άλλο καλό μπορείς να μας δώσεις
παρά εγκαύματα από τη φωτιά του λουτρού
και γκρίνιες από γριές κι από παιδιά που πεινάνε;
Όσο για τις ψείρες και τα κουνούπια και τους ψύλλους,
είναι τόσο πολλά,
που δεν λέγεται, κι αυτά βουίζοντας γύρω από το κεφάλι
σ' ενοχλούν και σε ξυπνούν και σου λένε:
"Θα πεινάς, μα σήκω επάνω".
Κοντά σ' αυτά, αντί για ρούχο να έχεις κανένα κουρέλι.
Κι αντί κρεβάτι μια στοίβα σχοίνους γεμάτη κοριούς,
που δεν αφήνουν να κοιμηθούν όσους πλαγιάζουν.
Και αντί για στρωσίδι μια σάπια ψάθα.
Και για προσκέφαλο μια μεγάλη πέτρα για ν' ακουμπάς το κεφάλι.
Και να τρως αντί ψωμί βλαστάρια από μολόχες
και για κριθαρόψωμο φύλλα από λιγνοράπανα,
και αντί για σκαμνί να έχεις τον πάτο σπασμένης στάμνας
και για σκάφη μια πλευρά πιθαριού, κι αυτή ραγισμένη.
Μήπως τυχόν σε παριστάνω πως είσαι η αιτία καλών
σε όλους τους ανθρώπους;

ΠΕΝΙΑ
Μα εσύ δε μιλάς για τη δική μου ζωή.
Μας έλεγες για τη ζωή των ζητιάνων.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα αλήθεια, λέμε πως η φτώχεια είναι η αδελφή της ανέχειας.

ΠΕΝΙΑ

450
HADJIBABA-2006

Σεις το λέτε, που λέτε και πως ο Διονύσιος είναι σαν το Θρασύβουλο.
Μα εμένα η ζωή ούτε είναι, μα τον Δία, ούτε θα γίνει σαν κι αυτή.
Γιατί η ζωή του ζητιάνου, που λες εσύ, είναι να ζει χωρίς να έχει τίποτα,
ενώ του φτωχού είναι να ζει με οικονομίες και να κοιτάζει τη δουλειά του,
και να μην του περισσεύει μεν τίποτα, μα και τίποτα να μην του λείπει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι ευτυχισμένη, μα τη Δήμητρα, που παράστησες τη ζωή του,
αφού με όλες τις οικονομίες και τους κόπους του
δεν θα αφήσει ούτε για να τον θάψουν!

ΠΕΝΙΑ
Κοιτάς να περιπαίζεις και να κάνεις τον έξυπνο, κι όχι να μιλάς σοβαρά,
γιατί δεν ξέρεις πως εγώ φτιάχνω καλύτερους άντρες απ' τον Πλούτο
και στο μυαλό και στη μορφή.
Αλήθεια, όσοι είναι κοντά σ' αυτόν έχουν ποδάγρα
και είναι κοιλαράδες και χοντροπόδαροι και παχείς μέχρις αηδίας.
Ενώ κοντά σε μένα είναι λυγεροί, με μέση δαχτυλίδι
και στους εχθρούς φοβεροί.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Από την πείνα ίσως θα τους κάνεις τη μέση δαχτυλίδι.

ΠΕΝΙΑ
Για τη σωφροσύνη τους τώρα λοιπόν θα μιλήσω
και θα σε μάθω πως μαζί μου κατοικεί η σεμνότης,
ενώ ο Πλούτος έχει χαρακτηριστικό τη διαφθορά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ε, βέβαια, πολύ σεμνό είναι να κλέβει κανείς
και να κάνει το διαρρήκτη.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Να μα τον Δία, αφού πρέπει να μην τον παίρνουν είδηση,
πως δεν είναι σεμνός;

ΠΕΝΙΑ
Για συλλογίσου λοιπόν στις πολιτείες τους ρήτορες
που, όταν μεν είναι φτωχοί, φέρνονται τίμια στο δήμο
και στην πολιτεία,
μα όταν πλουτίσουν από τα δημόσια χρήματα,
στη στιγμή γίνονται άδικοι,
και το λαό επιβουλεύονται και το δήμο πολεμάνε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Α, όσο γι' αυτούς καθόλου δεν λες ψέματα,
κι ας είσαι μεγάλη κουτσομπόλα.
Μολαταύτα κι έτσι θα σε πάρει ο διάβολος,
και μην το πάρεις απάνω σου που είπες μιαν αλήθεια,
αφού ζητάς να μας πείσεις πως είναι καλύτερη
η φτώχεια από τον πλούτο.

ΠΕΝΙΑ
Κι εσύ δεν μπορείς σ' αυτό να με αντικρούσεις,
αλλά φλυαρείς και κοπιάζεις μάταια.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τότε πως σε αποφεύγουν όλοι;

ΠΕΝΙΑ

451
HADJIBABA-2006

Γιατί τους κάνω καλύτερους. Μπορεί κανείς να το καταλάβει άριστα


από τα παιδιά.
Αποφεύγουν αλήθεια τους γονιούς,
που θέλουν το μεγαλύτερο καλό γι αυτά.
Τόσο δύσκολο πράγμα είναι
να διακρίνει κανείς τι τον συμφέρει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ώστε λες πως ο Δίας δεν διακρίνει σωστά ποιο είναι
το καλύτερο, αφού κι εκείνος κρατάει τον πλούτο!

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Κι αυτήν εδώ μας τη στέλνει σ' εμάς.

ΠΕΝΙΑ
Ε! σεις που έχετε κι οι δυο τσιμπλιαρικα μυαλά
με παμπάλαιες αλήθεια τσίμπλες,
ο Δίας ασφαλώς είναι φτωχός,
κι αυτό θα στο δείξω αμέσως ολοφάνερα.
Να, αν ήταν πλούσιος,
αυτός που κάνει τους Ολυμπιακούς αγώνες,
όπου μαζεύει τακτικά όλους τους Έλληνες κάθε πέντε χρόνια,
θ' ανακήρυσσε τους νικητές απ' τους αθλητές,
στεφανώνοντάς τους με στεφάνι από αγριελιά;
Κι όμως θα έπρεπε μάλλον με χρυσό, να τους στεφάνωνε
αν ήταν πλούσιος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ε, με τούτο βέβαια φανερώνει πως εκτιμάει τον πλούτο εκείνος.
Γιατί το εξοικονομεί, και δεν θέλει να τον ξοδέψει τίποτα απ' αυτόν,
και στεφανώνοντας με μασκαραλίκια τους νικητές
κρατάει τον πλούτο για τον εαυτό του.

ΠΕΝΙΑ
Πράγμα πολύ χειρότερο από τη φτώχεια ζητάς να του κολλήσεις,
αν, αφού είναι πλούσιος, είναι τόσο σφιχτοχέρης
και φιλοχρήματος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Που να σε κόψει ο Δίας,
αφού σε στεφανώσει με αγριελιάς στεφάνι!

ΠΕΝΙΑ
Και τολμάτε ν' αντιλέγετε πως δεν έχετε
εσείς όλα τα καλά εξαιτίας της Φτώχειας;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Απ' την Εκάτη μπορούμε να μάθουμε
αν ο πλούτος ή η φτώχεια είναι καλύτερο.
Λοιπόν, αυτή λέει πως όσοι τον έχουν και είναι πλούσιοι,
προσφέρουν δείπνο κάθε μήνα,
και οι φτωχοί τ'αρπάζουν πριν να τ' ακουμπήσουν χάμω.
Μα σύρε στα κομμάτια και μη πεις πια τίποτα,
γιατί και αν με πείσεις δεν θα με πείσεις.

ΠΕΝΙΑ
Ω Αργείτες, ακούστε τι λέει!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ

452
HADJIBABA-2006

Τον Παύσωνα το σύντροφό σου να φωνάξεις.

ΠΕΝΙΑ
Τι να κάνω η δύστυχη;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Να πας στα τσακίδια το γρηγορότερο μακριά μας.

ΠΕΝΙΑ
Και που να πάω;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Στον αγύριστο. Μα μην αργείς, έλα ξεμπέρδευε.

ΠΕΝΙΑ
Κι όμως, εσείς πάλι θα με φωνάξετε να έρθω εδώ.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τότε να ρθεις. Μα τώρα ξεκουμπίσου. Γιατί εγώ προτιμάω
να είμαι πλούσιος και να σ' αφήσω εσένα να κλαις
χτυπώντας το κεφάλι σου.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Μα τον Δία, εγώ θέλω λοιπόν να είμαι πλούσιος
και να γλεντάω με τα παιδιά μου και τη γυναίκα μου,
κι αφού λουστώ να βγαίνω γυαλιστερός από το λουτρό
και ν' αδιαφορώ για τους τεχνίτες και τη φτώχεια.

(Φεύγει η Πενία)

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αυτή η αχρεία μας έφυγε επί τέλους.
Και τώρα οι δυο μας, πάμε να ξαπλώσουμε το θεό το γρηγορότερο,
στο ναό του Ασκληπιού.

ΒΛΕΨΙΔΗΜΟΣ
Και μη χασομεράμε, μήπως μας έρθει κανένας πάλι
και μας εμποδίσει να κάμουμε ό,τι λογαριάζουμε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ε, δούλε Καρίωνα,
πρέπει να βγάλεις έξω τις κουβέρτες
και να φέρεις κι αυτόν τον Πλούτο,
όπως είναι πρεπούμενο,
και τ' άλλα όσα είναι μέσα ετοιμασμένα.

ΚΑΡΙΩΝ
Γερόντοι μου, που λίγες μπουκιές ψωμί σα κουτάλια φτιαγμένες
στην εορτή των Θησείων έχετε βουτήξει στο ζουμί,
τι τύχη που είχατε,
τι ευτυχισμένοι που είσαστε,
σεις και οι άλλοι, όσοι είναι τίμιοι.

ΧΟΡΟΣ
Τι ευχάριστο συμβαίνει καλέ μου άνθρωπε, στους φίλους σου;
Γιατί φαίνεσαι πως φέρνεις κάποια καλή είδηση.

ΚΑΡΙΩΝ
Ο αφέντης μου είναι ευτυχέστατος,

453
HADJIBABA-2006

μα πιο πολύ ο ίδιος ο Πλούτος.


Γιατί από τυφλός που ήταν βγήκε με ολάνοιχτα τα μάτια,
που λάμπουν οι κόρες τους,
επειδή βρήκε καλό γιατρό τον Ασκληπιό.

ΧΟΡΟΣ
Τα λόγια σου με γεμίζουν χαρά και μου έρχεται να φωνάξω.

ΚΑΡΙΩΝ
Και πρέπει να χαίρεστε πάρα πολύ μάλιστα.

ΧΟΡΟΣ
Θα φωνάξω ζήτω του Ασκληπιού που έχει τα καλά παιδιά
και είναι μεγάλη παρηγοριά για τους ανθρώπους.

ΓΥΝΑΙΚΑ ΧΡΕΜΥΛΟΥ
Μπα! Τι φωνές είναι αυτές; Να σημαίνουν καμιά καλή είδηση;
Γιατί αυτό ποθώντας τόση ώρα κάθομαι μέσα
καρτερώντας τούτον εδώ.

ΚΑΡΙΩΝ
Γρήγορα γρήγορα, φέρε κρασί, κυρά, να πιείς και συ.
Σ' αρέσει δα πολύ να το κάνεις αυτό.
Γιατί σου φέρνω όλα τα καλά μαζεμένα.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Και που ναι τα;

ΚΑΡΙΩΝ
Τώρα θα μάθεις απ' όσα θα σου πω.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Τελείωνε λοιπόν γρήγορα ό,τι έχεις να πεις επί τέλους.

ΚΑΡΙΩΝ
Άκου λοιπόν, γιατί εγώ θα σου αραδιάσω όλες τις φασαρίες
από τα πόδια μέχρι το κεφάλι.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Α! Όχι στο κεφάλι μου!

ΚΑΡΙΩΝ
Ούτε τα καλά που έχουν γίνει;

ΓΥΝΑΙΚΑ
Για τις φασαρίες σου μιλάω.

ΚΑΡΙΩΝ
Μόλις φτάσαμε γρήγορα γρήγορα στο ναό,
κουβαλώντας τον άνθρωπο που τότε ήταν πολύ δυστυχισμένος,
μα τώρα είναι μακάριος και ευτυχισμένος πιο πολύ από κάθε άλλον,
πρώτα τον πήγαμε στη θάλασσα και ύστερα τον λούσαμε.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Μα τον Δία, θα καλοπέρασε γέρος άνθρωπος
να τον λούσετε στην κρύα θάλασσα.

ΚΑΡΙΩΝ
Ύστερα τραβήξαμε για το ναό.
Αφού θυσιάσαμε επάνω στο βωμό τις μελόπιττες

454
HADJIBABA-2006

και τις προσφορές στη φλόγα του μαύρου Ηφαίστου,


πλαγιάσαμε τον Πλούτο, όπως συνηθίζεται,
και ο καθένας μας στρώσαμε μια στοίβα φύλλα.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Είχαν πάει κι άλλοι να παρακαλέσουν το θεό;

ΚΑΡΙΩΝ
Ήταν κι ένας Νεοκλείδης που είναι μεν τυφλός,
μα στην κλεψιά ξεπέρασε τους ανοιχτομάτηδες.
Μα ήταν κι άλλοι πολλοί που είχαν διάφορες αρρώστειες.
Όταν λοιπόν ο ιερέας του θεού σβήνοντας τα λυχνάρια
μας συνέστησε να κοιμηθούμε και μας είπε,
αν ακούσουμε κανένα θόρυβο, να σωπαίνουμε,
και πλαγιάσαμε ήσυχα.
Μα εγώ δεν μπορούσα να κλείσω μάτι.
Μ' ενοχλούσε ένα τσουκάλι με κουρκούτι
που ήταν λίγο πιο πέρα απ' το κεφάλι κάποιας γριούλας
κι επιθυμούσα τρομερά να πάω κοντά του.
Έπειτα, καθώς σήκωσα τα μάτια,
βλέπω τον ιερέα να βουτάει τις τηγανίτες
και τα σύκα πάνω από την ιερή τράπεζα.
Και ύστερα έφερε βόλτα όλους γύρω τους βωμούς,
μήπως είχε απομείνει καμιά μελόπιττα,
κι έπειτα τα αγίασε αυτά που βρήκε
χώνοντάς τα σε ένα σακκούλι.
Έτσι εγώ νομίζοντας πως είναι πολύ θεάρεστο
να κάμω κι εγώ το ίδιο,
σηκώνομαι και πάω στο τσουκάλι με το κουρκούτι.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Βρε ελεεινότατε, και δε φοβήθηκες το θεό;

ΚΑΡΙΩΝ
Μα τους θεούς, φοβήθηκα μη με προλάβει
και πάει αυτός στο τσουκάλι στεφανοφορεμένος.
Βλέπεις, ο ιερέας του μου είχε γίνει παράδειγμα πρωτύτερα.
Η γριούλα μόλις άκουσε τον κρότο που έκαμα,
άπλωσε το χέρι (στο τσουκάλι),
μα τότε εγώ σφύριξα και τη δάγκασα,
σαν να ήμουν φίδι φουσκομάγουλο.
Αυτή αμέσως τράβηξε πίσω το χέρι,
σκεπάστηκε και κάθισε ακίνητη
και ξεφυσούσε απ' το φόβο της σα γάτα.
Κι εγώ τότε πια ρούφηξα μεγάλη ποσότητα από το κουρκούτι,
κι όταν χόρτασα, πήγα και ξαναπλάγιασα.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Κι ο θεός δεν είχε έρθει;

ΚΑΡΙΩΝ
Όχι ακόμα. Κι ύστερα έκαμα κάτι που είναι για γέλια.
Λοιπόν, την ώρα που ζύγωσε ο θεός,
απόλυσα ένα πολύ δυνατό ξεφύσημα.
Βλέπεις η κοιλιά μου ήταν φουσκωμένη.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Και βέβαια θα σε σιχάθηκε γι' αυτό αμέσως.

ΚΑΡΙΩΝ

455
HADJIBABA-2006

Α, μπα! Μονάχα η Ιασώ που ερχόταν από πίσω του


κοκκίνησε
και η Πανάκεια γύρισε αλλού το πρόσωπο κρατώντας τη μύτη της.
Γιατί η αποφορά μου μύριζε λιβάνι.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Κι εκείνος τι έκανε;

ΚΑΡΙΩΝ
Μα τον Δία, ούτε έδωσε σημασία.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Θέλεις να πεις τάχα πως ο θεός είναι αναίσθητος;

ΚΑΡΙΩΝ
Όχι μα τον Δία τέτοιο πράγμα,
μόνο πως είναι κοπροφάγος.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Έλα, ανόητε!

ΚΑΡΙΩΝ
Ύστερα εγώ αμέσως σκεπάστηκα φοβισμένος,
κι εκείνος έφερε ολόγυρα ήσυχα ήσυχα
εξετάζοντας όλους τους αρρώστους.
Έπειτα ένα παιδί του έφερε ένα πέτρινο γουδί
κι ένα γουδοχέρι κι ένα κουτί.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Πέτρινο;

ΚΑΡΙΩΝ
Όχι, μα το Δία, δεν ήταν πέτρινο το κουτί.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Κι εσύ πως το είδες, βρε κακοχρόνο νάχεις,
αφού λες πως ήσουν σκεπασμένος.

ΚΑΡΙΩΝ
Απομέσα απ' το σκέπασμά μου,
γιατί είχε όχι λίγες τρύπες, μα το Δία.
Πρώτα πρώτα για το Νεοκλείδη
άρχισε να τρίβει ένα φάρμακο για κατάπλασμα
κι έβαλε τρία κεφάλια σκόρδα τηνιακά,
έπειτα τα κοπάνισε μέσα στο γουδί,
ανακατώνοντας μαζί γάλα από σκιλλοκρέμμυδα και σχίνο.
Ύστερα αφού τα μούσκεψε με σφήττιο ξίδι,
του μπλάστρωσε τα βλέφαρα, γυρίζοντάς τα ανάποδα,
για να πονέσει πιο πολύ.
Και κείνος κλαίγοντας και φωνάζοντας
πετάχτηκε για να φύγει.
Μα ο θεός γελώντας του είπε:
"Εδώ τώρα κάθησε μπλαστρωμένος,
για να σ' εμποδίσω να κάνεις ψεύτικους όρκους στη συνέλευση".

ΓΥΝΑΙΚΑ
Πόσο αγαπάει την πόλη ο θεός, και τι σοφός που είναι!

ΚΑΡΙΩΝ
Ύστερα πήγε και κάθισε δίπλα στον Πλούτωνα

456
HADJIBABA-2006

και πρώτα του έπιασε το κεφάλι,


έπειτα παίρνοντας μια καθαρή πετσέτα,
του σκούπισε τα βλέφαρα.
Και η Πανάκεια με ένα κόκκινο πανί
του σκέπασε το κεφάλι και όλο το πρόσωπο.
Κατόπιν ο θεός σφύριξε.
Βγήκανε λοιπόν δυο φίδια απ' το ναό,
πελώρια στο μάκρος.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Πω πω, θεούλη μου!

ΚΑΡΙΩΝ
Αυτά χώθηκαν ήσυχα κάτω απ' το κόκκινο πανί
κι έγλειφαν τα βλέφαρα, καθώς μου φαινόταν.
Και πριν να πιείς κυρά μου,
δέκα ποτήρια κρασί,
ο Πλούτος σηκώθηκε απάνω και έβλεπε.
Κι εγώ χτύπησα παλαμάκια απ' τη χαρά μου
και ξύπνησα τον αφέντη.
Κι ο θεός αμέσως έγινε άφαντος
κι αυτός και τα φίδια
μέσα στο ναό.
Κι όσοι ήταν κοντά του πλαγιασμένοι
να 'βλεπες πως φιλούσαν τον Πλούτο
κι όλη τη νύχτα αγρύπνησαν,
όσο που έφεξε η μέρα.
Εγώ δόξαζα το θεό πάρα πολύ,
που έκαμε γρήγορα τον Πλούτο να βλέπει,
και τον Νεοκλείδη τον στράβωσε περισσότερο.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Πόσο μεγάλη δύναμη έχεις,
αφέντη βασιλιά Ασκληπιέ!
Μα για πες μου, που είναι ο Πλούτος;

ΚΑΡΙΩΝ
Έρχεται. Μα τον έχει περικυκλώσει κόσμος αμέτρητος.
Γιατί όσοι ήσαν πρωτύτερα τίμιοι και δεν είχανε πολλά
τον αγκάλιαζαν και του έσφιγγαν το χέρι
απ' τη χαρά τους.
Και οι πλούσιοι, όσοι είχαν μεγάλη περιουσία
που δεν την είχαν αποκτήσει με τον κόπο τους,
ζάρωναν τα φρύδια και κατσούφιαζαν μαζί.
Εκείνοι ακολουθούσαν από πίσω στεφανοφορεμένοι,
γελώντας και φωνάζοντας χαρούμενα.
Κι οι γέροι χτυπούσαν τα παπούτσια τους
με ρυθμικά βήματα.
Μα ελάτε όλοι πέρα για πέρα μ' ένα λόγο
χορεύετε και σαλτοκοπάτε και χοροπηδάτε
γιατί κανείς σαν μπαίνετε στο σπίτι
δε θα σας πει πως ψωμί δε βρίσκεται στο σακκούλι.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Μα την Εκάτη, κι εμένα μου έρχεται να σε στεφανώσω
με αρμάθα φουρνιστά ψωμιά για τις καλές ειδήσεις που έφερες.

ΚΑΡΙΩΝ
Όχι ακόμα, μη βιάζεσαι, γιατί οι άντρες
φτάσαν κιόλας στην πόρτα.

457
HADJIBABA-2006

ΓΥΝΑΙΚΑ
Καλά λοιπόν, εγώ πάω μέσα να φέρω καλούδια
να ρίξουμε για το καλό στα μάτια
που έρχονται σαν νεοαγορασμένοι δούλοι.

ΚΑΡΙΩΝ
Κι εγώ πάω να τους υποδεχθώ εκείνους.

(Μπαίνει ο Πλούτος θεραπευμένος)

ΠΛΟΥΤΟΣ

Και προσκυνάω πρώτα τον Ήλιο,


έπειτα τη δοξασμένη γη της σεβαστής Παλλάδας,
κι όλη τη χώρα του Κέκροπα που με δέχτηκε.
Ντρέπομαι δα για εκείνο που έπαθα,
που δίχως να έχω ιδέα συναναστρεφόμουνα τέτοιους ανθρώπους,
ενώ εκείνους που άξιζαν να τους κάνω παρέα τους απέφευγα,
χωρίς να ξέρω τι μου γίνεται.
Τι έπαθα ο δόλιος!
Γιατί βέβαια ούτε εκείνα ούτε τούτα έκανα σωστά.
Μα όλα αυτά τώρα εγώ τ' αναποδογυρίζω πάλι
και θα δείξω στο εξής σ' όλους τους ανθρώπους
πως άθελά μου πρόσφερνα τον εαυτό μου στους κακούς.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Άει στα σκουπίδια! Τι βάσανο είναι αυτοί οι φίλοι που φυτρώνουν στη στιγμή,
μόλις κανένας ευτυχίσει.
Σου τσιμπούν, καλέ, και σου κόβουν τα ρούχα,
δείχνοντας ο καθένας την αγάπη του.
Εμένα που λες, και ποιος δεν με χαιρέτησε;
Τι πλήθος από γέρους δεν με περικύκλωσε στην αγορά;

ΓΥΝΑΙΚΑ
Ω πολυαγαπημένε μου άνθρωπε,
και συ και συ χαίρετε.
Έλα τώρα, κατά το έθιμο,
να σου χύσω αυτά τα καλούδια στο κεφάλι.

ΠΛΟΥΤΟΣ
Όχι, όχι. Γιατί μια που μπήκα στο σπίτι την πρώτη φορά
και ξαναβρήκα το φως μου,
δεν είναι σωστό να γίνω αφορμή
για έξοδα παρά μάλλον για έσοδα.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Έτσι λοιπόν, δε θα δεχτείς τα καλούδια;

ΠΛΟΥΤΟΣ
Μέσα, κοντά στην εστία, όπως είναι συνήθεια.
Έτσι θα ξεφύγουμε και τη γελοία σκηνή.
Γιατί δεν αρμόζει στον ποιητή
να ρίχνει στους θεατές σύκα και καλούδια
και μ' αυτά να τους αναγκάζει να γελάνε.

ΓΥΝΑΙΚΑ
Πολύ σωστά μιλάς. Να ο Δεξίνικος αυτός σηκώθηκε κιόλας
ν' αρπάξει τα σύκα.

458
HADJIBABA-2006

ΚΑΡΙΩΝ
(Μονολογώντας)

Τι ωραίο που είναι, αδελφέ μου,


να ζει κανείς ευτυχισμένος,
και μάλιστα χωρίς να ξοδεύει τίποτα από τα δικά του.
Που λες, σωρός τα καλά στο σπίτι μας πλάκωσαν ξαφνικά,
χωρίς ν' αδικήσουμε κανέναν.
[Τόσο γλυκό πράγμα είναι αλήθεια να έχει κανείς χρήματα]
Το αμπάρι είναι γεμάτο άσπρο αλεύρι
και τα λαγήνια από μαύρο κρασί μοσχάτο.
Όλα μας τα σεντούκια είναι γεμάτα
ασήμι και χρυσάφι
που να χάνεις το νου σου.
Και το πηγάδι ξέχειλο από λάδι
και τα δοχεία γεμάτα μόσχο
και το ανώγι σύκα.
Κάθε αγγείο και πιατέλλα και τσουκάλι
έγινε χάλκινο.
Και οι παιλοτσανάκες για τα ψάρια
πήγαινε να δεις, ασημένιες.
Άφησε το φανάρι μας
που έγινε ξαφνικά φιλντισένο.
Κι εμείς οι δούλοι παίζουμε μονά-ζυγά χρυσούς στατήρες
και σκουπιζόμαστε όχι με λιθάρια πια, αλλά με σκορδόφυλλα,
έτσι για λούσο, κάθε φορά.
Και τώρα ο αφέντης μέσα θυσιάζει σαν άρχοντας
γουρούνα και τραγί και κριάρι
στεφανοφορεμένα.
Κι εμένα μ' έδιωξε ο καπνός.
Μου ήταν αδύνατο να μείνω μέσα,
γιατί μου έτσουζε τα βλέφαρα.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Παιδάκι μου, ακολούθησέ με να πάμε στο θεό.

ΚΑΡΙΩΝ
Ε! Ποιος είναι αυτός που έρχεται;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Άνθρωπος άλλοτε δυστυχής και τώρα ευτυχισμένος.

ΚΑΡΙΩΝ
Φανερό πως είσαι και συ απ' τους τίμιους καθώς φαίνεται.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μάλιστα.

ΚΑΡΙΩΝ
Ε, και τι θέλεις;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Στο θεό έρχομαι, γιατί μου έστειλε μεγάλα καλά.
Εγώ, που λες, είχα απ' τον πατέρα μου
μεγάλη περιουσία
και βοηθούσα όσους φίλους είχαν ανάγκη,
νομίζοντας πως έτσι πρέπει να κάνει κανείς στη ζωή.

459
HADJIBABA-2006

ΚΑΡΙΩΝ
Και βέβαια θα έφαγες γρήγορα τα χρήματα.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ακριβώς.

ΚΑΡΙΩΝ
Έτσι λοιπόν ύστερα δυστύχησες.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ναι. Μα εγώ νόμιζα πως εκείνους που είχα ευεργετήσει
στην ανάγκη τους
τους έκαμα φίλους στ' αλήθεια σταθερούς,
αν βρισκόμουνα ποτέ σε ανάγκη.
Μα αυτοί άλλαζαν δρόμο κι έκαναν πια πως δεν με βλέπουν.

ΚΑΡΙΩΝ
Και σε περιγελούσαν δίχως άλλο.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ακριβώς. Τα παλιόρρουχά μου, βλέπεις, με κατέστρεψαν.
Μα όχι πια τώρα.
Γι' αυτό κι εγώ έρχομαι εδώ για να προσκυνήσω το θεό,
όπως είναι σωστό.

ΚΑΡΙΩΝ
Και το σκέπασμα που κουβαλάει μαζί σου αυτό το παιδί,
τι δουλειά έχει με το θεό;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Να το αφιερώσω κι αυτό, έρχομαι, στο θεό.

ΚΑΡΙΩΝ
Μήπως μυήθηκες μ' αυτό στα μεγάλα μυστήρια της Ελευσίνας;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Όχι, παρά τουρτούριζα με δαύτο δεκατρία χρόνια.

ΚΑΡΙΩΝ
Και τα παπούτσια;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μαζί κρυώνανε κι αυτά.

ΚΑΡΙΩΝ
Λοιπόν, τα έφερες κι αυτά να τ' αφιερώσεις;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ναι, μα το Δία.

ΚΑΡΙΩΝ
Α! Σπουδαία δώρα φέρνεις του θεού!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Αλίμονό μου ο δύστυχος,
χάθηκα ο δόλιος,
και τρεις φορές δύστυχος και τέσσερις και πέντε και δώδεκα
και δέκα χιλιάδες φορές.
Αλί μου, αλί!

460
HADJIBABA-2006

Τι μεγάλη ατυχία μ' έχει τυλίξει!

ΚΑΡΙΩΝ
Απόλλων, υπερασπιστή και θεοί προστάτες,
τι κακό να έχει πάθει ο άνθρωπος;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και μη δεν έπαθα τώρα συμφορές,
αφού έχασα ό,τι είχα στο σπίτι μου εξ αιτίας του θεού αυτού,
που πάλι θα ξανατυφλωθεί, αν δεν χάθηκε η δικαιοσύνη;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μου φαίνεται πως κάπως καταλαβαίνω τι συμβαίνει.
Μας ήρθε ένας άνθρωπος που δυστυχάει,
μα φαίνεται πως είναι κάλπικο νόμισμα.

ΚΑΡΙΩΝ
Τότε, μα τον Δία, δίκαια έχει καταστραφεί.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Που είναι, που είναι αυτός που υποσχόταν
πως μονάχος του θα μας έκανε όλους πλούσιους ευθύς,
αν ξανάβρισκε το φως του όπως πρωτύτερα;
Κι αυτός πολύ περισσότερο κατέστρεψε μερικούς.

ΚΑΡΙΩΝ
Και ποιον κατέστρεψε λοιπόν;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Εμένα εδώ.

ΚΑΡΙΩΝ
Μην ήσουν απ' τους κατεργάρηδες και τους διαρρήκτες;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Μα τον Δία, λοιπόν δεν είσθε καθόλου στα καλά σας,
και δίχως άλλο εσείς θα μου έχετε πάρει τα πράγματα.

ΚΑΡΙΩΝ
Ω Δήμητρα, με τι θράσος μας ήρθε ο συκοφάντης!
Ολοφάνερα πεθαίνει της πείνας.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Εσύ να πας τρέχοντας στην αγορά το γρηγορώτερο.
Εκεί, ενώ θα σε στρεβλώνουν απάνω στον τροχό,
θα αναγκασθείς να πεις τις κατεργαριές που έχεις κάμει.

ΚΑΡΙΩΝ
Θα σε πάρει ο διάβολος.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μα τον Δία, τον σωτήρα, πρέπει να δοξάζεται πολύ ο θεός αυτός
απ' όλους τους Έλληνες, αν εξοντώσει κακήν κακώς τους συκοφάντες.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Αλίμονό μου ο δύστυχος. Μα και συ με κατατρέχεις
που είσαι συνένοχος;
Και βέβαια είσαι,
γιατί που βρήκες αυτό το φόρεμα;
Εγώ χθες σε είδα και φορούσες ένα παλιόρουχο.

461
HADJIBABA-2006

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Καθόλου δε σε φοβάμαι, γιατί φορώ αυτό το δαχτυλίδι
που τ' αγόρασα μια δραχμή απ' τον Εύδαμο.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα δεν κάνει για δάγκωμα συκοφάντη!

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και δεν είναι αναίδειες μεγάλες αυτά ;
Εσείς κοροϊδεύετε και δεν είπατε τι κάνετε εδώ πέρα.
Γιατί δεν ήρθατε εδώ για καλό.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα το Δία, όχι για δικό σου καλό, για να ξέρεις.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Να μα τον Δία, θα δειπνήσετε από τα δικά μου πράγματα.

ΚΑΡΙΩΝ
Που να σκάσεις, αλήθεια, συ κι ο μάρτυράς σου, χωρίς να φας τίποτε.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Αρνείσθε; Μέσα είναι, αχρειότατοι,
ένα σωρό κομμάτια παστόψαρα και ψημένα κρέατα.
Μμμμμ…!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Βρε κακορίζικε, τι μυρίζεσαι;

ΚΑΡΙΩΝ
Ίσως το κρύο, μ' αυτό το τριβώνιο που φορεί.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Μα υποφέρονται όλα αυτά λοιπόν, ω Δία και θεοί,
να προσβάλλουν αυτοί εμένα;
Αχ, πως θλίβομαι που δυστυχώ,
αφού είμαι τίμιος και καλός πολίτης!

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Εσύ τίμιος και καλός πολίτης;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όσο κανένας άλλος.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ε, τότε, απάντησέ μου σε ό,τι σε ρωτήσω.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Τι πράγμα;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Είσαι γεωργός;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Για τόσο τρελλό με περνάς;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μήπως έμπορος;

462
HADJIBABA-2006

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ναι, έτσι λέω πως είμαι, όταν είναι ανάγκη.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Αμ τότε; Έμαθες καμιά τέχνη;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Όχι μα τον Δία.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Λοιπόν πως κι από πού ζούσες,
αφού δεν έκανες τίποτα;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Φροντίζω για όλες τις υποθέσεις,
τις δημόσιες και τις ιδιωτικές.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Εσύ; Και πως σου ήρθε;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Κάνω το σύμβουλο του κόσμου.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Και πως μπορεί να είσαι τίμιος εσύ, παλιοκλέφτη,
αφού γίνεσαι μισητός για δουλειές που δεν είναι δικές σου;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και δεν είναι δική μου δουλειά να ευεργετώ την πόλη, ανόητε, όσο μπορώ;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Και ευεργεσία είναι να χώνεις παντού τη μύτη σου;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και βέβαια, όταν υποστηρίζει κανείς τους κειμένους νόμους,
και δεν επιτρέπει σε κανέναν να τους παραβεί.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Καλά, και δεν έχει η πολιτεία δικαστές
ορισμένους να φροντίζουν γι' αυτό;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Και ποιος κάνει τις μηνύσεις;

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Όποιος θέλει.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ε, αυτός είμαι εγώ.
Ώστε στη δικαιοδοσία μου υπάγονται οι υποθέσεις της πολιτείας.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μα το Δία, αχρείο προστάτη βέβαια έχει η πολιτεία.
Και δεν σ' αρέσει να κάθεσαι ήσυχος και να ζεις ξέγνοιαστος;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Μ' αυτό που λες εσύ είναι ζωή προβάτου,
όταν δεν υπάρχει στο βίο καμιά απασχόληση.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ

463
HADJIBABA-2006

Ούτε θα μπορούσες να αλλάξεις γνώμη;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ούτε, κι αν μου έδινες τον ίδιο τον Πλούτο
και του Βάττου το σίλφιο.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Βγάλε αμέσως το πανωφόρι σου.

ΚΑΡΙΩΝ
Ε! Σε σένα το λέει.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Ύστερα βγάλε τα παπούτσια σου.

ΚΑΡΙΩΝ
Σε σένα τα λέει όλα αυτά.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ε! Ας έλθει από σας κοντά μου εδώ όποιος θέλει.

ΚΑΡΙΩΝ
Να εγώ είμαι εδώ.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Αλίμονό μου ο δύστυχος, με γδύνουν μέρα μεσημέρι.

ΚΑΡΙΩΝ
Ώστε έχεις την αξίωση να μασάς χώνοντας τη μούρη σου σε ξένες δουλειές;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Βλέπεις τι μου κάνει; Σε βάζω μάρτυρα γι' αυτό.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Μα έφυγε εκείνος που τον είχες για μάρτυρα.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ωιμέ! Έμεινα μόνος…

ΚΑΡΙΩΝ
Τι φωνάζεις τώρα;

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Ωιμέ και πάλι ωιμέ!

ΚΑΡΙΩΝ
Δώσε μου εσύ το ρούχο σου, για να ντύσω τούτον εδώ
το συκοφάντη.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Όχι δα. Το έχω ταμένο πια στον Πλούτο.

ΚΑΡΙΩΝ
Και που καλύτερα θ' ανατεθεί παρά στους ώμους ενός παλιανθρώπου
και διαρρήκτη;
Τον Πλούτο πρέπει να τον στολίζουμε με σεμνά φορέματα.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Και τα παπούτσια τι να τα κάνουμε; Για πες μου.

464
HADJIBABA-2006

ΚΑΡΙΩΝ
Αυτά στο μέτωπο τούτου εδώ σαν σε αγριελιά
θα του τα καρφώσω τώρα αμέσως.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ
Φεύγω γιατί ξέρω πως είμαι πολύ πιο αδύναμος από εσάς.
Μα αν βρω κανένα σύντροφο, έστω κι από συκιάς ξύλο να είναι,
τούτον το δυνατό θεό θα σου τον κάμω εγώ σήμερα
να καταδικασθεί, διότι παραβιάζει κατάφορα
με το έτσι θέλω τη δημοκρατία,
δίχως τη συγκατάθεση της βουλής
ούτε της συνέλευσης.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΑΝΔΡΑΣ
Α, ναι, μια που περπατάς φορώντας την αρματωσιά μου,
τρέχα στο λουτρό
κι εκεί στάσου μπροστά μπροστά
και ζεσταίνου.
Γιατί κι εγώ έτσι στεκόμουν κάποτε.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα ο λουτράρης, πιάνοντάς τον, θα τον πετάξει έξω από την πόρτα,
γιατί μόλις τον δεί θα καταλάβει πως είναι κάλπικος.
Και τώρα ας μπούμε εμείς μέσα, για να προσκυνήσεις το θεό.

(Φεύγουν. Μια γερόντισσα πλησιάζει το σπίτι του Χρεμύλου)

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Καλοί μου νέοι,
τάχα στο σπίτι φτάσαμε αληθινά
του καινούργιου αυτού θεού,
ή μήπως χάσαμε τελείως το δρόμο;

ΧΟΡΟΣ
Μάθε πως βρίσκεσαι στην πόρτα του,
κοριτσόπουλό μου,
γιατί σαν κοριτσόπουλο ρωτάς.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Αν φωνάξω λοιπόν να βγει κανένας απ' το σπίτι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν χρειάζεται, γιατί εγώ από μέσα έχω βγει.
Μα θα έπρεπε να πεις για ποιο σκοπό ήρθες.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Έχω πάθει συμφορές και αδικίες, χρυσό μου.
Να, απ' τον καιρό που άρχισε ο θεός αυτός να βλέπει,
μου έκανε τη ζωή ανυπόφορη.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μπα! Τι συμβαίνει; Μην είσαι και συ συκοφάντρια
μέσα στις γυναίκες;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Εγώ; Θεός φυλάξοι!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ

465
HADJIBABA-2006

Μήπως κληρώθηκες για να δικάζεις και δεν το έκανες;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Κοροϊδεύεις εσύ, μα εγώ καίγομαι, ολόκληρη η κατακαημένη.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν μας λες επί τέλους τι καϊλα είναι αυτή που έχεις;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Άκου λοιπόν. Είχα φίλο ένα παλικάρι.
Φτωχό ήταν, μα καλοφτιαγμένο κι όμορφο και καλό παιδί.
Σε ό,τι το χρειαζόμουν εγώ, όλα μου τα έκανε όμορφα και καλά.
Κι εγώ πάλι ό,τι του ζητούσε του το έδινα για τον κόπο του.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και σαν τι σου ζητούσε συνήθως;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Όχι μεγάλα πράγματα.
Γιατί με ντρεπόταν τρομερά.
Έτυχε να μου ζητήσει είκοσι δραχμές για φόρεμα,
ή και οχτώ για παπούτσια.
Και για τις αδελφές του με παρακαλούσε
να τους αγοράσω κανένα πουκάμισο.
Και για τη μάνα του κανένα φορεματάκι.
Έτυχε να χρειαστεί και τέσσερις μεδίμνους στάρι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Α, βέβαια, δεν είναι πολλά, μα τον Απόλλωνα,
αυτά που μας είπες και είναι φανερό πως σε ντρεπόταν.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Κι αυτά όμως, έλεγε, πως δεν τα ζητάει για τα χάδια του,
παρά από αγάπη, για να με θυμάται φορώντας ρούχα από εμένα.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μ' αυτός ο άνθρωπος σ' αγαπάει φοβερά!

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Κι όμως τώρα δεν έχει την ίδια γνώμη ο σιχαμένος,
μα πάρα πολύ άλλαξε.
Γιατί, όταν του έστειλα αυτήν την πίτα και τους άλλους μεζέδες,
που είναι μέσα στο πιάτο,
και του μήνυσα πως το βράδυ θα πάω…

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι σου έκαμε, για πες μου.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Μου τα γύρισε πίσω, και μαζί κι αυτή τη γαλατόπιττα,
για να μην ξαναπατήσω ποτέ πια στο σπίτι του.
Και επιπλέον μου μήνυσε διώχνοντας τον απεσταλμένο μου
πως "μια φορά ήταν δυνατοί οι Μιλήσιοι".

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Είναι φανερό πως δε σου φέρθηκε άσχημα.
Αφού πλούτισε, δεν του αρέσει πια η φακή.
Πρωτύτερα όμως απ' τη φτώχεια του τα έτρωγε όλα.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ

466
HADJIBABA-2006

Κι όμως πρωτύτερα κάθε μέρα, μα τις θεές,


ερχόταν πολλές φορές στο σπίτι μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί φοβόταν μην πεθάνεις;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Όχι καλέ, παρά γιατί λαχταρούσε
ν' ακούσει μονάχα τη φωνή μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δηλαδή να πάρει κανένα δώρο.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Έτσι, μα τον Δία, αν μ' έβλεπε λυπημένη,
με φώναζε χαϊδευτικά παπάκι και πιτσούνι.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι ύστερα θα σου ζητούσε να του πάρεις παπούτσια.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και στα μεγάλα μυστήρια, μα τον Δία,
που ήμουν απάνω στο αμάξι,
επειδή με κοίταξε κάποιος,
μ' έδερνε γι' αυτό το λόγο όλη μέρα.
Τόσο πολύ ζηλότυπος ήταν ο νέος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Του άρεσε, καθώς φαίνεται, να τρώει μονάχος.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και μου έλεγε πως έχω ωραιότατα χέρια.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όσες φορές του έδιναν τις είκοσι δραχμές.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και μου έλεγε πως μοσχοβολάει το δέρμα μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Αν τον κερνούσες θάσιο κρασί, φυσικά, μα το Δία.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και πως το βλέμμα μου είναι γλυκό και χαριτωμένο.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν ήταν κουτό το παιδί,
παρά ήξερε να τραγανίζει τα λεφτά μιας γριάς.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Λοιπόν, αυτά, φίλε μου, δεν τα κάνει καλά ο θεός,
αν και λέει πως βοηθάει πάντα όσους αδικούνται.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και τι να κάμει; Για πες και θα το κάμει.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Δίκιο είναι, μα τον Δία, ν' αναγκάσει αυτόν που τόσες χάρες είδε από μένα
να μου τις ανταποδώσει πάλι.

467
HADJIBABA-2006

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και δεν σου τις ανταπέδιδε καθημερινά τη νύχτα;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Μα μου έλεγε πως ποτέ δεν θα με παρατήσει, όσο ζω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Σωστά. Τώρα δεν σ' έχει πια για ζωντανή.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Αχ, έλειωσα απ' τον καημό, χρυσό μου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Δεν είναι απ' αυτό, μα έχεις σαπίσει, καθώς μου φαίνεται.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Από δαχτυλίδι θα μπορούσες να με περάσεις.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ναι, αν ήταν το δαχτυλίδι σαν κοσκινόγυρος.

(Φαίνεται μια φιγούρα που πλησιάζει)

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Μπα! Αυτό το παλικάρι που κοντοζυγώνει
είναι εκείνο που κατηγορούσα προ ολίγου.
Φαίνεται πως έχει πιει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Έτσι φαίνεται. Γιατί περπατάει έχοντας στεφάνια και δάδα.

ΝΕΑΡΟΣ
Γεια χαρά.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Σε σένα το λέει.

ΝΕΑΡΟΣ
Παλιά μου φιλενάδα, γρήγορα έχεις ασπρίσει,
μα τον Ουρανό.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Αχ! Πως με προσβάλλει έτσι την κακομοίρα!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Φαίνεται πως έχει πολύν καιρό να σε δει.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Τι πολύ καιρό, καημένε,
που χτες ήταν στο σπίτι μου;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ώστε έπαθε το αντίθετο απ' ό,τι παθαίνουν οι πολλοί.
Θέλω να πω, όταν είναι πιωμένος,
φαίνεται πως βλέπει καθαρότερα.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Α, μπα, μα έτσι πάντα έχει άσχημους τρόπους.

ΝΕΑΡΟΣ

468
HADJIBABA-2006

Ω Ποσειδώνα θαλασσινέ
και θεοί των γηρατειών,
πόσες ζαρούλες έχει στο μούτρο της!

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Αχ! αχ! Μη μου φέρνεις κοντά τη δάδα!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Βέβαια, έχει δίκιο. Γιατί, αν την αγγίξει έστω και μια σπίθα,
θα την κάψει σαν ξερό κλαδί από ελιά.

ΝΕΑΡΟΣ
Θέλεις να παίξουμε λίγο;

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Που, καημένε;

ΝΕΑΡΟΣ
Εδώ. Πάρε καρύδια.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Τι παιχνίδι;

ΝΕΑΡΟΣ
Πόσα δόντια έχεις;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα, εγώ να σου πω. Έχει τρία ίσως τέσσερα.

ΝΕΑΡΟΣ
Πλήρωνε! Έναν τραπεζίτη έχει μονάχα.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Μου φαίνεται πως δεν είσαι στα καλά σου
να με κοροϊδεύεις έτσι μπροστά σε τόσους άντρες!

ΝΕΑΡΟΣ
Καλό θα σου έκανε αυτό!

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όχι, δα, γιατί τώρα όπως είναι κάτι τρώγεται,
μα αν της ξεπλύνει κανείς τούτο το φτιασίδι,
θα δεις ζωηρότατες τις ζάρες του προσώπου.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Σα γέρος που είσαι μου φαίνεται πως έχεις τρελλαθεί.

ΝΕΑΡΟΣ
Μπα! Σαν να σου έβαλε χέρι και σε χάιδευε,
νομίζοντας πως δεν το πήρα είδηση.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Μα την Αφροδίτη, όχι τα δικά μου, σιχαμένε.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Μα την Εκάτη, κάθε άλλο.
Δεν τρελάθηκα ακόμα.
Μα, παλικάρι μου, εγώ δεν το βρίσκω σωστό
να μισείς αυτό το κορίτσι.

469
HADJIBABA-2006

ΝΕΑΡΟΣ
Μα εγώ την υπεραγαπώ.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι όμως έχει παράπονα εναντίον σου.

ΝΕΑΡΟΣ
Τι παράπονα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Λέει πως την επρόσβαλες και πως είπες
ότι "μια φορά ήσαν δυνατοί οι Μιλήσιοι".

ΝΕΑΡΟΣ
Εγώ δε θα πιαστώ μαζί σου γ' αυτήν.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γιατί;

ΝΕΑΡΟΣ
Γιατί σέβομαι την ηλικία σου.
Αλλιώς ποτέ δεν θα επέτρεπα εγώ
σε άλλον να το κάμει αυτό.
Και τώρα πάρε το κορίτσι και σύρε στο καλό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ξέρω, ξέρω τι θες να πεις.
Φαίνεται πως δεν θέλεις πια να είσαι μαζί της.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και ποιος θα του το επιτρέψει;

ΝΕΑΡΟΣ
Δεν θέλω πια σχέσεις με μια
που έχουν περάσει από πάνω της
δεκατρεις χιλιάδες χρόνια.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Όμως αφού είχες την αξίωση
να πιείς το κρασί,
πρέπει να πιείς και το κατακάθι.

ΝΕΑΡΟΣ
Μα το κατακάθι είναι πολύ παλιό και βρώμικο.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Πέρασέ το απ' τη σακούλα να φτιάξει.

ΝΕΑΡΟΣ
Ας μπούμε μέσα, γιατί θέλω να πάω στο θεό,
και ν' αναθέσω αυτά τα στεφάνια που έχω.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Κι εγώ θέλω να του πω κάτι.

ΝΕΑΡΟΣ
Τότε εγώ δεν μπαίνω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κουράγιο, μη φοβάσαι. Δε θα σε βιάσει.

470
HADJIBABA-2006

ΝΕΑΡΟΣ
Αλήθεια. Καλά λες.
Γιατί αρκετόν καιρό την είχα πρωτύτερα.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Τράβα μπροστά, κι εγώ έρχομαι κατόπιν σου.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Πόσο δυνατά, ω Δία βασιλιά,
το γραιϊδιο σαν πεταλίδα κόλλησε στο παλικάρι!

ΚΑΡΙΩΝ
Ποιος χτυπάει την πόρτα; Τι ήταν αυτό;
Κανένας δε φαίνεται. Κι όμως η πόρτα κάνει κρότο
χωρίς να τη χτυπάνε, τρίζει.

(Εμφανίζεται ο Ερμής)

ΕΡΜΗΣ
Σε θέλω, Καρίωνα, περίμενε.

ΚΑΡΙΩΝ
Για πες μου, καλέ, εσύ χτυπούσες τόσο δυνατά την πόρτα;

ΕΡΜΗΣ
Όχι, μα το Δία, μα ήμουν έτοιμος,
και με πρόφτασες και άνοιξες.
Τρέχα γρήγορα να φωνάξεις τον αφέντη σου,
ύστερα τη γυναίκα του και τα παιδιά του,
ύστερα τους δούλους,
ύστερα τη σκύλλα,
ύστερα εσένα, ύστερα τη γουρούνα.

ΚΑΡΙΩΝ
Για πες μου τι τρέχει;

ΕΡΜΗΣ
Ο Δίας βρε αχρείοι, θέλει να σας ανακατώσει μέσα στο ίδιο αγγείο
και να σας ρίξει όλους στο βάραθρο.

ΚΑΡΙΩΝ
Μωρέ για τέτοιο αγγελιοφόρο κόβουμε τη γλώσσα του θύματος.
Μα γιατί τέλος παντων έβαλε στο νου του
να μας το κάμει αυτό;

ΕΡΜΗΣ
Γιατί έχετε κάνει τα φοβερότερα πράγματα του κόσμου.
Να, από την πρώτη στιγμή που άρχισε να βλέπει ο Πλούτος,
κανένας ούτε θυμίαμα, ούτε δάφνη,
ούτε γαλατόπιττα, ούτε σφαχτό, ούτε τίποτα άλλο
δε θυσιάζει πια σε μας τους θεούς.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα το Δία, ούτε και θα θυσιάσει.
Γιατί λίγο εφροντίζατε για μας τότε.

ΕΡΜΗΣ
Να σου πω, για τους άλλους θεούς λίγο με νοιάζει,

471
HADJIBABA-2006

μα εγώ έλιωσα και χάθηκα.

ΚΑΡΙΩΝ
Σωστός ο λόγος σου.

ΕΡΜΗΣ
Που λες, πρωτύτερα στις ταβέρνες,
είχα όλα τα καλά πρωί πρωί:
Κρασόπιτες, μέλι, σύκα, όσα πρέπει να τρώει ο Ερμής.
Και τώρα πεινάω και μένω ξαπλωμένος με τα πόδια ψηλά.

ΚΑΡΙΩΝ
Και μη δεν παθαίνεις δίκαια, που άφηνες καμιά φορά
να τιμωρούνται εκείνοι που είχες απ' αυτούς τέτοια καλά;

ΕΡΜΗΣ
Αχ, ο δύστυχος, πάει η πίτα που μου ζύμωναν κάθε τετάρτη του μηνός.

ΚΑΡΙΩΝ
Ζητάς έναν που χάθηκε. Του κάκου τον φωνάζεις.

ΕΡΜΗΣ
Πάει και το χοιρομέρι που έτρωγα.

ΚΑΡΙΩΝ
Πήδα το κουτσό εδώ στο ξέφαντο.

ΕΡΜΗΣ
Πάνε και τα ζεστά εντόσθια.

ΚΑΡΙΩΝ
Κάποιος πόνος φαίνεται να σου στριφογυρίζει στα εντόσθια.

ΕΡΜΗΣ
Πάει και το ποτήρι με το μισονερωμένο κρασί.

ΚΑΡΙΩΝ
Πιες αυτήν και τρέχα να τα φτάσεις.

ΕΡΜΗΣ
Μπορείς να κάμεις μια χάρη στο φίλο σου;

ΚΑΡΙΩΝ
Αν χρειάζεσαι από εκείνες που μπορώ να σου κάμω.

ΕΡΜΗΣ
Να βρεις να μου δώσεις να φάω κανένα καλοζυμωμένο ψωμί
και κανένα μεγάλο κομμάτι κρέας
από εκείνα που θυσιάζετε εσείς μέσα.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα δεν κάνει να βγάλουν έξω.

ΕΡΜΗΣ
Κι όμως, όσες φορές έκλεβες κάτι από τον αφέντη σου,
εγώ σε σκέπαζα πάντα να μη σε πιάσουν.

ΚΑΡΙΩΝ
Για να έχεις κι εσύ το μερίδιό σου, κατεργάρη.
Γιατί σου έπεφτε και σένα κανένα καλοζυμωμένο ψωμάκι.

472
HADJIBABA-2006

ΕΡΜΗΣ
Κι ύστερα εσύ το έτρωγες κι αυτό.

ΚΑΡΙΩΝ
Γιατί δεν είχες μερίδιο και στο ξύλο που έτρωγα εγώ,
όταν μ' έπιαναν να κάνω καμιά κατεργαριά.

ΕΡΜΗΣ
Μην τα θυμάσαι τα παλιά,
μια που πήρες και τη Φυλή,
μα πάρτε με και μένα σύνοικο του θεού σας.

ΚΑΡΙΩΝ
Μπα; Θ' αφήσεις τους θεούς για να μείνεις εδώ;

ΕΡΜΗΣ
Αού εσείς εδώ περνάτε πολύ καλύτερα.

ΚΑΡΙΩΝ
Και πως; Η λιποταξία σου φαίνεται καλό πράγμα;

ΕΡΜΗΣ
Πατρίδα, να ξέρεις είναι παντού, όπου κανένας ευτυχεί.

ΚΑΡΙΩΝ
Και τι δουλειά μπορείς να μας κάνεις αν μείνεις εδώ;

ΕΡΜΗΣ
Βάλτε με στην πόρτα να διώχνω τους κλέφτες.

ΚΑΡΙΩΝ
Να διώχνεις τους κλέφτες; Μα πια δεν έχουνε δουλειά οι κλέφτες εδώ.

ΕΡΜΗΣ
Βάλτε με πραματευτή.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα είμαστε πλούσιοι. Λοιπόν τι ανάγκη έχουμε να τρέφουμε
έναν Ερμή μεταπράτη;

ΕΡΜΗΣ
Ε, τότε πάρτε με για δόλους.

ΚΑΡΙΩΝ
Για δόλους; Ας μας λείπουν. Δεν χρειάζονται τώρα οι δόλοι,
παρά οι ειλικρινείς τρόποι.

ΕΡΜΗΣ
Πάρτε με να σας δείχνω τους δρόμους.

ΚΑΡΙΩΝ
Μα ο θεός τώρα βλέπει, ώστε δεν έχουμε ανάγκη από οδηγό.

ΕΡΜΗΣ
Ε, τότε θα γίνω επόπτης στους αγώνες.
Σ' αυτό τι έχεις να πεις; Γιατί αυτό είναι πολύ ταιριαστό
στον Πλούτο, να κάνει αγώνες μουσικούς και γυμνικούς.

ΚΑΡΙΩΝ

473
HADJIBABA-2006

Τι καλό πράγμα να έχει κανείς πολλά ονόματα!


Να τώρα αυτός βρήκε τρόπο να ζήσει.
Καλά κάνουν όσοι δικάζουν,
που συχνά φροντίζουν να γράφονται σε πολλά δικαστήρια.

ΕΡΜΗΣ
Λοιπόν, να μπω μέσα τώρα;

ΚΑΡΙΩΝ
Έμπα και σύρε στο πηγάδι να ξύσεις τις κοιλιές,
για να φανείς αμέσως πως κάνεις δουλειές.

(Εμφανίζεται στη σκηνή ένας Ιερέας του Δία)

ΙΕΡΕΑΣ
Ποιος μπορεί να μου πει ασφαλώς
που είναι ο Χρεμύλος;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Τι τρέχει, φίλτατε;

ΙΕΡΕΑΣ
Τι άλλο, παρά κακά και ψυχρά.
Απ' τον καιρό που αυτός ο Πλούτος άνοιξε τα μάτια του,
πεθαίνω της πείνας.
Γιατί δεν έχω να φάω, κι ας είμαι ιερέας του Διός Σωτήρος.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και ποια είναι η αιτία, για όνομα των θεών;

ΙΕΡΕΑΣ
Κανείς πια δεν εννοεί να θυσιάζει.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Για ποιο λόγο;

ΙΕΡΕΑΣ
Γιατί όλοι είναι πλούσιοι.
Και όμως τον καιρό που δεν είχαν τίποτε,
άλλος ερχόταν, αν ήταν έμπορος,
και θυσίαζε ένα σφαχτό γιατί είχε γλυτώσει τη ζωή του,
άλλος που ξέφυγε την καταδίκη.
Άλλος πάλι θυσίαζε για να πετύχει κάποιο του σκοπό
και καλούσε κι εμένα τον ιερέα.
Μα τώρα κανείς δεν θυσιάζει τίποτα απολύτως,
ούτε μπαίνει σε ναό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Κι απ' αυτά δεν παίρνεις εσύ ό,τι δικαιούσαι;

ΙΕΡΕΑΣ
Γι' αυτό μου φαίνεται πως κι εγώ θ' αφήσω
γεια του Διός Σωτήρος και θα έρθω να μείνω εδώ.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Θάρρος! Καλά θα πάνε τα πράγματα, αν θέλει ο θεός.
Που λες, εδώ είναι ο Δίας ο Σωτήρας.
Έχει έρθει μόνος του.

ΙΕΡΕΑΣ

474
HADJIBABA-2006

Καλά είναι λοιπόν όλα όσα λες.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Γι' αυτό περίμενε λίγο και θα θρονιάσουμε τον Πλούτο
όπου ήταν πρωτύτερα θρονιασμένος
και θα φυλάει πάντα το πίσω μέρος του ναού της Αθηνάς.
Μα ας βγάλει κανείς εδώ αναμμένες δάδες,
για να τις κρατάς εσύ και να πηγαίνεις μπροστά απ' το θεό.

ΙΕΡΕΑΣ
Πολύ σωστό είναι βέβαια να γίνει αυτό.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ας φωνάξει ένας έξω τον Πλούτο.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Κι εγώ τι να κάμω;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Σαν θα θρονιάσουμε το θεό,
θα πάρεις τις χύτρες στο κεφάλι σου
και θα τις κουβαλάς καμαρωτά.
Αφού μας ήρθες μάλιστα και με πολύχρωμο φόρεμα.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Και ο σκοπός που ήρθα;

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Ό,τι ποθείς θα γίνει. Ο νέος θα έρθει απόψε σπίτι σου.

ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ
Αν μου εγγυάσαι αλήθεια, μα τον Δία,
πως θα έρθει εκείνος σπίτι μου,
θα κουβαλήσω τις χύτρες.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ
Και όμως μ' αυτές τις χύτρες συμβαίνει όλως διόλου το αντίθετο
από τις άλλες. Δηλαδή στις άλλες χύτρες
το γάλα κάνει ζάρες από πάνω, ενώ αυτής της γριάς
οι ζάρες θα είναι από κάτω από τις χύτρες.

ΧΟΡΟΣ
Ούτε κι εμείς πρέπει να χασομεράμε καθόλου τώρα,
μα να προχωρήσουμε από πίσω.
Γιατί πρέπει τραγουδώντας να τους ακολουθήσουμε…

ΤΕΛΟΣ

475

You might also like